Συνέχεια από:Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016
Πλατωνισμός στόν χριστιανισμό.
του Werner Beierwaltes.
III. Στο πλαίσιο της έρευνας του Διονυσίου, αρχής γενομένης απο τον Ferdinand Christian Baur, επαναλαμβάνεται συνεχώς σαν κοινή γνώμη, η θέση, σύμφωνα με την οποία ο Διονύσιος δέν είχε αποκτήσει καμμία "στενή σχέση" με την Τριάδα, με την ιδέα της και ότι παρά τις απομονωμένες Θεολογικές του δηλώσεις για την Τριάδα, δέν βρίσκεται σ'αυτόν καμμία ξεκάθαρη θεωρία τής Τριάδος, καθώς αυτή υπήρξε ένα ξένο σώμα στην σκέψη του, και η Τριαδική ενότης υπήρξε μόνον μία ιδιαίτερη περίπτωση εκείνης της μεταφυσικής (δηλαδή της Ενότητος και Αγαθότητος συγκεντρωμένες στον εαυτό τους, αλλά και δημιουργικά κατευθυνόμενος πρός τα έξω). Μία τέτοια Τριαδική μείωση, όπως θα μπορούσαμε να την ορίσουμε θα είχε την αιτία της στον Διονύσιο, απο την πρόθεσή του να "νομιμοποιηθεί απο Θεολογικής απόψεως, χωρίς να εκτεθεί φιλοσοφικά μέσω της βεβαιώσεως τριών Υποστάσεων της ίδιας τάξεως σε μία μόνον Θεία ουσία". Η βασική αιτία αυτού του γεγονότος είναι η φιλοσοφική καταγωγή του Διονυσίου απο τον όψιμο νεοπλατωνικό στοχασμό του Πρόκλου στην ενότητα : αυτός ο στοχασμός παρέμεινε καθοριστικός ακόμη και στην προσπάθεια μίας μεταμορφώσεως του Ενός στην Χριστιανική ιδέα μίας Τρι-ενότητος ή μίας Τριάδος ενωμένης καθαυτής, σ'έναν τέτοιο βαθμό ώστε στην σύλληψη τής Τριάδος μπορούμε να διακρίνουμε μία υπεροχή του Ενός ή της Ενότητος!
Βεβαίως ο Διονύσιος δέν ανέπτυξε
κανένα σύστημα της Τριάδος, παρά την συγγένεια του με το Τριαδικό στοιχείο
καθότι δομική αρχή τής σκέψης του Πρόκλου. Η σκέψη του δέν συγκεντρώνεται σε
ένα ξεδίπλωμα, τής τρι-ενότητος του Θεού στο εσωτερικό τού κόσμου σε συνδυασμό
για παράδειγμα, με την ενσάρκωση του Χριστού, ώστε να κατορθώσει να ανοίξει και
σε μία "οικονομική" πλευρά τής Τριάδος, σύμφωνα με την οποία τα τριαδικά πρόσωπα, ο Υιός (Λόγος, Σοφία)
και το Πνεύμα, συνεργάζονται, ώστε να δώσουν μορφή στον κόσμο, και στην κοινότητα!
Ακριβώς επειδή ο Διονύσιος συνέλαβε μ'έναν τόσο εμφατικό τρόπο το Ένα ή την
Ενότητα σαν το καταλληλότερο και πιό δυνατό όνομα για να δείξουμε τον Θεό-εάν
είναι ποτέ δυνατόν να ονομάσουμε Αυτόν που είναι άρρητος και πέρα απο κάθε
όνομα (πρός Φιλιπ. 2,9)-δέν πρέπει να αποδώσουμε πολύ μεγάλη σημασία στο
γεγονός ότι υπολογίζει την Θεία Ενότητα, σαν μία πρώτη Ενότητα απόλυτη και
παρ'όλα αυτά Τριαδική, παράγοντας τήν Τριαδικότητά του απο την ενότητα ή
αναπτύσσοντας τήν Ενότητα σαν μία Τριαδικότητα καθαυτή σχεσιακή. Μ'αυτόν τον
τρόπο ο Διονύσιος κατόρθωσε να επεξεργαστεί μία διατύπωση για να εκφράσει την
εσωτερική σχεσιακότητα τής ενότητος, μία Ενότητα ή οποία διαφοροποιείται στο
εσωτερικό της, η οποία απο το ένα μέρος συμφωνεί με την επεξεργασία τού τότε
ορθοδόξου δόγματος τής Τριάδος και απο το άλλο όμως, δέν αποκλείει μία θεωρία
πιό διαφοροποιημένη της Τριαδικής κινήσεως, όπως συνέβη με εκείνους τους
συγγραφείς οι οποίοι είναι, αντικειμενικά και ιστορικά, στενά συνδεδεμένοι μαζί
του, όπως για παράδειγμα ο Eriugena
ή ο Cusano.
Έχοντας σαν Αρχή και οδηγημένος-σχεδόν
αναγκασμένος-απο τις διαβεβαιώσεις της Αγίας Γραφής στον "Πατέρα-τον Υιό-και το Άγιο
Πνεύμα" και στην συνδικαιοδοσία τους, ο Διονύσιος συλλαμβάνει την απόλυτη
Θεία ενότητα (το Ένα) ταυτοχρόνως σαν μία καθαυτή Ενότητα σχεσιακή, Μονάδα εν
Τριάδι. Μ'αυτόν τον τρόπο, συνθέτει σε μία ενότητα, δύο έννοιες, οι οποίες στις
πηγές τού φιλοσοφικού του στοχασμού, είναι κατά κάποιο τρόπο καθαρά διακριτές.
Μία τέτοια ενότης πρέπει να παρουσιάζεται-απο την φιλοσοφική οπτική γωνία
τουλάχιστον-σαν παράδοξη, καθώς αναφέρει, αποδίδει, την θετικότητα και την
αρνητικότητα στο ίδιο υποκείμενο και μάλιστα ταυτοχρόνως. Σύμφωνα με την
ερμηνεία τού Πρόκλου τής πρώτης υπόθεσης τού Πλατωνικού Παρμενίδη, το πρώτο Ένα
είναι το κατεξοχήν Απόλυτο, το οποίο υπερβαίνει ο,τιδήποτε προέρχεται απ'αυτό
και θεμελιώνεται σ'αυτό, και είναι η
καθαρή Απλότης, υπέρ-ουσιώδης, καθαυτή ά-σχετη! Η δεύτερη μορφή Ενότητος η οποία προοδεύει απο το απόλυτο Ένα και η οποία αναφέρεται σ'αυτό με μία πράξη
αυτοβεβαίωσης είναι, διαφορετικά απο την πρώτη, καθαυτή διαφοροποιημένη: ένα
πλέγμα οντολογικών σχέσεων οι οποίες μετέχοντας τής πρώτης Αρχής και σε
συσχετισμό ή εξαρτημένα, οι μέν απο τις δέ είναι αμοιβαίως αναφερόμενες μέσω
της σκέψης. Πρόκειται δηλαδή για ένα ουσιώδες Ένα, σύμφωνα με την δεύτερη
υπόθεση του Παρμενίδη. Σ'αυτό το Ένα μπορούν να αποδοθούν όλα τα σχεσιακά
κατηγορήματα τα οποία όμως πρέπει να αρνηθούν το υπέρ-ουσιώδες Ένα,
υπολογίζοντας την δική του έλλειψη σχέσεως. Η σύνθεση σε ενότητα αυτών των δύο
διαστάσεων πρέπει να εξαφανίσει, τουλάχιστον στην πρόθεση, ή να υπολογίσει σαν
ανίσχυρη την ιεραρχική τους διαφορά, απο την στιγμή που ο Θεός πρέπει να
κατανοηθεί σαν μία ενότης ή ταυτότης με όλα του τα κατηγορήματα! Στον Θεό
καθότι "το Μηδέν του παντός, ξεχωρισμένο απο όλα μ'έναν υπερουσιώδη τρόπο,
ανήκουν κατ'αρχάς όλα τα αρνητικά κατηγορήματα-στηριγμένα βιβλικά-του πρώτου
Ενός του Πρόκλου. Και μάλιστα ο Διονύσιος δυναμώνει περισσότερο την απόλυτη
ετερότητα του Θείου Είναι μέσω μίας υπερβολικής χρήσεως του "υπέρ",
το οποίο έχει κατά βάθος έναν αρνητικό χαρακτήρα. Η ενότης του Θεού πρέπει να
κατανοηθεί σαν ακόμη πιό πάνω απο το Ένα ή σαν ένα υπέρ-Ένα, για να την
διασώσουμε απο μία ταύτιση με το "Ένα" καθότι αρχή και στοιχείο τής
πολλαπλότητος (ο αριθμός) και να την ξεχωρίσουμε, λοιπόν μ'έναν ριζικό τρόπο
απο κάθε μορφή πολλαπλότητος.
Μαζί όμως, και σ'αυτό αναδεικνύεται ο
παράδοξος χαρακτήρας αυτής της συλλήψεως-και με την ίδια ένταση ισχύουν για τον
Θεό ή για την Θεία ενότητα και όλα όσα υπονοούνται τού ουσιώδους Ενός: ότι Αυτό
Είναι και ότι σαν επιβεβαίωση τής αυτοβεβαιώσεως τού Θεού, στο "Εγώ ειμί ο ών" (Έξοδος 3,14), είναι το ίδιο το Είναι (αυτό το είναι) το αμετάβλητο,
είναι ταυτότης η οποία παραμένει καθαυτή και διαφοροποιεί, σαν αιτία του
παντός, η οποία συστήνει το Είναι κάνοντας το μέτοχο τής απολύτου Αγαθότητός
του, διότι ο Θεός παρά την κάθε του διαφορά σε σχέση με τις πολλαπλές μορφές
τής σκέψης, είναι απόλυτη σκέψη τού εαυτού του! που έχει προκαταβολικώς στον
εαυτό του, μ'έναν τρόπο ενωτικό και ενοποιό, τις ιδέες, σαν προσχέδιο του
κόσμου-οι οποίες ταυτίζονται με την "Σοφία", τον "Λόγο",
την "Ζωή" και το "Φώς"-μ'έναν τρόπο δια του οποίου
υπερισχύει μία αρμονία με την Γραφή.
Πρέπει λοιπόν να υπολογίσουμε το
γεγονός ότι η θετική πλευρά τής πρόσβασης στο "Είναι" ή στο
"υπέρ-Είναι" τού Θεού αποτελεί την προϋπόθεση και ταυτοχρόνως την
εμπλοκή τής αρνήσεως: μέσω τής αρνήσεως, πράγματι, αυτή η πλευρά δέν
εκμηδενίζεται εντελώς καθαυτή, αλλά προσλαμβάνεται στην άρνηση και επομένως
διατηρείται σ'αυτή σαν ένα ασταμάτητο σημείο αναφοράς. Η άρνηση λοιπόν δέν
θέλει να πεί ότι η Σοφία, ο Λόγος, το πνεύμα, η Σκέψη, το Είναι, η Αγαθότης, ή
η Ειρήνη, δέν ταιριάζουν με κανένα τρόπο στον Θεό σαν κατηγορήματα που
φανερώνουν την ουσία, αλλά ότι ο Θεός δέν είναι όλο αυτό, με την έννοια μίας
κατηγορικής διαβεβαιώσεως η οποία προσλαμβάνει πληρως την ουσία του. Όλο αυτό,
Αυτός μπορεί να το Είναι με μία σημασία η οποία υπερβαίνει την καθαρή
θετικότητα και επομένως την αρνείται και την διατηρεί και μάλιστα σε ένα
υπερβολικό βαθμό, υπερβολικό μέτρο.
Μόνον μέσω μίας τέτοιας παράδοξης
ενώσεως τού απολύτου Ενός-υπέρ-ουσιώδους με όσα συνεπιφέρει το ουσιώδες Ένα, σε
μία ενότητα διαφοροποιημένη καθαυτή και χαρακτηριζόμενη απο την σχέση, κατέστη
δυνατή μία στοχαστική κατανόηση της ιδέας της Τριάδος. Απο την στιγμή κατά την
οποία το σημείο εκκινήσεως αυτής της ιδέας είναι το καθαρό Είναι και καθαρό
παραμένει και στην τάση του σε μία καθολική άρνηση, ριζική σε σχέση με το Είναι
πέραν του Θεού, δέν εκπλήσσει καθόλου ότι υπάρχει μία προβληματική ένταση
ανάμεσα στην ενότητα και την Τριάδα. Θα μπορούσε να είναι αυτός ο λόγος για τον
οποίο ο Διονύσιος περιορίστηκε να κάνει μόνο κάποιες υποδείξεις περί μιάς
προόδου διατριαδικής αυτοσυστάσεως και δέν ανέλυσε πραγματικά-ούτε απο μία
φιλοσοφική άποψη ούτε απο την βιβλικο-Θεολογική-την ιδιοκτησία των
"Υποστάσεων" οι οποίες προοδεύουν απο την Αρχή. Πάνω σ'αυτό ο
Διονύσιος, είπε ίσως κάτι παραπάνω στους Θεολογικούς θεσμούς στους οποίους
παραπέμπει και σ'αυτή την προοπτική, αλλά δέν έφτασαν στα χέρια μας, εκτός και
αν πρόκειται για μία απλή μυστικιστική επινόηση!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου