Συνέχεια από: Τρίτη 2 Μαρτίου 2021
Από τούς Καππαδόκες στόν ψευδο-Διονύσιο τόν Αρεοπαγίτη.
3. Γρηγόριος Ναζιανζηνός.
Ότι είναι ακριβώς η θεωρία τής
θαυμαστής τάξεως τού σύμπαντος αυτή η οποία εμπνέει στον νου τού ανθρώπου την
πεποίθηση τής υπάρξεως τού Θεού, είναι μία ιδέα η οποία διατρέχει πάντοτε την
ελληνική σκέψη. Ούτε και ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός διαφοροποιείται από αυτή την
τάση!
Όπως οι εκπρόσωποι τής πλατωνικής
παραδόσεως Κλήμης και Γρηγόριος Νύσσης, έτσι και ο Μέγας Γρηγόριος γνωρίζει την
εφαρμογή στην Θεολογία, της μεθόδου η οποία βασίζεται στον αποκλεισμό και στην
αφαίρεση (κατ’αφαίρεσιν) και όπως ο Κλήμης, ο Πλωτίνος και ο Γρηγόριος Νύσσης είναι
απολύτως πεπεισμένος τής ανεπάρκειάς της, καθότι δεν μας γνωρίζει αυτό που
είναι ο Θεός αλλά αυτό που δεν είναι. (Ομ. 28,9). Όσον αφορά τις μη-αρνητικές
έννοιες (όρους) τις οποίες κατορθώνει ο νους του ανθρώπου να συλλάβει, αυτές
δεν δείχνουν τις ιδιότητες οι οποίες είναι σύμμορφες στην αληθινή φύση του
Θεού, αλλά το πολύ πολύ να δείχνουν τις πραγματικότητες οι οποίες βρίσκονται
γύρω από Αυτόν. Όπως έχουμε σημειώσει ήδη, της ίδιας άποψης είναι και ο
Ωριγένης και ο Γρηγόριος Νύσσης. Από τα μη-αρνητικά ονόματα, εκείνο που
ταιριάζει περισσότερο στον Θεό από κάθε άλλο-ακόμη και από το όνομα Θεός (το
οποίο προέρχεται από το Θείν, τρέχω (Πλατ. Κρατύλος, 397 d 3-4 και Ομιλία
28,18) – είναι οπωσδήποτε το όνομα ο Ων (αυτός που είναι) τής Εξόδου 3,14 : η
ιδέα τού Είναι φαίνεται να είναι στενά δεμένη στην φύση του Θεού, καθώς περικλείει όλα στον εαυτό του. (Ομιλ. 38,7). Ο Ναζιανζηνός είναι λοιπόν μακριά
από την αρνητική απόχρωση της πρώτης αρχής σαν μη όν ανώτερης από το Είναι,
τυπικής της Θεολογίας του Νεοπλατωνισμού και του ψευδο Διονυσίου. Πέραν τού προσωνυμίου “Αυτός που είναι” ο Θεός δέχεται και άλλα θετικά ονόματα: μπορεί να
ονομασθεί πνεύμα, πυρ, φως, αγάπη, σοφία, δικαιοσύνη, νους, λόγος. Όλες αυτές
οι ονομασίες μαρτυρούνται στην Γραφή, αλλά μερικές εξ ’αυτών βρίσκονται και
στην Ελληνική σκέψη: Έτσι οι όροι πνεύμα, πυρ, σοφία, νους, λόγος, δηλώνουν την
στωική θεϊκή αρχή και οι όροι σοφία, νους, φως, αναφέρονται από τον Πλάτωνα και
τον Πλωτίνο στην υπερβατική αρχή. (Ενν. V,
3.12/ V, 8.5- Πλάτων, Φίληβος 30 C 6, Τίμαιος 39 e 7).
Μία ιδιαίτερη προσοχή αξίζει όμως και
το όνομα νους. Ο Ναζιανζηνός όχι μόνον θεωρεί τον Θεό έναν Νου όπως και οι
υπόλοιποι Καππαδόκες αλλά δέχεται επίσης και την αριστοτελικο-πλωτινική θεωρία
του Θείου Νου που σκέφτεται τον εαυτό του. (Ομ. 40,5, Αριστ. Μετφ. 1072 b 19 και Ενν, V 3.13). Παρότι
την τροποποιεί απορρίπτοντας (σε συμφωνία με τον Ιουστίνο, τον Κλήμη, τον
Ωριγένη και τον Ευσέβιο) την αριστοτελική άρνηση της Θείας Πρόνοιας και
αποδέχεται την νεοπλατωνική ιδέα του Θεού ο οποίος δεν μπορεί να ικανοποιηθεί
με τον δικό του αυτοδιαλογισμό, αλλά κατευθύνει το αγαθό και το διοχετεύει έτσι
ώστε να είναι περισσότερα τα όντα που θα ευνοηθούν). Ας μην ξεχάσουμε επίσης
και το όνομα τεχνίτης, στωικής καταγωγής, παρόντος επίσης και στην Σοφία
Σολομώντος, στον Φίλωνα, στον Πλωτίνο και στον Βασίλειο!
Όμως παρά την ανεπάρκειά τους, ο Γρηγόριος προτιμά τις αρνητικές ιδιότητες (κατηγορήματα) όταν μιλά για την φύση του Θεού, καθότι πολύ καλύτερα από τις θετικές ονομασίες αποκαλύπτουν την υπερβατικότητα του Θεού, ανώτερου από κάθε φύση και ουσία. Έτσι και η Θεολογική του σκέψη, όπως και των άλλων δυο Καππαδοκών Πατέρων, των Αλεξανδρινών και του Φίλωνος, χαρακτηρίζεται από την δυνατή παρουσία αρνητικών χαρακτηριστικών, συνηθισμένων στην Πλατωνική παράδοση! Ο Θεός είναι αθάνατος, άφθαρτος, αδιάλυτος, αναλλοίωτος, απλός, χωρίς σύνθεση και πρόσμιξη αμέτρητος, απερίγραπτος, άπειρος, αόριστος, άμορφος, άφθαστος, αόρατος, ανώτερος του χρόνου και του χώρου, της κινήσεως, ακατανόητος, άρρητος, χωρίς ονόματα, απαθής, ασύγκριτος, χωρίς σχέσεις με τα άλλα όντα, χωρίς ποιότητα και ποσότητα. Η ιδιότητα άναρχος, παρότι εφαρμόζεται σε όλη την Θεότητα, μαζί με το παράλληλο “χωρίς τέλος”, ταιριάζει και λέγεται με την απόλυτη σημασία της μόνον στον Πατέρα και μόνον με μία ιδιαίτερη σημασία μπορεί να αναφερθεί στα άλλα δύο πρόσωπα της Τριάδος. Αναλογικώς η ιδιότητα αγέννητος αναφέρεται απολύτως μόνον στον Πατέρα και μόνον με ιδιαίτερη σημασία στο Άγιο Πνεύμα, ενώ εξαιρείται ο Υιός. (Ομιλ. 29,11, 25, 16, 31,8)[Ερμηνεύοντας το Ιωάν. 1,3 : Πάντα δι’αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν, ο Ευνόμιος πατώντας στο πάντα δι’αυτού εγένετο, προσπάθησε να αποδείξει ότι το Άγιο Πνεύμα εδημιουργήθη διά του Υιού. Ο Γρηγόριος επιμένει όμως ότι ο Ιωάννης λέει πάντα όσα έγιναν και δεν λέει απλώς πάντα! Ετσι τό Αγιο Πνεύμα δέν μπορεί νά δημιουργήθηκε μέσω τού Υιού, όπως όλα τά όντα).
Όσον αφορά την αγνωσία του Θεού, ο
Γρηγόριος δεν διστάζει να πάρει θέση απέναντι στην σκέψη τής πλατωνικής
παράδοσης σε διαφορετικές ομιλίες. Στην ομιλ. 28, αναφερόμενος στο γνωστό χωρίο
τού Τίμαιου “είναι δύσκολο να βρούμε τον τεχνίτη και τον Πατέρα αυτού του
σύμπαντος και ακόμη και αν τον βρούμε είναι δύσκολο να μιλήσουμε περί αυτού σε
όλους” (Τιμ. 28 c 3-5). Και αφού το παρέφρασε, (είναι δύσκολο νοείν τον Θεό
και να μιλήσεις αδύνατον) τροποποίησε το συμπέρασμα λέγοντας ότι κατά την γνώμη
του, εάν είναι αδύνατον να μιλήσουμε για τον Θεό, είναι ακόμη πιο δύσκολο να
τον σκεφθούμε και στην ομιλ. 38 δηλώνει ότι μόνον ο νους του ανθρώπου μπορεί να
δώσει ένα σκίτσο του Θεού, και μάλιστα Χλωμό και μέτριο (Ομιλ. 38,7). Αυτή του
η φράση αντιπροσωπεύει μία διόρθωση της νεοπλατωνικής θεωρίας την οποία
υιοθέτησαν οι απολογητές του 2ου αιώνος, σύμφωνα με την οποία ο Θεός
γνωρίζεται μόνον μέσω του νου. (Οι απολογητές υπολογίζοντας τον Θεό σαν τον
υπέρτατο νου, έδρα των ιδεών-σκέψεων, ανέφεραν στον Θεό όσα ο Πλάτων
ισχυρίσθηκε σχετικά με την γνώση των ιδεών (Φαίδων 66 α 1-3, Τίμαιος 28 α 1). Ο
Γρηγόριος έχει έναν προκάτοχο στον Φίλωνα, ο οποίος είχε αρνηθεί αυτή την
θεωρία δηλώνοντας αποφασιστικά ότι ο Θεός δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί ούτε
μέσω του Νου. Αυτή την θέση τροποποιεί ελαφρώς ο Γρηγόριος.
Σε τέλεια συμφωνία με τον Γρηγόριο Νύσσης, ο Γρηγόριος, θέτει σε στενή σχέση την αγνωσία τού Θεού με την απειρότητά του: ο Θεός είναι άγνωστος καθότι άπειρος και ταυτόσημος με την απειρότητα! (Ομιλ. 38, Κεφ. 7). Άπειρος και αόριστος Ωκεανός τού Είναι, υπερβαίνει κάθε όρο ο οποίος συναρτάται με τον χρόνο και την φύση και είναι αντικείμενο θαυμασμού ακριβώς λόγω του ακατανοήτου του. Αυτής της άπειρης αρχής τής τόσο δύσκολα θεωρούμενης μία όψης της μόνον είναι εφικτό να αποκτήσουμε μιά της ιδέα, τήν απειροσύνη. [Αυτό το πέλαγος ουσίας της 38,7 προέρχεται από τον Πλάτωνα Συμπόσιο 210 d 4, Πέλαγος…του Καλού]. Όπως δε και για τους άλλους Καππαδόκες το άρρητο του Θεού συνεπιφέρει την αναγκαιότητα να τον δοξάσουμε με την σιωπή!
Στην Θεολογία του Γρηγορίου είναι σημαντικός και ο κοσμικός ρόλος
του Θεού, ο οποίος δημιουργεί το πάν με την θέλησή Του (ομιλ. 20,9). Κρατά μαζί
ενωμένα όλα τα όντα, διασχίζει το πάν και πληρώνει το πάν με τον εαυτό του. Η
ιδέα τής εξαρτήσεως τής δημιουργίας από την θέληση τού Θεού, τονισμένη από τον
Κλήμη, παρουσιάζεται και στους άλλους δύο Καππαδόκες και στον ψευδο-Διονύσιο:
Εδώ δε οφείλουμε να θυμίσουμε την στωική θεωρία τού ρόλου της Θείας δύναμης η
οποία ενυπάρχει στο σύμπαν, η οποία παρουσιάζεται και στην Σοφία Σολομώντος. Στωική
και Πλατωνική είναι η ιδέα ότι ο Θεός εγχέει, εμφυσά σε όλα τα όντα την λογική
τους αρχή. (Ομιλ. 28,16. Σχετικά με τους σπερματικούς λόγους, Πλωτίνος, Ενν. IV, 3,10 όπως και
για την anima mundi. Η χορήγηση στα όντα της ουσίας τους (ομιλ. 28,6) εκφράζει
την ίδια ιδέα! Είναι γνωστή επίσης και η Αριστοτελικο-Πλωτινική ιδέα του Θεού
σαν αντικείμενο τής επιθυμίας εκ μέρους όλων των όντων. (Ομιλ. 21,1. Και ο
Αριστοτελικός όρος ορεκτόν εμφανίζεται στην ομιλ. 21,1 και 28,6).
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου