Συνέχεια από : ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 28 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2011
E R I C H N E U M A Ν N
Η ΨΥΧΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΘΗΛΥΚΟΥ
Έτσι, το αρχετυπικό υπόβαθρο του γάμου – θανάτου της κόρης εκτείνεται από την μητριαρχική προϊστορία, περνώντας μέσα από την τελετουργική θυσία της κόρης και την τελετουργική ολοκλήρωση του γάμου, μέχρι τους μοντέρνους καιρούς. Και ο γάμος θανάτου καταλαμβάνει επίσης μια κεντρική θέση στην ιστορία της Ψυχής, παρόλο που στην αρχή φαίνεται να παριστάνη απλώς την εκδίκηση της Αφροδίτης.
Κατά αρκετά περίεργο τρόπο και χωρίς εξήγηση, αν πάρουμε υπ’ όψη μας μόνο την «αφέλεια» της Ψυχής, η απάντησή της στην καταδίκη της, που ξεπηδάει από το ασυνείδητό της, βρίσκεται σε τέλεια συμφωνία με το μυστήριο του θηλυκού που αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση του θανάτου.. Δεν αντιδρά με μάχη, διαμαρτυρία, ανυπακοή, αντίσταση, όπως θα έκανε ένα αρσενικό εγώ σε μια παρόμοια κατάσταση, αλλά ακριβώς το αντίθετο, με αποδοχή της μοίρας της. Με σίγουρη διαίσθηση διακρίνει το νόημα που υπάρχει πίσω από ό,τι συμβαίνει, και αυτό είναι το μόνο σημείο στην ιστορία που γίνεται υπαινιγμός πως αυτό το νόημα είναι γνωστό στα ανθρώπινα όντα. Απαντάει: «Όταν έθνη και λαοί μού έδιναν θεϊκές τιμές, όταν με μια φωνή με χαιρετούσαν σαν μια νέα Αφροδίτη, τότε έπρεπε να λυπηθείτε, να κλάψετε και να με θρηνήσετε σαν νεκρή». Παίρνοντας την ύβρη (του ανθρώπινου γένους …, και όχι του προσώπου της, του εγώ της) και την τιμωρία της σαν κάτι απολύτως δεδομένο, δηλώνει την προθυμία της να θυσιαστή: «Βιάζομαι να συναντήσω αυτήν την ευλογημένη ένωση, βιάζομαι να δω τον ευγενικό σύζυγο που με περιμένει. Γιατί να αναβάλλω και να αποφεύγω τον ερχομό του; Δεν είναι αυτός που γεννήθηκε για να καταστρέψη όλον τον κόσμο;» Και με αυτά τα λόγια η ψυχή, αφημένη στον έρημο βράχο, απομακρύνεται αμέσως από την σφαίρα του πλήθους που θρηνεί, και από τους γονείς της επίσης.
Έπειτα έρχεται η αντιστροφή, η έκπληξη, το επεισόδιο που εκ πρώτης όψεως δίνει την πιο έντονη εντύπωση παραμυθιού. Είναι η τρίτη φάση: Η Ψυχή στον παράδεισο του Έρωτα.
Ο γάμος, που παρουσιάζεται με την μεγάλη μυθική λαμπρότητα ενός γάμου θανάτου, ολοκληρώνεται μέσα σε ένα σκηνικό που μας είναι γνώριμο από τις πολύ μεταγενέστερες «Χίλιες και μία νύχτες». Υπάρχει ένα ελαφρό χρώμα σχεδόν rococo στην σκηνή. «Τώρα, όταν η νύχτα προχωρή για καλά, ένας απαλός ήχος ήρθε στα αυτιά της. Φοβήθηκε για την τιμή της βλέποντας ότι ήταν ολομόναχη· έτρεμε από τον φόβο, και ο τρόμος του αγνώστου ξεπερνούσε κατά πολύ οποιονδήποτε άλλον είχε ποτέ δοκιμάσει. Στο τέλος ήρθε ο άγνωστος άνδρας της και ανέβηκε στο κρεβάτι, έκανε την Ψυχή γυναίκα του, και έφυγε βιαστικά πριν έρθη η αυγή».
Σύντομα «αυτό που φαινόταν ξένο στην αρχή, με την δύναμη της συνεχιζόμενης συνήθειας έγινε χαρά, και ο ήχος των φωνών έσπαζε την μοναξιά και την αμηχανία της». Λίγο αργότερα, η Ψυχή θα πη: «Καλύτερα να πεθάνω εκατό φορές παρά να στερηθώ την γλυκειά σου αγάπη. Γιατί όποιος και αν είσαι, σε αγαπάω και σε λατρεύω με πάθος. Σε αγαπάω όπως την ίδια την ζωή. Μπροστά σου και ο Έρωτας θα φαινόταν σαν ένα τίποτε». Αλλά αυτή η έκσταση, μέσα στην οποία ψιθυρίζει «άνδρα γλυκέ σαν το μέλι» και «ζωή και αγάπη της Ψυχής», είναι μια έκσταση σκοταδιού. Είναι μια κατάσταση μη γνώσης και μη όρασης, γιατί τον αγαπημένο της μπορεί μόνο να τον αγγίξη και να τον ακούση, αλλά η Ψυχή είναι ικανοποιημένη, ότι τουλάχιστον φαίνεται, και ζη μέσα σε παραδεισιακή ευτυχία.
Αλλά κάθε παράδεισος έχει το ερπετό του, και η νυχτερινή ευδαιμονία της Ψυχής δεν μπορεί κα κρατήση για πάντα. Ο εισβολέας, το φίδι αυτού του παραδείσου αντιπροσωπεύεται από τις αδελφές της Ψυχής, που ο ερχομός τους φέρνει την καταστροφή, που και εδώ είναι η έξωση από τον παράδεισο. Εδώ θα φαινόταν πως έχουμε το απλό και συνηθισμένο στα παραμύθια μοτίβο των αδελφών που ζηλεύουν. Αλλά η ψυχανάλυση δείχνει πως τα παραμυθιακά μοτίβα είναι κάθε άλλο παρά απλά, ότι στην πραγματικότητα απειλούνται από πολλά διαφορετικά στρώματα, και έχουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία.
Παρά την έντονη προειδοποίηση του Έρωτα, η Ψυχή συναντά τις αδελφές της· λυώνοντας από ζήλια αυτές σχεδιάζουν να καταστρέψουν την ευτυχία της. Ο τρόπος που διαλέγουν βρίσκεται πάλι σε συμφωνία με ένα παγκόσμιο μοτίβο, γιατί το ουσιαστικό δεν είναι η δολοφονία του άνδρα της Ψυχής, αλλά το ότι η Ψυχή θα πρέπη να πεισθή να σπάση το ταμπού, να ρίξη φως στο κρυμμένο μυστικό: σε αυτήν την περίπτωση, να κοιτάξη τον άνδρα της. Γιατί αυτή είναι η απαγόρευση που ο αόρατος άνδρας της Ψυχής τής επέβαλε· είναι το «μη με ρωτάς», που επανέρχεται συνέχεια, η διαταγή της μη εισόδου στο «κλειστό δωμάτιο», που η παραβίασή της θα φέρη την καταστροφή της Ψυχής.
Ποιος είναι ο χαρακτήρας αυτών των αδελφών, και ποια είναι η σημασία τους για την εξέλιξη της ιστορίας της Ψυχής; Ας αφήσουμε τα επιφανειακά. προσωπικά, παραμυθιακά στοιχεία και ας προσπαθήσουμε να διακρίνουμε το νόημα που κρύβεται πίσω από αυτά.
Εξωτερικά φαίνεται πως οι αδελφές είναι ευτυχισμένες με τον γάμο τους, αλλά στην πραγματικότητα μισούν τους άνδρες τους από τα κατάβαθα της ψυχής τους, αν μπορούμε να μιλήσουμε για ψυχή σε σχέση με αυτές τις στρίγγλες· είναι έτοιμες να τους αφήσουν αμέσως και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Οι γάμοι τους είναι ένα σύμβολο πατριαρχικής σκλαβιάς, τυπικά παραδείγματα αυτού που ονομάζουμε «η σκλαβιά του θηλυκού στον πατριαρχικό κόσμο». Δόθηκαν «σε ξένους βασιλιάδες για να είναι υπηρέτριές τους»· η μία περιγράφει τον άνδρα της σαν πιο γέρο και από τον πατέρα της, «φαλακρό σαν κολοκύθι και αδύναμο σαν μικρό παιδί». Έτσι θα πρέπη να παίξη τον ρόλο της κόρης γι’ αυτόν από κάθε άποψη, ενώ η αδελφή της έχει την όχι πιο ευχάριστη ζωή μιας νοσοκόμας. Και οι δύο αδελφές είναι φανατικές στο μίσος τους για τους άνδρες, και αναπαριστούν, όπως μπορούμε να πούμε από πριν, μια τυπική στάση της μητριαρχίας.
Αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι δύσκολο να θεμελιωθή. Δεν πρέπει να πάρουμε το φανερό στοιχείο της ζήλιας σαν το κυριώτερο χαρακτηριστικό των αδελφών, αν και έχει και αυτό τη θέση του στην όλη κατάσταση. Το καθαρώτερο σύμπτωμα της μητριαρχικής στάσης μίσους των αδελφών απέναντι στους άνδρες, είναι η περιγραφή που κάνουν για τον άνδρα της Ψυχής.
Όταν οι αδελφές μιλάνε για «τα αγκαλιάσματα ενός βρωμερού και φαρμακερού φιδιού», όταν λένε ότι το τέρας θα καταβροχθίση την Ψυχή και το παιδί της – γιατί η Ψυχή στο μεταξύ έχει γίνει έγκυος – εκφράζουν κάτι περισσότερο από τη ζήλεια των ανικανοποίητων γυναικών. Η συκοφαντία τους – γιατί λένε την αλήθεια σε έναν τόνο συκοφαντικής παρεξήγησης – προέρχεται από την σεξουαλική αηδία μιας βιασμένης και ταπεινωμένης μητριαρχικής ψυχής. Οι αδελφές πετυχαίνουν να ξυπνήσουν το εχθρικό προς τους άνδρες μητριαρχικό στρώμα μέσα στην ίδια την Ψυχή. Βρίσκεται μέσα σε μια σύγκρουση, που εκφράζεται με αυτά τα απλά λόγια: «την ίδια στιγμή μισούσε το τέρας και αγαπούσε τον σύζυγο». Αυτή η ήδη διαφανής σχέση με την μητριαρχία και τις ανδροφόνες Δαναΐδες γίνεται πιο έντονη όταν οι αδελφές συμβουλεύουν την Ψυχή όχι να το σκάση από τον άγνωστο άνδρα της, αλλά να τον σκοτώση και να κόψη το κεφάλι του με ένα μαχαίρι, ένα αρχαίο σύμβολο ευνουχισμού, εξυψωμένου στην πνευματική σφαίρα. Το εχθρικό αρσενικό, η γυναίκα σαν θύμα του άνδρα – τέρατος, η δολοφονία του άνδρα και ο ευνουχισμός σαν μητριαρχικά σύμβολα αυτοάμυνας ή κυριαρχίας – τί σχέση έχουν αυτά με την Ψυχή, τί νόημα και σκοπό έχουν στον μύθο της ανάπτυξης της Ψυχής;
Η δράση των μητριαρχικών γυναικών που μισούν τους άνδρες έρχεται σε οξεία αντίθεση με την ευγενική αφοσίωση και την αυταπάρνηση τής Ψυχής, που έχει ολοκληρωτικά παραδοθή στην σεξουαλική δουλεία – γιατί περί αυτού πρόκειται – του Έρωτα. Η εμφάνιση των αδελφών φέρνει την πρώτη κίνηση στον παράδεισο της αισθησιακής απόλαυσης που ο Απουλήιος ζωγραφίζει με τέτοιο πλούτο χρωμάτων. Στην ερμηνεία μας οι μορφές των αδελφών αντιπροσωπεύουν προβολές των καταπιεσμένων ή εντελώς ασυνείδητων μητριαρχικών τάσεων της ίδιας της Ψυχής, που η εμφάνισή τους προκαλεί μια σύγκρουση μέσα της. Μιλώντας ψυχολογικά, οι αδελφές είναι η «σκιώδης» πλευρά της Ψυχής, αλλά η πολλαπλότητά τους δείχνει ότι εισχωρούν σε διαπροσωπικά στρώματα.
Η εμφάνιση των αδελφών δίνει για πρώτη φορά στην Ψυχή κάποια ανεξαρτησία. Ξαφνικά βλέπει την συμβίωσή της με τον Έρωτα σαν μια «πολυτελή φυλακή», και λαχταράει την ανθρώπινη συντροφιά. Μέχρι τώρα παρασυρόταν στο ρεύμα μιας ασυνείδητης έκστασης, αλλά τώρα βλέπει την φασματική μη-πραγματικότητα του αισθησιακού της παραδείσου, και αρχίζει, σε επαφή με τον αγαπημένο της, να αποκτά συνείδηση της γυναικείας της φύσης. Κάνει «σκηνές» και παγιδεύει τον παγιδευτή με «παθιασμένα μουρμουρίσματα».
Πρέπει να παραβλέψουμε εντελώς την επιφανειακή πλοκή εάν θέλουμε να καταλάβουμε την πραγματική λειτουργία και το νόημα αυτής της εισόδου των αδελφών-σκιάς. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, οι αδελφές παριστάνουν μια πλευρά της γυναικείας συνειδητότητας που είναι αποφασιστική για ολόκληρη την επακόλουθη ανάπτυξη της Ψυχής, και χωρίς την οποία δεν θα ήταν αυτό που είναι, δηλαδή η θηλυκή ψυχή. Παρά την αρνητική μορφή της, η αντι-αρσενική εγκληματική αναταραχή που φέρνουν οι αδελφές υλοποιεί μια πραγματική αντίσταση της γυναικείας φύσης ενάντια στην κατάσταση και την στάση της Ψυχής, την αρχή μιας ανώτερης γυναικείας συνειδητότητας. Όχι ότι οι αδελφές αντιπροσωπεύουν αυτήν την συνειδητότητα, είναι μόνο ο σκιώδης, δηλαδή ο αρνητικός, πρόδρομός τους. Αλλά εάν η Ψυχή καταφέρη να φθάση σε αυτό το ανώτερο επίπεδο, είναι μόνο γιατί ξεκινάει υπακούοντας στην αρνητική συμβουλή των αδελφών της. Μόνο σπάζοντας το ταμπού που ο Έρωτας τής έχει επιβάλει, με το να ανταποκριθή στις οδηγίες των αδελφών της, έρχεται σε σύγκρουση με τον Έρωτα, που όπως θα δείξουμε, είναι το θεμέλιο της ανάπτυξής της. Όπως και στην βιβλική ιστορία, η υπακοή στο φίδι οδηγεί στην εξορία από τον παράδεισο και σε μιαν ανώτερη συνειδητότητα.
Γιατί, με όλη την μαγεία της, αυτή η ύπαρξη στον αισθησιακό παράδεισο του Έρωτα, είναι μια ανάξια ύπαρξη; Γιατί είναι μια κατάσταση τυφλής, παθιασμένης σκλαβιάς, ενάντια στην οποία μια θηλυκή εγωτική συνείδηση – και τέτοια είναι η μητριαρχική στάση του θηλυκού – πρέπει να διαμαρτυρηθή, ενάντια στην οποία πρέπει να προβάλη όλα τα επιχειρήματα που αναφέρουν οι αδελφές της Ψυχής; Η ύπαρξη της Ψυχής είναι μια ανυπαρξία, μια ύπαρξη στο σκοτάδι, μια απόλαυση σεξουαλικού αισθησιασμού που μπορεί ταιριαστά να χαρακτηρισθή σαν καταβρόχθιση από έναν δαίμονα, ένα τέρας. Ο Έρως σαν μια αόρατη γοητεία είναι όλα όσα ο χρησμός του Απόλλωνα, που επαναλαμβάνεται από τις αδελφές της, έχει πη γι’ αυτόν, και η Ψυχή είναι στην πραγματικότητα το θύμα του. (Σημ: Η ύπαρξη της Ψυχής μέσα στον σκοτεινό παράδεισο του Έρωτα είναι μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή της καταβρόχθισης του ήρωα από την φάλαινα – δράκοντα – τέρας. Εδώ ο περιορισμός και η αιχμαλωσία στο σκοτάδι φορτίζονται από την ιδιότητα της ευχαρίστησης, αλλά και αυτή η κατάσταση είναι αρχετυπική και όχι κάτι ατομικό. Ο κίνδυνος της καταβρόχθισης συχνά μεταμφιέζεται κάτω από την γοητεία ενός (χαμένου) παραδείσου, ο οποίος, όπως το σπίτι του μελόψωμου στην ιστορία του Hänsel και της Gretel, κρύβει ένα τέρας που καταβροχθίζει. Εδώ ο καταβροχθιστής είναι ο δράκοντας Έρως, στο παραμύθι είναι η μάγισσα. Όπως και στο νυχτερινό θαλασσινό ταξίδι ο αρσενικός ηλιακός ήρωας ανάβει το φως στην κοιλιά του θηρίου και σφάζοντάς το απελευθερώνεται από το σκοτάδι, έτσι και η Ψυχή κατά την απελευθέρωσή της από την σκοτεινή φυλακή είναι οπλισμένη ως και με μαχαίρι. Αλλά στον μύθο με την αρσενική ηλιακή μορφή η εχθρική φονική πράξη του ήρωα κρατάει την πρώτη θέση· ακόμη και όταν πρόκειται για την γνώση, σκοτώνει και «κομματιάζει» το αντικείμενό της, τον δράκοντα. Στην θηλυκή μορφή αυτή η ανάγκη για γνώση παραμένει δεμένη με την μεγαλύτερη ανάγκη της αγάπης.Ακόμη και εκεί που η Ψυχή αναγκάζεται να πληγώση, διατηρεί τον δεσμό της με τον αγαπημένο της, και ποτέ δεν σταματάει να προσπαθή να συμφιλιωθή μαζί του μεταμορφώνοντάς τον.)
Ο βασικός νόμος της μητριαρχίας απαγορεύει τις ατομικές σχέσεις με τον άνδρα, και αναγνωρίζει το αρσενικό μόνο σαν μια ανώνυμη δύναμη, που αντιπροσωπεύει τον θεό. Γιά την Ψυχή, αυτή η ανωνυμία εφαρμόζεται, αλλά την ίδια στιγμή προκαλεί στον εαυτό της την βαθειά, ανεξάλειπτη ντροπή της υποταγής σ’ αυτόν τον άνδρα, της πτώσης κάτω από την δύναμή του. Από την άποψη της μητριαρχίας, υπάρχει μόνο μια απάντηση σ’ αυτήν την ντροπή: ο φόνος και ο ευνουχισμός του αρσενικού, κι αυτό είναι που ζητούν από την Ψυχή οι αδελφές της. Αλλά δεν ενσαρκώνουν μόνο την επαναγωγή σε αρχαιότερα στάδια ύπαρξης· μια ανώτερη θηλυκή αρχή βρίσκεται επίσης σε λειτουργία, όπως φαίνεται από τον συμβολισμό, με τον οποίο ο μύθος κυριολεκτικά «φωτίζει» την ασυνείδητη κατάσταση της Ψυχής.
Στην σύγκρουσή της με τον Έρωτα, η Ψυχή επανειλημμένα αποκρούει την εντολή του να διακόψη τις σχέσεις της με τις αδελφές της και με μια παράξενη επιμονή, που φαίνεται να έρχεται σε αντίφαση με την φαινομενική ηπιότητά της, διατηρεί τον δεσμό της μαζί τους ακόμη και μπροστά στην πιο έντονη προειδοποίηση. Κατά την πορεία αυτής της σύγκρουσης, η Ψυχή προφέρει τα αποκαλυπτικά λόγια που είναι το κλειδί για την εσωτερική της κατάσταση: «Δεν ζητάω πια να δω το πρόσωπό σου· ούτε και το σκοτάδι της νύχτας μπορεί να είναι εμπόδιο στη χαρά μου, γιατί σε κρατάω στα χέρια μου, φως της ζωής μου».
Αλλά την στιγμή ακριβώς που η Ψυχή φαίνεται να αποδέχεται το σκοτάδι, δηλαδή την ασυνειδητότητα της κατάστασής της, και ενώ σε φαινομενικά τέλεια απάρνηση της ατομικής της συνειδητότητας απευθύνεται στον άγνωστο και αόρατο εραστή της σαν «φως της ζωής της», ένα συναίσθημα μέχρι τότε απαρατήρητο βγαίνει στην επιφάνεια. Η Ψυχή μιλάει αρνητικά για το αντιπαθητικό σκοτάδι και για την επιθυμία της να γνωρίση τον αγαπημένο της. Προσπαθεί να διώξη τον φόβο της για ό,τι πρόκειται να έρθη, και αποκαλύπτει την ασυνείδητη γνώση της αυτού που συμβαίνει. Ήταν φυλακισμένη στο σκοτάδι, αλλά τώρα ο αγώνας της για φως και γνώση έχει γίνει επιτακτικός· την ίδια στιγμή καταλαβαίνει ότι ένας μεγάλος κίνδυνος την απειλεί. Γι’ αυτό είναι τόσο συγκινητικό όταν προσπαθή να εξορκίση την πραγματικότητα του σκοταδιού αποκαλώντας τον Έρωτα «φως της ζωής μου». Γιατί, αν και είναι αλήθεια κατά μια βαθύτερη έννοια ότι ο Έρωτας είναι το φως που λάμπει μπροστά της, δείχνοντάς της τον δρόμο μέσα απ’ όλους τους κινδύνους, αυτός ο Έρωτας που της δείχνει τον δρόμο δεν είναι ο νεαρός που την αγκαλιάζει στο σκοτάδι, και ζητάει με κάθε δυνατό τρόπο να την εμποδίση από το να ταράξη τον παράδεισο της αγάπης τους.
Η Ψυχή – όπως δείχνει με έμφαση η συνέχεια της ιστορίας – είναι κάθε άλλο παρά απλώς «καλή» και «απλοϊκή»· αντίθετα, η στάση των αδελφών, η διαμαρτυρία και η εχθρότητά τους αντιστοιχούν σε ένα ρεύμα που υπάρχει μέσα στην ίδια την Ψυχή. Η μητριαρχική αντίδραση που ορθώνεται μέσα της ενάντια στο ανυπόφορο της κατάστασης να κρατιέται αιχμάλωτη από τον Έρωτά της έρχεται από έξω, από τις αδελφές της, και την ωθεί σε δράση. Αυτή ακριβώς η κατάσταση κάνει δυνατή τη σύγκρουση στο εσωτερικό της Ψυχής: «Μέσα στο ίδιο σώμα μισούσε το τέρας και αγαπούσε τον σύζυγο»· και αυτή και μόνο η κατάσταση είναι που δίνει την δυνατότητα στις αδελφές της Ψυχής να την παρασύρουν. Η Ψυχή δεν ξέρει πώς είναι η μορφή του Έρωτα, του αγαπημένου της. Μέχρι στιγμής η αντίθεση: κτήνος και εραστής, ήταν παρούσα στο ασυνείδητό της, αλλά δεν είχε ακόμη αναδυθή στην συνείδησή της. Είναι οι αδελφές που την κάνουν να συνειδητοποιήση την τερατώδη – κτηνώδη πλευρά. Τώρα η Ψυχή έρχεται σε ανοιχτή σύγκρουση με την συνειδητή της σχέση αγάπης, στην οποία ο Έρωτας ήταν μόνο ο «σύζυγός» της. Δεν μπορεί πια να διατηρήση την παλιά ασυνείδητη κατάσταση. Πρέπει να δη την αληθινή μορφή του συντρόφου της, και έτσι η αντίφαση, η σύγκρουση ανάμεσα σε μια ψυχή που μισεί το τέρας και μια ψυχή που αγαπάει τον σύζυγο, προβάλλεται εξωτερικά και οδηγεί στην ενέργεια της Ψυχής.
Οπλισμένη με μαχαίρι και λυχνάρι, η Ψυχή πλησιάζει τον άγνωστο αγαπημένο της, και στο φως τον αναγνωρίζει σαν τον Έρωτα. Πρώτα επιχειρεί να σκοτωθή με το μαχαίρι που κρατούσε έτοιμο για το «τέρας», αλλά αποτυγχάνει. Έπειτα, κοιτάζοντας τον αγαπημένο της στο φως, τρυπάει το δάχτυλό της με ένα από τα βέλη του· φλογισμένη από την επιθυμία γι’ αυτόν, σκύβει να τον φιλήση, και μια σταγόνα από καυτό λάδι πετάγεται από το λυχνάρι, καίγοντας και πληγώνοντας τον Έρωτα, που ξυπνάει. Βλέποντας ότι η Ψυχή παράκουσε την εντολή του, πετάει μακριά και εξαφανίζεται.
Τί δοκιμάζει η Ψυχή όταν, οδηγούμενη από τις εχθρικές στους άνδρες μητριαρχικές δυνάμεις, πλησιάζει το κρεβάτι για να σκοτώση το υποτιθέμενο τέρας και βλέπει τον Έρωτα; Εάν επανασυνθέσουμε την μυθική μεγαλοπρέπεια της σκηνής, που η λεπτεπίλεπτη μικροτεχνία του Απουλήιου μικραίνει και σχεδόν παραμορφώνει, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα δράμα μεγάλου βάθους και δύναμης, μια ψυχική μεταμόρφωση μοναδικής σημασίας. Είναι το ξύπνημα της Ψυχής σαν ψυχής, η μοιραία στιγμή στην ζωή του θηλυκού, στην οποία για πρώτη φορά η γυναίκα αναδύεται από το σκοτάδι του ασυνειδήτου της και την σκληρότητα τής μητριαρχικής της σκλαβιάς και, σε μιαν ατομική συνάντηση με το αρσενικό, αγαπάει, δηλαδή αναγνωρίζει, τον Έρωτα. Αυτή η αγάπη τής Ψυχής είναι μιας πολύ ιδιαίτερης μορφής, και μόνο εάν συλλάβουμε αυτό που είναι καινούργιο σ’ αυτήν την αγάπη θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε τί σημαίνει για την ανάπτυξη του θηλυκού, όπως αντιπροσωπεύεται από την Ψυχή.
Η Ψυχή που πλησιάζει στο κρεβάτι όπου είναι ξαπλωμένος ο Έρωτας δεν είναι πια το παγιδευμένο από το πάθος πλάσμα, το μαγεμένο από τις αισθήσεις του, που ζούσε στον σκοτεινό παράδεισο της σεξουαλικότητας και του πόθου. Αφυπνισμένη από τον ερχομό των αδελφών της, αισθανόμενη τον κίνδυνο που την απειλεί, αναλαμβάνει την σκληρή επιθετικότητα της μητριαρχίας καθώς πλησιάζει στο κρεβάτι για να σκοτώση το τέρας, το αρσενικό κτήνος που την απέσπασε από τον επάνω κόσμο σε έναν γάμο θανάτου, και την έφερε μέσα στο σκοτάδι. Αλλά στη λάμψη του καινούργιου φωτός, με το ποίο φωτίζει το ασυνείδητο σκοτάδι της προηγούμενης ύπαρξής της, αναγνωρίζει τον Έρωτα. Α γ α π ά ει.
Στο φως της νέας της συνειδητότητας δοκιμάζει μια μοιραία μεταμόρφωση, στην οποία ανακαλύπτει ότι ο χωρισμός ανάμεσα στο κτήνος και στον άνδρα δεν ίσχύει. Καθώς ο κεραυνός της αγάπης την χτυπάει, στρέφει το μαχαίρι εναντίον της ή (με άλλους όρους) πληγώνεται με το βέλος του Έρωτα. Με αυτό, φεύγει από την παιδική, ασυνείδητη πλευρά της πραγματικότητάς της και από την μητριαρχική αντι-αρσενική πλευρά επίσης. Μόνο σε μια θαμπή, σκοτεινή ύπαρξη μπορεί η Ψυχή να πάρη τον αγαπημένο της για ένα τέρας, έναν βιαστή, έναν δράκοντα, και μόνο σαν ένα κορίτσι με παιδιάστικη άγνοια (αλλά και αυτό είναι μια σκοτεινή πλευρά) μπορεί να υποθέση ότι είναι ερωτευμένη με έναν «ανώτερο σύζυγο», ξεχωριστό από τον κατώτερο δράκοντα. Στο φως της αναμμένης αγάπης η Ψυχή αναγνωρίζει τον Έρωτα σαν έναν θεό, που είναι το ανώτερο και το κατώτερο ενωμένα, και που συνδέει και τα δύο.
( συνεχίζεται )
Αμέθυστος
E R I C H N E U M A Ν N
Η ΨΥΧΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΘΗΛΥΚΟΥ
Έτσι, το αρχετυπικό υπόβαθρο του γάμου – θανάτου της κόρης εκτείνεται από την μητριαρχική προϊστορία, περνώντας μέσα από την τελετουργική θυσία της κόρης και την τελετουργική ολοκλήρωση του γάμου, μέχρι τους μοντέρνους καιρούς. Και ο γάμος θανάτου καταλαμβάνει επίσης μια κεντρική θέση στην ιστορία της Ψυχής, παρόλο που στην αρχή φαίνεται να παριστάνη απλώς την εκδίκηση της Αφροδίτης.
Κατά αρκετά περίεργο τρόπο και χωρίς εξήγηση, αν πάρουμε υπ’ όψη μας μόνο την «αφέλεια» της Ψυχής, η απάντησή της στην καταδίκη της, που ξεπηδάει από το ασυνείδητό της, βρίσκεται σε τέλεια συμφωνία με το μυστήριο του θηλυκού που αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση του θανάτου.. Δεν αντιδρά με μάχη, διαμαρτυρία, ανυπακοή, αντίσταση, όπως θα έκανε ένα αρσενικό εγώ σε μια παρόμοια κατάσταση, αλλά ακριβώς το αντίθετο, με αποδοχή της μοίρας της. Με σίγουρη διαίσθηση διακρίνει το νόημα που υπάρχει πίσω από ό,τι συμβαίνει, και αυτό είναι το μόνο σημείο στην ιστορία που γίνεται υπαινιγμός πως αυτό το νόημα είναι γνωστό στα ανθρώπινα όντα. Απαντάει: «Όταν έθνη και λαοί μού έδιναν θεϊκές τιμές, όταν με μια φωνή με χαιρετούσαν σαν μια νέα Αφροδίτη, τότε έπρεπε να λυπηθείτε, να κλάψετε και να με θρηνήσετε σαν νεκρή». Παίρνοντας την ύβρη (του ανθρώπινου γένους …, και όχι του προσώπου της, του εγώ της) και την τιμωρία της σαν κάτι απολύτως δεδομένο, δηλώνει την προθυμία της να θυσιαστή: «Βιάζομαι να συναντήσω αυτήν την ευλογημένη ένωση, βιάζομαι να δω τον ευγενικό σύζυγο που με περιμένει. Γιατί να αναβάλλω και να αποφεύγω τον ερχομό του; Δεν είναι αυτός που γεννήθηκε για να καταστρέψη όλον τον κόσμο;» Και με αυτά τα λόγια η ψυχή, αφημένη στον έρημο βράχο, απομακρύνεται αμέσως από την σφαίρα του πλήθους που θρηνεί, και από τους γονείς της επίσης.
Έπειτα έρχεται η αντιστροφή, η έκπληξη, το επεισόδιο που εκ πρώτης όψεως δίνει την πιο έντονη εντύπωση παραμυθιού. Είναι η τρίτη φάση: Η Ψυχή στον παράδεισο του Έρωτα.
Ο γάμος, που παρουσιάζεται με την μεγάλη μυθική λαμπρότητα ενός γάμου θανάτου, ολοκληρώνεται μέσα σε ένα σκηνικό που μας είναι γνώριμο από τις πολύ μεταγενέστερες «Χίλιες και μία νύχτες». Υπάρχει ένα ελαφρό χρώμα σχεδόν rococo στην σκηνή. «Τώρα, όταν η νύχτα προχωρή για καλά, ένας απαλός ήχος ήρθε στα αυτιά της. Φοβήθηκε για την τιμή της βλέποντας ότι ήταν ολομόναχη· έτρεμε από τον φόβο, και ο τρόμος του αγνώστου ξεπερνούσε κατά πολύ οποιονδήποτε άλλον είχε ποτέ δοκιμάσει. Στο τέλος ήρθε ο άγνωστος άνδρας της και ανέβηκε στο κρεβάτι, έκανε την Ψυχή γυναίκα του, και έφυγε βιαστικά πριν έρθη η αυγή».
Σύντομα «αυτό που φαινόταν ξένο στην αρχή, με την δύναμη της συνεχιζόμενης συνήθειας έγινε χαρά, και ο ήχος των φωνών έσπαζε την μοναξιά και την αμηχανία της». Λίγο αργότερα, η Ψυχή θα πη: «Καλύτερα να πεθάνω εκατό φορές παρά να στερηθώ την γλυκειά σου αγάπη. Γιατί όποιος και αν είσαι, σε αγαπάω και σε λατρεύω με πάθος. Σε αγαπάω όπως την ίδια την ζωή. Μπροστά σου και ο Έρωτας θα φαινόταν σαν ένα τίποτε». Αλλά αυτή η έκσταση, μέσα στην οποία ψιθυρίζει «άνδρα γλυκέ σαν το μέλι» και «ζωή και αγάπη της Ψυχής», είναι μια έκσταση σκοταδιού. Είναι μια κατάσταση μη γνώσης και μη όρασης, γιατί τον αγαπημένο της μπορεί μόνο να τον αγγίξη και να τον ακούση, αλλά η Ψυχή είναι ικανοποιημένη, ότι τουλάχιστον φαίνεται, και ζη μέσα σε παραδεισιακή ευτυχία.
Αλλά κάθε παράδεισος έχει το ερπετό του, και η νυχτερινή ευδαιμονία της Ψυχής δεν μπορεί κα κρατήση για πάντα. Ο εισβολέας, το φίδι αυτού του παραδείσου αντιπροσωπεύεται από τις αδελφές της Ψυχής, που ο ερχομός τους φέρνει την καταστροφή, που και εδώ είναι η έξωση από τον παράδεισο. Εδώ θα φαινόταν πως έχουμε το απλό και συνηθισμένο στα παραμύθια μοτίβο των αδελφών που ζηλεύουν. Αλλά η ψυχανάλυση δείχνει πως τα παραμυθιακά μοτίβα είναι κάθε άλλο παρά απλά, ότι στην πραγματικότητα απειλούνται από πολλά διαφορετικά στρώματα, και έχουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία.
Παρά την έντονη προειδοποίηση του Έρωτα, η Ψυχή συναντά τις αδελφές της· λυώνοντας από ζήλια αυτές σχεδιάζουν να καταστρέψουν την ευτυχία της. Ο τρόπος που διαλέγουν βρίσκεται πάλι σε συμφωνία με ένα παγκόσμιο μοτίβο, γιατί το ουσιαστικό δεν είναι η δολοφονία του άνδρα της Ψυχής, αλλά το ότι η Ψυχή θα πρέπη να πεισθή να σπάση το ταμπού, να ρίξη φως στο κρυμμένο μυστικό: σε αυτήν την περίπτωση, να κοιτάξη τον άνδρα της. Γιατί αυτή είναι η απαγόρευση που ο αόρατος άνδρας της Ψυχής τής επέβαλε· είναι το «μη με ρωτάς», που επανέρχεται συνέχεια, η διαταγή της μη εισόδου στο «κλειστό δωμάτιο», που η παραβίασή της θα φέρη την καταστροφή της Ψυχής.
Ποιος είναι ο χαρακτήρας αυτών των αδελφών, και ποια είναι η σημασία τους για την εξέλιξη της ιστορίας της Ψυχής; Ας αφήσουμε τα επιφανειακά. προσωπικά, παραμυθιακά στοιχεία και ας προσπαθήσουμε να διακρίνουμε το νόημα που κρύβεται πίσω από αυτά.
Εξωτερικά φαίνεται πως οι αδελφές είναι ευτυχισμένες με τον γάμο τους, αλλά στην πραγματικότητα μισούν τους άνδρες τους από τα κατάβαθα της ψυχής τους, αν μπορούμε να μιλήσουμε για ψυχή σε σχέση με αυτές τις στρίγγλες· είναι έτοιμες να τους αφήσουν αμέσως και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Οι γάμοι τους είναι ένα σύμβολο πατριαρχικής σκλαβιάς, τυπικά παραδείγματα αυτού που ονομάζουμε «η σκλαβιά του θηλυκού στον πατριαρχικό κόσμο». Δόθηκαν «σε ξένους βασιλιάδες για να είναι υπηρέτριές τους»· η μία περιγράφει τον άνδρα της σαν πιο γέρο και από τον πατέρα της, «φαλακρό σαν κολοκύθι και αδύναμο σαν μικρό παιδί». Έτσι θα πρέπη να παίξη τον ρόλο της κόρης γι’ αυτόν από κάθε άποψη, ενώ η αδελφή της έχει την όχι πιο ευχάριστη ζωή μιας νοσοκόμας. Και οι δύο αδελφές είναι φανατικές στο μίσος τους για τους άνδρες, και αναπαριστούν, όπως μπορούμε να πούμε από πριν, μια τυπική στάση της μητριαρχίας.
Αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι δύσκολο να θεμελιωθή. Δεν πρέπει να πάρουμε το φανερό στοιχείο της ζήλιας σαν το κυριώτερο χαρακτηριστικό των αδελφών, αν και έχει και αυτό τη θέση του στην όλη κατάσταση. Το καθαρώτερο σύμπτωμα της μητριαρχικής στάσης μίσους των αδελφών απέναντι στους άνδρες, είναι η περιγραφή που κάνουν για τον άνδρα της Ψυχής.
Όταν οι αδελφές μιλάνε για «τα αγκαλιάσματα ενός βρωμερού και φαρμακερού φιδιού», όταν λένε ότι το τέρας θα καταβροχθίση την Ψυχή και το παιδί της – γιατί η Ψυχή στο μεταξύ έχει γίνει έγκυος – εκφράζουν κάτι περισσότερο από τη ζήλεια των ανικανοποίητων γυναικών. Η συκοφαντία τους – γιατί λένε την αλήθεια σε έναν τόνο συκοφαντικής παρεξήγησης – προέρχεται από την σεξουαλική αηδία μιας βιασμένης και ταπεινωμένης μητριαρχικής ψυχής. Οι αδελφές πετυχαίνουν να ξυπνήσουν το εχθρικό προς τους άνδρες μητριαρχικό στρώμα μέσα στην ίδια την Ψυχή. Βρίσκεται μέσα σε μια σύγκρουση, που εκφράζεται με αυτά τα απλά λόγια: «την ίδια στιγμή μισούσε το τέρας και αγαπούσε τον σύζυγο». Αυτή η ήδη διαφανής σχέση με την μητριαρχία και τις ανδροφόνες Δαναΐδες γίνεται πιο έντονη όταν οι αδελφές συμβουλεύουν την Ψυχή όχι να το σκάση από τον άγνωστο άνδρα της, αλλά να τον σκοτώση και να κόψη το κεφάλι του με ένα μαχαίρι, ένα αρχαίο σύμβολο ευνουχισμού, εξυψωμένου στην πνευματική σφαίρα. Το εχθρικό αρσενικό, η γυναίκα σαν θύμα του άνδρα – τέρατος, η δολοφονία του άνδρα και ο ευνουχισμός σαν μητριαρχικά σύμβολα αυτοάμυνας ή κυριαρχίας – τί σχέση έχουν αυτά με την Ψυχή, τί νόημα και σκοπό έχουν στον μύθο της ανάπτυξης της Ψυχής;
Η δράση των μητριαρχικών γυναικών που μισούν τους άνδρες έρχεται σε οξεία αντίθεση με την ευγενική αφοσίωση και την αυταπάρνηση τής Ψυχής, που έχει ολοκληρωτικά παραδοθή στην σεξουαλική δουλεία – γιατί περί αυτού πρόκειται – του Έρωτα. Η εμφάνιση των αδελφών φέρνει την πρώτη κίνηση στον παράδεισο της αισθησιακής απόλαυσης που ο Απουλήιος ζωγραφίζει με τέτοιο πλούτο χρωμάτων. Στην ερμηνεία μας οι μορφές των αδελφών αντιπροσωπεύουν προβολές των καταπιεσμένων ή εντελώς ασυνείδητων μητριαρχικών τάσεων της ίδιας της Ψυχής, που η εμφάνισή τους προκαλεί μια σύγκρουση μέσα της. Μιλώντας ψυχολογικά, οι αδελφές είναι η «σκιώδης» πλευρά της Ψυχής, αλλά η πολλαπλότητά τους δείχνει ότι εισχωρούν σε διαπροσωπικά στρώματα.
Η εμφάνιση των αδελφών δίνει για πρώτη φορά στην Ψυχή κάποια ανεξαρτησία. Ξαφνικά βλέπει την συμβίωσή της με τον Έρωτα σαν μια «πολυτελή φυλακή», και λαχταράει την ανθρώπινη συντροφιά. Μέχρι τώρα παρασυρόταν στο ρεύμα μιας ασυνείδητης έκστασης, αλλά τώρα βλέπει την φασματική μη-πραγματικότητα του αισθησιακού της παραδείσου, και αρχίζει, σε επαφή με τον αγαπημένο της, να αποκτά συνείδηση της γυναικείας της φύσης. Κάνει «σκηνές» και παγιδεύει τον παγιδευτή με «παθιασμένα μουρμουρίσματα».
Πρέπει να παραβλέψουμε εντελώς την επιφανειακή πλοκή εάν θέλουμε να καταλάβουμε την πραγματική λειτουργία και το νόημα αυτής της εισόδου των αδελφών-σκιάς. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, οι αδελφές παριστάνουν μια πλευρά της γυναικείας συνειδητότητας που είναι αποφασιστική για ολόκληρη την επακόλουθη ανάπτυξη της Ψυχής, και χωρίς την οποία δεν θα ήταν αυτό που είναι, δηλαδή η θηλυκή ψυχή. Παρά την αρνητική μορφή της, η αντι-αρσενική εγκληματική αναταραχή που φέρνουν οι αδελφές υλοποιεί μια πραγματική αντίσταση της γυναικείας φύσης ενάντια στην κατάσταση και την στάση της Ψυχής, την αρχή μιας ανώτερης γυναικείας συνειδητότητας. Όχι ότι οι αδελφές αντιπροσωπεύουν αυτήν την συνειδητότητα, είναι μόνο ο σκιώδης, δηλαδή ο αρνητικός, πρόδρομός τους. Αλλά εάν η Ψυχή καταφέρη να φθάση σε αυτό το ανώτερο επίπεδο, είναι μόνο γιατί ξεκινάει υπακούοντας στην αρνητική συμβουλή των αδελφών της. Μόνο σπάζοντας το ταμπού που ο Έρωτας τής έχει επιβάλει, με το να ανταποκριθή στις οδηγίες των αδελφών της, έρχεται σε σύγκρουση με τον Έρωτα, που όπως θα δείξουμε, είναι το θεμέλιο της ανάπτυξής της. Όπως και στην βιβλική ιστορία, η υπακοή στο φίδι οδηγεί στην εξορία από τον παράδεισο και σε μιαν ανώτερη συνειδητότητα.
Γιατί, με όλη την μαγεία της, αυτή η ύπαρξη στον αισθησιακό παράδεισο του Έρωτα, είναι μια ανάξια ύπαρξη; Γιατί είναι μια κατάσταση τυφλής, παθιασμένης σκλαβιάς, ενάντια στην οποία μια θηλυκή εγωτική συνείδηση – και τέτοια είναι η μητριαρχική στάση του θηλυκού – πρέπει να διαμαρτυρηθή, ενάντια στην οποία πρέπει να προβάλη όλα τα επιχειρήματα που αναφέρουν οι αδελφές της Ψυχής; Η ύπαρξη της Ψυχής είναι μια ανυπαρξία, μια ύπαρξη στο σκοτάδι, μια απόλαυση σεξουαλικού αισθησιασμού που μπορεί ταιριαστά να χαρακτηρισθή σαν καταβρόχθιση από έναν δαίμονα, ένα τέρας. Ο Έρως σαν μια αόρατη γοητεία είναι όλα όσα ο χρησμός του Απόλλωνα, που επαναλαμβάνεται από τις αδελφές της, έχει πη γι’ αυτόν, και η Ψυχή είναι στην πραγματικότητα το θύμα του. (Σημ: Η ύπαρξη της Ψυχής μέσα στον σκοτεινό παράδεισο του Έρωτα είναι μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή της καταβρόχθισης του ήρωα από την φάλαινα – δράκοντα – τέρας. Εδώ ο περιορισμός και η αιχμαλωσία στο σκοτάδι φορτίζονται από την ιδιότητα της ευχαρίστησης, αλλά και αυτή η κατάσταση είναι αρχετυπική και όχι κάτι ατομικό. Ο κίνδυνος της καταβρόχθισης συχνά μεταμφιέζεται κάτω από την γοητεία ενός (χαμένου) παραδείσου, ο οποίος, όπως το σπίτι του μελόψωμου στην ιστορία του Hänsel και της Gretel, κρύβει ένα τέρας που καταβροχθίζει. Εδώ ο καταβροχθιστής είναι ο δράκοντας Έρως, στο παραμύθι είναι η μάγισσα. Όπως και στο νυχτερινό θαλασσινό ταξίδι ο αρσενικός ηλιακός ήρωας ανάβει το φως στην κοιλιά του θηρίου και σφάζοντάς το απελευθερώνεται από το σκοτάδι, έτσι και η Ψυχή κατά την απελευθέρωσή της από την σκοτεινή φυλακή είναι οπλισμένη ως και με μαχαίρι. Αλλά στον μύθο με την αρσενική ηλιακή μορφή η εχθρική φονική πράξη του ήρωα κρατάει την πρώτη θέση· ακόμη και όταν πρόκειται για την γνώση, σκοτώνει και «κομματιάζει» το αντικείμενό της, τον δράκοντα. Στην θηλυκή μορφή αυτή η ανάγκη για γνώση παραμένει δεμένη με την μεγαλύτερη ανάγκη της αγάπης.Ακόμη και εκεί που η Ψυχή αναγκάζεται να πληγώση, διατηρεί τον δεσμό της με τον αγαπημένο της, και ποτέ δεν σταματάει να προσπαθή να συμφιλιωθή μαζί του μεταμορφώνοντάς τον.)
Ο βασικός νόμος της μητριαρχίας απαγορεύει τις ατομικές σχέσεις με τον άνδρα, και αναγνωρίζει το αρσενικό μόνο σαν μια ανώνυμη δύναμη, που αντιπροσωπεύει τον θεό. Γιά την Ψυχή, αυτή η ανωνυμία εφαρμόζεται, αλλά την ίδια στιγμή προκαλεί στον εαυτό της την βαθειά, ανεξάλειπτη ντροπή της υποταγής σ’ αυτόν τον άνδρα, της πτώσης κάτω από την δύναμή του. Από την άποψη της μητριαρχίας, υπάρχει μόνο μια απάντηση σ’ αυτήν την ντροπή: ο φόνος και ο ευνουχισμός του αρσενικού, κι αυτό είναι που ζητούν από την Ψυχή οι αδελφές της. Αλλά δεν ενσαρκώνουν μόνο την επαναγωγή σε αρχαιότερα στάδια ύπαρξης· μια ανώτερη θηλυκή αρχή βρίσκεται επίσης σε λειτουργία, όπως φαίνεται από τον συμβολισμό, με τον οποίο ο μύθος κυριολεκτικά «φωτίζει» την ασυνείδητη κατάσταση της Ψυχής.
Στην σύγκρουσή της με τον Έρωτα, η Ψυχή επανειλημμένα αποκρούει την εντολή του να διακόψη τις σχέσεις της με τις αδελφές της και με μια παράξενη επιμονή, που φαίνεται να έρχεται σε αντίφαση με την φαινομενική ηπιότητά της, διατηρεί τον δεσμό της μαζί τους ακόμη και μπροστά στην πιο έντονη προειδοποίηση. Κατά την πορεία αυτής της σύγκρουσης, η Ψυχή προφέρει τα αποκαλυπτικά λόγια που είναι το κλειδί για την εσωτερική της κατάσταση: «Δεν ζητάω πια να δω το πρόσωπό σου· ούτε και το σκοτάδι της νύχτας μπορεί να είναι εμπόδιο στη χαρά μου, γιατί σε κρατάω στα χέρια μου, φως της ζωής μου».
Αλλά την στιγμή ακριβώς που η Ψυχή φαίνεται να αποδέχεται το σκοτάδι, δηλαδή την ασυνειδητότητα της κατάστασής της, και ενώ σε φαινομενικά τέλεια απάρνηση της ατομικής της συνειδητότητας απευθύνεται στον άγνωστο και αόρατο εραστή της σαν «φως της ζωής της», ένα συναίσθημα μέχρι τότε απαρατήρητο βγαίνει στην επιφάνεια. Η Ψυχή μιλάει αρνητικά για το αντιπαθητικό σκοτάδι και για την επιθυμία της να γνωρίση τον αγαπημένο της. Προσπαθεί να διώξη τον φόβο της για ό,τι πρόκειται να έρθη, και αποκαλύπτει την ασυνείδητη γνώση της αυτού που συμβαίνει. Ήταν φυλακισμένη στο σκοτάδι, αλλά τώρα ο αγώνας της για φως και γνώση έχει γίνει επιτακτικός· την ίδια στιγμή καταλαβαίνει ότι ένας μεγάλος κίνδυνος την απειλεί. Γι’ αυτό είναι τόσο συγκινητικό όταν προσπαθή να εξορκίση την πραγματικότητα του σκοταδιού αποκαλώντας τον Έρωτα «φως της ζωής μου». Γιατί, αν και είναι αλήθεια κατά μια βαθύτερη έννοια ότι ο Έρωτας είναι το φως που λάμπει μπροστά της, δείχνοντάς της τον δρόμο μέσα απ’ όλους τους κινδύνους, αυτός ο Έρωτας που της δείχνει τον δρόμο δεν είναι ο νεαρός που την αγκαλιάζει στο σκοτάδι, και ζητάει με κάθε δυνατό τρόπο να την εμποδίση από το να ταράξη τον παράδεισο της αγάπης τους.
Η Ψυχή – όπως δείχνει με έμφαση η συνέχεια της ιστορίας – είναι κάθε άλλο παρά απλώς «καλή» και «απλοϊκή»· αντίθετα, η στάση των αδελφών, η διαμαρτυρία και η εχθρότητά τους αντιστοιχούν σε ένα ρεύμα που υπάρχει μέσα στην ίδια την Ψυχή. Η μητριαρχική αντίδραση που ορθώνεται μέσα της ενάντια στο ανυπόφορο της κατάστασης να κρατιέται αιχμάλωτη από τον Έρωτά της έρχεται από έξω, από τις αδελφές της, και την ωθεί σε δράση. Αυτή ακριβώς η κατάσταση κάνει δυνατή τη σύγκρουση στο εσωτερικό της Ψυχής: «Μέσα στο ίδιο σώμα μισούσε το τέρας και αγαπούσε τον σύζυγο»· και αυτή και μόνο η κατάσταση είναι που δίνει την δυνατότητα στις αδελφές της Ψυχής να την παρασύρουν. Η Ψυχή δεν ξέρει πώς είναι η μορφή του Έρωτα, του αγαπημένου της. Μέχρι στιγμής η αντίθεση: κτήνος και εραστής, ήταν παρούσα στο ασυνείδητό της, αλλά δεν είχε ακόμη αναδυθή στην συνείδησή της. Είναι οι αδελφές που την κάνουν να συνειδητοποιήση την τερατώδη – κτηνώδη πλευρά. Τώρα η Ψυχή έρχεται σε ανοιχτή σύγκρουση με την συνειδητή της σχέση αγάπης, στην οποία ο Έρωτας ήταν μόνο ο «σύζυγός» της. Δεν μπορεί πια να διατηρήση την παλιά ασυνείδητη κατάσταση. Πρέπει να δη την αληθινή μορφή του συντρόφου της, και έτσι η αντίφαση, η σύγκρουση ανάμεσα σε μια ψυχή που μισεί το τέρας και μια ψυχή που αγαπάει τον σύζυγο, προβάλλεται εξωτερικά και οδηγεί στην ενέργεια της Ψυχής.
Οπλισμένη με μαχαίρι και λυχνάρι, η Ψυχή πλησιάζει τον άγνωστο αγαπημένο της, και στο φως τον αναγνωρίζει σαν τον Έρωτα. Πρώτα επιχειρεί να σκοτωθή με το μαχαίρι που κρατούσε έτοιμο για το «τέρας», αλλά αποτυγχάνει. Έπειτα, κοιτάζοντας τον αγαπημένο της στο φως, τρυπάει το δάχτυλό της με ένα από τα βέλη του· φλογισμένη από την επιθυμία γι’ αυτόν, σκύβει να τον φιλήση, και μια σταγόνα από καυτό λάδι πετάγεται από το λυχνάρι, καίγοντας και πληγώνοντας τον Έρωτα, που ξυπνάει. Βλέποντας ότι η Ψυχή παράκουσε την εντολή του, πετάει μακριά και εξαφανίζεται.
Τί δοκιμάζει η Ψυχή όταν, οδηγούμενη από τις εχθρικές στους άνδρες μητριαρχικές δυνάμεις, πλησιάζει το κρεβάτι για να σκοτώση το υποτιθέμενο τέρας και βλέπει τον Έρωτα; Εάν επανασυνθέσουμε την μυθική μεγαλοπρέπεια της σκηνής, που η λεπτεπίλεπτη μικροτεχνία του Απουλήιου μικραίνει και σχεδόν παραμορφώνει, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα δράμα μεγάλου βάθους και δύναμης, μια ψυχική μεταμόρφωση μοναδικής σημασίας. Είναι το ξύπνημα της Ψυχής σαν ψυχής, η μοιραία στιγμή στην ζωή του θηλυκού, στην οποία για πρώτη φορά η γυναίκα αναδύεται από το σκοτάδι του ασυνειδήτου της και την σκληρότητα τής μητριαρχικής της σκλαβιάς και, σε μιαν ατομική συνάντηση με το αρσενικό, αγαπάει, δηλαδή αναγνωρίζει, τον Έρωτα. Αυτή η αγάπη τής Ψυχής είναι μιας πολύ ιδιαίτερης μορφής, και μόνο εάν συλλάβουμε αυτό που είναι καινούργιο σ’ αυτήν την αγάπη θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε τί σημαίνει για την ανάπτυξη του θηλυκού, όπως αντιπροσωπεύεται από την Ψυχή.
Η Ψυχή που πλησιάζει στο κρεβάτι όπου είναι ξαπλωμένος ο Έρωτας δεν είναι πια το παγιδευμένο από το πάθος πλάσμα, το μαγεμένο από τις αισθήσεις του, που ζούσε στον σκοτεινό παράδεισο της σεξουαλικότητας και του πόθου. Αφυπνισμένη από τον ερχομό των αδελφών της, αισθανόμενη τον κίνδυνο που την απειλεί, αναλαμβάνει την σκληρή επιθετικότητα της μητριαρχίας καθώς πλησιάζει στο κρεβάτι για να σκοτώση το τέρας, το αρσενικό κτήνος που την απέσπασε από τον επάνω κόσμο σε έναν γάμο θανάτου, και την έφερε μέσα στο σκοτάδι. Αλλά στη λάμψη του καινούργιου φωτός, με το ποίο φωτίζει το ασυνείδητο σκοτάδι της προηγούμενης ύπαρξής της, αναγνωρίζει τον Έρωτα. Α γ α π ά ει.
Στο φως της νέας της συνειδητότητας δοκιμάζει μια μοιραία μεταμόρφωση, στην οποία ανακαλύπτει ότι ο χωρισμός ανάμεσα στο κτήνος και στον άνδρα δεν ίσχύει. Καθώς ο κεραυνός της αγάπης την χτυπάει, στρέφει το μαχαίρι εναντίον της ή (με άλλους όρους) πληγώνεται με το βέλος του Έρωτα. Με αυτό, φεύγει από την παιδική, ασυνείδητη πλευρά της πραγματικότητάς της και από την μητριαρχική αντι-αρσενική πλευρά επίσης. Μόνο σε μια θαμπή, σκοτεινή ύπαρξη μπορεί η Ψυχή να πάρη τον αγαπημένο της για ένα τέρας, έναν βιαστή, έναν δράκοντα, και μόνο σαν ένα κορίτσι με παιδιάστικη άγνοια (αλλά και αυτό είναι μια σκοτεινή πλευρά) μπορεί να υποθέση ότι είναι ερωτευμένη με έναν «ανώτερο σύζυγο», ξεχωριστό από τον κατώτερο δράκοντα. Στο φως της αναμμένης αγάπης η Ψυχή αναγνωρίζει τον Έρωτα σαν έναν θεό, που είναι το ανώτερο και το κατώτερο ενωμένα, και που συνδέει και τα δύο.
( συνεχίζεται )
Αμέθυστος
3 σχόλια:
Με όλο το σεβασμό, αλλά...μήπως θα μπορούσατε, αγαπητέ, να μου γράψετε μια περίληψη, ένα σχόλιο, ένα κάτι, να καταλάβω η αδαής περί τίνος πρόκειται;
Με ανησυχεί σφόδρα, το γεγονός ότι διαβάζοντας ...ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑ, το ΧΡιστό μου!
Για Όνομαααα!
;-)
Νομίζουμε ότι είναι η τρίτη συνέχεια και ίσως θα έπρεπε να το ξεκινήσετε απο την αρχή. Είναι ερμηνεία του τελευταίου μύθου της αρχαιότητος για την σχέση ψυχής και σώματος, γραμμένου απο τον Απουλήιο, ο οποίος περιέχεται στο μυθιστόρημα του ο Χρυσός γάιδαρος.
Θε μου, Θέ μου!
ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΓΛΙΤΩΣΩ ΑΠ' ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΓΑΙΔΑΡΟ,
ΠΟΥ Σ' ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ
ΜΕ ΚΑΤΑΔΙΩΚΕΙ!
:-ο
Δημοσίευση σχολίου