Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση (17)

Συνέχεια από: Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Συστηματικής – Δογματικής Θεολογίας 

Διπλωματική εργασία Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση.

Καθηγητής: Χρ. Σταμούλης 

Φοιτητής : Περικλής Αγγελόπουλος - Θεσσαλονίκη 2020

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

5. Ιησούς ο Χριστός
Η παρουσία του Χριστού στον κόσμο με την μορφή;;;; ανθρώπου αποτελεί σκάνδαλο για την ανθρώπινη λογική και θέτει με τρόπο παράδοξο το ερώτημα για την αλήθεια, καθώς και για την υπαρξιακή και οντολογική σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Το γεγονός ότι η αιώνια πραγματικότητα εκδηλώθηκε μέσα στο χρόνο προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη μορφή αποτελεί πρόκληση για την ελληνική και την ιουδαϊκή σκέψη. Για την ελληνική φιλοσοφία που οργανώνεται γύρω από τον αποδεικτικό στοχασμό, η ενσάρκωση του Θεού, η συνύπαρξη δύο φύσεων, η ανάσταση των νεκρών και η ζωή μετά το θάνατο αποτελούν «μωρία», ενώ οι Ιουδαίοι ζητούν «σημείο» για να πειστούν285.

Η ενανθρώπιση του Θεού και η σύνδεση απείρου και περατού;;;;[Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ] υπερβαίνει την πίστη στις ανθρώπινες προσπάθειες για ηθική βελτίωση, αλλά και την ιδεαλιστική προσέγγιση που θεωρεί τον Θεό και τον άνθρωπο, την ύλη και το πνεύμα, το ιερό και το βέβηλο ως περιοχές αγεφύρωτες μεταξύ τους, όπως εκφράστηκαν στον νεστοριανισμό και τον μονοφυσιτισμό αντίστοιχα, καταξιώνει το σώμα, ενώ ταυτόχρονα καταφάσκει στην υποκειμενικότητα και θέτει στον άνθρωπο με ένταση το υπαρξιακό ερώτημα για την πραγματικότητα του Θεού, για την προέλευση του ανθρώπου, καθώς και τη δυνατότητα της μετοχής στο Είναι του Θεού286.[ΩΡΑΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΕΣ.Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ]

Ωστόσο, η σύνθεση απείρου και πεπερασμένου γίνεται εφικτή χάρη στην πραγματικότητα του προσώπου. Το γεγονός της εμφάνισης του Θεού στον κόσμο με την μορφή ανθρώπου και της συνύπαρξης της θεϊκής και της ανθρώπινης φύσης σε μια υπόσταση, πραγματοποιείται χάρη στη δυνατότητα του κοινού τρόπου ύπαρξης που ο Θεός αποτύπωσε στον άνθρωπο, δημιουργώντας τον, κατ΄εικόνα του και που δεν είναι άλλος από την πραγματικότητα του προσώπου287. Ο Θεός υπάρχει ως πρόσωπο, ως γεγονός ελευθερίας από κάθε προκαθορισμό της φύσης ή ουσίας, την οποία υποστασιάζει στην συγκεκριμένη ύπαρξη.

Αντίστοιχα ο άνθρωπος υπάρχει ως πρόσωπο, ως το συγκεκριμένο υποκείμενο με δυνατότητα ελευθερίας από κάθε περιορισμό της κτιστής του φύσης. Η ύπαρξη στην προοπτική αυτή ενεργεί και φανερώνει τις ιδιότητες της φύσης στη συγκεκριμένη υπόσταση με προσωπική ελευθερία, θέληση και αυτοσυνείδηση. Ο Χριστός στην προσωπική του ύπαρξη συγκεφαλαιώνει και εκδηλώνει τις δύο φύσεις ταυτόχρονα, δίχως να τις συγχέει μεταξύ τους, αδιαίρετα, παραμένοντας τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ενώ παράλληλα εξαιτίας ακριβώς της συνύπαρξης των δύο φύσεων, συνυπάρχει το ανθρώπινο με το θείο θέλημα.[Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ Η ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΣΕΩΝ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΘΑΥΤΟΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΠΟΥ ΔΙΕΛΥΣΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ. ΧΩΡΙΣ ΧΡΙΣΤΟ. ΜΕ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ. Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΠΙΣΜΟ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ, ΟΤΙ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΩ ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ ΚΤΙΣΤΕΣ. ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΛΟΙΠΟΝ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΔΙΟΤΙ ΚΑΤΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ.]

Η υποστατική αυτή ένωση δεν είναι μια θεωρητική αναφορά, αλλά γεγονός υπαρξιακό, οντολογικό που αναδεικνύει τη φύση και τις ενέργειες της, ως ένα φυσικό γεγονός που υποστασιάζεται στην πραγματικότητα του προσώπου.[ΤΟ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟ] Έτσι, η ουσία υπάρχει ταυτόχρονα με την πραγματικότητα του προσώπου. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι ο καθηγητής επιμένει ότι δεν υπάρχει υπόσταση δίχως ουσία, και ουσία δίχως να πραγματώνεται στο γεγονός της ύπαρξης[ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΗ ΘΕΣΗ]. Θα λέγαμε ότι αυτές οι αναφορές αποτελούν και μια πρώτη απάντηση στην κριτική που ασκήθηκε στην οντολογική του προσέγγιση και σύμφωνα με τις οποίες, ο ίδιος προκρίνει μια αν-ούσια υπόσταση288.[Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ.ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ. ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΜΕΘΟΔΟ. ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ.]

Ο Χριστός πραγματοποιεί το γεγονός της ζωής με τον τρόπο της αγάπης, και σε αντίθεση με την κίνηση ανυπακοής του Αδάμ[ ΣΕ ΕΞAΡΤΗΣΗ. ΗΡΘΕ ΝΑ ΜΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ. ΜΙΑ ΦΤΩΧΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ] που σηματοδοτεί την αυτονομία του ανθρώπινου θελήματος, πραγματοποιεί τη ζωή, ως υπακοή και κοινωνία με τον Πατέρα, ως αυτοπαράδοση και άρνηση;; του ατομικού;; του θελήματος. Η υπαγωγή του ανθρώπινου θελήματος στο θέλημα του Θεού γίνεται εκουσίως και η υποταγή του ανθρώπινου θελήματος που φέρει εντός του ο Χριστός, στο θέλημα των προσώπων της Αγίας Τριάδας, έχει ως αποτέλεσμα την θεραπεία της ανθρώπινης φύσης.[ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ]

Η φύση μέσω;; της θέλησης του Χριστού μετέχει στη ζωή της Τριάδας που συνιστά την νίκη επί του θανάτου. Η ένωση των δύο φύσεων και η εκούσια υποταγή της ανθρώπινης θέλησης στην θεϊκή αποκαθιστούν την αρχική δυνατότητα της ενότητας Θεού και ανθρώπου και σώζουν τον άνθρωπο από το θάνατο, καθώς πλέον ο άνθρωπος βρίσκεται εντός της ζωής. Η αυτονομία της φύσης και των ενεργειών της, όπως και ο περατός της χαρακτήρας, που επήλθε ως αποτέλεσμα της αποκοπής από τη ζωή του Θεού αίρεται καθώς δια της υπακοής αποκαθίσταται η κοινωνία με το Θεό και πλέον το πρόσωπο ως γεγονός ελευθερίας ενεργεί υπερβαίνοντας τα δεδομένα της κτιστής πραγματικότητας289.

Η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης από τον Θεό γίνεται με τον τρόπο της κένωσης, της εκούσιας παραίτησης του Χριστού από την αποκάλυψη της θείας μορφής του για να προσλάβει την ανθρώπινη φύση και να κάνει εφικτή την αρμονική συνύπαρξη των δύο φύσεων σε μια υπόσταση.[Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΛΛΑ ΛΕΕΙ. ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΠΑΡΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΠΡΟΣΩΠΑ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΡΟΥΜΕ] Το γεγονός της μετοχής στο Είναι του Θεού καταργεί τον θάνατο, καθώς ο Θεός είναι αυτός που ζωοποιεί και εντός του οποίου ζούμε και κινούμεθα290. Η δυνατότητα μετοχής στη ζωή του Θεού καταξιώνει το ανθρώπινο σώμα και νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ύπαρξη καθώς το θνητό ενδύεται αφθαρσία στην προοπτική της ενσάρκωσης και της ανάστασης του Χριστού291.

Η ενσάρκωση λοιπόν του Χριστού, που πραγματοποιείται με έναν απόλυτα φυσικό τρόπο, τη γέννηση μέσα από τη μήτρα της μητέρας του, προσλαμβάνει ολόκληρο τον άνθρωπο, καταξιώνοντας την ανθρώπινη σωματικότητα. Το πρόσωπο έτσι, δεν αποτελεί μια θεωρητική κατασκευή αλλά ένα απόλυτο φυσικό γεγονός που περιλαμβάνει όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν την ύπαρξη του στο πραγματικό.[ΔΕΝ ΠΡΟΣΕΛΑΒΕ ΤΑ ΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.ΜΙΚΡΗ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ]

Ταυτόχρονα, η θεία φύση συνυπάρχει ακέραια μαζί με την ανθρώπινη. Στην ενανθρώπιση του Χριστού η ανθρώπινη φύση δεν αποτελεί παθητικό συντελεστή αλλά στο πρόσωπο της Παναγίας εκφράζει την ελεύθερη βούληση και την ελεύθερη αποδοχή του θελήματος του Θεού που επιτρέπει την συνάντηση της θείας με την ανθρώπινη φύση. Στο πρόσωπο της Παναγίας αναιρούνται όλες οι αυτονομημένες λειτουργίες της φύσης που ενυπάρχουν στον άνθρωπο ως αποτέλεσμα της αυτονόμησης από τη θεία ζωή. Σηματοδοτείται η υπέρβαση των φυσικών ορίων μέσω των ενεργειών του Θεού που υπερβαίνει τον τρόπο του ακτίστου εγκαταλείποντας την απειρότητα και αναλαμβάνοντας την περατή ανθρώπινη φύση, ενώ ταυτόχρονα ο άνθρωπος ελευθερώνεται από τους περιορισμούς της κτιστής του φύσης, που έχουν ως έσχατη συνέπεια το θάνατο, λαμβάνοντας το δώρο της ύπαρξης ως ζωής ελεύθερης από τους περιορισμούς του κτιστού. Η Παναγία με τον τρόπο αυτό γίνεται υπόδειγμα της πύλης της όντως ζωής, της ένωσης του άκτιστου με το κτιστό. Η προσευχή λοιπόν, σε αυτήν δεν αναφέρεται σε κάποιου είδους δικανική μεσολάβηση, αλλά πραγματοποιείται ως έκφραση της επιθυμίας συμπερίληψης και της θέλησης του προσευχόμενου στο δικό της ζωοποιό θέλημα292.[ΚΑΝΕΙ ΑΙΤΗΣΗ]-ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ. ΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΝΕΚΕΝ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ.
Η ενσάρκωση του Χριστού αποτελεί έτσι, γεγονός ιστορικό που πιστοποιείται και καταγράφεται σε σωρεία ιστορικών αναφορών. Ο ίδιος Εβραίος στο γένος, γεννημένος την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εντάσσεται πλήρως στην ιστορία.[ΤΟΣΟ ΚΑΛΑ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΑΣ] Το όνομα του Ιησούς που θα πει βοηθώ και Χριστός που σημαίνει τον κεχρισμένο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων και που αναφέρεται στη μεσσιανική του ιδιότητα μαρτυρούν την ιστορικότητα της παρουσίας του. Ο συνδυασμός του Ιησού και του Χριστού υποδεικνύει την ιδιότητα του και την ιστορική του φανέρωση293.

Η αφήγηση για τη διάκριση μεταξύ ιστορικού Ιησού και κηρυγματικού Χριστού που διαμορφώθηκε στην Δυτική θεολογία απορρέει από τον νοησιαρχικό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων που ζητά διαβεβαιώσεις και εξασφαλίσεις της ορθότητας των συλλογισμών294. Με τον τρόπο αυτό η Δυτική σκέψη απολυτοποιεί και την αυθεντία της Βίβλου αλλά και των Πατέρων της Εκκλησίας στην περίπτωση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, λησμονώντας το γεγονός της ένωσης Θεού και ανθρώπου. Η θεοπνευστία της Γραφής εξασφαλίζει την αλήθεια και δίνει σιγουριά στον πιστό ότι διαβάζοντας την κατείχε την αλήθεια.

Αντίθετα, η ορθόδοξη θεολογία αρνήθηκε να απολυτοποιήσει την αλήθεια στα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας. Στην ορθόδοξη παράδοση τονίζεται η πραγματοποίηση της ζωής κατ΄αλήθεια, της βίωσης της ζωής, σύμφωνα με τον τρόπο της αγάπης που συνιστά το είναι του Θεού. Η βίωση της ζωής σύμφωνα με τον τρόπο της αγάπης, πραγματοποιείται πρωταρχικά εντός της Εκκλησίας που συνιστά το σώμα του Χριστού. Η αλήθεια της Εκκλησίας δεν αναφέρεται σε άρθρα πίστης με αλάθητο χαρακτήρα που δεν τολμά ο πιστός να αμφισβητήσει, αλλά στην πραγματοποίηση της ζωής που αποκαλύπτει ο Χριστός που είναι η αλήθεια και η ζωή και παραμένει ίδιος στους αιώνες.

Η γνώση λοιπόν του Χριστού επαληθεύεται εντός της Εκκλησίας που απαρτίζεται σε σώμα του Χριστού και συγκροτείται γύρω από την Ευχαριστιακή Σύναξη, καθώς η ζωή πραγματοποιείται με τον τρόπο της ζωής που υπερβαίνει τον θάνατο. Η διδασκαλία έτσι του ευαγγελίου δεν είναι απλώς μια ηθική διδασκαλία ανάμεσα στις άλλες αλλά γεγονός που συγκροτεί τη ζωή. Η υπέρβαση του θανάτου συντελείται με τον σταυρικό θάνατο του Χριστού και την ανάσταση του. Ο Χριστός παραδίνεται στον θάνατο εκουσίως ανταποκρινόμενος[ΕΥΤΥΧΩΣ ΜΑΣ ΕΣΩΣΕ] στο θέλημα του Πατέρα. Στο πρόσωπο του Χριστού η ανθρωπότητα εγκαταλείπει τον τρόπο της αυτονομημένης φύσης και αποκτά τη δυνατότητα να υπερβαίνει το γεγονός του θανάτου και αποκτά τη δυνατότητα να ενεργεί ελεύθερα από τους περιορισμούς της κτιστής φύσης. Η ζωή πλέον πραγματώνεται όχι ως επιδίωξη του ατομικού θελήματος αλλά μέσω του Σταυρού πραγματοποιείται ως αγαπητική κοινωνία προσώπων295. 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Χρ. Γιανναράς αντιπαραβάλλει στην ορθόδοξη αντίληψη για τη σωτηρία και ιδιαίτερα την προτεσταντική που ερμηνεύει τον θάνατο του Χριστού με όρους νομικούς. Στην ανατολική θεολογία η έννοια της δικαίωσης και του λύτρου αναφέρονται στη θυσιαστική προσφορά του Χριστού και την παλινόρθωση της σχέσης του ακτίστου με το κτιστό. Αντίθετα στη δυτική θεολογία ταυτίστηκε με τη δικαιοσύνη του Θεού και το λύτρο που θα έπρεπε να πληρωθεί για να εξαγοραστεί η ανθρωπότητα από τη φθορά και τον θάνατο.

Για την δυτική σκέψη, η αμαρτία του ανθρώπου αποτελεί παραβίαση του νόμου του Θεού, προσβολή της μεγαλειότητας του, που προκάλεσε την οργή του, σύμφωνα με τον Λούθηρο και τον Καλβίνο. Έτσι, ή άπειρη μεγαλειότητα του Θεού απαιτούσε άπειρο αντάλλαγμα εξιλέωσης που ο πεπερασμένος άνθρωπος αδυνατούσε να παρέχει. Ο Θεός στο πρόσωπο του Χριστού τιμωρεί την ανθρωπότητα ενώ ταυτόχρονα την ελευθερώνει από τη φθορά και την αμαρτία καθώς ικανοποιείται η δικαιοσύνη του, και ο ίδιος ο Χριστός επωμίζεται το βάρος των αμαρτιών της ανθρωπότητας. Η Χάρη του Θεού έτσι, παραβλέπει τις ανθρώπινες αμαρτίες και δίνει σε όποιον δεχτεί τη σταυρική θυσία του Χριστού την άφεση των αμαρτιών του και την αιώνια σωτηρία.

Ο Χρ. Γιανναράς επισημαίνει ότι η θεώρηση αυτή αλλοιώνει το νόημα της εκκλησιαστικής εμπειρίας και της εικόνας του Θεού που στην ορθόδοξη παράδοση εμφανίζεται ως «εραστής μανικότατος», εμφανίζοντας τον ως τιμωρό και εκδικητικό Θεό. Το μεγάλο ρεύμα αθεϊσμού που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη τους τελευταίους αιώνες αποτελεί μια αντίδραση απέναντι στον έλεγχο της ζωής και τα αισθήματα ενοχής που γεννά στον άνθρωπο η έννοια της τιμωρίας και του φόβου. Το σχήμα, ενοχή, εξαγορά, δικαίωση, είναι σύμπτωμα κάθε φυσικής θρησκείας που αρνείται να παραιτηθεί από την αξιομισθία των επιτευγμάτων της, έστω και με τη μορφή κάποιου υπερβατικού λύτρου296. 

Ωστόσο, η θεώρηση αυτή αλλοιώνει το μήνυμα του ευαγγελίου που είναι η παραίτηση από την αυτονομημένη ύπαρξη και η πραγματοποίηση της ζωής σε σχέση και αναφορά με τον Θεό που είναι ο χορηγός της ζωής. Η άρνηση του εαυτού και των επιτευγμάτων του για τη γνώση του Χριστού αποτελούν τον πυρήνα του Σταυρού που μας δείχνει τον τρόπο συσχηματισμού με τον τρόπο της υπάρξεως του Χριστού που συνιστά τον τρόπο της ζωής. Η ανάσταση του Χριστού ακριβώς δεν αναφέρεται σε κάποιο θαύμα που δηλώνει την δύναμη του Χριστού αλλά στη μετάθεση της ύπαρξης από την φθορά στην αφθαρσία, από τον τρόπο του θανάτου, στον τρόπο της αιώνιας ζωής. Η ύπαρξη που αντλεί ζωή από τον Θεό δεν πεθαίνει σε αντίθεση με τη φύση που υπάρχει με τις δικές της ενέργειες και καθιστά τη ζωή γεγονός επιβίωσης, καθώς αντλεί ζωή από την αυτονομημένη περατή ύπαρξη. Η ανάσταση του Χριστού αποκτά καθολική σημασία και έχει συνέπειες για ολόκληρη την ανθρωπότητα καθώς αποκαθιστά τη δυνατότητα της σχέσης Θεού και ανθρώπου. Κάθε άνθρωπος παραιτούμενος από το θέλημα του στο πρότυπο του Χριστού, ενώνεται με το ζωοποιό θέλημα του Θεού και ζει τη ζωή ανακαινιζόμενος κάθε μέρα κατά το Πνεύμα του Θεού. Ο τρόπος αυτός της ζωής πραγματώνεται εντός της Εκκλησίας, και φανερώνεται σε κάθε λειτουργική σύναξη που οργανώνεται γύρω από τη Θεία Ευχαριστία, που δεν αποτελεί μια απλή ανάμνηση των γεγονότων αλλά μια υπενθύμιση ότι η ζωή υπερβαίνει το θάνατο, αφθαρτίζεται και μετέχει στην αιωνιότητα297. 

Στη συνέχεια της μελέτης μας θα εξετάσουμε την εκκλησιολογία του καθηγητή.

ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ, ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ, ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ.

Σημειώσεις

285. Πραξ. 17,, 16- 32 και Α΄ Κορ. 1,23.
286. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 139.
287. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 142.
288. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 142. Όπως και ο ίδιος αναφέρει «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η φύση υπάρχει μόνο ως προσωπική υπόσταση μόνο «εν προσώποις». Και το πρόσωπο υποστασιάζει τη φύση, επειδή συγκεφαλαιώνει σε ένα ενιαίο υπαρκτικό γεγονός, το γεγονός της δικής του ετερότητας και ελευθερίας, όλες τις ενέργειες της φύσης του: τη θελητική, λογική, δημιουργική, αγαπητική και όποια άλλη ενέργεια. Γνωρίζουμε τη φύση μόνο μέσω των ενεργειών της, που υπαρκτικός φορέας είναι το πρόσωπο. Η φύση δίχως τις ενέργειες της είναι μια αφηρημένη έννοια, μια ανυπόστατη ουσία. Όπως και το πρόσωπο δίχως φύση, της οποίας τις ενέργειες να υποστασιάζει υπαρκτικά, είναι μόνο μια αφηρημένη «αρχή».» Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 144.
289. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 147
290. Πραξ. 17,28.
291. Α΄Κορ. 15,42.
292. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 153
293. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 154
294. Η διάκριση αυτή μεταξύ ιστορικού Ιησού και κηρυγματικού Χριστού πραγματοποιήθηκε από προτεστάντες θεολόγους που υποστήριξαν ότι αφετηριακό σημείο της εξέλιξης του χριστιανικού δόγματος είναι η Ανάσταση του Ιησού, η οποία φωτίζει και δίνει νόημα στη διδασκαλία του Ιησού της ιστορίας. Ωστόσο, για την ορθόδοξη διδασκαλία που θεμελιώνεται στην ενανθρώπιση του Χριστού, ο Ιησούς της ιστορίας και ο Χριστός της πίστεως δεν διακρίνονται μεταξύ τους καθώς «Ιησούς εστίν Χριστός». Στο Γ. Μαρτζέλος, Ιστορία της ορθόδοξης θεολογίας και πνευματικότητας. Σημειώσεις από τις πανεπιστημιακές παραδόσεις. ΑΠΘ,Υπ.Αναδημοσιευμάτων, Θεσσαλονίκη, 2002, σ.3.
295. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 160-167.
296. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 170-171.
297. Χρ. Γιανναράς, Αλφαβητάρι της Πίστης. Δόμος, Αθήνα, 1994, σ. 172-176.

Δεν υπάρχουν σχόλια: