Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ ΑΓΓΕΛΙΚΟΥΔΗΣ - Α ΜΕΡΟΣ (ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 14)

Συνεχίζεται από Τετάρτη, 5 Μαρτίου 2014

O Doctor Angelicus συναντά τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει 
  το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη
Περί θείας απλότητος και διαφοράς ουσίας και ενέργειας


321. Λέγοντας πως « φανερώνει τη δύναμη η ενέργεια », λέει πάλι˙ δεν είναι διαφορετικό στον Θεό η δύναμη και διαφορετικό η ενέργεια. Κι επειδή βλασφημεί και σ’ αυτά σε μεγάλο βαθμό, λέγοντας πως « είναι η ουσία του Θεού η θεία δύναμη κι είναι η ουσία του η ενέργειά του », θα φανερώσουμε με απόφαση της ιεράς Εκκλησίας πως παρανομεί κι είναι ασεβής ο Θωμάς. Λέει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος˙ «είναι ενδεικτικά της δύναμης και της σοφίας και της τέχνης, κι όχι της ίδιας της ουσίας, τα ποιήματα και δεν παριστάνουν αναγκαστικά ούτε και ολόκληρη τη δύναμη του δημιουργού, καθώς ενδέχεται να μην εναπέθεσε κάποια φορά ο τεχνίτης ολόκληρη την ισχύ του στις ενέργειες, αλλά να χρησιμοποίησε ελαττωμένους πολλές φορές στα έργα της τέχνης τους τόνους. Αλλά κι αν έχη ανακινήσει ολόκληρη τη δύναμη στο έργο, θα αναμετράται κι έτσι η ισχύς του μέσα απ’ τα έργα, και δεν θα καταλαμβάνεται, όποια κι αν είναι τέλος πάντων, η ουσία » ( Κατά Ευνομίου Β΄).

321 α. Και πάλι˙ « λέμε πως γνωρίζουμε τη μεγαλειότητα του Θεού και τη δύναμη και τη σοφία και την αγαθότητα και την πρόνοια, με την οποία μας επιμελείται, και το δίκαιο της κρίσης του , κι όχι την ίδια την ουσία. Αλλ’ είναι απλός, λένε, ο Θεός, κι ό,τι κι αν απαριθμήσης δικό του, γνωρίζεις την ουσία. Κι είναι ένα σόφισμα αυτό με μύριες ατοπίες. Γιατί ενώ είναι τόσα πολλά τα απαριθμημένα όντα, ποιο απ’ όλα τα ονόματα είναι της μιάς ουσίας ; και ισοδυναμούν αναμεταξύ τους το φοβερό του και το φιλάνθρωπο και το δίκαιο και το δημιουργικό, το προγνωστικό και το ανταποδοτικό, το μεγαλειώδες και το προνοητικό, ή όποιο ακριβώς κι αν πούμε απ’ αυτά, δεν φανερώνουμε την ουσία; Γιατί αν λένε αυτό ακριβώς, ας μη ρωτάν αν γνωρίζουμε την ουσία του Θεού, αλλά να ζητούν να μάθουν από μας, αν γνωρίζουμε πως είναι φοβερός ο Θεός ή δίκαιος ή φιλάνθρωπος˙ αυτά ομολογούμε πως γνωρίζουμε. Κι αν λένε πως είναι κάτι άλλο η ουσία, ας μη μας παραλογίζουν με την απλότητα, γιατί αυτοί ομολόγησαν πως είναι άλλο και άλλο και η ουσία και το καθένα απ’ τα απαριθμημένα. Αλλ’ είναι μεν οι ενέργειες ποικίλες, η δε ουσία απλή. Κι εμείς λέμε πως γνωρίζουμε απ’ τις ενέργειες τον Θεό μας, και δεν βεβαιώνουμε πως προσεγγίζουμε την ουσία του˙ γιατί οι μεν ενέργειές του κατεβαίνουν προς εμάς, η δε ουσία του μένει απρόσιτη » ( Μεγ. Βασιλείου, Επιστολή 234, Προς Αμφιλόχιον ).

322. Λέει έτσι ο Θωμάς τα αντίθετα στην ιερά αλήθεια και τους θεοσόφους αγίους και προφανώς ασεβεί και αιρετικά φρονεί και περιφέρει τόσο πολύ εσκοτισμένη από δυσπιστία τη διάνοιά του, ώστε να μην αισθάνεται πως αναιρεί και τα δικά του. Γιατί λέει˙ « δεν είναι άρα διαφορετικό η δύναμη και διαφορετικό η ενέργεια στον Θεό ». Και συμπληρώνει μετά˙ « δεν υπάρχουν ο νούς κι η θέληση ως δυνάμεις, αλλ’ ως ενέργειες μόνο στον Θεό ». Και δεν χρειάζονται προφανώς έλεγχο αυτά, αλλ’ ή να κλάψης ή να γελάσης.

323. «Το έσχατο τέλος, στο οποίο οδηγείται με τη βοήθεια της θείας χάριτος ο άνθρωπος, είναι η κατ’ ουσίαν θεωρία του Θεού ». Αποδείξαμε πως είναι μεγάλη ασέβεια προηγουμένως το να νομίζης πως θεωρείται ή καταλαμβάνεται από οποιαδήποτε κτιστή φύση η ουσία του Θεού. Νομίζει δε τώρα πως ταυτίζεται, μ’ αυτά που λέει, η χάρη του Θεού και η ουσία του και πως μεταλαμβάνεται, αλλά και γνωρίζεται, αλλίμονο, η ουσία του Θεού όχι μόνο στους αγγέλους αλλά και σε μας˙ γιατί λέγοντας πως « οδηγείται με τη βοήθεια της θείας χάριτος στην κατ’ ουσίαν θεωρία του Θεού ο άνθρωπος » και θέλοντας να γνωρίσουμε πως είναι κατ’ εξοχήν βλάσφημος και αιρετικός, λέει˙ « δεν μπορεί να θεωρείται με τον νου σε κάποιο κτιστό είδος η θεία ουσία, γι’ αυτό κι είναι ανάγκη, αν πρέπη να οράται η ουσία του Θεού, να βλέπη μέσα απ’ αυτήν την ίδια την ουσία τη θεία ουσία ο νους, ώστε να είναι ένα σ’ αυτήν τη θεωρία η θεία ουσία, και το ορώμενο και αυτό στο οποίο οράται ».

324. Και τα νομίζει έτσι όλα ουσία του Θεού, ο δυστυχής˙ γι’ αυτό και λέει πάλι πως « νοεί μέσα απ’ τη δική του ουσία την ουσία του ο ίδιος ο Θεός κι είναι ο ίδιος η μακαριότητά του. Γινόμαστε κατ’ εξοχήν όμοιοι λοιπόν σύμφωνα μ’ αυτήν τη θεωρία με τον Θεό και μετέχουμε στη μακαριότητά του, γι’ αυτό και λέγεται στην Α΄ του Ιωάννη˙ « όταν δε φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα και οψόμεθα αυτόν, καθώς εστίν » ( Α΄Ιωάν. γ΄2 ). Μακριά από μας αυτή η αναισθησία κι η αίρεση, ας μη γίνη να πλανηθή να εισέλθη σε τέτοιες έννοιες κάποιος απ’ τους χριστιανούς, ότι είναι δυνατόν να συμβή να νομίσουμε ποτέ απ’ αυτήν την αποστολική ρήση πως θα ομοιωθούμε, ή εμείς ή οι άγγελοι, προς τον Θεό κατ’ ουσίαν˙ αλλ’ έτσι πιστεύουμε, όπως ήδη αποδείξαμε, πως αν συμπάσχουμε, θα συνδοξασθούμε με τον Χριστό˙ και πως γινόμαστε σύμμορφοι με τη δόξα του Χριστού, ενώ πως θα γίνουμε όμοιοι με τη θεία ουσία του δεν το λέει κανείς απ’ τους αγίους, ούτε και μαρτυρά η ιερή αλήθεια, πως θα ομοιωθή κατ’ ουσίαν με την απερινόητη και πάνω από κάθε όρο και λόγο θεία ουσία η κτιστή φύση, που είναι φρόνημα αιρετικό και ασεβές, όπως προαποδείξαμε.

325. Το δε « και οψόμεθα αυτόν » όχι τί είναι, αλλά « καθώς εστι »˙ είναι φανερό, πως δεν θα δούμε την ουσία, γιατί αυτό δηλώνει το τί είναι, αλλά τα περί την ουσία ( αλλ’ αυτά που είναι γύρο απ’ την ουσία ), γιατί αυτό δηλώνει το καθώς είναι. Είναι όμοιο με το πάθος του ελεεινού Ευνόμιου, αυτό που πάσχει ο δυστυχής Θωμάς˙ γιατί νομίζοντας κι εκείνος πως είναι όλα όσα λέγονται πως οπωσδήποτε υπάρχουν περί τον Θεό ή στον Θεό ουσία του Θεού, έλεγε κακώς πως είναι και η αγενησία του Θεού ουσία, προς τον οποίον και λέει ο Μέγας Βασίλειος˙ το αγένητο του Θεού φανερώνει το πώς είναι η ουσία του Θεού, κι όχι το τί είναι, κι έχει μεγάλη διαφορά το τί είναι απ’ το πώς είναι ( Κατά Ευνομίου Ε΄).

326. Έτσι πρέπει λοιπόν να ειπωθή και προς τον Θωμά˙ το καθώς είναι φανερώνει τη λαμπρότητα, τη δόξα, τη βασιλεία, τη διανομή των θείων δωρεών και τα άλλα παρόμοια˙ το δε τί είναι μένει και έτσι ανεπινόητο˙ γι’ αυτό και είναι ανόητο και αιρετικό να νομίζουμε το ότι θα τον γνωρίσουμε καθώς είναι, ως ότι θα τον γνωρίσουμε τί είναι. Γιατί είναι άλλο το καθώς κι άλλο το τί και μεγάλη η μεταξύ τους διαφορά. Παραλογίζεται άρα ο Θωμάς, δεν ξεύρω, είτε εκούσια είτε ακούσια, και κακώς συνάγει δήθεν εκ της ιεράς Γραφής τα αιρετικά.

327. Κι ας πιάσουμε ( αψώμεθα ) εμείς πάλι τα προκείμενα, για να δείξουμε πώς νομίζει όλα τα περί τον Θεό ουσία του Θεού και πέφτει μέσα σε πολλές αιρέσεις κακοδοξιών ο Θωμάς. Λέει, ότι « θεωρεί μέσα από τη θεία ουσία τη θεία ουσία ο νούς ». Μετά, πως « οδηγείται » σ’ αυτήν τη θεωρία « με τη βοήθεια της θείας χάριτος ο άνθρωπος ». Κι ακόμα, πως « είναι αδύνατο να ανέλθη στο να θεωρή τη θεία ουσία χωρίς τη θεία ενέργεια ένας κτιστός νους ». Και πάλι˙ « είναι αδύνατο να ανέλθη στη θεωρία της θείας ουσίας χωρίς την ενέργεια του Θεού ένας κτιστός νους ». Και πάλι˙ « είναι αδύνατο να φθάσης στη θεωρία της θείας ουσίας χωρίς τη θεία δωρεά ». Και λέει, χωρίς να φείδεται ( αφήνει απείραχτο…) ούτε το θείο και υπερφυές φως ο εσκοτισμένος, πως « χρειάζεται κάποιαν επίρροια ( εισροή ) του θείου φωτός ο κτιστός νους, ώστε να οράται κατ’ ουσίαν ο Θεός ». Κι ακόμα˙ « χρειάζεται να μετεωρισθή στην τοιουτοτρόπως τίμια θεωρία με κάποιαν επίρροια ( επιρροή…) της θείας αγαθότητας ο κτιστός νους ». Κι ακόμα˙ « είναι αδύνατο το να βλέπης την ουσία του Θεού, χωρίς να έχη γίνει και η ίδια η θεία ουσία είδος του νου, που την νοεί ( ; - η νοεί ) ».

328. Τα δέχεται έτσι όλα αντί για τη θεία ουσία και νομίζει όλα τα περί τον Θεό θεία ουσία κι όλες τις θείες μετοχές ουσία του Θεού˙ γι’ αυτό και λογαριάζει τα μετέχοντα λογικά θεούς και φτάνει γρήγορα απ’ το « όμοιοι αυτώ εσώμεθα » στο κατ’ ουσίαν, κι επιχειρεί με παρρησία να παραστήση με λόγους και με γράμματα ένα πράγμα που αντιτίθεται σε όλους τους αγίους και συμφωνεί με πολλές αιρέσεις, λέγοντας˙ « αυτό που υφίσταται έτσι ( το ούτως υφεστώς ), ώστε να είναι είδος μοναδικό ( μόνο ), μπορεί να είναι και είδος ενός άλλου, εφόσον είναι τέτοιο το είναι του, ώστε να μπορή να μετέχεται από ένα άλλο ». Και πάλι˙ « στο Θ΄ των Παροιμιών τρώνε και πίνουν στην τράπεζα του Θεού, αυτοί που απολαμβάνουν την ίδια ευδαιμονία, με την οποία είναι μακάριος κι ο Θεός, θεωρώντας τον μ’ αυτόν τον τρόπο, με τον οποίον ορά κι ο ίδιος τον εαυτό του ». Τόσο πολύ νομίζει πως θα γίνουμε όμοιοι με τον Θεό κατ’ ουσίαν και με τόσο μεγάλη αναίδεια προχωρά ενάντια στους αγίους και την ιερά Εκκλησία.

329. « Παραβάλλεται το νοείν προς τον νου, όπως ακριβώς το είναι προς την ουσία, αλλά  το θείο είναι, είναι η ουσία του˙ είναι άρα το θείο νοείν ο νους του, και ο θείος νους είναι η ουσία του ». Είναι ανάγκη άρα να είναι ο θείος νους η θεία ουσία. Αμαρτάνεις ( πλανάσαι ) πολύ εισάγοντας συλλογισμούς και αποδεικτικές μεθόδους στην απόρρητη θεολογία˙ το να χρησιμοποιής δε και παραλογισμούς και να θέλης, εκούσια ( ώσπερ εκών είναι ), να καλύπτης την αλήθεια, δεν ξεύρω ποιαν αμαρτία δεν ξεπερνά. Γιατί το να νοής είναι ενέργεια του νοούντος, όπως λες κι εσύ, το δε να είσαι δεν είναι ενέργεια της ουσίας, αλλά το ον. Πώς δεν κατανοείς λοιπόν ότι προφανώς αμαρτάνεις ( πλανάσαι ) μ’ αυτά που λες, ότι παραβάλλεται το νοείν προς τον νου, όπως ακριβώς το είναι προς την ουσία ;

330. Αλλ’ επειδή λες κι εσύ, ότι είναι ενέργεια του νοούντος το να νοής, και αποδείχθηκε ήδη πως είναι διαφορετικό το ον και διαφορετικό η ενέργειά του, δεν είναι δε διαφορετικό και διαφορετικό το είναι προς την ουσία, αλλά ταυτίζεται, ψεύδεσαι ολοφάνερα διακηρύττοντας πως είναι το θείο νοείν η θεία ουσία˙ « είναι ενέργεια του νοούντος το νοείν. Αν δεν είναι λοιπόν ο νοών Θεός το νοείν του, είναι ανάγκη να συγκρίνεται προς αυτον, όπως ακριβώς η δύναμη προς την ενέργεια˙ και θα υπάρχη έτσι δύναμη και ενέργεια στον Θεό, που είναι ακριβώς αδύνατο ». Αλλ’ αντίθετα λοιπόν, υπάρχει αληθινά και δύναμη και ενέργεια στον Θεό, γι’ αυτό δεν είναι ο νοών Θεός το νοείν του, αλλ’ είναι ανάγκη να συγκρίνεται προς αυτόν το νοείν, όπως ακριβώς η δύναμη προς την ενέργεια. Είναι διαφορετικό άρα ο Θεός και διαφορετικό το νοείν του˙ γιατί είναι το μεν ο κινών, το δε η κίνηση, όπως προαναφέραμε.


Συνεχίζεται.
Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: