Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Giovanni Reale - ΠΛΑΤΩΝ (9)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

Giovanni Reale 

ΠΛΑΤΩΝ

II

Η ΠΟΙΗΤΙΚΉ-ΜΙΜΗΤΙΚΉ ΠΡΟΦΟΡΙΚΌΤΗΤΑ ΑΚΡΟΓΩΝΙΑΊΟΣ ΛΊΘΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΉΣ ΔΙΑΜΌΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΩΠΙΚΉ ΣΎΓΚΡΟΥΣΗ ΤΟΥ ΠΛΆΤΩΝΑ ΜΕ ΑΥΤΉΝ

Η ποίηση στερείται γνωστικής αξίας και εκπαιδευτικής ικανότητας επειδή βασίζεται στη μίμηση στη σφαίρα της καθαρής γνώμης

Η ποίηση, η οποία επικοινωνούνταν μέσω του προφορικού λόγου, ήταν για τους Έλληνες η πηγή των ιστορικών, πολιτικών, ηθικών, και τεχνολογικών γνώσεων της κοινότητας.

ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ που ο σύγχρονος άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίσει για να κατανοήσει τον Πλάτωνα και τη ριζοσπαστική φύση των προτάσεών του απέναντι στην παραδοσιακή ελληνική κουλτούρα, είναι να συνειδητοποιήσει ότι για τους Έλληνες η ποίηση ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είναι για τον σύγχρονο άνθρωπο: πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα πνευματικό φαινόμενο στενά συνδεδεμένο με ιδιαίτερες και ανεπανάληπτες ιστορικές καταστάσεις.

Γράφει ο Χάβελοκ: «[...] οι ποιητές γενικά, και ο Όμηρος ειδικότερα, δεν θεωρούνταν μόνο ως πηγή διδασκαλίας στην ηθική και στις διοικητικές τεχνικές, αλλά απολάμβαναν και ένα είδος θεσμικού κύρους στην ελληνική κοινωνία. Αυτό το κύρος, φαίνεται πως, στηριζόταν από το κράτος, γιατί προσέφεραν ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο η πολιτική και κοινωνική μηχανή βασιζόταν για την ομαλή λειτουργία. [...] Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι οι σύγχρονοί του είχαν μια αντίληψη για τον ποιητή και την ποίηση εντελώς ξένη προς τον δικό μας τρόπο σκέψης. Για εμάς, ο ποιητής είναι ένας καλλιτέχνης και τα δημιουργήματά του έργα τέχνης. Σε ένα σημείο ο Πλάτωνας φαίνεται να συμφωνεί μαζί μας, όταν παρομοιάζει τον ποιητή με τον εικαστικό καλλιτέχνη, τον ζωγράφο. Αλλά αυτή η σύγκριση δεν γίνεται για αισθητικούς λόγους. Αντιθέτως, μπορεί κανείς με σιγουριά να ισχυριστεί ότι η έννοια της αισθητικής –ως σύστημα αξιών που θα μπορούσε να εφαρμοστεί στη λογοτεχνία και την καλλιτεχνική δημιουργία– δεν εμφανίζεται ούτε μία φορά στο συλλογισμό του. Ο Πλάτωνας γράφει σαν να μην έχει ποτέ ακούσει για την αισθητική ή έστω για την τέχνη. Αντίθετα, επιμένει να θεωρεί τους ποιητές σαν να ήταν ο ρόλος τους να παράγουν εγκυκλοπαίδειες σε στίχους. Ο ποιητής είναι αφενός πηγή βασικών γνώσεων, αφετέρου σημαντικό εργαλείο ηθικής αγωγής/διαπαιδαγώγησης. Από ιστορική άποψη, διεκδικεί ακόμη και την τεχνική εκπαίδευση. Είναι σαν να απαιτεί ο Πλάτωνας από την ποίηση να επιτελεί όλες τις λειτουργίες που εμείς αναθέτουμε αφενός στη θρησκευτική εκπαίδευση ή τη διδασκαλία της ηθικής, αφετέρου στα σχολικά βιβλία, στα ιστορικά εγχειρίδια και στους οδηγούς/εγχειρίδια, στις εγκυκλοπαίδειες και στα έργα αναφοράς. Αυτή η θεώρηση της ποίησης ισοδυναμεί ουσιαστικά με την άρνηση να τη θεωρήσουμε ποίηση με τη δική μας έννοια· είναι η άρνηση να δεχθούμε ότι μπορεί να είναι μια τέχνη με δικούς της κανόνες, αντί να είναι πηγή γνώσεων και ένα δογματικό σύστημα».

Έτσι, η αρχαία ποίηση ήταν το μοναδικό σημαντικό μέσο επικοινωνίας ιστορικών, πολιτικών, ηθικών και, επίσης, τεχνολογικών γνώσεων, δηλαδή ένα είδος «κοινωνικής εγκυκλοπαίδειας», που περιείχε όλη τη μορφωτική γνώση του ανθρώπου: «Αυτή λοιπόν κλήθηκε να σταθεροποιήσει και να διαφυλάξει τον κοινωνικό μηχανισμό και τους μηχανισμούς διακυβέρνησης και εκπαίδευσης για τη διοίκηση, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Πλάτωνα. [...] Αυτή η ίδια ποίηση ήταν ουσιώδης για το εκπαιδευτικό σύστημα από το οποίο εξαρτιόταν ολόκληρη η κοινωνία και για τη συνέχειά της και για τη συνοχή της. Σε αυτήν αναφέρονταν όλες οι δημόσιες υποθέσεις, όλες οι συναλλαγές που διέπονταν από γενικούς κανόνες. Ο ποιητής ήταν πρώτα απ’ όλα ο γραμματέας, ο λόγιος και ο νομικός της κοινωνίας, και μόνο δευτερευόντως ο καλλιτέχνης και ψυχαγωγός της».

Και αυτή η θέση του Χάβελοκ έχει προβληθεί, ιδιαίτερα από τον Βίκο, τον οποίο ο συγγραφέας αγνοεί εντελώς, αλλά αξίζει να τον θυμηθούμε, γιατί γράφει πραγματικά σημαντικές πρόδρομες ιδέες. Ο Βίκο γράφει: «Αν τα έπη του Ομήρου είναι πολιτικές ιστορίες των αρχαίων ελληνικών εθίμων, θα είναι δύο μεγάλοι θησαυροί του φυσικού δικαίου των εθνών της Ελλάδας». Και συνεχίζει: «Στα έπη του Ομήρου βρίσκονται δύο μεγάλοι θησαυροί του φυσικού δικαίου των εθνών της Ελλάδας. Μα πάνω απ' όλα, χάρη σ' αυτήν την ανακάλυψη, του προστίθεται ένας πολύ λαμπρός έπαινος: ότι ο Όμηρος ήταν ο πρώτος ιστορικός, που μας έχει φτάσει σε εμάς από ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο· και έτσι τα ποιήματά του θα ανέβουν στο ψηλότερο κύρος, καθώς θα θεωρούνται δύο μεγάλοι θησαυροί των ηθών της αρχαιότατης Ελλάδας».

Ωστόσο, πρέπει να πούμε ότι μόνο μέσω της τεχνικής και της μεθοδολογικής δεξιοτεχνίας με την οποία την παρουσιάζει ο Χάβελοκ επιβάλλεται αυτή η θέση, πέρα από τις ευφυείς διαισθήσεις του Βίκο, σε ιστορικό και επιστημονικό επίπεδο. Και σε αυτό ακριβώς έγκειται το μεγάλο επίτευγμα του Χάβελοκ.

Η μνήμη ως βασικός άξονας (ως ακρογωνιαίος λίθος) για την επικοινωνία και τη διατήρηση της ποίησης στον πολιτισμό της προφορικότητας.

Η ΠΟΙΗΣΗ ΓΕΝΙΚΑ, μέχρι τον πέμπτο αιώνα (και σε μεγάλο βαθμό ακόμα και τον τέταρτο), δημοσιευόταν, μεταδιδόταν και διατηρούνταν μέσω της μνήμης. Από εδώ προκύπτει η μεγάλη σημασία που είχε η «Μνημοσύνη», η θεά της μνήμης, μητέρα των Μουσών. Πρέπει να θυμόμαστε, όπως έχει από καιρό επισημανθεί, ότι η αρχαία έννοια της «μνήμης» κάλυπτε ένα ευρύ σημασιολογικό πεδίο, δηλαδή τη μάθηση από μνήμης (την απομνημόνευση), τη διατήρηση στη μνήμη, την ανάκληση της μνήμης, την τεκμηρίωση και την απόδειξη μέσω της μνήμης. Η μνήμη ήταν ο κύριος άξονας (o αληθινός ακρογωνιαίος λίθος) του πολιτισμού της ποιητικής προφορικότητας. Η ποιητική έκφραση στην αρχαία Ελλάδα σχεδιαζόταν, επικοινωνούταν και διατηρούνταν με βάση τη θεά Μνημοσύνη.

Με ακρίβεια, ο Havelock εξηγεί: «Σε μια κοινωνία προ της γραφής, πώς διατηρείται αυτή η εκφορά, αυτή η έκφραση; Η αναπόφευκτη απάντηση είναι: στη μνήμη διαδοχικών ζώντων ανθρώπων, που είναι αρχικά νέοι, κατόπιν γερνούν και πεθαίνουν. Με κάποιον τρόπο, μια κοινωνική συλλογική μνήμη, επίμονη και αξιόπιστη, είναι ένα απόλυτο κοινωνικό προαπαιτούμενο για τη διατήρηση του μηχανισμού κάθε πολιτισμού. Αλλά πώς μπορεί η ζωντανή μνήμη να συγκρατήσει μια τόσο σύνθετη γλωσσική έκφραση, χωρίς να την αλλοιώσει κατά τη μεταφορά από άνθρωπο σε άνθρωπο και από γενιά σε γενιά, με αποτέλεσμα να χάσει κάθε σταθερότητα και αυθεντία; Αρκεί να δοκιμάσουμε σήμερα τη μετάδοση μιας και μόνης διαταγής σε πεζό λόγο, που περνάει προφορικά από άτομο σε άτομο, για να συμπεράνουμε ότι η διατήρηση σε πεζό λόγο ήταν αδύνατη. Η μόνη δυνατή τεχνολογία του λόγου που ήταν διαθέσιμη για να εξασφαλίσει τη διατήρηση και τη σταθερότητα της παράδοσης ήταν αυτή του ρυθμικού λόγου, επιδέξια οργανωμένου σε λεκτικές και μετρικές ενότητες τόσο μοναδικές ώστε να διατηρούν τη μορφή τους. Αυτή είναι η ιστορική γένεση, η πηγή και αιτία αυτού του φαινομένου που ακόμη και σήμερα ονομάζουμε “ποίηση”. Αλλά όταν αναλογιστούμε πόσο ριζικά έχουν αλλάξει η λειτουργία της ποίησης και η πολιτιστική κατάσταση, γίνεται δυνατό να καταλάβουμε ότι όταν ο Πλάτων μιλά για την ποίηση, στην πραγματικότητα δεν αναφέρεται σε αυτό που εννοούμε εμείς ως ποίηση. [...] Εάν ο Πλάτων μπορούσε να θεωρεί την ποίηση σαν ένα είδος βιβλιοθήκης αναφοράς, ή σαν μιά ευρύτατη πραγματεία ηθικής, πολιτικής, τέχνης του πολέμου, κ.λπ., προκύπτει ότι μαρτυρεί την αρχαιότατη λειτουργία της σε έναν προφορικό πολιτισμό, και αποδεικνύει ότι αυτή η λειτουργία είχε παραμείνει η ίδια στην ελληνική κοινωνία μέχρι την εποχή του. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα διδακτικό εργαλείο για τη μετάδοση της παράδοσης».

Και ιδού πώς αυτή η παράδοση στηριζόταν στη μνήμη: «Οποιαδήποτε μνημονική εκμάθηση της ποιητικής παράδοσης εξαρτάται από τη συνεχή και επαναλαμβανόμενη απαγγελία. Δεν είναι δυνατόν να ανατρέξεις σε ένα βιβλίο ή να μάθεις απέξω από ένα βιβλίο. Έτσι η ποίηση υπάρχει και είναι αποτελεσματική ως εκπαιδευτικό εργαλείο μόνο όταν απαγγέλλεται. Η απαγγελία από έναν κιθαρωδό προς όφελος ενός μαθητή δεν είναι αρκετή. Ο μαθητής μεγαλώνει και ίσως ξεχνά. Η ζωντανή του μνήμη πρέπει να εδραιώνεται σε κάθε βήμα και να ενισχύεται συνεχώς από την κοινωνική πίεση. Αυτό εφαρμόζεται στον κόσμο των ενηλίκων όταν, στην ιδιωτική εκτέλεση, η ποιητική παράδοση επαναλαμβάνεται κατά τη διάρκεια των γευμάτων ή των συμποσίων ή των οικογενειακών τελετουργιών, και στη δημόσια εκτέλεση στο θέατρο ή στην αγορά. Στις επαγγελματικές απαγγελίες από ποιητές, ραψωδούς και ηθοποιούς, προστίθεται η απαγγελία από ενήλικες και ηλικιωμένους και η επανάληψη από παιδιά και εφήβους. Η κοινότητα ασυνείδητα συνωμοτεί με τον εαυτό της για να διατηρήσει ζωντανή την παράδοση και να την ενισχύσει στη συλλογική μνήμη μιας κοινωνίας, στην οποία αυτή η συλλογική μνήμη δεν είναι παρά το άθροισμα των μεμονωμένων ατομικών μνημών, και αυτές πρέπει να ανανεώνονται συνεχώς σε όλα τα ηλικιακά επίπεδα».

Για άλλη μια φορά, ο ίδιος ο Βίκο είχε προβλέψει και διατυπώσει με ακρίβεια αυτή τη σχέση μεταξύ ποίησης και μνήμης. Ας διαβάσουμε στη συνέχεια μερικά αποσπάσματα από ορισμένες πολύ σημαντικές θέσεις: «Ότι οι ποιητικοί χαρακτήρες, στους οποίους συνίσταται η ουσία των μύθων, γεννήθηκαν από την αναγκαιότητα της φύσης, ανίκανοι να αφαιρέσουν τις μορφές και τις ιδιότητές τους από τα υποκείμενα· και, κατά συνέπεια, έπρεπε να είναι τρόπος σκέψης ολόκληρων λαών [...]. «Όντας τέτοιοι οι ποιητικοί χαρακτήρες, οι ποιητικές τους αλληγορίες [...] έπρεπε να περιέχουν μόνο ιστορικά νοήματα των πρώιμων χρόνων της Ελλάδας». «Ότι τέτοιες ιστορίες έπρεπε να διατηρούνται φυσικά στη μνήμη από τις κοινότητες των λαών [...]: ότι, ως παιδιά των εθνών, έπρεπε να είναι εκπληκτικά δυνατές στη μνήμη». «Ότι κατ’ ανάγκην της φύσεως [...], τα πρώτα έθνη μιλούσαν σε ηρωικούς στίχους. Σε αυτό αξίζει επίσης να θαυμάσει κανείς την πρόνοια, ότι, σε μια εποχή που δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί τα σύμβολα της γραφής, τα έθνη μιλούσαν εν τω μεταξύ σε στίχους, οι οποίοι με τα μέτρα και τους ρυθμούς τους διευκόλυναν τη μνήμη τους να διατηρούν ευκολότερα τις οικογενειακές και πολιτικές τους ιστορίες».

Δεν υπάρχουν σχόλια: