Συνέχεια από: Σάββατο, 8 Μαΐου 2021
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13o
Αίτια του ύπνου, του χασμουρητού (χασμήματος), των ονείρων
"Αλλά ας επανέλθουμε πάλι εκεί από όπου ξεφύγαμε· ότι στην περίπτωση εκείνων που δεν παρατράπηκαν από τη φυσική τους κατάσταση εξ αιτίας πάθους ο νους ενεργεί τη δύναμίν του· είναι δυνατός στους υγιείς αλλά αδυνατεί να λειτουργήσει σ’ εκείνους που δεν χωρούν την ενέργειά του. Είναι δυνατό να επιβεβαιώσουμε και με άλλα επιχειρήματα τη γνώμη γι’ αυτά. Αν δεν είναι βαρύ για το άκουσμα απ’ αυτούς πού έχουν κουρασθεί ήδη από το λόγο, θα διαλάβουμε και γι’ αυτά σύντομα, όσο μπορούμε".
Αυτή η υλική και ροώδης ζωή των σωμάτων, που προχωρεί πάντοτε με κίνηση, σε τούτο έχει τη δύναμη του είναι, στο ότι δεν σταματά ποτέ η κίνησις. Και όπως ένας ποταμός, τρέχοντας με την ορμή του, παρουσιάζει γεμάτη την κοίτη την οποία διαρρέει, δεν φαίνεται όμως πάντοτε να έχει το ίδιο νερό στον ίδιο τόπο, αλλά μέρος ρέει από κάτω και μέρος υπερεκχειλίζει· έτσι και το υλικό της εδώ ζωής με κάποια κίνηση και ροή βρίσκεται σε συνεχή διαδοχή αντιθέσεων, ώστε να μην μπορεί ποτέ να σταματήσει από τη μεταβολή, αλλά με τη δύναμη της αταραξίας (ησυχίας) να έχει ακατάπαυστη κίνηση εναλλασσόμενη δια των όμοιων. Αν δε το υλικό αυτό παύσει ποτέ να κινείται, οπωσδήποτε θα έχει σταματήσει και από το είναι. Παράδειγμα, διαδέχεται η κένωσις την πληρότητα, και πάλι αντεισέρχεται η πλήρωσις στην κενότητα. Ο ύπνος χαλαρώνει την ένταση της εγρηγόρσεως, έπειτα η εγρήγορση τονώνει την χαλάρωση. Κανένα από αυτά δεν μένει συνεχώς, αλλά υποχωρούν το ένα στο άλλο, και έτσι η φύσις με τις εναλλαγές ανακαινίζεται, ώστε να μεταβαίνει από το ένα στο άλλο, μετέχοντας αδιασπάστως και από τα δύο στο κάθε μέρος.
Πράγματι το να είναι το ζώο διαπαντός σε ένταση κατά τις ενέργειές του επιφέρει κάποια ρήξη και διάσπαση των υπερτεινομένων μερών, ενώ η παντοτινή χαλάρωσις του σώματος προκαλεί κάποια διάπτωση και διάλυση της συνοχής. Το να επιτυγχάνει όμως κατά περιστάσεις μετρίως και το ένα και το άλλο είναι δύναμις για διαμονή (διατήρηση) της φύσεως, η οποία αναπαύει τον εαυτό της και στα δύο δια της συνεχούς μεταβάσεως από τα άλλα προς τα αντίθετα. Έτσι λοιπόν έχοντας το σώμα τονωμένο από την εγρήγορση, λύει με τον ύπνο τον τόνο, αφού αναπαύσει προσκαίρως από τις ενέργειες τις αισθητικές δυνάμεις, λύνοντάς τες σαν ίππους μετά τις αρματοδρομίες.
Η άνεσις (χαλάρωση) στην κατάλληλη στιγμή είναι αναγκαία για τη συγκράτηση του σώματος, ώστε η τροφή να διαχέεται ανεμπόδιστα προς όλο το σώμα διά μέσου των πόρων του, χωρίς να εμποδίζει τη δίοδο κανένας τόνος. Όπως δηλαδή στη βρεγμένη γη, όταν ο ήλιος λάμψει με θερμότερες ακτίνες, ανασύρονται από του βάθους ομιχλώδεις ατμοί, κάτι παρόμοιο γίνεται και στη δική μας γη, διότι η τροφή αναζέει έσωθεν λόγω της φυσικής θερμότητος. Επειδή δε οι ατμοί είναι ανωφερείς και αερώδεις κατά τη φύσιν τους και πνέουν επάνω προς το υπερκείμενον, φθάνουν στα μέρη της κεφαλής, σαν καπνός που εισδύει στους αρμούς του τοίχου· έπειτα εξατμιζόμενοι από εκεί προς τους πόρους των αισθητηρίων διαφοροποιούνται• έτσι κατ’ ανάγκη αργεί η αίσθησις, υποχωρώντας στο πέρασμα των ατμών εκείνων. Τα μάτια κλείονται από τα βλέφαρα, σαν κάποια μηχανή μολύβδινη, το βάρος από τους ατμούς δηλαδή, κατεβάζοντας το βλέφαρο επάνω στους οφθαλμούς. Η ακοή, όταν παχυνθεί από τους ατμούς τούτους, σαν να τοποθετείται θύρα στα ακουστικά μόρια, ησυχάζει από τη φυσική της ενέργεια. Το πάθος τούτο είναι o ύπνος, κατά τον οποίο η αίσθησις μένει ατάραχη και απρακτεί τελείως από την κατά φύσιν κίνηση, ώστε τα διαλύματα της τροφής να διευκολύνονται στην πορεία τους, καθώς διαπερνούν από κάθε πόρο μαζί με τους ατμούς.
Γι’ αυτό αν στενοχωρούνται από την εσωτερική αναθυμίαση τα αισθητήρια όργανα κι’ εμποδίζεται κατά κάποιον τρόπο ο ύπνος, το νευρικό σύστημα γεμίζοντας από ατμούς διαστέλλεται μόνο του, ώστε το παχυμένο από τους ατμούς μέρος δια της εκτάσεως να εκλεπτυνθεί. Κάμουν κάτι παρόμοιο μ’ εκείνους που στίβουν το νερό των ενδυμάτων με τη δυνατότερη στρέβλωση. Τα γύρω από τον φάρυγγα μέρη είναι βέβαια κυκλοτερή και πλεονάζει σ’ αυτά το νευρώδες· όταν λοιπόν χρειάζεται να βγει και από αυτά η παχυμέρεια των ατμών, επειδή είναι αδύνατο να επεκταθεί σ’ ευθεία το κυκλοειδές μέρος, εκτός αν τεντωθεί κατά το περιφερειακό σχήμα, γι’ αυτό, καθώς ο αέρας λαμβάνεται στο άνοιγμα, όταν το πηγούνι κατέρχεται για ν’ αφήσει κοιλότητα κάτω από τον ουρανίσκο, και όλα τα ευρισκόμενα μέσα στο στόμα τεντώνονται σε σχήμα κύκλου, εκείνη η καπνώδης παχύτης που είναι διαποτισμένη στα μόρια διαπνέεται μαζί με την έξοδο του αέρα. Αυτό το πράγμα συμβαίνει και μετά τον ύπνο, όταν μέρος των ατμών εκείνων απομείνει στους τόπους χωρίς να σταλεί και να διαπνευσθεί.
Με αυτά λοιπόν δείχνεται εναργώς ότι ο ανθρώπινος νους διοικεί τη φύσιν, όταν μεν είναι δυνατή και ξυπνητή, συνεργώντας κι’ αυτός και κινούμενος, όταν όμως χαλαρώσει από τον ύπνο, μένοντας κι’ αυτός ακίνητος, εκτός αν την ονειρώδη φαντασία την εκλάβει κανείς σαν κίνηση του νου που πραγματοποιείται κατά τον ύπνο. Εμείς όμως λέγουμε ότι πρέπει να αποδίδουμε στο νου μόνο την έμφρονα και υγιή ενέργεια της διανοίας, τις φαντασιώδεις φλυαρίες κατά τον ύπνο τις θεωρούμε φαντάσματα (ινδάλματα) της ενεργείας του νου που συμβαίνει να διαμορφώνονται στο αλογότερο μέρος της ψυχής. Πράγματι η ψυχή, όταν απολυθεί από τις αισθήσεις δια του ύπνου, κατ’ ανάγκη έρχεται και έκτος των νοητικών ενεργειών. Διότι δια αυτών γίνεται η συνανάκρασις του νου προς τον άνθρωπο.
Όταν λοιπόν παύσουν οι αισθήσεις, κατ’ ανάγκη αργεί και η διάνοια. Απόδειξη τούτου είναι ότι πολλές φορές ο φανταζόμενος νομίζει ότι ευρίσκεται σε άτοπη και αμήχανη κατάσταση, πράγμα που δεν θα συνέβαινε, αν η ψυχή κατευθυνόταν τότε από λογισμό και διάνοια. Αλλά νομίζω ότι, όταν η ψυχή ηρεμεί κατά τις σπουδαιότερες δυνάμεις (εννοώ βέβαια τις ενέργειες κατά τον νου και την αίσθησιν) μόνο το θρεπτικό της μέρος είναι ενεργό κατά τον ύπνο· σ’ αυτό παρατηρούνται μερικά είδωλα των γινομένων κατά τη διάρκεια της εγρηγόρσεως και απηχήματα των κατ’ αίσθησιν και κατά διάνοια ενεργουμένων, τα οποία εντυπώθηκαν σ’ αυτό το είδος της ψυχής δια του μνημονευτικού, όπως έτυχε να αναζωγραφούνται, καθώς παρέμεινε στο τοιούτο είδος της ψυχής κάποιο απήχημα του μνημονικού.
Με αυτόν λοιπόν τον τρόπο φαντασιοκοπείται ο άνθρωπος, όχι φερόμενος προς τη συνάντηση των φαινομένων με κάποιο ειρμό, αλλά περιπλανώμενος με συγκεχυμένες και παράλογες πλάνες. Όπως δε στις σωματικές ενέργειες, όταν ενεργεί ιδιαιτέρως ένα από τα μόρια σύμφωνα με την έμφυτη δύναμίν του, γίνεται και του ηρεμούντος μορίου κάποια συνδιάθεσις προς τα κινούμενα, κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την ψυχή· ακόμη και αν μέρος ηρεμεί και μέρος της συμβαίνει να κινείται συνδιατίθεται το σύνολο με το μέρος.
Διότι δεν είναι δυνατό να διασπαστεί εντελώς η κατά φύσιν ενότης, όταν σ' ένα μέρος επικρατεί κάποια από τις δυνάμεις της δια της ενεργείας. Αλλά όπως, όταν είμαστε ξυπνητοί και δραστήριοι, επικρατεί σ’ εμάς ο νους, μας υπηρετεί δε η αίσθησις, δεν απουσιάζει όμως απ’ αυτά η διοικητική (εφοδιαστική) του σώματος δύναμις (διότι ο νους προσφέρει την τροφή στην ανάγκη, η αίσθησις δέχεται το προσφερόμενο, η θρεπτική δύναμις αφομοιώνει το διδόμενο)· έτσι κατά τον ύπνο αντιστρέφεται κάπως μέσα μας η ηγεμονία των δυνάμεων τούτων· και επειδή επικρατεί το αλογότερο μέρος, η ενέργεια των άλλων σταματά, όμως δεν σβήνει εντελώς. Αλλά, αν και η θρεπτική δύναμις αφοσιώνεται τότε δια του ύπνου στην πέψη και απασχολεί σ’ αυτό όλη τη φύσιν, ούτε εντελώς διασπάται από αυτήν η κατ’ αίσθησιν δύναμις (διότι δεν είναι δυνατό αυτό που άπαξ συνενώθηκε φυσικώς να τεμαχισθεί) ούτε μπορεί να αναλάμψει η ενέργειά της, αφού κατά τον ύπνο έχει δεσμευθεί με την αργία των αισθητηρίων.
Κατά τον ίδιο λόγο και ο νους, εφ’ όσον εξοικειωθεί προς το αισθητικό είδος της ψυχής, εύλογο είναι όταν τούτο κινείται, να λέγουμε ότι κινείται μαζί του, όταν ηρεμεί να σταματά μαζί του. Ό,τι συμβαίνει και με τη φωτιά, όταν κρυφθεί εντελώς κάτω από τα άχυρα, χωρίς να αναρριπίζει τα άχυρα αέρας, ούτε κατατρώγει τα διπλανά της υλικά, ούτε εντελώς σβήνεται, αλλ’ αντί για φλόγα βγαίνει ατμός προς τον αέρα, αν όμως βρει κάποια διαπνοή, ο καπνός μεταβάλλεται σε φλόγα, το ίδιο συμβαίνει και με τον νου· ο νους, όταν κατά τον ύπνο σκεπασθεί από την απραξία των αισθήσεων, ούτε μπορεί να εκλάμψει δια μέσου αυτών ούτε εντελώς σβήνεται, αλλά κινείται κατά ένα καπνοειδή τρόπο, κατά ένα μέρος ενεργώντας και κατά το άλλο μη μπορώντας να κάμει τίποτε.
Όπως ένας μουσικός, όταν κτυπήσει το πλήκτρο με χορδές της λύρας χαλασμένες, δεν παράγει μέλος με ρυθμό, διότι το ξεκούρδιστο όργανο δεν μπορεί να ηχήσει, αλλά το μεν χέρι κινείται τεχνικώς πολλές φορές, φέρει το πλήκτρο προς την τοπική θέση των τόνων, δεν υπάρχει όμως όργανο για να ηχήσει, παρά απλώς ικανό να υπηχεί ένα ασήμαντο και άρρυθμο βόμβο στην κίνηση των χορδών έτσι όταν χαλαρωθεί η οργανική κατασκευή των αισθητηρίων δια του ύπνου, ο τεχνίτης ή ηρεμεί εντελώς αν το όργανο υποστεί τελεία διάλυση από παραχόρτασμα και βάρος, ή ενεργεί ατόνως και αμυδρώς, αφού το αισθητικό όργανο δεν υποδέχεται με ακρίβεια την τέχνη.
Γι’ αυτό και η μνήμη είναι συγκεχυμένη και η πρόγνωσις, ναρκωμένη με προκαλύμματα αμφιβολίας, φαντασιώνεται με είδωλα των πραγμάτων που τον απασχόλησαν ξυπνητό και πολλές φορές διαμηνύει κάτι από τα συμβαίνοντα. Διότι το λεπτό μέρος της φύσεως έχει κάτι παραπάνω από τη σωματική παχυμέρεια, ώστε να μπορεί να καθορά κάτι από τα όντα. Δεν μπορεί όμως το λεγόμενο να διασαφήσει ευθέως ότι η διδασκαλία των προκειμένων είναι τηλαυγής και πρόδηλος· αντιθέτως η δήλωση του μέλλοντος γίνεται λοξή και αμφίβολος, πράγμα που όσοι ασχολούνται με αυτά το ονομάζουν αίνιγμα. Έτσι ο οινοχόος νομίζει ότι στίβει το σταφύλι στο ποτήρι του Φαραώ, έτσι φαντάζεται ο αρτοποιός ότι σηκώνει τα κάνιστρα· ό,τι ασχολία έχει ο καθένας στο ξύπνιο, σ’ αυτήν νομίζει ότι βρίσκεται και στον ύπνο. Διότι τα είδωλα των συνηθισμένων ασχολιών τους, τυπωμένα στο προγνωστικό της ψυχής, επέτρεψαν κατά καιρούς να μαντευθούν τα μέλλοντα με αυτού του είδους την προφητεία του νου.
Αν ο Δανιήλ και ο Ιωσήφ και οι όμοιοί τους εκπαιδεύτηκαν στη γνώσιν των μελλόντων από τη θεία δύναμιν, χωρίς να τους θολώνει καμιά αίσθησις, αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το προκείμενο θέμα. Άλλωστε δεν μπορεί κάνεις αυτά να τα αποδώσει στη δύναμη των ενυπνίων, επειδή τότε κατ’ ακολουθίαν και τις θεοφάνειες πού συμβαίνουν στα ξυπνητά δεν θα τις θεώρησει οπτασία, αλλά φαινόμενο που γίνεται κατά συνεπή και αυτόματη ενέργεια της φύσεως. Όπως λοιπόν, ενώ όλοι οι άνθρωποι κατευθύνονται από τον δικό τους νου, ολίγοι είναι εκείνοι που αξιώνονται φανερά της θείας ομιλίας· έτσι, ενώ σε όλους γενικώς και ομοτίμως προκαλείται κατά τη φύσιν η φαντασία στον ύπνο, μερικοί, όχι όλοι, μετέχουν κάποιας θειότερης εμφανίσεως δια των ονείρων. Σε όλους τους άλλους, αν συμβεί κάποια πρόγνωσις για κάτι από τα ενύπνια, γίνεται κατά τον τρόπο που έχει λεχθεί. Αν δε και ο Αιγύπτιος και ο Ασσύριος τύραννος οδηγούνταν από τον Θεό προς τη γνώσιν των μελλόντων, άλλο είναι αυτό που οικονομείται δι’ αυτών· διότι έπρεπε να φανερωθεί η κρυμμένη σοφία των αγίων, ώστε να μην περάσει τον βίο άχρηστη στο κοινό. Πράγματι, πως θα μαθαίνονταν, ότι τέτοιος ήταν ο Δανιήλ, αν δεν έδειχναν ανικανότητα για την εύρεση της αληθείας οι επαοιδοί και οι μάγοι; Πώς θα περισωζόταν το αιγυπτιακό έθνος, όταν ο Ιωσήφ ήταν φυλακισμένος, αν δεν τον είχε φέρει ανάμεσά τους η ερμηνεία του ενυπνίου;
Επομένως κάτι άλλο πρέπει να θεωρούνται αυτά και όχι σαν κοινές φαντασίες. Αυτή η συνηθισμένη όψις των ονείρων είναι σε όλους κοινή, προκαλουμένη πολυτρόπως και πολυειδώς με τις φαντασίες. Δηλαδή ή, όπως έχει λεχθεί, τα απηχήματα των καθημερινών ασχολιών παραμένουν στο μνημονικό της ψυχής· ή πολλές φορές η κατάστασις των ενυπνίων ανατυπώνεται σύμφωνα προς τις ανάλογες διαθέσεις τού σώματος. Πράγματι έτσι, εκείνος που διψά νομίζει ότι ευρίσκεται σε πηγές, ο πεινασμένος σε συμπόσια και ο νέος με τη σφριγηλή ηλικία φαντασιώνεται με το κατάλληλο πάθος.
Εγώ γνώρισα και μια άλλη αιτία αυτών που συμβαίνουν στον ύπνο, όταν θεράπουσα κάποιον συγγενή μου που είχε καταληφθεί από φρενίτιδα. Επειδή βαρυνόταν από την τροφή που του είχε προσφερθεί παραπάνω από τη δύναμίν του, εφώναζε, κατηγορώντας τους γύρω του, ότι του είχαν επιθέσει έντερα γεμάτα κόπρο. Όταν το σώμα είχε πλέον γεμίσει ίδρωτα, κατηγορούσε τους παρόντες ότι είχαν ετοιμασμένο νερό με το οποίο θα τον κατέβρεχαν ξαπλωμένο. Και δεν σταματούσε τις φωνές, έως ότου το αποτέλεσμα ερμήνευσε τις αιτίες αυτών των κατηγοριών. Πράγματι έρρευσε άφθονος ιδρώτας στο σώμα και το στομάχι, υφιστάμενο κάποια φθορά, φανέρωσε τη βαρύτητα στα έντερα. Αυτό λοιπόν που με την άμβλυνση της επαγρυπνήσεως από τη νόσο έπασχε η φύσις, προσαρμοζόμενη προς το πάθος του σώματος, καθώς αισθανόταν μεν την ενόχληση, αλλά δεν μπορούσε να διασαφήσει το λυπηρό αίτιο, εξ αίτιας της παραφοράς από τη νόσο· τούτο λοιπόν ευλόγως, αν δεν κατευναζόταν από την αρρώστια αλλά από τον φυσικό ύπνο το διανοητικό της ψυχής, θα εγινόταν ενύπνιο γι’ αυτόν που διέκειτο έτσι, επειδή θα επισημαινόταν με το νερό η ροή του ιδρώτος, με το βάρος των έντερων ο πόνος από την τροφή.
Πολλοί ιατροί μάλιστα φρονούν τούτο, ότι οι όψεις των ονείρων γίνονται σύμφωνα με τις διαφορές των παθημάτων άλλα είναι τα όνειρα στους στομαχικούς, άλλα στους άρρωστους από τα μηνίγγια, άλλα σ’ αυτούς που έχουν πυρετό, διαφορετικά στους ασθενείς από τη χολή και το φλέγμα, κι’ άλλα στους παχείς και στους καχεκτικούς. Απ’ αυτά είναι δυνατό να δούμε, ότι η θρεπτική και αυξητική δύναμις της ψυχής έχει και κάτι από το νοερό μέρος εγκατεσπαρμένο σ’ αυτήν με την ανάκραση, το οποίο κατά κάποιον τρόπο εξομοιώνεται με την ιδιαίτερη κατάσταση του σώματος, προσαρμόζοντας και το επικρατούν πάθος προς τις φαντασίες. Ακόμη και με τις καταστάσεις των ηθών τυπώνονται σε πολλούς τα όνειρα. Άλλα είναι του ανδρείου και άλλα του δειλού τα φαντάσματα, άλλα τα όνειρα τού ακολάστου και άλλα του σώφρονος· σε άλλα φαντασιώνεται ο γενναιόδωρος και σε άλλα ο άπληστος, διότι τις φαντασίες αυτού του είδους δεν τυπώνει στην ψυχή η διάνοια, αλλά η αλογότερη διάθεσις· αναπλάττει και στα όνειρα τις εικόνες αυτών που έχει προσυνηθίσει δια της μελέτης κατά το ξυπνητό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου