Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (34) – Marie-Louise von Franz



Κεφάλαιο 8 (1ο μέρος)

Η μετατόπιση της ταυτότητας του Εγώ, οι πολλαπλές ψυχές και η μεταστοιχείωσή τους μέσα στον καρπό

Όταν κάποιος συγκρίνει τις εμπειρίες ανθρώπων που βρίσκονται κοντά στον θάνατο ή ακόμη είναι ετοιμοθάνατοι (που δημοσιεύτηκαν από τους Moody, Osis, Hampe και Sabom) παρατηρεί ότι οι παράγοντες του εγώ και της εγωικής συνείδησης συχνά μετατοπίζονται με παράξενο τρόπο. Σε πολλές περιγραφές ο επιζών διηγείται την εμπειρία του από την άποψη του εγώ, ενός εγώ που φαίνεται να ταυτίζεται με το κανονικό εγώ της καθημερινής ζωής. Αυτό το καθημερινό εγώ έρχεται αντιμέτωπο τότε με μία «φωνή» ή ένα «εσωτερικό φίλο», που στην ψυχολογία του Γιουνγκ θα ερμηνευόταν σαν μία προσωποποίηση του Ταυτού.

Σε μερικές περιπτώσεις το καθημερινό εγώ φαίνεται επίσης να συγχωνεύεται κατά κάποιον τρόπο με αυτή την ύπαρξη του Ταυτού. Ο Moody αναφέρει την περίπτωση ενός άνδρα που συνάντησε πρώτα το «πλάσμα από φως» ενώ βρισκόταν σε βαθύ κώμα, που είχε προκληθεί από βροχικό άσθμα: «Ήταν απλώς μία μπάλα από φως, σχεδόν σαν σφαίρα, και δεν ήταν πολύ μεγάλη, θα έλεγα πως δεν είχε διάμετρο μεγαλύτερη από δώδεκα ως δεκαπέντε ίντσες»(1). Ένα χέρι που απλωνόταν προς το μέρος του τον προσκάλεσε να προχωρήσει, έτσι ώστε ο ίδιος πέταξε ψηλά και έπειτα κινιόταν μαζί με το φωτεινό πλάσμα εδώ και εκεί μέσα στο δωμάτιο του νοσοκομείου. «Τώρα, αμέσως, μόλις είχα ενωθεί μαζί του και είχα γίνει και ο ίδιος πνεύμα, κατά κάποιο τρόπο είχαμε συγχωνευτεί σε ένα πλάσμα. Ήμασταν και δύο ξεχωριστά όντα, φυσικά. Παρ’ όλα αυτά, αυτός είχε πλήρη έλεγχο σε οτιδήποτε γινόταν που αφορούσε εμένα»(2). Μία εσωτερική σύνδεση περιγράφεται εδώ ανάμεσα στο εγώ και στο Ταυτό, αλλά όχι μια πλήρης συγχώνευση και των δύο.

Σε μία άλλη αναφορά, το καθημερινό εγώ έχει τόσο πολύ μεταβληθεί, ώστε μοιάζει καταπληκτικά με το Ταυτό:
«Το καινούριο μου εγώ δεν ήταν πια το παλιό γνώριμο εγώ, αλλά μάλλον σαν μία ανώτερη μορφή του, ας πούμε, αν και μου φαινόταν κατά κάποιο τρόπο γνώριμο, σαν κάτι που το γνώριζα πάντοτε, αλλά που είχε θαφτεί βαθιά κάτω από ένα εποικοδόμημα από φόβους, ελπίδες, πόθους και επιθυμίες. Αυτό το εγώ δεν είχε καμία σχέση με το εγώ αυτού του κόσμου. Ήταν ένα πνεύμα, απόλυτο, αμετάβλητο, αδιαίρετο, άφθαρτο. Αν και ήταν απόλυτα μοναδικό, τόσο ατομικό όσο και ένα δακτυλικό αποτύπωμα, ήταν την ίδια στιγμή μέρος ενός άπειρου, καλά διαταγμένου όλου»(3).

Οι δύο πλευρές, το εγώ και το Ταυτό, ενώνονται σχεδόν ολοκληρωτικά εδώ, αλλά η αίσθηση του εγώ παραμένει μέρος ενός μεγαλύτερου όλου· δεν είναι το όλο από μόνο του. Στα οράματα που είδε ο Γιουνγκ όταν βρισκόταν στο χείλος του θανάτου περιγράφει μία παρόμοια αλλαγή στο καθημερινό του εγώ:

«Είχα την αίσθηση ότι όλα απορρίπτονταν μακριά· καθετί το οποίο είχα σαν σκοπό ή το οποίο επιθυμούσα ή είχα σκεφτεί, όλη η φαντασμαγορία της γήινης ύπαρξης, έπεφτε ή τραβιόταν από επάνω μου – μία εξαιρετικά οδυνηρή διαδικασία παρ’ όλα αυτά κάτι έμεινε· ήταν σαν να κουβαλούσα τώρα μαζί μου καθετί που είχα κάνει ή δοκιμάσει, καθετί που είχε συμβεί γύρω μου. Θα μπορούσα να πω: αυτά ήταν μαζί μου και εγώ ήμουν αυτά. Ήμουν συντεθειμένος από όλα αυτά, ας πούμε. Ήμουν συντεθειμένος από την προσωπική μου ιστορία και αισθανόμουν μεγάλη σιγουριά: είμαι ακριβώς αυτό. Είμαι αυτή η δέσμη από ο,τιδήποτε έχει γίνει και ο,τιδήποτε έχει επιτευχθεί
Αυτή η εμπειρία μου έδωσε ένα αίσθημα εξαιρετικής φτώχειας, αλλά την ίδια στιγμή μίας μεγάλης πληρόρητας. Δεν υπήρχε πια τίποτε που θα ήθελα ή θα επιθυμούσα. Υπήρχα σε μία αντικειμενική μορφή· ήμουν αυτό που είχα υπάρξει και είχα ζήσει. Στην αρχή κυριαρχούσε η αίσθηση της εκμηδένισης, της απογύμνωσης, της λεηλασίας· αλλά ξαφνικά αυτό φάνηκε να μην έχει καμία συνέπεια. Καθετί φαινόταν να είναι παρελθόν, αυτό που απόμενε ήταν ένα συντελεσμένο γεγονός, χωρίς αναφορά σε αυτό που είχε γίνει παλιά. Δεν υπήρχε πια καμία λύπη για το ότι κάτι είχε παραπέσει ή είχε ξεφύγει. Αντίθετα: είχα ό,τι ήμουν και αυτό ήταν το παν»(4).

Το αλλαγμένο, «αντικειμενικό» εγώ του Γιουνγκ που «είχε ό,τι ήταν» μας θυμίζει την ιδέα του Σίμωνος του Μάγου σχετικά με εκείνο τον «καρπό» του δέντρου της ζωής που επιβιώνει μετά την καταστροφή του δέντρου. Αυτό το νέο εγώ φαίνεται να είναι ένα είδος βιωμένης πεμπτουσίας, που είναι συγχρόνως ένας τερματισμός της ζωής. Ο Βουδισμός επίσης διδάσκει ότι οι εμπειρίες και οι πράξεις μας μεταμορφώνονται σε «σπόρο», ο οποίος αντιπροσωπεύει τον «καρπό των πράξεών μας». Αυτός ο σπόρος επιβιώνει σε μία μεταθανάτια διάσταση(5).

Στο κείμενο του Σίμωνα του Μάγου που αναφέραμε προηγουμένως, ο καρπός του κοσμικού δέντρου που επιβιώνει μετά τον θάνατο είναι η εικόνα του θεού στην ανθρώπινη ψυχή – το Ταυτό, στη γλώσσα του Γιουνγκ (Jung). Ο αθάνατος doppelgänger (σωσίας) του ανθρώπου που βρίσκεται μέσα του, αναφέρεται επίσης στην Περσική θρησκεία σαν ένας καρπός της βιωμένης πίστης του ανθρώπου.

Και τελικά, το μοτίβο του καρπού εμφανίζεται επίσης σε σύγχρονα όνειρα. Η ψυχοθεραπεύτρια Liliane Frey αφηγείται ένα όνειρο που εικονίζει αυτό το μοτίβο. Είναι η περίπτωση ενός ετοιμοθάνατου άνδρα εικοσιοκτώ χρονών, που είχε αμφιβολίες στην συνείδησή του σχετικά με την επιβίωσή μετά τον θάνατο. Τότε, λίγο πριν πεθάνει, ονειρεύθηκε:

«Μία άρρωστη γέρικη δαμασκηνιά απροσδόκητα βγάζει πολλούς καρπούς σε ένα από τα κλαδιά της. Ακόμη στην άκρη ενός μεγάλου κλαδιού υπάρχουν δύο χρυσά δαμάσκηνα. Γεμάτος χαρά, δείχνω το θαύμα στην κόρη μου και τον γιο μου»(6).


(Συνεχίζεται)


Αμέθυστος


Σημειώσεις:
1. «Η ζωή μετά την ζωή», σ. 102.
2. Αυτόθι, σ. 104.
3. Hampe: «Ο θάνατος λοιπόν είναι κάτι εντελώς διαφορετικό», σ.σ. 92 κ.ε.
4. «Αναμνήσεις, Σκέψεις, Όνειρα», σ.σ. 290 κ.ε.
5. G.A. Gaskell: «Λεξικό όλων των Γραφών και των Μύθων», σ. 93. Σημείωση στον Fortier: «Τα όνειρα και η προετοιμασία για τον θάνατο», σ. 157.
6. «Εμπειρίες του θανάτου κάτω από το φως της ψυχολογίας», σ. 34.

Δεν υπάρχουν σχόλια: