Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (38) – Marie-Louise von Franz



Κεφάλαιο  9 (1ο μέρος)
Η ΤΕΛΙΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΑΝ ΜΙΑ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΩΜΑ

Το κύριο μέρος του κειμένου του Κομάριου συνεχίζει ως εξής:

«Αλλά όταν το σκοτεινό, δυσώδες πνεύμα απομακρυνθεί, έτσι ώστε καμμία οσμή και κανένα σκοτεινό χρώμα να μην διακρίνεται πλέον, τότε το σώμα φωτίζεται, και η ψυχή, το πνεύμα και το σώμα χαίρονται που το σκοτάδι υποχώρησε. Τότε η ψυχή καλεί πίσω το φωτισμένο σώμα να επιστρέψει: “Σήκω από τον Άδη και ορθώσου από τον τάφο και ξύπνα από το σκοτάδι. Γιατί έχεις ντύσει τον εαυτό σου με πνευματικότητα και θεϊκότητα. Γιατί το κάλεσμα της ανάστασης ήχησε και το ελιξίριο της ζωής (φάρμακον της ζωής) μπήκε μέσα σου”. Πνεύμα και ψυχή χαίρονται και πάλι που κατοικούν μέσα στο σώμα. Η ψυχή, γεμάτη χαρά, σπεύδει να αγκαλιάσει όσο μπορεί πιο γρήγορα το σώμα (και το αγκαλιάζει). Το σκοτάδι δεν μπορεί να το κυριεύσει πια, γιατί έχει υποταχθεί στο φως, μην επιτρέποντας πια τον χωρισμό τους στην αιωνιότητα. Και η ψυχή χαίρεται την κατοικία της επειδή, αφού πέρασε ο χρόνος που το σώμα ήταν κρυμμένο στο σκοτάδι, (το πνεύμα) το ξαναβρήκε γεμάτο φως. Η ψυχή ενώθηκε με το σώμα, αφού είχε γίνει πλέον θεϊκό μέσω της σχέσης του με την ψυχή, και αυτό κατοίκησε στην ψυχή. Επειδή το σώμα έντυσε τον εαυτό του με το φως της θεϊκότητας, και το σκοτάδι έφυγε από αυτό, και όλα ενώθηκαν με την αγάπη, το σώμα, η ψυχή και το πνεύμα, και όλα έγιναν ένα· μέσα σ’ αυτό το γεγονός βρίσκεται κρυμμένο το μυστήριο.
Αλλά το μυστήριο βρήκε την πλήρωσή του στην ένωσή τους, και το σπίτι σφραγίσθηκε και το άγαλμα (ανδριάς) στήθηκε, γεμάτο φως και θεϊκότητα. Επειδή η φωτιά τα μεταμόρφωσε και τα έκανε ένα, και αυτό (το ένα) προήλθε από την μήτρα της. Με τον ίδιο τρόπο αυτό έχει προέλθει από την μήτρα του νερού και του αέρα, τα οποία υπηρετούν τα σώματα, και ο αέρας(1) τα έχει μεταφέρει από το σκοτάδι στο φως, από τον πόνο στην ακτινοβολία της χαράς, από την ασθένεια στην υγεία και από τον θάνατο στην ζωή. Και έχουν ντυθεί με την θεϊκή πνευματική δόξα, που δεν την είχαν πριν, γιατί εκεί μέσα βρίσκεται κρυμμένο ολόκληρο το μυστήριο, επειδή το θείο δεν μπορεί να αλλάξει. Αλλά εξαιτίας της ενεργητικής τους φύσης τα σώματα διαπερνούν το ένα το άλλο, και, όταν βγαίνουν έξω από την γη, ντύνονται με φως και θεϊκή δόξα, ανάλογη με την φύση τους… Και αυτή η δόξα τα έφερε σε μία μοναδική ενότητα, και το άγαλμα (ή το ομοίωμα: εικών) ολοκληρώθηκε, έχοντας σώμα, ψυχή και πνεύμα, και αυτά έγιναν ένα. Επειδή η φωτιά υποτάχθηκε στο νερό, και το γήινο τμήμα(2) στον αέρα. Με τον ίδιο τρόπο ενώθηκαν ο αέρας με την φωτιά και η γη με το νερό και το νερό με την γη και τον αέρα. Και αυτά, επίσης, έγιναν ένα. Τα φυτά και η καπνιά (α ί θ α λ ο ν) έγιναν ένα, και η φύση και τα θεϊκά στοιχεία έγιναν όλα θεϊκά. Οι φύσεις κυρίεψαν τις φύσεις και τις κατέκτησαν, και φύσεις και σώματα με αυτό τον τρόπο άλλαξαν… επειδή το φευγαλέο έχει διεισδύσει στο μη-φευγαλέο και το ισχυρό στο αδύναμο, και όλα έχουν γίνει ένα»(3).

Το απόσπασμα αυτό ακολουθείται από άλλες γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την διάταξη του κόσμου και την δομή του αστρολογικού «άξονα του ουρανού». Έπειτα το κείμενο συνεχίζει:

«Και τώρα σας λέω ότι ο ουρανός έχει αρχίσει τις κινήσεις των τεσσάρων στοιχείων, και δεν μένει ποτέ βουβός. Αυτά τα τέσσερα στοιχεία φυτεύτηκαν στην δική μας γη της Αιθιοπίας, από την οποία παίρνουμε φυτά, πέτρες και θεϊκές ουσίες (σώματα), που ο θεός τα έχει φυτέψει εκεί και όχι ο άνθρωπος. Αλλά ο δημιουργός έχει βάλει μέσα σε κάθε ένα από αυτά μια δύναμη. Σε μερικά την δύναμη να πρασινίζουν, σε άλλα την δύναμη να μην πρασινίζουν, σε μερικά ξηρότητα, σε άλλα υγρασία, σε μερικά την δύναμη να παραμένουν σταθερά, σε άλλα ακόμη την δύναμη να χωρίζονται, σε ορισμένα δύναμη κατοχής, και σε άλλα υποχώρησης. Και όταν συναντώνται κατακτούν το ένα το άλλο… και υπάρχει χαρά στο κάθε ένα που λάμπει μέσα του. Και έρχεται στο φως η μια φύση που καταδιώκει και κυριεύει όλες τις φύσεις, και αυτή η μια κατακτάει κάθε φύση, δηλαδή την φωτιά και την γη, και μεταμορφώνει όλες τις δυνάμεις τους. Και σας λέω ότι ο στόχος (της μιας φύσης) είναι ο εξής: όταν ολοκληρωθεί, γίνεται ένα θανατηφόρο φάρμακο που κυκλοφορεί μέσα στο σώμα. Με τον ίδιο τρόπο που μπαίνει στο ίδιο της το σώμα, έτσι επίσης εισχωρεί στα άλλα σώματα. Στην αποσύνθεση και την θερμότητα δημιουργείται ένα φάρμακο που εισχωρεί σε όλα τα σώματα χωρίς εμπόδιο»(4).

Αυτό που φαίνεται να είναι σημαντικό εδώ είναι το γεγονός ότι η επανένωση της ψυχής και του σώματος δεν είναι πλέον μια ένωση αντιθέτων, αφού το σώμα δεν είναι πια σώμα αλλά έχει γίνει και αυτό ψυχή, αλλά με μια φύση. Επομένως η σωματική ψυχή είναι αυτή που αφομοιώνεται και γίνεται μέρος της μίας φύσης, και όχι το βαρύ υλικό σώμα. Αυτή η ιδέα εμφανίζεται επίσης στον Petrus Bonus, στο έργο του «Νέοι πολύτιμοι μαργαρίτες»:

«Μέσα από την γνώση τους για την τέχνη οι παλαιοί φιλόσοφοι γνώριζαν τον ερχομό του τέλους του κόσμου και την ανάσταση των νεκρών. Τότε η ψυχή θα ενωθεί με το αρχικό της σώμα για να μείνει μέσα του αιώνια. Το σώμα θα μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά (θα γίνει δοξασμένο), θα είναι άφθαρτο, και από την απίστευτη φωτεινότητά του και τη σχεδόν απίστευτη λεπτότητά του, θα διαπερνά όλα τα στενά η φύση του θα είναι τόσο πνευματική όσο και σωματική»(5).

Είναι αδύνατον να ερμηνεύσουμε λεπτομερώς κάθε πρόταση από το σκοτεινό, ελλειπώς μεταφρασμένο και μερικά κατεστραμμένο κείμενο του Κομάριου. Διάλεξα επομένως, τα πιο καθαρά διατυπωμένα στοιχεία. Ένα είναι πάντως σαφές, ότι η παραγωγή του ελιξήριου των αλχημιστών (συνώνυμο της φιλοσοφικής λίθου) είχε συνδεθεί στενά από την πρώτη στιγμή με το θέμα της ανάστασης των νεκρών.

Στο τέλος της διαδικασίας εμφανιζόταν μεταξύ άλλων και ο αποκαλούμενος ανδριάς, δηλαδή το ανθρωπόμορφο άγαλμα – κάτι στέρεο και συγχρόνως θανατηφόρος ουσία που ήταν στην πραγματικότητα κάποιο φάρμακο, ή δηλητήριο, ή γιατρικό και μπορούσε να διαπεράσει όλα τα στερεά.

Η διαδικασία της ανάστασης όπως περιγράφεται σε αυτό το μέρος του κειμένου συνίσταται σε μια επανένωση του πνεύματος, της ψυχής, και του εξαγνισμένου, θεοποιημένου ή μεταμορφωμένου σώματος. Ένα σχετικά ανάλογο μοτίβο στην Αίγυπτο αποτελούσε η ένωση του ba με το ka και την μούμια. Το τελικό ον ονομαζόταν «ο μεταμορφωμένος» (Ach). Στην αρχή, το θεοποιημένο σώμα ήταν περίπου νεκρό ή ακίνητο, μέχρι που το ba και το ka ενώνονταν μαζί του (6). Μόνον τότε ο νεκρός  γινόταν ένας Ach, ένας μεταμορφωμένος και γεμάτος πάλι ζωή.

Το ba ήταν ένα ελεύθερα και αενάως κινούμενο μέρος της ψυχής του ανθρώπου. Είχε την μορφή ενός πουλιού, προκειμένου να τονιστεί η πνευματική του φύση, αλλά ταυτόχρονα και τη μορφή αστεριού ή το σχήμα ανθρώπου(7). Στο ιερογλυφικό για το αστέρι, η σύνδεση του ba με την ουράνια σφαίρα τονιζόταν με έμφαση.

Ο Helmut Jacobsohn λέει ότι το ba αντιπροσωπεύει την ατομικότητα του ανθρώπου που είναι ακόμη ασυνείδητη, δηλαδή το εσώτερο κέντρο της ύπαρξής του (το «βασικό έδαφος της ψυχής», στην γλώσσα των χριστιανώ μυστικών). Αποκαλύπτεται σαν μια εσωτερική φωνή, που την ίδια στιγμή είναι και η πεμπτουσία του φυσικού εσωτερικού ανθρώπου καθώς και μια θεϊκή coincidentia oppositorum (σύμπτωση των αντιθέτων)(8). Αντίθετα από το ba, του ka (που μεταφράζεται συνήθως σαν «σκιά») φαίνεται να συνδέεται πιο στενά με την ζωική δύναμη του ανθρώπου, την ικανότητα και την επιδεξιότητα. Είναι ένα είδος πανομοιότυπης εικόνας, που όμως ζει συνήθως μέσα στο σώμα, και «την συλλαμβάνει κανείς», μετά τον θάνατο, όπως στο άγαλμα του νεκρού. Στην περιοχή της Άνω Νιγηρίας και της Άνω Βόλτα παρόμοιες ιδέες επικρατούν ακόμη και σήμερα(9).

Στο κείμενο του Κομάριου αυτό που προέρχεται από την ένωση ονομάζεται εικών (ομοίωμα). Στον ελληνικό κόσμο των ιδεών η αντίληψη για την ψυχή ήταν επίσης πολύπλευρη και ρευστή (10). Για τον Όμηρο η ψυχή και το είδωλον (εικόνα) ήταν αρχικά τα ίδια, ενώ μετά τον θάνατο πήγαιναν στον Άδη. Επιπλέον, υπήρχε ο θυμός, που θα μπορούσε κανείς να τον ερμηνεύσει σαν «ζωική ορμή». Αυτός ήταν θνητός (11). Η εικόνα (είδωλον) εθεωρείτο επίσης ένα είδος ορατής μάσκας, πίσω από την οποία κρύβεται το ακατανόητο.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες στην άποψή τους περί αθανασίας της ψυχής είχαν επηρεασθεί από τους Αιγύπτιους (αναφέρουμε σαν παραδείγματα τον Πίνδαρο και τον Πλάτωνα)(12). Κατά τον Αριστοτέλη η ψυχή γινόταν μία εντελέχεια, η οποία χτίζει το ίδιο της το σώμα. Σ’ αυτήν περιέχεται και ο αθάνατος νους –η λογική ψυχή– που ανήκει περισσότερο στην καθαρά θεϊκή περιοχή της ύπαρξης. Η άποψη των Ρωμαίων για το genius (πνεύμα) πέρασε από μία παρόμοια μεταμόρφωση. Το genius γινόταν πρώτα αντιληπτό σαν θνητή ουσία του όντος ή της ταυτότητας του ατόμου. Αργότερα, κάτω από την Ελληνο-αιγυπτιακή επίδραση, μεταμορφώθηκε σε μία οντότητα που επιβιώνει μετά τον θάνατο.

Στην Αίγυπτο, όπως αναφέραμε προηγουμένως, η μούμια ονομαζόταν «εικόνα». Ο θεός της γης Aker φρουρούσε την «μεγάλη εικόνα». Αλλά ταυτόχρονα η μούμια ήταν και ένα «μυστήριο», γιατί ακριβώς επάνω ή μέσα σε αυτήν άρχιζε η διαδικασία της εκ νέου μεταμόρφωσης. Το Ka –με τις ιδιότητες που οι Ρωμαίοι απέδιδαν στο genius– παρέμενε κοντά στην μούμια ή σε ένα άγαλμα του νεκρού, ενώ το ba μπορούσε να συνοδεύει τον θεό του ήλιου κατά την διαδρομή του στον ουρανό, ή να ενωθεί με τα αστέρια που «ποτέ δεν δύουν» και ακολουθούν κυκλική πορεία γύρω από έναν άξονα. Στο κείμενο του Κομάριου, που χωρίς αμφιβολία βασίζεται στις αιγυπτιακές απόψεις, το πνεύμα, η ψυχή και το σώμα ενώνονται και πάλι. Το πνεύμα πιθανότητα αναφέρεται στο ba και η ψυχή στο ka. Ομολογουμένως, δεν πρέπει κανείς να παίρνει τέτοιου είδους «ερμηνείες» κατά γράμμα, επειδή ακόμη και για τους ίδιους τους Έλληνες και τους Αιγύπτιους, αυτοί οι όροι αναφέρονταν σε αόριστες και ρευστές ιδέες. Το τρίτο στοιχείο στο κείμενο του Κομάριου είναι το εξαγνισμένο σώμα, ντυμένο με δόξα, το οποίο εκπροσωπεί η μούμια μετά την αναζωοποίησή της και την ένωση με το πνεύμα και την ψυχή. Το ολόκληρο, αναζωογονημένο σώμα είναι το ίδιο με αυτό που τα αιγυπτιακά κείμενα συχνά ονόμαζαν ach, «ο μεταμορφωμένος».

Η μεταμόρφωση περιγράφεται επίσης σαν απόκτηση ενός ενδύματος από φως. Στην Αιγυπτιακή «Βίβλο του Am-Tuat», o Re λέει στους θεούς-μούμιες κατά την όγδοη ώρα: «Είσαστε στολισμένοι με την ενδυμασία σας, προστατευόσαστε  με τα ενδύματά σας». Και στο «Βιβλίο των Πυλών», γίνεται η εξής προσφώνηση στις αναζωογονημένες μούμιες: «Χαίρε, εσύ, Achu (μεταμορφωμένε, ευλογημένε νεκρέ)… χαίρετε, εσείς, χθόνιοι… Ας λάμπετε μέσα από τα λευκά σας ενδύματα, ας ακτινοβολείτε με την λάμψη του Re». Στο «Βιβλίο των Σπηλαίων», λέγεται ότι οι νεκροί «ντύνονται με την μορφή του Όσιρι»(13), με τον ίδιο τρόπο που το κείμενο του Κομάριου μιλάει για το σώμα του νεκρού σαν να είναι ντυμένο «με θεϊκή δόξα».

Το στοιχείο της δόξας είναι πιθανόν να οφείλεται όχι τόσο στην αιγυπτιακή παράδοση, όσο στην επίδραση περσικών ιδεών, δια μέσου γνωστικών πηγών. Η δόξα θυμίζει το περσικό xυarnah, το οποίο έρχεται να συναντήσει κάποιον μόλις πεθάνει, και που ονομάζεται ακόμη «φως της δόξας», «νίκη» και «νικητήρια φωτιά». Στην Μιθραϊκή λατρεία αυτό το φως-δόξα σήμαινε επίσης την εκπλήρωση της μοίρας του κάθε ανθρώπου. Αυτό φωτίζει τον νεκρό, μαζί με την daena του – την anima του, στον άλλο κόσμο (14). Αυτή η imago gloriae (εικόνα δόξας) περιβάλλει ολόκληρη την ψυχή του ανθρώπου που πεθαίνει, σαν ένας «λαμπρός φωτισμός από μια πνευματική φωτιά, που φλογίζει την ψυχή και την αναζωογονεί». Είναι το ίδιο το φως της γνώσης που ταυτόχρονα θεραπεύει. Την ίδια εικόνα συναντάμε και στις γνωστικές «Πράξεις» του Θωμά.

«Μετά την επανένωση», συνεχίζει το κείμενο του Κομάριου, «το σπίτι σφραγίστηκε και το άγαλμα στήθηκε, γεμάτο φως και θεϊκότητα». Πιθανόν να αναφέρεται στο τέλος της αιγυπτιακής τελετής της ταφής, όταν νεκρικός θάλαμος θα σφραγίζεται, και στήνεται ο στύλος που ονομάζεται djed μαζί με το άγαλμα του νεκρού, μέσα στο serdab. Το άγαλμα (ανδριάς) ονομάζεται επίσης εικών, «ομοίωμα». Αποτελείται από τα τέσσερα στοιχεία που έχουν ενωθεί σε ένα, είναι φάρμακο (ελιξήριο) που εισχωρεί στα πάντα, και είναι, συγχρόνως, στερεό.

Το ανθρωπάριο-ιερέας, που, στα οράματα του Ζώσιμου, σχίζει πρώτα τον εαυτό του σε κομμάτια, μεταμορφώνεται τελικά σε έναν «χρυσό άνδρα». Το κείμενο συνεχίζει:

«Με λίγα λόγια, φίλε μου, χτίσε ένα ιερό από μια μοναδική πέτρα, όμοια με τον λευκό μόλυβδο, με το αλάβαστρο, με το μάρμαρο της Προποννήσου (15), χωρίς ούτε τέλος ούτε αρχή στην κατασκευή του. Ας έχει μέσα του μια πηγή με το πιο καθαρό νερό, που ακτινοβολεί σαν τον ήλιο… Ένας δράκοντας βρίσκεται στην είσοδο και φυλάει το ιερό. Κράτησέ τον· πρώτα θυσίασέ τον· μετά βγάλε το δέρμα του, και, παίρνοντας την σάρκα μαζί με τα κόκκαλα, χώρισε τα μέλη του· έπειτα, βάζοντας την σάρκα από τα μέλη μαζί με τα κόκκαλα, κάνε τα σκαλοπάτι στην είσοδο του ιερού, ανέβα επάνω και μπες μέσα. Εκεί θα βρεις αυτό που ζητάς. Τον ιερέα, αυτόν τον μπρούντζινο άνθρωπο που βλέπεις να κάθεται στην πηγή και να συνθέτει την ουσία, μην τον κοιτάξεις σαν μπρούντζινο άνθρωπο, διότι έχει αλλάξει το χρώμα της φύσης του και έχει γίνει ασημένιος· αν το επιθυμείς σύντομα θα τον έχεις χρυσό»(16).

Στο ίδιο κείμενο λέγεται επίσης για το ανθρωπάριο-ιερέα ότι «κάνει τα μάτια ενορατικά, και ανασταίνει τους νεκρούς»(17). Ο διαμελισμός (και, σε παραλλαγές, το μαγείρεμα) της αρχικής ουσίας περιγράφεται με λεπτομέρειες σαν ταριχεία (μουμιοποίηση)(18). Η θυσία του δράκοντα είναι σε μερικές παραλλαγές θυσία και του ίδιου του ιερέα. Κατά την αλχημιστική άποψη, αντιπροσωπεύει τον μικρόκοσμό ή την μονάδα, την αρχική ουσία, η οποία περιέχει τον τελικό σκοπό του έργου. Ο διαμελισμός του σημαίνει μία νέα συνειδητή διάταξη της αρχικής χαώδους φύσης του (19).

Σημαντικό για εμάς εδώ είναι το μονολιθικό ιερό, το ιερό που χτίζεται από μία μοναδική πέτρα μέσα στο οποίο αναβλύζει η πηγή της ζωής, «ένας υπαινιγμός ότι η παρασκευή της στρογγυλής ολότητας, της πέτρας, είναι εγγύηση ζωτικότητας. Το φως που λάμπει μέσα της μπορεί να υπονοεί την φώτιση που φέρνει η ολοκλήρωση. Η φώτιση είναι μία επαύξηση της συνειδητότητας»(20). Ο χρυσός άνθρωπος που κάθεται επάνω στην πέτρα εικονίζει τον εσωτερικό άνθρωπο, που σταδιακά έχει αποκτήσει την ύψιστη αξία(21).

Η πέτρα ήταν ήδη ένα σπουδαίο θεϊκό σύμβολο στην θρησκεία της αρχαίας Αιγύπτου. Στο άδυτο του ιερού στην Ηλιούπολη (On) λατρευόταν μία μυστηριώδης θεϊκή πέτρα, που ονομαζόταν Benben. Το όνομά της συνδέεται με την λέξη ω-b-n, που σημαίνει «ανατέλλω, λάμπω», ιδιαίτερα σε σχέση με τον ήλιο ή με τα αστέρια. Το πουλί b-n-ω σχηματίζεται από το ίδιο λεκτικό θέμα. Το όνομα του φοίνικα, η πέτρα Benben και το πουλί b-n-ω εθεωρούντο σαν εξωτερικές μορφές του Atum, του ύψιστου από τους θεούς(22). Η πέτρα ήταν επίσης μία εικόνα του αρχικού λόφου, που αναδύθηκε πρώτος από τα αρχέγονα νερά, και σήμαινε την αρχή του κόσμου. Ο φοίνικας έγινε αργότερα σύμβολο του ba. Benbenet ονομάστηκε αργότερα η κορυφή της πυραμίδας, και ακόμη αργότερα οι νεκροί ελάμβαναν μία μικρή πέτρα benbenet σαν ταφική προσφορά. Ο νεκρός βασιλιάς έβλεπε τον ήλιο να δύει από την κορυφή μιας πυραμίδας, έτσι η πέτρα benbenet φαίνεται ότι θα μπορούσε να έχει σχέση με την ανάσταση ή με ένα ξύπνημα του νεκρού σε μία νέα συνειδητότητα. O Jacobsohn επισήμανε σωστά μία αναλογία ανάμεσα στην πέτρα Benben στην Αίγυπτο και την αλχημιστική «λίθο», που και τα δύο συμβολίζουν την ψυχική ολοκλήρωση και μία complexio oppositorum (συναρμογή των αντιθέτων).


Αμέθυστος

Σημειώσεις
1. Σύμφωνα με τον Παρισινό κώδικα του 1478.
2. «ho chous» – κατά γράμμα «χαλίκι», εδώ το γήινο – συγκεκριμένο.
3. Berthelot: «Συλλογή», τόμος 2, σ.σ. 296 κ.ε., παρ. 15-16.
4. Αυτόθι, σ.σ. 298 κ.ε.
5. Σελ. 39. Σημείωση στο Jung: «Ψυχολογία και Αλχημεία», παρ. 374.
6. «Αιγυπτιακά βιβλία του Κάτω Κόσμου», σ. 38.
7. Αυτόθι, σ. 37.
8. H. Jacobsohn: «Ο θεϊκός Λόγος και η θεϊκή Πέτρα», σ. 231.
9. Σύγκρινε G. Thausing: «Αρχαίες αιγυπτιακές θρησκευτικές ιδέες στην σημερινή Αφρική», σ. 91.
10. Για τα επόμενα, σύγκρινε Βernard Uhde: «Ψυχή: ένα σύμβολο;», σ.σ. 103 κ.ε.
11. Αυτόθι, σ. 110.
12. «Οι Ιστορίες», ΙΙ, 123.
13. «Αιγυπτιακά Βιβλία του Κάτω Κόσμου», σ.σ. 204, 263, 330-333.
14. Σύγκρινε: Η. Cobrin: «Πνευματικό σώμα και ουράνια γη», σ.σ. 37 κ.ε.
15. «Το νησί της Προκοννήσου ήταν το μέρος όπου βρισκόταν το περίφημο λατομείου μαρμάρου της Ελλάδας, που τώρα ονομάζεται Μαρμαράς (βρίσκεται στην Τουρκία)» (Jung: Αλχημιστικές μελετές, παρ. 87, τμήμα 14).
16. Αυτόθι, παρ. 87.
17. Αυτόθι, παρ. 86.
18. Αυτόθι, παρ. 91 κ.ε.
19. Σύγκρινε: Αυτόθι, παρ. 118.
20. Αυτόθι, παρ. 112.
21. Σύγκρινε: Αυτόθι, παρ. 118-119.
22. Σύγκρινε: H. Jacobsohn, ο.π., παρ. 234 κ.ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: