Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (72)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Πέμπτη, 4 Φεβρουαρίου 2021

                                                            Jacob Burckhard

                                                                 ΤΟΜΟΣ 2ος

                                             

IΙ.ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥΣ – 16

     Η μανία που επιβάλλεται από τούς θεούς στους ανθρώπους αποτελεί συνήθως ένα είδος εκδίκησης, ένα μίσος, όπως αυτό τής Ήρας κατά τού Ηρακλή, μια τιμωρία για κάποια λατρευτική παράλειψη, διότι όποιος περιφρονεί τούς θεούς είναι ήδη τρελός· άλλοτε πάλι πρόκειται για μια μεταδοτική νόσο: ένας παρορμητικός και θυελλώδης θεός μπορεί να παρασύρει τούς ανθρώπους σε παραληρηματική διαταραχή. Οι πιστοί, όπως οι οπαδοί τού Διόνυσου, υποκύπτουν στη μανιακή τρέλα.

     Η προσωπικότητα του Διόνυσου διαφέρει απ’ αυτή τών υπόλοιπων θεών, κι ο ίδιος μοιάζει να έχει μιαν εντελώς διαφορετική καταγωγή από τούς υπόλοιπους γιούς τού Δία, τον Ερμή και τον Απόλλωνα, με τον οποίον τον συνέδεσαν μεταγενέστεροι συγγραφείς. Τα χαρακτηριστικά και οι συμπεριφορές του διαφέρουν από τούς υπόλοιπους Ολύμπιους, στους μύθους τών οποίων ελάχιστα εμπλέκεται, παρότι και αυτοί ήταν, όπως φαίνεται, αρχικά φυσικές δυνάμεις, και μάλιστα της γονιμότητας, όπως και ο Διόνυσος. Πάντως σ’ αυτόν αναλογεί το κλήμα, και φαίνεται ότι η λατρεία και οι εορτασμοί που συνδέονται μαζί του υπήρξαν αρχικά πολύ πιο αρχέγονοι και με έναν εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα από αυτούς τών υπολοίπων θεών. Αλλά η σημασία τού Διόνυσου δεν εξαντλείται στη μέθη και την υπερβολή που  προκαλεί ο οίνος· περιλαμβάνει και άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ανταποκρινόμενη σε μια σκοτεινή περιοχή τού αρχαίου βίου, δηλαδή τής ίδιας της ανθρώπινης φύσης, στην οποίαν οι αρχαίοι δεν αναφέρθηκαν ποτέ με σαφήνεια. Ανακαλύπτουμε ανάμεσα στις αρχαίες μορφές τής θείας λατρείας, παράλληλα με τις ικετευτικές, ευχαριστιακές και εξιλαστήριες θυσίες, την τελετουργική επίκληση, την ικεσία κ.ο.κ, τη λατρεία ενός θεού που υποφέρει, πεθαίνει και αναγεννάται, που λατρεύεται με θρήνους και αλαλαγμούς, και που μπορεί να συνεγείρει και να παρασύρει έναν ολόκληρο λαό. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι αυτή η κατάσταση συμβολίζει την ετήσια βλάστηση, η οποία ανάλογα με την εποχή υπόκειται στην καυτή θερμότητα του θέρους ή στην παγωνιά τού χειμώνα, για να αναβιώσει στη συνέχεια· θα μπορούσε όμως επίσης να αντιπροσωπεύει μια ποινή που επιβάλλεται στον θεό για κάποιο αμάρτημα. Αυτός ο θεός, πιθανότατα χαμιτικής προέλευσης, εισέβαλε αργότερα στον ελληνικό βίο με τη μορφή τού Διονύσου που υποφέρει, πεθαίνει και ανασταίνεται, υποχρεώνοντας τους ανθρώπους να συμμεριστούν τα δεινά του. Ως νεκρός, γίνεται ένας από τούς χθόνιους άρχοντες, και η ιδιότητα αυτή προσδίδει στη λατρεία του μιαν ιδιαίτερη όψη, που δεν θα την πραγματευτούμε εδώ· θα περιοριστούμε στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά τής επίγειας δράσης του. 

     Το προσωπείο τού θεού τής γονιμότητας καλύπτει λοιπόν ένα αλλόκοτο ον. Μία από τις προσωποποιήσεις τού (χαμιτικού, όπως πιστεύουμε) πάσχοντος θεού, που είχε προσλάβει στους Φρύγες τής Μικράς Ασίας, αλλά και στους Θράκες, μιαν άγρια, παραληρηματική μορφή, θα μπορούσε να έχει υποκατασταθεί κατά κάποιον τρόπο στον ελληνικό θεό Διόνυσο. Σε συμβολικό επίπεδο αυτό εκφράζεται με τον τοπικό μύθο, σύμφωνα με τον οποίον ο θεός που γεννήθηκε στις Θήβες από τη Σεμέλη και του οποίου η κύηση συμπληρώθηκε μέσα στον μηρό τού Δία, λαμβάνει τη μορφή ξένου εισβολέα, ενός παρείσακτου που επιβάλλεται με τη βία. Είναι γιός ή συνοδός τής φρυγικής Μητέρας τών θεών, που είχε επίσης εισβάλει στην Ελλάδα. «Σ’ αυτήν αρέσουν ο ήχος τών τυμπάνων και των κροτάλων, το τρέμουλο της φλογέρας, αλλά και τα ουρλιαχτά τών λύκων και των λιονταριών με το ορθωμένο τρίχωμα, ο αντίλαλος των βουνών και οι δασώδεις χαράδρες», και ο Διόνυσος εισβάλλει, όπως ακριβώς αυτή η θέα, ακολουθούμενος από μια παραληρούσα συνοδεία και διασπείροντας στους ανθρώπους τη μανία. Η παραφροσύνη δεν καταλαμβάνει μόνον όσους προσβάλλουν τη Μητέρα τών θεών, αλλά και αυτούς που θα ατενίσουν τα μυστήριά της ή θα παρεισφρήσουν στο ιερό της, χωρίς να έχουν προσκληθεί. Και ο ίδιος όμως ο Διόνυσος εμφανίζεται κάποτε ως παράφρων, ύστερα από εντολή τής Ήρας, όπως διηγείται ο μύθος, περιπλανώμενος σε στεριά και θάλασσα για να απαλλαγεί απ’ το μαρτύριό του. Σ’ αυτήν τη θεϊκή φυσιογνωμία αντιστοιχούν οι αποκαλούμενοι τριετήσιοι εορτασμοί, που μας προκαλούν δέος, όχι τόσο για το αμφισβητούμενο θρησκευτικό τους περιεχόμενο, αλλά κυρίως επειδή είχαν την ιδιότητα να ενσπείρουν  στην ψυχή τών Ελλήνων και των Ελληνίδων τη θύελλα εκείνη, στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

     Η συνοδεία αυτού τού θεού τού οίνου, στην οποία προσαρτάται ο λαός μιας ολόκληρης πόλης, μπορεί να συνεγείρεται από μιαν έντονη ευφορία, οι εορτές του να χαρακτηρίζονται από απαστράπτοντα πλούτο, η αναπαράσταση του μύθου του να γεννά την κωμωδία και την τραγωδία, οι μορφές και τα σύμβολα που την απαρτίζουν να διεισδύουν σε μεγάλο βαθμό στη γλυπτική και στο διάκοσμο των έργων τέχνης· αλλά πίσω απ’ όλα αυτά εδρεύει ένα επικίνδυνο πνεύμα, που όχι μόνον εξωθεί, κατά τον μύθο, τις τυφλωμένες Μαινάδες σε κάθε μορφής φρικαλεότητες, αλλά αξιώνει ενίοτε, ακόμη και στους ιστορικούς χρόνους, ανθρωποθυσίες, τιμωρώντας με τη μανία ή με θανατηφόρες ασθένειες όσους αρνούνται να τον τιμήσουν. Σύμφωνα με μιαν αφήγηση, κάποτε Οι κάτοικοι της αιτωλικής Καλυδώνας χτυπήθηκαν κάποτε, σύμφωνα με μιαν αφήγηση, ομαδικά από μανία και άρχισαν να πεθαίνουν μαινόμενοι, επειδή ο έρωτας ενός ιερέα τού Διόνυσου δεν βρήκε ανταπόκριση.

     Αυτός ο Διόνυσος, ο κατά το ήμισυ ελληνικός θεός, διακρίνεται από όλους τούς άλλους, όχι μόνον επειδή εμφανίζεται ως ξένος, ως παρείσακτος, αλλά επειδή απαιτεί φανατικά αναγνώριση και υποταγή· αυτός μόνον επιδεικνύει τέτοια ταραχή και μένος, όταν δεν υπηρετείται πάντοτε και παντού. Η ελληνική θρησκεία δεν απαιτούσε υποταγή, επειδή δεν αναδύθηκε ως αντίδραση σε κάποια προγενέστερη, την οποία θα έπρεπε να καταπολεμήσει· αναδείχθηκε ως αυταξία. Οι υπόλοιποι θεοί οργίζονται μεν όταν παραλείπεται μια θυσία, αλλά ο Διόνυσος απαιτεί άμεσα την πλήρη και ενθουσιώδη προσχώρηση. Μπορεί κανείς με ευκολία να υποθέσει, ότι στο ελληνικό έδαφος σχηματίζονται, κατά το μικρασιατικό πρότυπο, ταραχώδεις ορδές, που όντως δολοφονούν όσους δεν συμμετέχουν.  Αυτοί που δεν πειθαρχούν στον θεό υποβάλλονται, κατά τον μύθο, σε φρικτά αντίποινα: μαινόμενος ο Λυκούργος φονεύει με τσεκούρι τον γιό του νομίζοντας ότι πρόκειται για ένα κλαδί κληματαριάς, ενώ ο λαός του, οι Ηδωνοί, άφησαν τον ίδιον να ποδοπατηθεί μέχρι θανάτου από άγρια άλογα· ο Πενθέας βρίσκει αποτρόπαιο θάνατο από το χέρι της μαινόμενης μητέρας του· ο Λάβδακος των Θηβών είχε παρόμοιο τέλος· οι γυναίκες τού Άργους, που αρνήθηκαν να τιμήσουν τον Διόνυσο, καταλαμβάνονται από μανία και κατασπαράσσουν πάνω στα βουνά τα ίδια τους τα παιδιά· από δολοφονική μανία καταλαμβάνονται και οι τρείς Μαινάδες. Λέγεται πάντως σχετικά, ότι ο Λυκούργος, ο Πενθέας κ.ο.κ. υπήρξαν συμβολισμοί τού χειμώνα· αλλά και κάποιοι άλλοι, όπως ο Αθηναίος Ικάριος και η θυγατέρα του Εριγόνη, είχαν κακό τέλος, παρότι υποτάχθηκαν αμέσως στον θεό, διαιωνίζοντας έτσι την τρομαχτική όψη του.

     «Αλλά όταν οι άνθρωποι αποφάσισαν να τιμήσουν», όπως διηγείται ο Απολλόδωρος, «τον Διόνυσο σαν θεό, τότε εκείνος κάλεσε πίσω τη μητέρα του από τον Άδη, την ονόμασε Θυώνη και ανέβηκε μαζί της στον ουρανό». Αυτή η άνοδος από τα Τάρταρα της Σεμέλης ήταν ίσως από τα βασικά περιεχόμενα του ιερού δράματος των διονυσιακών τελετών.

     Υπάρχουν όμως επίσης και λαμπερές περιγραφές για τον Διόνυσο, και ο Ευριπίδης μοιάζει να είναι περισσότερο ενθουσιώδης στις Βάκχες του από ό,τι σε όλες τις άλλες τραγωδίες του. Την εποχή τών γραμμάτων ο Διόνυσος υπήρξε, σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιαδήποτε άλλη θεότητα, αντικείμενο πολλαπλών ερμηνειών, αλλά και ποιητικών έργων· υπάρχει η Διονυσιάδα τού γραμματικού Πάριου Νεοπτόλεμου, αλλά και πλήθος κειμένων με τους τίτλους Διονυσιακά και  Βασσαρικά, ενώ ακόμη και τον 5ο αιώνα μ. Χ. ο Αιγύπτιος Νόννος συνέθεσε το δικό του μακροσκελές έπος, εμπνευσμένο από τις περιπέτειες του θεού.

    Στο πρόσωπο του Διονύσου ταυτίζονται μυστηριωδώς ο μύθος, η λατρεία και η μορφή τού ίδιου του θεού. Η επίσημη συνοδεία του εικονίζει κατά τρόπο ανάγλυφο τη θριαμβευτική του εισβολή, και η μορφή του αναδύεται πανηγυρικά μέσα απ’ αυτήν. Δεν πρέπει να μας ξενίζει το ότι ο τρόπος που αντιλαμβάνονται οι Έλληνες την παρουσία του είναι εντελώς διαφορετικός από την παρουσία όλων τών υπολοίπων θεών.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: