Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024

Εις μίαν Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν α

Απομαγνητοφώνηση της ομιλίας του Δημ. Μαυρόπουλου

Εις μίαν Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν α


Στη μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λέξη «εκκλησία» δηλώνει τη σύναξη του λαού του Θεού, του Ισραήλ, και τη συναντάμε κατά την περίοδο της συνάψεως της διαθήκης του Σινά. Και ελάλησε Μωυσής εις τα ώτα πάσης εκκλησίας τα ρήματα…Οι εβδομήκοντα μεταφράζουν την εβραϊκή λέξη «καρχάλ», η οποία περιγράφει τη συγκέντρωση του λαού για λατρευτική πράξη. στις εβραϊκές Γραφές χρησιμοποιείται και ο όρος «ελτάχ», που μεταφράζεται με τον όρο «συναγωγή». Ταύτα τα ρήματα ελάλησε Κύριος προς πάσαν συναγωγήν ημών…Αυτοί οι δυο όροι, εκκλησία και συναγωγή, χρησιμοποιούνται σχεδόν ως ταυτόσημοι στα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι φανερό ότι ο όρος εκκλησία, τόσο στην ελληνική γραμματεία, όσο και στην εβραϊκή, σήμαινε συνέλευση. Σημαίνεται ως πράξη λαού για να ληφθούν αποφάσεις πολιτικού ή θρησκευτικού περιεχομένου, στην μεν ιουδαϊκή ως πράξη θρησκευτικού περιεχομένου του λαού του Θεού. Στην Καινή Διαθήκη, το περιεχόμενο του όρου διαφοροποιείται, έως και ανατρέπεται από τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος ανάγει την Εκκλησία στην Βασιλεία των Ουρανών. Τώρα η Εκκλησία δεν είναι μια σύναξη, μια συνέλευση, έστω όσων έχουν κοινή πιστή και κοινό προσανατολισμό, αλλά είναι το ίδιο το σώμα του Χριστού. Και επειδή τα μέλη αυτού του σώματος είναι συνδεδεμένα με το Χριστό, συνδεδεμένα μάλιστα με ενέργειες που χορηγεί το Άγιο Πνεύμα, γι’ αυτό το ονομάζουμε μυστικό σώμα του Χριστού, με την έννοια του μυστηριακού. Και ενώ ο όρος εκκλησία στην ελληνική και ιουδαϊκή παράδοση είναι εύκολο να προσδιοριστεί και να οριστεί: σύναξη, συμβούλιο, στην χριστιανική παράδοση δεν υπάρχει ορισμός, όσον αφορά το περιεχόμενο του όρου τουλάχιστο μέχρι την ανάδυση του σχολαστικισμού, 12ο αιώνας. Γιατί με την είσοδο στην ιστορία του γεγονότος της Πεντηκοστής η εκκλησία γίνεται αντιληπτή πληρούμενη πραγματικότητα, ακριβώς επειδή η σχέση των πιστών με τον Χριστό ενεργείται σε υπαρξιακό επίπεδο, και όχι σε πολιτικό ή ηθικό. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, θα μπορούσαμε να θέσουμε το ερώτημα, πως και που γίνεται αντιληπτή η παρουσία της Εκκλησίας, πως και που γινόμαστε εμείς ενεργά μέλη της Βασιλείας. Το ερώτημα προϋποθέτει μια ελεύθερη απόφαση, ή πρόκληση αν θέλετε, εκάστου πιστού να ζήσει την πραγματικότητα της Εκκλησία, όχι για να μάθει γι’ αυτήν, αλλά για να μετάσχει σ’ αυτήν. Ας θυμηθούμε στο σημείο αυτό, ότι για να μάθει γι’ αυτήν, για αρκετούς αιώνες λειτουργούσε μια μυστηριακή πειθαρχία, για όσους μετείχαν στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, η οποία απαγόρευε στους Χριστιανούς, να μιλούν ή να κοινοποιούν στους εκτός, ακόμη και στους κατηχούμενους, ότι αφορούσε τα λεγόμενα ή τεκταινόμενα στις ιερές συνάξεις. Θυμίζω μια πρόταση του μεγάλου Αθανασίου, ου χρην τα μυστήρια …ίνα μη Έλληνες μεν αγνοούντες …κατηχούμενοι δε μη …σκανδαλίζονται (δεν ακούγεται καθαρά). Η…απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε πως και που, δεν είναι εύκολη, διότι από πολύ νωρίς, από τον τρίτο αιώνα, εμφανίστηκαν και διαμορφώθηκαν δυο τάσεις, συνήθως αυτονομημένες, μέσω των οποίων βιώνεται το μυστήριο της Εκκλησίας. Εντός της Εκκλησίας εμφανίστηκαν αυτές οι δυο τάσεις. Η μια αντιλαμβάνεται την οδό της σωτηρίας ως μια διαρκή άσκηση, που αποβλέπει στην εσωτερική κάθαρση του πιστού, και που επιτρέπει τη λεγόμενη καλή αλλοίωση της φύσεως, τον φωτισμό δηλαδή του νοός και της καρδίας[ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ]. Άσκηση που ενεργείται κατά…στις κοινότητες των ασκητών και των μοναχών, και που εμπεριέχει επίσης ένα διαρκή πόλεμο εναντίον των παθών και των δαιμονικών ενεργειών. Η άλλη, αντιλαμβάνεται αυτή την οδό σωτηρίας ως μετοχή στην πράξη της Θείας Ευχαριστίας. Πράξη στην οποία για να φτάσει ο πιστός χρειάζεται πίστη και άσκηση, που θα του επιτρέψει να αποδεχθεί αυτή την κοινωνία με τον Χριστό, ως δωρεά του Θεού, κατάσταση που την ονομάζουμε μυστήριο της υιοθεσίας[ΑΦΕΣΗ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ, Η ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ, ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ]. Οι δυο αυτές οδοί δεν έπαψαν μέχρι σήμερα συχνά να συγκρούονται, και βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά, παρά το γεγονός ότι εμφανίστηκαν συχνά συνθέσεις, …που πρότειναν, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, έκτος αιώνας, και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, 14ος αιώνας, οι οποίες συμποσούνται στην εξής μια: η οδός σωτηρίας βρίσκεται στη σύνθεση άσκησης και Θείας Λειτουργίας[ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΑΣΚΗΣΟΥ ΟΣΟ ΘΕΣ.ΤΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΑ ΕΝΔΥΜΑΤΑ ΚΑΤΑΣΧΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ] Ενδιαφέρουσα είναι και η περίπτωση της συνθέσεως που εμφανίστηκε τον 11ο αιώνα, με την καθιέρωση της εορτής των Τριών Ιεραρχών. Σύμφωνα με την οποία, η αυτόνομη έκφραση του εκκλησιαστικού ήθους μέσω της άσκησης, Μέγας Βασίλειος[Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΥΣ ΤΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΚΑΘΟΛΙΚΟ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ], ή μέσω της θεωρίας και της θεολογίας, Γρηγόριος ο Θεολόγος, ή μέσω της μετάνοιας ως έμπρακτης αγάπης προς τον εαυτό, προς τον πλησίον, προς τον Θεό, Ιερός Χρυσόστομος, εισάγουν μια διακινδύνευση και μια σύγχυση[ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΥΠΗΡΞΑΝ ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΙ ΔΙΩΚΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΣΩΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΔΙΔΑΞΕΙ ΟΤΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ] Ενώ η σύνθεση[Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΤΟΝ ΔΟΥΛΟ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΦΕΝΤΗΣ. ΑΝΗΚΕΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΓΑΛΑΞΙΑ] και των τριών αυτών, των επιμέρους οδών, οδηγεί στην εν-χρίστωση (δεν ακούγεται καθαρά) και στη θεογνωσία.

 Είναι γνωστό, ότι ναι μεν δεν μπορούμε να ορίσουμε το είναι της Εκκλησίας, όπως κάνει περιττώς και εσφαλμένως η σχολαστική θεολογία, έχοντας επηρεάσει τα δογματικά μας εγχειρίδια, περισσεύουν οι αναφορές που την περιγράφουν και την προσδιορίζουν. Πρόκειται για μια εικονολογική προσέγγιση;;; βιούμενης πραγματικότητας. Ο ίδιος ο Χριστός καταθέτει μερικές εικόνες που αναφέρονται στην Εκκλησία ως σχέση των πιστών μαζί Του. Άμπελος και κλήματα, «εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα». Δεύτερον, οικοδομή. Επί ταύτην την πέτρα, την ομολογία πίστεως, οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν. Και εμμέσως, λίθον ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες, ούτος εγεννήθη εις κεφαλήν γωνίας. Τρίτο, ποίμνια. Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός, και γινώσκω τα εμά και γινώσκομαι υπό των εμών. Στη θεολογία του Αποστόλου Παύλου θα επαναληφθεί η εικόνα της οικοδομής που…και θα αναπτυχθεί περισσότερο. Εποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των Αποστόλων και Προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού εν ω πάσα οικοδομή συναρμολογουμένη αύξει εις ναόν άγιον εν Κυρίω. Κυρίως όμως θα εξαρθεί η εικόνα του σώματος, του οποίου μέλει να ..η κεφαλή ο Χριστός. Πάντα υπέταξε υπό τους πόδας αυτού και αυτόν έδωκε κεφαλή υπέρ πάντα τη Εκκλησία ήτις εστί το σώμα αυτού, μας λέει ο Απόστολος Παύλος, το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου. Η εικόνα που παραδόθηκε ως ακριβέστερη και έγινε η οικεία στην πατερική θεολογία, η οποία θεμελίωσε την αντίληψη του μυστικού ή μυστηριακού σώματος του Χριστού. Μάλιστα, στην προς Εφεσίους επιστολή, συνδέοντας την εικόνα του σώματος με την γαμήλια σχέση στους ανθρώπους, εισάγει και την γαμήλια σχέση Χριστού και Εκκλησίας. Καθώς λέει, ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησία και εαυτόν παρέδωκε υπέρ αυτής, ίνα αυτήν αγιάσει, καθαρίσας τω λουτρώ του ύδατος εν ρήματι, ίνα παραστήσει αυτήν εαυτώ ένδοξον την Εκκλησίαν. Σ’ αυτήν την εικόνα της γαμήλιας σχέσης Χριστού και Εκκλησίας, θα στηρίξει ο συγγραφέας της Αποκάλυψης, τη θεολογία ενός θείου έρωτα, σύμφωνα με την οποία, ο Θεός αποστέλλει τον Υιό του για να λυτρώσει τη γυναίκα, διάβαζε Εκκλησία, και να την συνάψει με τον Νυμφίο Χριστό, ο οποίος, ως εσφαγμένο αρνίο, την περικλείει στην αγκαλιά Του και ενώνεται μαζί της. (11:41)

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: