Συνέχεια από: Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και μέσω αυτού του πρίσματος οφείλουμε να εξετάσουμε και την ενότητα σώματος και ψυχής, αναλύοντας την φύση του καθενός με τις διαφορετικές ιδιότητες που έχουν192. Είναι αλήθεια πως τα δύο αυτά μεγέθη έχουν ποικίλες και σημαντικές διαφορές, όχι όμως και αντιτιθέμενες δεδομένης της κτιστότητας και των δύο. Το σώμα λοιπόν το οποίο παρουσιάζει μια σειρά από χαρακτηριστικά193, τοποθετείται ως βοηθός της ψυχής και ενώ υπογραμμίζεται η σωστή διαχείρισή του194. Άλλωστε, οι αισθήσεις του σώματος είναι κατ’ αντιστοιχία των δυνάμεων της ψυχής195.
Η θέση του αγίου για τους λόγους των όντων όπως παρατηρήσαμε αναλύει σε πληρότητα την οποιαδήποτε παρερμηνεία196. Καμία αντίθεση δεν υπάρχει ανάμεσα σε σώμα και ψυχή παρά μόνο αν ο άνθρωπος θελήσει να αγκιστρωθεί στη λατρεία του σώματος και δεν το χρησιμοποιήσει για την ανέλιξη προς την θεία πορεία. Έχοντας, πλέον, ως γενική σταθερά την προΰπαρξη των λόγων στο Θεό, μπορούμε να δεχτούμε πως και οι λόγοι των σωμάτων προϋπάρχουν σε αυτόν, καθώς σε διαφορετική περίπτωση ο Θεός θα πιεζόταν στην εμψύχωση των σωμάτων ως τιμωρία των ψυχών197. Αν γίνει λόγος για την ωριγενική αυτή θέση τότε θα πρέπει να δεχθούμε πως ή τα σώματα ή οι ψυχές ανήκουν στο πλαίσιο του κτιστού, εισάγοντας έτσι είτε ομοουσιότητα με τον άκτιστο Θεό για ένα από τα δύο, είτε μια τρίτη κατηγορία μαζί με το κτιστό και το άκτιστο.
Η αγάπη του Θεού είναι ο παράγοντας της δημιουργίας και όχι μια τιμωρία όπως θα ήθελε ο Ωριγένης[ΤΗΣ ΠΤΩΣΕΩΣ ΕΞΗΓΕΙ Ο ΩΡΙΓΕΝΗΣ. ΔΙΟΤΙ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΠΩΣ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΠΤΩΣΗ. Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΔΕΝ ΑΝΙΧΝΕΥΕΙ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΕΦΟΣΟΝ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΗΣ ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΓΑΛΙΛΑΙΟ]198. Δηλαδή, όχι μόνο δεν καταδικάζεται η ψυχή σε μια σωμάτινη φυλακή, αλλά θα λέγαμε πως δικαιώνεται το σώμα, τουλάχιστον ως προς τους πολεμίους του. Διότι, η όποια ενδεχόμενη στασιμότητα της ύλης είναι αποτέλεσμα της λανθασμένης ψυχικής κίνησης, η οποία δεσμεύει το σώμα σε μια αντίστοιχη στασιμότητα199. Βέβαια, καθότι ο άνθρωπος είναι μια ψυχοσωματική ενότητα,[ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΗΣΕΩΣ] ούτε η πρόοδος γίνεται μόνο στην νοητή διάσταση, ούτε τα πάθη αφορούν μονάχα την ύλη200. Η αλληλεξάρτηση των δύο είναι αυτή που είτε τα καθιστά στάσιμα είτε τα μεταμορφώνει στα δεδομένα της άκτιστης ζωής201.
Στο σημείο αυτό, και αφού αναφέραμε ορισμένες πτυχές για την θέση και την αξία του σώματος, θα πρέπει να σταθούμε στα περί ψυχής μιας και η θέση της στην ορθόδοξη ερμηνευτική έχει μια λεπτή διαχείριση. Σύμφωνα με τον όσιο, η ψυχή, η οποία είναι «οὐσία ἀσώματος, νοερά, ἐν σώματι πολιτευομένη, ζωῆς παραιτία»202 κινεί και ζωοποιεί το σώμα203. Το ότι υπάρχει η ψυχή το βεβαιώνει το σώμα το οποίο δεν κινείται από μόνο του, διότι αν είχε αυτοκίνητη πορεία θα έπρεπε να συνέχιζε αυτή την κίνηση ακόμα και νεκρό204. Ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση του οσίου, στο γενικότερο κτιστολογικό πλαίσιο,[ΤΗΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΗ, ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΕΩΣ] πως η ψυχή δεν αποτελεί γνώρισμα μόνο του ανθρώπου, αλλά πως όλα τα έμβια κτίσματα έχουν κατά αναλογία των δυνάμενων που τα διακρίνουν205.
Ο χαρακτηρισμός της ως αθάνατη σε σχέση με το θνητό σώμα έτυχε ερμηνείας υπό του αγίου. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί με τον πλατωνικό τρόπο η αθανασία της206. Βυθιζόμενος κανείς στη συνολική του σκέψη, δε μπορεί να ξεφύγει από την βαθιά ριζωμένη διάκριση κτιστού και ακτίστου η οποία δεν του «επιτρέπει» να ερμηνεύσει τα διάφορα κτιστολογικά σχήματα με σχετικές αντιθέσεις. Έτσι, ακόμα και η ψυχή δεν είναι φύση αθάνατη καθώς η εκ του μη όντος προέλευσή της σχετίζεται με την αναφορά της στην τριαδική Θεότητα. Ωστόσο, καθότι είναι απλή207, δηλαδή δεν αποτελείται από μέρη όπως το σώμα, είναι και ασύνθετη και αδιάληπτη208. Μέσω αυτού του πρίσματος μπορεί να δικαιολογηθεί και το «αθάνατο» του χαρακτήρα της.
Ο χαρακτηρισμός της ως αθανάτου σε σχέση με το θνητό του σώματος αποτελεί κατ’ αντιστοιχία του νοητού και του αισθητού κόσμου, με το πρώτο να είναι απλό, ευκίνητο και αδιάλυτο ενώ το δεύτερο σύνθετο δυσκίνητο και διαλυτό209. Σε καμία, όμως περίπτωση δε μπορούμε να κάνουμε λόγο για εκ φύσεως αθανασία210. Έτσι μονάχα κατανοείται και η διαφορά του τρόπο δημιουργίας τόσο στην προγονική γέννηση του ανθρώπου όσο και σε αυτή που ακολουθεί της πτώσης211. Δηλαδή, το αισθητό στοιχείο γίνεται από ύλη που υπάρχει ενώ η ψυχή ως νοητό δια της βουλήσεως του Θεού.
Βέβαια, τονίζουμε άλλη μια φορά πως η διαφορετικότητα της δημιουργίας δε μπορεί να ξεφύγει από τον κοινό παρονομαστή των κτιστών. Ίσως χρειαστεί περισσότερες σειρές για αυτήν την ανάλυση καθώς η ψυχή κατά τον άγιο έχει μια πολύ ιδιαίτερη απόχρωση. Άλλωστε, ο ίδιος αφιερώνει μεταξύ άλλων ένα ομώνυμο έργο για την διασαφήνιση των περί ψυχής προβληματισμών και ερωτημάτων212. Έτσι, επιστρέφοντας στο ανθρωπολογικό πλαίσιο, διακρίνουμε τις δυνάμεις της ψυχής στην αίσθηση, τον λόγο και τον νου213, με αυτές να διαδραματίζουν έναν συγκεκριμένο ρόλο στο πλαίσιο της κίνησής της. Επειδή η ψυχή βρίσκεται στο μεθόριο Θεού και ύλης214, οι τρεις λειτουργίες αυτές έχουν διαφορετικό ρόλο αλλά ταυτόχρονα κοινό σκοπό ο οποίος είναι, όπως αναφέραμε, ολοκλήρωση της κίνησης των ενεργειών στο Θεό.
Έτσι, μπορούμε να αναφέρουμε πως με αίσθηση ενώνεται με την ύλη, ο λόγος είναι αυτός που την εξυψώνει στον νου και εν τέλει με τον αυτόν ενώνεται με τον Θεό215. Παρατηρούμε εδώ ένα δείγμα της πατερικής γραμματείας για τον ορισμό και την διασαφήνιση της ανθρωπίνου ψυχής. Ο άγιος Μάξιμος, τοποθετεί το δικό του στίγμα για την ερμηνεία του τί είναι αυτό το μέρος του ανθρώπου με τις όποιες δυσκολίες παρουσιάζει ένα τέτοιο εγχείρημα. Οι ικανοποιητικότατες ερμηνευτικές προσεγγίσεις του οσίου συμπεραίνουν πως ο άνθρωπος είναι μια ψυχοσωματική ενότητα, αποτελούμενη από δύο μέρη.
Σε πολλές περιπτώσεις, βέβαια, ερχόμαστε αντιμέτωποι με την τριμερή διαίρεση του ανθρώπου. Αυτή η διάκριση που ναι μεν έχει αγιογραφική βάση216, αν δεν τεθεί υπό τις ορθές προϋποθέσεις ενδέχεται να καταλήξει πως ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα, ψυχή και πνεύμα ή νου217. Η πλειάδα, ωστόσο, αγιογραφικών218 αλλά και αγιοπατερικών χωρίων219 ορίζει τον άνθρωπο ως μια ενότητα σώματος και ψυχής. Ο νους δεν είναι διακεκριμένο στοιχείο της ανθρώπινης σύστασης αλλά άλλοτε ταυτίζεται με την ψυχή, άλλοτε θεωρείται ως το υψηλότερο μέρος της220. Το ότι δύο ανόμοια αλλά όχι αντιτιθέμενα μεγέθη, όπως είδαμε, συνδέονται με τόση αρμονία δεν πρέπει λοιπόν ούτε να μας εκπλήσσει δεδομένου της κτιστότητας και των δύο, ούτε φυσικά να μας οδηγεί σε συγκριτικές θεωρήσεις.
Αξιοσημείωτο δε, είναι πως ακόμα και μετά την διάσπαση εξ αιτίας του θανάτου των δύο αυτών στοιχείων η ενότητα των δύο δεν κλονίζεται παρά τον πρόσκαιρο χωρισμό τους221. Έτσι, το σώμα και η ψυχή, δυο στοιχεία διάφορα μα όχι αντίθετα, συνιστούν τον άνθρωπο. Ακόμα και η λανθασμένη κίνηση προς την αμαρτία γίνεται από την ενότητα των δύο, όχι απλά από το σώμα ή από την ψυχή. Γιατί εκείνα ακριβώς που κάνει το σώμα στον κόσμο των πραγμάτων, τα ίδια κάνει και η ψυχή στον κόσμο των νοημάτων222. Είναι φυσικό για τον άγιο Μάξιμο, πως ο άνθρωπος όντας μια ενότητα από στοιχεία δεν μπορεί να διαχωριστεί σε σώμα και ψυχή.
Η οντολογική αρχή της μη διάκρισης νοητού και αισθητού καθώς και σώματος και ψυχής σε αντιτιθέμενες πραγματικότητες έχει να κάνει με την κτιστότητα αυτών αλλά και την κίνηση που συνοδεύει τα όντα που έγιναν από το μη όν. Η κίνηση αυτή δεν είναι ένα πάθος αρνητικό[ΑΠΟΦΑΤΙΚΌ] όπως εσφαλμένα θεωρούσαν ωριγενιστές αλλά το κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικό της κτίσης. Δηλαδή, έχοντας συνυφασμένες όλες της σκέψεις του αγίου για την αδυναμία της κατά φύσης ζωής των όντων, αφού αποτελούν δημιουργήματα από το μη ον, μπορούμε να καταλάβουμε πως είναι στην φύση των κτιστών η κίνηση και η αλλοίωση223. Έτσι, συγκεφαλαιώνοντας την προγενέστερη αγιοπατερική παράδοση, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει τα εξής, τα οποία αφορούν κατ’ ανάγκη και τον άνθρωπο: «Όλα τα όντα ή κτιστά είναι ή άκτιστα. Αν λοιπόν είναι κτιστά, οπωσδήποτε είναι και τρεπτά· γιατί αυτά, που η ύπαρξη τους άρχισε με τροπή, θα είναι πάντως υποδουλωμένα στην τροπή παρουσιάζοντας ή φθορά ή αλλοίωση κατά προαίρεση»224.
Σημειώσεις193 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1229C – 1232A.
194 Κεφάλαια περί αγάπης, εκατοντάς γ’, PG 90, 1020B.
195 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1248B κ. εξ.
196 Βλ. Την περιεκτική τοποθέτηση του Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus…, σελ. 102 – 116
197 Βλ. Αθανασίου Β. Βλέτση, Το προπατορικό αμάρτημα στη θεολογία Μαξίμου…, σελ. 100.
198 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1228AD.
199 Βλ. Νίκου Αθ. Ματσούκα, Κόσμος, άνθρωπος, κοινωνία…, σελ. 78.
200 Ο. π., σελ. 78 – 79.
201 Ο. π., σελ. 332 υποσημ. 38.
202 Περί Ψυχής, PG 91, 361A.
203 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1337A.
204 Περί Ψυχής, PG 91 356AB.
205 Στα φυτά διακρίνεται η θρεπτική και αυξητική, στα ζώα την αισθητική και ορμητική και στον άνθρωπο, μαζί με τις παραπάνω, και την λογική ψυχή. Ουσιαστικά, ψυχή αποτελεί την ουσία εκείνη που κινεί τα ζώντα πλάσματα με σχετικές, όμως, ιεραρχικές διαφοροποιήσεις. Κεφάλαια περί αγάπης, εκατοντάς γ’, PG 90, 1028A.
206 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Το μυστήριο του Θεού…, σελ. 78. «Οι απολογητές του 2ου αιώνος δέχονται μεν αυτή τη διάκριση σε ποιότητα, αλλ’ επιμένουν επί της θνητότητος και αυτής της ψυχής κατά φύση. Μόνο κατά χάρη γίνεται η ψυχή αθάνατη. Αργότερα παρουσιάστηκε ελαφρά τροποποίηση της διδασκαλίας, υπό την επίδραση του Πλάτωνος, αλλ’ αν εξαιρέσουμε τον ωριγενισμό, πουθενά αλλού η διάκριση δεν έφτασε σε σημείο να θεωρείται η ψυχή αυτοδικαίως αθάνατη. Η ύλη είναι παρούσα σε όλα τα κτιστά σώματα, έμψυχα ή άψυχα, νοερά και αισθητά και είναι και ένα στοιχείο που προσδίδει ενότητα στο σύμπαν. Ακόμη και οι άγγελοι είναι ένυλα όντα, περιγραπτά και τρεπτά, αν και αόρατα»
207 Περί Ψυχής, PG 91, 357B.
208 Ο. π., PG 91 357C – 360A.
209 Βλ. Νίκου Αθ. Ματσούκα, Κόσμος, άνθρωπος, κοινωνία…,σελ. 81.
210 Σχετικά με την θνητότητα του ανθρώπου ως ενότητας ψυχής και σώματος θα εξεταστεί ενδελεχώς στο κεφάλαιο της Πτώσης.
211 Βλ. Νίκου Αθ. Ματσούκα, Κόσμος, άνθρωπος, κοινωνία…, σελ. 81 και 333 υποσημ. 45.
212 Περί Ψυχής, PG 91, 353C – 361B.
213 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1116A.
214 Ο. π., PG 91, 1193D.
215 Βλ. Χαράλαμπος Γ. Σωτηρόπουλος, Θέματα δογματικής θεολογίας…, σελ. 96.
216 Βλ. ενδεικτικά: Μτθ. 22:37, Λκ. 10:27, Α΄ Θεσ. 2:23, Εβρ. 4:12
217 Βλ. Δημήτριος Ε. Μιχαηλίδης, Κόσμος, Εκκλησία τελείωση του ανθρώπου στη «Μυσταγωγία» του αγίου Μαξίμου του Ομολογητοῦ, Θεσσαλονίκη: (Μεταπτ. Εργασία). 2012, σελ. 69 – 70.
218 Βλ. ενδεικτικά: Γεν. 1:26-30, 2:7-8, 2:21-23, Σοφ. Σολ. 2:23, Σοφ. Σερ. 17:1, Ιωβ 10:9, Μτθ. 16:26, 19:4-5, Α’ Κορ. 11:9, Κολ. 3:10 Τιμ. 2:13.
219 Βλ. ενδεικτικά: Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον, περί διαφόρων αποριών 1, PG 90, 244, Μεγάλου Βασιλείου, Εις τους Ψαλμούς 32, 6, PG 29, 337D, του ιδίου, Ασκητικαί διατάξεις 2, 3, PG 31, 1352AB, Γρηγορίου Θεολόγου, Εις το άγιον Πάσχα 65, 7, PG, 632A, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις την Γένεσιν 14, 5 PG, 117, Του ιδίου, Υπόμνημα εις τον άγιον Ματθαίον τον ευαγγελιστή 15, 1 PG 57,223.
220 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Το μυστήριο του ανθρώπου…, σελ. 15.
221 Επιστολή 7, PG 91, 440A.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου