Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

Αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής - ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (2β)

  Συνέχεια από: Παρασκευή 10 Μαρτίου 2023

ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΥΖΙΚΟΥ


Από τον ίδιο λόγο, στο λεγόμενο· «Ποια είναι η σοφία που με περιβάλλει και τι είναι αυτό το μεγάλο μυστήριο; Ή μήπως θέλει, ενώ είμαστε μοίρα του Θεού κι έχουμε απορρεύσει από τον ουρανό, για να μη κυριευθούμε από έπαρση εξαιτίας της αξίας μας και καταφρονήσουμε τον Κύριο, να προσβλέπουμε πάντοτε προς αυτόν κατά τη μάχη και την πάλη μας προς το σώμα και η ασθένεια η δεμένη μαζί μας να είναι παιδαγωγία για το αξίωμά μας;».


Για το πως τώρα, ενώ είμαστε μοίρα του Θεού, αποκοπήκαμε από αυτόν, με την οδηγία του Θεού θα συνεχίσω από το σημείο αυτό το λόγο μου.

Ποιος, που έχει τη λογική γνώση και σοφία για τα όντα ότι ο Θεός τα έφερε στο είναι από το μη είναι, αν στην άπειρη διαφορά και ποικιλία των φυσικών όντων φέρει τη θεωρητική δύναμη της ψυχής και με τη λογική εξέταση ξεχωρίσει με το νού του το λόγο της δημιουργίας τους, δεν θα θεωρήσει πολλούς λόγους τον ένα λόγο, που θα διακρίνεται μέσα στην αδιαίρετη διαφορά των κτισμάτων εξαιτίας της ασύγχυτης ιδιομορφίας τους έναντι των άλλων και του εαυτού τους; Και πάλι τους πολλούς λόγους θα τους θεωρήσει ως ένα, που με την αναφορά όλων σ' αυτόν υπάρχει ασύγχυτα από τον εαυτό του, ο Θεός Λόγος του Θεού και Πατρός, που έχει τη δική του ουσία και τη δική του υπόσταση ως αρχή και αιτία των όλων, «από την οποία κτίσθηκαν τα πάντα, τα ουράνια και τα επίγεια, είτε ορατά είτε αόρατα, είτε θρόνοι, είτε κυριότητες, είτε αρχές, είτε εξουσίες, όλα κτίσθηκαν από αυτόν, μέσω αυτού και γι' αυτόν».
Έχοντας λοιπόν τους λόγους των δημιουργημάτων πριν από τους αιώνες υποταγμένους σ' αυτόν με θέληση αγαθή δημιούργησε σύμφωνα μ' αυτή την κτίση από το μηδέν, την ορατή και την αόρατη, έχοντας δημιουργήσει και δημιουργώντας με λόγο και σοφία τα πάντα κατά τον δέοντα χρόνο και όλα γενικά και χωριστά το καθένα. Πιστεύουμε ότι ο Λόγος προηγείται της δημιουργίας των αγγέλων, ο Λόγος προηγείται της καθεμιάς από τις ουσίες και τις δυνάμεις που συμπληρώνουν τον άνω κόσμο· ο Λόγος προηγείται της δημιουργίας των ανθρώπων, ο Λόγος προηγείται της δημιουργίας καθενός όντος που έλαβε το είναι από το Θεό, για να μην τα αναφέρω καθ’ έκαστον, και ο οποίος Λόγος είναι από άπειρη υπεροχή εξαιτίας του εαυτού του άφραστος και ακατανόητος και επέκεινα από κάθε κτίσμα και από τη διαφορά και τη διάκριση που υπάρχει και νοείται σ' αυτήν, και ο ίδιος μέσα σε όλα που προέρχονται από αυτόν φανερώνεται και πολλαπλασιάζεται αγαθοπρεπώς κατά την αναλογία που έχει το κάθε ον, και ανακεφαλαιώνει τα πάντα μέσα στον εαυτό του, στον οποίο έχουν το είναι και τη διαμονή και από τον οποίο προέρχονται όσα έγιναν, όπως έγιναν και για ό,τι έγιναν, και τα οποία, είτε μένουν σταθερά είτε κινούνται, μετέχουν του Θεού. Γιατί όλα, επειδή έχουν γίνει από το Θεό, κατ' αναλογία μετέχουν του Θεού, ή κατά το νού ή κατά το λόγο ή κατά την αίσθηση ή τη ζωτική κίνηση ή την επιτηδειότητα της ουσίας και της έξης, όπως πιστεύει ο μεγάλος και θεοφάντωρ Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.

Καθένα λοιπόν από τα νοερά και λογικά όντα, από τους αγγέλους δηλαδή και τους ανθρώπους, με τον λόγο αυτόν της δημιουργίας του, που βρίσκεται μέσα στο Θεό, λέγεται και είναι μοίρα του Θεού, εξαιτίας του λόγου του που, όπως λέχθηκε, προϋπάρχει μέσα στο Θεό. Χωρίς αμφιβολία λοιπόν αν κινηθεί σύμφωνα με το λόγο του, θα βρεθεί μέσα στο Θεό, μέσα στον οποίο προϋπάρχει ο λόγος του είναι του ως αρχή και αιτία του, και αν δεν θελήσει να στρέψει τον πόθο του σε κανένα άλλο εκτός από την ίδια του την αρχή, δεν αποκόπτεται από το Θεό, αλλά μάλλον με την ανάτασή του προς αυτόν και με την προσήκουσα μετοχή του Θεού γίνεται θεός και λέγεται μοίρα Θεού, επειδή σύμφωνα με τη φύση του σοφά και συνετά μ' ευπρεπή κίνηση φτάνοντας στην ίδια του την αρχή κι αιτία, μετά την ίδια του την αρχή και την άνοδο και αποκατάστασή του στο Λόγο, σύμφωνα με τον οποίο δημιουργήθηκε, δεν έχει στο εξής που αλλού να κινηθεί και πως αλλιώς να κινηθεί, αφού η κίνησή του, όπως είναι φανερό, προς το θείο στόχο έχει ήδη λάβει ως πέρας της τον ίδιο το θείο στόχο.

Αυτό δηλώνει και ο άγιος Βασίλειος στην ερμηνεία του στον άγιο προφήτη Ησαΐα λέγοντας τα εξής· «Σάββατα αληθινά είναι η ανάπαυση που περιμένει το λαό του Θεού, τα οποία, επειδή είναι αληθινά, τ' ανέχεται ο Θεός, και φτάνει σ' αυτά τα Σάββατα της ανάπαυσης αυτός για τον οποίο έχει σταυρωθεί ο κόσμος, που έχει δηλαδή αποχωριστεί από τα κοσμικά, και καταλήγει στον ίδιο του τον τόπο της πνευματικής ανάπαυσης. Σ' αυτόν φτάνοντας δε θα κινηθεί πια από τον τόπο του, γιατί σ' εκείνη την κατάσταση πραγμάτων υπάρχει ησυχία και αταραξία. Τόπος λοιπόν όλων όσοι αξιώνονται αυτή τη μακαριότητα είναι ο Θεός, σύμφωνα με το λόγο της Γραφής· “γίνε μου Θεός πρόμαχος μου και τόπος οχυρός της σωτηρίας μου”». Σ' αυτόν είναι παγιωμένοι ακλόνητα οι λόγοι όλων των όντων, σύμφωνα με τους οποίους λέγεται ότι γνωρίζει τα πάντα πριν από τη γένεσή τους, επειδή τα πάντα σύμφωνα με την ίδια την αλήθεια βρίσκονται μέσα του και πλησίον του. Ακόμα κι αν αυτά τα πάντα, όσα υπάρχουν κι όσα θα υπάρξουν, δε βγήκαν στην ύπαρξη ταυτόχρονα με τους λόγους τους ή με γνώση του Θεού, αλλά δημιουργούνται το καθένα τους στον κατάλληλο καιρό κι όπως πρέπει κατά τη σοφία του Δημιουργού σύμφωνα με τους λόγους τους και παίρνουν κατ' ενεργεία την ατομική τους ύπαρξη. Επειδή εκείνος είναι πάντοτε Δημιουργός κατ' ενέργεια, ενώ αυτά υπάρχουν δυνάμει και όχι ακόμα ενεργεία. Γιατί δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχουν ταυτόχρονα σε όσα υπάρχουν το άπειρο και τα πεπερασμένα, ούτε θα φανεί κάποιος λόγος ν' αποδείξει ότι μπορεί να υπάρχει μαζί η ουσία και το υπερούσιο και να συμπεριλάβει σε ένα το άμετρο με το εν μέτρο, το άσχετο με το εν σχέσει, κι αυτό που δεν έχει κατηγορούμενο να κατονομάζεται με ένα οποιουδήποτε είδους κατηγορούμενο, όμοια μ' αυτό που παίρνει ύπαρξη με όλα αυτά τα κατηγορούμενα.

Γιατί όλα τα κτιστά αναφορικά με την ουσία και τη γένεσή τους καταφάσκονται πλήρως περιεχόμενα από τους δικούς τους και τους γύρω από αυτά εξωτερικούς λόγους. Όταν λοιπόν εξαιρεθεί η πλήρης αποφατική θεολογία του Λόγου, σύμφωνα με την οποία ούτε λέγεται ούτε νοείται ούτε είναι γενικά κάτι από όσα αποδίδονται σε κάτι άλλο, ως υπερούσιος, ούτε μετέχεται καθόλου με οποιοδήποτε τρόπο από κάπου, ο ένας λόγος είναι πολλοί λόγοι και οι πολλοί ένας. Κατά την από αγαθή δηλαδή διάθεση δημιουργική και συνεκτική πρόοδο στα όντα του ενός ο ένας Λόγος είναι πολλοί, ενώ κατά την αναφορά και την πρόνοια που στρέφει και χειραγωγεί τα πολλά προς τον Ένα, σαν προς μια αρχή παντοκρατορική ή ένα κέντρο που έχει προπεριλάβει τις αρχές των ευθειών που ξεκινούν από αυτό και επειδή συγκεντρώνει τα πάντα, οι πολλοί είναι ένας Λόγος. Είμαστε λοιπόν και λεγόμαστε μοίρα του Θεού, επειδή προϋπάρχουν μέσα στο Θεό οι λόγοι του είναι μας. Και πάλι λεγόμαστε ότι έχουμε απορρεύσει από άνω, γιατί δεν έχουμε κινηθεί σύμφωνα με το λόγο που προϋπήρχε στο Θεό και κατά τον οποίο γεννηθήκαμε. 


Περί δέ τοῦ πῶς μοῖρα ὄντες θεοῦ ἀπεῤῥύημεν Θεοῦ ἡγουμένου ἐντεῦθεν τόν λόγον ποιήσομαι.  

Τίς γάρ λόγῳ εἰδώς καί σοφίᾳ τά ὄντα ἐκ τοῦ μή ὄντος παρά Θεοῦ εἰς τό εἶναι παρῆχθαι, εἰ τῇ φυσικῶν τῶν ὄντων ἀπείρῳ διαφορᾷ τε καί ποικιλίᾳ ἐμφρόνως τό τῆς ψυχῆς θεωρητικόν προσαγάγοι, καί τῷ ἐξεταστικῷ συνδιακρίνοι λόγῳ κατ᾿ ἐπίνοιαν τόν καθ᾿ ὅν ἐκτίσθησαν λόγον, τῇ τῶν γεγονότων ἀδιαιρέτῳ συνδιακρινόμενον διαφορᾷ, διά τήν αὐτῶν πρός ἄλληλά τε καί ἑαυτά ἀσύγχυτον ἰδιότητα; Καί πάλιν ἕνα τούς πολλούς, τῇ πρός αὐτόν τῶν πάντων ἀναφορᾷ δι᾿ ἑαυτόν ἀσυγχύτως ὑπάρχοντα, ἐνούσιόν τε καί ἐνυπόστατον τοῦ Θεοῦ καί Πατρός Θεόν Λόγον, ὡς ἀρχήν καί αἰτίαν τῶν ὅλων, ἐν ᾧ ἐκτίσθη τά πάντα τά ἐν τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς γῆς, εἴτε ὀρατά, εἴτε ἀόρατα, εἴτε θρόνοι, εἴτε κυριότητες, εἴτε ἀρχαί, (1080) εἴτε ἐξουσίαι, πάντα ἐξ αὐτοῦ καί δι᾿ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν ἔκτισται. Τούς γάρ λόγους τῶν γεγονότων ἔχων πρό τῶν αἰώνων ὑφεστῶτας βουλήσει ἀγαθῇ κατ᾿ αὐτούς τήν τε ὁρατήν καί ἀόρατον ἐκ τοῦ μή ὄντος ὑπεστήσατο κτίσιν, λόγῳ καί σοφίᾳ τά πάντα κατά τόν δέοντα χρόνον ποιήσας τε καί ποιῶν,  τά καθόλου τε καί τά καθ᾿ ἕκαστον. Λόγον γάρ ἀγγέλων δημιουργίας προκαθηγεῖσθαι πιστεύομεν, λόγον ἑκάστης τῶν συμπληρουσῶν τόν ἄνω κόσμον οὐσιῶν καί δυνάμεων, λόγον ἀνθρώπων, λόγον παντός τῶν ἐκ Θεοῦ τό εἶναι λαβόντων, ἵνα μή τά καθ᾿ ἕκαστον λέγω, τόν αὐτόν μέν ἀπείρῳ δι᾿ ἑαυτόν ὑπεροχῇ ἄφραστον ὄντα καί ἀκατανόητον, καί πάσης ἐπέκεινα κτίσεως, καί τῆς κατ᾿ αὐτήν οὔσης καί νοουμένης διαφορᾶς καί διακρίσεως, καί τόν αὐτόν ἐν πᾶσι τοῖς ἐξ αὐτοῦ κατά τήν ἑκάστου ἀναλογίαν ἀγαθοπρεπῶς δεικνύμενόν τε καί πληθυνόμενον, καί εἰς ἑαυτόν τά πάντα ἀνακεφαλαιούμενον, καθ᾿ ὅν τό τε εἶναι καί τό διαμένειν, καί ἐξ οὗ τά γεγονότα ὡς γέγονε, καί ἐφ᾿ ᾧ γέγονε, καί μένοντα καί κινούμενα μετέχει Θεοῦ. Πάντα γάρ μετέχει διά τό ἐκ Θεοῦ γεγενῆσθαι, ἀναλόγως Θεοῦ,  ἤ κατά νοῦν, ἤ λόγον, ἤ αἴσθησιν, ἤ κίνησιν ζωτικήν, ἤ οὐσιώδη καί ἑκτικήν ἐπιτηδειότητα, ὡς τῷ μεγάλῳ καί θεοφάντορι Διονυσίῳ δοκεῖ τῷ Ἀρεοπαγίτῃ.  

Ἕκαστον οὖν τῶν νοερῶν τε καί λογικῶν ἀγγέλων τε καί ἀνθρώπων αὐτῷ τῷ καθ᾿ ὅν ἐκτίσθη λόγῳ τῷ ἐν τῷ Θεῷ ὄντι, καί πρός τόν Θεόν ὄντι, μοῖρα καί λέγεται καί ἔστι Θεοῦ, διά τόν αὐτοῦ προόντα ἐν τῷ Θεῷ , καθώς εἴρηται, λόγον. Ἀμέλει τοι, καί εἰ κατ᾿ αὐτόν κινηθείη, ἐν τῷ Θεῷ γενήσεται, ἐν ᾧ ὁ τοῦ εἶναι αὐτοῦ λόγος προένεστιν, ὡς ἀρχή καί αἰτία, κἄν μηδενός ἄλλου πρό τῆς ἰδίας ἀρχῆς κατά πόθον ἐπιλαβέσθαι θελήσοι, οὐκ  ἀπορῥέει Θεοῦ, ἀλλά μᾶλλον τῇ πρός αὐτόν ἀνατάσει Θεός γίνεται καί μοῖρα Θεοῦ λέγεται τῷ μετέχειν προσηκόντως Θεοῦ, ὡς κατά φύσιν σοφῶς τε καί λελογισμένως δι᾿ εὐπρεποῦς κινήσεως τῆς οἰκείας ἐπιλαβόμενος ἀρχῆς καί αἰτίας, οὐκ ἔχων λοιπόν ἄλλοθί  ποι μετά τήν ἰδίαν ἀρχήν καί τήν πρός τόν καθ᾿ ὅν ἐκτίσθη λόγον ἄνοδόν τε καί ἀποκατάστασιν κινηθῆναι, ἤ πῶς κινηθῆναι, τῆς ἐπί τῷ θείῳ δηλονότι σκοπῷ κινήσεως αὐτοῦ αὐτόν πέρας λαβούσης τόν θεῖον σκοπόν. 

Ὡς δηλοῖ καί ὁ ἅγιος Βασίλειος, ἐν τῇ εἰς τόν ἅγιον προφήτητν Ἡσαΐαν ἑρμηνείᾳ, λέγων οὕτως· "Σάββατα δέ ἀληθῆ ἡ ἀποκειμένη ἀνάπαυσις τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ, ἅπερ διά τό ἀληθῆ εἶναι ἀνέχεται ὁ Θεός καί φθάνει γε ἐπ᾿ ἐκεῖνα τά Σάββατα τῆς ἀναπαύσεως, παρ᾿ ὧ ὁ κόσμος ἐσταύρωται, ἀποστάς δηλονότι τῶν κοσμικῶν, καί ἐπί τόν ἴδιον τόπον τῆς πνευματικῆς ἀναπαύσεως καταντήσας, ἐν ᾧ ὁ γενόμενος οὐκ ἔτι κινηθήσεται ἀπό τοῦ ἰδίου τόπου, ἡσυχίας καί ἀταραξίας περί τήν κατάστασιν ἐκείνην ὑπαρχούσης· πάντων οὖν τόπος τῶν ἀξιουμένων τῆς τοιαύτης μακαριότητος ἐστιν ὁ Θεός κατά τό γεγραμμένον·  Γενοῦ μοι εἰς Θεόν ὑπερασπιστήν καί εἰς τόπον ὀχυρόν τοῦ σῶσαί με." Παρ᾿ ᾧ βεβαίως πάντων οἱ λόγοι πεπήγασι καθ᾿ οὕς καί γινώσκειν τά πάντα πρίν γενέσεως αὐτῶν λέγεται, ὡς ἐν αὐτῷ καί παρ᾿ αὐτῷ ὄντων, αὐτῇ τῇ ἀληθείᾳ τῶν πάντων. Κἄν εἰ αὐτά τά πάντα, τά τε ὄντα καί τά ἐσόμενα, οὐχ ἅμα τοῖς ἑαυτῶν λόγοις, ἤ τῷ γνωσθῆναι ὑπό Θεοῦ, εἰς τό εἶναι παρήχθησαν, ἀλλ᾿ ἕκαστα τῷ ἐπιτηδείῳ καιρῷ κατά τήν τοῦ Δημιουργοῦ σοφίαν πρεπόντως κατά τούς ἑαυτῶν λόγους δημιουργούμενα καί καθ᾿ ἑαυτά εἶναι τῇ ἐνεργείᾳ λαμβάνῃ. Ἐπειδή ὁ μέν ἀεί κατ᾿ ἐνέργειάν ἐστι Δημιουργός, τά δέ δυνάμει μέν ἐστιν, ἐνεργείᾳ δέ οὐκ ἔτι· ὅτι μηδέ οἷόν τε τῶν ἅμα εἶναι τό ἄπειρον καί τά πεπερασμένα, οὐδέ τις δεῖξαι λόγος ἀναφανήσεται τῶν ἄμα εἶναι δύνασθαι τήν οὐσίαν καί τό ὑπερούσιον, καί εἰς ταυτόν ἀγαγεῖν τῷ ἐν μέτρῳ τό ἄμετρον, καί τῷ ἐν σχέσει τό ἄσχετον, καί τό μηδέν ἔχον ἐπ᾿ αὐτοῦ κατηγορίας εἶδος καταφασκόμενον τῷ διά πάντων τούτων συνισταμένῳ. 

Πάντα γάρ τά κτιστά κατ᾿ οὐσίαν τε καί γένεσιν παντάπασι καταφάσεκται τοῖς ἰδίοις καί τοῖς περί αὐτά οὖσι τῶν ἐκτός λόγοις περιεχόμενα. Ὑπεξῃρημένης οὖν τῆς ἄκρας καί ἀποφατικῆς τοῦ λόγου θεολογίας, καθ᾿ ἥν οὔτε λέγεται, οὔτε νοεῖται, οὔτε ἔστι τό σύνολόν τι τῶν ἄλλῳ συνεγνωσμένων, ὡς ὑπερούσιος, οὐδέ ὑπό τινος οὐδαμῶς καθ᾿ ὁτιοῦν μετέχεται, πολλοί λόγοι ὁ εἷς λόγος ἐστί, καί εἷς οἱ πολλοί· κατά μέν τήν ἀγαθοπρεπῆ εἰς τά ὄντα τοῦ ἑνός ποιητικήν τε καί συνεκτικήν πρόοδον πολλοί ὁ εἷς, κατά δέ τήν εἰς τόν ἕνα τῶν πολλῶν ἐπιστρεπτικήν τε καί χειραγωγικήν ἀναφοράν τε καί πρόνοιαν, ὥσπερ εἰς ἀρχήν παντοκρατορικήν ἤ κέντρον τῶν ἐξ αὐτοῦ εὐθειῶν τάς ἀρχάς προειληφός καί ὡς πάντων συναγωγός, εἷς οἱ πολλοί. Μοῖρα οὖν ἐσμεν καί λεγόμεθα Θεοῦ διά τό τούς τοῦ εἶναι ἡμῶν λόγους ἐν τῷ Θεῷ προϋφεστάναι· ρεύσαντες δέ ἄνωθεν πάλιν λεγόμεθα διότι μή καθ᾿ ὅν γεγενήμεθα λόγον τόν ἐν τῷ Θεῷ προόντα κεκινήμεθα. 


Δεν υπάρχουν σχόλια: