Συνέχεια απο Τετάρτη, 12 Ιουνίου 2013
του HENRI DE LYBAC
ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΕΩΣ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
Ο Merleau-Ponty είναι λιγότερο βάρβαρος απο τον Μπλόχ. Δέν έχουμε το κουράγιο να διακρίνουμε εάν η επανάσταση που κηρύττει, αρνούμενος να ακολουθήσει έναν χιλιασμό ο οποίος ποντάρει σ’ενα μέλλον ολοκληρωτικώς νέο, διαφέρει πολύ απο μία σοφή ιδέα της προόδου. Αντί για θανάσιμη μάχη και αντίφαση προτιμά να μιλά για «ξεπέρασμα» και «πληρότητα». Είναι αλήθεια όμως πώς η «διαλεκτική» ενωμένη με την ιστορία επιτρέπει την ένωση των δύο γλωσσών, καθότι το παρελθόν απαιτεί την αντίφαση εκ μέρους των σταθμών που ακολουθούν, γι’αυτό που οι σταθμοί αυτοί διαθέτουν απο το νέο και το εκπληκτικό και απαιτεί μ’αυτόν τον τρόπο να βρεθεί τροποποιημένο αναδρομικά απο αυτούς τους σταθμούς, έτσι ώστε να είναι το ίδιο πράγμα το πέρασμα στο άλλο ή το να γίνω ο εαυτός.
του HENRI DE LYBAC
ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΕΩΣ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
Ο Merleau-Ponty είναι λιγότερο βάρβαρος απο τον Μπλόχ. Δέν έχουμε το κουράγιο να διακρίνουμε εάν η επανάσταση που κηρύττει, αρνούμενος να ακολουθήσει έναν χιλιασμό ο οποίος ποντάρει σ’ενα μέλλον ολοκληρωτικώς νέο, διαφέρει πολύ απο μία σοφή ιδέα της προόδου. Αντί για θανάσιμη μάχη και αντίφαση προτιμά να μιλά για «ξεπέρασμα» και «πληρότητα». Είναι αλήθεια όμως πώς η «διαλεκτική» ενωμένη με την ιστορία επιτρέπει την ένωση των δύο γλωσσών, καθότι το παρελθόν απαιτεί την αντίφαση εκ μέρους των σταθμών που ακολουθούν, γι’αυτό που οι σταθμοί αυτοί διαθέτουν απο το νέο και το εκπληκτικό και απαιτεί μ’αυτόν τον τρόπο να βρεθεί τροποποιημένο αναδρομικά απο αυτούς τους σταθμούς, έτσι ώστε να είναι το ίδιο πράγμα το πέρασμα στο άλλο ή το να γίνω ο εαυτός.
Πιό
συνετός επίσης του Μπλόχ, δέν εγείρει απαιτήσεις γύρω απο την τεχνική των
εξηγήσεων. Διατηρείται πάντοτε σχεδόν στην ζώνη της μεταφυσικής και του
συμβόλου. Ο Θεός, ο Υιός, το Πνεύμα, οι τρείς εποχές, όλα αυτά του προσφέρουν
την ύλη για έναν δοκιμασμένο συμβολισμό. Μπορούμε να ισχυρισθούμε πώς στον
Χέγκελ και στον Φώϋερμπαχ, όπως και στους επιγόνους τους, αυτός ο συμβολισμός
έχει την μορφή ενός σλόγκαν. Μπορούμε να αναρωτηθούμε επίσης γιατί μία ομολογία
του αθεϊσμού αισθάνεται την ανάγκη να εκφραστεί και να αιτιολογηθεί παίρνοντας
δανεικές λέξεις απο την ομολογία πίστεως των Χριστιανών. Πρέπει επίσης να
σημειώσουμε την αυθαίρετη χρήση αυτών των λέξεων. Χωρίς αμφιβολία ο Μερλώ-Ποντύ
αναγνωρίζει πώς «καθεαυτός, ο Χριστιανισμός δέν είναι ένα σύμβολο, είναι η
αλήθεια». Αλλά στην παρούσα κατάσταση, δέν είναι η αλήθεια του πιστού που
γίνεται σύμβολο για τον φιλόσοφο, είναι το νόημα αυτού που θεωρεί ο πιστός
αλήθεια που αλλοιώνεται ολοκληρωτικώς εκ των προτέρων. Μένουμε πραγματικά
έκθαμβοι για την κατάντια ενός φιλοσόφου που είναι ικανός για τόσο λεπτές
αναλύσεις, όπως μας δείχνουν τα βιβλία του. Σε ένα του κείμενο στο Dieu Vivant, ο
Jean Danielou είχε σημειώσει, αρκετά μετριοπαθώς, πόσο τεχνητή ήταν η αντιπαράθεση
ανάμεσα στην υπερβατικότητα του Πατρός και την ενσάρκωση του Υιού (που νοείται
πλέον σαν ενυπάρχων Θεός, εκλαμβάνοντας όμως την ουσία Του, χωρίς την υπόστασή
Του), σαν να επέτρεπε ο Χριστιανισμός, στην ίδια του την λογική, να εγκαταλείψει
την θρησκεία του Πρώτου, για την εντελώς διαφορετική θρησκεία του δευτέρου. Αυτή
η ερμηνεία δέν αποδεικνύει άραγε, όπως και ο ίδιος ο Μερλω-Πoντύ κατηγορούσε
τον Emile Brehier, πώς στην θέση της μελέτης και της έρευνας για να βρεθεί
ποιά ήταν και ποιά είναι ακόμη η πίστη των Χριστιανών, αυτός αναφέρεται εδώ σε
μία ιστορία προετοιμασμένη και λαξευμένη σύμφωνα με την ιδέα της φιλοσοφικής
Ενυπάρξεως (immanenz).
Σε
μία ανάλογη ερμηνεία της Χριστιανικής πίστης, κληρονόμου της πίστεως του
Ισραήλ, μας προσκαλεί ο Francis Jeanson, στο όνομα της ίδιας ιστορικής διαλεκτικής, θρησκευτικώς
δανεισμένης απο τον Χέγκελ. Εάν με τά τα ονόματα του Γιαχβέ, του Πατρός και του
Ιησού, ο Υιός δέν προφέρει, στην σελίδα που ακολουθεί, το όνομα του Αγίου
Πνεύματος, είναι διότι απο τον Χέγκελ (για να μήν πάμε ακόμη πιό πίσω),
κατανοείται πλέον πώς το Άγιο Πνεύμα είναι η Ενύπαρξη (immanenz), είναι η κοινότης των ανθρώπων, η Κοινωνία, είναι ο
Άνθρωπος:
«Εάν
ο Λόγος του Υιού μπορεί να παρουσιάσει σαν Δύναμη της αμαρτίας και σαν Κατάρα,
αυτό που ήταν συμμαχία της πίστεως και ευλογία σύμφωνα με τον Λόγο του Πατρός,
εάν ο άνθρωπος σώθηκε ήδη περισσότερες φορές απο τον Θεό και εάν ο ίδιος ο Θεός
δηλώνει πώς θα έλθει ακόμη μια φορά να τον σώσει, εάν υπήρξε ανάγκη η αγάπη που
ήταν παντοδυναμία και υποταγή στον παντοκράτωρα, να γίνει φώς και ελευθερία, γιατί οι Χριστιανικές έννοιες της αγάπης, της Χάριτος και της σωτηρίας δέν θα
μπορούσαν να απαιτήσουν με την σειρά τους μία καινούργια στροφή νοοτροπίας; Εάν
ο Λόγος του Ιησού είναι μία διαλεκτική υπέρβαση του Λόγου του Γιαχβέ, εάν η
πίστη είναι η αντί-θέση του νόμου, δέν είμαστε ίσως καλεσμένοι, απο το ίδιο το
Μήνυμα, να υπερβούμε αυτό το ίδιο το Μήνυμα, να αναρωτηθούμε πάνω σ’αυτό που θα’πρεπε
να είναι η αντι-θεση αυτής της πίστεως που έγινε θέση, στερεοποιήθηκε;
Δέν
φαίνεται καθόλου νόμιμο να εμποδίσουμε μία προοδευτική κίνηση στο όνομα μίας
απο τις στιγμές της και μάλιστα ακριβώς αυτής που έδειξε πιό καθαρά απο τις
άλλες την διαλεκτική της φύση: Εάν υπάρχει μία ιστορία της σωτηρίας, αυτό
σημαίνει πώς η Χριστιανική πίστη, η οποία γεννήθηκε απο μία μεταστροφή, πρέπει
να γνωρίσει με την σειρά της νέες μεταστροφές. Αλλά χωρίς αμφιβολία πρέπει να
συμπληρώσουμε πώς δέν πρόκειται πλέον γι’αυτή, όπως για την προχριστιανική
πίστη, να αναμένει τον επόμενο Μεσσία, ή το επόμενο μήνυμα: Εάν ο Ιησούς ήλθε
για να ελευθερώσει τους ανθρώπους, σ’αυτούς απομένει να μεταστρέψουν την πίστη
τους».
Εδώ
αναγνωρίζεται ακόμη μία φορά το παλιό σχήμα του Ιωακείμ. Μόνον που γι’άλλη μια
φορά ο Ιωακείμ ντύνεται τον Χέγκελ, ο Χέγκελ φοράει τον Μάρξ, η γραμματική
συμφωνία ανάμεσα στις δύο Διαθήκες μεταλλάχτηκε σε αντί-θεση, η προφητική
αυθεντία του Ιωάννη αντικαθίσταται απο εκείνη του Παύλου, η εποχή του ελεύθερου
διαλογισμού δίνει την θέση της σε μία ελευθερία εντελώς διαφορετική. Η προσωπικότης
του Ιησού σβύνει, τείνοντας να μήν αντιπροσωπεύει τίποτε άλλο απο μία διαλεκτική
στιγμή, όπως στον Ιωακείμ έτεινε να μήν είναι τίποτε άλλο απο έναν «τύπο». Παρ’όλα
αυτά υπάρχει μία διαφορά, που θα μπορούσε να είναι κεφαλαιώδης. Ο Ιωακείμ δέν
είχε ονειρευτεί, πάνω στη γή, κάτι πέραν της τρίτης εποχής, ενώ δέν γίνεται
κατανοητό πλέον γιατί ο άνθρωπος, αντικαθιστώντας το Άγιο Πνεύμα, θα’πρεπε να
σταματήσει το διαλεκτικό παιχνίδι, γιατί συγκλίσεις και εμπνεύσεις δέν θα’πρεπε
να ξαναπλειοδοτηθούν αμοιβαίως επ’άπειρον, ατελεύτητα. Αυτό που θαυμάζουμε
πάντα είναι η ανάγκη στηρίγματος στην ιστορία της Χριστιανικής αποκαλύψεως, η
οποία επανασυστήνεται με προχειρότητα για να της αντιτεθεί το αντίθετό της.
Μ’έναν
θαυμάσιο συγκρητισμό, ο Henri Lefebvre αναφέρεται καθαρά στο «Τριαδικό σχήμα» του
αιωνίου Ευαγγελίου. Ανακαλύπτει σ’αυτό μία ανεκτίμητη αξία που η κοινή ιστορία
της φιλοσοφίας μαζί με εκείνην της κοινωνίας, έκαναν μεγάλο λάθος να το
αγνοήσουν. Αδιαφορώντας για την ακρίβεια, ευχαριστείται μόνον με την παρατήρηση
πώς αυτό το σχήμα διαθέτει πολύ μεγαλύτερη ευλυγισία απο ένα διπλό ή μονό σχήμα.
Πώς κατανοεί τους ρυθμούς και αντιστοιχεί στις προόδους. Ο Lefebvre το βλέπει σχεδόν παντού, ακόμη και εκεί
που δέν υπάρχει ίχνος καμμίας ιστορικής προόδου. Το βλέπει να χτυπά μέσω της Καρτεσιανής σκέψης, όπου το Θείο άπειρο αγκαλιάζει τους δύο τρόπους ύπαρξης, του
πεπερασμένου, την επέκταση(τον χώρο) και την σκέψη (τον χρόνο), αλλά στην
πραγματικότητα βλέπει τον θρίαμβο του στον Χέγκελ.
«Τί
πράγμα είναι ο Εγελιανισμός; Μία πλεξούδα Τριάδων, οι οποίες παράγονται και
ξαναπροσλαμβάνονται απο τον τρίτο ανώτερο όρο, η ιδέα (το πνεύμα). Όσον αφορά
δέ τον Μάρξ, το Τριαδικό του σχήμα μεταφέρεται (σύμφωνα με τον Μάρξ και τον
Ένγκελς) σε ένα ανώτερο επίπεδο : θέση-άρνηση-άρνηση της αρνήσεως κ.τ.λ. Για
τον Μάρξ υπάρχει και η αστική Τριάδα: το κεφάλαιο, η Γή, η εργασία (το κέρδος,
οι τόκοι, ο μισθός) και ούτω καθεξής.
Ο Lefebvre μας επισημαίνει επίσης πώς όλως περιέργως
ο θετικισμός, ο οποίος αντιμάχεται κάθε φιλοσοφικό στοχασμό, υιοθετεί το
Τριαδικό σχήμα: Είναι ο διάσημος νόμος των τριών σταδίων ή καταστάσεων. Στην
συνέχεια περνά στον Νίτσε και στις τρείς μεταμορφώσεις του, του πνεύματος. Τελειώνει
φτάνοντας στον Χαϊντεγκερ ο οποίος ακολουθεί το Τριαδικό μοντέλλο με τον πιό
απλοϊκό τρόπο. Το Είναι- ή λήθη και η απόκρυψή του- η φανέρωσή του και η
ανάσταση. Μόνο που είναι μία σύντομη ματιά στην εξέλιξη της σκέψης. Και φτάνει
στο συμπέρασμά του: «Γιατί να μήν εφαρμόσουμε το ίδιο Τριαδικό μοντέλλο στην
δική μας Τριάδα; Τον Χέγκελ, τον Μάρξ ο Υιός και η πίστη, ο Νίτσε, το πνεύμα
και η Χαρά. Και όμως δυσκολεύεται πολύ να μείνει σοβαρός για πολύ.
«Αυτή
η εφαρμογη, μας λέει, δέν κρύβει την παρωδιακή του πρόθεση. Και συνεχίζει:
γιατί αυτός ο στοχασμός; Αυτή η τριαδική ανάλυση του παρελθόντος; Διότι τίποτε
δέν βεβαιώνει την αιωνιότητα αυτού του μοντέλλου. Και θα το αγνοούσαμε, εάν δέν
μας το είχε επισημάνει ο ίδιος μέσω της ανάλυσης του Παρελθόντος που
επιχείρησε. «Αυτή η ιστορία του Είναι (η δημιουργός Δύναμις, ο Λόγος, το
πνεύμα) φαίνεται πρωτότυπη μόνον σ’αυτούς που δέν γνωρίζουν το αιώνιο
Ευαγγέλιο.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου