Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (114)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τετάρτη, 23 Φεβρουαρίου 2022

                                         Jacob Burckhard

                                          ΤΟΜΟΣ 2ος

                    ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ:  ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

ΙV. Η ΜΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ -5

       Εκτός όμως από τα θεραπευτικά όνειρα, διατήρησαν και τα προφητικά όνειρα συνεχώς το μεγάλο κύρος τους, και οι Έλληνες αναφέρουν πως αποδέκτες τους υπήρξαν και οι πλέον διάσημες προσωπικότητες, οι οποίες δεν ένοιωσαν ποτέ ντροπή γι’ αυτού τού είδους τις αποκαλύψεις. Ο Κικέρων παραθέτει μιαν ολόκληρη επιλογή από ιδιόμορφα και σημαδιακά όνειρα, που ασφαλώς εντυπωσίασαν στην εποχή τους. Είναι όμως φυσικό η αρχαιότητα να θεωρεί εύκολα, με το πνεύμα που τη χαρακτήριζε, κάθε σημαντικό όνειρο ως φορέα σημείων, και να καταφεύγει από αρχαιοτάτων χρόνων σε κάποιον ερμηνευτή για να ανακαλύψει το νόημα αυτών τών τόσο παραστατικών συνήθως ονείρων. Επιφανείς αλλά και απλοί πολίτες τών πόλεων της Σικελίας απευθύνονταν π.χ. στους Γαλεότες, που ήταν πιθανότατα Γερεάτες, κάτοικοι της  Ύβλα, μιας μη ελληνικής αγροτικής κοινότητας, οι οποίοι υπήρξαν ακόμη και κατά τη ρωμαϊκή εποχή ερμηνευτές οραμάτων και ονείρων, και θεωρούνταν οι πλέον ευσεβείς ανάμεσα στους  βάρβαρους πληθυσμούς τής Σικελίας. Η ερμηνεία τών ονείρων καθίσταται σταδιακά στις ελληνικές πόλεις μια επιχείρηση, ένα είδος λαϊκού εμπορικού καταστήματος, σε πολυσύχναστη τοποθεσία·  ένας εγγονός τού μεγάλου Αριστείδη, που βρέθηκε σε έσχατη ένδεια, εξασφάλιζε στην Αθήνα και κοντά στον ναό τού Ιάκχου την επιβίωσή του ερμηνεύοντας όνειρα με τη χρήση ενός ειδικού πίνακα (πιθανότατα με αριθμούς και παραστάσεις)· στην ίδια δε τοποθεσία υπήρχαν ερμηνευτές ονείρων ακόμη και κατά την εποχή τών μακεδονικών κατακτήσεων. Οι άνθρωποι αυτοί απευθύνονταν βέβαια στη μάζα, που συμβιβαζόταν γρήγορα και εύκολα με κάθε είδους ερμηνεία, συχνά όμως τούς επισκέπτονταν και εύποροι ακόμη πολίτες. Η ανώτερη κοινωνία προτιμούσε να ερμηνεύει η ίδια τα όνειρά της, ή κατέφευγε στους θεούς, όπως η Κλυταιμνήστρα, που διηγείται τον εφιάλτη της στον Ήλιο, και η Ιφιγένεια η εν Ταύροις, που διηγείται τον δικό της στον Ουρανό. Όλες αυτές οι περιγραφές ονείρων, με το περιεχόμενο, την ερμηνεία και την έκβασή τους, οδήγησαν αργότερα στην ανάπτυξη μιας αντίστοιχης  λογοτεχνίας, στην οποία ανήκει και το έργο τού Αρτεμίδωρου (από τη Δάλδη τής Λυδίας), γραμμένο την εποχή τής Δυναστείας τών Αντωνίνων, με τον χαρακτηριστικό τίτλο: Πέντε βιβλία περί τής ερμηνείας τών Ονείρων. 

     Ο Αρτεμίδωρος εξασφάλισε όλα τα γραπτά κείμενα, ακόμη και τα πιο παλαιά και σπάνια, αποκτώντας έτσι την ικανότητα να κρίνει όσους προηγήθηκαν και είχαν αποσπασματικές μόνο γνώσεις τής αρχαίας παράδοσης, την είχαν ερμηνεύσει εσφαλμένα και είχαν προσθέσει δικές τους επιπλέον επινοήσεις. Δεν περιορίστηκε μόνον σε ό,τι εθεωρείτο αρχαίο και αυθεντικό, αλλά σχετίστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα και με «τους πλέον κακόφημους αγοραίους μάντεις, τους οποίους οι σπουδαίοι και οι καχύποπτοι θεωρούσαν επαίτες, αγύρτες και αξιολύπητους»· τους ακολούθησε τόσο στις πόλεις όσο και σε επίσημες τελετές, στην Ελλάδα, στη Μικρά Ασία και στην Ιταλία, καθώς και στα σημαντικότερα και πιο πυκνοκατοικημένα νησιά, και μελέτησε αρχαίες και νεώτερες αναφορές για τα όνειρα και τις συνέπειές τους. Το έργο του διασώζει ένα ευρύ δείγμα λαϊκής έμπνευσης, κι αν επιθυμούμε να γνωρίσουμε, σε γενικές έστω γραμμές, τις προσδοκίες και τους φόβους τών Ελλήνων τής ύστερης εποχής, θα πρέπει ασφαλώς να το συμβουλευτούμε. Διευκρινίζει εξ αρχής τη διαφορά ανάμεσα στα προφητικά όνειρα, και σ’ αυτά που είναι απλώς συνέπεια και αντανάκλαση μιας τρέχουσας ανάγκης, όπως η πείνα, η δίψα, η δυσπεψία κ.τ.λ.· η πραγματική του όμως αξία συνίσταται στην καταγραφή τής ιδιαίτερα πολύπλευρης συμβολικής τών ονείρων. Ένας πολύ μικρός αριθμός ονείρων είναι «θεωρηματικά», προβλέπουν δηλαδή αυτό που θα συμβεί· τα με μεγάλη διαφορά περισσότερα είναι όνειρα που χρήζουν ερμηνείας, και χαρακτηρίζονται ως «αλληγορικά». Οι αναρίθμητες ερμηνείες που εμφανίζονται εδώ θα ήταν αδιανόητες χωρίς την προηγούμενη επεξεργασία τους από ολόκληρες γενιές ονειρομαντών. Ερμηνείες που προέρχονται, ή τείνουν τουλάχιστον να προέρχονται από τη συσχέτιση πραγματικών ονείρων και πραγματικών γεγονότων που ακολούθησαν· η δε ερμηνεία που συνδέει αυτές τις δυό καταστάσεις είναι δυνατόν να ισχύει και για μελλοντικές περιπτώσεις, και ο Αρτεμίδωρος προσπάθησε να επωφεληθεί με κάθε τρόπο απ’ αυτήν τη διαπίστωση. Σε γενικές ωστόσο γραμμές, είναι μόνο το ατομικό όνειρο που προσφέρεται στην ερμηνεία, η οποία  εξαρτάται συνήθως από  συνειρμούς, πολύ επιπόλαιων ενίοτε, εντυπώσεων και από τον μεταφορικό ιδιαιτέρως συσχετισμό όσων είδε ή ένοιωσε κανείς μέσα στο όνειρο. Ο ερμηνευτής επομένως τών ονείρων μπορεί να δώσει διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις, ανάλογα με την πραγματική ή θεωρούμενη ως πραγματική  προδιάθεση εκείνου που ζητά μιαν απάντηση μέσω τού ονείρου του, ώστε να καθίσταται δυνατόν η δόξα και το μεγαλείο σ’ ένα όνειρο να προλέγουν και μια μεγάλη ακόμα δυστυχία. Ο Αρτεμίδωρος υπήρξε ωστόσο, ανεξάρτητα από κάθε είδους υπερβολή, ένας άνθρωπος ελεύθερος και αποφασισμένος, που αφιέρωσε τη ζωή του σ’ αυτή την υπόθεση.

       Ανάμεσα στο πλήθος τών οιωνών κάθε είδους που κυριάρχησαν  στους μεταγενέστερους χρόνους τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το προφητικό όνειρο εξακολούθησε να διατηρεί – παρ’ όλες τις προσπάθειες επικράτησης άλλων μέσων πρόβλεψης του μέλλοντος –  μια πολύ σημαντική θέση, και ο χριστιανισμός δεν επέφερε κάποια σημαντική αλλαγή σ’ αυτόν τον τομέα, εκτός από εκείνην που αφορά στις γενεσιουργές δυνάμεις τών ονείρων. Λέγεται ότι ο Νέρων δεν ονειρεύτηκε ποτέ ως την ημέρα τής δολοφονίας τής μητέρας του, οπότε είδε έναν τρομερό εφιάλτη, τον οποίον και διηγείται ο Σουητώνιος. Περισσότερο πάντως επηρεασμένος από όλους, αν όχι και κατειλημμένος από τα όνειρα, υπήρξε ο Σεπτίμιος Σευήρος, ο οποίος φρόντισε να αποθανατίσει τα χαρακτηριστικά του πριν πεθάνει σ’ ένα μεγάλο μπρούτζινο άγαλμα που στήθηκε στη Ρωμαϊκή Αγορά.

     Στο σημείο αυτό θα πρέπει να μιλήσουμε για τον αρχαίο Έλληνα ως προφήτη τού μέλλοντος, τον μάντη με την πλήρη σημασία τού όρου. Στις αρμοδιότητές του ανήκαν ήδη η ερμηνεία εν γένει τών οιωνών, καθώς και των τόσο σκοτεινών, συχνά, απαντήσεων που έδιναν οι χρησμοί, και μπορούσε να έχει άρα λόγο και στην ερμηνεία τών ονείρων. Στις μεγάλες θυσίες ερμηνεύει, όπως είδαμε, τα σπλάχνα τών ζώων, μια ιδιότητα που τη διατηρεί και καθ’ όλη την ιστορική περίοδο. Θα πρέπει ωστόσο να υπογραμμίσουμε εδώ την αδυναμία τού ελληνικού ιερατείου, που δεν στάθηκε δυνατό να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξάσκηση της μαντικής, εφ’ όσον ήταν προσκολλημένος σε συγκεκριμένους ναούς· τη μαντική τη διακρίνει αντίθετα η κινητικότητα, το ότι μπορεί δηλ. να εφαρμοστεί οπουδήποτε, καθώς και το γεγονός  ότι οποιοσδήποτε μπορούσε να εκτελέσει μια θυσία· στις περιπτώσεις μάλιστα όπου η θυσία απέβλεπε σε κάποιου είδους πρόγνωση, ο μάντης ήταν περισσότερο απαραίτητος από τον ιερέα. Δεν υπήρξε ωστόσο κανένας επίσημος ορισμός τού μάντη, ούτε τών αρμοδιοτήτων του· η προσωπικότητα και η φήμη του αρκούσαν, για να προσδιορίσουν τα ακριβή όρια της πρακτικής του. Στους γερμανικούς λαούς ο οραματιστής είχε μια πολύ σημαντικότερη θέση, διότι ήταν ταυτόχρονα ιερέας, μάντης και μάγος· στους Έλληνες δεν υπάρχει όμως ούτε η ισχυρή φυσιογνωμία τού προφήτη τών Εβραίων, που ελέγχει τον βασιλέα και τους ιερείς, διότι και οι πλέον εμπνευσμένοι μάντεις τού ελληνικού μύθου δεν κατέκτησαν ποτέ αυτή τη θέση· παρέμειναν όμως μια απαραίτητη ιδιότητα για την Ελλάδα, και μια από τις φυσιογνωμίες,  χωρίς την οποία η αντίληψή μας για τη ζωή αυτού τού έθνους θα ήταν ατελής.

     Το μέλλον που αποκαλύπτει ο μάντης μπορεί να συνιστά είτε μιαν εξέλιξη που θέλησαν ή αποφάσισαν οι θεοί, είτε μια τυφλή μοίρα, κάτι που ο μάντης είναι σχεδόν αδύνατον να διακρίνει κάθε φορά. Ο ίδιος ο Ησίοδος, που διδάχτηκε τη μαντική από τούς Αχαρνής, και λέγεται ότι είχε συνθέσει μαντικούς επίσης στίχους, βεβαιώνει ότι «κανένας θνητός δεν έχει τέτοια μαντική ικανότητα, ώστε να μπορεί να προβλέψει τις βουλές τού Αιγιόχου Διός». Το χάρισμα και η αποστολή τού μάντη τής μυθικής εποχής καθορίζονται από ποικίλους ωστόσο παράγοντες και σπάνια αποδίδονται στους θεούς, οι οποίοι συχνά άλλωστε τον φθονούν, τιμωρώντας τον μάλιστα κάποιες φορές με τύφλωση· ο Φινέας τυφλώθηκε, επειδή προέβλεψε το μέλλον τών ανθρώπων. Αυτή δε η πίστη διευρύνθηκε αργότερα, σε βαθμό που να αποδίδεται, όχι μόνο το χάρισμα της ποίησης αλλά και της προόρασης στους εκ γενετής τυφλούς, θεωρώντας ότι το εσωτερικό βλέμμα είναι ανώτερο από το εξωτερικό, το οποίο οι άνθρωποι αυτοί είχαν στερηθεί. Αν όμως λάβουμε υπόψη τη σχέση του μάντη της πρωτόγονης εποχής με το ζωικό βασίλειο, καλό είναι ν’ αποφύγουμε να δώσουμε οποιοδήποτε ποιητικό περιεχόμενο σ’ αυτή την αντίληψη. Αποδίδονταν ιδιαίτερες πράγματι διαισθητικές ικανότητες σε αρκετά έντομα ή ζώα, όπως στις μέλισσες, στα μυρμήγκια και στα ποντίκια· απέδιδαν δε ακόμα και την ικανότητα του λόγου στα πουλιά (αλλά και στο σαράκι τού ξύλου), και ο μύθος καθιστούσε πολύ συχνά χειριστές τών μάντεων τα ζώα. Όφεις εξαγνίζουν τα ώτα τού Μελάμποδα με τη γλώσσα τους, ενώ αυτός κοιμάται· ξυπνά και κατανοεί ξαφνικά τη γλώσσα τών πτηνών που πετούν γύρω του, προλέγοντας έτσι τον μέλλον τών ανθρώπων. Η Αθηνά εξάγνισε επίσης, αφού τον είχε προηγουμένως εκδικητικά τυφλώσει, τα ώτα τού Τειρεσία έτσι, ώστε να κατανοεί κι αυτός τη γλώσσα τών πτηνών· η θεά απέφυγε δηλ. να του παραχωρήσει η ίδια το προνόμιο της γνώσης τού μέλλοντος, παραπέμποντάς τον στο ζωικό βασίλειο. Αλλά και ο κληρονομικός χαρακτήρας τής προφητικής ιδιότητας, που τον διεκδικούσαν μέχρι μια αρκετά μεταγενέστερη εποχή οι Μελάμποδες, οι Ιαμίδες, οι Τελλιάδες και οι Κλυτιάδες, τοποθετείται σε χαμηλότερο επίπεδο από την υψηλού επιπέδου ατομική ικανότητα, που ανταποκρίνεται σε μια καθαυτό μάλλον πρωτόγονη κατά βάθος δύναμη.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: