Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Tα πειράματα στο CERN και το σωματίδιο Higgs : Θεωρίες της Φυσικής και Βιβλική Κοσμολογία σε θέση αντίθεση και σύνθεση - Τακαρίδης Γεώργιος (24)

Συνέχεια από: Δευτέρα, 17 Αυγούστου 2020

III. «Ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος…»

«Ὅπερ ἶσόν ἐστι τῷ λέγειν, ὅτι ἦν, καὶ οὐκ ἦν· οὐ γάρ που συνδεδραμήκεισαν περὶ αὐτὴν αἱ ποιότητες· …Καὶ διὰ τοῦ ἀκατασκεύαστον ὀνομάσαι, νοεῖν δίδωσι τὸ μήπω αὐτὴν πεπυκνῶσθαι ταῖς σωματικαῖς ἰδιότησιν»308
Άγιος Γρηγόριος Νύσσης


Από όσα προηγήθηκαν κατέστη σαφές πως η ορθόδοξη ερμηνευτική παράδοση στην Βιβλική διήγηση της Γενέσεως, ως γη στην έκφραση ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, ερμηνεύει την ουσία της γης εφοδιασμένη με όλες τις ποιότητες – ιδιότητες, δηλαδή τα πρωταρχικά εκείνα δομικά στοιχεία της ύλης, που δυνάμει είναι γη – ύλη, αλλά δεν έχουν ακόμη περάσει στην κατάσταση του ενεργεία. Στην προηγούμενη παράγραφο καταλήξαμε με την παρουσίαση των θέσεων του Μεγάλου Βασιλείου ότι δεν είναι δυνατόν να απομονωθούν οι ποιότητες – ιδιότητες της ουσίας της ύλης, διότι πάντα τὰ περὶ αὐτὴν θεωρούμενα εἰς τὸν τοῦ εἶναι κατατέτακται λόγον, συμπληρωτικὰ τῆς οὐσίας ὑπάρχοντα309, και διότι ἐὰν ἀποστήσῃς τὰς ἐνυπαρχούσας αὐτῇ ποιότητας, οὐδὲν ἔσται τὸ ὑποκείμενον310. Οι δυνάμεις – δυνατότητες επομένως με τις οποίες είναι προικισμένη η κάθε ουσία δεν αποτελούν επιμέρους συστατικά της, ούτε αποτελούν επιμέρους ουσίες, στις οποίες θα μπορούσε περαιτέρω να διαιρεθεί η ουσία αυτή· απεναντίας είναι εκείνα τα στοιχεία που συναποτελούν την ουσία και την φανερώνουν, την γνωστοποιούν, την κοινοποιούν, όταν από το δυνάμει περάσουν στο ενεργεία· η απόθεση δε των δυνάμεων αυτών στην ουσία των όντων δεν γίνεται εκ των υστέρων, δηλαδή δεν γενάται πρώτα η ουσία και στη συνέχεια εφοδιάζεται με δυνάμεις, αλλά ταυτόχρονα με την γένεση της ουσίας και οι δυνάμεις εἰς τὸν τοῦ εἶναι κατατέτακται λόγον, συμπληρωτικὰ τῆς οὐσίας ὑπάρχοντα311. Έτσι εξηγεί ο Άγιος Βασίλειος ότι, όταν στην αρχή ο Θεός εποίησε τον ουρανό και την γη, δεν κατασκεύασε μέρος του καθενός, αλλά ολόκληρο τον ουρανό και ολόκληρη την γη, δηλαδή οι ιδιότητές τους συνελήφθησαν μαζί με τις ουσίες τους312. Βέβαια ολοκληρος ο ουρανός και ολόκληρη η γη κατασκευάστηκαν δυνάμει και όχι ενεργεία· έτσι για τον Άγιο αν η γη είναι αρχικά ακατασκεύαστη προφανώς και ο ουρανός ήταν ακατασκεύαστος, εφόσον δεν είχε πάρει ακόμη την οριστική του μορφή313.
Την ίδια θέση υποστηρίζει και ο Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος στα Δογματικά του Έπη, στο έργο του Περί Κόσμου. Με ποιητικό και γλαφυρό τρόπο αναφέρει: ύλη ποιος είδε άμορφη κι άϋλη μορφή ποιος ξέρει; Του νου με τα γυρίσματα πολύ κι ας έχει ιδρώσει; Τ’ άχρωμο σώμα πουθενά, τ’ ασώματο ούτε χρώμα. Ποιος είναι αυτός που χώρισε τα όσα η φύση έχει δέσει; Μα ωστόσο ας τα χωρίσουμε. Κι άσμιχτα –πε– μου αν ήσαν ολότελα, πώς δέθηκαν σ’ ένα και ποιος ο κόσμος; Τα πάντα στέκουν χωριστά στον αιώνα; Μα αν σμιχτά είναι πώς σμίξαν; Και ποιος τα ‘σμιξεν αν όχι ο Θεός; Μα αν είναι ο Θεός που τα ‘δεσεν, αυτόν χτίστη τους λόγιασέ τον314. Επιμένουν οι Άγιοι του Θεού στην άποψη αυτή, διότι είχαν να αντιμετωπίσουν την φιλοσοφική άποψη που υποστήριζε ότι η ύλη προϋπήρχε από πάντα, δηλαδή ότι είναι συναΐδια του Θεού, όπως από πάντα υπήρχαν και τα είδη και οι ιδέες και οι μορφές. Έτσι, ο Θεός βρήκε έτοιμα τα δομικά συστατικά· την ύλη στην κατάσταση του απολύτως απροσδιόριστου γίγνεσθαι, τις μορφές από τον κόσμο των ιδεών, και ως καλός τεχνίτης μορφοποίησε την ύλη και δημιούργησε τον κόσμο. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, που συναντάται στον Τίμαιο του Πλάτωνα, η δημιουργία δεν πραγματοποιείται εκ του μηδενός. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιεί ο Θεός προϋπάρχει, εφόσον παρέλαβε όλα όσα ήταν ορατά και ποτέ δεν ησύχαζαν, αλλά βρίσκονταν σε άτακτη και ακανόνιστη κίνηση, και τα έβαλε από την αταξία στην τάξη315. Η ακατασκεύαστη ύλη σ’ αυτήν την προκοσμική κατάσταση της απόλυτης χαοτικής αταξίας και του απροσδιορίστου γίγνεσθαι δεν έχει ιδιότητες, σχήμα, μορφή· ανήκει έτσι στην κατάσταση των μη όντων. Μετά την επέμβαση του θείου δημιουργού μπαίνει σε τάξη και «γίνεται κάτι», μετέχει σε μια σχετική σταθερότητα, περνάει στην περιοχή των γιγνομένων316.
Η Βιβλική τοποθέτηση και η ορθόδοξη Πατερική ερμηνευτική προσέγγιση δέχεται την γη αρχικά ως ακατασκεύαστη, ως άμορφη, μόνον με την έννοια ότι δεν έχει πάρει ακόμη την οριστική της μορφή· αυτήν την έχει δυνάμει, αλλά όχι ακόμη ενεργεία. Ο Μέγας Βασίλειος αυτήν την κατάσταση της άμορφης ύλης των φιλοσόφων, την «ἄποιο» ή «ἀνείδεο» ύλη, την χωρίς ιδιότητες, την χαρακτηρίζει ως ύλη της ἐσχάτης ἀμορφίας, τοῦ ἀδιατύπωτου αἶσχους317. Κατά τον Άγιο ο Θεός δεν δημιουργεί άποιες ή ανείδεες ύλες, αλλά εξ αρχής την φύση των όντων, δηλαδή ολοκληρωμένες δυνάμει υπάρξεις318. Οι υπάρξεις αυτές –ουσία και ιδιότητες μαζί– εξ αρχής βρίσκονται στο γίγνεσθαι και εξελισσόμενες σταδιακά μέσα στον χρόνο εμφανίζουν ενεργεία αυτό που ενυπάρχει μέσα τους από καταβολής τους.
Η σύγχρονη Επιστήμη των Στοιχειωδών σωματιδίων, τόσο στο επίπεδο της Θεωρητικής, όσο και σ’ αυτό της Πειραματικής Φυσικής, που ασχολείται με ό,τι στοιχειωδέστερο μπορεί να ανιχνεύσει και να κατανοήσει ο άνθρωπος, όχι μόνον δεν διαπιστώνει πως υπάρχει «άποιος» στοιχειώδης ύλη, αλλά απεναντίας ότι το κάθε στοιχειώδες σωματίδιο είναι εφοδιασμένο με μία πληθώρα κβαντικών αριθμών, που δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε άλλο παρά ένα σύνολο διαφορετικών ιδιοτήτων, με τις οποίες είναι εφοδιασμένο το κάθε σωματίδιο. Το εντυπωσιακότερο δε στην υπόθεση αυτή είναι ότι πλέον οι κβαντικοί αριθμοί εισάγονται για να καλύψουν αρχικά μία μαθηματικής, δηλαδή θεωρητικής φύσης ανάγκη και στη συνέχεια επιβεβαιώνονται πειραματικά. Αρκεί να θυμίσουμε ως ένα απλό παράδειγμα, ότι τόσο τα κουάρκς, όσο και η επιπλέον ιδιότητα του χρωματικού φορτίου, που αυτά φέρουν, προέκυψαν αρχικά ως αφηρημένες μαθηματικές οντότητες, από την ανάγκη να βρεθούν κάποιες κανονικότητες, και να ερμηνευτούν τα πολλά διαφορετικά σωματίδια και οι συμπεριφορές τους, που ανιχνεύονταν στην κοσμική ακτινοβολία και στους μεγάλους επιταχυντές. Η επίμονη προσπάθεια σε θεωρητικό και πειραματικό επίπεδο επιβεβαίωσε την αλήθεια της ύπαρξής τους, αλλά ταυτόχρονα και την αλήθεια ότι οι κβαντικοί αριθμοί, που αποτελούν την ταυτότητα του σωματιδίου δεν μπορούν να νοηθούν ερήμην του, ούτε όμως και κανένα σωματίδιο μπορεί να στερείται κβαντικών αριθμών – ιδιοτήτων. Εάν δώσουμε ένα σύνολο κβαντικών αριθμών – ιδιοτήτων περιγράφουμε συγκεκριμένο σωματίδιο, και το αντίθετο. Εάν πάλι δώσουμε λιγότερους κβαντικούς αριθμούς, δεν μπορούμε να μιλάμε για σωματίδιο· ούτε βέβαια μπορούν να διαχωριστούν οι ιδιότητες. Κάθε αριθμός εκφράζει κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα, διαφορετική από όλες τις άλλες, αλλά δεν μπορεί να αποσπαστεί ο ένας ή κάποιοι από τους αριθμούς αυτούς και να συνεχίζει να υπάρχει αυτόνομα είτε ο αριθμός – ιδιότητα είτε το σωματίδιο. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να απομονωθεί η ιδιότητα επί παραδείγματι του ηλεκτρικού φορτίου ενός ηλεκτρονίου από την ουσία του ηλεκτρονίου που φέρει το φορτίο αυτό, ή η μάζα του να αποσπαστεί από το ίδιο το σωματίδιο και να συνεχίζει να υφίσταται είτε η μάζα από μόνη της, είτε το σωματίδιο χωρίς την μάζα του.
Ο Μέγας Βασίλειος διατυπώνει την παραπάνω αλήθεια λέγοντας πως ἐὰν ἀποστήσῃς τὰς ἐνυπαρχούσας αὐτῇ ποιότητας, οὐδὲν ἔσται τὸ ὑποκείμενον319 και ότι η ουσία των όντων «συλλαμβάνεται» μαζί με τις ιδιότητές της320. Έτσι η φύση αποκτά δυναμικό χαρακτήρα. Η γη είναι αρχικά ακατασκεύαστη αλλά έχει την δυνατότητα για τη σταδιακή της τελείωση, εφόσον οι δυνάμεις – ιδιότητες εναποτέθηκαν μέσα της, ενυπάρχουν σ’ αυτήν. Με τον τρόπο αυτό δημιουργημένη η γη δεν είχε φέρει στο ενεργεία τίποτε από αυτά που έμελλε να αποκτήσει, αλλ’ εγκυμονούσε όλα όσα υπάρχουν πάνω σ’ αυτήν, επειδή ο Δημιουργός τής είχε εναποθέσει την δύναμή του, ανέμενε δε τον χρόνο που έπρεπε να περάσει, ώστε με το πρόσταγμα του Θεού να φανερώσει αυτά που εγκυμονούσε321.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να θυμίσουμε πως σύμφωνα με τις απόψεις της σύγχρονης Φυσικής οι ετερότητες δημιουργούνται, όταν από καταστάσεις αρχικά απολύτως συμμετρικές, για κάποιον λόγο έχουμε ρήξη της αρχικής συμμετρίας. Οι αρχικά συμμετρικότερες καταστάσεις είναι ενεργειακά υψηλότερες από αυτές που προκύπτουν μετά την ρήξη της συμμετρίας. Τότε, στις νέες διακριτές καταστάσεις, εμφανίζονται σωματίδια με ιδιότητες, οι οποίες προϋπήρχαν ως αφανείς δυνατότητες στα αρχικά ενεργειακότερα σωματίδια, που δεν ήταν δυνατόν να διακριθούν ως διαφορετικά. Έτσι μετά τη ρήξη της συμμετρίας δε γεννώνται οι νέες ιδιότητες, αλλά αναδύονται οι ήδη προϋπάρχουσες. Θυμίζουμε το παράδειγμα του κέρματος στο οποίο η όψη «κορώνα» ή η όψη «γράμματα» δε γεννήθηκε με την κρούση του κέρματος στο έδαφος. Προϋπήρχαν και οι δύο αλλά δεν διακρίνονταν λόγω της υψηλής ενεργειακής κατάστασης του κέρματος. Το ίδιο ισχύει και στο παράδειγμα του σιδηρομαγνητικού υλικού. Τα άτομα δίπολα του υλικού, που αλληλεπιδρούν με μαγνητικές δυνάμεις, δεν αποκτούν την μαγνητική τους ιδιότητα μόλις περάσουμε το κατώφλι που λέγεται σημείο Curie· την ιδιότητα την έχουν από πριν αλλά αυτή δεν εκδηλώνεται, διότι κάποιος άλλος παράγοντας, που είναι η υψηλή τους κινητικότητα λόγω υψηλής θερμοκρασίας, δεν επιτρέπει την εκδήλωσή της. Μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν εκδηλώνεται η προϋπάρχουσα ή καλύτερα η ενυπάρχουσα στη φύση των πραγμάτων ιδιότητά τους. Έτσι διαπιστώσαμε πως οι ιδιότητες των πραγμάτων ενυπάρχουν σ’ αυτά «δυνάμει» και περνούν στο «ενεργεία», όταν οι κατάλληλες συνθήκες το επιτρέψουν. Διαπιστώσαμε ακόμα πως οι ετερότητες που προκύπτουν μετά τη ρήξη της συμμετρίας δεν διαφέρουν στην ουσία τους, εφόσον προέρχονται από την ίδια φυσική οντότητα που εμπεριείχε τη διάκριση ως μία εν δυνάμει ιδιότητα. Αναγνωρίστηκαν έτσι οι συμμετρίες ως το βαθύ περιεχόμενο της φυσικής πραγματικότητας και οι ρήξεις τους ως ο γενετικός κώδικας βάσει του οποίου από το ίδιο, το ομοιόμορφο, το συμμετρικό, γεννώνται και αναδεικνύονται οι ετερότητες στη φύση.
Ας επιστρέψουμε τώρα στην θέση του Αγίου Βασιλείου που λέει ότι η γη δεν είχε φέρει στο ενεργεία τίποτε από αυτά που έμελλε να αποκτήσει, αλλ’ εγκυμονούσε όλα όσα υπάρχουν πάνω σ’ αυτήν, επειδή ο Δημιουργός τής είχε εναποθέσει την δύναμή του, ανέμενε δε τον χρόνο που έπρεπε να περάσει, ώστε με το πρόσταγμα του Θεού να φανερώσει αυτά που εγκυμονούσε322. Το ζυγωτό κύτταρο που προκύπτει μετά την γονιμοποίηση ενός ωαρίου από ένα σπερματοζωάριο έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει έναν ολόκληρο νέον οργανισμό. Γι΄αυτόν το λόγο το ζυγωτό θεωρείται κύτταρο ολοδύναμο, δηλαδή φέρει όλες εκείνες τις δυνάμεις, που σταδιακά θα οδηγήσουν στην γέννηση ενός νέου ανθρώπου. Οι αρχικές διαιρέσεις του ζυγωτού μέσα στις πρώτες ώρες μετά την γονιμοποίηση δίνουν νέα κύτταρα ολοδύναμα που είναι απολύτως όμοια μεταξύ τους και το καθένα από αυτά θα μπορούσε κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες να δημιουργήσει νέα ανεξάρτητη ζωή. Δημιουργείται επομένως ένα σύνολο όμοιων ολοδύναμων κυττάρων, που αντιστοιχεί σε μία συμμετρική εικόνα. Λίγες μόλις ημέρες μετά, η αρχική συμμετρία έχει σπάσει και τα νέα κύτταρα είναι ήδη διαφοροποιημένα ως εγκεφαλικά, καρδιακά, μυϊκά… Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται μέσα από μία αυστηρή νομοτέλεια, για να φτάσουμε στο τέλος στο θαύμα της γέννησης μιας νέας ζωής. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει, τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον Άγιο Βασίλειο και με την Δημιουργία του σύμπαντος κόσμου. Ο Θεός με την δημιουργική Του δύναμη έφερε εκ του μη όντος –εκ του μηδενός– στην ύπαρξη ολόκληρη την Δημιουργία και της εναπέθεσε την δύναμή του, τους λόγους όλων των όντων, ώστε μετά από τις εκάστοτε ωδίνες και κατά την φυσική ακολουθία να έρχονται από το δυνάμει στο ενεργεία όλα τα όντα.
Πάνω στην ίδια ερμηνευτική γραμμή και με ιδιαίτερη ενάργεια τοποθετείται και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Θεωρεί πως τα πάντα δημιουργήθηκαν με την πρώτη ορμή του θελήματος του Θεού δυνάμει, σαν να καταβλήθηκε μία σπερματική δύναμη· ενεργεία όμως ακόμη τίποτε δεν υπήρχε323. Έτσι ο χαρακτηρισμός ακατασκεύαστος σημαίνει πως η γη ήταν και δεν ήταν. Διότι δεν είχαν συνδράμει ακόμα γύρω της οι ποιότητες. Και απόδειξη αυτής της άποψης είναι ο λόγος που λέει πως αυτή ήταν αόρατη. Το αόρατο δεν είναι χρώμα· το δε χρώμα εμφανίζεται ως απορροή από την επιφάνεια ενός σχήματος και το σχήμα δεν υφίσταται χωρίς σώμα. Αν λοιπόν ήταν αόρατο, θα ήταν οπωσδήποτε και αχρωμάτιστο. Με τούτο συμβαδίζει το ασχημάτιστο και μ’ εκείνο το ασώματο324. Ασώματη, χωρίς σώμα, χωρίς μάζα, χωρίς ύλη, αποκαλεί την γη της Βιβλικής διήγησης στο ἐν ἀρχῇ της Γενέσεως ο Άγιος του Θεού, διότι δεν είχαν εκδηλωθεί ακόμα όλες οι ιδιότητές της· όχι πως δεν υπήρχαν, εφόσον ο ίδιος δηλώνει πως ἐν ἀκαρεῖ δημιουργήθηκαν τα πάντα. Στην κατάσταση όμως που βρισκόταν η γη, ήταν και δεν ήταν γη· δεν παίζει με τις λέξεις ο Άγιος, αλλά ακριβολογεί, διότι ο σπόρος δεν είναι ακόμη φυτό ενεργεία, αλλά δυνάμει. Έτσι λοιπόν το «αόρατη» δεικνύει πως δεν είχε φανερωθεί καμμία ποιότητα γύρω της, και το «ακατασκεύαστη» επιτρέπει να εννοήσουμε ότι αυτή δεν είχε πυκνωθεί ακόμη με τις σωματικές ιδιότητες325.
Στο σημείο αυτό καλό είναι να κάνουμε μία σύντομη υπενθύμιση του μηχανισμού Higgs. Παρομοιάσαμε το Σύμπαν με μια λίμνη και το πεδίο Higgs με το νερό της λίμνης326. Στα πρώτα μικροκλάσματα του δευτερολέπτου μετά την Μεγάλη Έκρηξη η θερμοκρασία του Σύμπαντος ήταν τόσο υψηλή, ώστε τα μόρια του νερού – πεδίου να βρίσκονται σε αέρια κατάσταση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όλα τα υλικά σωματίδια να κινούνται ελεύθερα στο χώρο χωρίς να βρίσκουν το παραμικρό εμπόδιο στην κίνησή τους και έτσι να συμπεριφέρονται ως άμαζα – άϋλα, όπως τα φωτόνια. Όταν η θερμοκρασία έπεσε κάτω από μία συγκεκριμένη τιμή συνέβη η πρώτη αυθόρμητη ρήξη συμμετρίας. Το νερό της λίμνης, από την κατάσταση των υδρατμών, συμπυκνώθηκε και πέρασε στην υγρή κατάσταση. Με τον τρόπο αυτό στα μέχρι εκείνη τη στιγμή ελεύθερα κινούμενα σωματίδια, λόγω της ατμώδους κατάστασης του νερού της λίμνης, ξαφνικά εμφανίστηκε το νερό που στάθηκε εμπόδιο στην κίνησή τους. Το κάθε σωματίδιο ανάλογα με το βαθμό δυσκολίας που συνάντησε επιβραδύνθηκε, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί πλέον η ιδιότητα της μάζας του, η οποία υπήρχε «δυνάμει» στο κάθε σωματίδιο και εκδηλώθηκε στο «ενεργεία», όταν οι συνθήκες έγιναν κατάλληλες. Έτσι παρατηρούμε πως στην ερμηνεία του μηχανισμού τα υλικά σωματίδια – «η γη» της Γενέσεως – είναι αρχικά άμαζα, ασώματα, ενώ στη συνέχεια με την «πύκνωση» του πεδίου Higgs «πυκνώνονται» και αυτά και εμφανίζουν την ιδιότητα της μάζας τους ως την πρώτη ένδειξη της υλικότητάς τους στο επίπεδο της ανθρώπινης αντίληψης.
Συνεχίζοντας την ανάπτυξη της σκέψης του ο Άγιος Γρηγόριος παραπέμπει στις μεταφράσεις της Γενέσεως από την Εβραϊκή γλώσσα στην Ελληνική του Συμμάχου και του Θεοδοτίωνα. Ο Σύμμαχος την έκφραση «ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος» την μεταφράζει «ἡ δὲ γῆ ἦν ἀργὸν καὶ ἀδιὰκριτον». Κατά την άποψη του Αγίου η λέξη ἀργὸν δηλώνει ότι πράγματι η γη δεν υπήρχε ακόμη εν ενεργεία, αλλά μόνο εν δυνάμει είχε την ύπαρξή της. Η δε λέξη ἀδιὰκριτον δηλώνει ότι δεν είχαν αποσπαστεί οι ποιότητες η μία από την άλλη και δεν αναγνωριζόταν χωριστά η καθεμία μόνη της, αλλά το σύνολο βλεπόταν σε κάποια συγκεχυμένη και αδιάκριτη ποιότητα, χωρίς να υπάρχει καθεαυτό ούτε χρώμα, ούτε σχήμα, ούτε όγκος, ούτε βάρος, ούτε μέγεθος, ούτε τίποτε άλλο παρόμοιο. Ο Θεοδοτίωνας την έκφραση «ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος» την μεταφράζει «ἡ δὲ γῆ ἦν κένωμα καὶ οὐθὲν». Για τον Άγιο Γρηγόριο οι δύο λέξεις έχουν επί της ουσίας το ίδιο περιεχόμενο. Διότι με τη λέξη «κὲνωμα» δηλώνει την χωρητική δύναμη των ποιοτήτων, ώστε με αυτό να μάθουμε ότι ο κτίστης του σύμπαντος προκατέλαβε δεκτική δύναμη ποιοτήτων· ήταν δε αυτή η γη κενή και δεν είχε τίποτε μέσα της πριν συμπληρωθεί με τις ποιότητες327.
Διαβάζοντας κανείς αυτές τις τελευταίες θέσεις του Αγίου Γρηγορίου δε μπορεί να μη θαυμάσει την καθαρότητα και την δύναμη της σκέψης του. Δημιουργείται η εντύπωση πως διαβάζει διατυπώσεις της σύγχρονης Φυσικής περί της συμμετρίας και της ρήξης της με ορολογία της εποχής του Αγίου που δεν υπολείπεται νοηματικά της αντίστοιχης σύγχρονης. Η κατάσταση της συμμετρίας στην σύγχρονη ορολογία είναι εκείνη κατά την οποία υπάρχει κατά κάποιον τρόπο απόλυτη ομοιομορφία και δεν μπορεί να διακριθεί κάτι το διαφορετικό. Έτσι, στο παράδειγμα του σιδηρομαγνητικού υλικού, ενώ τα άτομα – δίπολα του υλικού φέρουν την ιδιότητα του μαγνητισμού, εν τούτοις οι τυχαίοι προσανατολισμοί προς όλες τις κατευθύνσεις λόγω πολύ υψηλής θερμοκρασίας – ενεργειακού περιεχομένου, δεν «επιτρέπουν» στο υλικό να εμφανίσει μακροσκοπικά την ιδιότητα του μαγνητισμού· απεναντίας μακροσκοπικά εμφανίζεται να μην έχει αυτήν την ιδιότητα. Όταν όμως οι συνθήκες το επιτρέψουν, δηλαδή η θερμοκρασία πέσει κάτω από την θερμοκρασία Curie, τότε «επιτρέπεται» στα στοιχειώδη δίπολα να εκδηλώσουν την ιδιότητά τους αυτή και το υλικό να εμφανίσει και σε μακροσκοπικό επίπεδο την ιδιότητά του αυτή. Ο Άγιος Γρηγόριος στην γλώσσα της εποχής του λέει πως δεν είχαν αποσπαστεί οι ποιότητες η μία από την άλλη και δεν αναγνωριζόταν χωριστά η καθεμία μόνη της, αλλά το σύνολο βλεπόταν σε κάποια συγκεχυμένη και αδιάκριτη ποιότητα, χωρίς να υπάρχει καθεαυτό ούτε χρώμα, ούτε σχήμα, ούτε όγκος, ούτε βάρος, ούτε μέγεθος, ούτε τίποτε άλλο παρόμοιο, ενώ στην συνέχεια έχοντας εν δυνάμει τις ιδιότητες ενυπάρχουσες μέσα τους, την κατάλληλη στιγμή εκδηλώνεται και ενεργεία, οπότε και τις κοινοποιούν, τις εμφανίζουν. Η ερμηνεία του μηχανισμού Higgs είναι μία ακόμα επιβεβαίωση αυτής της αλήθειας, δίνοντας και μία επιπλέον ένδειξη εγγύτητας των δύο προσεγγίσεων. Κατά την ρήξη της συγκεκριμένης συμμετρίας που έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση της ιδιότητας της μάζας, έχουμε την πρώτη –κατά τις ανθρώπινες αισθήσεις και αντίληψη– εμφάνιση ιδιότητας που «ενυλώνει», «σωματοποεί», «σαρκώνει» την γη της Βιβλικής διήγησης.


Σημειώσεις
308. Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, όπ. παρ, PG 44, 80Α, ΕΠΕ 5, 278, 2 – 4, 15 – 16.

309. Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 21Α, ΕΠΕ 4, 50.

310. Όπ. παρ., PG 29b, 21Β, ΕΠΕ 4, 50.

311. Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 21Α, ΕΠΕ 4, 50.

312. «Ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν· οὐκ ἐξ ἡμισείας ἑκάτερον, ἀλλ᾿ ὅλον οὐρανὸν καὶ ὅλην γῆν, αὐτὴν τὴν οὐσίαν τῷ εἴδει συνειλημμένην. Οὐχὶ γὰρ σχημάτων ἐστὶν εὑρέτης, ἀλλ᾿ αὐτῆς τῆς φύσεως τῶν ὄντων δημιουργός». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 33Β, ΕΠΕ 4, 72, δ΄.

313. «Τὰ αὐτὰ δὲ ταῦτα κἂν περὶ οὐρανοῦ εἴποιμεν· ὅτι οὐκ ἐξείργαστο οὔπω οὐδὲ αὐτὸς, οὐδὲ τὸν οἰκεῖον ἀπειλήφει κόσμον, ἅτε μήπω σελήνῃ μήτε ἡλίῳ περιλαμπόμενος, μηδὲ τοῖς χοροῖς τῶν ἄστρων κατεστεμμένος. Οὔπω γὰρ ταῦτα ἐγεγόνει. Ὥστε οὐχ ἁμαρτήσεις τῆς ἀληθείας, κἂν τὸν οὐρανὸν ἀκατάσκευον εἴπῃς». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 29Β, ΕΠΕ 4, 66.

314. «Τίς δ’ ὕλην ποτ’ ὄπωπεν ἀνείδεον, ἢ τίς ἄϋλον μορφὴν, καὶ μάλα πολλὰ νόου στροφάλιγξι μογήσας; Οὐδὲ γὰρ ἄχροον εὗρον ἐγὼ δέμας, ἤ τιν’ ἄσωμον Χροιήν. Τίς διέκρινεν ἃ μὴ φύσις, εἰς ἓν ἄγουσα; Ἀλλ’ ἔμπης τέμνωμεν· ἄθρει δέ μοι, εἰ μὲν ἄμικτα πάμπαν ἔην, πῶς εἰς ἓν ἐλήλυθεν, ἢ τίς ὁ κόσμος. Ἕστακεν ἄνδιχα πάντα διαμπερές; Εἰ δ’ ἐπίμικτα, πῶς μίχθη; τίς ἔμιξε Θεοῦ δίχα; εἰ δὲ κεραστὴς ἔστι Θεὸς, τοῦτον καὶ κτίστορα δέχνυσο πάντων». Αγίου Γρηγορίου του θεολόγου, Έπη Δογματικά, Δ΄ Περί Κόσμου, PG 37, 416Α, 7 – 15. Η μετάφραση πάρθηκε από τις εκδόσεις ΕΠΕ 8, 266, 7 – 15.

315. Βλ. Πλάτωνος «Τίμαιος» (30α), Οξφόρδη, Burnet.

316. Βλ. Κάλφας Βασίλης, ΠΛΑΤΩΝ, ΤΙΜΑΙΟΣ, εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, Έκδοση 2η, Αθήνα 1997, σελ. 66.
Υπενθυμίζουμε πως μία τέτοια θέση που θέλει την άμορφη ύλη συναΐδια του Θεού, αποδίδει αδυναμία στον Θεό. Βλ. Μ. Αθανασίου, Περί Ενανθρωπήσεως, PG 25b, 100 Α,Β ή 2, ΕΠΕ 1, σελ. 230, 9 – 25: «οὐκ ἴσασι δε τοῦτο λέγοντες, ὅτι ἀσθένειαν περιτιθέασι τῷ Θεῷ… κατ’ αὐτοὺς ὁ Θεὸς τεχνίτης μόνον καὶ οὐ κτίστης εἰς τὸ εἶναι, εἰ γε τὴν ὑποκειμένην ὕλην ἐργάζεται τῆς δὲ ὕλης οὐκ ἔστιν αὐτὸς αἴτιος…».

317. Ο Άγιος Βασίλειος αναφέρει πως οι εκφράσεις αυτές είναι των ιδίων των φιλοσόφων: «… τὴν ἄποιον, τὴν ἀνείδεον, τὴν ἐσχάτην ἀμορφίαν, τὸ ἀδιατύπωτον αἶσχος (τοῖς γὰρ αὐτῶν ἐκείνων προσρήμασι κέχρημαι)…». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 32A, ΕΠΕ 4, 68.

318. «Οὐχὶ γὰρ σχημάτων ἐστὶν εὑρέτης, ἀλλ᾿ αὐτῆς τῆς φύσεως τῶν ὄντων δημιουργός». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 33Β, ΕΠΕ 4, 72, δ΄.

319. Όπ. παρ., PG 29b, 21Β, ΕΠΕ 4, 50.

320. «αὐτὴν τὴν οὐσίαν τῷ εἴδει συνειλημμένην». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 33Β, ΕΠΕ 4, 72, δ΄.

321. «ὠδίνουσα μὲν τὴν πάντων γένεσιν διὰ τὴν ἐναποτεθεῖσαν αὐτῇ παρὰ τοῦ δημιουργοῦ δύναμιν, ἀναμένουσα δὲ τοὺς καθήκοντας χρόνους, ἵνα τῷ θείῳ κελεύσματι προαγάγῃ ἑαυτῆς εἰς φανερὸν τὰ κυήματα». Βλ. Αγίου Βασιλείου, όπ. παρ., PG 29b, 33Β, ΕΠΕ 4, 74 – 76.

322. Όπ. παρ., PG 29b, 33Β, ΕΠΕ 4, 74 – 76.

323. «τῇ μὲν δυνάμει τὰ πάντα ἦν ἐν πρώτῃ τοῦ Θεοῦ περὶ τὴν κτίσιν ὁρμῇ, οἱονεὶ σπερματικῆς τινος δυνάμεως πρὸς τὴν τοῦ παντὸς γένεσιν καταβληθείσης, ἐνεργεία δὲ τὰ καθ’ ἕκαστον οὔπω ἦν». Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, όπ. παρ, PG 44, 77D, ΕΠΕ 5, 276, 25 – 278, 1.

324. «Ἡ γὰρ γῆ, φησὶν, ἦν ἀόρατος, καὶ ἀκατασκεύαστος. Ὅπερ ἶσόν ἐστι τῷ λέγειν, ὅτι ἦν, καὶ οὐκ ἦν, Οὐ γάρ που συνδεδραμήκεισαν περὶ αὐτὴν αἱ ποιότητες· ἀπόδειξις δὲ τῆς διανοίας ταύτης, ὅτι ἀόρατον αὐτὴν ὁ λόγος εἶναι φησίν. Τὸ γὰρ ἀόρατον, χρῶμα οὐκ ἐστι· τὸ δὲ χρῶμα, οἷόν τις ἀποῤῥοὴ τοῦ κατὰ τὴν ἐπι φάνειαν σχήματος γίνεται, τὸ δὲ σχῆμα οὐκ ἄνευ σώματος. Εἰ οὖν ἀόρατον ἦν, καὶ ἀχρωμάτιστον πάντως. Τούτῳ δὲ συνθεωρεῖται τὸ ἀσχημάτιστον· ἐκείνῳ δὲ τὸ ἀσώματον». Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, όπ. παρ, PG 44, 77D, 80A, ΕΠΕ 5, 278, 1 – 9.

325. «Διὰ γὰρ τοῦ ἀόρατον αὐτὴν εἰπεῖν εἶναι, τὸ μηδὲ ἄλλην τινὰ ποιότητα θεωρεῖσθαι περὶ αὐτὴν ὁ λόγος ἐνδείκνυται. Καὶ διὰ τοῦ ἀκατασκεύαστον ὀνομάσαι, νοεῖν δίδωσι τὸ μήπω αὐτὴν πεπυκνῶσθαι ταῖς σωματικαῖς ἰδιότησιν». Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, όπ. παρ, PG 44, 80A, ΕΠΕ 5, 278, 12 – 16.

326. Γούναρης Ι. Γεώργιος, Το σωμάτιο Higgs και η φιλοσοφία του, http://users.auth.gr/~gounaris/omilies/Higgs-phil.pdf

327. «Φανερώτερον δὲ διὰ τῆς Συμμάχου καὶ Θεοδοτίωνος καὶ Ἀκύλα γραφῆς ἡ τοιαύτη διάνοια σαφηνίζεται· τοῦ μὲν εἰπόντος· “Ἡ δὲ γῆ ἦν ἀργὸν καὶ ἀδιάκριτον”· τοῦ δὲ ἑτέρου, “Κένωμα καὶ οὐθέν”· τοῦ δὲ ἄλλου “Οὐθὲν καὶ οὐθέν”. Δηλοῦται γὰρ διὰ τούτων, κατὰ τὸν ἐμὸν λόγον, διὰ μὲν τοῦ ἀργοῦ, ὅτι ἐνεργείᾳ μὲν οὔπω ἦν· ἐν μόνῃ δὲ τῇ δυνάμει τὸ εἶναι εἶχε· διὰ δὲ τοῦ ἀδιακρίτου, τὸ μηδέπω ἀποστῆναι ἀπ’ ἀλλήλων καὶ ἐφ’ ἑαυτῆς ἰδιαζόντως ἑκάστην τῶν ποιοτήτων γνωρίζεσθαι, ἀλλ’ ἐν συγκεχυμένῃ τινὶ καὶ ἀδιακρίτῳ ποιότητι τὸ πᾶν καθορᾶσθαι, μὴ χρώματος, μὴ σχήματος, μὴ ὄγκου, μὴ βάρους, μὴ πηλικότητος, μὴ ἄλλου τινὸς τῶν τοιούτων ἐφ’ ἑαυτοῦ κατὰ τὸν ἴδιον λόγον ἐν τῷ ὑποκειμένῳ θεωρουμένου. Τὴν δὲ αὐτὴν διάνοιαν ἐνδείκνυται ἡμῖν, καὶ τὸ κένωμα καὶ οὐθέν. Τὴν γὰρ χωρητικὴν τῶν ποιοτήτων δύναμιν, τῇ τοῦ κενώματος φωνῇ παρεδήλωσεν· ὥστε διὰ τούτου μαθεῖν, ὅτι δεκτικὴν δύναμιν τῶν ποιοτήτων ὁ τοῦ παντὸς κτίστης προκατεβάλλετο· κενὴ δέ τις ἦν αὕτη καὶ ἐν ἑαυτῇ εἶχεν οὐθὲν, πρὶν συμπληρωθῆναι αὐτὴν ταῖς ποιότησι». Βλ. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, όπ. παρ, PG 44, 80Β,C, ΕΠΕ 5, 278, 17 – 280, 4.

ΑΥΤΟΣ Ο ΠΑΡΟΞΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΑΣ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ. 
ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΥΦΕΡΠΕΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Ο ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ. ΑΥΤΗ Η ΡΗΞΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΡΙΑΣ, ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗΝ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ, ΕΙΝΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΣΗ. 
Η ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΞΙΣΩΣΕΩΣ Η ΟΠΟΙΑ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΘΕΣΗ Ή ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΟΥΣΣΕΡΛ ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ.
Η ΥΠΑΡΞΗ ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΟΤΗΤΩΝ ΣΕ ΤΙ ΔΙΑΦΕΡΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΥΠΑΡΞΗ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ, ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΟΡΦΩΝ; 
Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΚΡΗΞΗ ΔΕΝ ΠΡΟΥΠΟΘΕΤΕΙ ΥΠΑΡΞΗ; 
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΠΙΣΗΣ ΟΤΙ Η ΕΚΡΗΞΗ ΤΗΣ ΒΟΜΒΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ ΤΙΣ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ, ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΕ ΜΑΖΑ; 
Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΙΟΣ ΔΕΝ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΚΑΤ'ΑΡΧΑΣ ΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΟΝΕΣ ΣΕ ΜΑΖΑ; Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΟΥ ΣΕ ΑΜΟΡΦΗ ΑΒΟΥΛΗ ΜΑΖΑ; 
ΜΗΠΩΣ ΤΟ ΘΕΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝ ΤΕΛΕΙ Ο ΙΟΣ  ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΥΙΟΣ;

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!