Συνέχεια από: Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2021
ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ
ΤΟΥ MARTIN HEIDEGGER.
Η διάλεξη που ακολουθεί απαιτεί μία σύντομη εισαγωγή!
Εάν μας έδειχναν τώρα τα πρωτότυπα των
δύο κάδρων που ζωγράφισε ο Paul
Klee την χρονιά του θανάτου
του, δηλαδή την ακουαρέλα (Heilige,
από ένα παράθυρο) και την
τέμπερα Tod und Feuer (θάνατος και πύρ) θα μπορούσαμε να
σταθούμε για πολύ μπροστά τους, αλλά θα εγκαταλείπαμε κάθε απαίτηση να τα
κατανοήσουμε άμεσα.
Εάν τώρα ήταν δυνατόν να διαβαστεί,
μακάρι από τον ίδιο τον ποιητή Georg Trakl προσωπικά, το
ποίημα του Ωδή στον θάνατο, θα μπορούσαμε και να την ακούσουμε πολλές φορές
αλλά θα εγκαταλείπαμε κάθε απαίτηση να την κατανοήσουμε άμεσα!
Εάν τώρα ο Werner Heisenberg θα ήθελε να μας εκθέσει ένα μέρος των σκέψεων του
στην θεωρία της φυσικής διατρέχοντας την πορεία του κατά μήκος της οποίας έψαξε
την φόρμουλα, την διατύπωση του κόσμου, ίσως δύο τρείς από τους συμμετέχοντες,
το πολύ θα ήταν εις θέσιν να την παρακολουθήσει, ενώ οι υπόλοιποι από εμάς θα
εγκατέλειπαν χωρίς αντιρρήσεις κάθε απαίτηση να τις κατανοήσουν άμεσα.
Αυτό όμως δεν συμβαίνει απέναντι στην
σκέψη την οποία ονομάζουμε φιλοσοφία, καθώς αυτή θα’πρεπε να προσφέρει μία
“πρακτική σοφία”, αν όχι ακόμη και μία κατεύθυνση προς την “μακάρια ζωή”! Όμως
η σκέψη που ονομάζουμε φιλοσοφία θα μπορούσε να βρεθεί σήμερα σε μία κατάσταση
τέτοια ώστε να απαιτήσει διαλογισμούς οι οποίοι είναι πολύ απόμακροι από μία
σοφία η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην ζωή. Θα μπορούσε να καταστεί πλέον αναγκαία μία σκέψη η οποία θα στοχάζεται σ’αυτό ξεκινώντας από το οποίο
καθορίζονται ακόμη και η ζωγραφική, η ποίηση και η φυσικο-μαθηματική θεωρία,
όπως προαναφέραμε. Θα πρέπει λοιπόν να εγκαταλείψουμε και στην περίπτωσή μας
τής σημερινής διαλέξεως την απαίτηση αμέσου κατανοήσεως. Αλλά οπωσδήποτε θα πρέπει
να σταθούμε να ακούσουμε καθώς πρόκειται να σκεφθούμε κάτι αναπόφευκτο, παρότι
προσωρινό.
Γι’αυτούς τους λόγους δεν μπορεί να
μας εκπλήξει ούτε να θαυμάσουμε εάν το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχόντων θα
σκανδαλισθεί μ’αυτή μας την διάλεξη. Δεν είναι δυνατόν να προβλέψουμε εάν
αντιθέτως μερικοί, τώρα ή αργότερα, θα φθάσουν να αναπτύξουν περαιτέρω
στοχασμούς χάρη σ’αυτή. Θα πρέπει να πούμε μερικά πράγματα σχετικά με την
προσπάθεια να σκεφθούμε το Είναι χωρίς καμία αναφορά στην θεμελίωση του είναι ξεκινώντας
από το όν. Η προσπάθεια να σκεφθούμε το Είναι χωρίς το όν είναι αναγκαία διότι
διαφορετικά δεν υπάρχει πλέον καμία δυνατότης να φέρουμε στο βλέμμα ακριβώς το
Είναι αυτού που σήμερα είναι στην γήινη σφαίρα, αλλά ούτε να καθορίσουμε
ικανοποιητικά την σχέση του ανθρώπου μ’αυτό που μέχρι σήμερα ονομάζεται
“Είναι”. Δίνουμε μία μικρή συμβουλή για την ακρόαση. Δεν πρέπει να περιμένουμε
να ακούσουμε μία σειρά προτάσεων αλλά να ακολουθήσουμε τον βηματισμό αυτού που
θα δείξουμε.
Τί πράγμα μας σπρώχνει να επικαλεστούμε
μαζί χρόνο και Είναι; “Είναι” σημαίνει, ακόμη από την αυγή της
δυτικο-Ευρωπαϊκής σκέψης μέχρι σήμερα, “Είναι-παρόν” (πάρεστι). Στο “Είναι
παρόν” (παρουσία) μιλά το “παρόν” Αυτό το τελευταίο, σύμφωνα με την τρέχουσα
ιδέα, μαζί με το παρελθόν και το μέλλον, χαρακτηρίζει τον χρόνο. Το Είναι
εννοημένο σαν παρουσία καθορίζεται μέσω του χρόνου. Το ότι έτσι βρίσκονται τα
πράγματα, θα μπορούσε να αρκέσει ήδη για να ησυχάζει χωρίς διακοπή την σκέψη.
Αυτή η ανησυχία, αυξάνει αμέσως μόλις προσπαθήσουμε να στοχαστούμε με ποιους
όρους υπάρχει αυτός ο προσδιορισμός του Είναι μέσω του χρόνου.
Με ποιους όρους; Μ’αυτή την ερώτηση
εννοούμε: για ποιόν λόγο, με ποιόν τρόπο και που στο Είναι γίνεται λόγος για
κάτι όπως ο χρόνος; Κάθε προσπάθεια να σκεφθούμε με επάρκεια την σχέση ανάμεσα
στο Είναι και στον χρόνο χρησιμοποιώντας τις τρέχουσες ιδέες τις σχετικές με
τον χρόνο και το Είναι, μπλεκόμαστε αμέσως σε ένα μπερδεμένο κουβάρι σχέσεων οι
οποίες μόλις και μετά βίας εξετάσθηκαν.
Εννοούμε τον χρόνο όταν λέμε: “κάθε
πράγμα έχει τον χρόνο του”. Αυτή η έκφραση σημαίνει: κάθε πράγμα που είναι κάθε
φορά, δηλαδή κάθε όν, έρχεται και φεύγει στον σωστό χρόνο και παραμένει για
εκείνον τον χρόνο που διαρκεί ο χρόνος που του σημειώθηκε. Κάθε πράγμα έχει τον
χρόνο του.
Αλλά το Είναι είναι ένα πράγμα; Το
Είναι είναι στον χρόνο με τον τρόπο κατά τον οποίο είναι οποιοδήποτε όν; Το
Είναι γενικώς, είναι; Εάν ήταν, τότε εμείς θα έπρεπε αναπόφευκτα να το
αναγνωρίσουμε σαν κάτι που είναι, δηλαδή σαν κάτι το υπαρκτό και επομένως να το
βρούμε σαν ένα όν ανάμεσα στα άλλα όντα! Αυτή η αίθουσα Είναι. Η αίθουσα είναι
φωτισμένη. Εμείς αναγνωρίζουμε αυτή την φωτισμένη αίθουσα χωρίς κανένα δισταγμό
σαν κάτι υπαρκτό. Αλλά που βρίσκουμε σ’όλη την αίθουσα το “Είναι”; Σε κανένα
μέρος ανάμεσα στα πράγματα δεν βρίσκουμε το Είναι. Κάθε πράγμα έχει τον χρόνο
του. Το Είναι όμως δεν είναι ένα πράγμα, δεν είναι μέσα στον χρόνο. Παρ’όλα
αυτά το Είναι σαν Είναι παρόν, καθότι παρόν, παραμένει καθορισμένο μέσω του
χρόνου, δηλαδή από το ότι διαθέτει έναν χρονικό χαρακτήρα!
Αυτό που είναι στον χρόνο και
καθορίζεται επομένως μέσω του χρόνου ονομάζεται “το χρονικό” (das Zeitliche): “τα κοσμικά πράγματα, τα χρονικά”, το οποίο κατά
γράμμα σημαίνει: “το χρονικό” με την έννοια “αυτού που είναι χρονικό”. Όταν
ένας άνθρωπος πεθαίνει και αρπάζεται βίαια από εδώ κάτι, δηλαδή από όλα αυτά
που μας περιστοιχίζουν, χρησιμοποιούμε την έκφραση: er hat das Zitliche gesegnet “άφησε ετούτον τον κόσμο”, το οποίο κατά γράμμα
σημαίνει : “ευλόγησε (ή καθάγιασε) τα χρονικά πράγματα”. “Χρονικό” σημαίνει
περαστικό, δηλαδή κάτι το οποίο στην διάρκεια του χρόνου, περνά. Η γερμανική
γλώσσα λέει ακριβέστερα: “κάτι που περνά με τον χρόνο”! Και πράγματι ο χρόνος
περνά, αλλά στο πέρασμα του παραμένει σταθερά καθότι χρόνος. Παραμένει
σημαίνει: δεν χάνεται, επομένως είναι παρόν. Ο Χρόνος είναι λοιπόν καθορισμένος
μέσω ενός Είναι. Πώς μπορεί λοιπόν το Είναι, εάν καθορίζεται μέσω του χρόνου,
να παραμείνει; Στην σταθερότητα του περάσματος του χρόνου μιλά το Είναι.
Παρ’όλα αυτά εμείς δεν βρίσκουμε σε κανένα μέρος τον χρόνο σαν κάτι υπαρκτό,
δηλαδή με τον τρόπο που είναι ένα πράγμα.
Το Είναι δεν είναι ένα πράγμα,
επομένως δεν είναι κάτι χρονικό, αλλά εννοημένο σαν παρουσία είναι καθοριζόμενο
παρ’όλα αυτά μέσω του χρόνου.
Ο χρόνος δεν είναι ένα πράγμα,
επομένως δεν είναι κάτι υπαρκτό, παρ’όλα αυτά στο πέρασμα του παραμένει
σταθερά, χωρίς να είναι αυτός ο ίδιος κάτι χρονικό με τον τρόπο που είναι στον
χρόνο.
Είναι και χρόνος καθορίζονται
αμοιβαίως, όμως μ’έναν τέτοιο τρόπο ώστε ούτε-το Είναι-να μπορεί να ορισθεί σαν
κάτι χρονικό, ούτε εκείνος-ο χρόνος- σαν κάτι υπαρκτό. Εάν ξανασκεφθούμε όσα
έχουμε πει μέχρι τώρα, ξαναβρισκόμαστε σ’έναν κύκλο αντιφατικών δηλώσεων.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου