Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Στις αρχαίες πηγές της Νεωτερικής Δυτικής και "Ορθοδόξου" θεολογίας (IV)

Απόσπασμα από το βιβλίο του George Prestige: God in Patristic Thought. Το τέλος του XI κεφαλαίου "Ταυτότης ουσίας".

Για τους Έλληνες ο Θεός είναι μια μοναδική αντικειμενική ύπαρξη παρότι είναι ακόμη επίσης τρία αντικείμενα.
Αυτή η πίστη διαφέρει από την πίστη των Λατίνων για τους οποίους ο Θεός είναι ένα μοναδικό αντικείμενο και τρία υποκείμενα (una substantia, tres personae). Ούτε η Λατινική γλώσσα ούτε ο κοινός νους των Λατίνων μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις λεπτές πτυχές της Ελληνικής θεολογίας. Η Λατινική θεολογία ακολούθησε τον δικό της δρόμο και ο Αυγουστίνος προσπάθησε, χωρίς μεγάλη επιτυχία, να συνδέσει τα τρία υποκείμενα μέσω της αναλογίας υποκειμένου, αντικειμένου και σχέσεως (De Trinitate, βιβλίο 9) παρουσιάζοντάς την μέσω του παραδείγματος του Νοός, της γνώσεως που έχει για τον εαυτό του ο Νους και της αγάπης με την οποία ο Νους αγαπά τον εαυτό του και τη γνώση του!
Προσπάθησε και μια πιο σίγουρη μέθοδο στο βιβλίο 10, με το ψυχολογικό παράδειγμα του συντονισμού ανάμεσα στη μνήμη, στη νόηση και στη θέληση μέσα στα πλαίσια της ενωμένης συνειδήσεως του ανθρώπου! Έχοντας δε σαν αφετηρία τη νοητική δομή του ανθρώπου, της κορυφαίας δημιουργίας του Θεού, απέδειξε την ύπαρξη μιας πιο αντικειμενικής πολλαπλότητος μέσα στον Δημιουργικό ΝΟΥ. Τοιουτοτρόπως η προσοχή επικεντρωνόταν στην ουσιώδη ενότητα της θείας Τριάδος και ετοιμαζόταν ο δρόμος για την ερμηνεία των τριών προσώπων σαν σχέσεις!
Ανάμεσα στους Λατίνους, όσοι διέθεταν αληθινά βαθειά σκέψη κατανοούσαν πολύ καλά το γεγονός πως το Ελληνικό Δόγμα περί της Αγίας Τριάδος ήταν βασικώς διαφορετικό από το δικό τους. Αναγνώριζαν πως είναι παράδοξη η προσπάθεια, παρότι αναγκαία, της πεπερασμένης ανθρωπίνου νοήσεως να θέλει να εκφράσει την φύση του απείρου μυστηρίου του Θεού!
Αυτό τους βοήθησε να κατανοήσουν πως οποιοδήποτε δόγμα περί Θεού δεν είναι παρά μια απλή ανθρώπινη αλληγορία, τόσο αληθινή όσο παρουσιάζει μια πιστή απεικόνιση της αποκαλύψεως που μας έδωσε ο Θεός, ώστε να μάθει ο άνθρωπος όλα όσα είχε ανάγκη για την σωτηρία του, όμως απολύτως ακατάλληλη να περιγράψει αυτό που είναι ο Θεός στην τέλεια πραγματικότητά του.
Σ' αυτή τη βάση ήταν έτοιμοι να δεχθούν πως δύο διαφορετικοί ορισμοί της Ουσίας του Θεού, μπορεί να είναι το ίδιο πιστοί στην θεϊκή πραγματικότητα. Και οι δύο έτσι κι αλλιώς στηρίζονται στην αναλογία και οι αναλογίες δεν μπορούν να είναι αναλυτικές σε όλες τις λεπτομέρειες, πέρα από το σημείο εκείνο το οποίο έχουν πρόθεση να εκφράσουν.
Έτσι ο Αυγουστίνος δεν έδειξε καθόλου προβληματισμένος, ούτε έκπληκτος όταν επιβεβαίωνε πως οι Έλληνες ερμήνευαν την Τριάδα διαφορετικά από τους Λατίνους: «Προσπαθώντας να περιγράψουμε πράγματα άρρητα (De Trinitate 7, 4) και προκειμένου να εκφράσουμε με κάποιο τρόπο αυτό που δεν θα μπορέσουμε ποτέ μας να εκφράσουμε ολοκληρωτικά, οι Έλληνες φίλοι μας μας μίλησαν για μία Φύση και τρεις Ουσίες, ενώ οι Λατίνοι για μία Φύση ή Ουσία και για τρία Πρόσωπα». Και η μία και η άλλη μέθοδος είναι νόμιμες, εφόσον οι εκφράσεις αυτές γίνονται κατανοητές “μέσα στο μυστήριο”, καθότι τον Θεό κατανοούμε πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον εκφράσουμε και υπάρχει πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον κατανοήσουμε, η υπερβατικότης της θεότητος ξεπερνά τις δυνατότητες της ανθρώπινης γλώσσης.
Τέσσερις αιώνες αργότερα η διαφορά ανάμεσα στους Έλληνες και στους Λατίνους, ανακαλύπτεται ξανά από τους Ιρλανδούς σοφούς. Κατανόησαν εύκολα πως υπόσταση, παρότι “θεολογικά” ισάξια με τον Λατινικό όρο πρόσωπο, δεν σήμαινε στην πραγματικότητα υποκείμενο, αλλά αντικείμενο. Έτσι ο Giovanni Scoto, ο οποίος μετέφρασε στα Λατινικά τον Αρεοπαγίτη και τον Μάξιμο τον Ομολογητή σκέφτεται με τους Ελληνικούς όρους: «Προκειμένου η νόηση των πιστών να διαθέτει κάτι για να σκεφτεί και να εκφράσει γύρω από το άρρητο και άγνωστο μυστήριο της πίστεως, οι άγιοι θεολόγοι μας μετέφεραν την ομολογία πίστεως πως ο Αγαθός Θεός υπάρχει σαν τρία αντικείμενα (Substantiae), μιας μοναδικής φύσεως (essentia)».
Ο Θωμάς Ακινάτης (Summa Theol. 1,29,3) κατάλαβε πολύ καλά το λάθος του Αυγουστίνου, ο οποίος ερμήνευσε την υπόσταση με την αφηρημένη έννοια Substantia και ομολόγησε πως οι δύο λέξεις σημαίνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Παρόλα αυτά, επειδή ο όρος Substantia μπορούσε να εκφράσει ταυτόχρονα και την αφηρημένη έννοια και τη συγκεκριμένη, κατήγγειλε τη χρησιμοποίηση του όρου αυτού για τη μετάφραση της υποστάσεως και προτίμησε την λέξη Subsistentia στην θέση του, τον οποίο όριζε σαν αυτό που υπάρχει καθ' εαυτό και όχι ως προς άλλο, «Per se existit, et non in alio». Αυτή ήταν ακριβώς η σημασία του όρου υπόστασις. Αλλά ούτε και ο Ακινάτης απέδειξε πως κατανόησε μέχρι τέλους την αληθινή σημασία της διαφοράς. Καθότι σκεφτόταν πως υπόστασις σήμαινε απλώς “μοναδικό άτομο” όπως και ο Λατινικός όρος Persona (και θα μπορούσε να συμπληρώσει αλλά δεν το έκανε) και ο Ελληνικός όρος Πρόσωπον. Η μόνη διάκριση που έκανε ο Ακινάτης ανάμεσα στο πρόσωπο και την υπόσταση ήταν το ότι νόμισε πως υπόσταση σήμαινε ένα μοναδικό αντικείμενο ανάμεσα σε οποιοδήποτε είδος αντικειμένων, ενώ περιόριζε την έννοια του προσώπου σε ένα μοναδικό αντικείμενο «in genere rationalium substantiarum» δηλαδή σ' ένα άτομο του ανθρωπίνου είδους.
Στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να δούμε συνοπτικά τον μόχθο των Ελλήνων πατέρων να εκφράσουν το ανέκφραστο, αλλά όχι το άγνωστο, όπως “άπιστα” ισχυρίζεται ο Αυγουστίνος, ο οποίος μόχθος εγκαταλείπεται προδοτικά από τους συγχρόνους θεολόγους μας!
Μια μικρή γεύση των καταστροφών που έφεραν οι διαλογισμοί των Λατίνων γύρω από την Αγία Τριάδα, μπορούμε να πάρουμε από το μικρό απόσπασμα του Ratzinger, γύρω από τις σχέσεις του Αγίου Πνεύματος που βρίσκεται σε τούτο το ίδιο blog, κάτω από τον τίτλο «Πηγές της Νεωτερικής θεολογίας ΙΙΙ»!
Αμέθυστος

11 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

"Ούτε η Λατινική γλώσσα ούτε ο κοινός νους των Λατίνων μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις λεπτές πτυχές της Ελληνικής θεολογίας."


Να σου γράψω και το εξής από την μεριά μου για το θέμα που σε απασχολεί:

εάν παραδεχτούμε ότι γλώσσα=νους και νους=γλώσσα, τότε πώς περιμένει κάποιος να υπάρχει συνεννόηση μεταξύ ανόμοιων;
Πώς ένας λατίνος δηλαδή μπορεί απόλυτα να εννοήσει ό, τι και ένας έλληνας;
Οι γλώσσες δεν είναι ίδιες και δεν έχουν το ίδιο εύρος σε νοήματα και ουσίες.

Δεν γνωρίζω και πολλά για το θέμα "οικουμενισμός και προσπάθεια ένωσης" κ.λ.π. όμως νομίζω ότι μάταια πασχίζει κανείς να ενώσει τα προς ένωσι μέρη.
Χρειάζεται κατά τη γνώμη μου ένας ισχυρότερος και ανώτερος νους από τον ανθρώπινο να μεσολαβήσει για να φέρει το ποθούμενο αποτέλεσμα.
Και κάτι τέτοιο γίνεται μόνο με το βάπτισμα.

amethystos είπε...

Αγαπητέ αδελφέ, ο νους δεν εξισούται με την γλώσσα.
Δεν έχει καμία σχέση μάλιστα.
Ο νους έχει σχέση με τον λόγο, αλλά ο λόγος δεν είναι γλώσσα.
Εάν και όταν υπάρχει ο νους, είναι ο λεγόμενος ηγεμών και υποτάσσει τη γλώσσα.

Όμως ο νους είναι αμαυρωμένος. Δεν τον διαθέτουμε και γι' αυτό σωστά λες ότι μόνο με το βάπτισμα και αυξάνοντας την χάρη του βαπτίσματος ενεργοποιείται ξανά ο νους.

Ανώνυμος είπε...

Αν θέλεις, όρισε τον λόγο για να σε καταλάβω καλύτερα.
Τί εστί λόγος;

Ανώνυμος είπε...

Που βρήκατε το κείμενο; Είναι δική σας μετάφραση ; Έχει ενδιαφέρον...

Λέγων είπε...

ψευδώνυμος πλέον, "Λέγων"

ο ανώνυμος 11:07 και 12:37

amethystos είπε...

@ Ανώνυμος 10:05

Είναι πολύ ενδιαφέρον το κείμενο πραγματικά φίλε και προσπαθούμε να μεταφράσουμε μερικά καίρια σημεία.

amethystos είπε...

@ Λέγων

Ο λόγος γεννιέται στον νου του ανθρώπου. “Είναι ο υιός του ανθρώπου”.

Υπάρχει και ο συμπαντικός λόγος.

Υπάρχουν και οι λόγοι των όντων. Ανακαλύπτοντας τους λόγους των όντων η ψυχή αποκτά τα φτερά της και πετά προς την αλήθεια, το επέκεινα της ουσίας.

Υπάρχει και ο Κύριος.

zoro είπε...

"Ο λόγος γεννιέται στον νου του ανθρώπου. “Είναι ο υιός του ανθρώπου”."
Ενtυπωσιακό πραγματικά! γι'αυτο λέει κάπου ο Ιησούς ότι δεν σας κρίνει ο θεός αλλα ο λόγος Tου. και μου γεννιέται η απορία μήπως ο λόγος σημαίνει ταυτόχρονα και αιτια. τι θαυμάσια η σημασιολογία της Ελληνικής!
δηλαδή κρίνεστε από την αιτια (τον λόγο) των πράξεων σας?
αναρωτιέμαι...

Λέγων είπε...

Αμέθυστε, θέλω να σε ρωτήσω κάτι ακόμα μήπως και καταλήξω και γω κάπου στα συμπεράσματά μου:

η γλώσσα κατ' εσέ τί προέλευση έχει;

Το ότι μιλάμε δηλ. εμείς ελληνικά, άλλοι λατινικά, άλλοι ρωσικά κ.τ.λ.
από τί εξαρτήθηκε;

Έχει σχέση με τον πύργο της Βαβέλ;

ευχαριστώ

Ανώνυμος είπε...

amethystos @

"Είναι πολύ ενδιαφέρον το κείμενο πραγματικά φίλε και προσπαθούμε να μεταφράσουμε μερικά καίρια σημεία."

Θα περιμένω να διαβάσω και το υπόλοιπο.
Ευχαριστώ

amethystos είπε...

@ Λέγων

Οι άνθρωποι που έχτιζαν τον πύργο της Βαβέλ ήθελαν να βρουν τον θεό. Δηλαδή οι γλώσσες που προήλθαν από εκεί είναι οι γλώσσες οι οποίες περιέχουν έναν ορισμό του θεού, όχι του αληθινού θεού, αλλά κάποιας ανώτερης δύναμης.

Δεν είναι όλες οι γλώσσες του κόσμου λοιπόν σχετικές με τον πύργο της Βαβέλ.

Το θέμα της προελεύσεως της γλώσσας είναι ένα μεγάλο μυστήριο. Τα μόνα στοιχεία που διαθέτουμε είναι πως γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος από μόνος του (από μωρό δηλαδή) δεν μπορεί να μιλήσει. Πρέπει κάποιος να τον μάθει.

Επομένως το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι κάποιος έμαθε τον άνθρωπο να μιλάει.

Ίσως αυτός που τον έφτιαξε, ο Πατέρας του.

Επομένως έχουμε την μητρική μας γλώσσα και αναζητούμε την Πατρική, τον Λόγο.

Εάν η γλώσσα που μιλάμε είναι η μητρική γλώσσα, αυτή η γλώσσα σημαίνει τα αντικείμενα ή το νόημά τους. Αυτή η γλώσσα δεν καλύπτεται από κανένα μυστήριο.

Το μυστήριο της γλώσσας ανήκει μόνο στις μεταφυσικές ρίζες όλων των ονομάτων και των παραγώγων τους (έρως, αλήθεια, αγάπη, ελευθερία, αρετή, αγαθότης...)