Η οικουμενική κίνηση είχε κατανοηθεί από τήν αρχή ως μιά κοινωνική κίνηση πού απευθυνόταν σέ διηρημένες εκκλησίες καί σέ ένα διηρημένο κόσμο, γιά περισσότερη ανοχή, περισσότερη «κοινωνία», περισσότερη συναδέλφωση, περισσότερη ενότητα καί ειρήνη. Ήταν μιά κίνηση πού εξέφραζε έντονο ενδιαφέρον γιά τήν ποιότητα τής ζωής, τίς ανθρώπινες σχέσεις καί τήν διεθνή αδελφότητα.
Έγινε λόγος γι αυτήν τήν οικουμενική κοινωνική κίνηση μέσα στήν εκκλησία καί τόν κόσμο ως μιά δυνατότητα «τρίτου δρόμου» πέρα από τόν δίχως όρια ανταγωνισμό τών οικονομιών τής αγοράς καί τών πολιτικών μονοπωλίων τους, πέρα από τόν ισοπεδωτικό κολεκτιβισμό τών χωρών τού υπαρκτού σοσιαλισμού καί τού απανθρώπου κομματικού επεκτατισμού.
Η Γενική Συνέλευση τής Καμπέρα έκανε μιά σοβαρή δήλωση γιά τήν «κοινωνία»λέγοντας: «Η ενότητα τής εκκλησίας στήν οποία καλούμαστε είναι μιά ‘‘κοινωνία’’ η οποία δίνεται καί εκφράζεται στήν κοινή ομολογία τής αποστολικής πίστης, μία κοινή μυστηριακή ζωή πού εισάγεται μέ το ένα βάπτισμα καί γιορτάζεται από κοινού σέ μιά ευχαριστιακή συναδέλφωση. Μιά κοινή ζωή στήν οποία τά μέλη καί οι λειτουργοί αναγνωρίζουν ο ένας τόν άλλον καί είναι συμφιλιωμένοι. Μιά κοινή ιεραποστολή πού μαρτυρεί τό ευαγγέλιο τής δόξας τού θεού σέ όλους τούς ανθρώπους καί διακονεί τό σύνολο τής δημιουργίας».
«Η εκκλησία είναι ένα μυστήριο. Είναι μιά πραγματικότητα η οποία διαποτίζεται από τήν μυστική παρουσία τού θεού. Γι' αυτό τό λόγο βρίσκεται μέσα στήν ίδια τή φύση τής εκκλησίας η δεκτικότητα σέ νέες καί ευρύτερες αναζητήσεις».
Πραγματικά ο οικουμενισμός μπορεί να θεωρηθεί ώς η συνεχής αναζήτηση της παρουσίας του Θεού και της φροντίδας του για τον κόσμο, η μέριμνα για τη σχέση του Θεού με την ανθρωπότητα (Moltman). Είναι μια ιεραποδημία ή μάλλον ένα καραβάνι προσκυνητών, απο την αρχή της δημιουργίας πρός την τελική συνάντηση με τον Θεό, μέσα στη δόξα της βασιλείας του Θεού. Ο προορισμός δέν είναι κάποιος άγιος Τόπος ή βωμός, κάποιος ξεχωριστός γκουρού ή Άγιος Βασιληάς, είναι μια συνεχής αναζήτηση της κρυμμένης παρουσίας του Θεού στον κόσμο.
Και ο γνωστός π.Γεώργιος Φλωρόφσκι απαντά σε αυτές τις Δυτικές πρωτοβουλίες ώς εξής, απευθυνόμενος σε όλους τους Ορθοδόξους: « Η ορθόδοξη θεολογία καλείται να απαντήσει στα Δυτικά ερωτήματα απο τα βάθη της αδιάσπαστης Ορθόδοξης εμπειρίας» (Να εννοεί άραγε ο Φλωρόφσκι την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος;). Αμφίβολο. Οι Ορθόδοξοι θεολόγοι, όπως ακριβώς και οι Δυτικοί συνάδελφοι τους αγνοούν την ενσάρκωση του Κυρίου. Την οικονομία της σωτηρίας. Επιμένουν να ομιλούν για μήνυμα του Χριστού και για Αποκάλυψη. ΛΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ ΑΠΕΚΑΛΥΦΘΗ ΣΤΗ ΓΗ. Ακολουθώντας την βιβλική θεολογία που αντιπροσωπεύτηκε απο τον Αγουρίδη επιμένουν να μελετούν το αυθεντικό μήνυμα του Χριστού, υποστηρίζοντας με πάθος την ιστορική διάσταση της Χριστιανικής αποκαλύψεως. Να υπογραμμίζουν τον ιστορικό χαρακτήρα και τις ιστορικές και ανθρωπολογικές συνέπειες της Χριστιανικής αποκαλύψεως, ασκώντας ταυτοχρόνως δριμύτατη κριτική σε θεολογικές τάσεις που διαλύουν το Χριστιανικό ιστορικό γεγονός (το οποίο εξελίσσεται), σε υψηλές θεωρητικές κατασκευές που τέρπουν την ακοή αλλά απομακρύνουν απο το σταθερό έδαφος της ιστορίας (Όπως του Γιανναρά).
Έτσι λοιπόν ο ίδιος ο Αγουρίδης, Μεσσιανιστής στην πραγματικότητα παρά Χριστιανός, μας προσφέρει στο περιοδικό «Καθ’οδόν» τις εντυπώσεις του από δύο εισηγήσεις στήν Salamanca της Ισπανίας του 1993. Η πρώτη ανήκει στο θεολόγο G.Alberigo και αφορά την «κοινωνία. Οδός και ψυχή για την ενότητα της Εκκλησίας». Εξετάζει την προβληματική της κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών σε συνάρτηση με την συμβίωση τους μέσα σε διαφορετικούς πολιτισμούς. Δοκιμάζει να εκτιμήσει την αντανάκλαση των εμβαπτίσεων του Χριστιανισμού σε διάφορους πολιτισμούς και προσπαθεί να δείξει πιό ήταν εκείνο που στην κοινωνία έμεινε πάντοτε κοινό, παρά τις διαφορές των ιστορικών επενδύσεων, για να θέσει τελικά το πρόβλημα που θέτει ο σύγχρονος πολιτισμός, τα ζητήματα που θέτει σήμερα μια πολιτιστική εμβάπτιση του Χριστιανισμού (Η Εκκοσμίκευση).
Το ερώτημα όμως είναι με πιά πολιτιστικά στοιχεία και σε ποιές παραμέτρους είναι απαραίτητος ένας τέτοιος νέος εμβαπτισμός ή μήπως τα προβλήματα της κοινωνίας σχετίζονται, εντός των Εκκλησιών, με μια ιστορικο-πολιτιστική καθυστέρησή μας;
(Σχόλιο : Έχουμε ήδη στα χέρια μας ολόκληρο το θεμέλιο του Αντιχρίστου όπως το διευκρινίζει και ο Σολόβιεφ. Το θέμα που αφήνει ανυποψίαστο τον Αγουρίδη είναι το εξής: υπάρχουν άραγε πολλοί πολιτισμοί; Ή υπήρξε και θα υπάρξει μόνο ο γνωστός ένας απο τον οποίο απορρέουν όλοι οι υπόλοιποι σε σκάλα κατιούσα έτσι ώστε όσο απομακρύνονται χάνουν και την ουσία τους αναμειγνυόμενοι με την βαρβαρότητα, αρχής γενομένης με τον Ελληνο-Λατινικό πολιτισμό; Και για αυτό το λόγο εξάλλου η Πατερική θεολογία με την γλώσσα της είναι μια απόλυτη αρχή η οποία δέν εξελίσσεται, μπορεί μόνο να εμβαθύνει. Φυσικά για όλα αυτά αδιαφορεί η σύγχρονη θεολογία και ιδιαιτέρως η σχολή του Αγουρίδη ο οποίος εν ζωή ακόμη είχε πουλήσει την ψυχή του στον Μούν).
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Έγινε λόγος γι αυτήν τήν οικουμενική κοινωνική κίνηση μέσα στήν εκκλησία καί τόν κόσμο ως μιά δυνατότητα «τρίτου δρόμου» πέρα από τόν δίχως όρια ανταγωνισμό τών οικονομιών τής αγοράς καί τών πολιτικών μονοπωλίων τους, πέρα από τόν ισοπεδωτικό κολεκτιβισμό τών χωρών τού υπαρκτού σοσιαλισμού καί τού απανθρώπου κομματικού επεκτατισμού.
Η Γενική Συνέλευση τής Καμπέρα έκανε μιά σοβαρή δήλωση γιά τήν «κοινωνία»λέγοντας: «Η ενότητα τής εκκλησίας στήν οποία καλούμαστε είναι μιά ‘‘κοινωνία’’ η οποία δίνεται καί εκφράζεται στήν κοινή ομολογία τής αποστολικής πίστης, μία κοινή μυστηριακή ζωή πού εισάγεται μέ το ένα βάπτισμα καί γιορτάζεται από κοινού σέ μιά ευχαριστιακή συναδέλφωση. Μιά κοινή ζωή στήν οποία τά μέλη καί οι λειτουργοί αναγνωρίζουν ο ένας τόν άλλον καί είναι συμφιλιωμένοι. Μιά κοινή ιεραποστολή πού μαρτυρεί τό ευαγγέλιο τής δόξας τού θεού σέ όλους τούς ανθρώπους καί διακονεί τό σύνολο τής δημιουργίας».
«Η εκκλησία είναι ένα μυστήριο. Είναι μιά πραγματικότητα η οποία διαποτίζεται από τήν μυστική παρουσία τού θεού. Γι' αυτό τό λόγο βρίσκεται μέσα στήν ίδια τή φύση τής εκκλησίας η δεκτικότητα σέ νέες καί ευρύτερες αναζητήσεις».
Πραγματικά ο οικουμενισμός μπορεί να θεωρηθεί ώς η συνεχής αναζήτηση της παρουσίας του Θεού και της φροντίδας του για τον κόσμο, η μέριμνα για τη σχέση του Θεού με την ανθρωπότητα (Moltman). Είναι μια ιεραποδημία ή μάλλον ένα καραβάνι προσκυνητών, απο την αρχή της δημιουργίας πρός την τελική συνάντηση με τον Θεό, μέσα στη δόξα της βασιλείας του Θεού. Ο προορισμός δέν είναι κάποιος άγιος Τόπος ή βωμός, κάποιος ξεχωριστός γκουρού ή Άγιος Βασιληάς, είναι μια συνεχής αναζήτηση της κρυμμένης παρουσίας του Θεού στον κόσμο.
Και ο γνωστός π.Γεώργιος Φλωρόφσκι απαντά σε αυτές τις Δυτικές πρωτοβουλίες ώς εξής, απευθυνόμενος σε όλους τους Ορθοδόξους: « Η ορθόδοξη θεολογία καλείται να απαντήσει στα Δυτικά ερωτήματα απο τα βάθη της αδιάσπαστης Ορθόδοξης εμπειρίας» (Να εννοεί άραγε ο Φλωρόφσκι την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος;). Αμφίβολο. Οι Ορθόδοξοι θεολόγοι, όπως ακριβώς και οι Δυτικοί συνάδελφοι τους αγνοούν την ενσάρκωση του Κυρίου. Την οικονομία της σωτηρίας. Επιμένουν να ομιλούν για μήνυμα του Χριστού και για Αποκάλυψη. ΛΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ ΑΠΕΚΑΛΥΦΘΗ ΣΤΗ ΓΗ. Ακολουθώντας την βιβλική θεολογία που αντιπροσωπεύτηκε απο τον Αγουρίδη επιμένουν να μελετούν το αυθεντικό μήνυμα του Χριστού, υποστηρίζοντας με πάθος την ιστορική διάσταση της Χριστιανικής αποκαλύψεως. Να υπογραμμίζουν τον ιστορικό χαρακτήρα και τις ιστορικές και ανθρωπολογικές συνέπειες της Χριστιανικής αποκαλύψεως, ασκώντας ταυτοχρόνως δριμύτατη κριτική σε θεολογικές τάσεις που διαλύουν το Χριστιανικό ιστορικό γεγονός (το οποίο εξελίσσεται), σε υψηλές θεωρητικές κατασκευές που τέρπουν την ακοή αλλά απομακρύνουν απο το σταθερό έδαφος της ιστορίας (Όπως του Γιανναρά).
Έτσι λοιπόν ο ίδιος ο Αγουρίδης, Μεσσιανιστής στην πραγματικότητα παρά Χριστιανός, μας προσφέρει στο περιοδικό «Καθ’οδόν» τις εντυπώσεις του από δύο εισηγήσεις στήν Salamanca της Ισπανίας του 1993. Η πρώτη ανήκει στο θεολόγο G.Alberigo και αφορά την «κοινωνία. Οδός και ψυχή για την ενότητα της Εκκλησίας». Εξετάζει την προβληματική της κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών σε συνάρτηση με την συμβίωση τους μέσα σε διαφορετικούς πολιτισμούς. Δοκιμάζει να εκτιμήσει την αντανάκλαση των εμβαπτίσεων του Χριστιανισμού σε διάφορους πολιτισμούς και προσπαθεί να δείξει πιό ήταν εκείνο που στην κοινωνία έμεινε πάντοτε κοινό, παρά τις διαφορές των ιστορικών επενδύσεων, για να θέσει τελικά το πρόβλημα που θέτει ο σύγχρονος πολιτισμός, τα ζητήματα που θέτει σήμερα μια πολιτιστική εμβάπτιση του Χριστιανισμού (Η Εκκοσμίκευση).
Το ερώτημα όμως είναι με πιά πολιτιστικά στοιχεία και σε ποιές παραμέτρους είναι απαραίτητος ένας τέτοιος νέος εμβαπτισμός ή μήπως τα προβλήματα της κοινωνίας σχετίζονται, εντός των Εκκλησιών, με μια ιστορικο-πολιτιστική καθυστέρησή μας;
(Σχόλιο : Έχουμε ήδη στα χέρια μας ολόκληρο το θεμέλιο του Αντιχρίστου όπως το διευκρινίζει και ο Σολόβιεφ. Το θέμα που αφήνει ανυποψίαστο τον Αγουρίδη είναι το εξής: υπάρχουν άραγε πολλοί πολιτισμοί; Ή υπήρξε και θα υπάρξει μόνο ο γνωστός ένας απο τον οποίο απορρέουν όλοι οι υπόλοιποι σε σκάλα κατιούσα έτσι ώστε όσο απομακρύνονται χάνουν και την ουσία τους αναμειγνυόμενοι με την βαρβαρότητα, αρχής γενομένης με τον Ελληνο-Λατινικό πολιτισμό; Και για αυτό το λόγο εξάλλου η Πατερική θεολογία με την γλώσσα της είναι μια απόλυτη αρχή η οποία δέν εξελίσσεται, μπορεί μόνο να εμβαθύνει. Φυσικά για όλα αυτά αδιαφορεί η σύγχρονη θεολογία και ιδιαιτέρως η σχολή του Αγουρίδη ο οποίος εν ζωή ακόμη είχε πουλήσει την ψυχή του στον Μούν).
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου