Συνέχεια από Πέμπτη, 10 Δεκεμβρίου 2020
41. Πού είναι εκείνοι που δογματίζουν τη γνώση των όντων και την άνοδο προς τον Θεό με την έξω σοφία που μωράνθηκε;
«Όταν ο Θεός», λέγει, «μπει σ’ αυτή την καρδιά, ζητεί να χαραχθούν τα γράμματά του με το Πνεύμα, σαν σε μωσαϊκές πλάκες».
Πού είναι εκείνοι που θεωρούν την εντός καρδία ανεπίδεκτη Θεού, τη στιγμή που ο Παύλος λέγει, ότι δέχθηκαν τον νόμο της χάριτος «όχι πάνω σε λίθινες πλάκες, αλλά πάνω στις σάρκινες πλάκες της καρδιάς»;
Παρόμοια και ο μέγας Μακάριος λέγει ότι «η καρδιά ηγεμονεύει σ’ όλο το όργανο και, όταν η χάρη κατακτήσει τους τόπους βοσκής της καρδιάς, βασιλεύει σ’ όλους τους λογισμούς και τα μέλη, γιατί εκεί βρίσκεται ο νους και όλοι οι λογισμοί της ψυχής· εκεί λοιπόν πρέπει να εξετάζουμε αν έγραψε η χάρη τους νόμους του Πνεύματος». Αλλ’ ας ακούσουμε πάλι τον Μάξιμο, τον φωτισμένο εξαιτίας της καθαρότητάς του και ως προς τη γνώση και πάνω από τη γνώση· «καρδιά καθαρή», λέγει, «είναι εκείνη που παρουσίασε το νου στον Θεό τελείως άμορφο και έτοιμο να αποτυπωθεί μόνο με τους δικούς του τύπους, με τους οποίους συνήθως γίνεται φανερός».
Πού είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι ο Θεός γνωρίζεται με μόνη τη γνώση των όντων, ενώ τη φανέρωση μέσω της ενώσεως ούτε τη γνωρίζουν ούτε τη δέχονται, και όλα αυτά τη στιγμή που ο Θεός λέγει μέσω κάποιου από τους θεοφόρους, «μάθετε όχι από άνθρωπο, όχι από βιβλίο, αλλ’ από τη δική μου έλλαμψη και ακτινοβολία (ηλιοβολία) σε σας»;
Διότι, πώς ο άμορφος (ανείδεος) νους, που αποτυπώθηκε (ενσημαινόμενος)με τους θείους τύπους, δεν βρίσκεται υπεράνω της γνώσεως από τα όντα;
42. Αλλά η αποτύπωση του νου με τους θείους και απόρρητους τύπους του πνεύματος διαφέρει κατά πολύ από την άνοδο της διάνοιας προς τον Θεό δι’ αποφάσεων (με την αποφατική μέθοδο), ενώ η θεολογία απέχει τόσο πολύ από την (μέσα στο φώς) θεοπτία αυτή και τόσο μακριά βρίσκεται από την ομιλία με τον Θεό, όσο απέχει η γνώση (ειδέναι) από την απόκτηση αυτής (κεκτήσαι)· γιατί το να λέμε κάτι περί Θεού και το να συναναστρεφόμαστε τον Θεό δεν είναι το ίδιο. Καθόσον εκείνο χρειάζεται και λόγο, αυτόν τον προφερόμενο δηλαδή, και ίσως και τη σχετική με αυτόν τέχνη, αν θέλει κανείς να μη κατέχει μόνο την γνώση, αλλά και να τη χρησιμοποιεί και να τη διαδίδει, και ακόμη και συλλογισμούς ποικίλης ύλης και τις ανάγκες από την απόδειξη και τα κοσμικά παραδείγματα, των οποίων το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος αποτελείται από την όραση και την ακοή και σχεδόν είναι από αυτά που στρέφονται γύρω από τον κόσμο αυτόν και θα ταίριαζαν οπωσδήποτε και στους σοφούς του κόσμου τούτου, ακόμη και αν δεν είναι καθαροί στη ζωή και την ψυχή. Το να αποκτήσουμε όμως τον Θεό μέσα στον εαυτό μας και να συναναστραφούμε τον Θεό καθαρώς και να αναμιχθούμε με το καθαρότατο φώς, όσον είναι δυνατό στην ανθρώπινη φύση, είναι από τα αδύνατα, εάν εκτός από την κάθαρση με την αρετή δεν βγούμε έξω, ή καλύτερα υπεράνω από τον εαυτό μας, εγκαταλείποντας μαζί με την αίσθηση καθετί που προέρχεται από τα αισθητά, και αφού υψωθούμε πάνω από τους λογισμούς και τις διάνοιες και τη γνώση μέσω αυτών και παραδοθούμε ολόκληροι στην άυλη και νοερή κατά την προσευχή ενέργεια, να επιτύχουμε την πάνω από τη γνώση άγνοια και να γεμίσουμε με αυτή την υπέρλαμπρη ακτινοβολία του πνεύματος, σαν να βλέπομε αόρατα βραβεία της φύσεως του αθάνατου κόσμου. Βλέπεις πόσο κάτω έμειναν τα της πολυθρύλητης των λόγων φιλοσοφίας, εφόσον εκείνη έχει τις αρχές από την αίσθηση, ενώ σκοπός των τελείως διαφορετικών ειδών αυτής είναι η γνώση, και μάλιστα γνώση που δεν αποκτάται με την καθαρότητα και δεν καθαρίζει πάθη; Αντίθετα, της πνευματικής θεωρίας αρχή βέβαια είναι το αγαθό, που αποκτάται με την καθαρότητα βίου, και η αληθινή και γνήσια γνώση των όντων εκείνων που έχουν αυτήν, καθόσον δεν την απέκτησαν αυτοί από τη μάθηση, αλλά από την καθαρότητα, και η οποία είναι η μόνη που μπορεί να διακρίνει τι είναι το αληθώς καλό και ωφέλιμο, και τι εκείνο που δεν είναι τέτοιο, και σκοπός είναι ο αρραβώνας του μέλλοντος αιώνος, η πάνω από τη γνώση άγνοια και η πάνω από την έννοια γνώση, η κρυφή μετουσία του κρυφίου και η ανέκφραστη όραση, η μυστική και απόρρητη θεωρία και γνώση του αιώνιου φωτός.
Αρχαίο κείμενο
41. Ποῦ εἰσιν οἱ διά τῆς ἔξω καί μωρανθείσης σοφίας τήν γνῶσιν τῶν ὄντων καί τήν πρός Θεόν ἄνοδον δογματίζοντες; «Ἐν γοῦν τῇ καρδίᾳ ταύτῃ γεγονώς», φησίν, «ὁ Θεός ἀξιοῖ τά ἴδια γράμματα διά τοῦ πνεύματος ἐγχαράττεσθαι, καθάπερ τισί μωσαϊκαῖς πλαξί». Ποῦ εἰσιν οἱ τήν ἐντός καρδίαν ἀνεπίδεκτον Θεοῦ λογιζόμενοι, καί ταῦτα Παύλου πρό τῶν ἄλλων δέξασθαι λέγοντος τόν τῆς χάριτος νόμον, «οὐκ ἐν πλαξί λιθίναις, ἀλλ᾿ἐν πλαξί καρδίας σαρκίναις»; Καθά φησι καί ὁ μέγας Μακάριος, ὅτι «ἡ καρδία ἡγεμονεύει ὅλου τοῦ ὀργάνου, καί, ἐπάν κατάσχῃ τάς νομάς τῆς καρδίας ἡ χάρις, βασιλεύει ὅλων τῶνλογισμῶν καί τῶν μελῶν˙ ἐκεῖ γάρ ἐστιν ὁ νοῦς καί πάντες οἱ λογισμοί τῆς ψυχῆς˙ ἐκεῖ τοίνυν δεῖ σκοπεῖν, εἰ ἐνέγραψεν ἡ χάρις τούς τοῦ Πνεύματος νόμους». Ἀλλ᾿ αὖθις ἀκουστέον τοῦ καί κατά γνῶσιν καί ὑπέρ γνῶσιν διά καθαρότητα πεφωτισμένου Μαξίμου˙ «καρδία καθαρά», φησίν, «ἐστίν ἡ παντάπασιν ἀνείδεον παραστήσεται τόν νοῦν τῷ Θεῷ καί μόνοις τοῖς αὐτοῦ ἕτοιμον ἐνσημαίνεσθαι τύποις, δι᾿ ὧν ἐμφανής πέφυκε γίνεσθαι». Ποῦ εἰσιν οἱ διά μόνης τῆς τῶν ὄντων γνώσεως τόν Θεόν ἰσχυριζόμενοι γινώσκεσθαι, τήν δ᾿ ἀπό τῆς ἑνώσεως ἐμφάνειαν μήτ᾿ εἰδότες μήτε προσιέμενοι, καί ταῦτα τοῦ Θεοῦ διά τινος τῶν θεοφόρων λέγοντος, «μάθετε οὐκ ἀπ᾿ ἀνθρώπου, οὐκ ἀπό δέλτου, ἀλλ᾿ ἀπ᾿ αὐτῆς τῆς ἐμῆς ἐν ὑμῖν ἐλλάμψεως καί ἡλιοβολίας»; Πῶς γάρ ὁ ἀνείδεος νοῦς, ὁ καί τοῖς θείοις ἐνσημαινάμενος τύποις, οὐχ ὑπεράνω τῆς ἀπό τῶν ὄντων γνώσεως;
42. Ἀλλά καί τῆς δι᾿ ἀποφάσεων πρός Θεόν ἀνόδου τῆς διανοίας τό θείοις καί ἀπορρήτοις τόν νοῦν ἐνσημαίνεσθαι τοῦ πνεύματος τύποις κατά πολύ διενήνοχε. Θεολογία δέ τοσοῦτο τῆς ἐν φωτί θεοπτίας ταύτης ἀπέχει καί τοσοῦτο τῆς πρός Θεόν ὁμιλίας κεχώρισται, καθ᾿ ὅσον καί τό εἰδέναι τοῦ κεκτῆσθαι διώρισται˙ περί Θεοῦ γάρ τι λέγειν καί Θεῷ συντυγχάνειν οὐχί ταὐτόν. Ἐκεῖνο μέν γάρ καί λόγου δεῖται, τούτου τοῦ προφερομένου δηλαδή, ἴσως δέ καί τῆς κατά τοῦτον τέχνης, εἰ μή μέλλει τις ἔχειν μόνον, ἀλλά καί χρῆσθαι καί διαδιδόναι τήν εἴδησιν, ἔτι δέ συλλογισμῶν παντοδαπῆς ὕλης καί τῶν ἐξ ἀποδείξεως ἀναγκῶν καί τῶν κατά κόσμον παραδειγμάτων, ὧν ἐκ τοῦ ὁρᾶν καί ἀκούειν τό πᾶν ἤ πλεῖστον ἀθροίζεται καί σχεδόν τῶν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ στρεφομένων ἐστί καί γένοιτ᾿ ἄν δήπου καί τοῖς τοῦ αἰῶνος τούτου σοφοῖς, κἄν μή κεκαθαρμένοι τόν βίον ὦσι καί τήν ψυχήν. Θεόν δ᾿ ἐν ἑαυτῷ κτήσασθαι καί Θεῷ καθαρῶς συγγενέσθαι καί τῷ ἀκραιφνεστάτῳ φωτί κραθῆναι, καθ᾿ ὅσον ἐφικτόν ἀνθρωπίνῃ φύσει, τῶν ἀδυνάτων ἐστίν, εἰ μή πρός τῇ δι᾿ ἀρετῆςκαθάρσει καί ἡμῶν αὐτῶν ἔξω, μᾶλλον δέ ὑπεράνω, γενοίμεθα, καταλιπόντες μέν πᾶν ὅ τι τῶν αἰσθητῶν μετά τῆς αἰσθήσεως, ὑπεραρθέντες λογισμῶν καί διανοιῶν καί τῆς διά τούτων γνώσεως, ὅλοι δέ γενόμενοι τῆς ἀΰλου καί νοερᾶς κατά τήν προσευχήν ἐνεργείας καί τυχόντες ὑπέρ τήν γνῶσιν ἀγνοίας καί πλησθέντες ἐν αὐτῇ τῇ τοῦ πνεύματος ὑπερφαοῦς ἀγλαΐας, ὡς ἀθανάτου κόσμου γέρα φύσεως ἀοράτως καθορᾶν. Συνορᾷς οὗ κατελείφθη κάτω τά τῆς πολυθρυλήτου τῶν λόγων φιλοσοφίας, εἴπερ ἐκείνη μέν ἐξ αἰσθήσεως ἔχει τάς ἀρχάς, τέλος δέ τῶν διαφορωτάτων ταύτης εἰδῶν ἡ γνῶσίς ἐστι, καί γνῶσις μή διά καθαρότητος εὑρημένη, μηδέ καθαίρουσα παθῶν; Τῆς δέ πνευματικῆς θεωρίας ἀρχή μέν τἀγαθόν, διά καθαρότητος βίου πεπορισμένον, καί γῶσις τῶν ὄντων ἀληθής καί γνησία τῶν ἐχόντων, ἅτε μή ἐκ παθημάτων ἀλλ᾿ ἐκ καθαρότητος ἀναφανεῖσα, μόνη δυναμένη διακρίνειν τί τό ὡς ἀληθῶς καλόν τε καί λυσιτελές καί τί τό μή τοιοῦτον, τέλος δέ ὁ ἀρραβών τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ἡ ὑπέρ γνώσιν ἄγνοια καί ὑπέρ ἔννοιαν γνῶσις, ἡ κρυφία τοῦ κρυφίου μετουσία καί ὅρασις ἀνέκφραστος ἡ μυστική καί ἀπόρρητος τοῦ αἰωνίου φωτός θεωρία τε καί γεῦσις.
3 σχόλια:
Ωραίο το κείμενο του Αγίου Γρηγορίου! Όμως μου γεννάται ένα ερώτημα. Πως μπορεί ένας άνθρωπος του σήμερα, ένας επιστήμων για παράδειγμα, να φθάσει σε αυτήν τη γνώση την πάνω από την άγνοια συνεχίζοντας να ασκεί την επιστήμη του;
Μέ τόν ίδιο τρόπο. Ο Αγιος Μάξιμος λέει κατείχε καί τήν μία γνώση καί τήν άλλη. Αρκεί νά μήν παγιδευτεί ή νά ελευθερωθεί ο καθένας από τήν σάν θεός κατάσταση. Δηλ. χρειάζεται καρδία καθαρά. Η οποία δίνει ανώτερη κατανόηση από τήν γνώση, από τήν εκάστοτε αποκτώμενη γνώση. Αρκεί νά μήν οικειοποιείται ο καθένας μας τήν γνώση τής επιστήμης ή τών βιωμάτων καί νά συστήνει τοιουτοτρόπως ταυτότητα, εισιτήριο γιά τόν Άδη. Αλλο ο ενδόμυχος λόγος, άλλο ο ανθρώπινος λόγος, άλλο ο Λόγος. Αφήνουμε τόν έναν γιά νά περάσουμε στόν άλλον. Άλλο η γνώμη, άλλο η άποψη. Η γνώμη είναι γνώση καί δέν εγκαταλείπεται. Είναι τό θεμέλιο κάθε περαιτέρω γνώσεως. Η άποψη περιέχει τό υποκειμενικό μικρόβιο τής υπερηφανείας, δημιουργεί τό εσωτερικό εγώ τό οποίο δύσκολα εγκαταλείπεται. Τήν εωσφορική μεγαλομανία. Τό θέλημά μας.
Τι όμορφο..!μπουκωμενοι από μεριμνες έχουμε ξεχασει πως είναι να ακους τέτοια λόγια..ΑΠ.
Δημοσίευση σχολίου