Τετάρτη 3 Απριλίου 2024

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (220)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τρίτη, 26 Μαρτίου 2024


Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ:
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΤHΜΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΦΡAΔΕΙΑ

IV. Ο Α Τ Ο Μ Ι Σ Μ Ο Σ – 8


Κάποια στιγμή το Κράτος αναμείχθηκε στις υποθέσεις των σχολών. Τούτο συνέβη το 305 π. Χ., όταν κάποιος ονομαζόμενος Σοφοκλής καθιέρωσε μια νομοθεσία που απαγόρευε στους φιλοσόφους να ιδρύουν σχολές χωρίς την συγκατάθεση του λαού και της συγκλήτου, επί ποινή θανάτου. Όλοι οι φιλόσοφοι εγκατέλειψαν τότε την Αθήνα, αλλά σύντομα επανήλθαν όταν κάποιος Φιλλίων κατήγγειλε τον Σοφοκλή για παράβαση των νόμων· οι Αθηναίοι κατάργησαν τότε τον σχετικό νόμο και επέβαλαν στον Σοφοκλή πρόστιμο πέντε ταλάντων. Σκοπός τους ήταν να επιτραπεί η επιστροφή στην Αθήνα κυρίως του Θεόφραστου που είχε μεγάλο αριθμό μαθητών. Υπήρξε επομένως μια συγκεκριμένη περίπτωση καταδίωξης και ελέγχου των φιλοσόφων από το Κράτος. Το συμβάν αυτό αξίζει να το εξετάσουμε σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η Αθήνα ξαφνικά εκσυγχρονίστηκε με υπερβολικό και ιταμό τρόπο.

Ελάχιστα είναι τα κείμενα των φιλόσοφων, και μάλιστα μόνο τα αρχαιότερα, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, που έχουν συνταχθεί σε εξάμετρο, του οποίου η χρήση συνδυάζεται με ένα είδος μυθικής σύλληψης· αλλά μετά τον Εμπεδοκλή ο πεζός λόγος κυριαρχεί κατ’ αποκλειστικότητα, και το αρχαιότερο ελληνικό κείμενο αυτού του είδους που διασώζεται είναι μερικά αποσπάσματα του Φερεκύδη. Το πλεονέκτημα αυτής της γραφής είναι ότι οι περισσότεροι φιλόσοφοι συνέγραφαν κείμενα για προσωπική τους χρήση, χωρίς να τα προορίζουν προς πώληση, παρότι και αυτό συνέβη. Η λογοτεχνία αυτού του είδους υπήρξε εξ αρχής πλουσιότατη. Τα έργα που διασώθηκαν είναι πολυάριθμα, και χάρη στην τεράστια ποσότητα τίτλων που διαθέτουμε από τον Διογένη τον Λαέρτιο και άλλους συγγραφείς, ανακαλύπτουμε την ύπαρξη χιλιάδων βιβλίων· και μόνο ο στωικός Χρύσιππος συνέγραψε 750. Μπορεί να πρόκειται συχνά μόνο για μικρούς κυλίνδρους, και πολλά αναφερόμενα έργα δεν αποτελούν ασφαλώς παρά μόνο αντίγραφα, ή αποσπάσματα αρχαιότερων συγγραφέων, όπως συνέβη παντού πριν από την ανακάλυψη της τυπογραφίας· δεν θα πρέπει να παραλείψουμε επίσης ότι στο πλευρό της φιλοσοφίας παρόντες είναι και όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι της γνώσης, όπως η επιστήμη της φύσεως, τα μαθηματικά, ακόμη και η ιστορία, και ιδιαιτέρως η πολιτική· παρόλα αυτά, ο πλούτος των αυθεντικών και πρωτότυπων έργων είναι αξιοθαύμαστος.

Η αναλογία ωστόσο των έργων που διασώζονται παρουσιάζει σημαντικές ανισότητες. Από πολυγραφότατους και βαθειά σκεπτόμενους συγγραφείς, όπως ο Δημόκριτος, ο μεγαλύτερος στοχαστής και ερευνητής μετά τον Αριστοτέλη, του οποίου τα έργα θα ήταν απαραίτητα για την αντιμετώπιση σωρείας προβλημάτων, δεν διαθέτουμε όμως σχεδόν τίποτα· σαν κάποιος να επεδίωξε μια συστηματική εξάλειψή, και όπως γνωρίζουμε μεταξύ αντιπάλων φιλοσόφων συνέβησαν παρόμοια έκτροπα· αντιθέτως, διαθέτουμε ολόκληρο τον Πλάτωνα, και τουλάχιστον τα σημαντικότερα έργα του Αριστοτέλη, εκτός βεβαίως από το Σύνταγμα των Αθηναίων· θα πρέπει ασφαλώς να διακρίνουμε τα κείμενα που κυκλοφορούν με το όνομά του, διότι μεταξύ των ολοκληρωμένων έργων υπάρχουν α) συλλογές και προσχέδια, β) μεταγενέστερες σημειώσεις, και γ) αποσπάσματα άλλων συγγραφέων προερχόμενα από υπάρχοντα έργα. Ο ύστερος στωικισμός και ο νέο-πλατωνισμός αντιπροσωπεύονται από ένα πλήθος σημαντικών πρωτοτύπων, κάτι που στερούμεθα εντελώς από τον Επίκουρο, παρότι υπήρξε πολυγραφότερος από τον Αριστοτέλη· είναι ενδεχόμενο να κατέστρεψαν τα έργα του εκ των υστέρων οι Στωικοί, χωρίς αποτέλεσμα όμως, επειδή η πολεμική της οποίας υπήρξε αντικείμενο, επέτρεψε ακριβώς στη θεωρία του να παραμείνει γνωστή, και χάρη στον θαυμασμό του Λουκρήτιου, να επιπλεύσει εκ νέου. Επιπλέον, ένα γνωστό απόσπασμα του Στράβωνα, που επικρίνει τις ρωμαϊκές και αλεξανδρινές βιβλιοθήκες, μας πληροφορεί για την τύχη των κειμένων, τα οποία χωρίς κακή πρόθεση, είτε παραμελήθηκαν, είτε παραδόθηκαν σε αμελείς αντιγραφείς, είτε απωλέσθηκαν ελλείψει αντιπαραβολής.

Η αρχαιότητα επιδόθηκε με ζήλο στην μελέτη έργων του παρελθόντος. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης ασχολήθηκε με φιλοσοφικές μελέτες του παρελθόντος, και αναφέρθηκε συχνά στους προκατόχους του. Οι Αλεξανδρινοί συνέχισαν αυτή την αναζήτηση, όπως και ο Κικέρων, ο Σενέκας, ο Πλούταρχος, ακόμη και οι Πατέρες της Εκκλησίας, χωρίς να παραλείπουμε ασφαλώς την συνεισφορά του Διογένη του Λαέρτιου ο οποίος την εποχή του Σεπτίμιου Σεβήρου συνέγραψε μια σύνοψη της ιστορίας της φιλοσοφίας. Δεν έλειψαν όμως και οι παρωδίες. Το 3ο αιώνα π. Χ., ο Τίμων από τον Φλειούντα, που συνέγραψε και άλλα έργα αυτού του είδους, γράφει τους Σίλλους, ένα τρίτομο ποίημα, στο οποίο διακωμωδεί του φιλοσόφους, το οποίο σύμφωνα με ότι διασώζεται, ήταν σκοτεινό, επιβλητικό και δυσνόητο, εξ αιτίας των πολλών υπαινιγμών, αλλά για την εποχή του εξαιρετικά ελκυστικό, δεδομένου ότι, όπως συνέβη και με την κωμωδία, υπήρχε ένα πλήθος ανθρώπων που αρεσκόταν στους χλευασμούς των φιλοσόφων, ενώ και αυτοί οι ίδιοι αλληλομισούνταν.

Θα πρέπει εδώ να αναφερθούμε εν συντομία και στη μορφή του διαλόγου η οποία υιοθετήθηκε σε πολλά κείμενα. Πρωτοεμφανίζεται, πριν από τον Πλάτωνα, στον Ζήνωνα τον Ελεάτη, διατηρείται με έμφαση, παράλληλα με τη συστηματική γραφή, και μεταφέρεται στους Ρωμαίους, υιοθετούμενη, όχι μόνο από τον Κικέρωνα, αλλά ακόμη και σε μια πολύ μεταγενέστερη εποχή από τον Γρηγόριο τον Μέγα, προσελκύοντας τελικά τόσο τον Μεσαίωνα όσο και την Αναγέννηση. Στο ερώτημα αν κάποια παλαιά ασιατική παράδοση χρησιμοποίησε το διάλογο για την αναζήτηση της αλήθειας, ή κάποιο είδος φιλοσοφικού συμπεράσματος, η απάντηση είναι ότι δεν γνωρίζουμε τίποτε το ανάλογο. Στο Βιβλίο του Ιώβ, οι φίλοι του Ελιφάς, Βιλδάδ και Σωφάρ προσπαθούν με τις αντιρρήσεις τους να τον αποσπάσουν από τους θρήνους (η μεταγενέστερη εμφάνιση του Ελιούς, είναι πιθανότατα προσθήκη), ενώ στο τέλος εμφανίζεται μέσα από την καταιγίδα ο Γιαχβέ, συνετίζει τον Ιώβ, τους παρηγορητές και τους επικριτές του, και αποκαθιστά την αρμονία· πρόκειται για ολόκληρες κοσμοαντιλήψεις που αντιπαραβάλλονται και συγκρούονται. Αλλά από πότε χρονολογείται αυτό το βιβλίο; Ασφαλώς δεν έχει γραφτεί πριν από την εξορία, και το γεγονός ότι η υπάρχουσα θρησκεία αναμειγνύει τον Διάβολο με τις στρατιές των αγγέλων το τοποθετεί πιθανότατα μετά την εξορία, δηλαδή σε εποχή μεταγενέστερη του ελληνικού διαλόγου. Για τους Έλληνες όμως, αυτή η μορφή του λόγου είναι εντελώς φυσική και αυθόρμητη, και στον χώρο της παιδείας, τόσο παλαιά, ως πρακτική διαλεκτική, όσο και η προφορική διδασκαλία, διότι επιτρέπει στις σκέψεις να ξεδιπλώνονται με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από ότι σε κάθε άλλο είδος συνομιλίας· αυτός είναι και ο λόγος που η φιλοσοφία, όπως είπαμε, μεταδώθηκε κατ’ αρχάς και εξ αρχής δια του προφορικού λόγου. Ίσως κάποιοι να κρατούσαν ορισμένες σημειώσεις από αυτές τις δύο κατηγορίες του λόγου (προφορικός και διάλογος), ο Σωκράτης πάντως, ο οποίος ουδέποτε έγραψε κάτι ο ίδιος, ενθάρρυνε ενδεχομένως του ακροατές του να αποτυπώνουν στο χαρτί τις συνομιλίες του· έτσι εξηγείται το γεγονός ότι στη συνέχεια οι φιλόσοφοι συγγράφουν διαλόγους με εξαιρετική ευχέρεια. Είναι γνωστό ότι ο Πλάτων, και οι υπόλοιποι σωκρατικοί επιδώθηκαν με ζήλο σε αυτό το είδος της γραφής· λέγεται ότι ο Πλάτων για να εμπεδώσει αυτό το είδος συνομιλίας μελετούσε τους μίμους του Σώφρονος (σε πεζό λόγο), δηλαδή διαλόγους από την καθημερινή ζωή· λέγεται επίσης ότι ο Πλάτων επεξεργαζόταν και τελειοποιούσε τους διαλόγους του σε όλη τη διάρκεια του βίου του. Γνωρίζουμε πάντως ότι αρεσκόταν σε σκόπιμες τεχνητές προσαρμογές, ξεκινώντας για παράδειγμα, με έναν εισαγωγικό διάλογο, τον οποίο κατόπιν αφηγείται ένας από τους συμμετέχοντες· θα πρέπει να ομολογήσουμε, ότι παρ’ όλη την τέχνη του Πλάτωνα, η υπομονή του σύγχρονου αναγνώστη, ο οποίος αξιολογεί διαφορετικά το χρόνο, μπορεί να δοκιμάζεται, εξ αιτίας κυρίως των ειρωνικών αψιμαχιών. Οι όψιμες απομιμήσεις πάντως αυτής της διαδικασίας ενδέχεται να θεωρηθούν εξαιρετικά ανιαρές. Ασφαλώς η ιερόσυλη παρωδία του Λουκιανού, όπως μας προσφέρεται στο Συμπόσιο ή στους Λάπιθες, διατηρεί την ευκρίνεια και τη δραματικότητά της. Αντίθετα ο Πλούταρχος, στον Ερωτικό, κατανέμει τις ομιλίες και τις απόψεις του κάπως αδέξια, παρεμβάλει λεπτομέρειες που αποπροσανατολίζουν, κ.τ.λ. Στο Περί του Σωκράτους δαιμονίου, έργο με εξαιρετικά ενδιαφέρον περιεχόμενο, αναδεικνύει ταυτόχρονα όλα τα συμβάντα. Μετά από τον εισαγωγικό διάλογο των προσώπων, παρατίθεται ολόκληρη η συνωμοτική δράση των Θηβαίων κατά των Σπαρτιατών, μέσα από απλοϊκούς διαλόγους των βασικών προσώπων, οι οποίοι όμως διακόπτονται από ανταλλαγές απόψεων για θέματα φιλοσοφικού περιεχομένου, και επιπλέον από μια στοχευμένη θεωρία περί των ψυχών και των δαιμόνων, με την μορφή ενός οράματος που συνέλαβε ο Τίμαρχος από την Χαιρώνεια, καθ’ οδόν προς το Μαντείο της Λειβαδιάς, περιγραφή που μας παραπέμπει στο είδος της πλοκής του Ludwig Tieck, και άλλων ρομαντικών, όπου συζητήσεις για θέματα λογοτεχνίας, παρεμβάλλονται ανάμεσα σε βίαια συμβάντα, όπως απαγωγές και άλλα παρόμοια. Μετά από αυτές τις ανταλλαγές απόψεων, ένα από τα πρόσωπα του εισαγωγικού διαλόγου, αναλαμβάνει τελικά την αφήγηση, σε ευθύ λόγο, η οποία καταλήγει με την εξόντωση των συνωμοτών. Στο Συμπόσιο των Επτά Σοφών, ο συγγραφέας αναθέτει στον Γοργία, αδελφό του Περίανδρου, ο οποίος είναι ο οικοδεσπότης των Επτά Σοφών, και ένας εξ αυτών, να τους αφηγηθεί «την διάσωση του Αρίωνος υπό δελφίνων», η οποία ποσώς σχετίζεται με το περιεχόμενων των συνομιλιών που απασχολούν τους Σοφούς. Παρ’ ολίγον να παρεμβάλει στον διάλογο και τον ίδιο τον Αρίωνα· και ενδέχεται να το απέφυγε επειδή είχε ήδη υπερβολικά μακρηγορήσει.

Είναι πάντως βέβαιο ότι οι Έλληνες απολάμβαναν τον διάλογο. Μετά από την επίμονη καλλιέργειά του κατά την Αναγέννηση, εγκαταλείφθηκε, και αιτία είναι ίσως το γεγονός ότι στις μέρες μας κανείς δεν έχει διάθεση να ακούει τους άλλους, και πάντως όχι με τον τρόπο που το συνήθιζαν άλλοτε. Ο Πλούταρχος είχε συγγράψει μιαν ολόκληρη μελέτη Περί του ορθού τρόπου ακροάσεως.


(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: