Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΑΘΕΟΥΣ (8)

Συνέχεια από Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Η ΑΙΩΝΙΑ, ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΟΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
 Του Franco Ferrarotti.
Μετα-Χριστιανικοί στοχασμοί.
 Η ΑΙΩΝΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Η τεχνολογία σαν εφαρμοσμένη επιστήμη που βιάζει την Φύση.


9) Ο θάνατος σαν ένα ασήμαντο ατύχημα, τεχνικώς σκοτωμένου (ξεπερασμένου).

Ο θάνατος μπορεί να τεθεί λοιπόν σαν η βάση μιας ζωτικής προοπτικής η οποία υπερβαίνει το συμπτωματικό και δίνει ένα νόημα πέραν της καθημερινότητος στην καθημερινότητα, απελευθερώνοντάς την από την επαναλαμβανόμενη κοινοτυπία και από τον αυτοματισμό της ρουτίνας. Η φυσική θεολογία που είναι πιθανόν δυνατή είναι αυτή που απορρέει από μια θανατολογική ανθρωπολογία. Αναποδογυρίζοντας διαλεκτικά τον εαυτό του, ο θάνατος σαν σύνορο και όριο, διανοίγει την υποψία και την αναμονή μιας ζωής πιο ζωντανής από την τρέχουσα ζωή, μιας πληρότητας των χρόνων σαν τέλος, αλλά και ολοκλήρωση της Ιστορίας. Mors, ubi est Victoria tua; (ώ θάνατε, που είναι η νίκη σου;) Μια θέση κατεξοχήν διφορούμενη, η οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει τα σύμβολα του θανάτου και τον θάνατο τον ίδιο (π.χ. η νεκροκεφαλή) σαν έξοδο από την ιστορία με μια αντιδραστική σημασία και σαν εμπόδια της εξελικτικής ωθήσεως της ανθρωπότητος, βασισμένη σε πρωτόγονες αξίες, μεταιστορικές ή ανιστορικές (φασισμός και ναζισμός).
Αλλά και να λειτουργήσει σαν μία δυνατότητα επανεύρεσης της σημασίας και της ιδέας του θανάτου που υπήρξε ήδη χαρακτηριστική στον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα και στην παλαιομοντέρνα περίοδο, για να μην μιλήσουμε για την κλασσική σκέψη. Στην νοσταλγία όμως του λαϊκού μοντέρνου και των τελετών της κηδείας που δίνουν μιαν αξιοπρέπεια στο τελικό πέρασμα, είναι παρούσα, ίσως ασυνείδητα, αυτή η ανάγκη.
Στην πλατωνική σκέψη, η φιλοσοφία και η ανθρώπινη σημασία της, όχι μόνο λογική αλλά και υπαρξιακή (σύμφωνα με την παράδοση της προσωκρατικής σοφίας η οποία δεν είχε ακόμη χαθεί) συμπεραίνονται στην ιδέα της φιλοσοφίας σαν μελέτης θανάτου. Αυτή η ιδέα έζησε για πολύ στην Ευρωπαϊκή Ιστορία, πιθανώς βοηθούμενη και από έναν μέσον όρο ζωής πολύ μικρό, μέχρι τις αρχές του τελευταίου αιώνος. Ο θάνατος δεν είναι μόνον ένα οικείο πράγμα, αλλά ταυτοχρόνως είναι και το πράγμα, η υπέρτατη εμπειρία, που δίνει το κλειδί για να κατανοήσουμε το νόημα όλης της ζωής. «Ένας όμορφος θάνατος – τιμά ολόκληρη την ζωή».
Η εποχή της βιομηχανοποιήσεως σε μια ευρύτατη κλίμακα, η εποχή της τεχνολογίας δηλαδή, της παραγωγής και της μαζικής καταναλώσεως, αλλοίωσαν πολύ βαθειά αυτή την στάση ζωής. Δεν ευθύνεται μόνον το σουπερ-μάρκετ για την απώλεια του αρχαίου ρητού του γέρου-αγρότη: «ο θεός βλέπει – ο θεός προβλέπει».
Ο θάνατος έπαψε να ενδιαφέρει. Προσπαθούμε να τον ξεχάσουμε. Ο νεκρός ζωγραφίζεται σε ζωντανές θέσεις, μερικές φορές σαν να τηλεφωνεί. Θέλουμε να ξεχάσουμε την τεχνική διακοπή της ζωής, αυτό το δυσάρεστο ατύχημα, που εισβάλλει πάντοτε απροειδοποίητα. Στην περίπτωση διασήμων προσωπικοτήτων, ο νεκρός διατηρείται επί μακρόν στη ζωή τεχνικά, σε ένα είδος κατώτερης ζωής. Ο νεκρός δεν σταματά  να πεθαίνει, μόνον ο θάνατος απωθείται. Στις πιο κοινές περιπτώσεις, ο νεκρός χάνεται κυριολεκτικά. Οι εκδηλώσεις πένθους εξάλλου ή έχουν καταργηθεί εντελώς ή έχουν μειωθεί στο ελάχιστο. Το γεγονός έχει καταγραφεί λεπτομερώς. «Ένας πόνος πάρα πολύ ορατός δεν εμπνέει συμπόνια, αλλά αηδία. Είναι ένα σημείο νοητικής υστέρησης ή κακής μορφώσεως. Είναι νοσηρό. Στο εσωτερικό του οικογενειακού κύκλου, υπάρχει ακόμη δισταγμός για την πλήρη εγκατάλειψη, λόγω του φόβου των μικρών. Έχουμε το δικαίωμα να κλάψουμε μόνον εάν κανείς δεν μας βλέπει και δεν μας ακούει: το μοναχικό πένθος, γεμάτο ντροπή είναι το μόνο που μας απέμεινε, σαν ένα είδος αυνανισμού. Στις χώρες όπου η επανάσταση του θανάτου είναι ριζική, για παράδειγμα στην Αγγλία, η καύση κατέληξε να είναι το ποιο διαδεδομένο σύστημα ταφής. Οι αιτίες δεν είναι μόνον μια θέληση διακοπής με την χριστιανική παράδοση, μια φανέρωση του διαφωτισμού και του μοντερνισμού. Η βαθιά αιτία είναι πως η καύση ερμηνεύεται σαν το πιο ριζικό μέσον για να εξαφανιστεί και να ξεχαστεί οτιδήποτε μπορεί να παραμείνει από ένα σώμα, για να εκμηδενιστεί. Και παρά τις προσπάθειες των διοικήσεων των νεκροταφείων, σήμερα κανείς δεν επισκέπτεται τις τεφροδόχους, ενώ συνεχίζουν οι επισκέψεις στα νεκροταφεία. Η καύση αποκλείει το προσκύνημα».

10) Η Αιώνια θρησκεία και η θετική λειτουργία του κακού.

Μια βασική προϋπόθεση για την οικοδομή μιας φυσικής θρησκείας φαίνεται να αποτελεί ο επαναπροσδιορισμός της σήμερον απέναντι στον θάνατο και η αποδοχή της σημασίας του ορίου που ενυπάρχει στον θάνατο. Επαναπροσδιορισμός αρκετά δύσκολος, καθότι η σημερινή στάση απέναντι στον θάνατο αντικατοπτρίζει την βαθύτερη εμπειρία της τεχνολογίας και είναι η μόνη απάντηση που ο τεχνολογικός κόσμος, θεμελιωμένος στον δεσμό αιτία-αποτέλεσμα, μπορεί να δώσει στο μυστήριο του θανάτου και στο αγωνιώδες αδιέξοδο που αντιπροσωπεύει. Και πραγματικά δεν είναι καν μια απάντηση, πόσο μάλλον μια εξήγηση, αλλά η απλή και καθαρή διαγραφή, η προσπάθεια να μην το σκεφθούμε ή να τον ξεχάσουμε, όπως γίνεται με τα άσχημα όνειρα και τις κακές σκέψεις.
Ο θάνατος λοιπόν αναδεικνύει την εκρηκτική ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην τεχνολογικο-επιστημονική αλήθεια και στην ανθρώπινη αλήθεια. Ο θάνατος είναι ο μισθός της αμαρτίας. Εάν από το άλλο μέρος το σκάνδαλο του θανάτου είναι το θεμέλιο, θεωρητικό και υπαρξιακό, της έννοιας του ανθρώπινου πεπερασμένου και της δυνατότητος μιας φυσικής θεολογίας, τότε η αμαρτία είναι ουσιώδης. Υπάρχει μέσα στην αμαρτία μια ύβρις που ανακαλεί την μανική ορμή των ομηρικών θεών. Η αμαρτία δεν είναι αναγκαίως έλλειψη, κενό. Μπορεί να είναι μια υπερβολή της ζωής, ανυπομονησία, κάτι πρώιμο. Περισσότερο από την στατική (σχολαστική) αντιπαράθεση ανάμεσα στο καλό και στο κακό, η αμαρτία μας φωτίζει την δυνατότητα μια τάξεως πέρα από την συντεταγμένη τάξη. Αυτό που γοητεύει στον εγκληματία είναι αυτή η πλευρά του ανυπόμονου δικαστού, του ηθοποιού που επιβάλλει την δικαιοσύνη μόνος του, που τοποθετείται σαν πηγή του δικαίου, σημείου σύμπτωσης ανάμεσα στην δύναμη και στην νόμιμη αυθεντία. Ο εγκληματίας σαν ο μοναδικός καταθέτης μιας αυθεντικής ελευθερίας, δηλαδή απολύτου.
Αναδύεται όμως εδώ ένα ερώτημα: Γιατί οι εγκληματολόγοι κατανοούν τόσο λίγο την εγκληματικότητα; Μια κριτική ανάλυση όλων των συμπερασμάτων των μελετών που διεξήχθησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια, επιβεβαιώνει την σοβαρότητα του ερωτήματος! Είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο να ασχοληθούμε δημιουργικά με τις παρεκκλίσεις και την εγκληματικότητα χωρίς να διαθέτουμε ή να υποφέρουμε από μια προηγούμενη συγκατάβαση για τους εγκληματίες, χωρίς να αισθανόμαστε να τους προσφέρουμε την ευχή της αμφιβολίας σε κάθε είδος παρέκκλιση.
Και είναι ακριβώς αυτό που δεν διαθέτουν οι αυθεντικοί δικαστικοί ή “ράτσας”, όλοι όσοι κινούνται, σκέπτονται και ζουν στο εσωτερικό της επαγγελματικής ηθικής αλλά και των παραμορφώσεών της, σαν να διαθέτουν μια αστραφτερή πανοπλία, άθικτη, επαρκέστατη αλλά και περιορισμένη, κλειστή ως προς τον εξωτερικό κόσμο. Υπάρχουν εργασίες που αποδεικνύουν μια μανιχαϊστική εικόνα του κόσμου (εμείς σωστοί, από το ένα μέρος, και όλοι οι άλλοι, εγκληματίες εν δράσει ή μελλοντικοί, από το άλλο), κοντά σε όσους, ίσως μάλιστα στην πλειοψηφία, έχουν χάσει την λειτουργία της «διαχειρίσεως της δικαιοσύνης». Μια φράση παράξενη κι’ αυτή, που φανερώνει την δικαιοσύνη σαν ένα εμπόρευμα σε αγοραπωλησία, που χρήζει διαχειρίσεως, ακριβώς σαν μια αποκλειστική μας περιουσία.

(Συνεχίζεται)


Αμέθυστος

Δείτε εδώ όλες τις προηγούμενες αναρτήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: