Συνέχεια από: Πέμπτη 25 Απριλίου 2024
Τα γνωστικιστικά θεμέλια του μηδενισμού στον Heidegger
Της Susan Anima Taubes,
The Journal of Religion, Volume XXXIV, Number 3 , July 1954
Το πνεύμα του γνωστικισμού βρίσκεται σε ακραία αντίθεση προς την κοσμική «αισιοδοξία» τής Στοάς. Σε όλες της τις παραλλαγές και αιρέσεις που καλύπτουν το ανατολικό μέρος τής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και που ξεκινούν από τις μυστηριακές θρησκείες και φτάνουν μέχρι τον πρώιμο Χριστιανισμό και τις μανδαϊκές (κλάδος του γνωστικισμού που εξασκούσαν σημιτικοί λαοί, που μιλούσαν αραμαϊκά. Λατρεύουν τον Αδάμ, Άβελ, Σηθ...) αιρέσεις του ανατολικού Ιορδάνου, μια είναι η στάση που κυριαρχεί: ο άνθρωπος δεν βρίσκεται στο σπίτι του μέσα στον κόσμο. Ο λόγος του γνωστικισμού δεν είναι εκ του κόσμου τούτου(;;;). Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, όπως και μέρος των επιστολών του Παύλου, δίνουν πολλές αποδείξεις αυτής της βαθιάς αποξένωσης τού ανθρώπου από τον κόσμο(;;;;)[ΔΙΟΤΙ ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΛΙΑΝ ΟΧΙ ΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ]. Η εξίσωση κόσμος=σκότος, διατυπώνει το γνωστικιστικό πάθος. Ο κόσμος ενέχει την θέση της εμπειρικής και ψυχικής πραγματικότητας. Ο κόσμος καταλαμβάνει ολόκληρο τον φυσικό άνθρωπο ως περιουσία του και τον κρατάει στο δικό του πεδίο δυνάμεως. Στην απελπιστική αναζήτηση τού ανθρώπου για τον εαυτό του, ο άνθρωπος αισθάνεται «φυλακισμένος» στον κόσμο και ανακαλύπτει ένα έσχατο, σχεδόν μηδενικό (από κοσμικής σκοπιάς μη υπαρκτό) «πυρήνα» του εαυτού, ως το τελευταίο πράγμα που έμεινε ξένο προς τον κόσμο.
Η ιδέα τού απόλυτου εαυτού (πνεύμα) είναι μια κεντρική και επαναστατική σύλληψη της γνωστικιστικής θεωρίας. Ολόκληρη η γνωστικιστική μυθολογία και θεωρία περιστρέφεται γύρω από το δράμα του εαυτού, την πτώση και την σωτηρία του.
Η έκθεση τού δράματος τού εαυτού στον γνωστικισμό απαιτεί κατά πρώτον να διακρίνουμε τις κατευθυντήριες γραμμές που διατρέχουν όλα τα γνωστικιστικά συστήματα και θεωρίες. Το πρώτο μεγάλο σύμβολο του γνωστικισμού είναι η «ξενότητα-ξενιτεία» (Strangeness). Ο «ξένος Θεός» τού Μαρκίωνα αντιστοιχεί στην «ξένη ζωή», την εξορία στην μανδαϊκή βιβλιογραφία. Η «ξενότητα» είναι μια περίπλοκη διαλεκτική έννοια. Ο άνθρωπος είναι ξένος μέσα στον κόσμο και για τον λόγο αυτό αποξενωμένος από την πατρίδα του. Η ξενότητα είναι επίσης μια ποιότητα του κόσμου. Ο κόσμος είναι ξένος τόπος όπου ο άνθρωπος υποφέρει ως ξένος. Μπορεί φυσικά να συμβεί, ο ξένος να βρει τους δρόμους του μέσα στον κόσμο, και να χάσει τον εαυτό του, αποξενωμένος εντελώς από την πηγή του. Υπάρχει όμως ακόμα ο ξένος θεός, ο ξένος κόσμος επέκεινα από τον οποίο ο εαυτός είναι αποξενωμένος μέσα στον κόσμο. Η έκθεση των διάφορων σημασιών τής έννοιας «ξένος» περιέχει ολόκληρη την διαλεκτική δομή τού δράματος τού εαυτού.
Η φάση της αποξένωσης από τον εαυτό είναι το διαλεκτικό σημείο του γνωστικιστικού δράματος, εφόσον η αποξένωση φτάνει στην κορύφωση στο σημείο αυτό: ο ξένος εαυτός είναι αποξενωμένος από τον εαυτό του χάριν του ξένου κόσμου. Η συνειδητοποίηση από πλευράς του εαυτού τής αυτο-αποξένωσής του σημειώνει την πρώτη στιγμή τής μνήμης τού αυθεντικού εαυτού. Η μνήμη βιώνεται ως «νοσταλγία» η οποία κατευθύνει τον εαυτό προς την πατρίδα του. Οταν ο εαυτός αναγνωρίσει πως είναι ξένος προς τον κόσμο, δε θα ξαναχαθεί χάριν του κόσμου και δε θα αποξενώνεται πια από την πηγή του. Ο γνωστικισμός είναι επίγνωση9. Η μοίρα του εαυτού συλλαμβάνεται ως ιστορία που εκπτύσσεται με δραματική διαδοχή. Η ιστορία είναι λοιπόν ο δρόμος μακριά από την πηγή, αλλά και ταυτόχρονα πίσω σε αυτήν. Ο δρόμος τού εαυτού μέσα στον κόσμο εκφράζεται από την έννοια τής πτώσης ή της «κατάστασης που προκαλεί η ρίψη». Ο δρόμος δια μέσον του κόσμου περιγράφεται από την παραπλάνηση, εξορία και έλλειψη στέγης. Η διέξοδος από τον κόσμο περιγράφεται από την νοσταλγία, μνήμη και σωτηρία.
Εφόσον ο εαυτός είναι ξένος μέσα στον κόσμο, πρέπει να προέρχεται από κάπου αλλού. Η πατρίδα του πρέπει να είναι «πέραν» του κόσμου. Η έννοια της ξενότητας εμπλέκει αυτήν τού πέραν, πράγμα που περιορίζει τον κόσμο σε ένα κλειστό σύστημα: όλα όσα είναι, είναι κλειδωμένα και χαμένα μέσα στον κόσμο. Αποξενωμένος από τον εαυτό του (την πηγή του), ο εαυτός είναι διασκορπισμένος μέσα στον κόσμο. Ο διασκορπισμός τού εαυτού είναι κεντρικό μοτίβο τής γνωστικιστικής και νεοπλατωνικής σκέψης, μέχρι και τον Αυγουστίνο.
Υπάρχει μια πτυχή βίας στην μοίρα τού να είσαι ξένος. Αυτό εκφράζεται κάποτε με την εικόνα της αιχμαλωσίας. Ή τής βίαιης εισόδου στον κόσμο που εκφράζεται με την δυνατή εικόνα τής ρίψης μέσα στον κόσμο (thrownness, Geworfenheit). «Γιατί με πήρες μακριά από το σπίτι μου, με αιχμαλώτισες και με έριξες στο βρωμερό σώμα;»10. Η έννοια τής ρίψης είναι τόσο θεμελιώδης για τον γνωστικισμό, που την βρίσκουμε στον προγραμματικό ορισμό του γνωστικισμού στο βαλεντινιανικό σύστημα11. Η γνωστικιστική προσευχή είναι προσευχή για την σωτηρία από τον κόσμο (να βγει κανείς από τον κόσμο) μέσα στον οποίο έχει κανείς ριχθεί.
Η αντίδραση στην ρίψη μέσα στο ξένο είναι ο τρόμος. Η εμπειρία τού τρόμου διατρέχει όλες τις παραλλαγές του γνωστικισμού, από την μανδαϊκή μυθολογία μέχρι την Καινή Διαθήκη και τα βαλεντινιανικά συστήματα. Σωτηρία από τον κόσμο είναι σωτηρία από τον τρόμο: τον τρόμο να σε έχει ξεχάσει η πηγή, να έχεις μείνει μόνος, εγκαταλελειμμένος στον κόσμο. Ο τρόμος αυτός δεν έχει συγκεκριμένο αντικείμενο. Είναι τρόμος μπρος στον κόσμο, που τρέφεται από την απομόνωση τού εαυτού.
Ο «κόσμος» στην γνωστικιστική σκέψη δεν είναι μια ουδέτερη έννοια, με την έννοια του «σύμπαντος», που απλώς περιέχει ό, τι υπάρχει. Αντιθέτως, ο κόσμος θεωρείται ως μια ενεργή, δαιμονική δυνατότητα, που προσωποποιείται στην εικόνα του πρίγκηπα αυτού του κόσμου. Ο κόσμος καθίσταται πλήρωμα του κακού και αντιτίθεται στον θεό που είναι το πλήρωμα του καλού.
Η πληρότητα του θεού στον γνωστικισμό είναι παράδοξη. Καθώς η πληρότητα τού θεού αντιπαρατίθεται στην πληρότητα τού κόσμου, η θεία πληρότητα ειδομένη από τον κόσμο είναι τίποτα. Μια σημαντική συμβολή του Jonas για την κατανόηση τής αρνητικής θεολογίας, είναι πως εντοπίζει την προοδευτική τάση για την κατανόηση του θεού μέσω αρνητικών χαρακτηριστικών στην αρνητικότητα του γνωστικισμού. Η αρνητικότητα τού γνωστικιστικού θεού υπηρετεί τον πλήρη υποσκελισμό της θετικής εμπειρικής πραγματικότητας του κόσμου, και της όποιας απαίτησής του για αξία ή ισχύ. Αυτό εξηγεί πως το ευαγγέλιο τού αρνητικού θεού, που κορυφώνεται στον μη-είναι θεόν (ο ουκ-όν θεός) τού Βασιλίδη, μπόρεσε να υπηρετήσει ως σωτήριος δύναμη και να ανάψει την φαντασία ολόκληρων εποχών.
Γνωστικισμός σημαίνει γνώση του άκοσμου θεού στην απόλυτη ετερότητά (otherness) του, και αντιπαρατίθεται ριζικά στην γνώση του κόσμου: επιστήμη και κοσμολογία. Ως συνέπεια τού κοσμικού μηδενισμού, η γνωστικιστική θεωρία χαρακτηρίζεται από μια αντικειμενική φτώχεια και μονοτονία. Αφού όλα τα αντικείμενα χάνουν την σημασία τους, η παραλλαγή και η ποικιλία τού εμπειρικού κόσμου μένουν έξω. Όλο το ενδιαφέρον στρέφεται στον συλλογισμό τού αρνητικού άκοσμου εαυτού. Η πληρότητα τού θεού είναι εν τέλει κενότητα. Δίνεται έμφαση στην συναισθηματική σχέση προς την κενότητα αυτή.
Η πληρότητα τού κόσμου χαρακτηρίζεται ακουστικά ως ο θόρυβος του κόσμου. Συλλαμβάνεται ως ένας οργιαστικός στρόβιλος που η κύρια λειτουργία του είναι να υπερκαλύψει την φωνή τής συνείδησης μέσα στον εαυτό. Ο θόρυβος τού κόσμου εργάζεται για να περιορίσει και να κουφάνει τον εαυτό για την ίδια του την φωνή, ταυτόχρονα όμως ξυπνά τον εαυτό από τον λήθαργό του. Στο τέλος ο κόσμος νικάει τον εαυτό του με τα ίδια του τα όπλα. Ο εαυτός οδηγείται δια μέσου τού στροβίλου του κόσμου στο απώτατο σημείο αποξένωσης, όπου και γυρίζει και στρέφεται στον εαυτό του και ξυπνάει στην αληθινή του κατάσταση.
Το ξύπνημα συνοδεύεται από το ξέσπασμα του καθαρού τρόμου και το άκουσμα τής κλήσης. Η κλήση διαπερνά τα τείχη τού κόσμου. Είναι δια(υπερ)κοσμική, και όμως ακούγεται μόνο μέσα στον κόσμο. Η κλήση δεν προσθέτει στον θόρυβο, συμβάλλοντας με μια ακόμα φωνή στην κακοφωνία των φωνών. Η κλήση τής ζωής είναι είναι μια σιωπηρή κλήση. Το σύμβολο της κλήσης είναι θεμελιώδες σε όλες τις γνωστικιστικές θρησκείες. Ακόμα και στην Καινή Διαθήκη η σχέση μεταξύ ακούσματος και πίστης εξαρτάται από το γνωστικιστικό μοτίβο τής κλήσης.
Την κλήση προφέρει ο αγγελιαφόρος τής ζωής, που δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, και παρόλα αυτά αναλαμβάνει την μοίρα του να είναι ξένος μέσα στον κόσμο, για να σώσει τον εαυτό. Γιατί ο σωτήρας θυσιάζει τον εαυτό του και αναλαμβάνει τους δρόμους του κόσμου; Γιατί ο εαυτός είναι μέρος του. Ο εαυτός τού σωτήρα και ο εαυτός που πρέπει να σωθεί είναι ουσιαστικά ταυτόσημοι.
Η κλήση καλεί τον εαυτό να ξυπνήσει. Η κλήση δεν έχει κάποιο λεκτικό μήνυμα. Είναι κλήση προς ξύπνημα και σε όλες της τις παραλλαγές η προσταγή: ξύπνα! Αυτή η καθαρά τυπική προσταγή μπορεί να πληρωθεί με συγκεκριμένα περιεχόμενα τα οποία ταιριάζουν στην δραματική αλληλουχία από τον ύπνο στο ξύπνημα. Η κλήση συνδέεται με την περισυλλογή και την αναγνώριση τής πηγής και τής υπόσχεσης για την σωτηρία τού εαυτού από τον κόσμο.
Ο γνωστικισμός, η «γνώση» που περιέχει την διδασκαλία για τον δρόμο τής σωτηρίας, είναι και η ίδια ένα βήμα στο δράμα τής σωτηρίας. Η γνώση δεν είναι αντικειμενική. Δεν είναι απλώς η αφήγηση του παρατηρητή περί σωτηρίας. Η ίδια διαμορφώνει μια εσωτερική δομική ώθηση στην διαδικασία τής σωτηρίας.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου