Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΓΝΩΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΥΡΙΟ (1998) - ΠΕΡΙ ΧΡΟΝΟΥ (1)

Η ΓΝΩΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΥΡΙΟ (1)
Του Hans-Georg Gadamer.        
  Το θέμα του χρόνου έλαβε μία θέση πρώτης τάξεως στα φιλοσοφικά μας ενδιαφέροντα χάρις κυρίως στο "Είναι και Χρόνος" του Χάιντεγκερ. Με αυτό αποκτούμε κυρίως συνείδηση των Ελληνικών προϋποθέσεων αυτού του προβλήματος, σχετικά με το οποίο ο Αυγουστίνος χρησιμοποίησε την διατύπωση ότι πιστεύουμε πώς ξέρουμε τί πράγμα είναι ο χρόνος, αλλά εάν ερωτηθούμε, δέν είμαστε ικανοί να πούμε τί πράγμα είναι. (Εξομ XI 14 (17). Είναι κατανοητή οπωσδήποτε η δυσκολία να καθοριστεί τί πράγμα "είναι" ο Χρόνος, καθότι ο χρόνος δέν "είναι" ακριβώς, αλλά "περνά"[ έχω χρόνο ]. Η διάσταση ανάμεσα στο χθές και στο αύριο φαίνεται να αντιστρατεύεται την απαίτηση που υψώνει η γνώση, διότι εκείνο που ξεχωρίζει την γνώση είναι η ανεξαρτησία της απο την μεταλλαγή των γεγονότων, των συμβάντων. Παρ'όλα αυτά το πρόβλημα του χρόνου υπήρξε απο πολύ νωρις αντικείμενο της φιλοσοφικής σκέψης, τόσο που το συναντούμε στα γραπτά τού Πλάτωνος, όπως επίσης και σε εκείνα τού Αριστοτέλη. Ο Αριστοτέλης προσπαθούσε να επεξεργαστεί, ξεκινώντας απο την έννοια του "τώρα", την αλυσσίδα, ή οποία γυρίζει συνεχώς γύρω απο τον εαυτό της, τών σημείων "τώρα" που διασχίζονται απο τον χρόνο, σαν την ιδιαίτερη δομή αυτού του τελευταίου. Ο Πλάτων αντιθέτως τονίζει πολύ πιό αποφασιστικά το αίνιγμα του χρόνου, όταν αναλαμβάνει σαν θέμα τό ασύμπτωτο τής αυθεντικής εμπειρίας του χρόνου με την πτώση του. Το Ελληνικό "εξαίφνης" το μεταφράζουμε συνήθως με "το ξαφνικό", σαν αυτό που μας αποσπά απο κάθε υπολογισμό και έλεγχο τής χρονικότητος,  ή κάθε δυνατότητος υπολογισμού και ελέγχου της χρονικότητος. Κατά βάθος ο ορισμός του χρόνου τού Αριστοτέλη, σαν η αλυσσίδα των σημείων "τώρα", στην οποία κάθε "τώρα" αντιπροσωπεύει το σύνορο ανάμεσα σ' ένα μόλις-τώρα και ένα αμέσως-τώρα, είναι μία πρόκληση για την σκέψη! Το τώρα το ίδιο είναι ας πούμε ένας όρος σύνορο, και μετέχει επομένως στο οντολογικό αίνιγμα τού σημείου, το οποίο είναι χωρίς έκταση.
          Ο Χρόνος είναι, ας πούμε, μία μορφή σκέψης στην οποία δέν αντιστοιχεί τίποτε, και για τη οποία θα θέλουμε να πούμε πώς έχει "Είναι" [ Αυτό είναι τό κυρίαρχο πρόβλημα τής δύσεως. Ταυτίζει τήν ουσία μέ τήν ενέργεια,μέ τήν πράξη, μέ τό δυνάμει καί δέν κατανοεί τήν ταυτόχρονη ύπαρξη Είναι καί έχειν, διότι τό έχειν είναι τό θεμέλιο τής ελευθερίας- έχω χρόνο- καθιστώντας τήν σκέψη της μονοσήμαντη ]. Γι'αυτό επέλεξα την διατύπωση "ανάμεσα στο χθές και στο αύριο", διότι είναι αόριστη αλλά παρ'όλα αυτά πανταχού παρούσα. Με το θέμα του χρόνου εννοείται προφανώς κάτι περισσότερο απο την λογικο-εννοιολογική δυσκολία του χρόνου, που είναι στην πραγματικότητα ένα πέρασμα, ένα περνώ! Χθές και αύριο είναι περισσότερο απο ένα τώρα-σημείο το οποίο υπήρχε και το οποίο πρέπει να έλθει. Όπως μας προειδοποιεί ή ίδια η λέξη "αύριο", με την μορφή ανάμεσα στο Χθές και στο αύριο", δέν εννοείται μία τυχαία αυλακιά ή οποία συνίσταται απο το "μεταξύ, ανάμεσα", όσο μία διάρθρωση  η οποία τίθεται στην βάση της εμπειρίας του χρόνου, η οποία διαρθρώνει όλο το ζών: ο ρυθμός της ημέρας και της νύχτας, του ξύπνιου και του ύπνου. Αυτός ο ρυθμός απασχόλησε πολύ νωρίς την σκέψη. Ο Ηράκλειτος για παράδειγμα είδε την μυστηριώδη γειτνίαση αυτής της καθημερινής εμπειρίας του χθές και του σήμερα, η οποία βιώνεται σαν χρόνος, στην εμπειρία του θανάτου. Συνίσταται απο το αίνιγμα του ύπνου, παρόμοιου με τον θάνατο, και στην έκπληξη, πάντοτε νέας, του ξυπνήματος στον θάνατο, σαν τέλους κάθε εμπειρίας.
(Ηράκλειτος, Αποσπ. 88 ψευδοπλούταρχος!'' Και το ίδιο πράγμα είναι στον άνθρωπο η ζωή και ο θάνατος, ο ξύπνιος και ο ύπνος, τα νιάτα και τα γερατειά: γιατί αν αυτά τα πράγματα αλλάξουν γίνονται εκείνα, και αν εκείνα πάλι αλλάξουν γίνονται αυτά!''
Αποσπ. 36, Κλήμης, Στρωμ VI 17,2: Για τις ψυχές είναι θάνατος να γίνονται νερό, για το νερό είναι θάνατος να γίνεται γή, απο τη γή γίνεται το νερό και απο το νερό η ψυχή. Αποσπ 26 Κλήμης IV 141,2! Τη νύχτα ο άνθρωπος ανάβει για τον εαυτό του ένα φώς, όταν σβήνει το βλέμμα του, όσο ζεί βρίσκεται σε επαφή με τους νεκρούς όταν κοιμάται, και με τους κοιμισμένους όταν είναι ξύπνιος.
          Και παρ'όλα αυτά δέν μπορούμε να ελευθερωθούμε απο την απαίτηση, την οποία θέτει η γνώση, της εγκυρότητος χωρίς τον χρόνο. Γι'αυτό δέν ήταν τυχαίο το γεγονός πώς η φιλοσοφία, και η επιστήμη που την συνοδεύει, πήραν τον δρόμο τους σε μία συνεχή επαφή και γειτνίαση με τα μαθηματικά. Η ελληνική καταγωγή τής λέξεως "μαθηματικά" -μάθημα-μας προειδοποιεί πώς το αντικέιμενο της μπορεί να αποκτηθεί μόνον μέσω της έλλογης σκέψης, έτσι ώστε να μήν είναι εκτεθειμένο στην ορμητική ροή των φαινομένων και των αλλαγών. Στην απόσταση τους απο κάθε δυνατή εμπειρία, η γεωμετρία και η αριθμητική, κατευθύνονται σε κάτι πέραν του χώρου και του χρόνου. Είναι καθαρός λόγος, που διακρίνει αυτό που μπορούμε να γνωρίσουμε με ακρίβεια, το οποίο δέν σχετίζεται μ'αυτό που είναι απλώς παρόν τώρα, αλλά είναι γνώση κάποιου άχρονου πράγματος. Αυτή η σημασία του "άχρονου" των περιεχομένων της γνώσεως βρίσκεται στην αντίθετη θέση αυτού που διαρθρώνουμε στην εμπειρία του  παρόντος χρόνου, όταν ομιλούμε για χθές και για αύριο. Τί πράγμα μπορεί να είναι ένα "μεταξύ" ανάμεσα σ'αυτές τις δύο εμπειρίες, την εμπειρία του χθές και του αύριο; Είναι φανερό κατ'αρχάς πώς ανάμεσα στις δύο εμπειρίες υφίσταται μία αντίθεση [η αναγέννηση του παληού καλού Μανιχαϊσμού]. Και στις δύο κατευθύνσεις, του ερωτήματος, ενυπάρχει μία κάποια σκοτεινιά, ασάφεια, αλλά διαφορετικής φύσεως. Εάν ξεκινήσουμε απο τις δύο ασάφειες, ανάμεσα στις οποίες υπεισέρχεται μία στιγμή φωτός, τότε βλέπουμε πώς το παρελθόν έχει μία διαφορετική ποιότητα απο το μέλλον. Σε σχέση με την διαφάνεια της ημέρας, το "χθές" σβύνει και σκοτεινιάζει. Το παρελθόν είναι αμετάβλητο, έξω απο την δική μας διάθεση και σχετικότητα, και γι'αυτό οι Έλληνες θεώρησαν πώς είναι σημαντικό να δεχθούν πώς ούτε οι Θεοί οι ίδιοι δέν μπορούσαν να καταργήσουν εκείνο που συνέβη [μόνον ή μετάνοια το καταργεί]. Στο τέλος μπορούμε να μιλήσουμε για την λήθη του παρελθόντος [της αμαρτίας και της πτώσεως]. Μπορούμε  να ξεχάσουμε αυτό που "περασε". Αντιθέτως το "αύριο" είναι, απο την στιγμή τής εγρηγόρσεως τής προσοχής μας, στο καθαρό φώς τής πνευματικής μας παρουσίας, αυτό που έχει ακόμη "χρόνο", καιρό, και είναι "μπροστά μας" και το οποίο τυλίγεται ταυτοχρόνως στην αβεβαιότητα τού προγραμματισμού, της προσμονής και της ελπίδος. Έτσι η επιστήμη μπορεί να επιδιώξει να κατακτήσει το μέλλον μόνον με την μέγιστη προσοχή, και με ασταθη βήματα. Παρότι η ζωή μας παρά το ανυπολόγιστο τού μέλλοντος, γεμίζει μόνον με την υπόθεση, με την βούληση να μάθουμε, να σχεδιάζουμε να κατευθυνθούμε και να ελπίσουμε στο μέλλον. [Όπου θα αποδείξουμε ότι δέν είμαστε λάθος και θα δικαιωθούμε].

Συνεχίζεται
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: