Συνέχεια από: Πέμπτη, 18 Φεβρουαρίου 2021
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΝΥΣΣΗΣ
ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Ο ΛΟΓΟΣ
Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ ΤΑ ΜΑΚΡΙΝΕΙΑ
88. ΓΡΗΓ. Αφού η δασκάλα είπε αυτά και επειδή πολλοί που άκουγαν νόμισαν ότι η συζήτηση έφτασε στο τέλος της, εγώ, αντίθετα, φοβήθηκα ότι, εάν η δασκάλα πάθει κάτι λόγω της αρρώστιας της, όπως και έγινε, μήπως δεν θα υπάρχει αυτός ο οποίος θα αντικρούσει τις θεωρίες των εχθρών μας σχετικά με την ανάσταση. Γι’ αυτό είπα: «η συζήτησή μας δεν έθιξε ακόμη το σπουδαιότερο μέρος του δόγματος (της αναστάσεως). Διότι λέει η θεόπνευστη Αγία Γραφή, και η Καινή και η Παλαιά διδασκαλία, ότι όταν κάποτε θα φθάσει η φύση μας με τάξη και συνοχή στο τέλος αυτής της παροδικής χρονικής κινήσεώς της, τότε θα σταματήσει αυτή η χρονική ροή που δημιουργείται από τη διαδοχή των γενεών· και το σύνολο του πληρώματος δεν θα δέχεται πλέον καμιά επιπλέον αύξηση. Τότε όλο το σύνολο των ψυχών θα επιστρέψει πάλι από την κατάσταση που ήταν αόρατο και σκορπισμένο, στην κατάσταση να έχει μορφή και να φαίνεται· τα ίδια στοιχεία, με την ίδια τάξη. Θα συνδράμουν πάλι όλα μαζί, το ένα με το άλλο, (και θα συστήσουν τον άνθρωπο). Αυτή η (νέα) κατάσταση της ζωής λέγεται από τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής ανάσταση· με το όνομα αυτό, μαζί με την ανόρθωση (αναγέννηση) του γηΐνου, εννοείται και όλη η κίνηση και συνδρομή των στοιχείων».
89. ΜΑΚΡ. «Ποιό, λοιπόν, απ’ αυτά, είπε εκείνη, δεν ειπώθηκε στη συζήτησή μας;».
ΓΡΗΓ. «Αυτό ακριβώς λέω, το δόγμα της αναστάσεως».
ΜΑΚΡ. «Και όμως, απάντησε, πολλά, που ειπώθηκαν με κάθε λεπτομέρεια, σ’ αυτό το θέμα μας οδηγούν».
ΓΡΗΓ. «Δεν γνωρίζεις, ρώτησα, πόσο πλήθος επιχειρημάτων επιστρατεύουν οι αντιτιθέμενοι σ’ αυτή μας την ελπίδα;». Και επιχειρούσα ταυτόχρονα να εκθέσω τις αντιρρήσεις που οι εριστικοί μας αντίπαλοι εφευρίσκουν εναντίον της αναστάσεως.
90. ΜΑΚΡ. Μου απάντησε εκείνη: «Μου φαίνεται ότι πρέπει πρώτα να αναφέρουμε με συντομία όσα διάσπαρτα αναφέρει η Αγία Γραφή γι’ αυτό το δόγμα, για να έχουμε επικεφαλίδα (κορωνίδα) του λόγου μας εκείνη (Αγ. Γραφή). Άκουσα, λοιπόν, τον Δαβίδ να υμνολογεί στις θεόπνευστες ωδές του, και να έχει ως περιεχόμενο του ύμνου του, στον εκατοστό τρίτο Ψαλμό, το στολισμό του σύμπαντος· Λέει το εξής προς το τέλος του ψαλμού: "Θ’ αφαιρέσεις το πνεύμα τους και θα πεθάνουν· και θα επιστρέψουν πάλι στο χώμα (της προελεύσεώς) τους. Θα ξαναστείλεις το Πνεύμα σου και θα ζήσουν· και θα αναγεννήσεις όλα τα πρόσωπα της γης". Εννοεί, μ’ αυτά τα λόγια, τη δύναμη του Πνεύματος που ενεργεί και δίνει ζωή σε όλους όσους επισκέπτεται, ενώ αφαιρεί τη ζωή απ’ όσους αποχωρεί.
91. Επειδή, λοιπόν, λέει ότι με την αναχώρηση του πνεύματος έχουμε το θάνατο των ζώντων, ενώ με την παρουσία του έχουμε την αναγέννηση (ανακαινισμός) των νεκρών, σύμφωνα με τη λογική σειρά, προηγείται ο θάνατος αυτών που θα ξαναγεννηθούν. Νομίζουμε ότι στον ψαλμό του εκείνο ο Δαβίδ, με το προφητικό του χάρισμα, προαναγγέλλει το μυστήριο της αναστάσεως που η Εκκλησία κηρύττει.
Αλλά και κάπου αλλού ο ίδιος προφήτης λέει ότι ο Θεός του σύμπαντος, ο Κύριος όλων των όντων, "φανερώθηκε σε μας και συνέστησε τη γιορτή με τους πυκασμούς". Με τη λέξη "πυκασμό" εννοεί την εορτή της Σκηνοπηγίας, η οποία, καθώς νομίζω, καθιερώθηκε παλαιά από την παράδοση του Μωϋσή· μ’ αυτήν ο νομοθέτης προαναγγέλλει τα μέλλοντα να συμβούν· αυτή (Σκηνοπηγία) γίνεται πάντοτε (συμβολικά), αλλά δεν έχει γίνει ακόμη (πραγματικά).
Προαγγελλόταν, βέβαια, η αλήθεια τυπολογικά, με τα σύμβολα όσων γίνονταν, η αληθινή όμως σκηνοπηγία δεν γινόταν ακόμη. Αλλά, ακριβώς για το γεγονός αυτό, σύμφωνα με το λόγο του προφήτη, ο Θεός και Κύριος του σύμπαντος φανερώθηκε σε μας, για να συσταθεί στην ανθρώπινη φύση η σκηνή της διαλυμένης οικίας μας, που θα σχηματισθεί πάλι σε σώμα από τη συνδρομή των στοιχείων. Διότι η λέξη "πυκασμός" δηλώνει με έμφαση την ένδυση και το στολισμό της (της ανθρώπινης φύσεως).
92. Και τα λόγια του Ψαλμού έχουν ως εξής: "Ο Θεός Κύριος φανερώθηκε σε μας, για να συστήσει εορτή με το στολισμό έως τα κέρατα του θυσιαστηρίου". Μου φαίνεται ότι αυτό προαναγγέλλει συμβολικά ότι θα συστηθεί μια γιορτή όλης της λογικής δημιουργίας, στην οποία θα συμπανηγυρίζουν τα κατώτερα μα τα ανώτερα στοιχεία με τη συνοδία των αγαθών.
Επειδή στην περίπτωση του κανονισμού του Ναού (του Σολομώντα), δεν επιτρεπόταν σε όλους που βρισκόταν απέξω να εισέλθουν μέσα, αλλά απαγόρευαν την είσοδο στους ειδωλολάτρες και ξένους· και επίσης, οι εισερχόμενοι δεν είχαν όλοι το ίδιο δικαίωμα να προχωρήσουν στα ενδότερα, εάν δεν εξαγνιζόταν με καθαρότερη νηστεία και ραντισμούς· και πάλι, για εκείνους τους ίδιους δεν ήταν προσβάσιμος ο εσωτερικός ναός σε όλους, αλλά επιτρεπόταν μόνον στους ιερείς να επιτελούν τις αναγκαίες ιερουργίες μέσα στο καταπέτασμα· και το απόκρυφο και στο απροσπέλαστο μέρος του Ναού, βρισκόταν το θυσιαστήριο στολισμένο με κέρατα σαν προβόλους, ήταν άβατο και για τους ίδιους τους ιερείς· εκτός από έναν που προεξήρχε των ιερέων και ο οποίος μια φορά το χρόνο, την ορισμένη ημέρα από το Νόμο, μόνος του έμπαινε μέσα για να προσφέρει την πιο απόκρυφη και μυστική ιερουργία.
Εάν, λοιπόν, υπήρχε τόση διαφορά στα μέρη του Ναού εκείνου, ο οποίος ήταν μιμητική απεικόνιση της νοητής καταστάσεως, ο εξωτερικός και μόνο συμβολισμός διδάσκει το εξής: δεν είναι δυνατόν να πλησιάσει όλη η λογική φύση το Θεό, δηλαδή να πιστέψει και ομολογήσει τον αληθινό Θεό, αλλά οι πλανεμένοι σε ψευδείς θεωρίες βρίσκονται έξω από το θείο περίβολο· από εκείνους πάλι, που με την ομολογία της πίστεως εισήλθαν μέσα (στο Ναό), προτιμώνται περισσότερο όσοι καθαρίζονται με ραντισμούς και αγνισμούς· και απ’ αυτούς τέλος πλεονεκτούν οι αφιερωμένοι, ώστε να αξιώνονται την εσωτερική μυσταγωγία.
93. Και εάν κάποιος εξηγήσει πιο φανερά αυτή την αλληγορία, θα καταλάβει τα εξής από τη διήγηση: από τις λογικές δυνάμεις ορισμένες βρίσκονται μέσα στο άγιο θυσιαστήριο, εγκαταστημένες στο άδυτο της θεότητος· άλλες πάλι απ’ αυτές εξέχουν και προβάλλονται σαν κέρατα, και άλλες βρίσκονται γύρω από εκείνες με καθορισμένη τάξη στην πρώτη και δεύτερη σειρά· το ανθρώπινο όμως γένος, εξαιτίας της κακίας που εισήλθε μέσα του, εξορίστηκε έξω από το θείο περίβολο· όταν όμως καθαρισθεί με το ραντιστήριο λουτρό (βάπτισμα), πάλι εισέρχεται μέσα.
Αλλά επειδή πρόκειται κάποτε να καταργηθούν οι εσωτερικές περιφράξεις, με τις οποίες η κακία μας έβγαλε έξω από το εσωτερικό του καταπετάσματος, όταν η φύση μας θα ανακαινισθεί με την ανάσταση και θα εξαφανισθεί όλη η φθορά των όντων που προήλθε από την κακία, τότε θα συστηθεί κοινή γιορτή γύρω από το Θεό από εκείνους που θα είναι στολισμένοι με την ανάσταση. Και έτσι όλοι θα γεύονται την ίδια χαρά και ευφροσύνη, και καμία διαφορά δεν θα ξεχωρίζει τις λογικές φύσεις από το να μετέχουν εξίσου· αλλά και αυτοί που τώρα βρίσκονται έξω (από το καταπέτασμα) εξαιτίας της κακίας, θα εισέλθουν κάποτε μέσα στα άδυτα της θείας ευτυχίας και θα συνενωθούν με τα κέρατα του θυσιαστηρίου, δηλαδή με τις σπουδαιότερες υπερκόσμιες (αγγελικές) δυνάμεις.
Αυτό το λέει ξεκάθαρα ο Απόστολος (Παύλος) όταν περιγράφει τη συμφωνία όλων προς το αγαθό, ότι, δηλαδή, μπροστά του "θα γονατίσουν οι επουράνιες, οι επίγειες και οι καταχθόνιες δυνάμεις, και κάθε γλώσσα θα δοξολογήσει ότι αυτός είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, η δόξα του Θεού Πατρός". Αντί για κέρατα αναφέρει τις αγγελικές και επουράνιες δυνάμεις, ενώ με τις υπόλοιπες ορολογίες εννοεί τη μετά από τους αγγέλους δημιουργία, δηλαδή εμάς, για τους οποίους όλους θα στηθεί μία αρμονική γιορτή. Και γιορτή είναι η ομολογία και επίγνωση του αληθινού Θεού.
94. Είναι δυνατόν, συνέχισε, να επιλεγούν και άλλα πολλά χωρία της Αγίας Γραφής για τη στήριξη του δόγματος της αναστάσεως. Πράγματι και ο Ιεζεκιήλ, ξεπερνώντας με το προφητικό του πνεύμα όλο τον ενδιάμεσο χρόνο και το αντίστοιχο διάστημα, σταματά ακριβώς στη στιγμή της αναστάσεως· και βλέποντας με την προγνωστική του δύναμη αυτό που θα έλθει, ήδη ως παρόν, το αναπαριστά με τη διήγησή του.
Είδε, λοιπόν, μια απέραντη πεδιάδα να απλώνεται, γεμάτη από πολλούς σωρούς με οστά, που ήταν πεταμένα άλλα από δω κι άλλα από κει. Έπειτα, με τη θεία δύναμη, το κάθε οστό κινούνταν προς το συγγενικό του και ενώνονταν μ’ αυτό αρμονικά· στη συνέχεια, καλύφθηκαν (τα οστά) με νεύρα, σάρκα και δέρμα (το οποίο ο Ψαλμός το ονομάζει στολισμό)· και τέλος το πνεύμα έδωσε ζωή και ανάστησε όλο το πλήθος των οστών που ήταν πεταμένα εκεί.
95. Και ποιός να πει τη διήγηση του Αποστόλου σχετικά με το θαυμαστό γεγονός της αναστάσεως, αφού είναι πασίγνωστη στους αναγνώστες; Ότι, δηλαδή, όπως διηγείται, ο λόγος, με κάποιο πρόσταγμα και ήχο σαλπίγγων, ακαριαία όλο μαζί το πλήθος των νεκρών και πεθαμένων, θα μεταλλαγεί στην κατάσταση της αθανάτου φύσεως. Θα αφήσουμε στην άκρη επίσης και τις ευαγγελικές διηγήσεις, διότι όλοι τις γνωρίζουν. Κι αυτό διότι ο Κύριος δεν διδάσκει μόνο με το λόγο ότι οι νεκροί θ’ αναστηθούν, αλλά και έμπρακτα ανασταίνει, αρχίζοντας τα θαύματα από τα πιο κοντινά σε μας και λιγότερο αμφισβητήσιμα.
Πρώτα, δηλαδή, δείχνει τη ζωοποιό δύναμή του στα θανατηφορά νοσήματα, απομακρύνοντας τις αρρώστιες με το πρόσταγμα και το λόγο του. Έπειτα, ανασταίνει ένα πρόσφατα πεθαμένο παιδί. Κατόπιν, ανασταίνει ένα νέο την ώρα που μετέφεραν τη σορό του στον τάφο και τον παραδίδει στη μητέρα του. Μετά απ’ αυτό, βγάζει ζωντανό από τον τάφο το νεκρό Λάζαρο, που ήταν ήδη πεθαμένος τέσσερις ημέρες, και ανασταίνει το νεκρό με φωνή και προσταγή. Τέλος, τον εαυτό του, που τον είχαν τρυπήσει με καρφιά και λόγχη, τον ανασταίνει από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα, για να φέρνει ως απόδειξη της αναστάσεως τα σημάδια των καρφιών και τη λογχισμένη πληγή. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να τα πω αυτά διεξοδικά, διότι δεν μένει καμιά αμφιβολία σ’ όσους παραδέχονται τα γραπτά του Ευαγγελίου».
Το πρωτότυπο κείμενο
88. ΓΡΗΓ. Ἐγὼ δὲ ταῦτα διεξελθούσης διδασκάλον, ἐπειδὴ τοῖς πολλοῖς παρακαθημένοις ἐδόκει τὸ προσῆκον ἐσχηκέναι πέρας ὁ λόγος, φοβηθεὶς μὴ οὐκ ἔτι ᾖ ὁ διαλύων ἡμῖν τὰ περὶ τῆς ἀναστάσεως παρὰ τῶν ἔξωθεν προφερόμενα, εἴ τι ἐκ τῆς ἀῤῥωστίας ἡ διδάσκαλος πάθοι, ὃ δὴ καὶ ἐγένετο· «οὔπω, φημὶ, τοῦ κυριωτάτου τῶν κατὰ δόγμα ζητουμένων ὁ λόγος ἥψατο. Φησὶ γὰρ ἡ θεόπνευστος Γραφὴ, κατά τε τὴν νέαν καὶ ἀρχαίαν διδασκαλίαν, πάντως ποτὲ τάξει τινὶ καὶ εἱρμῷ τῆς φύσεως ἡμῶν κατὰ τὴν παροδικὴν τοῦ χρόνου κίνησιν διεξιούσης, στήσεσθαι μὲν τὴν ῥοώδη ταύτην φορὰν τὴν διὰ τῆς τῶν ἐπιγινομένων διαδοχῆς προϊοῦσαν, τῆς δὲ τοῦ παντὸς συμπληρώσεως μηκέτι τὴν ἐπὶ τὸ πλεῖον ἐπαύξησιν προδεχομένης, ἅπαν τὸ τῶν ψυχῶν πλήρωμα, πάλιν ἐκ τοῦ ἀειδοῦς καὶ ἐσκεδασμένου πρὸς τὸ συνεστὸς καὶ φαινόμενον ἐπανελεύσεσθαι, τῶν αὐτῶν στοιχείων κατὰ τὸν αὐτὸν εἱρμὸν πρὸς ἄλληλα πάλιν ἀναδραμόντων. Ἡ δὲ τοιαύτη τῆς ζωῆς κατάστασις παρά τῆς θείας τῶν Γραφῶν διδασκαλίας ἀνάστασις λέγεται, τῇ τοῦ γεώδους ἀνορθώσει πάσης τῆς τῶν στοιχείων κινήσεως συνονομαζομένης».
89. ΜΑΚΡ. «Τί οὖν, φησὶ, τούτων ἀμνημόνευτον ἐν τοῖς εἰρημένοις ἐστίν;»
ΓΡΗΓ. «Αὐτό, φημὶ, τὸ δόγμα τῆς ἀναστάσεως».
ΜΑΚΡ. «Καὶ μὴν πολλὰ, φησὶ, τῶν νῦν διεξοδικῶς εἰρημένων, πρὸς τοῦτον τὸν σκοπὸν φέρει».
ΓΡΗΓ. «Οὐ γὰρ οἶδας, εἶπον, ὅσον παρὰ τῶν ἀντιτεταγμένων ἡμῖν παρὰ τῆς ἐλπίδος ταύτης ἀντιθέσεως ἀνθυποφέρεται σμῆνος;». Καὶ ἅμα λέγειν ἐπεχείρουν ὅσα πρὸς ἀνατροπὴν τῆς ἀναστάσεως παρὰ τῶν ἐριστικῶν ἐφευρίσκεται.
90. ΜΑΚΡ. «Ἡ δὲ, δοκεῖ μοι, φησὶ, χρῆναι πρότερον τὰ σποράδην παρὰ τῆς θείας Γραφῆς περὶ τούτου τοῦ δόγματος ἐκτεθέντα δι᾿ ὀλίγων ἐπιδραμεῖν, ὡς ἂν ἐκεῖθεν ἡμῖν ἡ κορωνὶς ἐπιτεθείη τῷ λόγῳ. Ἤκουσα τοίνυν τοῦ Δαβὶδ ὑμνολογοῦντος ἐν θείαις ᾠδαῖς, ὅτε τὴν τοῦ παντὸς διακόσμησιν ὑπόθεσιν τοῦ ὕμνου πεποιημένος ἐν ἑκατοστῷ τρίτῳ ψαλμῷ πρὸς τῷ τέλει τῆς ὑμνῳδίας τοῦτό φησιν, ὅτι «Ἀντανελεῖς τὸ πνεῦμα αὐτῶν, καὶ ἐκλείψουσι, καὶ εἰς τὸν χοῦν αὐτῶν ἐπιστρέψουσιν. Ἐξαποστελεῖς τὸ Πνεῦμά σου, καὶ κτισθήσονται, καὶ ἀνακαινιεῖς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς.» Πάντα ἐν πᾶσιν ἐνεργοῦσαν τοῦ Πνεύματος δύναμιν ζωοποιεῖν τε λέγων, οἷς ἂν ἐγγένηται, καὶ ἀφιστᾷν τῆς ζωῆς πάλιν ὡς ἂν ἀπογένηται.
91. Ἐπεὶ οὖν τῇ ἀναχωρήσει τοῦ πνεύματος τὴν τῶν ζώντων ἔκλειψιν, τῇ δὲ τούτου παρουσίᾳ τὸν τῶν ἐκλειπόντων ἀνακαινισμὸν γίνεσθαι λέγει, προηγεῖται δὲ κατὰ τὴν τοῦ λόγου τάξιν τῶν ἀνακαινιζομένων ἡ ἔκλειψις, τούτῳ ἐκείνῳ φαμὲν τὸ κατὰ τὴν ἀνάστασιν καταγγέλλεσθαι τῇ Ἐκκλησίᾳ μυστήριον, τῷ προφητικῷ πνεύματι τοῦ Δαβὶδ τὴν χάριν ταύτην προεκφωνήσαντος.
Ἀλλὰ καὶ ἑτέρωθέν φησιν ὁ αὐτὸς οὗτος προφήτης, ὅτι ὁ τοῦ παντὸς Θεὸς, ὁ τῶν ὄντων Κύριος "ἐπέφανεν ἡμῖν ἐπὶ τῷ συστήσασθαι τὴν ἑορτὴν ἐν τοῖς πυκάζουσι" τὴν τῶν Σκηνοπηγίων ἑορτὴν διὰ τῆς τοῦ πυκασμοῦ λέξεως ἑρμηνεύων, ἣ πάλαι μὲν ἐκ τῆς παραδόσεως τοῦ Μωϋσέως νενόμιστο προφητικῶς, οἶμαι, τὰ μέλλοντα τοῦ νομοθέτου
προαγορεύοντος, ἀεὶ δὲ γινομένη οὔπω ἐγεγόνει.
Προεδηλοῦτο μὲν γὰρ τοῖς τῶν γινομένων αἰνίγμασι τυπικῶς ἡ ἀλήθεια, αὕτη δὲ ἡ ἀληθὴς σκηνοπηγία οὔπω ἦν, ἀλλὰ τούτου χάριν, κατὰ τὸν προφητικὸν λόγον, ὁ Θεὸς τῶν ὅλων καὶ Κύριος ἑαυτὸν ἐπέφανεν ἡμῖν, ὡς ἂν συσταίη τῇ ἀνθρωπίνῃ φύσει ἡ τοῦ διαλυθέντος ἡμῶν οἰκητηρίου σκηνοπηγία, πάλιν διὰ τῆς συνόδου τῶν στοιχείων σωματικῶς πυκαζομένη. Τὴν γὰρ περιβολὴν καὶ τὸν ἐκ ταύτης κόσμον ἡ τοῦ πυκασμοῦ λέξις κατὰ τὴν ἰδίαν ἔμφασιν διασημαίνει.
92. Ἔχει δὲ ἡ ῥῆσις τῆς ψαλμῳδίας τοῦτον τὸν τρόπον· "Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν συστήσασθαι ἑορτὴν ἐν τοῖς πυκάζουσιν ἕως τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου". Ὅπερ δοκεῖ μοι προαναφωνεῖν δι᾿ αἰνίγματος, τὸ μίαν ἑορτὴν πάσῃ τῇ λογικῇ κτίσει συνίστασθαι, τῶν ὑποδεεστέρων τοῖς ὑπερέχουσιν ἐν τῇ τῶν ἀγαθῶν συνοδίᾳ συγχορευόντων.
Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ τυπικῇ τοῦ ναοῦ κατασκευῇ, οὐ πᾶσιν ἐφεῖτο τῆς ἔξωθεν περιβολῆς ἐντὸς γενέσθαι, ἀλλὰ ἀπεκέκριτο τῆς εἰσόδου πᾶν ὅσον ἐθνικὸν καὶ ἀλλόφυλον, τῶν τε αὖ ἐντὸς γενομένων, οὐ μέ την ἐκ τοῦ ἴσου πᾶσι τῆς ἐπὶ τὸ ἐνδότερον παρόδου, μή τινι καθαρωτέρᾳ διαίτῃ καί τισι περιῤῥαντηρίοις ἀφαγνισθεῖσι, πάλιν δὲ καὶ ἐν αὐτοῖς τούτοις οὐ πᾶσι βάσιμος ἦν ὁ ἔνδον ναὸς, ἀλλὰ τοῖς ἱερεῦσι μόνοις νόμιμον ἦν κατὰ χρείαν ἱερουργίας ἐντὸς τοῦ καταπετάσματος γίνεσθαι, τὸ δὲ ἀπόκρυφόν τε καὶ ἄδυτον τοῦ ναοῦ, ἐν ᾧ τὸ θυσιαστήριον ἵδρυτο κεράτων τισὶ προβολαῖς κεκαλλωπισμένον, καὶ αὐτοῖς τοῖς ἱερεῦσιν ἀνεπίβατον ἦν, πλὴν ἑνὸς τοῦ προτεταγμένου τῆς ἱερωσύνης, ὅς ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ κατά τινα νόμιμον ἡμέραν, μόνος ἀποῤῥητοτέραν τινὰ καὶ μυστικωτέραν προσάγων ἱερουργίαν ἐπὶ τὸ ἐντὸς παρεδύετο.
Τοσαύτης οὖν οὔσης περὶ τὸν ναὸν τοῦτον διαφορᾶς, ὅστις εἰκὼν καὶ μίμημα τῆς νοητῆς ἦν καταστάσεως, τοῦτο τῆς σωματικῆς παρατηρήσεως διδασκούσης, ὅτι οὔτε πᾶσα ἡ λογικὴ φύσις τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ, τουτέστι τῇ ὁμολογίᾳ τοῦ μεγάλου Θεοῦ προσεγγίζει, ἀλλ᾿ οἱ πρὸς τὰς ψευδεῖς ὑπολήψεις πεπλανημένοι ἐκτός εἰσι τοῦ θείου περισχοινίσματος, τῶν δὲ διὰ τῆς ὁμολογίας ἐντὸς γεγενημένων προτιμοτέρων τῶν ἄλλων οἱ περιῤῥαντηρίοις καὶ ἁγνείαις προκαθαιρόμενοι, καὶ τούτων οἱ ἀφιερωθέντες ἤδη τὸ πλέον ἔχουσιν, ὥστε τῆς ἐσωτερικῆς ἀξιοῦσθαι μυσταγωγίας.
93. Ὡς δ᾿ ἄν τις ἐπὶ τὸ φανερώτερον προάγοι τὴν τοῦ αἰνίγματος ἔμφασιν, ταῦτα ἔστι μαθεῖν τοῦ λόγου διδάσκοντος, ὅτι τῶν λογικῶν δυνάμεων, αἱ μέν τινές εἰσιν, οἷον τὸ ἅγιον θυσιαστήριον, ἐν τῷ ἀδύτῳ τῆς θεότητος καθιδρυμέναι, αἱ δέ τινες πάλιν καὶ τούτων ἐν ἐξοχῇ θεωροῦνται, κεράτων δίκην προβεβλημέναι, καὶ ἄλλαι περὶ ἐκείνας κατά τινα ἀκολουθίαν προτερεύουσί τε καὶ δευτερεύουσι· τὸ δὲ τῶν ἀνθρώπων γένος διὰ τὴν ἐγγινομένην κακίαν ἔξω τῆς θείας περιβολῆς ἀπεώσθη· ὅπερ τῷ περιρραντηρίῳ λουτρῷ καθηράμενον ἐντὸς γίνεται.
Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ μέλλει ποτὲ τὰ μετὰ ταῦτα παραφράγματα λύεσθαι, δι᾿ ὧν ἡμᾶς ἡ κακία πρὸς τὰ ἐντὸς τοῦ καταπετάσματος ἀπετείχισεν, ὅταν σκηνοπηχθῇ πάλιν διὰ τῆς ἀναστάσεως ἡμῶν ἡ φύσις καὶ πᾶσα ἡ κατὰ κακίαν ἐγγενομένη διαφθορὰ ἐξαφανισθῇ τῶν ὄντων, τότε κοινὴ συστήσεται ἡ περὶ τὸν Θεὸν ἑορτὴ τοῖς διὰ τῆς ἀναστάσεως πυκασθεῖσιν, ὡς μίαν τε καὶ τὴν αὐτὴν προκεῖσθαι πᾶσι τὴν εὐφροσύνην, μηκέτι διαφορᾶς τινος τῆς τῶν ἴσων μετουσίας τὴν λογικὴν φύσιν διατεμνούσης, ἀλλὰ τῶν νῦν ἔξω διὰ τὴν κακίαν ὄντων ἐντὸς τῶν ἀδύτων τῆς θείας μακαριότητός ποτε γενησομένων, καὶ τοῖς κέρασι τοῦ θυσιαστηρίου, τουτέστι ταῖς ἐξεχούσαις τῶν ὑπερκοσμίων δυνάμεσιν ἐν ἑαυτοῖς συναπτόντων.
Ὅπερ δὴ γυμνότερόν φησιν ὁ Ἀπόστολος τὴν τοῦ παντὸς πρὸς τὸ ἀγαθὸν συμφωνίαν διερμηνεύων, ὅτι αὐτῷ "πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται, ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός"· ἀντὶ μὲν τῶν κεράτων λέγων τὸ ἀγγελικόν τε καὶ ἐπουράνιον, διὰ δὲ τῶν λοιπῶν σημαίνων τὴν μετ᾿ ἐκείνους νοουμένην κτίσιν, ἡμᾶς, ὧν πάντων μία καὶ σύμφωνος ἑορτὴ κατακρατήσει. Ἑορτή ἐστιν ἡ τοῦ ὄντως ὄντος ὁμολογία τε καὶ ἐπίγνωσις.
94. Ἔστι δὲ, φησὶ, καὶ ἄλλα πολλὰ τῆς ἁγίας Γραφῆς πρὸς σύστασιν τοῦ κατὰ τὴν ἀνάστασιν δόγματος ἀναλέξασθαι. Ὅ τε γὰρ Ἰεζεκιὴλ τῷ προφητικῷ πνεύματι τὸν ἐν τῷ μέσῳ πάντα χρόνον καὶ τὸ ἐν τούτῳ διάστημα ὑπερβάς, ἐπ᾿ αὐτοῦ ἵσταται τοῦ καιροῦ τῆς ἀναστάσεως τῇ προγνωστικῇ δυνάμει καὶ τὸ ἐσόμενον ὡς ἤδη τεθεαμένος ὑπ᾿ ὄψιν ἄγει τῷ διηγήματι.
Πεδίον γάρ μέγα καὶ εἰς ἄπειρον εἶδε διηπλωμένον, ὀστέων τε σωρείαν ἐπὶ τούτῳ πολλὴν, ἄλλων ἀλλαχῆ πρὸς τὸ συμβὰν διεῤῥιμμένων, εἶτα θείᾳ δυνάμει πρὸς τὰ συγγενῆ καὶ ἴδια συγκινουμένων καὶ ταῖς οἰκείαις ἁρμονίαις ἐμφυομένων, εἶτα νεύροις καὶ σαρξὶ καὶ δέρμασι καλυπτομένων (ὅπερ ἡ ψαλμῳδία πυκαζομένων λέγει), καὶ πνεῦμα ζωοποιοῦν τε καὶ διεγεῖρον ἅπαν τὸ κείμενον.
95. Τὴν δὲ τοῦ Ἀποστόλου τῶν κατὰ τὴν ἀνάστασιν θαυμάτων διασκευὴν, ὡς πρόχειρον οὖσαν τοῖς ἐντυγχάνουσιν, τί ἄν τις λέγοι; Ὅπως ἐν κελεύσματί τινι καὶ σαλπίγγων ἤχῳ φησὶν ὁ λόγος ἐν ἀκαρεῖ τοῦ χρόνου ἅπαν ἀθρόως τὸ τεθνηκός τε καὶ κείμενον, εἰς ἀθανάτου φύσεως κατάστασιν ὑπαμειφθήσεσθαι; Ἀλλὰ καὶ τὰς εὐαγγελικὰς φωνάς, ὡς προδήλους ἅπασιν οὔσας, παρήσομεν. Οὐ γὰρ μόνῳ λόγῳ φησὶν ὁ Κύριος τοὺς νεκροὺς ἀναστήσεσθαι, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν ἐνεργεῖ τὴν ἀνάστασιν, ἀπὸ τῶν ἐγγυτέρων ἡμῖν καὶ ἧττον ἀπιστεῖσθαι δυναμένων τῆς θαυματοποιίας ἀρξάμενος.
Πρῶτον μὲν γὰρ ἐν τοῖς ἐπιθανασίοις τῶν νοσημάτων τὴν ζωοποιὸν δείκνυσι δύναμιν, ἀπελαύνων προστάγματι καὶ λόγῳ τὰ πάθη· εἶτα ἀρτιθανὲς ἐγείρει παιδίον, εἶτα νεανίαν τοῖς τάφοις ἤδη προσκομιζόμενον τῆς σοροῦ διαναστήσας τῇ μητρὶ δίδωσι· μετὰ τοῦτο διαπεπτωκότα ἤδη τετραημέρῳ χρόνῳ τὸν Λάζαρον νεκρὸν ἐξάγει ζῶντα τοῦ τάφου φωνῇ καὶ προστάγματι ζωοποιήσας τὸν κείμενον· εἶτα τὸν ἑαυτοῦ ἄνθρωπον ἥλοις καὶ λόγχῃ διαπεπαρμένον ἐκ νεκρῶν διὰ τρίτης ἡμέρας διανίστησι, τοὺς τύπους τῶν ἥλων καὶ τὴν πληγὴν τῆς λόγχης εἰς μαρτυρίαν τῆς ἀναστάσεως ἐπαγόμενον. Περὶ ὧν οὐδὲν οἶμαι χρῆναι διεξιέναι, μηδεμιᾶς ἀμφιβολίας ἐν τοῖς τὰ γεγραμμένα παραδεδειγμένοις ὑπούσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου