Συνέχεια από: Τρίτη, 3 Μαρτίου 2015
Δημιουργώντας την Θρησκεία της Ανατολής
Έννοιες συγγενικές προς την έννοια πολιτισμός (civilization) είναι αστικότητα (civility) και αστική κοινωνία (civil society), που γίνονται αντιληπτές ως ουσιαστικές πτυχές του σύγχρονου πολιτισμού. Σύμφωνα με τον Norbert Elias και τον Roger Chartier ο όρος civility σημαίνει τον κώδικα συμπεριφοράς που είναι αναγκαίος στους νέους, ελεύθερους χώρους επικοινωνίας των πολιτών, αυτών που ανήκουν στην πολιτική κοινότητα15. Ο όρος αστική κοινωνία αναφέρεται στις εθελοντικές συσχετίσεις, εκτός του κρατικού ελέγχου, και έτσι στην δυνατότητα ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών που συνιστούν την δημόσια σφαίρα. Θεωρητικοί όπως ο Habermas, Rawls και Taylor, προσπάθησαν να περιγράψουν την φύση της αστικής κοινωνίας και να προδιαγράψουν την φύση της επικοινωνίας στην αστική κοινωνία. Από την δεκαετία του 1980 μεγάλο μέρος της κριτικής του διδύμου των εννοιών αστική κοινωνία-δημόσια σφαίρα, επικεντρώθηκε στο ποιος έχει αποκλειστεί από αυτές-γυναίκες, μαύροι, κτλ. Το σημαντικότερο στοιχείο των επιχειρημάτων τού John Rawls και του Jürgen Habermas, ήταν ότι η δημόσια σφαίρα πρέπει να είναι τελείως εκκοσμικευμένη, ώστε να είναι ουδέτερη και έτσι προσιτή σε όλους. Αυτά τα επιχειρήματα δεν αφορούν την το περιεχόμενο του διαλόγου, αλλά τις διαδικασίες διεξαγωγής ενός λογικού διάλογου και δημιουργία σύγκλισης απόψεων. Πάλι όμως εξαρτώνται από την εκκοσμίκευση, ως πλαίσιο κάθε διάλογου. Αυτό ισχύει και για τις τελευταίες αναδιατυπώσεις των θέσεων τους. Ο Rawls ισχυρίζεται πως τα θρησκευτικά επιχειρήματα έχουν θέση σε ένα διάλογο εάν μπορούν να μεταφραστούν με κοσμικούς όρους. Ο Habermas λέει πως τα θρησκευτικά επιχειρήματα είναι αποδεκτά, και μάλιστα μπορεί να είναι και βοηθητικά, εφόσον δεν εκφράζουν μια άμεση προτροπή προς την υπερβατική αντίληψη περί τελικής αλήθειας. Ο Taylor απάντησε, λέγοντας πως η απαίτηση του Habermas για πλήρη λογικότητα (rationality) είναι ουσιαστικά διακήρυξη μιας υπερβατικής αξίας16.
Δημιουργώντας την Θρησκεία της Ανατολής
Η επέκταση του ισλάμ στην Ασία
Μουσουλμάνοι στην Ινδία και την Κίνα σήμερα
Κεφάλαιο 9-Συμπέρασμα γ
Έννοιες συγγενικές προς την έννοια πολιτισμός (civilization) είναι αστικότητα (civility) και αστική κοινωνία (civil society), που γίνονται αντιληπτές ως ουσιαστικές πτυχές του σύγχρονου πολιτισμού. Σύμφωνα με τον Norbert Elias και τον Roger Chartier ο όρος civility σημαίνει τον κώδικα συμπεριφοράς που είναι αναγκαίος στους νέους, ελεύθερους χώρους επικοινωνίας των πολιτών, αυτών που ανήκουν στην πολιτική κοινότητα15. Ο όρος αστική κοινωνία αναφέρεται στις εθελοντικές συσχετίσεις, εκτός του κρατικού ελέγχου, και έτσι στην δυνατότητα ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών που συνιστούν την δημόσια σφαίρα. Θεωρητικοί όπως ο Habermas, Rawls και Taylor, προσπάθησαν να περιγράψουν την φύση της αστικής κοινωνίας και να προδιαγράψουν την φύση της επικοινωνίας στην αστική κοινωνία. Από την δεκαετία του 1980 μεγάλο μέρος της κριτικής του διδύμου των εννοιών αστική κοινωνία-δημόσια σφαίρα, επικεντρώθηκε στο ποιος έχει αποκλειστεί από αυτές-γυναίκες, μαύροι, κτλ. Το σημαντικότερο στοιχείο των επιχειρημάτων τού John Rawls και του Jürgen Habermas, ήταν ότι η δημόσια σφαίρα πρέπει να είναι τελείως εκκοσμικευμένη, ώστε να είναι ουδέτερη και έτσι προσιτή σε όλους. Αυτά τα επιχειρήματα δεν αφορούν την το περιεχόμενο του διαλόγου, αλλά τις διαδικασίες διεξαγωγής ενός λογικού διάλογου και δημιουργία σύγκλισης απόψεων. Πάλι όμως εξαρτώνται από την εκκοσμίκευση, ως πλαίσιο κάθε διάλογου. Αυτό ισχύει και για τις τελευταίες αναδιατυπώσεις των θέσεων τους. Ο Rawls ισχυρίζεται πως τα θρησκευτικά επιχειρήματα έχουν θέση σε ένα διάλογο εάν μπορούν να μεταφραστούν με κοσμικούς όρους. Ο Habermas λέει πως τα θρησκευτικά επιχειρήματα είναι αποδεκτά, και μάλιστα μπορεί να είναι και βοηθητικά, εφόσον δεν εκφράζουν μια άμεση προτροπή προς την υπερβατική αντίληψη περί τελικής αλήθειας. Ο Taylor απάντησε, λέγοντας πως η απαίτηση του Habermas για πλήρη λογικότητα (rationality) είναι ουσιαστικά διακήρυξη μιας υπερβατικής αξίας16.
Ο συνηθισμένος θεωρητικός διάλογος περί αστικής κοινωνίας δεν ασχολείται με τις εκτός Δύσεως χώρες. Ο κοινωνιολόγος Eiko Ikegami ισχυρίζεται πως η Ιαπωνία κατά την περίοδο Tokugawa είχε civility χωρίς αστική κοινωνία17. Περί της κομμουνιστικής Κίνας μπορούμε να πούμε πως έχει διάφορες σφαίρες civility σε μια εμπορική κοινωνία, όπως το guanxixue, αλλά δεν έχει αστική κοινωνία. Υπάρχει μια μαρξιστική αντίληψη περί αστικής κοινωνίας (ο γερμανικός όρος είναι bürgerliche Gesellschaft), σύμφωνα με την οποία η bourgeoisie, ως εστία της αστικής κοινωνίας, πρέπει να καταστραφεί, ώστε να επιτευχθεί μια δίκαιη και ίση κοινωνία. Στην Κίνα έχουμε μια καταναλωτική civility και την άνοδο της bourgeoisie χωρίς αστική κοινωνία. Στις θρησκευτικές εθελοντικές οργανώσεις στην Κίνα δεν επιτρέπεται να παίζουν τον ρόλο που έπαιζαν στην Ευρώπη (και την Ταϊβάν) στην διαμόρφωση της αστικής κοινωνίας18. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για εκείνες τίς εθελοντικές οργανώσεις που τοποθετούνται εκτός του κοινού πολιτισμού-δηλαδή οι Χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι. Στην Ινδία έχουμε μια ισχυρή αστική κοινωνία και μιά δημόσια σφαίρα όπου οι θρησκευτικές οργανώσεις παίζουν σημαντικό ρόλο. Η αστικότητα αυτής της αστικής κοινωνίας είναι αμφίβολη. Οι διώξεις των μουσουλμάνων (και σε μικρότερο βαθμό των Χριστιανών) ήταν το κύριο μέρος του πολιτικού εκδημοκρατισμού στην Ινδία.
Το παρόν βιβλίο ισχυρίζεται πως οι αλληλεπιδράσεις με την αποικιοκρατία είχε τεράστια επίδραση στην διαμόρφωση της ινδικής και κινέζικης νεωτερικότητας. Είναι σκόπιμο να δούμε την ώθηση προς μεταμόρφωση στην δεκαετία του 1850. Το κίνημα Taiping Heavenly Kingdom στην Κίνα (1850-1864) και το κίνημα Mutiny στην Ινδία το 1857, έλαβαν χώρα σχεδόν ταυτόχρονα, μετά από μια περίοδο βαθιάς διείσδυσης της δυτικής αποικιοκρατικής εξουσίας στις κοινωνίες αυτές. Οι Πόλεμοι του Οπίου στην Κίνα έδειξαν πόσο τρωτή ήταν η δυναστεία των Qing, ενώπιον της πίεσης που ασκούσε η αποικιοκρατία. Ο σταδιακός αποικισμός της Ινδίας από τους Βρετανούς είχε ολοκληρωθεί μετά την καταστολή του κινήματος Mutiny. Στην εποχή αυτή της ρήξης με το παρελθόν, η επιθυμία για επανόρθωση ανταγωνιζόταν το πάθος για το καινούργιο. Η βαθιά μνησικακία, την οποία αισθάνονται ακόμα και σήμερα στην μετά-αποικιακή Ινδία και Κίνα, είναι αποτέλεσμα της συνάντησης τους με την Δυτική αποικιοκρατία. Το κίνημα Taiping, όπως και το κίνημα των πυγμάχων αργότερα, και το Mutiny, μπορούν να θεωρηθούν ως γεγονότα που σημαίνουν την μετάβαση από την προ-μοντέρνα κατάσταση στην αυτοκρατορική νεωτερικότητα. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί πως η μετάβαση αυτή χαρακτηρίζεται από αυτό που η αυτοκρατορική νεωτερικότητα θα ονόμαζε «μαγικό» ή «παράλογο». Στην περίπτωση του Mutiny, ένα από το γεγονότα που το πυροδότησαν ήταν η φήμη πως οι Βρετανοί είχαν αλείψει τις σφαιροθήκες, τις οποίες οι Ινδοί στρατιώτες θα άνοιγαν με το στόμα, με βοδινό (αποκρουστικό για τους Ινδουιστές) ή χοιρινό κρέας (αποκρουστικό για τους μουσουλμάνους). Στην περίπτωση του κινήματος Taiping (και των πυγμάχων) ήταν η πίστη στα θαυματουργά όπλα και στο ότι ήταν αήττητοι, που έκανε τους επαναστάτες μια τόσο ισχυρή δύναμη. Ο φόβος από τον αυτοκρατορικό Χριστιανισμό εκφράστηκε από το Taiping με μια μετάφραση του Χριστιανισμού με όρους του δικού τους χιλιασμού, ενώ στο κίνημα Mutiny εκφράστηκε από την αντίδραση προς μια γλοιώδη μορφή προσηλυτισμού.
Η ριζική φύση της αυτοκρατορικής αυτής μετάβασης, με την βία και τον εικονοκλαστικό χαρακτήρα της, καθιστά αδύνατο να πάρουμε τοις μετρητοίς αυτό που εμφανίζεται ως συνέχεια του παρελθόντος, για παράδειγμα στην περίπτωση της γλώσσας και των πολιτισμικών παραδόσεων. Υπάρχει ισχυρή τάση, ιδιαίτερα στην μελέτη της Κίνας, και σε μικρότερο βαθμό στην μελέτης της Ινδίας, να δίνεται έμφαση στην συνέχεια, παρά τις τεράστιες αναταραχές κατά τον 19ο και 20ο αιώνα. Κατά την άποψη μου, η αποικιοκρατία ήταν για την Κίνα και την Ινδία μια ρήξη, σε τέτοιο βαθμό, που εισηγούμαι, πως το παγκόσμιο πλαίσιο είναι για την κατανόηση των πολιτισμικών μεταμορφώσεων κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, τουλάχιστον τόσο σημαντικό όσο και η προ-νεωτερική ιστορία. Αν αυτό ισχύει, τότε η συγκριτική κοινωνιολογία θα παίξει σημαντικό ρόλο στην επέκταση τής κατανόησης μας για την σύγχρονη Ινδία και Κίνα, εφόσον είναι σε θέση να ερμηνεύσει το παγκόσμιο πλαίσιο καλύτερα από την εθνική ιστοριογραφία. Η αποικιοκρατική νεωτερικότητα συνθέτει σε μεγάλο βαθμό αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο. Υπάρχουν βεβαίως και άλλοι δίοδοι, πέραν αυτών που προσέφεραν οι αποικιακές δυνάμεις, δια των οποίων η νεωτερικότητα έφτασε στην Ινδία και την Κίνα. Αργότερα κατά τον 20ο αιώνα, φορέας της δυτικής νεωτερικότητας ήταν οι ΗΠΑ. Η καταναλωτική επανάσταση (consumer revolution) ήταν μέρος αυτού που ο Woodrow Wilson ονόμασε «αυτοκρατορία της αγοράς», και η οποία μετά τις ΗΠΑ κατέκτησε την Ευρώπη19. Η αυτοκρατορία αυτή των αγορών, καταρχάς έθεσε σε κίνδυνο την μακρά περίοδο αντίστασης εναντίον της, που είχε ως οδηγό είτε την σκέψη τού Gandhi είτε τον κομμουνισμό. Μετά το άνοιγμα της Ινδίας και της Κίνας στις αγορές, οι χώρες αυτές παραδόθηκαν πλήρως. Η καταναλωτική επανάσταση ήταν κρίσιμη για την διαμόρφωση της νεωτερικότητας στην Ινδία και την Κίνα20. Από την άλλη, η μη βίαιη πολιτική αντίσταση του Gandhi, ήταν θεμελιώδης για το κίνημα των αστικών δικαιωμάτων, και με τον τρόπο αυτό διαμόρφωσε τις σύγχρονες φυλετικές σχέσεις στις ΗΠΑ21.
Μια σημαντική δίοδος αλληλεπίδρασης με την αποικιοκρατία, ιδιαίτερα με την Κίνα, ήταν η Ιαπωνία. Όπως είδαμε, το λεξιλόγιο περί νεωτερικότητας στην Κίνα προέρχεται από την Δύση, πέρασε όμως πρώτα, από διήθηση μέσω ιαπωνικών μεταφράσεων. Οι κινέζικες παραδόσεις από την άλλη, έφτασαν συχνά στην Δύση περνώντας πρώτα από το γιαπωνέζικο φίλτρο. Η πρώτη έκθεση κινέζικης ζωγραφικής στην Βοστόνη οργανώθηκε από τον Ernest Fenollosa (1853-1908), ένα Αμερικανό που δίδασκε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Τόκιο, και είχε γίνει βουδιστής στην Ιαπωνία. Η κινέζικη ποίηση έφτασε στο αμερικάνικο και βρετανικό κοινό μέσω των μεταφράσεων του Ezra Pound, που βασίστηκαν στις αδημοσίευτες σημειώσεις του Fenollosa. Η Ιαπωνία έγινε ο φάρος της νεωτερικότητας στην Ασία, ιδιαίτερα μετά την νίκη των Ιαπώνων κατά των Ρώσων (μια δυτική δύναμη) το 1905. Η ιαπωνική νεωτερικότητα ήταν το ίδιο επιθετική όπως και η δυτική αποικιοκρατική. Παρά την εμπειρία του πολέμου με την Ιαπωνία (1937-1945), και την αρνητική γνώμη περί Ιαπωνίας που επικρατεί μέχρι σήμερα στην κινέζικη κοινή γνώμη, τα πειράματα της Ιαπωνίας στο πεδίο της πολιτικής σχηματισμού έθνους και κοινωνικής μηχανικής στην Manchuria, επηρέασαν πολύ την Κίνα22.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου