Συνέχεια από Τρίτη 25 Μαίου 2021
Η ΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ.
Η δεύτερη μετα-πατερική σύνθεση, μετά τού Φλωρόφσκυ.
Θεός-κόσμος: τα μονοπάτια του σοφιολογικού προβλήματος.
Η ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΟΦ
ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΤΡΙΑΔΑ.
Η Φύση και η διαφάνειά της στό θείο υποκείμενο
Το πρόβλημα της τριυποστάσεως δεν εξαντλεί τα παραδοσιακά δεδομένα γύρω από την θεότητα, καθότι το δόγμα, εκτός τής ξεχωριστής στιγμής τής υποστάσεως, επισημαίνει στον θεό και την ενοποιητική αρχή της Φύσεως. [Ταυτίζει Φύση και Ουσία κάτι που δεν έγινε ποτέ στην πατερική παράδοση]. Σε αυτό το μέρος η ορθόδοξη θεολογία απεδείχθη λιγότερο ευαίσθητη τής λατινικής θεωρίας, καθότι είχε προσφέρει το πλεονέκτημα στον ρόλο των υποστάσεων στο εσωτερικό τής θείας ζωής, κατηγορώντας τούς λατίνους ότι δεν έλαβαν στα σοβαρά την καινοτομία που κατόρθωσαν οι πατέρες εισάγοντας την χριστιανική διάκριση τών τριών θείων προσώπων στην κατανόηση του Είναι του Θεού. [Ποτέ η Ορθοδοξία δεν δέχθηκε το Είναι στον Θεό]. Ο Μπουλγκάκοφ λοιπόν προτίθεται να επαναπροσλάβει κριτικά το δεδομένο τής θείας ενότητος, διότι και αυτή η πλευρά αποτελεί μέρος της χριστιανικής δογματικής, αφαιρώντας του όμως την υπερβολική Ουσιοκρατία που χαρακτήρισε την προοπτική της δυτικής σχολαστικής. [Οι Ρώσοι ανακαινίζουν το δόγμα της Καθολικής Εκκλησίας, με τη αλήθεια της Ορθοδοξίας].
Σε αυτή την προσπάθεια τού Μπουλγκάκοφ φαίνεται καθαρά πως τον ενδιαφέρει απολύτως ένας στενός διάλογος με την δυτική θεολογία, στην οποία αναγνωρίζει ότι διατήρησε το πρόβλημα τής θείας ενότητος ενάντια στους κινδύνους του Ανατολικού τριθεϊσμού. [Η απόλυτη ανοησία. Στην Ιστορία των Συνόδων υπάρχουν όλα τα δεδομένα, εάν κάποιος αδυνατεί να διαβάσει τους Πατέρες, διότι δεν διαβάζονται χωρίς πίστη. Γι’ αυτό τα σύγχρονα κηρύγματα περί ενότητος, ενότητος των Εκκλησιών του Οικουμενισμού ή ενότητος τής πίστεως του αντιοικουμενισμού, ανήκουν στον στοχασμό που κυριάρχησε στην Δύση. Ο άνθρωπος, όπως και οι σύγχρονοι θεολογούντες που μάχονται στον στίβο του Μανιχαϊσμού και του Γνωστικισμού, αρχίζει να χαϊδεύει την ύπουλη ιδέα του Ομοιούσιου, που κατήργησε η Πατερική θεολογία και γι’ αυτό ο Μέγας Πατήρ τών Οικουμενιστών είναι ο Μέγας Αθανάσιος, διότι στην εποχή του οι όροι δεν ήταν ξεκάθαροι].
Αναφερθήκαμε ήδη στην ιδέα τού Μπουλγκάκοφ πως τόσο στο κτιστό πνεύμα όσο και στο θείο οι υποστάσεις ζουν χάρη σε μία σχέση με την Φύση, που παίζει τον ρόλο της πηγής ή του πλαισίου, του συνδέσμου. Όταν πρόκειται όμως να φανερώσουμε την σχέση ανάμεσα στην Φύση και στο Πρόσωπο η κτιστή πνευματική ζωή [που δεν υπάρχει, ο άνθρωπος δεν διαθέτει πνεύμα, παρότι έχει ΝΟΥ, αλλά δεν είναι πνεύμα, είναι (ο νους) το κέντρο της ψυχής, το αυτεξούσιο. Αυτό εννοούν οι Πατέρες σαν συναμφότερο, όταν ορίζουν τον άνθρωπο. Δεν εννοούν την βιολογική ψυχή, το ψυχοειδές, της ψυχολογίας, αλλά την Ψυχή του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη, που είναι νοητή. Σήμερα δεν διαθέτουμε ούτε αυτή πλέον.] και η θεία διαφοροποιούνται.
Στον Θεό δεν μπορούμε να σκεφτούμε μια Φύση που να μην είναι ολοκληρωτικώς υποστασιοποιημένη από το Πρόσωπο [δεν μπορούμε να την σκεφτούμε δηλαδή να την γνωρίσουμε. Ας προσέξουμε επίσης πως το πρόσωπο προηγείται της υποστάσεως. Είναι ανώτερο, όπως στον Αυγουστίνο. Και γι’ αυτό η σχέση είναι η απόλυτη οντολογική αρχή της εποχής μας], μια Φύση δηλαδή που αποκαλύπτεται στο Εγώ μόνον σταδιακά και μερικά, όπως συμβαίνει στον άνθρωπο [εννοεί ότι δεν υπάρχει γίγνεσθαι, κάτι που δηλώνει σήμερα και ο Γιανναράς], αλλά η Ουσία πρέπει να είναι ολοκληρωτικώς διαφανής στο θείο υποκείμενο.
Ενθυμούμενος το χωρίο τής πρώτης επιστολής του Ιωάννη όπου λέγεται «ο Θεός φως εστί και σκοτία εν αυτώ ουκ έστιν ουδεμία»(1 Ιωαν. 1,5), ο Μπουλγκάκοφ δηλώνει πως «δεν μπορούμε να δεχθούμε στον θεό καμμία αντίθεση ή ακόμη περισσότερο διαφορά ανάμεσα σε συνείδηση και φύση διότι αυτό θα σήμαινε έναν περιορισμό της θείας ζωής και θα ήταν σε αντίφαση με την πληρότητα της ευτυχίας της, το αναλλοίωτό της και την τελειότητά της. Στον θεό η προσωπικότης έχει μια φύση, αλλά αυτή η φύση είναι ολοκληρωτικώς προσωπική, έτσι ώστε είναι αδιανόητη μια θεία φύση (όμοια με την αρνητική ελευθερία του Σέλλινγκ) που θα είναι για τον θεό εν δυνάμει, ένα είδος Urgrund, από το οποίο μέσω μιας εσωτερικής του αποκαλύψεως προέρχεται το Σύμπαν και ο θεός πραγματοποιείται μέσω αυτού (όπως συμβαίνει στον Μπαίμε, στον Σέλλινγκ ή στην διαλεκτική αυτοαποκάλυψη της σκέψεως στον Χέγκελ)». [Είναι καθαρή και η βίαιη χειραγώγηση των αποσπασμάτων τής Γραφής, εάν δούμε την συνέχεια της Επιστολής που αναφέρουμε].
Η ολοκληρωτική διαφάνεια της φύσεως στις υποστάσεις δεν απαιτεί αυτή η φύση να χάσει την σύστασή της, την αυτονομία της, διότι αυτό θα σήμαινε να φτωχύνουμε το Είναι της, να την μειώσουμε σε αφηρημένη αυτοσυνειδησία, καθιστώντας την μάλιστα πιο φτωχή και από το κτιστό πνεύμα. Η θεία φύση δεν υφίσταται μόνο για την αυτοσυνειδησία τού τριυπόστατου, αλλά και καθαυτή σαν ens realissimum, σαν το πιο πραγματικό ον, σαν Ουσία. Δηλαδή πέραν των υποστάσεων υπάρχει στον θεό ένας αληθινός και πραγματικός θεϊκός κόσμος, μια θεότης που την ονομάζει, χρησιμοποιώντας τον Απ. Παύλο, το “βάθος” του θεού (1 Κορ. 2,10), μια οντότης που διαθέτει δική της ζωή και είναι τόσο η πηγή αυτής τής ζωής (Δύναμις ζωής), όσο και η ίδια η ζωή σαν περιεχόμενο. «Το γαρ πνεύμα πάντα ερευνά και τα βάθη του θεού»! [Και δεν έχει ουδεμία σχέση η συνέχειά του με την χρήση στην οποία το αναγκάζει ο Μπουλγκάκοφ].
Ο κόσμος του θεού είναι αυτό που η νεοπλατωνική παράδοση ονόμασε πλήρωμα, πληρότητα τής θείας φύσεως, στην οποία ο θεός ζει σαν Τριάδα. Το πλήρωμα, σύμφωνα με τον Μπουλγκάκοφ δεν είναι μόνον μια αφηρημένη σκέψη που κατέχεται από τον θεό, όπως ο νοητός κόσμος του Πλάτωνος [ο οποίος δεν έχει καμμία σχέση με την Φύση, ας σημειώσουμε], αλλά είναι η θεία ιδέα ολοκληρωτικώς πραγματοποιημένη. Λέγοντάς το διαφορετικά, είναι η οργανική ενότης του θείου περιεχομένου, του Όλου που θεμελιώνεται και ζει στον θεό, σαν ζωτικός χυμός τής τριϋποστάσεως. Παρότι διακρίνεται από τις τρεις υποστάσεις αυτή η Φύση δεν κατανοείται σαν ένα τέταρτο στοιχείο στο εσωτερικό του θεού, σχεδόν σαν μιαν άλλη θεότητα, όπως ισχυρίσθηκε ο Gilberto Porretano, για μια quaternitas του θεού και όπως ισχυρίζεται σήμερα ο Γιούνγκ, και καταδικάστηκε από την σύνοδο της Reims to 1147, ακριβώς επειδή όπως είδαμε, δεν είναι δυνατόν να την σκεφτούμε σαν υφιστάμενη δίπλα στις υποστάσεις, αλλά μόνον σαν ολοκληρωτικώς διαφανή σε αυτές. Είναι λανθασμένο να λέμε όπως οι Λατίνοι «Η Τριάδα έχει μόνο μία Φύση», διότι μια τέτοια διατύπωση, κατά τον Μπουλγκάκοφ, σκέπτεται την Ουσία σαν ένα δεδομένο εξωτερικό στην υποστασιακότητα. «Η έννοια της φύσεως παραμένει μόνον σαν ένα σύνολο των ιδιοτήτων του θεού, αλλά χωρίς καμμία αμφιβολία η φύση είναι η ίδια η θεότης, η ίδια η ζωή του θεού δηλαδή στην αυτοαποκάλυψή του».
Υπάρχουν κείμενα στα οποία η ουσία και η υπόσταση γειτονεύουν τόσο πολύ που σχεδόν ταυτίζονται. «Στον θεό δεν υπάρχει η αντίθεση υποστάσεως και ουσίας, διότι η υπόσταση είναι η φύση, και αντιστρόφως η φύση είναι μια οντότης προσωπική και η μοναδική Ουσία υπάρχει αναγκαίως με τριπλό τρόπο, σε μια τριυποστατική πράξη». Όπως βλέπουμε εδώ αναδύεται ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο: η φύση που είναι μοναδική έχει μέσα της μια τριαδική συμμόρφωση, ένα τριπλό τρόπο να τοποθετείται απέναντι στο πρόσωπο. «Η μόνη και μοναδική ουσία/σοφία κατέχεται διαφορετικά από τον Πατέρα, από τον Υιό και από το Άγιο Πνεύμα. Ο δικός μας ορισμός της Ουσίας αντικατοπτρίζει αυτή την τριπλή ετερότητα! Πρέπει να μάθουμε να συλλαμβάνουμε την θεία Σοφία σαν τριπλή και μοναδική ταυτόχρονα».
Ο πυρήνας της σκέψης του Μπουλγάκοφ, σχετικά με την κατανόηση της σχέσεως ανάμεσα σε φύση και υπόσταση είναι επομένως η ιδέα της υποστασιοποιήσεως σαν ζωτικής προόδου που κατορθώνει να εκφράσει τον ενδοτριαδικό δυναμισμό, δίνοντας ταυτοχρόνως μια δυνατή προσέγγιση στην ενότητα τής τρισυποστάτου ζωής. Ακριβώς δε σ’ αυτή την Ουσιώδη πλευρά πρέπει να συγκεντρωθούμε περισσότερο, καθότι σ’ αυτό το επίπεδο θα τοποθετήσει την καινοτόμο προσφορά τής σοφιολογίας, ο Μπουλγκάκοφ.
(Συνεχίζεται)
ΔΕΝ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΕΙ Ο ΑΜΟΙΡΟΣ ΟΤΙ ΟΙ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΦΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΡΙΑΔΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΑΥΤΙΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ. ΔΙΟΤΙ ΔΕΝ ΚΑΤΟΡΘΩΣΕ, ΛΟΓΩ ΑΓΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΝΕΙ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΤΑΥΤΙΣΕ ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΕΛΛΙΝΓΚ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΑΥΤΙΖΕΙ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΗ ΠΡΟΚΑΛΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΤΡΑΓΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΦΥΣΙΚΗΣ.
ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΜΙΑ ΟΝΤΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΖΩΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ URGRUND ΤΟΥ ΜΠΑΙΜΕ, Ο ΧΡΟΝΟΣ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ, ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ,ΤΟ ΧΑΟΣ ΤΟΥ ΗΣΙΟΔΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΗ-ΕΓΩ ΤΟΥ ΦΙΧΤΕ.
ΕΥΤΥΧΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΙΠΟΤΕ ΟΡΘΟΔΟΞΟ, ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΛΟΥΘΗΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΑ.
Αμέθυστος
2 σχόλια:
ΤΟΝ ΜΠΟΥΓΚΛΑΚΩΦ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΟΛΟΒΙΕΦ ΤΟΝ ΠΟΛΈΜΗΣΑΝ Ο ΕΥΔΟΚΙΜΩΦ ΚΑΙ Ο ΦΛΟΡΩΦΣΚΥ ΜΗΠΩΣ ΥΠΆΡΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ; ΑΣ ΜΗ ΤΟΥΣ ΛΈΜΕ ΟΛΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ. ΧΩΡΙΣ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΑΠΌ ΑΥΤΟΥΣ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΉΡΧΕ ΚΑΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ.
Αναντιρρήτως σωστή η παρατήρησή σου. Δέν θά είχαμε όμως καί νέα εκκλησία, τήν οικουμενιστική, η οποία είναι έργο αυτών τών μεγάλων Ρώσων διανοουμένων. Τώρα λοιπόν πού είδαμε τόν προβληματικό τους καρπό νά μήν βρούμε τί έφταιξε;. Ο Γιανναράς μαθήτευσε στόν Ευδοκίμωφ καί δές πώς κατέληξε. Δέν υπάρχει ψυχή, δέν υπάρχει πτώση, δέν υπάρχουν άγγελοι. Ο Ζηζιούλας μαθήτευσε στόν φλωρόφσκι, όπως καί ο Ρωμανίδης. Ο ένας επεξεργάστηκε τήν εκκλησιολογία τού πρώτου καί ο άλλος απεδέχθη τήν ορθοδοξία τού μονοφυσιτισμού. Σήμερα μάς δίνονται κάποιες ευκαιρίες αλλά δύσκολα θά τίς εκμεταλλευθούμε. Οπως καί μέ τά καταναλωτικά δάνεια. Πτωχεύσαμε αλλά ξέρουμε τόν λόγο; Είμαστε έτοιμοι νά τά επαναλάβουμε όλα από τήν αρχή.
Δημοσίευση σχολίου