ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΘΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ (18)
HENRI DE LUBAC
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Εδώ όμως ακριβώς
μπαίνει στο παιχνίδι ο Χριστιανισμός, ο οποίος με την δική του εννοιολόγηση τού
ανθρώπου, ξαναδίνει την ελπίδα στον κόσμο. Χωρίς να τον μεθά με ψευδαισθήσεις,
χωρίς να του παρουσιάζει ύποπτους νεωτερισμούς, σήμερα όπως και πριν είκοσι
αιώνες, δυνατός λόγω της αναλλοίωτης αλήθειας του, των νέων πάντοτε χυμών του,
έρχεται για να σώσει τα πάντα, για να ολοκληρώσει τα πάντα. Εκείνο που έκανε
για την αρχαία ψυχή, ξαναρχίζει να το πράττει για την σημερινή ανθρωπότητα, με
μια ακέραιη πάντοτε αφομοιωτική δύναμη. Όλα όσα επιδιώκει, αυτή η ανθρωπότης,
το καλύτερο από τις προσπάθειές της και το καλύτερο της σκέψης της, τα
συγκεντρώνει για να τα εξυψώσει για άλλη μια φορά, και να τους δώσει
ταυτοχρόνως ένα θεμέλιο.
Μια ιστορική μελέτη θα μπορούσε να μας φανερώσει σ’ αυτό
το θεμέλιο την πιο βαθειά πηγή, την πιο σίγουρη αιτία της σύγχρονης προσπάθειας
τού είδους μας προς έναν καινούργιο τύπο ανθρώπου. [όπως έδωσε ο Κύριος στην Σαμαρείτισσα αυτό που ζητούσε και την
ξεδίψασε και στον Εβραϊκό λαό αυτό που πεινούσε. Σήμερα ο Κύριος πρέπει να
επαναλάβει στην ανθρωπότητα τον λόγο Του. «Ιδού καινά ποιώ πάντα».
Σήμερα η ανθρωπότης
δεν πεινά και δεν διψά πλέον για προσωπικότητα ή για πρόσωπο, αλλά για
καινούργια ζωή, όχι για προσωπικό ή υποκειμενικό τρόπο ζωής, αλλά απολύτως νέο.
Πέρα από τις σχετικότητες που μας καταδίκασε η πρόχειρη θεολογία του Αυγουστίνου]. Και αυτό το θεμέλιο είναι κάτι
παραπάνω επίσης. Όπως στάθηκε σαν πηγή στο παρελθόν, σήμερα είναι μια δύναμις.
Μια δύναμις υπνώτουσσα πολύ συχνά αλλά
ακέραιη. Και αυτή η ακεραιότης οφείλεται πάνω απ’ όλα στον ρεαλισμό της!
Αυτό είναι ένα
χαρακτηριστικό πάνω στο οποίο δεν μπορούμε να επιμείνουμε. Οπωσδήποτε ο
Χριστιανισμός δεν είναι ρεαλιστικός με τον τρόπο εκείνων των συστημάτων τα
οποία για να δουν μέσα στον άνθρωπο μόνον το «πραγματικό» το οποίο έχουν
συλλάβει, αρχίζουν να τον αποδομούν. Τα οποία βλέπουν σ’ αυτόν μόνον ένα ον την
πράξης, τα οποία αρνούμενα τα ουσιώδη του χαρακτηριστικά δεν λογαριάζουν, παρά
για να τα πολεμήσουν, θεωρώντας μια ψευδαίσθηση, όλα εκείνα που μέσα στον
άνθρωπο είναι σχέδιο, ελευθερία, προετοιμασία, δίψα υπερβάσεως, όλα εκείνα
δηλαδή που ο Χριστιανισμός ονομάζει με το αληθινό τους όνομα: κλήση, έφεση. Ο
Χριστιανικός ρεαλισμός είναι ένας ρεαλισμός της πληρότητος. Χωρίς να κρύβει από
τον άνθρωπο την μιζέρια του, του φανερώνει και την ευγένειά του. Επομένως δεν
πρέπει να του ζητήσουμε να δώσει κάτι παραπάνω, περισσότερα επιχειρήματα,
στους σκεπτικιστές και στους απογοητευμένους. Δεν θα συνεργαστεί ποτέ με όσους
ανακεφαλαιώνουν όλη την δυνατή ιστορία του είδους μας, σε μια «παραβολή των
τυφλών», όπως ο Brueghel.
Για να γλυτώσουμε το
είδος μας από λανθασμένα βήματα δεν θα τον προσκαλέσουμε ποτέ πια σε
συναγωνισμό. Δεν μπορούμε να κηρύξουμε την πνευματική αργία, στο όνομα τής
χριστιανικής σοφίας, ούτε να συμφωνήσουμε με τις κοινωνικές αλλοτριώσεις ή με
την παραίτησή μας στα όνειρα κάποιας ενότητος ή αξιοπρέπειας. Η πίστη μας δεν
μας διδάσκει πως η ανθρωπότητά μας είναι μια, πως όλη, όπως είναι, έχει την
ίδια μοίρα, πως προετοιμάζεται ένα Μέλλον στο οποίο είναι όλοι προσκεκλημένοι
να συνεργαστούν, πως η σωτηρία του καθενός αφορά την σωτηρία της κοινότητος,
πως το σύμπαν έχει ένα νόημα, το κλειδί του οποίου κατέχει ο άνθρωπος, πως
βαδίζουμε όλοι προς μια πολιτεία απελευθερωμένη από τον θάνατο και την μοίρα,
πως είμαστε όλοι φτιαγμένοι για μια κοινωνία ελεύθερη και αδελφική, και πως εδώ
κάτω πρέπει να δοκιμαστούμε και να προετοιμαστούμε για την μελλοντική μας
κατάσταση; Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, ή μάλλον είναι απαράδεκτο να σκεπτόμαστε
πως όλα αυτά δεν έχουν καμμία αντανάκλαση στο χρονικό επίπεδο! Αλλά η πίστη μας
μάς θυμίζει επίσης, με την ίδια δύναμη, και άλλα δύο πράγματα!
Πρώτα απ’ όλα ότι το
σύγχρονο κακό του ανθρώπου δεν μειώνεται σε μια κακή οργάνωση του κράτους: «το
κακό του ανθρώπου είναι ατελείωτα πιο βαθύ, πιο μυστηριώδες, η κατάστασή του
είναι απείρως πιο τραγική και η αλλοτρίωσή του πολύ πιο σοβαρή». Εάν είμαστε
Χριστιανοί, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε εκείνο το πολύ μικρό πράγμα, το τόσο απλό
και δημοφιλές – εκείνη την τρομακτική και εξαπλωμένη λέπρα – που ονομάζεται
αμαρτία. Είναι αδύνατον να μην την λογαριάσουμε εάν ψάχνουμε στα σοβαρά την
ελευθερία του ανθρώπου. Είναι πολύ λίγο να πούμε πως ο άνθρωπος είναι εγωιστής
με φυσικό τρόπο, κατά φύσιν: ο άνθρωπος, αυτό το ευγενές ον είναι, εξ αιτίας
κάποιου πράγματος που είναι δικό του, Φυσικά κακός, και κατά Φύσιν κακός, και η
«δυστυχισμένη συνείδηση» είναι πάνω απ’ όλα μια κακή συνείδηση, παρότι δεν
φαίνεται ακόμη στον εαυτό της σαν κακή. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως εξ
αιτίας της ελευθερίας της βουλήσεως, κάθε πρόοδος είναι αμφίσημος. Πως ακόμη
και η πρόοδος της συνειδήσεως δεν εξασφαλίζει από μόνη της αυτομάτως μια
ωρίμανση ή μια σταθεροποίηση του καλού, και πως η «κατάσταση του πολέμου»,
έχοντας τον σπόρο της στην καρδιά μας, θα είναι για όλους, μέχρι το τέλος, η
κατάσταση της γήινης συνθήκης μας.
Χονδροειδή ή
μεγαλειώδη, όλα τα όνειρα του Ελντοράντο είναι εκ του πονηρού. Αλλά θα θέλαμε
να φέρουμε στην επιφάνεια μια άλλη πλευρά των πραγμάτων. Η πίστη πως μπορούμε
να αποξηράνουμε την δηλητηριασμένη πηγή της καρδιάς ή ότι μπορούμε να την
εξυγιάνουμε τελείως μέσω κάποιας μεταμορφώσεως των εξωτερικών σχέσεων των
ανθρώπων μεταξύ τους, των οικονομικών, κοινωνικών ή πολιτικών, η πίστη πως η
«κατάσταση της ειρήνης» πραγματοποιημένη απ’ έξω θα μπορούσε να εξαφανίσει κάθε
«κατάσταση πολέμου» που απορρέει από μέσα, είναι ξανά μια Ουτοπία. Μας
αναστατώνει κυριολεκτικά αυτή ή καταπληκτική έλλειψη πνευματικού βάθους που
φανερώνει μια τέτοια σιγουριά.
Η ανακάλυψη που
επετεύχθη σε ένα τμήμα της ζωής θα μας καταστήσει μοιραία τυφλούς στο άλλο
τμήμα, το σημαντικότερο, της πραγματικότητος; Και τότε; Όλο αυτό το κακό που
υπάρχει μέσα στον άνθρωπο και το οποίο πολύ συχνά καθιστά τον έναν για τον
άλλον μια κόλαση, όπως έχει λεχθεί, όλο αυτό δεν έχει άλλες αιτίες παρά την
κοινωνική οργάνωση; Αλλά τότε ποιος έθεσε πάνω απ’ όλα αυτές τις αιτίες; Ο ίδιος
ο άνθρωπος δεν συμμετέχει καθόλου στην σύγχρονη λειτουργία της κοινωνίας; Εάν η
διαίρεση ανάμεσα σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευμένους είναι, ας πούμε, σήμερα,
η μοναδική υπεύθυνη, δεν πρέπει να αναρωτηθούμε πώς κατέστη δυνατόν να
εμφανισθεί από μόνη της αυτή η διαίρεση;
Το ένστικτο της
κυριαρχίας και άλλα ένστικτα ακόμη, τα οποία δεν επηρεάζουν την κοινωνία σε
μικρότερο βαθμό, όπως το ένστικτο της αδιαλλαξίας και της μισαλλοδοξίας,
χαρακτηριστικό της μάζας ακόμη περισσότερο παρά των ατόμων, και το οποίο έχει
ξαναεμφανισθεί τόσο βίαια στον αιώνα μας…;; Γι’ αυτό και δεν υπάρχει καμμία
βεβαιότης της «προόδου». Στο ίδιο μέτρο με το οποίο ο άνθρωπος αναλαμβάνει,
όπως είδαμε προηγουμένως, να καθοδηγήσει την μοίρα του, η ύπαρξή του εισέρχεται
σε μια ζώνη υπερβολικού κινδύνου. Αυτό το πράγμα δεν πρέπει να μας αποθαρρύνει
αλλά να μας καταστήσει πιο προφητικούς. Διότι, καθώς προειδοποιεί και ο B.
Guardini,
παρότι μέχρι χθες ο σκοπός της ανθρώπινης προσπάθειας φαινόταν να είναι η
κυριαρχία της φύσεως, αύριο αυτός ο σκοπός θα πρέπει να είναι η κυριαρχία της
δυνάμεώς μας!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου