Δευτέρα 6 Μαρτίου 2023

Παύλος Χριστόπουλος - Η έννοια του θανάτου στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (6)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 1 Μαρτίου 2023

ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘ. ΠΑΥΛΟΣ Πτυχιούχος ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ 

ΘΕΜΑ
«Η έννοια του θανάτου στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Α. 3. Η οντολογία των κτιστών
Α. 3. 3. 
«Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση»: η οντολογία του ανθρώπου

Ο άγιος Μάξιμος τονίζει σχετικά πως «πᾶσα δὲ ἡ κτίσις σύνθετος ὑπάρχει ἐξ ούσίας καὶ συμβεβηκότος, καὶ ἐπιδεὴς ἀεὶ τῆς θείας προνοίας, ὡς τροπῆς οὐκ ἐλευθέρα»225, ενώ προσθέτει πως «ού γὰρ ἄμφω ἐνδέχεται καὶ εἶναι καὶ γίνεσθαι χωρίς τροπῆς καὶ ἀλλοιώσεως. Εἰ γὰρ ἦν καὶ γέγονεν, ἐτράπη, εἰς ὄπερ οὐκ ἦν μεταχωρῆσαν κατὰ τὴν γένεσιν, ἤ ἠλλοιώθη, προσθήκην οὗ ἐστερέτο κάλλους ἐπιδεξάμενον»226. Η οντολογία του ανθρώπου με την τροπή και την αλλοίωση ως χαρακτηριστικό ενδέχεται να αποδώσει σχετικές κατηγορίες και ευθύνες στο Θεό για μια τέτοια ρευστή δημιουργία. Ωστόσο, δε μπορεί να σταθούν οι κατηγορίες αυτές διότι η κτίση δε μπορεί να είναι φύση άτρεπτη• χαρακτηριστικό που αποτυπώνει μονάχα τον Θεό. Επιπλέον, έχουμε δει στην σκέψη του αγίου για την ανθρωπολογία πως ο στόχος της κίνησης είναι η παύση της, με την ατρεψία να αποτελεί τον κατά χάρη σκοπό της227. Πέραν όμως από την οντολογική διάσταση της παθητότητας του ανθρώπου, η απόδοση ευθυνών βαραίνει όχι το Θεό αλλά τον ίδιο τον άνθρωπο και αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε από την «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» δημιουργία. 

Δηλαδή, τα στοιχεία εκείνα που καθορίζουν την κίνηση του ανθρώπου είναι βαθιά χαραγμένα στο ποιόν της δημιουργίας του. Για να γίνει αντιληπτή η ευθύνη του ανθρώπου, οφείλουμε να αναλύσουμε το σχήμα του «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση», ένα σχήμα που αφενός αποτελεί την βάση της ανθρωπολογίας που παρουσιάζει και μια σχετική δυσχέρεια στην διαχείρισή του. Η δυσκολία του συσχετισμού αυτού, έγκειται κυρίως στη ποικιλία απόψεων στην ορθόδοξη Ανατολή και τις πολλές ερμηνείες228. Έτσι, το «κατ’ εικόνα» άλλοτε χαρακτηρίζει το αυτεξούσιο ή το λογικό, άλλοτε αναφέρετε στην ψυχή μαζί με το σώμα, άλλες φορές στον νου ως ανώτερο μέρος της ψυχής ή ακόμα και στην διάκριση φύσεως και προσώπου229. Το ζητούμενο, βέβαια, δεν είναι το πού αναφέρεται, κάτι που έχει λίγη σημασία, αλλά κυρίως το τί είναι καθώς και τις προεκτάσεις που έχει στην ανθρώπινη υπόσταση. 

Βασιζόμενοι στην των Πατέρων σύνοψη του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, το «κατ’ εικόνα» φανερώνει την νοερή και αυτεξούσια φύση, ενώ το «καθ’ ομοίωση» την κατά το δυνατό ομοίωση στην αρετή230. Η θέση του αγίου Μαξίμου δύο αιώνες νωρίτερα δεν διαφέρει με την προηγούμενη διατύπωση. Έτσι, αποσαφηνίζοντας και πάλι την διαφορά κτιστού και ακτίστου, ορίζει το «κατ’ εικόνα» όχι ως προς την ουσία αλλά ως προς την αυτεξουσιότητα ενώ την «ομοίωση» με την στροφή και την ανάταση του νου προς τον Θεό231. Έτσι, αναδύονται οι δύο βασικότεροι πυλώνες της θεολογίας του «κατ’ εικόνα» στη σκέψη του οσίου: το αυτεξούσιο του ανθρώπου και ο στόχος της οντολογίας του. Για τον όσιο είναι ξεκάθαρο πως ο άνθρωπος υπόκειται σε μεταβολές ανάλογα με την προαίρεση του. Με βάση λοιπόν την σκέψη του αγίου μπορούμε να αναφέρουμε πως ο άνθρωπος εξ αιτίας της κτιστότητάς του είναι φύση φθαρτός και αλλοιωτός κατά την κίνηση που επιλέγει, χρωματίζοντας την επιστροφή στο μη ον και την θέωση, αντίστοιχα. 

Σχετικά, λοιπόν, με το αυτεξούσιο, το οποίο θεωρείται ως η ανώτερη των ψυχικών δυνάμεων232, είναι το κομβικό εκείνο σημείο το οποίο μπορεί να συγκριθεί η ανθρώπινη εικόνα με τον Θεό233. Ο Θεός δημιουργώντας τα λογικά όντα, δηλαδή τους αγγέλους και τον άνθρωπο, τα κοσμεί με τη υψηλότερη διάκριση που θα μπορούσε να κάνει. Ορίζει ως κυριότερο χαρακτηριστικό τους την ελευθερία να εξουσιάζουν τον εαυτό τους, να είναι κύριοι των επιλογών στις οποίες προβαίνουν και να έρχονται αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα των εκλογών αυτών. Άρα, ο άνθρωπος έχει στο «είναι» του χαρακτηριστικά που έχει και ο δημιουργός του, φυσικά σε διαφορετικό βαθμό και σε διαφορετικό παρονομαστή σε σχέση με τον Θεό. Κατ’ επέκταση, δεν μπορούμε να τα παρατηρήσουμε στον τέλειο βαθμό, αλλά ούτε να τα ταυτίσουμε γιατί η κτίση έχοντας αναφορά στον Θεό έχει σχετική ελευθερία αλλά και διαφορετική ουσία234. 

Η δωρεά αυτή δεν χαρίζεται απροϋπόθετα εκ του Θεού. Ο άνθρωπος όντας κτιστός, με την κίνηση να αποτελεί ποιόν της φύσης τους, έχει την επιλογή της ελεύθερης κατεύθυνσης που δεν εμπεριέχει κανέναν απολύτως εξαναγκασμό235. Έτσι, η παραχώρηση αυτεξουσίου σχετίζεται με τον προορισμό του. Ο άνθρωπος, καλείται θεληματικά να παραδώσει όλη του την ύπαρξη στο Θεό, ώστε να την κινεί ο ίδιος ο Δημιουργός236. Αυτό δεν γίνεται δυναστικά αλλά είναι φυσικό επόμενο της «κατ’ εικόνας» δημιουργίας που έχει ως στόχο την άνοδο και ταύτιση της εικόνας στο αρχέτυπο237. Μέσω αυτού του πρίσματος κατανοούμε και όλους τους χαρακτηρισμούς που τον ακολουθούν, ως αντιστοιχία με όρους που αναφέρονται στον Θεό238. Έτσι, η ευθύνη της άλογης κίνησης του ανθρώπου σχετίζεται με την ελεύθερη άρνησή της φυσικής πορείας του και έτσι η φυσική τρεπτότητα έχει κυρίως ανθρωπολογικές διαστάσεις. 

Στο σχήμα του «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» παρατηρούνται δυο ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προοπτικές. Αφενός, δικαιώνεται ο άγιος στην απολογητική έναντι των ωριγενιστών, προασπίζοντας την κίνηση των όντων ως κάτι το φυσικό και σε καμία περίπτωση αρνητικό. Αφετέρου, και με βάση το προηγούμενο, αυτόματα αναδύονται στη σκέψη του μια σειρά από εξελικτικές συζυγίες. Ο άγιος, διαχωρίζει τα όντα στον «λόγο του είναι» και στον «τρόπο του είναι» 239. Σε κάθε συζυγία το πρώτο σκέλος αποτελεί το κοινό, ακατέργαστο χαρακτηριστικό της φύσης, ενώ το δεύτερο φανερώνει την επεξεργασμένη μορφή του όντος240. Έτσι, μπορούμε να διακρίνουμε την φύση σε πρόσωπο, την κίνηση σε ενέργεια, το φυσικό θέλημα σε γνωμικό, με αποκορύφωμα και συγκεφαλαίωση την εικόνα σε ομοίωση241. Έτσι, η ορθή πορεία της φύσης αναδεικνύει τον άνθρωπο σε πρόσωπο, ο εμπλουτισμός της κίνησης με την λογική την καθιστά ως ενέργεια242, η φυσική θέληση μεταποιείται σε γνωμική όταν πορευτεί ορθά. 

Ο άνθρωπος καλείται να ενώσει στον εαυτό του ολόκληρη την κτίση και έπειτα να παραδώσει αυτή την πραγματικότητα στο Θεό252. Η παύση της κίνησης ως σκοπός του ανθρώπου απαντάται στην ορθή χρήση όλων των μέσων που διαθέτει – αισθητών και νοητών, σώματος και ψυχής, κατ’ εικόνας και κατά χάρης – ώστε να μπορέσει να επιτύχει αυτό για το οποίο πλάστηκε. Ωστόσο, η πορεία του, όπως χαρακτηριστικά μας γνωστοποιεί η αγιογραφική διήγηση253, πήρε μια διαφορετική τροπή με ιδιαίτερες συνέπειες και αποτελέσματα, με κυριότερη το τραύμα του θανάτου, θέματα τα οποία θα έχουμε την ευκαιρία να αναλύσουμε με προσοχή στο επόμενο Κεφάλαιο..  

ΑΠΟΣΙΩΠΑΤΑΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΧΕΙΡΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΠΝΟΗ ΖΩΗΣ. 

ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΕΔΩΣΕ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΤΙΣΗ , ΦΑΝΕΡΩΣΕ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ή ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΗΔΗ ΠΑΡΑΔΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟ. ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ Η ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΤΑΥΤΙΣΗ ΕΙΚΟΝΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΤΥΠΟΥ, Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΘΑ ΣΥΝΕΒΑΙΝΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΒΗ ΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ.

 Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΛΟΙΠΟΝ ΑΠΟΚΑΘΙΣΤΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ. ΑΔΕΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ, ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ. ΔΙΑΛΕΓΟΥΜΕ ΠΛΕΟΝ.

Σημειώσεις


225 Κεφάλαια περί αγάπης, εκατοντάς δ’, PG 90, 1049B.
226 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1181CD.
227 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, «Άνθρωπος άναρχος και ατελεύτητος…, σελ. 260.
228 Βλ. Μεγάλου Αθανασίου, Περί ενανθρωπήσεως του Λόγου 3, PG 25, 101B. Μεγάλου Βασιλείου, Εις τον 48 Ψαλμόν 8, PG 29, 449C. Γρηγορίου Νύσσης, Περί Παρθενίας 12, PG 46, 369C. Γρηγορίου Παλαμά, Προσωποποιϊαι, PG 150, 1361BC.
229 Βλ. Παναγιώτη Νέλλα, «Η θεολογία του «κατ’ εικόνα»: Δοκίμιον ορθοδόξου ανθρωπολογίας»: Κληρονομιά 2, 1970, σελ. 294 – 295.
230 Όπως παρατηρεί εύστοχα ο Ματσούκας, και με βάση όλα όσα έχουμε αναλύσει στην μέχρι τώρα θεματολογία μας, «Το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση από πολλούς εντοπίζεται στη λογική και νοερή φύση του ανθρώπου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αναφέρεται στον όλο άνθρωπο. Μόνο όταν σκεφτόμαστε διαρχικά , χωρίς να μπορούμε να κατανοήσουμε την υπέρβαση αυτής της διαρχίας που είχαν κάνει οι Πατέρες δημιουργούμε πρόβλημα, νομίζοντας ότι το σώμα δεν μετέχει στο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση. Είναι πολύ φυσικό και σωστό ο άνθρωπος να εξετάζεται ως λογική και νοερή φύση, γιατί αν λείπει αυτή θα είναι ένα φυσικό αντικείμενο, χωρίς προσωπική διάσταση και ελευθερία. Αλλά η διάσταση αυτή και η ελευθερία πουθενά αλλού δεν βρίσκουν την έκφραση και την ανάπτυξη παρά μόνο στην συνολική ανθρώπινη ζωή». Βλ. Νίκου Αθ. Ματσούκα, Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδοσις Ακριβής…, σελ. 470, υποσημ. 77.
231 Σχόλια εις το περί θείων ονομάτων, PG 4, 377AD και Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1064AD.
232 Κεφάλαια θεολογικά και πολεμικά, PG 91, 301BD.
233 Συζήτησις μετά Πύρρου PG 91, 325BC και Κεφάλαια θεολ ογικά και πολεμικά, PG 91, 324D.
234 Σχόλια εις το περί θείων ονομάτων, PG 4, 377BC.
235 Σχόλια εἰς το περί Ουρανίου Ιεραρχίας, PG 4, 88D – 89A.
236 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1076BC.
237 Ο. π.
238 Βλ. Παναγιώτη Νέλλα, «Η θεολογία του «κατ’ εικόνα»…, σελ. 298 – 299.
239 Προς Θαλάσσιον, PG 90, 353AB. Βλ. και Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus…, σελ. 152 – 153 όπου σχολιάζεται επί του θέματος αυτού στο κομμάτι της υποστατικής ένωσης κτιστού και ακτίστου στον Χριστό. Για την διάκριση «λόγου και τρόπου» βλέπε την περιεκτική παρουσίαση του Butler Michael, Hypostatic union and Monotheletism: the dyothelite Christology of St. Maximus the Confessor, 1993 (Διδακτ. Διατριβή) στις σελίδες 110 – 135.
240 Σχολιάζοντας τα δύο συζυγίες ο Farrell P. Joseph παρουσιάζει έναν πίνακα τον οποίο συνδέει με την τριάδα της γέννησης – κίνησης – στάσης και διχοτομώντας τον ώστε από την μία πλευρά να υπάρχει η φύση ως «κατ’ εικόνα» ενώ από την άλλη η εξέλιξη της στο «καθ’ ομοίωση». Έτσι, παρουσιάζεται στο κομμάτι της γέννησης η φύση ως λόγος του είναι και η υπόσταση ως τρόπος. Κατ’ επέκταση στο κομμάτι της κίνησης φαίνεται πως από την μία στήλη υπάρχει η ενέργεια για ελεύθερη επιλογή ενώ από την άλλη το γνωμικό θέλημα ως αποτέλεσμα της πρώτης. Αξίζει να σημειωθεί πως ανάλογα την κίνηση που θα επέλεγε, η κατάσταση του ευ είναι θα χαρακτηριζόταν και ως «κακώς είναι». Η συγκεκριμένη παρατήρηση φανερώνει κατά πρώτον πως το «ευ είναι» αποτελεί την κατά φύση πορεία αλλά η εσφαλμένη κίνηση μπορεί να χρωματίσει ως «κακώς είναι», κατά δεύτερον. Τέλος, στο τμήμα της στάσεως αποτυπώνεται το αεί είναι ως αποκατάσταση της φύσης με την δεκτικότητα σε αυτή την θεία κατάσταση να εξαρτάται από την προαίρεση του καθενός. Αν και θα γίνει αναφορά στο θέμα της αποκατάστασης των πάντων στην θεολογία του αγίου Μαξίμου σε μεταγενέστερες σελίδες, αξίζει να αναφέρουμε πως ως αποκατάσταση αναφέρεται η πλήρωση της οντολογίας των όντων, δηλαδή η ολοκλήρωση της κίνησής τους στον Θεό. Βλ. Farrell P. Joseph, Free choice in St. Maximus the Confessor, South Canaan, United Stages: St. Tikhon’s Seminary Press, 1989, σελ. 163.
241 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, «Άνθρωπος άναρχος και ατελεύτητος…, σελ. 258.
242 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1057B.
243 Βλ. Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus…, σελ. 133 – 134.
244 Κεφάλαια περί αγάπης, εκατοντάς γ΄, PG 90, 1024B.
245 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, «Άνθρωπος άναρχος και ατελεύτητος…, σελ. 264.
246 Βλ. Νικολάου Μ. Καραζαφείρη, Η περί προσώπου διδασκαλία…, σελ. 105.
247 Συζήτησις μετά Πύρρου, PG 91, 293C.
248 Προς Μαρίνον, PG 91, 13A.
249 Ο. π., PG 91, 17C.
250 Γεν. 2:7.
251 «Κατὰ τὴν διπλῆν τοῦ ἐμφυσήματος δύναμην καὶ πνοήν ἐμφυσώμενοι πάντες καὶ Πνεῦμα ἅγιον», Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1324C. Βλ. και Δημητρίου Τσελεγγίδη, Χάρη και Ελευθερία κατά την Πατερική Παράδοση του ΙΔ΄ αιώνα, Θεσσαλονίκη: Πουρναράς, 2002, σελ. 51 – 52 καθώς και Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Το μυστήριο του ανθρώπου…, σελ. 16 – 17.
252 Προς Θαλάσσιον, PG 90, 625C.
253 Γεν 3:1 – 24.

Δεν υπάρχουν σχόλια: