Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

Το μέλλον της Ευρωζώνης

Φαίνεται πως η διάλυση της ζώνης του ευρώ είναι μάλλον αναπόφευκτη – κάτι που δεν θα συμβεί πιθανότατα ξαφνικά αλλά σταδιακά, με την υιοθέτηση ελέγχων κεφαλαίων που είναι ασύμβατοι σε μία νομισματική ένωση, καθώς επίσης παράλληλων νομισμάτων.
Ανάλυση
Βασίλης Βιλιάρδος, Οικονομολόγος,Επιχειρηματίας
Για να είμαστε σωστοί και να μην θεωρηθεί πως κατηγορούμε άδικα τους Γερμανούς, η συμμετοχή στην Ευρωζώνη διέπεται από ορισμένους κανόνες που έχουν ψηφιστεί από τις κυβερνήσεις όλων των μελών της – ενώ ασφαλώς δεν υποχρεώθηκε κανένα κράτος να υιοθετήσει το ευρώ, ούτε να υπογράψει τους νέους κανόνες που συμπλήρωσαν την ευρωπαϊκή συμφωνία του Μάαστριχτ. Είναι δε απαράδεκτη η στάση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων που πρώτα υπογράφουν τους κανόνες της Ευρώπης, τα μνημόνια και τις αποικιοκρατικές δανειακές συμβάσεις, ενώ μετά δεν τηρούν τα υπογραφέντα – διαπραγματευόμενες εκ των υστέρων, οπότε εύλογα χάνουν την εμπιστοσύνη των πάντων, καταστρέφοντας επί πλέον την οικονομία μας.
Πρώτη και βασικότερη συμφωνία, πριν ακόμη τη λειτουργία της Ευρωζώνης, ήταν η υποχρέωση να έχουν τα μέλη του ευρώ ετήσια ελλείμματα στον προϋπολογισμό κάτω του 3%, καθώς επίσης δημόσια χρέη κάτω του 60% του ΑΕΠ. Γιατί αυτή η συμφωνία; Επειδή όλες οι χώρες κατανοούσαν πως το ευρώ θα ήταν ξένο νόμισμα, αφού καμία δεν ήλεγχε ούτε αυτό, ούτε την ΕΚΤ – ενώ γνώριζαν πως τα χρέη σε ξένο νόμισμα δεν πρέπει ποτέ να υπερβαίνουν το 60% του ΑΕΠ, για να μην υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας.
Όταν λοιπόν η Ελλάδα συμφώνησε με χρέος της τάξης του 100% του ΑΕΠ της, επειδή ήθελε να εκμεταλλευθεί τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού που θα της εξασφάλιζε η είσοδος της στη νομισματική ένωση, γνώριζε πως έπρεπε να το μειώσει κάτω από το 60% – κάτι που μπορούσε να επιτευχθεί (α) με την άνοδο του ΑΕΠ, (β) με τη δημιουργία δημοσιονομικών πλεονασμάτων και (γ) με την πώληση (ιδιωτικοποίηση) παγίων περιουσιακών στοιχείων του κράτους, όπως είναι τα ακίνητα, οι επιχειρήσεις κοκ. Δυστυχώς δεν πέτυχε το πρώτο όσο έπρεπε και δεν τήρησε τίποτα από τα άλλα δύο, αυξάνοντας αντίθετα τις δημόσιες δαπάνες – οπότε ήταν απροετοίμαστη απέναντι σε κάθε κρίση που θα ξεσπούσε.
Επόμενη συμφωνία ήταν η μη διάσωση κανενός κράτους από κάποιο άλλο (άρα η μη αλληλεγγύη), καθώς επίσης η μη ανάμιξη της ΕΚΤ σε διασώσεις κρατών ή τραπεζών – οπότε όλοι γνώριζαν πως καμία χώρα δεν είχε μία πραγματική κεντρική τράπεζα, η οποία να είναι σε θέση να επεμβαίνει μειώνοντας τα επιτόκια δανεισμού τους, να λειτουργεί ως δανειστής ύστατης ανάγκης για τις εμπορικές τράπεζες κοκ.
Οι Γερμανοί βέβαια δεν τήρησαν τον κανόνα των ελλειμμάτων στο ξεκίνημα της Ευρωζώνης, κατάφεραν να προσαρμόσουν τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ στα μέτρα τους εις βάρος των άλλων (ανάλυση), δεν σεβάσθηκαν τον κανόνα του πληθωρισμού 2% που είχε συμφωνηθεί με την ΕΚΤ, ενώ υιοθέτησαν ύπουλα την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα (ανάλυση) – χωρίς όμως να διαμαρτυρηθεί καμία άλλη χώρα, επειδή τότε όλες έκαναν τις δικές τους παραβάσεις, ενώ η Ευρώπη αναπτυσσόταν με μεγάλους ρυθμούς, έχοντας εξασφαλίσει μία πάμφθηνη χρηματοδότηση εκ μέρους των αγορών που δεν είχαν συνειδητοποιήσει το πρόβλημα (κάτι που συνέβη το 2010, με αφετηρία την Ελλάδα).
Μετά την κρίση τώρα, υιοθετήθηκαν επί πλέον κανόνες από την Ευρώπη – όπως οι δύο συμφωνίες δημοσιονομικής σταθερότητας «Six Pack» και «Two Pack» του 2013 (ερμηνεία). Εν προκειμένω, συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων πως εκείνες οι χώρες που τα δημόσια χρέη τους είναι πάνω από το 60% του ΑΕΠ τους, δεν θα επιτρέπεται να έχουν δομικά ελλείμματα στον προϋπολογισμό τους πάνω από 0,5% – οπότε λογικά απορρίφθηκε ο ιταλικός προϋπολογισμός αφού προβλέπει δομικό έλλειμμα 2,1% (2,4% συνολικό) ή υποχρεώνεται η Ελλάδα σε πρωτογενή πλεονάσματα.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως το θεωρούμε σωστό ή δίκαιο, αλλά ότι αυτό υπέγραψαν οι κυβερνήσεις – οι οποίες έπρεπε να σκεφθούν προηγουμένως τι υπογράφουν και όχι εκ των υστέρων. Εάν ισχυρισθεί βέβαια κανείς πως δεν το έκανε, για παράδειγμα, η σημερινή ιταλική κυβέρνηση αλλά η προηγούμενη, τότε αυτόματα δεν αποδέχεται τη συνέχεια του κράτους – κάτι που σημαίνει πως τότε δεν θα μπορεί να λειτουργήσει καμία διεθνής συμφωνία.
‘Όσον αφορά δε τον «ενισχυμένο έλεγχο» που υπέγραψε η Ελλάδα (ας μην ξεχνάμε και τον κόφτη που ψήφισε το 2016), είναι δεδομένο πως θα μπορεί να οδηγήσει και σε νέα μέτρα – κάτι που αναφέρεται καθαρά στη συμφωνία «Two Pack» του 2013. Αναλυτικότερα, κατά τη συμφωνία η Κομισιόν μπορεί να προτείνει στο Συμβούλιο διορθωτικά μέτρα για ένα κράτος – τα οποία ισχύουν αυτόματα, εάν εντός δέκα ημερών δεν απορριφθούν από μία ειδική πλειοψηφία των κρατών-μελών (πηγή).
Από την άλλη πλευρά, η Γερμανία έχει επίσης μεγάλες ευθύνες, αφού δεν τηρεί τον κανόνα που έχει υπογράψει, για τη διατήρηση των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της κάτω από το 6% του ΑΕΠ της – τεκμηριώνοντας πως όλοι παραβαίνουν αυτά που έχουν συμφωνηθεί, ενώ δυστυχώς κανένας δεν διαμαρτύρεται για τη Γερμανία, επειδή έχει επιβάλλει το δίκαιο του ισχυροτέρου.
Ειδικά σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα, από την οποία εξαρτάται η επιβίωση μίας χώρας στις διεθνείς αγορές, ασφαλώς όλοι γνωρίζουν πως η βασικότερη προϋπόθεση είναι η διατήρηση των μισθών (άρα του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος), το ανώτατο στο ύψος της παραγωγικότητας των εργαζομένων και του πληθωρισμού – κάτι που δεν τήρησε ούτε η Γερμανία, διατηρώντας τους μισθούς ύπουλα πολύ πιο χαμηλά, ούτε κράτη όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία, κάνοντας το ακριβώς αντίθετο (αυξάνοντας τους πολύ υψηλότερα). Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές ισοτιμίες του ευρώ, με αποτέλεσμα να μιλάμε για το γερμανικό ευρώ που είναι κατά 21% υποτιμημένο σε σχέση με το ιταλικό ευρώ (γράφημα) προσφέροντας ένα μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη Γερμανία, καθώς επίσης ένα αντίστοιχο μειονέκτημα στην Ιταλία κοκ. – κάτι που ασφαλώς δεν μπορεί να επιδιορθωθεί με τη νομισματική πολιτική μίας κοινής κεντρικής τράπεζας, αφού ότι και να κάνει η ΕΚΤ είτε θα βλάψει τη μία χώρα, είτε την άλλη.
Εκτός αυτού, οι τελευταίες δεν συνόδευσαν τους μισθούς με τις ανάλογες επενδύσεις για το σχηματισμό κερδοφόρου ακαθάριστου παγίου κεφαλαίου, οπότε εύλογα έχασαν εντελώς την ανταγωνιστικότητα τους – αδυνατώντας στη συνέχεια να την ανακτήσουν παρά τις θηριώδεις μειώσεις των μισθών στα πλαίσια της εσωτερικής υποτίμησης (η οποία δεν λειτουργεί σωστά, αφού δεν μειώνονται οι υπόλοιπες τιμές και το κόστος διαβίωσης), επειδή λόγω της κρίσης κατέρρευσαν οι επενδύσεις.
Επίλογος
Χωρίς να επεκταθούμε σε άλλες λεπτομέρειες, ασφαλώς δεν είναι σωστές οι παλαιές συμφωνίες και οι νέοι κανόνες της Ευρώπης – ιδιαίτερα στην οικονομική κατάσταση που ευρίσκονταν οι χώρες πριν και, ακόμη χειρότερα, μετά την κρίση. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να παραβιάζονται, αφού είναι αδύνατον να λειτουργήσει χωρίς κανόνες μία νομισματική ένωση – αλλά πως πρέπει να διαμορφωθούν έτσι ώστε να διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα όλων των κρατών.
Με δεδομένο όμως το ότι, η αρχική πρόθεση της ΕΕ και της Ευρωζώνης να ενωθεί τραπεζικά, δημοσιονομικά και πολιτικά έχει πάψει πλέον να υπάρχει, (όλα τα κράτη της ΕΕ θα έπρεπε να υιοθετήσουν σταδιακά το ευρώ, με βάση την αρχική συμφωνία), δεν είναι δυνατόν να διαμορφωθούν σε αυτή τη βάση οι κανόνες – να λειτουργήσει δηλαδή όπως η Ομοσπονδιακή Γερμανία, η Ομοσπονδιακή Ελβετία ή οι Η.Π.Α.
Σήμερα δεν είναι δυνατή ούτε η διάλυση της Ευρωζώνης, αφού καμία σχεδόν χώρα δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί στην οικονομία της – ούτε η Γερμανία, με βασικό κριτήριο αυτά που της οφείλουν τα άλλα κράτη που δεν είναι σε θέση να τα πληρώσουν. Εκτός αυτού είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς τι επακόλουθα θα είχε η διάλυση του ευρώ για τον υπόλοιπο πλανήτη – μεταξύ άλλων επειδή πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, με μερίδιο 20%.
Ταυτόχρονα όμως, φαίνεται πως η διάλυση της Ευρωζώνης είναι αναπόφευκτη – κάτι που δεν θα συμβεί πιθανότατα έτσι όπως νομίζουμε, αλλά σταδιακά με την υιοθέτηση ελέγχων κεφαλαίων που είναι ασύμβατοι σε μία νομισματική ένωση, καθώς επίσης παράλληλων νομισμάτωνΕάν τώρα η Γερμανία με τους συμμάχους της υφαρπάξουν το ευρώ, με τις άλλες χώρες να υιοθετούν σταδιακά τα δικά τους νομίσματα, ενδεχομένως με αφετηρία την Ιταλία, κανένας δεν το γνωρίζει – ενώ στη χειρότερη θέση όλων είναι η Ελλάδα
Αυτό συμπεραίνεται όχι μόνο επειδή πρόκειται για την πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία (ανάλυση) αλλά, επί πλέον, επειδή με το PSI απεμπόλησε τη δυνατότητα υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος – μεταφέροντας το χρέος της από μη εγγυημένο προς τους ιδιώτες σε εγγυημένο προς τα κράτη, χωρίς να επιτρέπεται πια να το μετατρέψει στο εθνικό της νόμισμα (προηγουμένως μπορούσε να μετατρέψει το 90% με μία απλή απόφαση της Βουλής, οπότε να εξοφληθεί με την εκτύπωση νέων χρημάτων, χωρίς καν να χρειαστεί να προβεί σε στάση πληρωμών – ενώ στον πληθωρισμό που θα προκαλούταν θα συμμετείχαν και οι δανειστές της).

Δεν υπάρχουν σχόλια: