Συνέχεια από: Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023
Τα ζώα και τα άψυχα δεν μετέχουν αγιότητας Αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά Πηγή αρχαίου κειμένου: ΕΠΕ τ. 3 |
21. Άπόδειξις δε τών είρημένων είναι τά κατ’ αϊσθησιν φανερά σημεία, παραληφθέντα προσκαίρως,ώστε νά πείση καί όσους δέν είναι όλοσχερώς ίσχυρογνώμονες.Πράγματι μετέσχε Ζωής ή Θυγάτηρ τοΰ άρχισυναγώγου9* καί ό υιός τής χήρας94 μέ άφήν καί φωνήν δεσποτικήν* μετέσχε δέ καί ή Ταβιθά εις τήν Ίόππην καί ό νεανίας Εϋτυχος εις τήν Τρωάδα, αύτός μέ τό εγγισμα τοΰ Παύλου95, εκείνη δέ μέ τήν φωνήν τοΰ Πέτρου99.Ποιας Ζωής μετέσχον οΰτοί;’Όχι τής Ζωής τήν όποιαν είχεν ό δεσπότης αύτονόμως καί όχι κατά μετοχήν;"Αραγε έξακολουθεϊ νά λέγη κανείς ότι δέν μετέχουν τής φυσικής καί άκτιστου θείας ένεργείας όλοι οί άγιοι, οί όποιοι λόγω τής έλλείψεως τής φύσεως κατά προαίρεσιν γνωρίζονται άπό μόνην τήν χάριν καί πρόκειται νά άναδειχθοΰν άπό τήν δύναμιν αύτής τόσον πολύ, όσον μετέλαβεν άπό τήν άσθένειάν μας ό φύσει Θεός σαρκωθείς, μέ άντιστοιχίαν, όπως αύτός γνωρίζει, τής θεώσεως τών έκ χάριτος σωζομένων προς τήν κένωσιν αύτοΰ; Καί πώς είναι δυνατόν νά μή μετέχουν τοιαύτης θείας ένεργείας, άν βεβαίως κληρονομήσουν τήν βασιλείαν τοΰ θεοΰ, ή όσης «είναι κατά χάριν μετάδοσή τών φυσικώς προσόντων είς αυτόν άγαθών»97, καθώς υποδέχεται τούς είσερχομένους είς αύτόν καί μεταδίδει άπό την δόξαν καί λαμπρότητά του, ώστε νά μή είναι δυνατόν νά άναγνωρισθοΰν, καθ’ εαυτούς, ωσάν καθαρός αήρ φωτισμένος όλοσχερώς άπό φώς, μάλλον δε ώσάν γνήσιος λογικός χρυσός, πυρακτωμένος άπό άύλον καί θειον πϋρ, άφοΰ «διά τής θεώσεως έγιναν θεοί καί λόγω τής νικήτριας χάριτος τοΰ Πνεύματος έχουν άρπάσει μόνον την θείαν ένέργειαν, ώστε μία και μοναδική γενικώς ενέργεια νά ύπάρχη καί τοΰ Θεοΰ καί τών άξιων του Θεοΰ» κατά τον ένθεον λόγον τοΰ Μαξίμου, «ό οποίος περιεχώρησεν όλος εις όλους τούς άγιους»98;
22.Πράγματι, όπως όλα τά άποτυπώματα μετέχουν τής σφραγϊδος, κινείται όμως έκαστον οπουδήποτε χωριστά,άν δέ παραλάβης εν άπό αύτά καί τό έφαρμόσης είς τήν σφραγίδα, δέν δύναται πλέον αύτό νά κινηθή άλλοΰ,άλλά έχει τήν ιδίαν κίνησιν μέ τό άρχέτυπον,γενόμενον εν μέ αύτόν, πλήν τής ϋλης ή οποία διαφέρει καθ’ έαυτήν,ούτως όταν ή μέσα μας θεία είκών άνέλθη είς τό άρχέτυπον, τελοΰνται υπέρ ήμών όσα διαλαμβάνει ή θεσπεσία έκείνη ευχή, ή όποια λέγει, ένέργησε,«ώστε νά είναι ολοι έν, όπως έγώ, Πάτερ είς σέ καί σύ είς έμέ, ώστε καί αυτοί νά είναι είς ήμάς εν» κατ’ άλήθειαν99* οϋτως ό κολλώμενος είς τον Κύριον είναι εν πνεΰμα»100, οϋτω τό μυστήριον τής είς μίαν σάρκα συναρμογής τών σωμάτων διά συνάφειας είναι πράγματι μέγα,άλλά «είς Χριστόν καί είς τήν ’Εκκλησίαν»101. ’Αποδίδει λοιπόν ή σφραγίς έαυτήν ολόκληρον είς τό έκμαγείον, έκαστον όμως άντίτυπον λαμβάνει κατά τήν άναλογίαν τής οικείας έπιτηδειότητος όχι μόνον τούς χαρακτήρας άλλά καί τής ένώσεως προς τό πρότυπον.23.Τί λοιπόν έξακολουθεϊς νά φοβήσαι σύνθεσιν έπί Θεού, άφοΰ καί αί ένέργειαι είναι καί λέγονται άκτιστοι ; Νά φοβήσαι πολύ περισσότερον μή καταστήσης κτίσμά τόν θεόν, θεωρών κτιστός τάς φυσικάς ένεργείας αύτοΰ,ενώ ό Θείος Δαμασκηνός λέγει περί τών δύο ένεργειών τοΰ Χριστού,ότι«ή μέν κτιστή δηλώνει τήν κτιστήν φύσιν, ή δε άκτιστος τήν άκτιστον ούσίαν·διότι τά φυσικά ιδιώματα πρέπει νά είναι κατάλληλα πρός τάς φύσεις102, καί σύμφωνα μέ αύτόν ό σεπτός Μάξιμος επίσης λέγει,«άν άφαιρεθή τό φυσικόν θέλημα καί ή ούσιώδης ενέργεια τόσον τής θείας όσον και τής άνθρωπίνης ουσίας, πώς θά ύπάρξη Θεός ή άνθρωπος;»103Έξ άλλου, τί; δεν είναι και τά ύποστατικά τής ύψίστης Τριάδος άκτιστα, επειδή είναι πολλά;Πώς λοιπόν δεν είναι ταΰτα πολλοί θεοί ή είς σύνθετος άπό αύτά; ”Η θά τά εϊπης καί εκείνα εσύ εν καθ’ όλα καί ταυτόν μέ τήν ούσίαν τού Θεού καί έντελώς άπαράλλακτον, όπως καί τήν ενέργειαν;Φομοΰμαι μή μάς είσαγάγης Θεόν έντελώς άνούσιον καί άνυπόστατον’ διότι όλα αύτά είναι καθ’ έαυτά άνυπόστατα.Σύ δέ λέγεις ότι ταΰτα είναι κατά πάντα ταυτά πρός τήν ούσίαν τοΰ Θεοΰ καί ότι ό Θεός είναι εις κατά πάντα τρόπον καί άμερής, μή άντιλαμβανόμενος ότι καί πληθύνεται μενών είς καί μερίζεται μένων άμερής, καί μετέχεται ποικίλως ύπάρχων έντελώς άτμητος καί διατηρών άκοινωνήτως τήν ένότητά του καθ’ ύπερσύσιον δύναμιν
24.Είπέ μου λοιπόν, καί είς μίαν έκάστην ύπόστασιν δέν είναι πολλά τά ύποστατικά ιδιώματα;Διότι ό Πατήρ είναι άναίτιος καί αίτιος, προβολεύς καί γεννήτωρ· έχει δέ όλα αύτά ό Πατήρ οπωσδήποτε άκτίστως."Αρα λοιπόνέσύ θεωρείς τελείως ταυτά τά ύποστατικά μέ τήν ύπόστασιν,ώστε όπως έκεϊ νά μή διαφέρουν κατά τίποτε τής(Φύσεως τά φυσικά καί τής ούσίας τά ούσιώδη;) Επομένως θά εϊπης ύπόστασιν τά ύποστατικά, όπως έλεγες φύσιν τά φυσικά συνωνύμως άλλ’ όχι όμωνύμως; ’Αλλ’ οί πατέρες δέν έπρατταν τό ίδιον* διότι λέγουν ταΰταένυπόστατα,άλλ' όχι ύπόστασιν, όπως λέγουν έκεϊνα όχι ούσίαν, άλλά κυρίως ένούσια."Αλλωστε καί είς μίαν καί τήν αυτήν ύπόστασιν, άφοΰ τά ύποστατικά είναι πολλά καί διάφορα,πώς θα είναι τό ίδιον ύπόστασις και ύποστατικόν;Άφοΰ Λοιπόν τά ύποστατικά άπεδείχθησαν πολλά καί διάφορα καί άκτιστα κατά τήν όξεϊαν καί υψηλήν καί άλάθητον διάνοιάν σου, ή πολλοί θεοί θά υπάρχουν ή σύνθετος θά είναι έκάστη των θείων ύποστάσεων.Τόσον πολυσύνθετον μας άνέδειξες τον Θεόν σύ ό αύτοχειροτόνητος προστάτης τής ύπέρ νοϋν άπλότητος
25.Άλλ\ ώ φίλε,αί συνθέσεις των αύθυποστάτων δεν ανήκουν εις αύτά τά όποια ύφίστανται είς άλλο τι (καί τούτο είναι κοινόν δόγμα καί τών έξω καί των παλαιών σοφών) καί κανέν δεν λέγεται ποτέ ότι συναποτελεϊται άπό τήν ένέργειάν του' διότι ούτε ή καυστική δύναμις είναι σύνθετος διά τόν λόγον ότι θερμαίνει ούτε ή άκτίς είναι σύνθετος διά τόν λόγον ότι δίδει φώς.Επομένως τούτο θά συμβή μάλλον είς σέ, ό οποίος αποδέχεσαι τήν κατά πάντα τρόπον άδιάκριτον έμφάνισιν τού άκτιστου είς τάς τρεις ύποστάσεις* διότι είναι πολλά άκτιστα συνερχόμενα είς εν καί έκαστον τούτων είναι ένυπόστατον, άφοϋ είναι αύθυπόστατον.’Επί Θεού όμως τά φυσικά καί ύποστατικά ταΰτα συνυπάρχουν μέν πολλά είς έν, κανέν δέ άπό αύτά δέν είναι ώς αύθυπόστατον είς ύπόστασιν ούτε ήτο προηγουμένως ούτε θά ύπάρχη έπειτα, ούτε είναι δυνατόν κάποιον άπό τά φυσικά ταΰτα νά ένυπάρξη είς άλλην ούσίαν, έφ’ όσον είναι έμφυτον.Πάν δέ σύνθετον θά άποτελήται ή έκ διαφόρων ούσιών κατά άνάχυσιν ή κατά άσύγχυτον ένωσιν,καθ’ όσον ύποστατικά μέν υπάρχουν περισσότερα άπό έν, τέλειαι δέ ύποστάσεις όχι περισσότεροι τής μιάς είς έκαστον,διότι άλλως δέν θά είναι έν ούτε θά είναι συντεθειμένον καί θά διαφέρη κατ’ αύτάς* ή έκ διαφόρων ούσιών λοιπόν θά άποτελήται ή έκ μιας ούσίας καί τών ύφισταμένων είς αύτήν ώς ύποκείμενον έναντιοτήτων καί ούσιωδών διαφορών, αί οποίοι όμως ύπάρχουν έμφυτοι όχι μόνον είς αύτήν άλλά καί είς άλλας φύσεις’ διό καί όλα τά κτιστά, ένεργοΰντα καί πάσχοντα, έπιδέχονται άλλοιώσεις δι' αύξήσεως καί μειώσεως, προσλήψεως καί άποθέσεως, καί ούτως ύφίστανται κατά κάποιον τρόπον άφαίρεσιν των προηγουμένως συνόντων. "Οθεν δεικνύονται τελείως διαιρετά, πάν δε διαιρετόν είναι έξ άνάγκης σύνθετον.
26.Έπί τοϋ Θεοϋ όμως, ό οποίος είναι μία ούσία άμερής, δέν υπάρχει ούτε μείωσις ούτε αϋξησις οϋτε προσθήκη ούτε άφαίρεσις, άρα οϋτε διαίρεσις ή οποία νά φανερώνη τήν προηγουμένην σύνθεσιν. Καί «όσα δέ έχει ό Θεός», διά νά ομιλήσω κατά τόν μέγαν ’Αθανάσιον, «τά έχει φύσει καί όχι έπίκτητα»104, καί ώς ένεργών μόνον άλλ’ όχι ώς πάσχων κατ’ αύτά. Διά τοϋτο είναι καί έντελώς άνεπίδεκτος τής έναντιότητος ή όποια φέρει μεταβολήν, μόνος αύτός έξ όλων στερούμενος ούσιωδών διαφορών, έχων δέ ένεργείας, όπως άπέδειξε προηγουμένως ό λόγος, έξ αιτίας των όποιων όλα ύπόκεινται είς αύτόν ώς ϋλη, φέρων καί μετασκευάζων άκόμη καί όλα τά νοερά μέ τόν λόγον, μάλλον δέ μέ τήν θέλησιν, μέ άλλους λόγους μέ άχρονον καί άκούραστον καί άπαθή ένέργειαν. Οϋτε είναι δέ δυνατόν νά ϊδης ποτέ κάποιον άπό τά προσόντα του νά είναι έμφυτον είς όποιοδήποτε άλλο, καί μάλιστα καθ’ όσον μόνον αύτός ένεργεϊ κατά τοϋτο· διότι, λέγει, «κανείς δέν είναι άγαθός, πλήν ένός, τοϋ Θεοΰ»10δ, «ό μακάριος καί μόνος δυνάστης, ό μόνος έχων άθανασίαν, φως κατοικών άπρόσιτον»100. Πόθεν λοιπόν θά συναγάγης τήν σύνθεσιν τοϋ Θεοϋ άπό έτεροφυή πράγματα, άφοϋ παρουσιάζεται μοναδικός άπό πάσαν άποψιν;Έκάστη δέ τών τριών ύποστάσεων είναι τελεία καί διακεκριμένη, άκόμη καί κατά τήν ύπέρ πάντα νοϋν καί λόγον άπόρρητον ένωσιν. Άλλ’ οϋτε είναι δυνατόν νά έπινοήση κανείς ότι έκάστη άφήνεται μόνη πριν ή έπειτα άπό τάς άλλας, διά νά έπακολουθήση άπό αύτό σύνθεσις’ διότι, λέγει,«δέν προφθάνω νά φέρω είς τόν νουν τό έν καί περιλάμπομαι άπό τά τρία»107. Τό συναφές λοιπόν καί συγχρόνως τέλειον τών ύποστάσεων άποκλείει καί έδώ τήν σύνθεσιν.
27.Οΰτω νά έννοής καί νά τηρής τήν θείαν άπλότητα, άλλά νά μή άθετήσης τάς φυσικός του προόδους διάκοπον φως οϋτε νά άναφέρης δύο θεότητας καί δύο θεαρχίας καί άγαθαρχίας, δηλαδή κτιστούς καί άκτιστους, διότι τότε είναι ώς νά λέγης δύο ώρισμένως, ενώ όταν είναι άμφότεραι άκτιστοι, καί ή ούσία καί ή ενέργεια, τίποτε δεν θά έμποδιζη νά είναι μία, όπως άκτίς καί ήλιος είναι εν φως108, οϋτε νά νομίσης ότι αύτή αϋτη ή θεότης καί βασιλεία τοϋ Θεοϋ είναι κτιστή, διότι αϋται είναι φυσικαί ένέργειαι τοϋ Θεοϋ· οϋτε νά ύποβιβάσης εις κτίσμα τήν θεοποιόν χάριν, διά νά μή συγκαταβιβάσης με αύτήν καί τον έκ φύσεως έχοντα καί παρέχοντα τήν χάριν ταύτην* οϋτε νά δεχθής ότι ό Υιός τοϋ Θεοϋ εγινεν άνθρωπος χωρίς λόγον, διότι πώς θά ήξίωνε νά γίνη χάριν ήμών άνθρωπος, άν δεν μετέδιδεν άγιον Πνεϋμα άλλά κτίσμα,μάλλον δε αν δέν άντέδιδεν είς ήμάς τό πνεϋμα τής υιοθεσίας άντί τής σαρκός τήν όποιαν έλαβεν άπό τήν Παρθένον καί εγινεν υιός άνθρώπου; οϋτε νά θεωρήσης κατοικητήρια κτισμάτων τούς ναούς τοϋ Θεοϋ, τούς άγιουςδηλαδή, οϋτε νά καταστήσης τόν έαυτόν σου τόσον άθλιον, ώστε όχι μόνον ν’ άπέχης τής Θείας καί θεοποιοΰ μεθέξεως, άλλά καί νά είσαι άπελπισμένος δι' αύτήν, οϋτε τόν Θεόν νά έκλάβης τόσον άδύνατον, ώστε νά μή δύναται νά ένέση τήν άγίαν μετάδοσίν του είς τά λογικά κεκαθαρμένα κτίσματά του, μάλλον δέ νά μή τόν καταστήσης άνούσιον καί άνυπόστατον,λέγων αύτόν ταυτόν κατά πάντα μέ τάς ένεργείας, αί όποϊαι καθ’ αύτάς είναι άνούσιοι καί άνυπόστατοι, δέν είναι δηλαδή ούσίαι ή ύποστάσεις’ οϋτε νά καταστήσης μεθεκτήν τήν υπερούσιον καί ύπερώνυμον καί καθ’ έαυτήν άμέθεκτον καί άνέκφραστον ούσίαν τοϋ Θεοϋ ονομάζων ό,τιδήποτε άλλο ακτιστον ούσίαν·οϋτε νά άναφανής νέος Εύνόμιος, χαρακτηρίζων σύμφωνα μέ έκεϊνον όλα τά υποστατικά ώς άκτιστα άπό άπόψεως ούσίας έξ αιτίας τής θείας άπλότητος* οϋτε νά γίνης μονοθελήτης,έκλαμβάνων αμοιρον ένεργείας τήν Θείαν φύσιν είς τόν Χριστόν* οϋτε νά γίνης άλλος Σαβέλλιος θεωρών ώς άνυπάρκτους οϋτε νά νομίσης άρκετόν τό άνέσπερον καί τά ονόματα επί τοϋ Θεοϋ έρημα πραγματικού περιεχομένου, έκλαμβάνων τά πάντα ώς έχοντα μίαν σημασίαν, μόνον, τήν τής ούσίας. Μή πάθης εσύ όλα αύτά, διακηρύσσων κτιστάς τάς ένεργείας τοϋ Θεοϋ, εις τήν προσπάθειαν κατοχυρώσεως μιας άπλότητος ή όποια δέν υπάρχει καθόλου πουθενά, άλλά νά πιστεύης, παρακαλώ, τον ίδιον διαιρετόν καί άδιαίρετον Θεόν, ήνωμένον εις τήν διάκρισιν καί διακεκριμένον εις τήν ένωσιν, άνεκφοίτητον άπό εαυτόν εις τάς προόδους καί άεικίνητον εις τήν άκινησίαν, μεριζόμενον άμερώς καί μετεχόμενον όλοσχερώς κατά τήν εικόνα τής ήλιακής άκτϊνος.
28.’Αλλά, ερχόμενος πάλιν εις τήν μέσην ό μέγας Βασίλειος ό κηρύξας περισσότερον παντός άλλου ένα καί άπλοϋν Θεόν, άς δείξη φανερώς, ότι ό Θεός δέν είναι σύνθετος έξ αιτίας των τοιούτων ένεργειών. Διότι, λέγει,«πώς δέν είναι άσύνθετος ό κατά τήν ούσίαν άπλοϋς; Βεβαίως οί άποδεικτικοί τής ίδιότητος αύτοϋ τρόποι δέν πρόκειται νά διαταράξουν τήν άπλότητα αύτοϋ’ άλλως όλα όσα λέγονται περί Θεοϋ θά μάς παρουσιάσουν τόν Θεόν σύνθετον.Καί, όπως φαίνεται, έάν πρόκειται νά διασώσωμεν τήν έννοιαν τοϋ άπλοϋ καί άμεροϋς, ή δέν θά εϊπωμεν τίποτε περί Θεοϋ πλήν τοϋ άγενήτου καί θά παύσωμεν νά τόν όνόμάζωμεν άόρατον, άφθαρτον, άναλλοίωτον, δημιουργόν, κριτήν καί όλα όσα τώρα συμπεριλάμβάνομεν εις τήν δοξολογίαν, ή δεχόμενοι τά ονόματα, τί θά κάμωμεν; Θά τά φέρωμεν διά νά τά καταθέσωμέν όλα εις τήν ούσίαν; Οϋτως όμως θά τόν παρουσιάσωμεν όχι μόνον ώς σύνθετον άλλά καί ώς άποτελούμενον άπό άνόμοια μέρη λόγω τοϋ ότι τό καθέν άπό τά όνόματα αύτά σημαίνει κάτι διαφορετικόν»1.
29.Οταν λοιπόν άκούσης νά λέγωμεν άλλο ούσίαν καί άλλο ένέργειαν, νά έννοήσης ότι θεωροϋμεν άλλο καί άλλο τό σημαινόμενον άπό καθέν τών ονομάτων τούτων, όπως είπε καί ό μέγας Βασίλειος ρη είναι σύνθετον* εάν δε ούσίαν τοΰ Θεού δεχώμεθα τό φώς ή τήν Ζωήν ή τό άγαθόν, εάν μάλιστα δεχώμεθα ότι δι' όλα αύτός είναι Ζωή καί όλος φώς καί όλος αγαθός, παρεπόμενον δε εχη ή Ζωή τό άγένητον, πώς δεν είναι άσύνθετος ό κατά τήν ούσίαν άπλοΰς;»100. Πρός τούς τότε δε αιρετικούς λέγοντας αύτό άκριβώς τό όποιον λέγουν τώρα καί οί άντίπαλοί μας, ότι ό Θεός είναι άπλοΰς καί πάν γνώρισμα τό όποιον θά άναφέρης ώς ίδικόν του είναι τής ούσίας του, τονίζει πάλιν ό ίδιος, «τούτο είναι σόφισμα έχον μυρίας άτοπίας* άφοΰ είναι τόσον πολλά, τί συμβαίνει; ταΰτα είναι ονόματα μιας ούσίας καί είναι ισοδύναμα μεταξύ των»110; Καί πάλιν, «δεχόμεθα ότι γνωρίζομεν τήν μεγαλειότητα τοΰ Θεού καί τήν δύναμιν και τήν σοφίαν, άλλ’ όχι τήν ιδίαν τήν ούσίαν»110. "Οταν λοιπόν άκούσης νά λέγωμεν ότι εις τον Θεόν άλλο είναι ούσία καί άλλο δύναμις ή ένέργεια, άπό αύτό νά γνωρίζης ότι λέγομεν τοϋτο, ότι ή μέν δύναμις ή ή ένέργεια τού Θεού γνωρίζεται οπωσδήποτε, ή δέ ούσία δεν γνωρίζεται άπό κανένα.
30.Ό δέ Κύριος των γνώσεων, ό διδάσκων τον άνθρωπον γνώσιν, ό χορηγός τής σοφίαςκαί διορθωτής των σοφών,«εις τον όποιον είναι κρυμμένοι όλοι οί θησαυροί τής σοφίας καί τής γνώσεως»111, «άς σας δώση πνεύμα σοφίας καί άποκαλύψεως εις έπίγνωσίν του, άς καταστήση φωτισμένους τούς οφθαλμούς τής καρδίας σας,ώστε νά γνωρίζετε, ποία είναι ή έλπίς τής κλήσεως αύτοΰ καί ποιος ό πλούτος τής δόξης τής πρός τούς άγιους κληρονομιάς του καί ποιον τό ύπερβολικόν μέγεθος τής δυνάμεως αύτοΰ εις ήμας τούς πιστεύοντας κατά τήν ένέργειαν τής δυνατής ισχύος του, τήν οποίαν έξεδήλωσεν έν τώ Χριστώ»11*,«ό όποιος δύναται νά πραγματοποιήση όσα ζητοΰμεν ή σκεπτόμεθα μέ μεγάλην περίσσειαν, κατά τήν ένεργοΰσαν ε|ς ήμας δύναμίν του»11*. Είς αύτόν πρέπει δόξα εις τούς αιώνας των αιώνων.Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου