PAUL FRIEDLȀNDER
ΠΛΑΤΩΝ
ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ
ΤΑ ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ –
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΤΡΙΤΗ ΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΡΓΟ
ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΙΑΛΟΓΩΝ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
28. Φίληβος Φίληβος
(Ή περί ηδονής, Ηθικός)
Ταυτόχρονα, είναι σαφές γιατί την παρουσίαση της θέσης του Φίληβου πρέπει να την αναλάβει κάποιος άλλος. Το όνομα του Πρώταρχου δεν συνδέεται με κάποια συγκεκριμένη φιλοσοφική ηδονιστική διδασκαλία, όπως στην περίπτωση του Αρίστιππου ή του Εύδοξου. Ο Πρώταρχος εκπροσωπεί μάλλον την κοινή γνώμη, η οποία τείνει προς τον ηδονισμό, χωρίς όμως, σε αντίθεση με τον Φίληβο, να αποκλείει τις άλλες δυνάμεις της ζωής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός ο «γιος του Καλλία» υπήρξε πραγματικά. Και ίσως να ήταν πράγματι μαθητής του Γοργία (58 Α). Αλλά είτε ήταν είτε όχι, η αναφορά στη μορφή του Γοργία είναι απολύτως συνεπής με το θέμα του διαλόγου. Η αληθινή γνώση, λέει ο Σωκράτης, στοχεύει στο αιώνιο είναι. Η ρητορική, απαντά ο Πρώταρχος (παραθέτοντας τον Γοργία), ως τέχνη που παράγει πειθώ, είναι η πιο ισχυρή και άρα η πιο υψηλή. Και από τη στιγμή που ο αυθεντικός εκπρόσωπος της αρχής της ηδονής δεν μπορεί από τη φύση του να συμμετάσχει στη συζήτηση, η ηδονή μπορεί να τεθεί υπό συζήτηση μόνο μέσω της ρητορικής ή, αντίθετα, να γίνει η ίδια η βάση της ρητορικής. Ο Σωκράτης είχε ήδη συζητήσει το ζήτημα της ηδονής με τους σοφιστές στον «Πρωταγόρα» (315 Β και εξής), όπου είχε κάνει τον Πρωταγόρα (τον ικανότερο από αυτούς) να διακρίνει, αν και όχι με ακρίβεια, δύο έννοιες: το «καλό» και το «ηδονικό». Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο Σωκράτης είχε καθορίσει ότι η πραγματική εξουσία έπρεπε να δοθεί στη γνώση και, εντός του πεδίου που αυτή ορίζει, στην τέχνη του υπολογισμού και της μέτρησης, μόνο και μόνο για να καταλήξει (με την ενθουσιώδη συναίνεση των σοφιστών) ξανά στην ταύτιση του «καλού» με το «ηδονικό». Με αυτόν τον τρόπο, ο Πλάτων, ήδη από τα πρώτα του γραπτά, συνέδεε στενά την ηδονή και τη σοφιστική-ρητορική. Και τα δύο είχαν ως τελικό σκοπό την εξουσία, όχι την αλήθεια. Όπως στο «Γοργία» ο Πώλος είναι μαθητής του μεγάλου σοφιστή και ο Καλλικλής οπαδός και των δύο, εδώ στον «Φίληβο» γίνεται αναφορά στις συνέπειες του ηδονισμού μέσω της έκκλησης του Πρώταρχου στον δάσκαλο (δηλαδή τον Γοργία). Μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι το πρόβλημα του «Γοργία», δηλαδή η μάχη μέχρι θανάτου μεταξύ τους, αναδύεται για άλλη μια φορά στο περιθώριο του «Φίληβου».
Έτσι, χρειάζεται να επιστρέψουμε στον «Πρωταγόρα» ή, καλύτερα, στον «Γοργία», για να δούμε πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο «Φίληβος» στο σώμα των έργων του Πλάτωνα. Στον «Γοργία» ο Σωκράτης πραγματοποιεί δύο επιθέσεις κατά της θέσης του δικαιώματος του ισχυρότερου: πρώτα παρουσιάζεται ως η πεποίθηση ότι η αρχή της ηδονής πρέπει να υπερισχύει των άλλων δυνάμεων της ζωής, και έπειτα καταρρίπτεται αναγκάζοντας τον συνομιλητή να παραδεχτεί (Γοργίας, 499 Β) ότι οι ηδονές δεν είναι όλες ίδιες, ότι υπάρχουν ευγενείς και χυδαίες ηδονές, και συνεπώς ένα κριτήριο για να τις κρίνουμε: το Αγαθό. Αυτή ακριβώς η παραχώρηση αποσπάται και εδώ στον «Φίληβο» (13 Α; 14 Α). Επιπλέον, και στους δύο διαλόγους η συζήτηση κατεβαίνει στο επίπεδο των ερεθισμών (Γοργίας, 494 D; Φίληβος, 46 Α) και ο ρόλος του μείγματος της ηδονής με τον πόνο είναι σημαντικός, όπως για παράδειγμα στο σβήσιμο της δίψας (Γοργίας, 496 D; Φίληβος, 31 D και εξής). Στον «Γοργία» αυτά τα φαινόμενα δείχνουν πόσο διαφορετική είναι η ηδονή από το Αγαθό, το οποίο δεν αναμειγνύεται ποτέ με την αντίθετη αρχή, το κακό, ενώ στον «Φίληβο» το επίπεδο της καθαρής ηδονής επιτυγχάνεται μέσω μιας διαδρομής που ξεκινά από το επίπεδο των μεικτών ηδονών. Και στους δύο διαλόγους, ο συνομιλητής αρχικά είναι αρκετά αμερόληπτος ώστε να αναγνωρίσει τις διαφορές στην κατάταξη των ηδονών, αλλά δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τη σημασία αυτής της διαίρεσης επειδή είναι υπερβολικά προσκολλημένος στη ριζοσπαστικότητα της δικής του θέσης (Γοργίας, 494 Ε και εξής· 499 Β· Φίληβος, 14 ΑΒ). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις γίνεται κατανοητό ότι δεν πρόκειται για λεκτικές αντιπαραθέσεις ή αφηρημένες αρχές, αλλά για θεμελιώδεις κατευθύνσεις που ανήκουν στην ίδια τη ζωή (πῶς βιωτέον, Γοργίας, 492 D 5· 500 C4· βίου, Φίληβος, 11 Ε 2).
Στην «Πολιτεία» παρατηρούμε την αναδιατύπωση του δομικού σχεδίου που αναπτύχθηκε στον «Γοργία» και κατ’ επέκταση του θέματος της ηδονής. Είναι λογικό να αναμένεται ότι αυτή η διατύπωση βρίσκεται, τόσο εννοιολογικά όσο και χρονολογικά, μεταξύ των θέσεων που αναπτύχθηκαν στον «Γοργία» και εκείνων του «Φιλήβου».
Στην «Πολιτεία» η ηδονή δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της συζήτησης, όπως συνέβαινε στον «Γοργία». Βασικά, η μάχη έχει κερδηθεί, καθώς το κράτος εδράζεται στην αρχή της δικαιοσύνης, και η νίκη ολοκληρώνεται με την ισορροπία της ευδαιμονίας που επιτυγχάνεται στο ένατο βιβλίο. Ωστόσο, αν και το θέμα της ηδονής αποσύρεται στην περιφέρεια του έργου, ακριβώς στην «Πολιτεία» αποκτά νέο βάθος. Όπως το θέμα της γνώσης, το οποίο ήταν περιφερειακό στον «Γοργία», γίνεται το κεντρικό αντικείμενο ενδιαφέροντος στην «Πολιτεία», έτσι και η σχέση με τη γνώση προσδίδει στην έννοια της ηδονής νέο βάθος σε δύο επίπεδα. Πρώτον, η ανώτερη ηδονή είναι η ηδονή της γνώσης. Μόνο ο άνθρωπος που γνωρίζει, ο «φιλόσοφος», μπορεί να αποφασίσει ότι η δική του ηδονή υπερέχει αυτών των άλλων, γιατί μόνο αυτός γνωρίζει όλες τις άλλες ηδονές και είναι ικανός να τις αξιολογήσει με τον λόγο (ΙΧ 580 D-583 A). Δεύτερον, η ίδια η ηδονή περιέχει ένα στοιχείο γνώσης: μια συγκεκριμένη ηδονή μπορεί όχι μόνο να είναι «καλύτερη» από μια άλλη, όπως στον Γοργία, αλλά μπορεί επίσης να είναι περισσότερο ή λιγότερο «αληθινή» (Πολιτεία, 583 B-588 A).
Στον «Φίληβο» βρίσκουμε αυτόν τον νέο δεσμό μεταξύ ηδονής και γνώσης, την ίδια πάλη (όπως στην «Πολιτεία») μεταξύ των εσφαλμένων θέσεων που ταυτίζουν την αληθινή ηδονή με μια κατάσταση ισορροπίας μεταξύ ηδονής και πόνου, καθώς και την πανομοιότυπη, δύσκολη προσπάθεια για την αναγνώριση της διαφοράς μεταξύ αληθινών και ψεύτικων ηδονών. Αν και το πεδίο παρατήρησης του «Φίληβου» είναι πολύ πιο ευρύ, υπάρχει ακόμα και μια λεπτομερής αναφορά : τα ευχάριστα αρώματα ως παράδειγμα καθαρής ηδονής (Πολιτεία, 584 Β· Φίληβος, 51 Β). Και στον «Φίληβο», η ηδονή βρίσκει την ύψιστη μορφή της στη σύνδεση με τα ανώτατα αντικείμενα της γνώσης.
Ας έρθουμε στις διαφορές. Στον «Γοργία», το αντίθετο της ηδονής ονομάζεται «δικαιοσύνη». Αυτή η πολιτική και ηθική διάσταση διατηρείται στην «Πολιτεία», με τη διαφορά ότι το πολιτικό στοιχείο γίνεται κεντρικό, ενώ το γνωσιολογικό στοιχείο (που κρυβόταν πίσω από την αναζήτηση της «δικαιοσύνης») αποκτά ασυνήθιστη και πρωτοφανή αυτονομία. Η άνοδος στον κόσμο των Ιδεών καταλαμβάνει το κεντρικό μέρος της «Πολιτείας». Το ζήτημα της ηδονής ανακύπτει μόνο στο τέλος και, κατά κάποιον τρόπο, με περιθωριακό τρόπο (ΙΧ 580 D και εξής). Ωστόσο, μια νέα προοπτική φωτίζει αυτό το θέμα: η γνώση. Στον «Φίληβο», η πολιτική διάσταση σχεδόν εξαφανίζεται. Η ηθική σύγκρουση (ζήτημα ζωής ή θανάτου στον «Γοργία», τόσο έντονη που απαιτεί την πλήρη κινητοποίηση όλων των δυνάμεων στην «Πολιτεία») φαίνεται να έχει εξαντληθεί. Ωστόσο, για μια στιγμή, ο Σωκράτης αναφέρεται στον «κίνδυνο» και στην «ασεβή» φύση της λανθασμένης απόφασης (28 A), λόγια παράξενα εμφατικά που δύσκολα θα χρησιμοποιούσε ο Πλάτωνας αν δεν είχε κατά νου, παρά τη χρονική απόσταση, τη δίκη του Σωκράτη και την «Απολογία» (28 B, 34 C). Όμως, αυτό που μόλις αχνοφάνηκε εξαφανίζεται ξανά, και στη διαμάχη που αναδύεται, αυτή για τις θεμελιώδεις διατάξεις της ανθρώπινης ζωής, ακούγεται μόνο μια αχνή ηχώ από την έντονα φορτισμένη και επικίνδυνη πάλη του παρελθόντος. Αυτό συμβαίνει επειδή στον «Φίληβο» το βασικό θέμα είναι η σχέση μεταξύ της ηδονής και των τελικών οντολογικών ζητημάτων που θεμελιώθηκαν στην «Πολιτεία». Αυτή η ένταση, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, καθορίζει τη μοναδικότητα του «Φιλήβου»: η ιδιαίτερη ανακόλουθη δομή του έργου που αντιστοιχεί στη σύνταξη που χαρακτηρίζει τον ύστερο Πλάτωνα (διαίρεση που υποχρεώνει τους «αναλυτικούς» ερμηνευτές να «διακρίνουν και να υποδιαιρούν» πιο έντονα εδώ από οποιοδήποτε άλλο έργο)· τα άλματα (δύσκολα εξηγήσιμα) από ένα επίπεδο σε ένα άλλο εντελώς διαφορετικό. Διότι, τελικά, ούτε εδώ ο Πλάτωνας ενδιαφέρεται για την ψυχολογία των συναισθημάτων, και η παρατήρηση και περιγραφή της ηδονής και του πόνου είναι απλώς μια άλλη προσέγγιση σε αυτό που ανέκαθεν ήταν το πραγματικό του ενδιαφέρον.
ΠΛΑΤΩΝ
ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ
ΤΑ ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ –
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΤΡΙΤΗ ΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΡΓΟ
ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΙΑΛΟΓΩΝ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
28. Φίληβος Φίληβος
(Ή περί ηδονής, Ηθικός)
Ταυτόχρονα, είναι σαφές γιατί την παρουσίαση της θέσης του Φίληβου πρέπει να την αναλάβει κάποιος άλλος. Το όνομα του Πρώταρχου δεν συνδέεται με κάποια συγκεκριμένη φιλοσοφική ηδονιστική διδασκαλία, όπως στην περίπτωση του Αρίστιππου ή του Εύδοξου. Ο Πρώταρχος εκπροσωπεί μάλλον την κοινή γνώμη, η οποία τείνει προς τον ηδονισμό, χωρίς όμως, σε αντίθεση με τον Φίληβο, να αποκλείει τις άλλες δυνάμεις της ζωής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός ο «γιος του Καλλία» υπήρξε πραγματικά. Και ίσως να ήταν πράγματι μαθητής του Γοργία (58 Α). Αλλά είτε ήταν είτε όχι, η αναφορά στη μορφή του Γοργία είναι απολύτως συνεπής με το θέμα του διαλόγου. Η αληθινή γνώση, λέει ο Σωκράτης, στοχεύει στο αιώνιο είναι. Η ρητορική, απαντά ο Πρώταρχος (παραθέτοντας τον Γοργία), ως τέχνη που παράγει πειθώ, είναι η πιο ισχυρή και άρα η πιο υψηλή. Και από τη στιγμή που ο αυθεντικός εκπρόσωπος της αρχής της ηδονής δεν μπορεί από τη φύση του να συμμετάσχει στη συζήτηση, η ηδονή μπορεί να τεθεί υπό συζήτηση μόνο μέσω της ρητορικής ή, αντίθετα, να γίνει η ίδια η βάση της ρητορικής. Ο Σωκράτης είχε ήδη συζητήσει το ζήτημα της ηδονής με τους σοφιστές στον «Πρωταγόρα» (315 Β και εξής), όπου είχε κάνει τον Πρωταγόρα (τον ικανότερο από αυτούς) να διακρίνει, αν και όχι με ακρίβεια, δύο έννοιες: το «καλό» και το «ηδονικό». Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο Σωκράτης είχε καθορίσει ότι η πραγματική εξουσία έπρεπε να δοθεί στη γνώση και, εντός του πεδίου που αυτή ορίζει, στην τέχνη του υπολογισμού και της μέτρησης, μόνο και μόνο για να καταλήξει (με την ενθουσιώδη συναίνεση των σοφιστών) ξανά στην ταύτιση του «καλού» με το «ηδονικό». Με αυτόν τον τρόπο, ο Πλάτων, ήδη από τα πρώτα του γραπτά, συνέδεε στενά την ηδονή και τη σοφιστική-ρητορική. Και τα δύο είχαν ως τελικό σκοπό την εξουσία, όχι την αλήθεια. Όπως στο «Γοργία» ο Πώλος είναι μαθητής του μεγάλου σοφιστή και ο Καλλικλής οπαδός και των δύο, εδώ στον «Φίληβο» γίνεται αναφορά στις συνέπειες του ηδονισμού μέσω της έκκλησης του Πρώταρχου στον δάσκαλο (δηλαδή τον Γοργία). Μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι το πρόβλημα του «Γοργία», δηλαδή η μάχη μέχρι θανάτου μεταξύ τους, αναδύεται για άλλη μια φορά στο περιθώριο του «Φίληβου».
Έτσι, χρειάζεται να επιστρέψουμε στον «Πρωταγόρα» ή, καλύτερα, στον «Γοργία», για να δούμε πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο «Φίληβος» στο σώμα των έργων του Πλάτωνα. Στον «Γοργία» ο Σωκράτης πραγματοποιεί δύο επιθέσεις κατά της θέσης του δικαιώματος του ισχυρότερου: πρώτα παρουσιάζεται ως η πεποίθηση ότι η αρχή της ηδονής πρέπει να υπερισχύει των άλλων δυνάμεων της ζωής, και έπειτα καταρρίπτεται αναγκάζοντας τον συνομιλητή να παραδεχτεί (Γοργίας, 499 Β) ότι οι ηδονές δεν είναι όλες ίδιες, ότι υπάρχουν ευγενείς και χυδαίες ηδονές, και συνεπώς ένα κριτήριο για να τις κρίνουμε: το Αγαθό. Αυτή ακριβώς η παραχώρηση αποσπάται και εδώ στον «Φίληβο» (13 Α; 14 Α). Επιπλέον, και στους δύο διαλόγους η συζήτηση κατεβαίνει στο επίπεδο των ερεθισμών (Γοργίας, 494 D; Φίληβος, 46 Α) και ο ρόλος του μείγματος της ηδονής με τον πόνο είναι σημαντικός, όπως για παράδειγμα στο σβήσιμο της δίψας (Γοργίας, 496 D; Φίληβος, 31 D και εξής). Στον «Γοργία» αυτά τα φαινόμενα δείχνουν πόσο διαφορετική είναι η ηδονή από το Αγαθό, το οποίο δεν αναμειγνύεται ποτέ με την αντίθετη αρχή, το κακό, ενώ στον «Φίληβο» το επίπεδο της καθαρής ηδονής επιτυγχάνεται μέσω μιας διαδρομής που ξεκινά από το επίπεδο των μεικτών ηδονών. Και στους δύο διαλόγους, ο συνομιλητής αρχικά είναι αρκετά αμερόληπτος ώστε να αναγνωρίσει τις διαφορές στην κατάταξη των ηδονών, αλλά δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τη σημασία αυτής της διαίρεσης επειδή είναι υπερβολικά προσκολλημένος στη ριζοσπαστικότητα της δικής του θέσης (Γοργίας, 494 Ε και εξής· 499 Β· Φίληβος, 14 ΑΒ). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις γίνεται κατανοητό ότι δεν πρόκειται για λεκτικές αντιπαραθέσεις ή αφηρημένες αρχές, αλλά για θεμελιώδεις κατευθύνσεις που ανήκουν στην ίδια τη ζωή (πῶς βιωτέον, Γοργίας, 492 D 5· 500 C4· βίου, Φίληβος, 11 Ε 2).
Στην «Πολιτεία» παρατηρούμε την αναδιατύπωση του δομικού σχεδίου που αναπτύχθηκε στον «Γοργία» και κατ’ επέκταση του θέματος της ηδονής. Είναι λογικό να αναμένεται ότι αυτή η διατύπωση βρίσκεται, τόσο εννοιολογικά όσο και χρονολογικά, μεταξύ των θέσεων που αναπτύχθηκαν στον «Γοργία» και εκείνων του «Φιλήβου».
Στην «Πολιτεία» η ηδονή δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της συζήτησης, όπως συνέβαινε στον «Γοργία». Βασικά, η μάχη έχει κερδηθεί, καθώς το κράτος εδράζεται στην αρχή της δικαιοσύνης, και η νίκη ολοκληρώνεται με την ισορροπία της ευδαιμονίας που επιτυγχάνεται στο ένατο βιβλίο. Ωστόσο, αν και το θέμα της ηδονής αποσύρεται στην περιφέρεια του έργου, ακριβώς στην «Πολιτεία» αποκτά νέο βάθος. Όπως το θέμα της γνώσης, το οποίο ήταν περιφερειακό στον «Γοργία», γίνεται το κεντρικό αντικείμενο ενδιαφέροντος στην «Πολιτεία», έτσι και η σχέση με τη γνώση προσδίδει στην έννοια της ηδονής νέο βάθος σε δύο επίπεδα. Πρώτον, η ανώτερη ηδονή είναι η ηδονή της γνώσης. Μόνο ο άνθρωπος που γνωρίζει, ο «φιλόσοφος», μπορεί να αποφασίσει ότι η δική του ηδονή υπερέχει αυτών των άλλων, γιατί μόνο αυτός γνωρίζει όλες τις άλλες ηδονές και είναι ικανός να τις αξιολογήσει με τον λόγο (ΙΧ 580 D-583 A). Δεύτερον, η ίδια η ηδονή περιέχει ένα στοιχείο γνώσης: μια συγκεκριμένη ηδονή μπορεί όχι μόνο να είναι «καλύτερη» από μια άλλη, όπως στον Γοργία, αλλά μπορεί επίσης να είναι περισσότερο ή λιγότερο «αληθινή» (Πολιτεία, 583 B-588 A).
Στον «Φίληβο» βρίσκουμε αυτόν τον νέο δεσμό μεταξύ ηδονής και γνώσης, την ίδια πάλη (όπως στην «Πολιτεία») μεταξύ των εσφαλμένων θέσεων που ταυτίζουν την αληθινή ηδονή με μια κατάσταση ισορροπίας μεταξύ ηδονής και πόνου, καθώς και την πανομοιότυπη, δύσκολη προσπάθεια για την αναγνώριση της διαφοράς μεταξύ αληθινών και ψεύτικων ηδονών. Αν και το πεδίο παρατήρησης του «Φίληβου» είναι πολύ πιο ευρύ, υπάρχει ακόμα και μια λεπτομερής αναφορά : τα ευχάριστα αρώματα ως παράδειγμα καθαρής ηδονής (Πολιτεία, 584 Β· Φίληβος, 51 Β). Και στον «Φίληβο», η ηδονή βρίσκει την ύψιστη μορφή της στη σύνδεση με τα ανώτατα αντικείμενα της γνώσης.
Ας έρθουμε στις διαφορές. Στον «Γοργία», το αντίθετο της ηδονής ονομάζεται «δικαιοσύνη». Αυτή η πολιτική και ηθική διάσταση διατηρείται στην «Πολιτεία», με τη διαφορά ότι το πολιτικό στοιχείο γίνεται κεντρικό, ενώ το γνωσιολογικό στοιχείο (που κρυβόταν πίσω από την αναζήτηση της «δικαιοσύνης») αποκτά ασυνήθιστη και πρωτοφανή αυτονομία. Η άνοδος στον κόσμο των Ιδεών καταλαμβάνει το κεντρικό μέρος της «Πολιτείας». Το ζήτημα της ηδονής ανακύπτει μόνο στο τέλος και, κατά κάποιον τρόπο, με περιθωριακό τρόπο (ΙΧ 580 D και εξής). Ωστόσο, μια νέα προοπτική φωτίζει αυτό το θέμα: η γνώση. Στον «Φίληβο», η πολιτική διάσταση σχεδόν εξαφανίζεται. Η ηθική σύγκρουση (ζήτημα ζωής ή θανάτου στον «Γοργία», τόσο έντονη που απαιτεί την πλήρη κινητοποίηση όλων των δυνάμεων στην «Πολιτεία») φαίνεται να έχει εξαντληθεί. Ωστόσο, για μια στιγμή, ο Σωκράτης αναφέρεται στον «κίνδυνο» και στην «ασεβή» φύση της λανθασμένης απόφασης (28 A), λόγια παράξενα εμφατικά που δύσκολα θα χρησιμοποιούσε ο Πλάτωνας αν δεν είχε κατά νου, παρά τη χρονική απόσταση, τη δίκη του Σωκράτη και την «Απολογία» (28 B, 34 C). Όμως, αυτό που μόλις αχνοφάνηκε εξαφανίζεται ξανά, και στη διαμάχη που αναδύεται, αυτή για τις θεμελιώδεις διατάξεις της ανθρώπινης ζωής, ακούγεται μόνο μια αχνή ηχώ από την έντονα φορτισμένη και επικίνδυνη πάλη του παρελθόντος. Αυτό συμβαίνει επειδή στον «Φίληβο» το βασικό θέμα είναι η σχέση μεταξύ της ηδονής και των τελικών οντολογικών ζητημάτων που θεμελιώθηκαν στην «Πολιτεία». Αυτή η ένταση, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, καθορίζει τη μοναδικότητα του «Φιλήβου»: η ιδιαίτερη ανακόλουθη δομή του έργου που αντιστοιχεί στη σύνταξη που χαρακτηρίζει τον ύστερο Πλάτωνα (διαίρεση που υποχρεώνει τους «αναλυτικούς» ερμηνευτές να «διακρίνουν και να υποδιαιρούν» πιο έντονα εδώ από οποιοδήποτε άλλο έργο)· τα άλματα (δύσκολα εξηγήσιμα) από ένα επίπεδο σε ένα άλλο εντελώς διαφορετικό. Διότι, τελικά, ούτε εδώ ο Πλάτωνας ενδιαφέρεται για την ψυχολογία των συναισθημάτων, και η παρατήρηση και περιγραφή της ηδονής και του πόνου είναι απλώς μια άλλη προσέγγιση σε αυτό που ανέκαθεν ήταν το πραγματικό του ενδιαφέρον.
ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΧΑΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΤΩΝ ΧΑΡΙΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ, ΠΑΡΑΚΑΜΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΠΑΡΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου