Συνέχεια από: Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2022
ΑΠΟ ΤΟ ΔΑΙΜΟΝΙΑΚΟ ΣΤΟ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟ
Η πρόσληψη του Schopenhauer από τον Nietzsche
Ο Nietzsche μεγάλωσε στο ταραγμένο πνευματικό περιβάλλον του δεύτερου μισού του δέκατου ένατου αιώνα. Αριστερός εγελιανισμός, όψιμος ρομαντισμός, υλισμός, θετικισμός, νεοκαντιανισμός, επαναστατικός σοσιαλισμός και εθνικισμός αντιπροσώπευαν εναλλακτικές προοπτικές για το ανήσυχο πνεύμα. Ο πατέρας και οι παππούδες του Nietzsche ήσαν λουθηρανοί ιερείς και ο ίδιος ο Nietzsche προοριζόταν για τέτοιου είδους σταδιοδρομία. Ύστερα από τον πρώιμο θάνατο του πατέρα του ο Nietzsche μορφώθηκε στο Ναουμβούργο και στην Πφόρτα και πήγε να σπουδάσει θεολογία στη Bóvνη. Σύντομα απογοητεύθηκε και στράφηκε στην κλασική φιλολογία, αρχικά στη Βόννη και κατόπιν στη Λιψία. Εκεί έγινε οπαδός του Schopenhauer και συνάντησε τον Wagner. Ο Nietzsche ήταν εξαιρετικός φοιτητής και στα είκοσι τέσσερά του χρόνια τού προσφέρθηκε η έδρα της κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Ανανέωσε τη γνωριμία του με τον Wagner, ο οποίος ζούσε στην περιοχή του Τρίμπσεν, και σύντομα έγινε προσφιλές μέλος του βαγκνερικού κύκλου. Το πρώτο του βιβλίο, Η γένεση της τραγωδίας, δημοσιεύθηκε το 1872. Επικρίθηκε δριμύτατα από πολλούς φιλολόγους για τον αντιεπιστημονικό χαρακτήρα του, την πρόδηλη επιρροή του Schopenhauer και τον έκδηλο εγκωμιασμό του Wagner, αλλά θαυμάστηκε από πολλούς μη επαγγελματίες για τους ίδιους περίπου λόγους. Όμως η λόγια κριτική ήταν μεγάλο πλήγμα για τη σταδιοδρομία του Nietzsche. Οι Ανεπίκαιροι στοχασμοί που ακολούθησαν το 1873-76 θεωρήθηκαν ανάξιοι προσοχής από τη λόγια κοινότητα και έγιναν δεκτοί χωρίς ενθουσιασμό από τον πνευματικό κόσμο εν γένει. Τα επόμενα έργα του Nietzsche διαβάστηκαν από μερικούς φίλους, αλλά δεν απέσπασαν το ενδιαφέρον του κοινού ενόσω διαρκούσε η παραγωγική φάση της ζωής του. Ο κλονισμός της υγείας του τον οδήγησε να παραιτηθεί από τη διδασκαλία το 1879· έζησε κυρίως στην Ελβετία και στην Ιταλία μέχρι την κατάρρευσή του, το 1889. Στην αρχή τον περιέθαλψε η μητέρα του και κατόπιν η αδελφή του μέχρι το θάνατό του το 1900.
Το γονιμοποιό φιλοσοφικό συμβάν στη ζωή του Nietzsche ήταν η ανακάλυψη του συγγράμματος “Ο κόσμος ως βούληση και παράσταση” του Schopenhauer σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο το 1865. Είναι, λοιπόν, περίεργο ότι δόθηκε σχετικά ελάχιστη προσοχή στη σχέση Nietzsche και Schopenhauer. (Από την έκδοση του συγγράμματος του Georg Simmel Schopenhauer und Nietzsche το 1907 μέχρι το 1984 κανένα σημαντικό έργο δεν επικεντρώθηκε στη σχέση του Nietzsche και του Schopenhauer. Τα τελευταία χρόνια οι μελετητές έχουν στρέψει την προσοχή τους σε αυτή τη σημαντική σχέση). Ο Nietzsche σχεδόν αμέσως έγινε περιπαθής οπαδός του Schopenhauer. Ακόμη και στον ενθουσιασμό του όμως παρέμεινε πάντοτε κριτικός απέναντί του. Στην πρώιμη σκέψη του, για παράδειγμα, οι διαφορές του με τον Schopenhauer είναι τόσο φανερές όσο και οι οφειλές του. Η κριτική του στον Schopenhauer γίνεται σαφής στο “Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο” και είναι ακόμη δριμύτερη σε οψιμότερα έργα, όπου ο Schopenhauer χαρακτηρίζεται ως ο κυριότερος παρακμιακός και μηδενιστής.
Η κριτική στον Schopenhauer οδήγησε πολλούς μελετητές να πιστέψουν ότι ο πρώιμος έρωτας του Nietzsche με τον Schopenhauer δεν είχε μεγάλη σπουδαιότητα στη φιλοσοφική του εξέλιξη. Ο Curt Paul Janz, για παράδειγμα, απηχεί μια ευρέως διαδεδομένη γνώμη όταν υποστηρίζει πως δεν ήταν η φιλοσοφία του Schopenhauer αλλά η προσωπικότητά του, η δημιουργική ηθικότητά του και ο ασυμβίβαστος αγώνας του για αλήθεια που γοήτευσαν τον Nietzsche. Ο ίδιος ο Nietzsche υπαινίσσεται κάτι τέτοιο στο σύγγραμμα “Ο Schopenhauer ως παιδαγωγός”. Εδώ είναι αναμφίβολα ανειλικρινής, αφού καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να πάρει αποστάσεις από τον Schopenhauer με τρόπους που συγκαλύπτουν τη διηνεκή στήριξή του σε αυτόν. Αυτή η ερμηνεία δίνει μεγάλο βάρος στην απόρριψη της ηθικής διδασκαλίας του Schopenhauer από τον Nietzsche και δεν κατορθώνει να δει πόσα από την υπόλοιπη σκέψη του Nietzsche οφείλονται στον Schopenhauer. Ο Nietzsche, για παράδειγμα, εξυμνεί τον αθεϊσμό του Schopenhauer στο “Ίδε ο άνθρωπος”. Ο νεαρός Nietzsche τον θεωρούσε φιλόσοφο της αναγεννημένης Γερμανίας, ο οποίος θα μπορούσε να αφυπνίσει τον γερμανικό ελληνισμό και να δημιουργήσει τα φιλοσοφικά θεμέλια για κάποια νέα τραγική εποχή. Στην πραγματικότητα, η κριτική και η απόρριψη του Schopenhauer από τον Nietzsche είναι από πολλές απόψεις μια αντιστροφή: η απόλυτη άρνηση και παραίτηση του Schopenhauer έγινε η απόλυτη κατάφαση του Nietzsche. Ο Nietzsche επιτίθεται στον Schopenhauer με τέτοια σφοδρότητα ακριβώς επειδή ο Schopenhauer τού μοιάζει πάρα πολύ. Πουθενά αλλού αυτή η συγγένεια δεν είναι τόσο πρόδηλη όσο στην έννοια της βούλησης, την οποία και οι δύο χρησιμοποιούν.
Ο Nietzsche ενδιαφερόταν για τη βούληση προτού γνωρίσει το έργο του Schopenhauer. Για πρώτη φορά ανέλυσε το ζήτημα της βούλησης σε ηλικία δεκαοκτώ ετών με δύο δοκίμια τα οποία πραγματεύονταν τη σχέση της με το πεπρωμένο και την ιστορία. Σε αυτά τα απρόσμενα εκλεπτυσμένα δοκίμια ο νεαρός Nietzsche υποστηρίζει ότι η ελεύθερη βούληση και το πεπρωμένο είναι ανταγωνιστικές αλλά αμοιβαία αναγκαίες δυνάμεις. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η «άμοιρη, απόλυτη ελευθερία της βούλησης θα καθιστούσε τον άνθρωπο Θεό, η μοιρολατρική αρχή θα τον καθιστούσε αυτόματο». Ό,τι είναι εντυπωσιακό γύρω από την έννοια της βούλησης που χρησιμοποιεί ο Nietzsche σε αυτά τα δοκίμια είναι ότι παραμένει μέσα στη γενική τροχιά του γερμανικού ιδεαλισμού και είναι πολύ λιγότερο ριζοσπαστική από την οψιμότερη ιδέα του περί διονυσιακής βούλησης για δύναμη. Αυτός ο ριζικός μετασχηματισμός ήταν η συνέπεια της συνάντησής του με τον Schopenhauer.
Η πλειονότητα των μελετητών αναγνωρίζει ότι ο Nietzsche οφείλει την έποψή του για τη βούληση στον Schopenhauer, αλλά οι περισσότεροι επίσης υποστηρίζουν ότι της έδωσε διαφορετικό και κατά περιόδους αντίθετο νόημα, επειδή την ανέπτυξε σε διαφορετικό πλαίσιο και για διαφορετικούς στόχους. Μολονότι πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν γι' αυτή την ερμηνεία, δεν παύει να παρερμηνεύει την αντιστροφή της σοπενχαουερικής έννοιας της βούλησης από τον Nietzsche, και επομένως αποκρύπτει τα ουσιώδη στοιχεία της έννοιας την οποία υιοθετεί ο Nietzsche. Θα πρέπει, λοιπόν, να εξετάσουμε προσεκτικότερα κατά πόσο η έποψη του Nietzsche γύρω από τη διονυσιακή βούληση για δύναμη είναι εντελώς αντίθετη με τη σοπενχαουερική ιδέα της βούλησης για ζωή, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος ο Nietzsche. Προκειμένου να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να εξετάσουμε εκτενέστερα την έννοια της βούλησης στον Schopenhauer.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου