Συνέχεια από Παρασκευή, 12 Απριλίου 2024
HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNGΠρέπει ωστόσο να μιλήσω αμέσως για τον άνθρωπο, παρ’ όλο που ήδη και για ζώα τού δικού μας σωματικού μεγέθους και εξελικτικά συγγενή προς εμάς, ακόμα και η απλή αναφορά σε «χίμαιρες» από συναρμολογημένο κληρονομικό υλικό διαφορετικών ειδών, μας δημιουργεί έναν ακούσιο τρόμο. Εδώ μπορεί να υπάρξη πραγματική, ακόμα, διαμάχη, καθώς ο σεβασμός προς τη φυσική τάξη έχει απομακρυνθή πλέον κατά πολύ απ’ το δυτικό πνεύμα. Όσον αφορά όμως στον άνθρωπο, δεν μπορούμε να μην είμαστε απόλυτοι, επικαλούμενοι, πέρα από κάθε «ισοζύγιο» ωφέλειας και βλάβης, τα τελευταία ηθικά, υπαρξιακά, ακόμα και μεταφυσικά αναχώματα – καθώς και ό,τι έχει απομείνει από ιερότητα σε μια θρησκεία, που είχε ξεκινήσει κάποτε για τη Δύση με τη φράση τής έκτης Ημέρας τής Δημιουργίας: «Και ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα του, κατ’ εικόνα τού Θεού, και τον δημιούργησε (επίσης…) ως άνδρα και γυναίκα». Ας ακούσουμε ωστόσο εδώ (άλλη μια φορά…) τον Γκαίτε, και το πώς μπορεί να βελτιώση και σ’ αυτό η ανθρώπινη τέχνη το έργο τού Δημιουργού, ξεπερνώντας και τη δική Του ακόμα σοφία:
«Φάουστ ΙΙ, 2η Πράξη, Σκηνή: “Το εργαστήριο”, Στίχοι 6834 κ.ε.
Μεφίστο: Περί τίνος (ακριβώς…) πρόκειται;
Βάγκνερ: Φτιάχνουμε έναν άνθρωπο.
Μεφίστο: Έναν άνθρωπο; Και ποιο ερωτευμένο ζευγάρι κλείσατε μέσα στον δοκιμαστικό σωλήνα;
Βάγκνερ: Θεός φυλάξοι! Θεωρούμε μάταιη αυτή την κωμωδία που συνέβαινε πάντοτε με τις γεννήσεις. Η τρυφερή εκείνη στιγμή, απ’ την οποία και προερχόταν η ζωή, η χαρίεσσα δύναμη, που ξεκινούσε μέσα απ’ τον άνθρωπο και έδινε και έπαιρνε, αποφασίζει πια να εκδηλωθή η ίδια, και να προσαρτηθή κατ’ αρχάς στο οικείο, και κατόπιν στο ξένο· την αντικατέστησε πια τώρα το ίδιο της το κύρος! Κι αν τα άλογα ζώα εξακολουθούν να ευφραίνονται με τον παλαιό τρόπο, πρέπει και ο άνθρωπος με τα πολλά του χαρίσματα, να γίνη πιο καθαρός στο μέλλον, και ν’ αποκτήση μιαν υψηλότερη καταγωγή (…)
‘Ο,τι ήταν μυστηριώδες και το εξυμνούσαμε στη φύση, αυτό και τολμούμε (τώρα…) λογικά και συνετά να το δοκιμάσουμε, κι ό,τι εκείνη το άφηνε ελεύθερα να οργανωθή, αυτό το αφήνουμε κι εμείς (το ίδιο…) να αποκρυσταλλωθή (…)
Ένα μεγάλο σχέδιο φαίνεται στην αρχή τρελλό· θα γελάμε ωστόσο στο μέλλον με τη σύμπτωση και την “τύχη”, κι ένας στοχαστής θα μπορή κι αυτός να φτιάξη μελλοντικά έναν εγκέφαλο με εξαιρετική σκέψη (…)
Ανθρωπάκι (Homunculus): Αχ, πατερούλη! Τί γίνεται τώρα; Δεν επρόκειτο λοιπόν για κάποιο αστείο… Έλα και σφίξε με πραγματικά τρυφερά πάνω στην καρδιά σου! Όχι όμως και πολύ δυνατά, για να μη σπάση το γυαλί. Γιατί αυτή την ιδιότητα έχουν τα πράγματα: Ενώ σε ό,τι είναι φυσικό δεν επαρκεί ολόκληρο το σύμπαν, το τεχνητό απαιτεί έναν περίκλειστο χώρο»
Απ’ αυτό το υπέροχο κείμενο, που λέει τόσα πολλά, παίρνω τώρα έναν (μόνο…) στίχο, που τα λέει σχεδόν όλα για το θέμα που σχεδόν αποκλειστικά μ’ απασχολεί: «Θα γελάμε ωστόσο στο μέλλον με ό,τι είναι σύμπτωση και “τύχη”». Η σύμπτωση: αυτή είναι η παραγωγική πηγή κάθε εξέλιξης του είδους. Η σύμπτωση: αυτή είναι και η εγγύηση σε κάθε γέννηση από τα δύο φύλα, ότι κάθε (καινούργιο…) άτομο που γεννιέται είναι μοναδικό και δεν μοιάζει εντελώς σε κανένα άλλο. Η σύμπτωση είναι που μεριμνά για την έκπληξη αυτού που είναι συνεχώς καινούργιο, και δεν έχει πανομοιότυπα ποτέ πριν υπάρξει. Υπάρχουν ωστόσο ευχάριστες και μη ευχάριστες εκπλήξεις, κι αν εμείς θέσουμε την τέχνη στη θέση τής σύμπτωσης, θα μπορούσαμε βέβαια να απαλλαγούμε οριστικά απ’ τις δυσάρεστες εκπλήξεις και να εξασφαλίσουμε κατά την επιθυμία μας το δώρο τών ευχάριστων. Θα μπορούσαμε μάλιστα να γίνουμε ακόμα και κύριοι της ίδιας μας της εξέλιξης ως είδους.
Για να αποκλειστή η σύμπτωση (το «τυχαίο»…) κατά την κατασκευή «ανθρωπαρίων», υπάρχουν δυό ανοιχτοί (ήδη…) δρόμοι: η ανασυνθετική τεχνική στο DNA των γενετικών κυττάρων· και ο πολλαπλασιασμός υποδειγματικών ατόμων μέσω «κλωνοποίησης» σωματικών κυττάρων. Και οι δυό αυτές μέθοδοι προσχεδιάζουν τη μελλοντική φύση τής χρωμοσωματικής βάσης. Η μια αλλάζει το «συμπτωματικό» μέσω βελτιωμένης, ίσως και εντελώς επινοημένης γενετικής καθοδήγησης. Ενώ η άλλη «στερεοποιεί» («εξασφαλίζει», ή «κρυσταλλοποιεί», όπως το λέει ο Γκαίτε) αποδεδειγμένες γενετικές «ευτυχείς» περιπτώσεις, ή ό,τι θεωρείται (απλώς…) ως κάτι τέτοιο και το οποίο θα το «κατάπινε» αλλιώς, μέσα στη «λοτταρία» τής αναπαραγωγής μέσω τών δύο φύλων, το ρεύμα τής «σύμπτωσης», στην κατεύθυνση μιας κατά βούλησιν συχνής και πιστής επανάληψης μέσα από «άφυλες» διαδρομές.
Ας ασχοληθούμε εδώ πρώτα με το δεύτερο αυτό εγχείρημα, το οποίο έχει (άλλωστε…) ήδη πειραματικά επιτευχθή σε κάποια – μακρινά ακόμα απ’ το δικό μας «είδος» - ζώα, μπορεί όμως να επεκταθή κατά βάσιν (ως προς την «αρχή» του…) στα ανώτερα θηλαστικά και στους ανθρώπους. Το εγχείρημα αυτό βασίζεται λοιπόν στο ότι ακόμα και η διπλή (διπλοειδής) χρωμοσωματική σειρά ενός σωματικού κυττάρου μπορεί, υπό κατάλληλες προϋποθέσεις, να οδηγηθή να «συμπεριφερθή» όπως η χρωμοσωματική σειρά τού προερχομένου από δυό διαφορετικού φύλου ημίσεα γονιμοποιημένου ωαρίου, να «βλαστήση» δηλαδή και να παράξη το πλήρες εκείνο σώμα, για το οποίο και περιέχει μια πλήρη ήδη γενετική «οδηγία». Καθώς όμως αυτό το «σώμα» προέρχεται αποκλειστικά και απόλυτα απ’ το σώμα ενός και μόνον δότη-δωρητή, παράγεται εν τέλει, αποφεύγοντας την «περιπέτεια» της ένωσης δυό απλοειδών γενετικών κυττάρων κατά τη γέννηση από τα δύο φύλα, ένα γενετικό αντίγραφο ενός μοναδικού «γονεϊκού» οργανισμού, ένα δίδυμο ούτως ειπείν «σώμα» του. Το δε απαραίτητο αρχικό κύτταρο μπορεί εύκολα να ληφθή από έναν οποιονδήποτε κατάλληλο ιστό τού «δότη», που να έχη συντηρηθή ή και «παγώσει» ακόμα και μετά τον θάνατό του, ενώ όλα τα υπόλοιπα συντελούνται σ’ έναν δοκιμαστικό σωλήνα (in vitro) και σε μια φιλοξενούσα τελικά μήτρα.
Και προς τί όλα αυτά; Θα μπορούσε βέβαια κανείς να διαμαρτυρηθή για τη σπανιότητα των μεγαλοφυϊών στον σύνολο πληθυσμό, την δια του θανάτου απώλεια καθεμιάς απ’ αυτές, και να ευχηθή να υπάρξουν περισσότερες μεγαλοφυΐες τού κάθε είδους – ποιητές, στοχαστές, ερευνητές, ηγέτες, κορυφαίοι αθλητές, νικητές ομορφιάς, άγιοι και ήρωες. Κι η επιθυμία αυτή θα μπορούσε πράγματι να πραγματοποιηθή, κλωνοποιώντας, κατά βούλησιν, σειρές ολόκληρες ή και μοναδικά αντίγραφα ενός Μότσαρτ κι ενός Αϊνστάιν, ενός Χίτλερ κι ενός Λένιν, μιας μητέρας Τερέζας κι ενός Άλμπερτ Σβάιτσερ. Δεν θα «απουσίαζαν» μάλιστα από όλο αυτό και οι περιπτώσεις μιας (απλής…) κενοδοξίας ή και μιας δι’ αντικαταστάσεως αθανασίας, συνοδευμένες απ’ την απαραίτητη οικονομική ισχύ· ή και κάποιων άτεκνων, μουσικόφιλων ζευγαριών, που θα προτιμούσαν έναν «αμιγή» βλαστό-Ρουμπινστάιν από ένα γενετικά ανώνυμο υιοθετημένο παιδί. Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα (δυστυχώς…) η επιστήμη, όλα αυτά δεν αποτελούν κάποιο (κακό έστω…) αστείο, αλλά μιαν απλή υπόθεση τεχνικής προόδου.
( συνεχίζεται )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου