Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ - Michael Gillespie (60)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2023

Nihilism Before Nietzsche

Michael Allen Gillespie

Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας

ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ

Η μουσική φιλοσοφία του Nietzsche

Για τον πρώιμο Nietzsche οντολογία, λογική και κοσμολογία δομούνταν μουσικά. Το ίδιο ισχύει για την πρώιμη θεολογία και ψυχολογία του Nietzsche που εξετάσαμε όταν πραγματευτήκαμε τη Γένεση. Στο πλαίσιο της νιτσεϊκής μεταφυσικής του καλλιτέχνη η ολότητα της ζωής συλλαμβάνεται ως ένα αισθητικό φαινόμενο, ως η έκφραση της διονυσιακής μουσικής. Βιώνουμε, επίσης, το τραγικό ή τεμαχισμένο όλον μέσω της μουσικής.
"Είμαστε για μια σύντομη στιγμή το ίδιο το αρχέγονο είναι, που νιώθει τον παράφορο πόθο του για ύπαρξη και χαρά στην ύπαρξη· ο αγώνας, η οδύνη, η καταστροφή των φαινομένων εμφανίζονται τώρα ως αναγκαία για μας, μπροστά στην περίσσεια της οργιώδους γονιμότητας της οικουμενικής βούλησης. [...] Παρά τον φόβο και την ευσπλαχνία, είμαστε τα ευτυχισμένα ζωντανά όντα, όχι ως άτομα αλλά ως το ένα ζωντανό ον, με τη χαρά του οποίου έχουμε ενωθεί".

Μέσω της μουσικής κατανοούμε τις σχέσεις ανάμεσα στα πράγματα, αλλά επίσης συμμετέχουμε στην αρχέγονη ενότητα από την οποία εκπηγάζουν όλα τα πράγματα. Η μουσική, με άλλα λόγια, υπερνικά την αποξένωση της ατομικής ύπαρξης, και άρα είναι το θεμέλιο για τη συμφιλίωση εν γένει. Όλα τα πράγματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η έκφραση της αρχέγονης μουσικής.

Ο Nietzsche ποτέ δεν ολοκλήρωσε αυτή τη μεταφυσική της μουσικής επειδή διαπίστωσε ότι εδραζόταν σε έναν αβάσιμο διχασμό του κόσμου. Αυτή η ενόραση συνδεόταν με την απόρριψη του Schopenhauer και του Wagner. Μολονότι η μουσική συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στη σκέψη του, σταδιακά άρχισε να υποβάλλει τη δική του μεταφυσική ερμηνεία της μουσικής σε οξύτατη κριτική. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η μουσική έφθινε σε σημασία κατά τη μέση περίοδο της σκέψης του και αντικαταστάθηκε από την κριτική φιλοσοφία και ψυχολογία. Στην οψιμότερη σκέψη του, ωστόσο, μια νέα ιδέα της μουσικής αρχίζει να εμφανίζεται, στην οποία η μουσική συνδέεται με τη φιλοσοφία στη νιτσεϊκή gaya scienza (χαρούμενη επιστήμη). Η μουσική δεν κατανοείται πλέον ως το πράγμα καθ' εαυτό αλλά ως κυριότερη μορφή της βούλησης για δύναμη, περισσότερο ισχυρή ακόμη και από τη φιλοσοφία. Η φιλοσοφία δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να κατανοήσει το θεμελιακό χάος της ύπαρξης, αλλά μόνο η μουσική τού παρέχει τη δυνατότητα να το μεταμορφώσει σε κάτι ανώτερο.

Για τον οψιμότερο Nietzsche ό,τι υπάρχει είναι γίγνεσθαι. Η παραδοσιακή φιλοσοφία επιχειρεί να εξαλείψει το γίγνεσθαι καθυποτάσσοντάς το σε έννοιες. Το γίγνεσθαι όμως διαφεύγει από κάθε έννοια, την παρακάμπτει και ξεγλιστρά. Η κατηγοριακή σκέψη δεν μπορεί επομένως να καθυποτάξει το γίγνεσθαι. Ουσιαστικά μπορεί μόνο να αναγνωρίσει το γιγνεσθαι ως ένα είδος άρνησης, ως μη ον, ως ένα φαινομενικό κόσμο σε αντίθεση με τον πραγματικό κόσμο που ιδρύει με έννοιες. Η φιλοσοφία του Nietzsche ξεσκεπάζει τα ψεύδη της παραδοσιακής φιλοσοφίας και αποκαλύπτει το χάος της ύπαρξης, αλλά δεν μπορεί να μεταμορφώσει αυτό το χαοτικό γίγνεσθαι. Η μουσική όμως μπορεί.

Η μουσική με τη γενικότερη σημασία του όρου είναι για τον Nietzsche μελωδία, η ρυθμική ανάπτυξη της μελωδίας (Harmoniefolge), από τη συμφωνία στην παραφωνία και πίσω στη συμφωνία. Ο ρυθμός διαμορφώνει τον χρόνο οροθετώντας χρονικές περιόδους. Δεν επιτυγχάνει αυτό τον σκοπό με την εναλλαγή ισχυρών και αδύνατων τόνων -αυτό είναι μια σύγχρονη παρανόηση- αλλά με την εναλλαγή μακρών και σύντομων μουσικών φθόγγων ή περιόδων. Ο ρυθμός διαρρηγνύει την αδιαφοροποίητη ροή του γίγνεσθαι σε κανονικά διαστήματα. Δημιουργεί και ελέγχει τον χρόνο και θέτει το μέτρο της ζωής.

Ο ρυθμός, λοιπόν, ασκεί μια τεράστια εξουσία πάνω στα ανθρώπινα όντα. Κατά την αρχαιότητα, σύμφωνα με τον Nietzsche, οι άνθρωποι πίστευαν ότι ο ρυθμός ήταν μια μαγική δύναμη που ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για να χαλιναγωγηθούν ακόμη και οι θεοί, υποθάλποντας οργιαστικές καταστάσεις έκστασης που οδηγούν σε κορεσμό τους δαίμονες οι οποίοι κατέχουν ανθρώπινα όντα. Η μουσική ήταν επίσης η κύρια μορφή εξημέρωσης και εκπαίδευσης. Δεν αποσκοπούσε στη διέγερση παθών αλλά στον περιορισμό και στην οργάνωσή τους, και σκοπός της δεν ήταν το πάθος αλλά το έθος, δηλαδή η διαμόρφωση χαρακτήρα. Ο Nietzsche υποστηρίζει ότι η μουσική επιτυγχάνει αυτό τον σκοπό διαμορφώνοντας τους ποικίλους ρυθμούς της ζωής, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμών των σωματικών οργάνων. Έτσι, εκπαιδεύει τους ανθρώπους σε υποορθολογικό επίπεδο να βαδίζουν ή να χορεύουν σύμφωνα με την κυρίαρχη μελωδία. Ο ρυθμός είναι η πειθαρχία που δημιουργεί τον αρμονικό άνθρωπο. Στην κλασική της μορφή η μουσική επιδιώκει να διευθετήσει το γίγνεσθαι αντί να παραδοθεί από δειλία σε αυτό ή να προσπαθήσει ματαίως να το εξαλείψει.

Η μελωδία με τον ρυθμικό προσδιορισμό του χρόνου αποσκοπεί στον μετασχηματισμό της παραφωνίας σε συμφωνία, των αντιφάσεων σε αρμονία. Αυτός ο σκοπός ερείδεται στην ιδέα ότι το χάος του γίγνεσθαι είναι κατ' ουσίαν αντίθεση ή διαφορά. Η αδύναμη βούληση είναι ανίκανη να κυριαρχήσει σε αυτές τις διαφορές. Ο κόσμος εμφανίζεται ως αντίφαση ή αντινομία, μια τραγωδία στην οποία η κάθαρση θα επέλθει από κάποια πράξη ελέους. Έτσι, οδηγείται σε μηδενιστική απελπισία και επιδιώκει είτε παθητικά να αρνηθεί τον εαυτό της είτε ενεργητικά να αρνηθεί τον κόσμο. Η ισχυρή βούληση, αντιθέτως, μεταμορφώνει το χάος και την αντίφαση της ύπαρξης σε μια νέα αρμονία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: