Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (14)

 Συνέχεια από Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

10. Ποιος λοιπόν είναι ο καταλληλότερος (ο πιο επιτήδειος) τόπος για το επιτιθέμενο πονηρό ανερχόμενο πνεύμα (που επιτίθεται από κάτω) στη σάρκα και το νου μας; Δεν είναι η σάρκα, στην οποία, όπως λέει ο Απόστολος, δεν κατοικεί κανένα αγαθό, προτού εγκατασταθεί μέσα της ο νόμος της ζωής; Αυτή λοιπόν τη σάρκα κυρίως δεν πρέπει ποτέ να την αφήνουμε αφύλακτη (χωρίς να την προσέχουμε). Πώς λοιπόν θα ήταν δική μας, πώς δεν θα την αφήναμε αφύλακτη, πώς θα αποκρούσουμε την ανάβαση του πονηρού εναντίον της, και μάλιστα όσοι δεν γνωρίζουμε ακόμη να αντιστεκόμαστε πνευματικά στα πονηρά πνεύματα; Πώς αλλιώς, εάν δεν εξασκηθούμε (παιδευθούμε) και με το εξωτερικό σχήμα (κατά την προσευχή) να προσέχουμε τους εαυτούς μας; Και γιατί λέγω για τους αρχαρίους, όταν υπάρχουν και μερικοί από τους τελειότερους, οι οποίοι χρησιμοποίησαν το σχήμα αυτό κατά την προσευχή και βρήκαν ευήκοο το θείο, όχι μόνον από τους μετά Χριστόν, αλλά και από τους πριν από την έλευσή Του σ’ εμάς; Κι ο ίδιος ο τελειότατος στη θεοπτία Ηλίας, αφού στήριξε το κεφάλι του στα γόνατα και συγκέντρωσε έτσι με μεγαλύτερη φιλοπονία το νου στον εαυτό του και στο Θεό, σταμάτησε την πολύχρονη εκείνη ανομβρία (ξηρασία). 

Αυτοί όμως, αδελφέ, από τους οποίους λέγεις ότι άκουσες αυτά, μου φαίνονται ότι πάσχουν από τη νόσο των Φαρισαίων, γι’ αυτό και δεν θέλουν να προσέξουν και να καθαρίσουν το εσωτερικό τού ποτηριού, δηλαδή την καρδιά τους, και, χωρίς ν’ ακολουθούν τις πατερικές παραδόσεις, σπεύδουν να λάβουν αυτοί την πρώτη θέση μπροστά από όλους σαν νέοι νομοδιδάσκαλοι, και απορρίπτουν οι ίδιοι το σχήμα τής δικαιωμένης εκείνης τελωνικής προσευχής, και τους άλλους προσευχόμενους τούς προτρέπουν να μην το πλησιάζουν. Γιατί, όπως ο Κύριος λέγει στα Ευαγγέλια, «εκείνος δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει προς τον ούρανό»· αυτόν λοιπόν μιμούνται (ορθώς) αυτοί που συγκεντρώνουν κατά την προσευχή το βλέμμα τους στον εαυτό τους.

11. Εκείνοι όμως που ονομάζουν αυτούς ομφαλόψυχους, εκτός από τη σαφή συκοφαντική κατηγορία τους (και πραγματικά ποιος από εκείνους λέγει ποτέ ότι η ψυχή βρίσκεται στον ομφαλό;), εκτός του ότι ολοφάνερα έχουν επιτεθεί συκοφαντικά, αποδείχθηκαν και υβριστές των επαινούμενων ενεργειών, αλλ’ όχι διορθωτές των εσφαλμένων, και γράφουν όχι για την ησυχία και την αλήθεια, αλλά για χάρη τής κενοδοξίας, ούτε για να οδηγήσουν στη νήψη, αλλά για να απομακρύνουν από τη νήψη. Πράγματι σπεύδουν με κάθε τρόπο και την κατάλληλη αύτη πράξη (τεχνική) να εξευτελίσουν, και το ίδιο το έργο και εκείνους που ασχολούνται με αυτό με κάθε επιμέλεια. Οι άνθρωποι αυτοί εύκολα θα ονόμαζαν κοιλιόψυχους και εκείνον (τον Δαβίδ) που είπε ότι «ο νόμος του Θεού βρίσκεται στο μέσον της κοιλιάς μου», και εκείνον (τον Ησαΐα) που δήλωσε προς τον Θεό «η κοιλιά μου θα ηχήσει σαν κιθάρα και τα σπλάχνα μου σαν χάλκινο τείχος που το ανακαίνισες», και θα διέβαλλαν γενικά όλους εκείνους που με σωματικά σύμβολα υποδηλώνουν και ονομάζουν και ανιχνεύουν τα νοερά και θεία και πνευματικά. Αλλά μ’ αυτό σ’ εκείνους δεν θα προξενήσουν καμία βλάβη, αντίθετα μάλιστα θα τους προξενήσουν και μακαρισμούς και περισσότερη προσθήκη των ουρανίων στεφάνων. Οι ίδιοι όμως θα μείνουν έξω από τα ιερά παραπετάσματα και ούτε τις σκιές τής αλήθειας δεν θα μπορέσουν να ατενίζουν, και υπάρχει μεγάλος φόβος μήπως λάβουν και αιώνια τιμωρία, επειδή όχι μόνο απέκοψαν τους εαυτούς των από τους αγίους, αλλά και επιτέθηκαν με λόγους τους εναντίον τους.

12. Γνωρίζεις βέβαια το βίο του Συμεών του Νέου Θεολόγου· ο οποίος ένα θαύμα είναι σχεδόν ολόκληρος και είχε δοξαστεί από το Θεό με υπερφυσικά θαύματα, και αν κανείς τα συγγράμματά του τα ονομάσει συγγράμματα ζωής δεν θα σφάλει (υπερβάλλει). Γνωρίζεις επίσης και τον όσιο εκείνο Νικηφόρο, ο οποίος αφού έζησε πολλά χρόνια στην ηρεμία και την ησυχία, ύστερα αποσύρθηκε στα πιο ερημικά μέρη του Αγίου Όρους και ασχολήθηκε με τη συλλογή όλων των πατερικών αποσπασμάτων που αναφέρονται στη νηπτική εργασία, τα οποία μας τα παρέδωσε σ’ ένα λόγο του. Οι δύο αυτοί άγιοι σαφώς συμβουλεύουν σ’ όσους θέλουν, αυτό το οποίο λες ότι μερικοί προσπαθούν να ανατρέψουν. Και γιατί ν’ αναφέρω τους παλιούς αγίους; Άνδρες λίγο πριν από εμάς, μαρτυρημένοι και αποδεδειγμένοι με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, μας τα παρέδωσαν όλα αυτά με το στόμα τους, και τον Θεολόγο τούτον (τον Συμεών) τον ανακήρυξαν αληθινό θεολόγο και ασφαλέστατο επόπτη της αλήθειας των μυστηρίων του Θεού. Έχεις ακούσει για τον φερώνυμο Θεόληπτο, τον επίσκοπο Φιλαδέλφειας, από την οποία σαν από λυχνία φώτισε όλο τον κόσμο· για τον Αθανάσιο που στόλισε τον πατριαρχικό θρόνο για πολλά χρόνια και που το λείψανό του τίμησε ο Θεός· τον Νείλο εκείνο τον Ιταλό, το ζηλωτή του Μεγάλου Νείλου· τον Σελιώτη και τον Ηλία, οι οποίοι δεν είναι καθόλου κατώτεροι από τον προηγούμενο· τον Γαβριήλ και τον Αθανάσιο, οι οποίοι είχαν αξιωθεί να λάβουν και προφητικό χάρισμα. Έχεις ακούσει γι’ αυτούς και για πολλούς άλλους πριν από αυτούς και μαζί με αυτούς και μετά από αυτούς, που επαινούν και παρακινούν όσους θέλουν να κρατούν αυτή την παράδοση, την οποία οι νέοι τάχα δάσκαλοι της ησυχίας, χωρίς να γνωρίζουν ίχνος ησυχίας, και συμβουλεύοντας όχι από πείρα, αλλά από διάθεση φλυαρίας, προσπαθούν να αθετήσουν και να αντικρούσουν και να εξουθενώσουν (εξευτελίζουν), χωρίς καμιά ωφέλεια των ακροατών. Εμείς όμως, με μερικούς από τους αγίους αυτούς και συναναστραφήκαμε αυτοπροσώπως και τους είχαμε διδασκάλους. Πώς λοιπόν ν’ αγνοήσομε αυτούς που έχουν διδαχτεί από τη χάρη και την πείρα, και να στραφούμε σ’ εκείνους που προχώρησαν στη διδασκαλία από οίηση και αγάπη λογομαχίας; Δεν είναι βέβαια δυνατό κάτι τέτοιο, δεν είναι. Και συ λοιπόν να τους αποφεύγεις αυτούς, αναφωνώντας με σύνεση μαζί με τον Δαβίδ: «Ευλόγει, ψυχή μου, τον Κύριο, και όλα τα εντός μου ευλογείτε το άγιο όνομά Του». Και παρέχοντας τον εαυτό σου πειθήνιο στους Πατέρες, άκουγέ τους πώς μας προτρέπουν να καθοδηγούμε πάντοτε μέσα μας το νου.

Αρχαίο κείμενο

10. Τίς δέ καί ὁ μᾶλλον ἐπιτήδειος τόπος τῷ κάτωθεν ἐφ᾿ ἡμᾶς ἀνιόντι πνεύματι σαρκός καί νοῦ; Οὐχ ἡ σάρξ, ἐν ᾗ καί ὁ ἀπόστολός φησι μηδέν ἀγαθόν πρό τοῦ ἐγκατοικισθῆναι τόν νόμον τῆς ζωῆς οἰκεῖν; Ταύτην οὐκοῦν καί μᾶλλον δεῖ μηδέποτ᾿ ἀφεῖσθαι προσοχῆς. Πῶς γάρ ἄν ἡμῶν εἴη, πῶς δ᾿ ἄν μή ἀφῶμεν ταύτην, πῶς δ᾿ ἄν ἀποκρουσαίμεθα τήν πρός αὐτήν ἄνοδον τοῦ πονηροῦ, καί μάλισθ᾿ οἱ μήπω πνευματικῶς εἰδότες ἀντεπιέναι τοῖς πνευματικοῖς τῆς πονηρίας, εἰ μή καί διά τοῦ ἔξω σχήματος ἡμᾶς αὐτούς παιδεύσομεν προσέχειν ἑαυτοῖς; Καί τί λέγω τούς ἄρτι ἐπιβαλλομένους, ὅτε καί τῶν τελεωτέρων εἰσιν οἵ τούτῳ χρησάμενοι τῷ σχήματι κατά τήν προσευχήν εὐήκοον τό θεῖον ἔσχον, οὐ μόνον τῶν μετά Χριστόν, ἀλλά καί τῶν πρό τῆς αὐτοῦ πρός ἡμᾶς ἐπιδημίας. Καί αὐτός γάρ ὁ τήν θεοπτίαν τελεώτατος Ἠλίας, τήν κεφαλήν τοῖς γόνασιν ἐρείσας καί οὕτω τόν νοῦν εἰς ἑαυτόν καί τόν Θεόν φιλοπονώτερον συναγαγών, τόν πολυετῆ ἐκεῖνον ἔλυσεν αὐχμόν. Οὗτοι δέ μοι δοκοῦσιν, ἀδελφέ, παρ᾿ ὧν ἀκηκοέναι ταῦτα λέγεις, νοσεῖν τήν τῶν φαρισαίων νόσον, διό καί τό ἔσωθεν τοῦ ποτηρίου, δηλαδή τήν ἑαυτῶν καρδίαν, ἐπισκέπτεσθαι καί καθαίρειν οὐκ ἐθέλωσι καί ταῖς πατερικαῖς μή στοιχοῦντες παραδόσεσι σπεύδουσιν αὐτοί προκαθῆσθαι πάντων ὡς κοινοί νομοδιδάσκαλοι˙ τό τε σχῆμα τῆς δεδικαιωμένης τελωνικῆς εὐχῆς ἐκείνης αὐτοί τε ἀπαξιοῦσι καί τούς ἄλλους τῶν εὐχομένων παραινοῦσι μή προσίεσθαι. Καθάπερ γάρ ἐν εὐαγγελίοις φησίν ὁ Κύριος, «ἐκεῖνος οὐκ ἤθελεν οὐδέ τούς ὀφθαλμούς εἰς τόν οὐρανόν ἆραι»˙ τοῦτον δή ζηλοῦσι οἱ ἑαυτοῖς ἐν τῷ εὔχεσθαι προσέχοντες τήν ὄψιν.

11. Οἱ δ᾿ ὀμφαλοψύχους τούτους ὀνομάζοντες, πρός τῷ συκοφαντεῖν σαφῶς ὧν κατηγοροῦσι (τίς γάρ ποτε τούτων ἐπ᾿ ὀμφαλοῦ λέγειν τήν ψυχήν;) πρός γοῦν τῷ γενέσθαι δήλους συκοφαντικῶς ἐπιθεμένους, καί ὑβριστάς τῶν ἐπαινουμένων σφᾶς αὐτούς ἔδειξαν ὄντας, ἀλλ᾿ οὐ διορθωτάς τῶν σφαλλομένων, οὐδ᾿ ἡσυχίους ἕνεκεν καί ἀληθείας, ἀλλά κενοδοξίας χάριν γράφοντας, οὐδ᾿ ἵνα πρός νῆψιν ἐναγάγωσιν, ἀλλ᾿ ἵνα τῆς νήψεως ἐπαγάγωσιν. Αὐτό γάρ τό ἔργον καί τούς ἐμμελῶς ἐπειλημμένους τούτου παντί τρόπῳ σπεύδουσιν ἐξ αὐτῆς τῆς καταλλήλου πράξεως ἐξουθενεῖν. Οἱ τοιοῦτοι δέ ρᾳδίως καί τόν εἰπόντα ὡς «ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ κοιλίας μου» καί τόν εἰρηκότα πρός Θεόν ὅτι «ἡ κοιλία μου ἠχήσει ὡς κιθάρα καί τά ἐντός μου ὡσεί τεῖχος χαλκοῦν ὅ ἐνεκαίνισας» κοιλιοψύχους ἄν προσαγορεύσεται καί κοινῇ πάντας διαβάλοιεν τούς διά σωματικῶν συμβόλων τά νοερά καί θεῖα καί πνευματικά τυποῦντας καί καλοῦντας καί ἀνιχνεύοντας. Ἀλλ᾿ ἐκείνοις μέν παρά τοῦτο βλάβος ἐποίσουσιν οὐδέν, μᾶλλον μέν οὖν καί μακαρισμῶν πρόξενοι γενήσονται καί μείζονος προσθήκης τῶν ἐν οὐρανοῖς στεφάνων, αὐτοί δέ καί τῶν ἱερῶν παραπετασμάτων ἔξω μένουσι καί οὐδέ πρός τάς σκιάς ἕξουσιν ἀτενίζειν τῆς ἀληθείας, πολύ δέ τό δέος μή καί δίκην τίσωσιν αἰώνιον, οὐκ ἀποδιαστείλαντες μόνον ἑαυτούς τῶν ἁγίων, ἀλλά καί κατ᾿ αὐτῶν τῷ λόγῳ χωρήσαντες.

12. Συμεῶνος γάρ τοῦ νέου θεολόγου τόν βίον οἶσθα θαῦμά τε ὄντα πάντα σχεδόν καί δι᾿ ὑπερφυῶν θαυμάτων ὑπό Θεοῦ δεδοξασμένον, τά τε συγγράμματα αὐτοῦ συγγράμματα ζωῆς εἰπών τις, οὐκ ἄν ἁμάρτοι τοῦ προσήκοντος, καί Νικηφόρον δέ τόν ὅσιον ἐκεῖνον ὅς, πολυετῆ χρόνον ἐν ἡρεμίᾳ καί ἡσυχίᾳ διενεγκών, ἔπειτα τοῖς ἐρημικωτέροις μέρεσι τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐμφιλοχωρήσας καί ἀπασχολήσας ἑαυτόν, ἐκ πασῶν τῶν πατερικῶν φωνῶν συνειλοχώς, τήν νηπτικήν ἡμῖν αὐτῶν παραδέδωκε πρᾶξιν. Οὗτοι τοίνυν τοῦθ᾿ ὅπερ ἀνατρέπειν φής τινας σαφῶς τοῖς προαιρουμένοις εἰσηγοῦνται. Καί τί λέγω τούς παλαιούς τῶν ἁγίων; Ἄνδρες γάρ μικρῷ πρό ἡμῶν μεμαρτυρημένοι καί ἀποδεδειγμένοι ἐν δυνάμει πνεύματος ἁγίου τοῦθ᾿ ἡμῖν διά στόματος οἰκείου παρέδωκαν, τόν τε θεολόγον τοῦτον ὡς ἀληθῶς θεολόγον καί τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ μυστηρίων ἐπόπτην ἀσφαλέστατον ἐφ᾿ ἡμῶν ἀνεκήρυττον τόν φερωνύμως Θεόληπτον ἐκεῖνον ἀκούεις, τόν Φιλαδελφείας πρόεδρον, μᾶλλον δ᾿ ἀπό ταύτης ὡς ἀπό λυχνίας τόν κόσμον φωτίσαντα, τόν Ἀθανάσιον ἐκεῖνον, ὅς ἐπ᾿ ἐνιαυτούς οὐκ ὀλίγους τόν πατριαρχικόν ἐκόσμησε θρόνον, οὗ καί τήν σορόν ὁ Θεός ἐτίμησε, Νεῖλον ἐκεῖνον τόν ἐξ Ἰταλῶν, τόν τοῦ μεγάλου ζηλωτήν Νείλου, τόν Σελιώτην καί τόν Ἠλίαν, τούς μηδέν ἀποδέοντας ἐκείνου, Γαβριήλ καί Ἀθανάσιον, τούς καί προφητικοῦ χαρίσματος ἠξιωμένους. Τούτους πάντας πάντως ἀκούεις καί πολλούς ἄλλους πρό αὐτῶν τε καί σύν αὐτοῖς καί μετ᾿ αὐτούς γεγονότας, ἐπαινοῦντας καί παραινοῦντας, κατέχειν τούς βουλομένους τήν παράδοσιν ταύτην, ἥν οἱ νέοι διδάσκαλοι τῆς ἡσυχίας, οἱ μηδ᾿ ἴχνος ἡσυχίας εἰδότες, μηδ᾿ ἀπό πείρας, ἀλλ᾿ ἀπό λογολεσχίας νουθετοῦντες, ἀθετεῖν καί μεταδιδάσκειν καί ἐξουθενεῖν πειρῶνται, πρός οὐδέν χρήσιμον τῶν ἀκουόντων. Ἡμεῖς δέ καί τῶν ἁγίων ἐκείνων ἔστιν οἷς αὐτοπροσώπως ὡμιλήσαμεν καί διδασκάλοις ἐχρησάμεθα. Πῶς οὖν, τούτους παρ᾿ οὐδέν θέμενοι, τούς καί πείρᾳ καί χάριτι δεδιδαγμένους, τοῖς ἀπό τύφου καί λογομαχίας ἐπί τό διδάσκειν χωρήσασιν εἴξομεν; Οὐκ ἔσται τοῦτο, οὐκ ἔσται.

Καί σύ τοίνυν τούς τοιούτους ἀποτρέπου μετά τοῦ Δαυίδ συνετῶς σεαυτῷ προσλαλῶν «εὐλόγει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί πάντα τά ἐντός μου τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ»˙ σεαυτόν τε πειθήνιον παρέχω τοῖς πατράσιν, ἄκουε πῶς εἴσω πέμπειν ἀεί τόν νοῦν προτρέπονται.

ΑΣ ΕΛΘΟΥΝ ΥΠ' ΟΨΙΝ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΘΕΩΣΕΩΣ ΠΡΙΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΡΓΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ.

ΑΣ ΕΧΟΥΝ ΥΠ' ΟΨΙΝ ΟΛΟΙ ΟΣΟΙ ΙΣΧΥΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΤΙ Ο ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ ΠΕΘΑΝΕ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΜΕΙΝΕ ΜΟΝΟ Η Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΟΤΙ Ο ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΡΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: