Συνέχεια από: Tρίτη 5 Νοεμβρίου 2019
Η ώρα του κόσμου
Όπως όλοι οι αυθέντες, είχε και ο George μύτη για την προδοσία. Την διάβαζε στα μάτια, όπως μαρτυρεί ένας φίλος. Στα γράμματα που δεν έλεγαν παρά μόνο για θαυμασμό και αγάπη, αισθανόταν την οσμή της επερχόμενης απιστίας. Επειδή ο Ernst Bertram αναφέρει τον Thomas Mann στο βιβλίο του για τον Nietzsche, και επειδή είχε κάποια σχέση μαζί του, τον θεωρούσε αναξιόπιστο. Πάντα έρχονταν η στιγμή, κατά την οποία ο George αποφαίνονταν εάν κάποιος είναι φίλος ή εχθρός, όπως στην περίπτωση του Edgar Salin, χωρίς οι εμπλεκόμενοι να γνωρίζουν τον λόγο. Ο Hugo von Hofmannsthal που αποτραβήχτηκε από αυτόν, η Ida Coblenz, που δεν διάλεξε αυτόν αλλά τον Richard Dehmel, ο Friedrich Gundolf που προχώρησε σε ένα ανεπιθύμητο γάμο- όπου και να κοιτάξει κανείς στην ζωή του George, βρίσκεται αυτό το αθεράπευτο βίωμα προδοσίας. Ποτέ δεν έγινε δεκτός πίσω κάποιος που είχε εκδιωχθεί, ποτέ ένας αποστάτης δεν επέστρεψε. Το μοτίβο της προδοσίας διασχίζει την ζωή και το έργο του Stefan George, από τα πρώτα ποιήματα στην συλλογή Algabal μέχρι και τους ύστερους προειδοποιητικούς στίχους στην συλλογή Neues Reich. Αλλά και οι αποστάτες πίστευαν σε όλη τους την ζωή πως κάτι πρόδωσαν, και μερικοί από αυτούς, ακόμα και δεκαετίες μετά, δημοσίευαν γραπτά με δυσνόητες δικαιολογίες και εξηγήσεις. Ο Friedrich Gundolf για παράδειγμα, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις του κύκλου του George, αφού είχε εκδιωχθεί λόγω του γάμου του με την Elisabeth Salomon, αφιέρωσε στον George τους ακόλουθους στίχους:
Δεν θέλω για συγχώρεση να ικετεύσω
Η κρίση μέσα μου είναι γνωστή
Ότι έκανα μου συνέβη
Είμαι η τιμωρία και ο λόγος της.
Μόνο λίγοι πέτυχαν να λύσουν τους δεσμούς, και σε όλη την λογοτεχνία του κύκλου, υπάρχει μόνο ένας, που περιγράφει τον κύκλο από την σκοπιά τού αποστάτη: ο Max Kommerel.
Ο Kommerel ήταν ένα παιδί θαύμα. Και είναι μια ατυχία τής ζωής του, που συνάντησε ένα δάσκαλο, ο οποίος είχε υποσχεθεί πως θα δείξει ακόμα πιο μεγάλα θαύματα από τον εαυτό του. Στα τριάντα του ήταν ακόμα ο αγαπημένος μαθητής, «πρίγκηπας», «Puck» ή απλώς «το παιδί», και αργότερα εκδιώχθηκε ως «Ιούδας» και «φρύνος». Βίωσε το μίσος στην μυθική του αρχέγονη μορφή: σαν κατάρα, που καταδιώκει τον αποστάτη και πέραν του τάφου. Για παλιούς φίλους είχε γίνει ο Εωσφόρος, που διατηρεί μέσα του την υπερηφάνεια του πεπτωκότος αγγέλου. Ο ίδιος μίλησε για την μεταμόρφωση αυτή σαν να μιλούσε για μια πληγή, και άντλησε από αυτήν το θέμα της ζωής του: το ερώτημα μήπως σε κάθε ομορφιά βρίσκεται το κακό. Το ονόμασε με τις λέξεις του George: το αμαρτωλό.
Ο Max Kommerel, που πέθανε το 1944, στα 42 του χρόνια, ανήκει στους τελευταίους τής γενιάς εκείνων, η ιστορία τής μόρφωσης τών οποίων ήταν ταυτόχρονα και η πνευματική ιστορία τής εποχής τους. Η ζωή του, αυτή η καριέρα ενός εκπληκτικού χαρίσματος, δίνει την εντύπωση πως είναι αδιάκοπη: ξεκίνησε ως ποιητής, στα 26 του συνέταξε ένα έργο στον τομέα της επιστήμης της λογοτεχνίας, που τον έκανε μεμιάς διάσημο, και του επέφερε την πλήρη σεβασμού αντίθεση του Walter Benjamin, έγινε υφηγητής, και πριν ακόμα κλείσει τα σαράντα, τακτικός καθηγητής γερμανικής λογοτεχνίας. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μια ευτυχισμένη ζωή, αν δεν ήταν στην μέση ο πρόωρος θάνατος και οι περίεργοι εφιάλτες στα τελευταία του χρόνια.
Ο ιστορικός αυτός της λογοτεχνίας είχε στην πραγματικότητα δυσκολίες να κατανοήσει την βιογραφία του, και σε όλη του την ζωή πίστευε πως δεν πήρε/ δεν του δόθηκε το καλύτερο. Όπως πολλές από τις μορφές στο περιβάλλον του George, είχε και αυτός μια διπλή ζωή, ή καλύτερα: δυο βιογραφίες, και η μεταγενέστερη δίνει την εντύπωση πως είναι μια κοπιώδης διόρθωση της πρότερης. Από τότε που ελευθερώθηκε από τον George, όλα ήταν «αναπλήρωση τού χαμένου, απομάκρυνση τού νόθου», έγραψε έξι μήνες πριν τον θάνατο του. Σπάνια γίνεται κανείς μάρτυρας, από τόσο κοντά, της προσπάθειας αναίρεσης τής προσωπικής νεότητας κάποιου από αυτόν τον ίδιο.
Το να αναιρέσει, να σβήσει, να σπάσει, ήταν η βία με την οποία ο George είχε εισβάλει στην ζωή του 19χρονου. Όταν ο Kommerel είχε για πρώτη φορά το 1921 συναντήσει τον ποιητή και του είχε χωρίς αντίσταση παραδοθεί, επαναλήφθηκε αυτό που συνέβη χρόνια πριν στους παλιότερους φίλους. Οι Wolfskehl, Gundolf, Kantorowitz, Morwitz ή Boehringer, είχαν ήδη βιώσει την εμπειρία του ξυπνήματος, η οποια θα καθόριζε την ζωή τους μέχρι να πεθάνουν. Το νέο και χωρίς προηγούμενο παράδειγμα, ήταν το γεγονός, πως ο Kommerel ήταν το πρώτο μέλος αυτής της κοινότητας, κάτι μεταξύ μυστικής αδελφότητας, συνδέσμου ποιητών και τυραννίας, το οποίο κατάφερε να ξεφύγει. Ταυτόχρονα όμως κατονόμασε την εξάρτηση, «την κοσμική ορθοδοξία» (pfäffische Orthodoxie, Pfaffe: ο λαϊκός, σε ενορία ιερέας, ή κάποιος που ζει βάσει κανόνων της πνευματικής ζωής), των φίλων. «Ο George ήταν βασιλιάς», είχε κάποτε πει ο Kommerel, μετά την αποσκίρτησή του. «Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Και γι’ αυτό αμάρτησα προς αυτόν, λόγω όποιας ανάγκης και όποιου δικαίου».
Στην βάση αυτών τών εκφράσεων βρισκόταν η ίδια αρνητική βούληση δημιουργίας στιλ, που κάποτε τον είχε οδηγήσει να ονομάσει τον εαυτό του «προλετάριο τού κύκλου του George». Το ότι ήταν δυνατόν να ειπωθούν τέτοιες προτάσεις, δείχνει, πόσα έγιναν από τότε, που ο μοναχικός, εντελώς άγνωστος 23 ετών Stefan George, ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 1891 να δημιουργεί ένα κύκλο γύρω του.
Η νεανική εμφάνιση τού Kommerel, η καταναγκαστική του ροπή προς απομόνωση με ταυτόχρονη επιθυμία για τον δάσκαλο, η αόριστη, παιδική και ουσιαστικά ερωτική επιθυμία για λύτρωση-όλα αυτά ανήκαν στην τυπολογία του κύκλου. Η πράξη της μύησης έχει περιγραφεί στην συλλογή ποιημάτων «Το αστέρι της ένωσης» (Der Stern des Bundes), με κρυπτογραφημένο τρόπο, υπό την μορφή συνομιλίας μεταξύ μαθητή και δασκάλου. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους όμως, ο Kommerel δεν συνάντησε ένα George που έγραφε ποιήματα. Η «Νέα Βασιλεία», η τελευταία ποιητική συλλογή του George εκδόθηκε το 1928, προηγήθηκαν όμως χρόνια σιωπής. Ο Kommerel είχε μπει στον κύκλο, σε μια εποχή, όπου σε αντίθεση προς τον εντεινόμενο εσωτεριστικό και ερμητικό χαρακτήρα, ο κύκλος είχε αξιοσημείωτη θεσμική ισχύ και ήταν δημοφιλής. Ο κύκλος που είχε καταστεί πια πολιτικός, ονόμαζε τον εαυτό του-χωρίς ειρωνεία- «κράτος» και τα μέλη του «στήριγμα του κράτους».
«Εμπιστεύτηκα με το πρώτο κάλεσμα τού νέου κύματος και το κάνω κάθε μέρα όλο και πιο έντονα. Είμαι πολύ ευτυχισμένος εδώ και για πολλά από τα περασμένα αισθάνομαι πως έφυγαν, χωρίς απώλεια». Θα πρέπει να κρατήσουμε στην μνήμη μας τις προτάσεις αυτές, που ο Kommerel απηύθυνε στον Gundolf, ένα χρόνο μετά την συνάντηση του με τον George, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τον πανικό, που πολλά χρονιά μετά την ρήξη τον παρακίνησε να γράψει στην αδελφή του: «Δεν νομίζεις πως είναι πολύ αργά, σε όλα τα πράγματα, για μένα; …Μόλις τώρα αποκτώ ένα μάτι για τον κόσμο. Δεν είναι πολύ αργά; Είμαι 32! Πες κάτι!» Όποτε μίλησε μεταγενέστερα για την εποχή που ήταν μαζί με τον George, αναδύεται το μοτίβο της χαρισμένης και τυφλωμένης ζωής. Με τον τρόπο που συναντούμε στα έργα Tannhäuser (Wagner) και Zauberberg (Thomas Mann), μιλά γιά ένα «μαγεμένο τόπο», όπου του εμφανίστηκε ο George, «χωρίς να μπορεί να ξεφύγει, … όπου και να ανέβει». Τι ακολούθησε; Μια υπηρεσία που διάρκεσε εννιά χρόνια, με άγριες, αλλά μόνο εσωτερικές, περιπέτειες, που σαν να συνέβησαν πριν 3000 χρόνια σε ένα μακρινό βασίλειο- και τι εγκράτεια, τι παραλείψεις, τι αμαρτωλή ευτυχία και τι καταστροφές…Και μετά μια σχεδόν αδύνατη απελευθέρωση, και βγήκα, λίγο φτωχός και αδέξιος, όπως μπήκα, από την σκηνή τού μάγου».
Η ώρα του κόσμου
Του
Frank Schirrmacher
Αυτό
είναι το βέλος του δασκάλου
Το
κράτος τού ποιητή Stefan
George, η προδοσία και ο
αισθητικός φονταμενταλισμός 2
Όπως όλοι οι αυθέντες, είχε και ο George μύτη για την προδοσία. Την διάβαζε στα μάτια, όπως μαρτυρεί ένας φίλος. Στα γράμματα που δεν έλεγαν παρά μόνο για θαυμασμό και αγάπη, αισθανόταν την οσμή της επερχόμενης απιστίας. Επειδή ο Ernst Bertram αναφέρει τον Thomas Mann στο βιβλίο του για τον Nietzsche, και επειδή είχε κάποια σχέση μαζί του, τον θεωρούσε αναξιόπιστο. Πάντα έρχονταν η στιγμή, κατά την οποία ο George αποφαίνονταν εάν κάποιος είναι φίλος ή εχθρός, όπως στην περίπτωση του Edgar Salin, χωρίς οι εμπλεκόμενοι να γνωρίζουν τον λόγο. Ο Hugo von Hofmannsthal που αποτραβήχτηκε από αυτόν, η Ida Coblenz, που δεν διάλεξε αυτόν αλλά τον Richard Dehmel, ο Friedrich Gundolf που προχώρησε σε ένα ανεπιθύμητο γάμο- όπου και να κοιτάξει κανείς στην ζωή του George, βρίσκεται αυτό το αθεράπευτο βίωμα προδοσίας. Ποτέ δεν έγινε δεκτός πίσω κάποιος που είχε εκδιωχθεί, ποτέ ένας αποστάτης δεν επέστρεψε. Το μοτίβο της προδοσίας διασχίζει την ζωή και το έργο του Stefan George, από τα πρώτα ποιήματα στην συλλογή Algabal μέχρι και τους ύστερους προειδοποιητικούς στίχους στην συλλογή Neues Reich. Αλλά και οι αποστάτες πίστευαν σε όλη τους την ζωή πως κάτι πρόδωσαν, και μερικοί από αυτούς, ακόμα και δεκαετίες μετά, δημοσίευαν γραπτά με δυσνόητες δικαιολογίες και εξηγήσεις. Ο Friedrich Gundolf για παράδειγμα, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις του κύκλου του George, αφού είχε εκδιωχθεί λόγω του γάμου του με την Elisabeth Salomon, αφιέρωσε στον George τους ακόλουθους στίχους:
Δεν θέλω για συγχώρεση να ικετεύσω
Η κρίση μέσα μου είναι γνωστή
Ότι έκανα μου συνέβη
Είμαι η τιμωρία και ο λόγος της.
Μόνο λίγοι πέτυχαν να λύσουν τους δεσμούς, και σε όλη την λογοτεχνία του κύκλου, υπάρχει μόνο ένας, που περιγράφει τον κύκλο από την σκοπιά τού αποστάτη: ο Max Kommerel.
Ο Kommerel ήταν ένα παιδί θαύμα. Και είναι μια ατυχία τής ζωής του, που συνάντησε ένα δάσκαλο, ο οποίος είχε υποσχεθεί πως θα δείξει ακόμα πιο μεγάλα θαύματα από τον εαυτό του. Στα τριάντα του ήταν ακόμα ο αγαπημένος μαθητής, «πρίγκηπας», «Puck» ή απλώς «το παιδί», και αργότερα εκδιώχθηκε ως «Ιούδας» και «φρύνος». Βίωσε το μίσος στην μυθική του αρχέγονη μορφή: σαν κατάρα, που καταδιώκει τον αποστάτη και πέραν του τάφου. Για παλιούς φίλους είχε γίνει ο Εωσφόρος, που διατηρεί μέσα του την υπερηφάνεια του πεπτωκότος αγγέλου. Ο ίδιος μίλησε για την μεταμόρφωση αυτή σαν να μιλούσε για μια πληγή, και άντλησε από αυτήν το θέμα της ζωής του: το ερώτημα μήπως σε κάθε ομορφιά βρίσκεται το κακό. Το ονόμασε με τις λέξεις του George: το αμαρτωλό.
Ο Max Kommerel, που πέθανε το 1944, στα 42 του χρόνια, ανήκει στους τελευταίους τής γενιάς εκείνων, η ιστορία τής μόρφωσης τών οποίων ήταν ταυτόχρονα και η πνευματική ιστορία τής εποχής τους. Η ζωή του, αυτή η καριέρα ενός εκπληκτικού χαρίσματος, δίνει την εντύπωση πως είναι αδιάκοπη: ξεκίνησε ως ποιητής, στα 26 του συνέταξε ένα έργο στον τομέα της επιστήμης της λογοτεχνίας, που τον έκανε μεμιάς διάσημο, και του επέφερε την πλήρη σεβασμού αντίθεση του Walter Benjamin, έγινε υφηγητής, και πριν ακόμα κλείσει τα σαράντα, τακτικός καθηγητής γερμανικής λογοτεχνίας. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μια ευτυχισμένη ζωή, αν δεν ήταν στην μέση ο πρόωρος θάνατος και οι περίεργοι εφιάλτες στα τελευταία του χρόνια.
Ο ιστορικός αυτός της λογοτεχνίας είχε στην πραγματικότητα δυσκολίες να κατανοήσει την βιογραφία του, και σε όλη του την ζωή πίστευε πως δεν πήρε/ δεν του δόθηκε το καλύτερο. Όπως πολλές από τις μορφές στο περιβάλλον του George, είχε και αυτός μια διπλή ζωή, ή καλύτερα: δυο βιογραφίες, και η μεταγενέστερη δίνει την εντύπωση πως είναι μια κοπιώδης διόρθωση της πρότερης. Από τότε που ελευθερώθηκε από τον George, όλα ήταν «αναπλήρωση τού χαμένου, απομάκρυνση τού νόθου», έγραψε έξι μήνες πριν τον θάνατο του. Σπάνια γίνεται κανείς μάρτυρας, από τόσο κοντά, της προσπάθειας αναίρεσης τής προσωπικής νεότητας κάποιου από αυτόν τον ίδιο.
Το να αναιρέσει, να σβήσει, να σπάσει, ήταν η βία με την οποία ο George είχε εισβάλει στην ζωή του 19χρονου. Όταν ο Kommerel είχε για πρώτη φορά το 1921 συναντήσει τον ποιητή και του είχε χωρίς αντίσταση παραδοθεί, επαναλήφθηκε αυτό που συνέβη χρόνια πριν στους παλιότερους φίλους. Οι Wolfskehl, Gundolf, Kantorowitz, Morwitz ή Boehringer, είχαν ήδη βιώσει την εμπειρία του ξυπνήματος, η οποια θα καθόριζε την ζωή τους μέχρι να πεθάνουν. Το νέο και χωρίς προηγούμενο παράδειγμα, ήταν το γεγονός, πως ο Kommerel ήταν το πρώτο μέλος αυτής της κοινότητας, κάτι μεταξύ μυστικής αδελφότητας, συνδέσμου ποιητών και τυραννίας, το οποίο κατάφερε να ξεφύγει. Ταυτόχρονα όμως κατονόμασε την εξάρτηση, «την κοσμική ορθοδοξία» (pfäffische Orthodoxie, Pfaffe: ο λαϊκός, σε ενορία ιερέας, ή κάποιος που ζει βάσει κανόνων της πνευματικής ζωής), των φίλων. «Ο George ήταν βασιλιάς», είχε κάποτε πει ο Kommerel, μετά την αποσκίρτησή του. «Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Και γι’ αυτό αμάρτησα προς αυτόν, λόγω όποιας ανάγκης και όποιου δικαίου».
Στην βάση αυτών τών εκφράσεων βρισκόταν η ίδια αρνητική βούληση δημιουργίας στιλ, που κάποτε τον είχε οδηγήσει να ονομάσει τον εαυτό του «προλετάριο τού κύκλου του George». Το ότι ήταν δυνατόν να ειπωθούν τέτοιες προτάσεις, δείχνει, πόσα έγιναν από τότε, που ο μοναχικός, εντελώς άγνωστος 23 ετών Stefan George, ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 1891 να δημιουργεί ένα κύκλο γύρω του.
Η νεανική εμφάνιση τού Kommerel, η καταναγκαστική του ροπή προς απομόνωση με ταυτόχρονη επιθυμία για τον δάσκαλο, η αόριστη, παιδική και ουσιαστικά ερωτική επιθυμία για λύτρωση-όλα αυτά ανήκαν στην τυπολογία του κύκλου. Η πράξη της μύησης έχει περιγραφεί στην συλλογή ποιημάτων «Το αστέρι της ένωσης» (Der Stern des Bundes), με κρυπτογραφημένο τρόπο, υπό την μορφή συνομιλίας μεταξύ μαθητή και δασκάλου. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους όμως, ο Kommerel δεν συνάντησε ένα George που έγραφε ποιήματα. Η «Νέα Βασιλεία», η τελευταία ποιητική συλλογή του George εκδόθηκε το 1928, προηγήθηκαν όμως χρόνια σιωπής. Ο Kommerel είχε μπει στον κύκλο, σε μια εποχή, όπου σε αντίθεση προς τον εντεινόμενο εσωτεριστικό και ερμητικό χαρακτήρα, ο κύκλος είχε αξιοσημείωτη θεσμική ισχύ και ήταν δημοφιλής. Ο κύκλος που είχε καταστεί πια πολιτικός, ονόμαζε τον εαυτό του-χωρίς ειρωνεία- «κράτος» και τα μέλη του «στήριγμα του κράτους».
«Εμπιστεύτηκα με το πρώτο κάλεσμα τού νέου κύματος και το κάνω κάθε μέρα όλο και πιο έντονα. Είμαι πολύ ευτυχισμένος εδώ και για πολλά από τα περασμένα αισθάνομαι πως έφυγαν, χωρίς απώλεια». Θα πρέπει να κρατήσουμε στην μνήμη μας τις προτάσεις αυτές, που ο Kommerel απηύθυνε στον Gundolf, ένα χρόνο μετά την συνάντηση του με τον George, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τον πανικό, που πολλά χρονιά μετά την ρήξη τον παρακίνησε να γράψει στην αδελφή του: «Δεν νομίζεις πως είναι πολύ αργά, σε όλα τα πράγματα, για μένα; …Μόλις τώρα αποκτώ ένα μάτι για τον κόσμο. Δεν είναι πολύ αργά; Είμαι 32! Πες κάτι!» Όποτε μίλησε μεταγενέστερα για την εποχή που ήταν μαζί με τον George, αναδύεται το μοτίβο της χαρισμένης και τυφλωμένης ζωής. Με τον τρόπο που συναντούμε στα έργα Tannhäuser (Wagner) και Zauberberg (Thomas Mann), μιλά γιά ένα «μαγεμένο τόπο», όπου του εμφανίστηκε ο George, «χωρίς να μπορεί να ξεφύγει, … όπου και να ανέβει». Τι ακολούθησε; Μια υπηρεσία που διάρκεσε εννιά χρόνια, με άγριες, αλλά μόνο εσωτερικές, περιπέτειες, που σαν να συνέβησαν πριν 3000 χρόνια σε ένα μακρινό βασίλειο- και τι εγκράτεια, τι παραλείψεις, τι αμαρτωλή ευτυχία και τι καταστροφές…Και μετά μια σχεδόν αδύνατη απελευθέρωση, και βγήκα, λίγο φτωχός και αδέξιος, όπως μπήκα, από την σκηνή τού μάγου».
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου