Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

H A N S K R Ä M E R (7)- Η ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

Συνέχεια από Παρασκευή, 19Μαΐου 2017

Ο ΦΙΧΤΕ, Ο ΣΛΕΓΚΕΛ ΚΑΙ ΤΟ «ΑΠΕΙΡΟ» ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

                  4.  Οι κατηγορίες τής εξέλιξης, του ‘ανέτοιμου’ και ‘ασυστηματοποίητου’, της ειρωνίας και του αρρήτου στην ερμηνεία      
                          τού Πλάτωνα τον 19ον και 20ον αιώνα.

Image result for plato    Οι διαμορφωμένες απ’ τον Φρ. Σλέγκελ κατηγορίες (Kategorien) καθόρισαν αποφασιστικά τη φιλοσοφική εικόνα τού Πλάτωνα και τον ‘διανοητικό’ του τύπο, στη διηπειρωτική τουλάχιστον έρευνα μέχρι και σήμερα, και εξακολουθούν να είναι γι’ αυτόν τον λόγο κατευθυντήριες. H συνεχής τους επιτυχία βασίζεται στο ότι επαναγνωρίζεται και καθρεφτίζεται τρόπον τινά σ’ αυτές η αναπόφευκτη ιστορικότητα, περατότητα και παροδικότητα της σύγχρονης αυτο- και κοσμο-συνειδησίας, στα κείμενα ενός ‘κλασσικού’ τής φιλοσοφίας – ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι στην προοπτική τού Σλαїερμάχερ, ο οποίος και διατήρησε εν τούτοις με την περί συστήματος σκέψη ένα βασικό χαρακτηριστικό τού νεοπλατωνικού παραδείγματος. Η μη προκατειλημμένη ιστορία τής φιλοσοφίας δεν μπορεί να ικανοποιείται ωστόσο με τέτοιους ‘αρμονικούς’, αλλά ‘φαυλο-κυκλικούς’ αντικατοπτρισμούς. Όπως διαβλέπει δε τον παραπλανητικό (γενικά…) μηχανισμό, έτσι ‘θραύεται’ γι’ αυτήν και η γοητεία τού ρομαντικού παραδείγματος. Κι αυτό ισχύει τόσο περισσότερο, όσο έχουν απομακρυνθή στο μεταξύ επαρκώς οι ουδέποτε κριτικά επανεξετασθείσες καταβολές του, ώστε να έχη καταστή αδύνατη πλέον μια άμεση και ‘μεταγενέστερη’ ταύτιση μαζί τους. Δεν μπορούν γι’ αυτό πλέον να ‘χρησιμεύσουν’ από πλευράς επιστήμης οι προϋποθέσεις και εξαρτήσεις τής διαμορφωμένης απ’ τον Σλέγκελ κυρίως εικόνας τού Πλάτωνα, και να ‘στηρίξουν’ αυτονόητα μιαν ‘πνευματικώς υγιή’ επιστήμη. Αλλά και από φιλοσοφικής πλευράς, πρέπει ν’ αναζητήση κανείς άλλους αρχηγέτες (Archegeten) και άλλες αυθεντίες για τον επιθυμητό «ανοιχτό» τύπο φιλοσοφίας, απ’ ό,τι ακριβώς τον Πλάτωνα. Προσφέρει εξάλλου επαρκώς ‘ανάλογες’, αν και λιγότερο ίσως σεβαστές ‘μορφές’ γι’ αυτό η νεώτερη ιστορία τής φιλοσοφίας. Υπήρξε εν πάση περιπτώσει σύγχρονη και μετα-κριτικιστική, αν εξαιρέσουμε την ιδιαίτερη περίπτωση του σκεπτικισμού, η Ιδέα τού ‘ασυστημικού’ ή και του ‘αντι-συστήματος’ (Antisystem), την οποίαν και πρέπει να κατανοήσουμε ως μιαν αντίδραση απέναντι στην αυστηρά δογματική συστημική έννοια της πρώιμης σύγχρονης εποχής. Χρονολογείται απ’ τον 19ον κατ’ αρχάς αιώνα η ιδέα, ότι θα μπορούσε να προβληθή αυτή καθ’ εαυτή ως φιλοσοφική αξία η μη-συστηματικότητα. Και το ίδιο ισχύει και για την ‘υψηλήν’ εικασία μιας εξελικτικής σκέψης, που οδήγησε σε μιαν ‘υπερ-ερμηνεία’ τού πλατωνικού γραπτού έργου. ΄Διευθετήθηκε’ λοιπόν αναπόφευκτα κάτω από όλες αυτές τις απόψεις το ρομαντικό ‘παράδειγμα’ της πλατωνικής ερμηνείας, φιλολογικά και φιλοσοφικο-ιστορικά μεν αρχικά, αλλά και ως προς τη φιλοσοφική αποτίμηση στη συνέχεια.
     Tα αναντίρρητα ως τώρα, ως παραδοσιακές σταθερές και ως ομοφρόνως ‘πανηγυριζόμενα’ ρομαντικά προγράμματα (Programme), έχουν περιπέσει πλέον στο ‘λυκόφως’ ενός ιστορικού ‘τυχαίου’ και έχουν χάσει τρόπον τινά την ερμηνευτική τους ‘αθωότητα’. Η εντύπωση αποξένωσης είναι μάλιστα βαθύτερη στην περίπτωση του Σλέγκελ απ’ ό,τι τού Σλαїερμάχερ, όταν αποδεικνύεται πως η δυναμικο-απειροτική ερμηνεία του τού Πλάτωνα ανήκει (στην πραγματικότητα…) στον ιδεολογικό κύκλο τής ‘συνειδησιακής’ και μορφωτικής ιστορίας τού σύγχρονου υποκειμένου στον (λεγόμενον…) Γερμανικό Ιδεαλισμό. Μια πλατωνική εικόνα, όπως αυτή που περιγράφει ο Σλέγκελ, καταλήγει σ’ έναν κενόν ‘αναδιπλασιασμό’ και αυτο-ταυτολογικοποίηση (Selbsttautologisierung) του ‘μοντέρνου’ και μένει έτσι χωρίς κάποιο συστηματικό τελικά γνωσιακό κέρδος, ενώ μπορεί η έρευνα του μοντέρνου να το φωτίση ως προς τη γένεση (Genesis) και την τυχαιότητά του και να το εκτιμήση έτσι συγκρίνοντάς το κριτικά. Εκεί όπου κατανοείται αντίθετα – όπως πολύ συχνά δυστυχώς σήμερα –, και αναζητείται αντίστοιχα ή και παράγεται τεχνητά, η ‘συγγένεια’ ως μέτρο αποδοτικότητας της ιστορίας τής φιλοσοφίας, υφίσταται μια διαταραγμένη ιστορική σχέση, που είναι φυσικά, τόσο ιστορικά όσο και συστηματικά αντι-παραγωγική. Το οποίο και σημαίνει, εφαρμοζόμενο στην πλατωνική εικόνα τού Σλέγκελ, ότι παντού όπου κι αν επιμένουμε, με το πρόσχημα μιας υπέρβασης του ‘ιστορισμού’ (Historismus), σ’ αυτόν τον ΄μοντέρνα’ κατασκευασμένο «Πλάτωνα» από ’δώ και πέρα, δεν θα πρόκειται πλέον για ένα ‘παράδειγμα’ ιστορικής έρευνας, αλλά για ένα καταφατικό και νομιμοποιητικό μόνο ‘μοντέλλο’, που μπορεί να διαθέτη μεν μιαν ορισμένη, συμπτωματική (symptomatisch) εκφραστική αξία για τον εκάστοτε αυτο-παρουσιαζόμενο, παραμένοντας ωστόσο εξίσου άκαρπο όσο και μη δεσμευτικό κατά τα άλλα.
     Αν επιχειρήση κανείς να εξάγη τις μεθοδολογικές συνέπειες για ένα εναλλακτικό ερευνητικό πρόγραμμα εξέχουσας ερμηνευτικής ισχύος απ’ αυτήν την ‘κατάσταση των πραγμάτων’, τότε συστήνεται να ξεκινήση από μια συμπερασματικήν αντιπαράθεση των σκοπών που θέτουν οι ΄δυό πλευρές’: Α. Ο σκληρός πυρήνας τού ρομαντικού παραδείγματος συνίσταται στην ταύτιση του πλατωνικού λογοτεχνικού διαλόγου με την πλατωνική φιλοσοφία, και με την (μη αποκλειόμενη) διανοητική εξέλιξη του Πλάτωνα. Από εδώ προκύπτει και το ‘πρόγραμμα εργασίας’ για τη μορφολογική και δομική ανάλυση, καθώς και για την έρευνα της χρονολογίας και της λειτουργικής ενότητας του γραπτού έργου. Η παράδοση κινείται εδώ βασικά σε ‘μιαν τροχιά’: ό,τι φαίνεται δηλ. να ‘υπερβαίνη’ το λογοτεχνικό έργο, είτε δεν ‘μεταδίδεται’, είτε παρέμεινε κατά τύχην και μόνον εκτός ΄λογοτεχνίας΄. Β. Το ‘ανταγωνιστικό’ ως προς τα παραπάνω παράδειγμα ξεκινά από μιαν πολυεπίπεδη, διαβαθμισμένη ως προς τα μέσα και τους παραλήπτες ‘μετάδοση’ του Πλάτωνα, και από μια διπλήν αντίστοιχα τροχιά τής παράδοσης. Ο δε απώτερος σκοπός τής έρευνας είναι η συνάρτηση και ο αμφίδρομος ‘διαφωτισμός’ λογοτεχνικής και έμμεσης (προφορικής εξαρχής) παράδοσης, που περιλαμβάνει ωστόσο την προοδευτική και ενυπάρχουσα (εμπειρική…) ανάλυση της λογοτεχνικής, και τη δυνατή έτσι ‘σύνθεση’ προς μιαν καθολική θέαση της φιλοσοφίας τού Πλάτωνα· ερωτήματα δε για τη γένεση και την εξέλιξη είτε υποχωρούν ως μη κρίσιμα είτε μένουν σε δεύτερη μοίρα.
    Παρατηρούμε πως διακρίνεται μια σχέση ‘συμπερίληψης’ στην περίπτωση του Σλαїερμάχερ, που παραπέμπει σε μιαν ‘αναγωγή’  θεωριών, όπου και αποκτά ωστόσο νέα ‘προσόντα’ στη σύνολη ερμηνευτική συνάφεια, με την έννοια του ‘μορφολογικού άλματος’ του Kuhn, το λογοτεχνικό μέσον (γι’ αυτό και είναι προτιμότερο να μιλάμε για μια μερική, ισομορφική σχέση ή αναλογία). Ενώ περιορίζεται απ’ την άλλη μεριά σ’ ένα – εξίσου μόνον ισομορφικό (isomorph) – ‘ελάχιστο’ η σύνθεση του Σλέγκελ (μια λογοτεχνική αντί για φιλοσοφική εξέλιξη).
      Έγιναν στο μεταξύ ήδη ορατές, στο ‘έδαφος’ του καινούργιου ερευνητικού προγράμματος, οι περίμετροι μιας ιστορικά επαρκούς θεωρίας τού λογοτεχνικού διαλόγου, που ξεκινούν από μιαν επιμελή πρόσληψη του υλικού τών πλατωνικών αναφορών και είναι (ταυτόχρονα…) σε θέση να συνδυάσουν μεθοδικά και κατηγορηματικά  τη λογοτεχνική μορφή και την προφορική διδασκαλία (Egidius Schmalzriedt, “Platon: der Schriftsteller und die Wahrheit” – «Πλάτων: ο συγγραφέας και η αλήθεια», 1969· Konrad Gaiser, “Protreptik und Paränese bei Platon” – «Προτροπή και παραίνεση στον Πλάτωνα», 1959, και “Platone come scrittore filosofico” – «Ο Πλάτων ως φιλοσοφικός συγγραφέας», 1984· επίσης, Thomas Alexander Szlezak, “Platon und die Schriftlichkeit der Philosophie” – «Ο Πλάτων και η δυνατότητα γραπτής φιλοσοφίας», 1985). Οι έννοιες της (διαδοχικής) ‘παροχής βοήθειας’ και της ‘αποσιώπησης’ (‘Φαίδρος’) βρίσκονται εδώ σε μια διαμορφωτική ‘ένταση’ (μεταξύ τους…), που ανάγεται στις αντίστροφες στοχοθετήσεις τής ‘προτρεπτικής’ (Protreptik) (που απευθύνεται στους ανέτοιμους) και της ‘εσωτερικότητας’ (‘Esoterik’) (που ‘μεταδίδεται’ μόνο στους προετοιμασμένους και μυημένους). Η πολλαπλή ιδίως λειτουργικότητα του λογοτεχνικού έργου στο προσκήνιο της σχολής και της δημοσιότητας (που μένουν στο ‘βάθος’…) ‘ανοίγει’ εκτεταμένα πεδία εργασίας και έρευνας των εκάστοτε ‘τελικών τύπων’, της συμμετοχής τους και της μεταξύ τους ανάμειξης στο κάθε ξεχωριστό έργο (προτρεπτικά, υπομνηματικά, διδακτικά, προπαιδευτικά, ενδεικτικά, επιδεικτικά, απολογητικά, ρυθμιστικά-κανονιστικά κ.α.). Ιεραρχικές διαβαθμίσεις σε συνδυασμό με αναφερόμενα στους παραλήπτες επικοινωνιακά και ‘αποκαλυπτικά’ επίπεδα εμφανίζονται εδώ, συγκεκριμενοποιώντας και διαφοροποιώντας, δίπλα στο απλούστερο πρότυπο-συνταγή τού Διαλόγου τού Σλαїερμάχερ, αλλά και στη θέση τού ‘εξελικτικού σχήματος’ του Σλέγκελ. Η ειδικά σωκρατική – και όχι βέβαια ρομαντική – ειρωνία πρέπει να ταυτιστή σ’ αυτήν τη συνάφεια με την προτρεπτική και διδακτική (μαιευτική) της λειτουργία και έτσι να ‘τυποποιηθή’ (γνωρίζει πάντα περισσότερα απ’ όσα λέει ο «αγνοών» ειρωνικός Σωκράτης, και θα μπορούσε και να το μεταδώση, μόνον όμως στον κατάλληλο συνομιλητή).
 

     ( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια: