Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (39) – Marie-Louise von Franz

Κεφάλαιο  9 (2ο μέρος)
Η ΤΕΛΙΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΑΝ ΜΙΑ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΩΜΑ
Το τι θα μπορούσε να σημαίνει η πέτρα στην μεταθανάτια κατάσταση, περιγράφεται σε ένα όραμα, που αναφέρει ο Jung στα απομνημονεύματά του. Στη διάρκεια κάποιας εμπειρίας που είχε όταν βρέθηκε κοντά στον θάνατο, είδε ότι πετούσε επάνω από την γη σε ύψος χιλίων μιλίων περίπου. Καθώς κοιτούσε γύρω του, είδε «ένα τεράστιο σκούρο πέτρινο όγκο, σαν μετεωρίτη... να αιωρείται στο διάστημα». Κοντά σε μία είσοδο που οδηγούσε μέσα στην πέτρα, καθόταν ένας μαύρος Ινδουιστής, που φαινόταν να τον περιμένει. «Μικροσκοπικά χωρίσματα μέσα στον τοίχο με μικρά που έκαιγαν περικύκλωναν την πόρτα»(23). Ο Jung ήταν βέβαιος ότι «επρόκειτο να μπει σε ένα φωτισμένο δωμάτιο, και ότι θα συναντούσε εκεί όλους τους ανθρώπους με τους οποίους συνδέετο πραγματικά». Εκεί επίσης θα κατανοούσε σε ποιες "ιστορικές συνδέσεις (νομοτέλειες)" ήταν προσαρμοσμένη η ζωή του. «Θα μάθαινα τί είχε υπάρξει πριν από εμένα, γιατί είχα έρθει στο φως, και που οδηγούσε η ζωή μου»(24). Εκείνη την στιγμή εμφανίστηκε η μορφή του γιατρού του και τον έφερε πίσω στην γη.

Η ίδια πέτρα, αν και σε κάπως διαφορετική μορφή, εμφανίσθηκε στον Jung για δεύτερη φορά λίγες μέρες πριν από τον πραγματικό θάνατό του. Ήταν το τελευταίο όνειρο που μπόρεσε να αναφέρει:
Είδε μία μεγάλη στρογγυλή πέτρα σε ένα ψηλό μέρος, μια έρημη τετράγωνη περιοχή, που επάνω της ήταν σκαλισμένες οι λέξεις: «Και αυτό θα είναι για εσένα ένα σημάδι Ολότητας και Ενότητας». Έπειτα είδε πολλά δοχεία στα δεξιά σε ένα ανοιχτό τετράγωνο, και ένα τετράπλευρο μέρος με δέντρα, που οι ρίζες τους έφθαναν γύρω από την γη και τον τύλιγαν, ενώ ανάμεσα στις ρίζες έλαμπαν χρυσές κλωστές(25).

Η εικόνα του ιερού που είναι κατασκευασμένο από μία μοναδική πέτρα εμφανίζεται κι' εδώ, όπως και στα οράματα του Ζώσιμου. Η ολοκλήρωση τονίζεται και στην εικόνα της πέτρας στο τελευταίο όνειρο του Jung, όπως και στο κείμενο του Κομάριου.

O Γιούνγκ (Jung) παρατηρούσε συχνά την ατομική ζωή του εγώ του να αναδύεται σαν ένα ρίζωμα (το υπόγειο σύστημα ριζών ενός φυτού, που μπορεί κανείς να το παρατηρήσει εύκολα στα μανιτάρια)· ο ίδιος ζούσε φευγαλέα επάνω από το έδαφος, αλλά κάποιο είδος ζωής συνέχιζε να ζει στα βάθη.
«Η ζωή πάντα μου φαινόταν σαν ένα φυτό, που ζει επάνω στο ρίζωμά του. Η αληθινή ζωή του είναι αόρατη, κρυμμένη μέσα στο ρίζωμα. Το μέρος που εμφανίζεται επάνω από το έδαφος διαρκεί μόνο ένα καλοκαίρι. Έπειτα μαραίνεται σαν ένα εφήμερο όραμα. Όταν σκεφτόμαστε την ατέλειωτη ανάπτυξη και παρακμή της ζωής και του πολιτισμού, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από την εντύπωση της απόλυτης μηδαμινότητας. Παρ' όλα αυτά, δεν έχασα ποτέ την αίσθηση ότι κάτι ζει και διαρκεί κάτω από την αιώνια ροή»(26).

Στο τελευταίο του όνειρο ο Jung επιστρέφει στο ρίζωμα -χωρίς καμμία διάλυση της ατομικής του μορφής- που έχει βρει καταφύγιο στην μήτρα της γης. Οι ρίζες συμβολίζουν μία πνευματική διαδικασία ανάπτυξης, που διαρκεί πολύ περισσότερο από όσο μία ανθρώπινη ζωή, «σε σύγκριση με την οποία το άτομο δεν είναι τίποτε περισσότερο από το περαστικό άνθος και τον καρπό του ριζώματος»(27).
Τα δοχεία που περιβάλλουν τον Jung στο όνειρο θυμίζουν τα Κανοπικά αγγεία των αρχαίων αιγυπτιακών τάφων, μέσα στα οποία συντηρούνταν, χωριστά από την μούμια, τα σπλάχνα του νεκρού, καλυμμένα από τα κεφάλια των τεσσάρων γιων του Όσιρι. Σύμφωνα με το κείμενο της ταρίχευσης, τα τέσσερα αγγεία αντιπροσωπεύουν τα μέλη των θεών. Το "λίπος" ή η "αλοιφή" τους (ψυχική ουσία) εισχωρούσε στα σπλάχνα του νεκρού και τα "προστάτευε", δηλαδή τα έκανε άφθαρτα(28).

Το μοτίβο της πέτρας εμφανίζεται επίσης στην επιθανάτια εμπειρία ενός ανθρώπου που σκοτώθηκε στον πόλεμο, όπως την αναφέρει ο Hampe. Σε κατάσταση ασυνείδητη, από την οποία ξύπνησε μόνο για λίγο, είδε την μητέρα του και τον πατέρα του, και έπειτα περιπλανήθηκε μαζί τους στα βουνά, μέσα από ένα ανθισμένο τοπίο.

«Βρήκα μία μεγάλη πέτρα και την αναποδογύρισα· ήταν χωρίς βάρος. Στο πίσω μέρος της υπήρχαν πολλά από τα πιο όμορφα πετρώματα του βουνού. Ήταν τοποθετημένα έτσι, ώστε να σχηματίζουν κάτι που έμοιαζε με καθεδρικό ναό. Αισθάνθηκα ευτυχισμένος με αυτό το θέαμα»(29).
Υπό το φως αυτού του ερμηνευτικού στοιχείου, η κόκκινη πέτρα που έμεινε απείραχτη από την φωτιά στο όνειρο που αναφέραμε πιο πριν παίρνει πληρέστερο νόημα. Συμβολίζει εκείνη την μορφή ύπαρξης του ονειρευόμενου, που θα επιβιώσει μετά τον επικείμενο θάνατό του.
Στο όνειρο του Jung η πέτρα εμφανίζεται σαν ένα ιερό, μία πολύ πιο διαφοροποιημένη εικόνα από εκείνες στα δύο άλλα παραδείγματα, ίσως επειδή ο Jung, μέσω της σχέσης του με την εσωτερική ολότητα κατεχόταν από το Ταυτό περισσότερο από το μεγάλο μέρος των ανθρώπων.
Σε πολλές ταφικές τελετές βρίσκουμε το μοτίβο ενός αιώνιου σπιτιού στο Υπερπέραν. Οι Ρωμαίοι ονόμαζαν τον τάφο domus aeterna (αιώνιο οίκο), σαν μία αντανάκλαση από αιγυπτιακές και αρχαίες ανατολίτικες προεικονίσεις. Οι τάφοι ήταν συχνά πλήρως και άνετα επιπλωμένοι, και γεμάτοι με σπιτικά αγαθά(30). Εκεί ο νεκρός και η γενιά του ζούσαν αιώνια. Οι Ετρούσκοι σημάδευαν καθαρά τους τάφους των γυναικών με ένα μικρό σπίτι, των ανδρών με ένα φαλλό.

Οι Stupas των Βουδιστικών πολιτισμών φαίνεται πως είχαν αρχικά παρόμοια σημασία. Όπως έδειξε ο R. Mus, στα αρχαία προ-Βουδιστικά ταφικά έθιμα, η ταφόπετρα υποτίθεται ότι αντιπροσώπευε «τον κόσμο των νεκρών σε μικρογραφία», και, την ίδια στιγμή, το σύμπαν στην μορφή του Purusha (πρωταρχικού ανθρώπου, κοσμικού ανθρώπου). Ο Mus τονίζει ότι:

«Ο τάφος δεν είναι τόσο ένας τόπος κατοικίας του νεκρού, όσο ένα υποκατάστατο για το προηγούμενο μεταβατικό θνητό πλαίσιο της ύπαρξης του νεκρού... Επομένως είναι ένα χτισμένο σώμα που αντιπροσωπεύει την κατοικία του νεκρού, με τον ίδιο τρόπο που το έκανε το φυσικό του σώμα όταν ήταν ζωντανός. Αν και η διδασκαλία τονίζει ότι ο Βούδας δεν είναι πια εδώ –αφού έχει αναχωρήσει στο nirvana– η λαϊκή πίστη έχει φαντασθεί ένα αιώνιο σώμα του Βούδα με την μορφή των Stupas. Ένα ιαπωνικό κείμενο λέει πού απλά: “Το σώμα του Βούδα, ιδωμένο από έξω, είναι μια Stupa”. Ή η Stupa είναι τουλάχιστον εκείνο το τμήμα του Βούδα, το οποίο, μετα την Pari-nirvana, έχει παραμείνει σε αυτό τον κόσμο. Η τέχνη Ghandara, που έχει επηρεασθεί από την αρχαϊκή τέχνη της Δύσης, έχει επίσης δημιουργήσει φανταστικές εικόνες του θανάτου του Βούδα, αλλά σύντομα προσπάθησε πάλι να περιγράψει την μη-πραγματικότητα αυτού του θανάτου. Μερικές μεταγενέστερες διδασκαλίες έλεγαν ότι μετά τον θάνατό του ο Βούδας κατέχει ακόμη τρία σώματα: το dharma-kaya, δηλαδή την αληθινή του απόλυτη ύπαρξη· το “σώμα της μακαριότητας” (sambhoga-kaya), μέσω του οποίου μπορεί ακόμη να “υπάρχει” κατά κάποιον τρόπο μέσα στο nirvana· και τρίτον ένα “σώμα-σκιά” (nirmana-kaya), μέσω του οποίου ο Βούδας βοηθάει συνειδητά άλλα πλάσματα να επιτύχουν το nirvana. Αυτός που θα δει αυτό το “σώμα-σκιά” του Βούδα, έχει στην πραγματικότητα μόνο μία υποκειμενική εμπειρία»(31).
Αυτό που ενδιαφέρει την μελέτη μας εδώ είναι ότι το ιερό, η stupa, εθεωρείτο επίσης σαν ένα πέτρινο υποκατάστατο σώματος του νεκρού Βούδα· η stupa, όπως ξέρουμε, είναι μία mandala σε τρεις διαστάσεις. Έτσι, η πέτρα μπορεί επίσης να είναι ένα σπίτι ή ένα ταφικό ιερό.

Αμέθυστος

Σημειώσεις
23. «Αναμνήσεις, Σκέψεις, Όνειρα», σ. 290.
24. Αυτόθι, σ.291.
25. Marie-Louise von Franz: “C. G. Jung: Ο μύθος του στον καιρό μας”, σ. 287.
26. «Αναμνήσεις, Σκέψεις, Όνειρα», σ. 4.
27.«Αλχημιστικές Μελέτες», παρ. 120.
28. Σύγκρινε: Roeder: «Γραπτές πηγές», σ. 298.
29. «Ο θάνατος είναι λοιπόν κάτι εντελώς διαφορετικό», σ. 71.
30. Σύγκρινε: F. Cumont: Lux Perpetua (Αιώνιο Φως), σ. 24 και την εικονογράφηση.
31. Σημείωση στο: J. Elbert: “Parinirvana”, σελ. 287, 289.
32. Barbara Hanna: «Jung: Η Ζωή και το έργο του», σ. 344.
33. Αυτόθι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: