Τρίτη 1 Απριλίου 2025

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (4)

 Συνέχεια από  Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

10. Έτσι η από την έξω παιδεία γνώση όχι μόνον είναι άλλη, αλλά και παρουσιάζεται αντίθετη προς την αληθινή και πνευματική γνώση, αν και μερικοί, και οι ίδιοι όπως φαίνεται πεπεισμένοι από αυτήν, επιχειρώντας και τους ακροατές τους να πείσουν, συζητούν σαν να πρόκειται για μία και την αυτή, χαρακτηρίζοντας αυτήν ως σκοπό (τέλος) της θεωρίας. Για να σου φανερώσω και κάτι από το δεινό βάθος της πονηριάς των έξω φιλοσόφων, έκλεψε βέβαια ο πονηρός και εκείνοι που σοφίσθηκαν από αυτόν με πονηρό τρόπο κάποιο ωφελιμότατο παράγγελμα από τα δικά μας και με την ταυτότητα των λέξεων το προβάλλουν σαν κάποιο πονηρό δόλωμα, το «πρόσεχε σεαυτώ (πρόσεχε τον εαυτό σου)» και το «γνώθι σαυτόν (γνώρισε τον εαυτό σου)», αλλ’ αν ζητήσεις να μάθεις, ποιος είναι ο σκοπός του παραγγέλματος αυτού για εκείνους, θα βρεις χάρυβδη κακοδοξίας· γιατί, παραδεχόμενοι τη μετεμψύχωση, νομίζουν ότι τότε έχει γνωρίσει κανείς τον εαυτό του και έχει ανταποκριθεί ικανοποιητικά στο παράγγελμα, όταν γνωρίσει σε ποιο σώμα είχε ενωθεί προηγουμένως, που κατοικούσε, τί έκαμνε και πώς ονομαζόταν· και τα μαθαίνει αυτά αν δείξει υπακοή στο πονηρό πνεύμα που του σιγοψιθύρισε αυτά με δολιότητα. Προτρέποντας λοιπόν προς τούτο με το «γνώθι σαυτόν», θεωρούνται από εκείνους που δεν έχουν την ικανότητα να αντιληφθούν τον δόλο ότι διδάσκουν σύμφωνα με τους δικούς μας πατέρες. Γι’ αυτό ο Παύλος και ο Βαρνάβας, μη αγνοώντας τις σκέψεις του πονηρού και εκείνων που έχουν μυηθεί από αυτόν, δεν έκαναν αποδεκτή καθόλου την κόρη εκείνη που έλεγε γι’ αυτούς, «αυτοί οι άνθρωποι είναι δούλοι του Θεού του Υψίστου», αν και βέβαια τί ευσεβέστερο από αυτό το λόγο θα μπορούσε να πει κανείς; Αλλά γνώριζαν εκείνοι τον διάβολο που μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός και τους διακόνους του που υποκρίνονται διακόνους δικαιοσύνης· απορρίπτουν λοιπόν τα αληθινά αυτά λόγια σαν ανάρμοστα στο ψευδολόγο στόμα.


11. Αυτά λοιπόν τα λόγια θεοσεβούς ακούοντας και εμείς να λέγονται από Έλληνες, ούτε θεωρούμε εκείνους θεοσεβείς, ούτε τους τοποθετούμε σε θέση διδασκάλων γιατί γνωρίζομε ότι αφαίρεσαν αυτά από τους δικούς μας (γι’ αυτό και κάποιος από εκείνους είπε για τον Πλάτωνα, «Τί άλλο λοιπόν είναι ο Πλάτων, παρά Μωυσής που αττικίζει;»)· γνωρίζομε λοιπόν ότι, εάν υπάρχει κάποιο καλό σ’ αυτούς, έχει παραληφθεί από εκεί ως παράκουσμα, αλλά και μετά από σκέψη αντιλαμβανόμαστε ότι δεν εκλαμβάνεται, με την ίδια έννοια. Και αν κάποιος από τους πατέρες λέγει τα ίδια με τους έξω σοφούς, αυτό γίνεται μόνο ως προς τις λέξεις, ενώ ως προς στα νοήματα υπάρχει μεγάλη απόσταση· γιατί αυτοί, σύμφωνα με τον Παύλο έχουν νου Χριστού, ενώ εκείνοι, αν όχι τίποτε χειρότερο, μιλούν από ανθρώπινη διάνοια, και «όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, τόσο απέχει η διάνοιά μου από τις δικές σας διάνοιες», λέγει ο Κύριος. Αλλ’ όμως, ακόμα και αν κάποιες φορές συμφωνούν εκείνοι ως προς τη διάνοια με τον Μωυσή και τον Σολομώντα και εκείνους που ανήκουν στον κύκλο αυτών, ποιό το όφελος σ’ αυτούς από αυτό ή ποιός που έχει υγιή νου και είναι ταγμένος μαζί μας θα πει ότι αυτοί διδάχθηκαν αυτά από τον Θεό, εκτός βέβαια αν χαρακτηρίσει κανείς θεοδίδακτους και τους μετά Χριστόν κακόδοξους, επειδή, έχοντας ακούσει την αλήθεια από την Εκκλησία, δεν την παρασάλευσαν ολόκληρη; O μαθητής όμως του φωτός διακήρυξε, ότι «κάθε δώρημα τέλειο προέρχεται άνωθεν από τον Πατέρα των φώτων». Και αν εκείνος δεν αποδέχεται κολοβά ζώα ως δώρα για θυσία, πώς ο ίδιος θα παρείχε τέτοια δώρα; Αν και βέβαια ζώο κολοβό δεν παύει να είναι ζώο. Θεός όμως, που δεν δημιουργεί από το μηδέν (εκ μη όντων) ούτε προϋπήρχε από τις ψυχές μας και την άμορφη σύμφωνα με εκείνους ύλη, ή καλύτερα και από την ταλαντευόμενη και μορφοποιημένη από μόνη της, αλλ’ όμως άκοσμη, πώς θα μπορούσε να είναι Θεός; Και για να μιλήσω σύμφωνα με τον προφητικό λόγο, με μικρή προσθήκη, «θεοί που δεν δημιούργησαν τον ουρανό και τη γη από το μηδέν, ας χαθούν», και μαζί με αυτούς και εκείνοι που θεοποίησαν αυτούς. Όσο για εκείνους που λέγουν αυτούς θεολόγους και ομόφωνους με τους δικούς μας θεολόγους ή και διδασκάλους, οι οποίοι νομίζουν ότι παρέλαβαν από εκείνους τα θεολογικά λόγια, τί άλλο χρειάζεται να πούμε, παρά ότι πρέπει το φως, που φωτίζει κάθε άνθρωπο ερχόμενο στον κόσμο, ν’ απαλλάξει και αυτούς από το φοβερό αυτό σκοτάδι της άγνοιας και να τους φωτίσει ν’ αντιληφθούν ότι και από τα φίδια υπάρχει κάτι χρήσιμο σε εμάς, αλλά μόνον αφού τα φονεύσουν, αφαιρέσουν τα υλικά, τα παρασκευάζουν κατάλληλα και τα χρησιμοποιήσουν με προσοχή εναντίον των δαγκωμάτων από εκείνους. Σ’ αυτό λοιπόν είναι χρήσιμα σε εμάς τα διδάγματα εκείνων, στο να τα χρησιμοποιήσουμε εναντίον εκείνων για να τους εξοντώσουμε, σαν άλλον Γολιάθ, με τη δική του ρομφαία, που επαναστάτησε και πρόβαλε αντίσταση και «κατηγορεί την παράταξη του ζωντανού Θεού», που έχει εκπαιδευτεί στα θεία από αλιείς και αγραμμάτους.

12. Γι’ αυτό λοιπόν δεν θα εμποδίζουμε να ασχολούνται με την έξω παιδεία όσοι θέλουν από εκείνους που δεν επέλεξαν τον μοναχικό βίο, αλλά δεν συμβουλεύουμε καθόλου κανένα να αφοσιώνεται σ’ αυτήν ως το τέλος. Το να προσδοκά όμως κανείς να γνωρίσει με ακρίβεια από αυτήν κάτι από τα θεία το αποκλείουμε τελείως· γιατί δεν είναι δυνατόν να διδαχθεί από αυτήν κάτι το ασφαλές περί Θεού. Γιατί «την εμώρανε ο Θεός», όχι με την έννοια ότι την έκαμε τέτοια εξ αρχής (πώς δηλαδή θα ήταν δυνατόν να κάνει σκότος το φώς;), αλλ’ απέδειξε ότι είναι μωράν (μωρία), όχι συγκρίνοντάς την προς τη δική του (παιδεία), μακριά μια τέτοια σκέψη· γιατί, αν θα έλεγε κανείς αυτό, θα έπρεπε να πει ότι και ο νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσέως καταργήθηκε και μωράνθηκε, όταν φανερώθηκε ο νόμος της χάριτος· εφόσον όμως αυτός δεν μωράνθηκε (γιατί προερχόταν από τον Θεό), άρα σύμφωνα με το λόγο αυτό μωράνθηκε οπωσδήποτε η σοφία των Ελλήνων, κατά το ότι δεν προερχόταν από τον Θεό· και καθετί που δεν προέρχεται από τον Θεό, δεν είναι ον γι’ αυτό η σοφία των Ελλήνων είναι ψευδώνυμη. Βεβαίως ο νους που την έχει βρει, σαν νους βέβαια που είναι, προέρχεται από τον Θεό· αυτήν όμως, αφού αστόχησε ως προς τον πρέποντα σκοπό τής θεογνωσίας, δικαιότερα θα μπορούσε κανείς να την αποκαλέσει έκπτωση σοφίας και άλογη σοφία, και με άλλα λόγια μωρία, παρά σοφία. Γι’ αυτό και ο απόστολος είπε ότι μωράνθηκε, όχι ως συγκρινόμενη με άλλη, αλλ’ επειδή επιδιώκει τα πράγματα του κόσμου αυτού και δεν γνώρισε τον προαιώνιο Θεό, ούτε θέλησε να τον γνωρίσειΔιότι, αφού είπε, «πού είναι ο συζητητής του αιώνος τούτου;», αμέσως πρόσθεσε· «εμώρανε ο Θεός τη σοφία του κόσμου αυτού», δηλαδή όταν φανερώθηκε, φανέρωσε ότι είχε αστοχήσει ως προς την αληθινή γνώση και δεν ήταν σοφία, αλλ’ απλώς ονομαζόταν έτσι. Εάν ήταν σοφία, πώς θα γινόταν μωρία, και μάλιστα από τον Θεό και τη Σοφία του, όταν φανερώθηκε πάνω στη γη; Σύμφωνα με τον μέγα Διονύσιο το καλό δεν εναντιώνεται στο καλό, το ανώτερο στο κατώτερο, εγώ όμως θα έλεγα, ότι τα νοητά δεν μειώνονται ποτέ μεταξύ τους, και θα πρόσθετα, ότι το καθένα λαμβάνει αύξηση της καλλονής του με την παρουσία του ανωτέρου. Και τί θα μπορούσε να πει κανείς, όταν φανερώθηκε η ίδια η καλλοποιός δύναμις; Ούτε βέβαια τα «δεύτερα φώτα», δηλαδή οι αγγελικές φύσεις, θα μπορούσε κανείς να πει, ότι αχρειώνονται όταν λάμψει επάνω σ’ αυτά το πρώτο φως, ούτε πάλι αυτό που υπολείπεται πολύ από αυτά, αλλ’ είναι οπωσδήποτε φως, εννοώ το δικό μας λογικό και νοερό, έγινε σκότος, όταν φανερώθηκε το θείο φως, και μάλιστα με σκοπό να φωτίσει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Εκείνος όμως πού αντιτάσσεται στο φως αυτό, είτε άγγελος είναι είτε άνθρωπος, επειδή με τη θέλησή του στέρησε τον εαυτό του από το φως, αφού εγκαταλείφθηκε, έγινε σκότος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: