Συνέχεια από: Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021
3. Η επιστήμη στήν ουράνιο Ιεραρχία!(συνέχεια)
Α) Η φύσις τών αγγέλων(συνέχεια)
Γνωρίζουμε ότι ο Πρόκλος
χρησιμοποίησε δύο παρόμοιους όρους με μία πολύ τεχνική σημασία για να θέσει τις
νοερές του Ιεραρχίες, τις μεν σε σχέση με τις άλλες: Έτσι η πρώτη ήταν
καθαρά νοητή, η δεύτερη ταυτοχρόνως νοητή και νοερά, η Τρίτη καθαρά νοερά. Ο Διονύσιος
δεν μπορεί να αγνοήσει αυτή την τριπλή διάκριση, διαχωρισμό ο οποίος είναι
κεντρικός στον τελευταίο νεοπλατωνισμό. Δεν την βρίσκουμε φανερά εκφρασμένη στο
έργο του. Αλλά υπονοείται, τουλάχιστον ως προς την γενική της σημασία, στην
θεωρία της μεσότητος την οποία αναπτύξαμε αρκετές φορές. Ο Θεός είναι το φώς τό νοητόν, διότι πληρώνει κάθε ουράνιο νού με φώς νοητό (διά τα πάντα μέν
υπερουράνιον νούν εμπιπλάναι νοητού φωτός) [Θ. Ον. 700 D]. Και είναι επίσης με
την στενή έννοια, το μόνο νοητό, καθότι δεν υπάρχει επιστήμη παρά μόνον Αυτού,
καθώς είναι Αυτός ο ίδιος πηγή κάθε νοητού, όπως και κάθε γνώσεως. (Θ. ονομ.
Κεφ ΙV).
Φανερώνεται λοιπόν στον κόσμο των νοών και σύμφωνα με τον νόμο της ιεραρχίας,
φανερώνει προοδευτικώς το νοητό στις διαφορετικές τάξεις, αμέσως στην πρώτη,
μεσολαβώντας στις άλλες. Η τελειότης για κάθε μία από αυτές συνίσταται στην
κατανόηση του Θείου νοητού όπως της παρουσιάζεται μέσω της ίδιας της θεαρχίας,
εάν πρόκειται για τους πρώτους νόες, μέσω της τάξεως που προηγείται αμέσως εάν πρόκειται
για τις άλλες. Σ’αυτή την τελευταία περίπτωση, το Θείο νοητό για έναν δεδομένο
νού, αναμιγνύεται, κατά κάποιο τρόπο, με την αμέσως ανώτερη τάξη που της το
αποκαλύπτει και βάσει αυτού του τίτλου γίνεται νοητόν, δηλαδή διορατικό
αντικείμενο. Σ’αυτή την προοπτική, η ιεραρχία μπορεί να θεωρηθεί, από το ένα
μέρος, σαν μία σειρά νοητών σε ακολουθία, προοδευτικώς συσκοτιζόμενων
ξεκινώντας από την θεαρχία, από το άλλο σαν μία αντίστροφη σειρά, νοερά, τα
οποία βαθμιαίως γίνονται ποιο τέλεια ξεκινώντας από τους τελευταίους νόες. Από
το ένα μέρος, το νοητό φως φανερώνεται σε ορισμένα αντικείμενα διαλογισμού
προοδευτικώς προσαρμοσμένων στις κατώτερες ουράνιες τάξεις. Από το άλλο, αυτές
οι ίδιες οι τάξεις, με μία αντίστροφη διαδρομή, υψώνονται μέχρι τις πιο υψηλές
θεωρίες. Γίνεται φανερό λοιπόν πώς οι όροι νοητά και νοερά, εφαρμοσσμένοι στους
ουράνιους νόες (έχουμε κάτι ανάλογο στην Εκκλ. Ιερ. 477 C : Ο Ιησούς
με τις νοητές παραδόσεις (ενέργειες), γεμίζει τον νου μας με μία Θεία ηδονή.
Ιησούν [….] νοηταίς διαδόζεσι το νοερόν ημών αποπληρούνται Θείας ηδονής. Ένας
παρόμοιος συσχετισμός του νοητού με το νοερό στο 441 D, 473 D), έχουν μία εντελώς
σχετική σημασία. Μία δεδομένη τάξις θα είναι νοητή εάν υπολογίσθεί σαν
αντικείμενο θεωρίας και νοήσεως για την τάξη που ακολουθεί. Αλλά η ίδια τάξις
θα ονομασθεί νοερή (νοερά) σε σχέση με εκείνη που προηγείται και η οποία
αποτελεί γι’αυτή το νοητόν, όπου η θεωρία της πρέπει να αποκαλύψει αυτό που της
επιτρέπεται να γνωρίζει από το Θείο νοητό. Έτσι λοιπόν όλοι οι νόες μπορούν να
ονομασθούν νοητά και νοερά, αλλά τα μέν και τα δε σε διαφορετικούς βαθμούς και
κάθε ένα από αυτά σύμφωνα με διαφορετικές οπτικές γωνίες. Είναι αυτό ακριβώς
που εκφράζει ο Παχυμέρης στο σχόλιό του στο IV κεφάλαιο των
Θείων ονομάτων: “τα νοερά είναι οι νόες που γνωρίζουν (τα νοούντα) και τα νοητά
είναι τα γνωσθέντα αντικείμενα (τα νοούμενα). Τα νοερά είναι κατώτερα των
νοητών και γι’αυτό τα νοητά αντικείμενα είναι η τροφή των νοών που γνωρίζουν.
Έτσι τα νοερά αγαπούν τα νοητά στην επιστρεπτική τους συνολική επιστροφή
(επιστρεπτικώς πάντως) και τα νοητά αγαπούν επίσης τα νοερά, αλλά με τον τρόπο
της πρόνοιας (προνοητικώς) μεταφέροντας τους αυτό που τους είναι χρήσιμο” [Για
τον Πρόκλο η πρόνοια των Θεών είναι μία δραστηριότης η οποία προηγείται του νού
(Στοιχεία Θεολ. Προτ. 120)].
Βλέπουμε σ’αυτό το ίδιο το παράδειγμα, πώς ο Διονύσιος,
χωρίς να υιοθετήσει τον συστηματικό διαχωρισμό των νεοπλατωνικών τριάδων σε
νοητά, νοητά και νοερά και νοερά, τοποθετείται όμως στην ακολουθία τους. Καθότι
και γι’αυτόν η ανωτερότης ανήκει στα νοητά, αναγκαίως αποδίδει αυτόν τον
χαρακτήρα στην πρώτη ουράνιο Ιεραρχία! Ας κρατήσουμε ότι η διπλή ονοματοδοσία
νοητών-νοερόν και η ένωση τους αποτελεί, για τον Διονύσιο, τον ορισμό του
χαρακτήρως της τάξεως των αγγέλων, σαν όλως πνευματικό.
Β). Χαρακτήρες τής αγγελικής επιστήμης!
Ο ορισμός της αγγελικής φύσεως καθορίζει εν δυνάμει και
τους χαρακτήρες της ιδιαίτερης γνώσεως της ουρανίου Ιεραρχίας. Αυτή η γνώση θα
είναι άυλη, ασώματη, καθαρά πνευματική, ή διανοητική! Ας ακολουθήσουμε βήμα-βήμα
τις περιγραφές που μας δίνει ο Διονύσιος, ξεκαθαρίζοντας και ελαφρύνοντας όπου
είναι δυνατόν, την σημασία, η οποία είναι πολύ συχνά πυκνή στις διατυπώσεις.
Το πληρέστερο κείμενο είναι χωρίς αμφιβολία το κεφάλαιο VII των Θείων
ονομάτων. Στην αρχή του κεφαλαίου γίνεται λόγος για τις ιδιότητες της σοφίας,
της νοημοσύνης και της νοήσεως εφαρμοσμένες στον Θεό. Σχετικά με την Θεία
Σοφία, αναφερόμενος στην αγγελική γνώση, μας λέει:“ Αυτής της Σοφία οι
αγγελικές αρετές νοητές και νοήμονες, διατηρούν τας απλάς νοήσεις, καθότι δεν
επεξεργάζονται την Θεία τους γνώση σε μέρη, σε μερικά στοιχεία (εν μεριστοίς)
ούτε κάνοντας αρχή από στοιχεία, αισθήσεις ή διαλόγους (λόγους διεξοδικούς).
Δεν χρησιμοποιούν ούτε καν γνώσεις μέσω καθολικών εννοιών. Αγνές και καθαρές
από κάθε υλικότητα (υλικό) και από κάθε πολλαπλότητα (πλήθος) είναι με τρόπο
νοερό (νοερώς), άυλος, ενοειδώς, που συλλαμβάνουν τα Θεία νοητά. Κατέχουν μία
αρετή και μία νοερή ενέργεια με την οποία λάμπουν με μία καθαρότητα χωρίς μείξη
και χωρίς κυκλίδα και συλλαμβάνουν με μία ματιά (συνοπτική) τις Θείες νοήσεις,
μ’έναν τρόπο αμερή και άυλο. [Υπάρχει ένα παράλληλο αυτής της Θείας γνώσης του
Διονυσίου με την γνώση των Θεών του Πρόκλου. Στοιχεία Θεολ. Προτ. 124: Πάς Θεός
αμερίστως μεν τα μεριστά γινώσκει, αχρόνως δε τα έγχρονα, τα δε μη αναγκαία
αναγκαίως και τα μεταβλητά αμεταβλήτως. Ενοειδής άρα και απαθής η γνώσις έσται
των πεπληθυσμένων και παθητών. Τοίς δε Θεοίς εισδέχεσθαι τι παρά των χειρόνων
ού θέμις. Στον Παρμενίδη V, 225 : αυτώ τω γιγνώσκειν απλαίς και ηνωμέναις γνώσεσι τα
πάντα δίδωσιν εκάστοις το είναι και την είς το είναι παρόδον].
Η πρόθεση του Διονυσίου είναι να ελευθερώσει τον όρο της αγγελικής γνώσης από κάθε ιδέα υλικής μερικότητος ή διαχύσεως στον χρόνο. Αυτή είναι η σημασία εκφράσεων ούκ εν μεριστοίς ή από μεριστών…. Παντός… πλήθους καθαρεύουσαι…, αμερεία. Από την διάλυση στον χρόνο και τον χώρο, μας δίνει τρία παραδείγματα: τις αισθήσεις, την διαλογική γνώση και την πρόσληψη καθολικών εννοιών. Οι πρώτες μας αφήνουν στο επίπεδο των αισθητών, δηλαδή στον κόσμο της ποσότητος και της ακολουθίας. Το δεύτερο μας υψώνει στο επίπεδο της νοήσεως, αλλά ο χρόνος δεν έχει χαθεί. Οι διάλογοι, όπως δείχνει και το όνομά τους, διαμοιράζουν στην ακολουθία των διαλόγων την άτμητη και την ξαφνική σημασία της ιδέας. Τέλος η πρόσληψη καθολικών εννοιών προϋποθέτει ακόμη τον δυαλισμό του ατομικού και του καθολικού, που μια ενέργεια σκέψης πλησιάζει αλλά δεν ταυτοποιεί. Έτσι λοιπόν πρέπει να τεθεί η αγγελική γνώση πέραν αυτών των τριών τρόπων γνώσεως, εάν θέλουμε να πραγματοποιηθεί στην ενότητα (ενοειδώς). Με άλλους όρους, προκειμένου να υπάρχει αληθινή αγγελική γνώση, πρέπει να καταργηθούν ο χώρος και ο χρόνος. [Τουλάχιστον ο ιδιαίτερος χρόνος που κατανοούμε. Βλέπουμε ότι υπάρχει για τους αγγέλους διάρκεια (αιών), διαφορετική από την δική μας και διαφορετική και από την Θεία αιωνιότητα!].
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου