Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (25) – Marie-Louise von Franz


Κεφάλαιο 6 (1ο μέρος)

Το Πέρασμα από τη φωτιά και το νερό

Μπορούμε τώρα να επιστρέψουμε στο κείμενο του Κομάριου, και να εστιάσουμε την προσοχή μας στο στοιχείο που συχνά τονίσθηκε σε προηγούμενες παραγράφους, χωρίς να ερμηνευθεί. Ό,τι δηλαδή αφενός οι ουσίες “δοκιμάζονται” στην φωτιά, αφετέρου ένα παιδί ή ένας αθάνατος γεννιούνται «από την μήτρα της φωτιάς». Το ίδιο μοτίβο εμφανίζεται στα όνειρα ανδρών και γυναικών σε σχέση με τον θάνατο, όπως για παράδειγμα το όνειρο του γιατρού, στο οποίο ένα φέρετρο τοποθετείται στην φωτιά, και βγαίνει έπειτα μέσα απ’ αυτό μία όμορφη γυναίκα.

Ο άνθρωπος που το όνειρό του με το ανώτερο και το κατώτερο δάσος αναφέρθηκε πιο πριν, είδε στην συνέχεια ένα όνειρο, στο οποίο εμφανίσθηκε το στοιχείο της φωτιάς. Έπειτα από το καθησυχαστικό όνειρο, που έλεγε ότι η ζωή θα συνεχιζόταν στο επάνω δάσος, πραγματικά προετοιμάσθηκε πιο ήρεμα για τον θάνατο, αλλά δεν μπορούσε να απαλλάξει τον εαυτό του από κάποια πίκρα γιατί θα έπρεπε να πεθάνει σχετικά νέος (στην ηλικία των πενήντα δύο χρόνων). «Επειδή υπάρχουν τόσα πράγματα που θέλω ακόμη να κάνω σε αυτή την ζωή», όπως είπε. Έπειτα ονειρεύθηκε το εξής:

Είδε ένα δάσος που ήταν πράσινο. Ήταν λίγο πριν έρθει το φθινόπωρο. Μαινόταν μία φωτιά, που το κατέστρεψε τελείως. Ήταν ένα τρομερό θέαμα. Έπειτα από την φωτιά, αυτός διέσχισε μέσα στην καμένη περιοχή. Όλα είχαν γίνει μαύρο κάρβουνο και στάχτες, αλλά στην μέση βρισκόταν ένας μεγάλος στρογγυλός βράχος από κόκκινη πέτρα. Δεν έδειχνε κανένα σημάδι από το πέρασμα της φωτιάς, και ο ονειρευόμενος σκέφθηκε: «Αυτόν η φωτιά δεν τον έχει αγγίξει, ούτε καν έχει μαυρίσει»!

Το όνειρο περιγράφει μία φωτιά που ερημώνει και καταστρέφει κάθε «φυτική ζωή». Μπορεί κανείς να την κατανοήσει σαν σύμβολο της καταστροφής του σώματος από τον καρκίνο που πολλαπλασιαζόταν άγρια, αλλά μπορεί επίσης να την δει σαν μία ένδειξη ότι η ψυχική ένταση του ονειρευόμενου (η φωτιά συνήθως αυτό σημαίνει στα περισσότερα όνειρα) έχει γίνει τόσο ισχυρή, ώστε να καταστρέψει τη ζωή του σώματος. Η εξέλιξη αυτή μας θυμίζει το μοτίβο της κοσμικής φωτιάς, η οποία, σύμφωνα με τον Σίμωνα τον Μάγο καταστρέφει τα ορατά μέρη του κοσμικού δέντρου. Δηλαδή τα πάντα εκτός από τον «καρπό» του, την ψυχή.

Σε ένα σπουδαίο δοκίμιο, «Ο καρκίνος στους μύθους και στα όνειρα», ο Russell Lockhart αναφέρει το όνειρο ενός ασθενούς που είχε καρκίνο:
«Είμαι σε ένα λιβάδι... και βλέπω μερικούς ανθρώπους... φοράνε περίεργες μάσκες, που τους κάνουν να φαίνονται πολύ ψηλοί... εκσφενδονίζουν φωτιά επάνω σε μερικά δέντρα, τα φύλλα αμέσως καίγονται, και έπειτα η φωτιά σβήνει... αλλά τα δέντρα φαίνονται καμένα... βγάζουν τις μάσκες τους... φοράνε ρούχα εργασίας και φαίνονται ικανοποιημένοι από το έργο τους... βλέπω ελικόπτερα στο βάθος, ρίχνουν κάτι, που ξέρω πως θα καταστρέψει τον καρπό επάνω στα δέντρα»(1).

Και εδώ, επίσης, η φωτιά αναφέρεται στην καταστροφή της φυτικής ζωής. Αλλά έχει και μία πρόσθετη σημασία. Στην ελληνική αλχημεία η ψυχή συχνά λέγεται ότι είναι καυστική, δηλαδή “καίει”. Για παράδειγμα, ο αλχημιστής Ζώσιμος λέει: «Από την αρχή ονομάζει κανείς την ψυχή θεία και καυστική φύση». Ή: «Ψυχή σημαίνει προαιώνια καυστική θεία φύση• το πνεύμα συνεργάζεται με αυτήν, την διασώζει και την καθαρίζει μέσα από την φωτιά, εάν αποδειχθεί επιδέξια. Δηλαδή η ψυχή δεν μπορεί να καταστραφεί»(2). Το απόσπασμα της Μαρίας της Προφήτισσας επίσης συχνά αναφέρει αυτή την ουσία: «Μην την αγγίξεις (την μυστηριώδη ουσία) με το χέρι, γιατί είναι ένα πύρινο ελιξήριο (φάρμακον). Φέρνει τον θάνατο όταν αποσυντίθεται όπως και ο υδράργυρος• ο διαλυόμενος χρυσός που βρίσκεται μέσα της είναι εξαιρετικά βλαβερός»(3).

Ή: «Η λεύκανση είναι αποτέφρωση. Αλλά η καύση είναι ταυτόχρονα αναζωογόνηση μέσα από τη φωτιά. Οι ουσίες αλληλοκαίγονται και επανέρχονται στην ζωή μέσω της φωτιάς, γονιμοποιώντας η μία την άλλη και παράγωντας έτσι την ζωή που αναζητούν οι φιλόσοφοι»(4).

Οι αλχημιστικές αυτές ερμηνείες περιγράφουν μία διαδικασία καύσης, η οποία είναι ταυτόχρονα και μία πύρινη αναζωογόνηση των νεκρών (η ονομαζόμενη αναζωπύρησις). Η φωτιά στο δάσος, στο παραπάνω όνειρο, μπορεί επίσης να κατανοηθεί με αυτή την έννοια• η φωτιά καταστρέφει κάθε είδους βλάστηση, αλλά όταν σβήσει μένει κάτι το άφθαρτο, η κόκκινη πέτρα, που δεν έχει καν μαυρίσει. Αυτή η πέτρα είναι ένα τόσο συνηθισμένο σύμβολο του σκοπού της αλχημείας ώστε θα μπορούσα να αναφερθώ στις πηγές της χωρίς να δίνω ιδιαίτερα αποσπάσματα από την κάθε μία. Στα ελληνικά κείμενα διευκρινίζεται σχετικά με το τελικό αποτέλεσμα, ότι ο λίθος των σοφών, ο Ιάρης, είναι μεταξύ άλλων και πυρίμαχος, «ικανός δηλαδή να αντιστέκεται στην φωτιά». Έτσι, για παράδειγμα, ο Ζώσιμος λέει:
«Τα πνεύματα ενσαρκώνονται και τα σώματα αναζωογονούνται, επειδή οι ψυχές τους αναταξινομούνται, και εκπληρώνουν το θείο έργο τους• κατακτούν το ένα το άλλο και κατακτούνται το ένα από το άλλο. Το πνεύμα που φεύγει συναντά το σώμα που το καταδιώκει, όταν το τελευταίο έχει μάθει να αντιστέκεται στην φωτιά»(5).

Αν την δούμε, λοιπόν, κάτω από το φως της αλχημιστικής παράδοσης, η κόκκινη πέτρα στο όνειρο του καρκινοπαθούς δεν θα ήταν τίποτε λιγότερο από ένα όραμα του αναστημένου σώματος (ή του λίθου ο οποίος αντιστέκεται σε φωτιά). Γι’ αυτό και ο ονειρευόμενος αισθάνθηκε τόσο έντονη ικανοποίηση όταν κατάλαβε ότι η πέτρα δεν είχε καν μαυρίσει, δηλαδή παρέμεινε τελείως ανέπαφη από την φωτιά.
Ο J.C. Hampe αναφέρει μία εμπειρία από το Υπερπέραν ενός ετοιμοθάνατου, που περιπλανιέται μαζί με τον πατέρα του σε ένα θαυμάσιο τόπο:
«Βρήκα μία μεγάλη πέτρα και την αναποδογύρισα• δεν είχε βάρος. Στο πίσω μέρος της υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός από τα πιο όμορφα πετρώματα των βουνών. Ήταν τακτοποιημένα έτσι, ώστε να σχηματίζουν ένα καθεδρικό ναό. Αισθάνθηκα ευτυχισμένος με αυτό το θέαμα»(6).

Αυτή η πέτρα φαίνεται να έχει πάντοτε ιδιαίτερη σημασία γι’ αυτόν που την βλέπει. Το πως όμως ταιριάζει στην όλη εμπειρία του θανάτου είναι για την ώρα σκοτεινό. Αλλά θα επιστρέψω σε αυτό το ζήτημα αργότερα.

Στην χριστιανική παράδοση, ο κόσμος των νεκρών, όπως ξέρουμε αποκαλείται “πύρινος”, δηλαδή φωτιά της κόλασης και φωτιά του καθαρτηρίου. Η ιδέα του καθαρτηρίου πυρός καθιερώθηκε γενικά σαν μέρος της καθολικής διδασκαλίας σχετικά με το Υπερπέραν τον δωδέκατο αιώνα(7). Αλλά στους πρώτους πατέρες της Εκκλησίας συναντάμε μερικές αόριστες ιδέες σχετικά με την παραμονή των ψυχών σε έναν ενδιάμεσο χώρο πριν από την Τελική Κρίση. Οι Ορφικές, οι Πυθαγόρειες, οι Πλατωνικές και ιδιαίτερα οι Αιγυπτιακές εικόνες έχουν ασκήσει σημαντική επίδραση πάνω σε αυτές τις ιδέες, ενώ το Sheol της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή ο σκοτεινός λασπώδης τόπος δεν παίζει μεγάλο ρόλο. «Το πύρινο Υπερπέραν που αναφέρεται στο βιβλίο του Ενώχ (2ος - 1ος αιώνας π.Χ.), οφείλεται σε Αιγυπτιακές επιδράσεις»(8). Αλλά και στην Αποκάλυψη του Έσρα(9) το Υπερπέραν –σε αντίθεση με τον Παράδεισο– ονομάζεται Γέεννα του Πυρός(10). Στα χριστιανικά Σύμβολα της Πίστεως, το χωρίο της 1ης επιστολής προς Κορινθίους θεωρήθηκε η βάση μίας πίστης στο καθαρτήριο πυρ. Ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται εκεί στον Ιησού Χριστό σαν το θεμέλιο, επάνω στο οποίο κάθε άνθρωπος χτίζει το έργο του:
«εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται• ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει• ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται• καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται• εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;»

H φωτιά “δοκιμάζει” το έργο του ανθρώπου, που αποδεικνύεται άλλοτε αιώνιο μέσα σε αυτήν, και άλλοτε εφήμερο. Η φωτιά που είτε τιμωρεί (κόλαση) είτε καθαρίζει ή “δοκιμάζει” (καθαρτήριο) δεν προσδιοριζόταν στην αρχή με ιδιαίτερη ακρίβεια(11). Το ίδιο συνέβει και με την περίπτωση της ενδιάμεσης κατάστασης, η οποία στην αρχή δεν περιγραφόταν σαν ένας τόπος φωτιάς, αλλά σαν ένα αναψυκτήριον (τόπος αναψυχής), όπου ρέουν ύδατα(12). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (πέθανε πριν από το 215) και ο Ωριγένης (πέθανε το 253 ή το 254) ήταν πρώιμοι υποστηρικτές της ιδέας του καθαρτηρίου (13). Η κόλαση, για τον Ωριγένη, είναι μόνο ένας προσωρινός τόπος περιορισμένης τιμωρίας˙ ο Ωριγένης απορρίπτει την ιδέα της αιώνιας καταδίκης. Αλλά το καθαρτήριο λειτουργεί σαν κάθαρσις, σαν ψυχικός καθαρισμός και σαν τόπος όπου οι ψυχές πληροφορούνται την ύπαρξη ενός καλύτερου κόσμου. Μόνο γι’ αυτούς που δεν μπορούν να διδαχθούν το καθαρτήριο αποτελεί τιμωρία(14). Ο Άγιος Αυγουστίνος εκφράζει για πρώτη φορά την αντίληψη ότι οι νεκροί μπορούν να βοηθηθούν σ’ αυτή την ενδιάμεση κατάσταση, με τις προσευχές των ζωντανών(15). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς εισήγαγε μία άλλη άξια αναφοράς. Ότι η φωτιά εκπέμπεται από τον Θεό ή τον Χριστό, και ότι το πέρασμα από το καθαρτήριο είναι ένα είδος βαπτίσματος μέσα στην φωτιά(16). Ενώ για μερικούς αυτή η φωτιά είναι τιμωρία, για άλλους είναι ένας τρόπος καθαγιασμού. Στην τελευταία περίπτωση δεν καίει, αλλά διατρέχει την ψυχή σαν πνευματικό πυρ(17). Η ιδέα του Κλήμεντος βρίσκεται πολύ κοντά στη σύγχρονη ψυχολογική κατανόηση του πύρινου συμβολισμού του Υπερπέραν.

Οι χριστιανικές ιδέες κατευθύνονται στο παρελθόν, στον παλιό αιγυπτιακό συμβολισμό, και εμφάνιζαν εκεί την αρχική, πρωτόγονη ζωντάνια τους. Στον αιγυπτιακό κόσμο των νεκρών υπάρχει μία πύρινη λίμνη ή πύρινη τρύπα (που ονομάζεται επίσης πύρινο νησί), της οποίας το νερό είναι συγχρόνως και φωτιά. Ο Όσιρις «αναπνέει μέσα από το απλησίαστο νερό αυτής της φωτεινής τρύπας»(18). Ο θεός του ήλιου Re μιλάει στους νεκρούς γι’ αυτή την λίμνη: «Το νερό της σας ανήκει, αλλά η φωτιά της δεν κατευθύνεται εναντίον σας, η θέρμη της δεν κατευθύνεται εναντίον του νεκρού σας σώματος»(19). Οι κακοί, από την άλλη μεριά, βασανίζονται και καίγονται από αυτή τη φωτιά(20). Έτσι το πύρινο νερό “δοκιμάζει” οτιδήποτε βρίσκεται μέσα του.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Σημειώσεις
1. Σελ. 1.
2. Berthelot: «Συλλογή», τόμος 2, σ.σ.151 κ.ε.
3. Αυτόθι, σ.201.
4. Αυτόθι, σ.211. Κατά λέξη: «σύμφωνα με τους φιλοσόφους».
5. Αυτόθι, σ.252.
6. «Ο θάνατος λοιπόν είναι κάτι εντελώς διαφορετικό», σ.71˙ σημείωση στο έργο του Sborowitz: «Ο άνθρωπος που πεθαίνει», σ.56.
7. Σύγκρινε: Jacques le Goff: «Η γέννηση του Καθαρτηρίου». Ευχαριστώ τον καθηγητή Luigi Aurigemma που με ενημέρωσε σχετικά με αυτό το βιβλίο.
8. Αυτόθι, σ.49 κ.ε.
9. Αυτόθι, σ.55.
10. Αυτόθι, σ.61,
11. Αυτόθι, σ.67 κ.ε.
12. Αυτόθι, σ.74 κ.ε.
13. Αυτόθι, σ.29 κ.ε.
14. Αυτόθι, σ.82 κ.ε.
15. Αυτόθι, σ.92 κ.ε.
16. Αυτόθι, σ.81 κ.ε.
17. Στρωματείς, IV,24˙ VII,6. Σύγκρινε επίσης: Ωριγένους, Είς την Έξοδον ομιλίαι 6, Patlologia Graeca, ΧΙΙΙ, 334-5.
18. Σύγκρινε: «Αιγυπτιακά βιβλία του Κάτω Κόσμου», σ.249.
19. Αυτόθι, σ.211.
20. Αυτόθι, σ.181.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Για να με τρομάξεις ανέβασες αυτά με τις φωτιές και τους καρκίνους τώρα;
:-(