Γράφει ο
Ι. Θ. Μάζης, Καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής Θεωρίας, ΕΚΠΑ
το κείμενο ολοκληρώθηκε στις 17 Μαϊου 2021
Σχολιάζοντας, τις επικρατέστερες επιλογές, λόγω του μείγματος Γεωστρατηγική (και όχι «Γεωπολιτική») Σημασία/Αμυντική Ικανότητα-Ανωτερότητα, καταλήγουμε στην σύγκριση μεταξύ των αμερικανικών LCS και του συνοδού πακέτου εξοπλισμού/υποστηρίξεως και των Γαλλικών MdCN(Βelh@ra) με το αντίστοιχο «συνοδό» πακέτο. Οι κατωτέρω είναι, κατά την κρίση του γράφοντος, οι σημαντικότερες συγκρίσεις, μεταξύ αμερικανικής και γαλλικής προτάσεως, οι οποίες οδηγούν στην τελική επιλογή της γαλλικής προτάσεως. Μια επιλογή όμως η οποία -παρά την σημαντικότατη ενίσχυση που προφέρει το γαλλικό πακέτο στο ελληνικό ΠΝ και στην υποστρατηγικού επιπέδου άμυνα της χώρας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο- δεν φαίνεται να λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν από την ελληνική Κυβέρνηση για λόγους οι οποίοι προσδιορίζονται, με την απαραίτητη «Political correctness», ως… “γεωπολιτικής φύσεως” όπως λανθασμένα αναφέρεται! Είναι ευανάγνωστον νομίζω ότι υπονοείται η τελική επικρατησις της αμερικανικής προτάσεως λόγω της «ηγεμονικής» θέσεως των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και της ισχυρής επιρροής ισχύως (αμυντικής, οικονομικής και πολιτικής) που ασκεί ο Λευκός Οίκος του κυρίου Biden επί της ερντογανικής Τουρκίας προς όφελος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων κατά την παρούσα συγκυρία. Το γεγονός αυτό είναι αληθές, και ουδείς δύναται με ευκόλως -και κατ’ αρχήν – να αντιταχθεί εις το συγκεκριμένο επιχείρημα. Οφείλομε όμως να το αναλύσομε σε σύγκριση με το αντίστοιχο γαλλικό «γεωστρατηγικό βάρος» που έχει αναπτύξει και συνεχώς αναπτύσσει η Γαλλία του σοσιαλφιλελευθέρου δημοκράτη κου Μακρόν και μάλιστα σε βάθος χρόνου.
α) Ως προς την διάρκεια των πιέσεων που ασκεί η Ουάσιγκτον επί της ερντογανικής Αγκύρας νομίζω ότι το συμπέρασμα είναι σαφές: αποχωρούντος του ισλαμοφασίστα κου Ερντογάν από την κυβέρνηση και υποκαθισταμένου από φιλοδυτικότερες και φιλονατοϊκότερες δυνάμεις, οι αμερικανικές πιέσεις θα παύσουν να ασκούνται επί της Αγκύρας και θα προέρχει η επανάκαμψις της Τουρκίας εις τας «θερμάς αγκάλας» της Δύσεως και κυρίως, του ΝΑΤΟ. Το αυτό θα πρέπει να αναμένεται και από την πλευράν των Παρισίων.
α.1) Τι θα απομείνει τότε ως συγκριτικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα ώστε να είναι σε θέση να αποτρέψει την -κατ’ ουσίαν- ιδίαν αναθεωρητική πολιτική από πλευράς Αγκύρας;
Απάντησις: τίποτε!
α.2) Tί θα προτάσει τότε η Αθήνα ως στρατιωτική αποτρεπτική ισχύ έναντι της Τουρκίας και ασφαλώς, ως πειστικόν επιχείρημα έναντι του ΝΑΤΟ, ώστε να μην είναι αναγκασμένη να υποκύψη σε εκ νέου ασκηθεισόμενες ΝΑΤΟϊκές και αμερικανικές πιέσεις εις βάρος της και υπέρ του επανακάμψαντος «τούρκου ασώτου υιού»;
Απάντησις: τίποτε!
α.3) Για ποιόν λόγο, πειστικόν για το ΝΑΤΟ και την Ουάσιγκτον αλλά και το συνολικό Ευρωατλαντικό Σύστημα Ασφαλείας, θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι ελληνικές ενστάσεις έναντι της συνεχισθησομένης μεταερντογανικής αναθεωρητικής τουρκικής πολιτικής, εάν όχι για την δυνατότητα των Αθηνών – εάν αυτή αναγκασθεί να συρθεί σε θερμή αναμέτρηση με την Τουρκία – να απειλήσει ολόκληρη η σταθερότητα αυτής ταύτης της Ν/Α Πτέρυγος του ΝΑΤΟ;
Απάντησις: για κανέναν λόγο!
α.4) Πού θα βασίζεται μια τέτοια «θερμή/υποστρατηγικής φύσεως» ελληνική ισχύς κυριαρχίας και αποτροπής στο Αιγαίο και στην Ν/Α Μεσόγειο αν όχι εις την ιδία ναυτική ισχύ των Αθηνών;
Απάντησις: πουθενά!
α.5) Πότε δίδεται η τελευταία ευκαιρία να διασφαλισθεί αυτή η ελληνική οπλική υπεροχή πρίν από την κυβερνητική αλλαγή στην Άγκυρα και τις δυσμενείς για την Ελλάδα και την Κύπρο εξελίξεις που θα σημάνει η αλλαγή αυτή;
Απάντησις: Ή τώρα ή ποτέ!
α.6) Προσφέρει η εικαζομένη ως «γεωστρατηγικώς προτιμωμένη» σήμερον, αμερικανική (ή έστω, για κάποιους, γερμανική ή βρετανική) πλευρά το είδος και την ποιότητα του υποστρατηγικού οπλισμού που θα επιτρέψει στην Αθήνα να διατηρήσει την πειστική αποτρεπτική της ισχύ, όταν (και εάν) η Τουρκία επανακάμψει στο ΝΑΤΟ ως «καλή σύμμαχος» και απομακρυνθεί (όταν και εάν) από τις ρωσο-ιρανο-κινεζικές (Ευρασιατιστικές) της συμμαχίες;
Απάντησις: Όχι!
α.7) Τελικώς, λαμβάνεται, όντως, υπόψιν το πραγματικό «γεωστρατηγικό κριτήριο» από την Αθήνα;
Aπάντησις: Όχι!
Ο κατωτέρω Πίνακας 1, δείχνει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της γαλλικής προτάσεως και συνετάγη κατόπιν ενδελεχούς ερεύνης και συνεντεύξεων με ειδικούς και όχι μονον από «ανοικτές πηγές» του διαδικτύου.
Πίνακας 1: Συγκριτικά στοιχεία εξοπλιστικών προτάσεων φρεγατών προς την Αθήνα
Πηγή: Ι. Θ. Μάζης από επεξεργασία κλειστών και ανοικτών πηγών.
Επίσης συμπληρωματικώς πρέπει να σημειωθούν και οι εξής παρατηρήσεις:
1) Παρά τις διασφαλίσεις της Lockheed Martin, το πρόβλημα του συστήματος προωθήσεως για τις LCS δεν έχει επιλυθεί και ο εφοδιασμός με τα σκάφη αυτά έχει «παγώσει» από πλευράς του US NAVY. Tο αμερικανικό ναυτικό έχει επιβάλει στους κατασκευαστές να επανεξετάσουν το σχεδιαστικό μέρος και να προτείνουν ένα νέο σχεδιασμό (όπως και τις απαραίτητες δοκιμές) στο τμήμα επιβραδύνσεως-εκκινήσεως. Ο αρχηγός Ναυτικών Επιχειρήσεων, ναύαρχος Gilday, ανέφερε ενώπιον της υπο-Επιτροπής προμηθειών του Κογκρέσσου, την 29η Απριλίου 2021 το εξής: «We’ve got to get the reliability piece resolved…»!
2) Πρέπει να σημειωθεί ότι η χρήση της LCS (Littoral Combat Ship), πάντοτε χωρίς αισθητήρες κατεύθυνσης, απαιτεί ενισχυμένο χερσαίο προσωπικό και ετήσιο κόστος επιχειρησιακής συντηρήσεως της τάξεως των 50-70 εκ. $USA (συμφώνως προς τις πηγές). Η μόνη «λύση» που προτείνεται για να μειωθεί το κόστος συντηρήσεως, η οποία πάντως δεν είναι συμφέρουσα, είναι η αύξηση της επιχειρησιακής υποστηρίξεως, εντάσεως χερσαίου προσωπικού συντηρήσεως. Με δεδομένη επιπλέον την απαίτηση για υψηλοτέρου επιπέδου εξοπλισμό μιας ελληνικής MMSC, το κόστος χρηματοδοτήσεως και ανθρώπινων πόρων θα επιβαρυνθεί έτι περαιτέρω καθιστάμενον δυσβάστακτο για τις Ενοπλες δυνάμεις και τελικώς, για τον έλληνα φορολογούμενο.
3) Η ανθυποβριαχιακή δράση της LCS βασίζεται ουσιαστικά στην χρήση ελικοπτέρου. Σε περίπτωση λοιπόν αδυναμίας επιχειρησιακής χρήσεως του MH-60 Sea Howk το μόνο diau;esimo εργαλείο ανθυποβρυχιακής δράσεως (ASM) ειναι η ρυμουλκούμενη αντένα sonar, εφόσον δεν διαθέτει ενσωματωμένο στο κήτος αντιστοίχου sonar. Συνεπώς η ASM αυτόνομη ικανότητα δράσεως του συγκεκριμένου σκάφους είναι απολύτως υποβαθμισμένη σε σύγκριση με την αντίστοιχη ικανότητα του γαλλικού σκάφους.
4) Στον τομέα αντι-αεροπορικής αμύνης, το μέγιστο βεληνεκές των πυραύλων ESSM αντιστοιχεί στο ήμισυ ακριβώς των γαλλικών πυραύλων ASTER 30 (βεληνεκές 120km [tt type target] οι οποίοι μάλιστα βαθμολογούνται από τον υψηλότερο Δείκτη αποτελεσματικότητος πλήγματος: 0.96. Πρόκειται για το «State of the art» του αντιαεροπορικού πολέμου/AAW), υπενθυμίζοντας μάλιστα και την πολύ μικρότερη αποτελεσματικότητα πλήγματος (ESSM: βεληνεκές 25km και Δείκτη αποτελεσματικότητος πλήγματος: 0.70).
5) Το LCS επίσης, παρουσιάζει μεγάλη τρωτότητα και είναι εξαιρετικώς ευάλωτο σε επιθέσεις, λόγω καθυστερημένου εντοπισμού της επιθέσεως εφόσον χρησιμοποιεί περιστρεφόμενο ραντάρ με αρκετές «τυφλές γωνίες» και πολύ μικρότερο βεληνεκές καλύψεως από εκείνο των αντίστοιχων γαλλικών. Ειδικά σε επιθέσεις εκδηλούμενες στο επίπεδο της επιφανείας της θαλάσσης και σε αρχιπελαγικό περιβάλλον, που αποτελούν τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά του Αιγαίου Πελάγους. Αντιθέτως, τα αντίστοιχα ραντάρ «Sea fire-500», τα οποία προσφέρει η γαλλική πρόταση κατανέμονται σε 4 σταθερά pannel του σκάφους (Πρύμνη-Πλώρη) που επιτρέπουν την επιτήρηση ορίζοντος 300χμ άρα υποστηρίζουν με απόλυτη πληρότητα και αξιοπιστία, χωρίς «τυφλές γωνίες» την απαιτούμενη για το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό «άμυνα ζώνης». Πλεονέκτημα που δεν προσφέρεται από κανέναν άλλον υποψήφιο.
Πέραν των ανωτέρω, νομίζω ότι τα συμπεράσματα των ορθώς τεχνικών αλλά και γεωστρατηγικών επιλογών των Αθηνών, είναι μάλλον προφανή!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου