Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

H OIKONOMIA TOY ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ - Η ΝΕΑ ΑΙΡΕΣΗ ΠΟΥ ΔΙΑΛΥΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ (10)-κατά οικουμενιστών καί νεοορθοδόξων.

του HENRI DE LYBAC

ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΡΙΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ .....ΘΕΟΛΟΓΕΙ.

Αποτέλεσμα εικόνας για μπερντιάεφΟ Nikolaj Berdjaev (1874-1949), σχετίστηκε με την ομάδα του Μερεζκόφσκι, τόν οποίο ψέγει πολύ αυστηρά για την δράση τού σαλονιού που τον χαρακτηρίζει, το πνεύμα τής λεπτομέρειας και της ιδαιτερότητος μαζί με την αιρετική κυρίαρχη νοοτροπία του, και για τον εσωτερικό μυστικισμό του εμπλουτισμένον με ειδωλολατρικά, εθνικά στοιχεία. Γνώρισε τον πρ. Φλωρένσκι, απο τον οποίο τόν δυσαρέστησε αυτό που ονομάζει «μαγική ορθοδοξία», αλλά τού αναγνωρίζει επίσης πώς υπήρξε ένας πρωτοπόρος, ένας μύστης, και τον εκτιμά διότι διέδωσε την ελπίδα για μια νέα «διάχυση του Αγίου Πνεύματος». Συνεργάστηκε με τον Μπουλγκάκωφ, στον οποίο βλέπει «την κεντρική μορφή της Ορθοδόξου αναγεννήσεως στις αρχές του εικοστού αιώνος». Συμμετέχει στην κοινή τους αναμονή του πνεύματος, μόνον που διακρίνεται απο όλους αυτούς σ’αυτή την αναμονή, λόγω μίας πολύ πιό λεπτής φιλοσοφίας και μίας πιό απαιτητικής διεκδικήσεως της ελευθερίας.
Σε μία εισαγωγή στην Γαλλική έκδοση του βιβλίου «το νόημα της Δημιουργίας» ο Stanislas Fumet, θύμισε εκείνο το «συμπλήρωμα τής αποκαλύψεως», εκείνο «το Ευαγγέλιο του Αγίου Πνεύματος», για το οποίο έγινε πολύς λόγος «απο τον Ιωακείμ ντα Φιόρε μέχρι τον Leon Bloy» και μάλιστα ο ίδιος ο Μπερντιάεφ ονόμασε τον Ιωακείμ, μαζί με τον Φραγκίσκο του Ασσίζι, τον Δάντη και τον Τζιόττο, για να γιορτάσει «την πρώϊμη αναγέννηση της μυστικιστικής Ιταλίας». Υπήρξε όμως στ’αλήθεια Ιωακειμιστής;
Μία προσεκτική έρευνα των πολυάριθμων γραπτών του θα μας έδειχνε χωρίς αμφιβολία για το θέμα αυτό, μεταλλάξεις αληθινές στον τόνο, που προκλήθηκαν απο τα γεγονότα που συντάραξαν την ύπαρξη του, μετά την πρόωρη εγκατάλειψη του Μαρξισμού μέχρι τα χρόνια που ακολούθησαν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Υπάρχει όμως, ανίκητος, θα λέγαμε, ένας γενικός προσανατολισμός και παραμένουν απο το ένα άκρο στο άλλο του, μερικές βασικές ασάφειες.
Στην πνευματική του αυτοβιογραφία, που είναι ένα απο τα τελευταία του γραπτά, παραπέμπει με επιμονή στο ''Νόημα της Δημιουργίας'' που είναι ένα απο τα πρώτα του, σαν το πιό τέλειο και πιό εμπνευσμένο απο τα έργα του, στο οποίο εκφράζεται το «ουσιώδες του θέμα», η πρωτογενής του έμπνευση. Ένα βιβλίο γραμμένο απνευστί, σχεδόν σε κατάσταση εκστάσεως, που βασίζεται στην εμπειρία του σχετικά με την δημιουργική πράξη διά της οποίας και στην οποία ο άνθρωπος αποκαλύπτεται στον εαυτό του. Σ’αυτό το βιβλίο, λέει ακόμη, έφθασα στο υπέρτατο σημείο της δημιουργικής φλόγας. Σ’αυτό απωθεί, στο όνομα μίας δημιουργικής ελευθερίας που προηγείται του ιδίου του όντος της δημιουργίας, δηλαδή του Είναι, κάθε «αντικειμενισμό», ενός καταραμένου όρου που αντιπροσωπεύει γι’αυτόν τον κοινό παρονομαστή αυτού που θα ονομάσει, αναλόγως του περιβάλλοντος, αποξένωση, θετικισμό, παραδοσιακότητα, ιστορικισμό, κοινωνιομορφισμό, ομαδισμό ή κοσμισμό.
Αυτή είναι η βαθειά στάση που εμπνέει απο τότε, μαζί με την σκέψη του, όλες τις εσχατολογικές του απόψεις. (Σχετικό με το θέμα αυτό είναι και το διάσημο στην Ελλάδα βιβλίο του, με παραποιημένο τίτλο: Το ΕΓΩ και ο κόσμος των αντικειμένων. Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως. Ας προσθέσουμε, για την πληρέστερη κατανόησή μας και την δήλωσί του, με κάποια δόση υπερβολής ίσως: πώς υποχρεώθηκε να απωθήσει τον εξωτερικό κόσμο απο την ημέρα της γεννήσεως του).
Απο το άλλο μέρος μπόρεσε να επαναλάβει, λίγο πρίν τον θάνατό του, αυτό που έγραφε στα 1911. Η φιλοσοφία μας είναι ακόμη μία εισαγωγή μόνον στην φιλοσοφία της δημιουργικότητος και η ζωή μας είναι μόνον μία αίθουσα υποδοχής στην δημιουργική ζωή. 
Αυτό είναι το αναπόφευκτο γεγονός, το αξεπέραστο, με το οποίο εξηγείται η διατήρηση των ανασφαλειών του, των ασαφειών, με τις οποίες ντύνονται πάρα πολλές φορές οι σκέψεις του, η παραμονή δηλαδή, των αντιφάσεων του στην σκέψη του: Συνέπειες μίας σκέψης που θα ήθελε να είναι εξολοκλήρου υπαρξιακή, ξεφεύγοντας απο τούτον τον αντικειμενικό κόσμο, σαν τον δρομέα που θα ήθελε να ξεφύγει, να αφήσει πίσω του, την σκιά του (ένα puer aeternus). Έτσι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σαν καθοδηγητική κλωστή στο έργο του, το βιβλίο του, του 1911.
«Ο κόσμος περνά απο τρείς εποχές της Θείας αποκαλύψεως: Την αποκάλυψη του νόμου (ο Πατήρ), την αποκάλυψη της εξαγοράς μας (ο Υιός) και τήν αποκάλυψη της δημιουργικότητος (τό Πνεύμα). Σημεία διαφορετικά στον Ουρανό, αντιστοιχούν σ’αυτές τις διακεκριμένες εποχές. Δέν μας έχει δοθεί να γνωρίσουμε τα χρονολογικά όρια αυτών των περιόδων οι οποίες συνυπάρχουν και οι τρείς».
Οι δύο τελευταίες περίοδοι μπορούν να περιγραφούν κάτω απο το διπλό σημείο των αποστόλων Πέτρου και Ιωάννου: «Η Εκκλησία του Πέτρου, η προστατευτική Εκκλησία των μικρών, ο κηδεμόνας των αδυνάτων, όλων όσων έχουν φόβο, κράτησε την ευθύνη της στον κόσμο και διέδωσε την Χριστιανική αγιότητα ανάμεσα στις λαϊκές μάζες... η θρησκευτική συνείδηση, στην εφηβεία της ακόμη, διαβλέπει μία άβυσσο ανάμεσα στον Θεό και στον κόσμο... Η Εκκλησία δέν ήταν μόνον πνευματική, ήταν ψυχο-χρονική... Αλλά η Χριστιανική αναγέννηση μίας νέας ανθρωπότητος, ψωμωμένης στο πνεύμα, τίθεται κάτω απο το σημείο της Εκκλησίας του Ιωάννη και της παραδόσεως του Ιωάννη. Αυτή δέν είναι ο κηδεμόνας των φτωχών, διπλωμένη στην αδυναμία των αμαρτωλών, στην μετριότητα του ανθρώπου, είναι η αιώνια εκκλησία, η μυστηριώδης Εκκλησία του Χριστού, που ανακαλύπτει στον εαυτό της, το αληθινό πρόσωπο του ανθρώπου και στις κορυφές της την στάση του, τον τρόπο του!»
Παρ’όλα αυτά δέν πρόκειται, εντελώς για δύο συνεχόμενες εποχές μέσα σ’αυτόν τον αντικειμενικό κόσμο, στον οποίο τρέχει η επιφανειακή ιστορία, αλλά περισσότερο για δύο ταυτόχρονες νοήσεις, δηλαδή για δύο είδη Χριστιανών, οι οποίοι διακρίνονται βάσει της ικανότητος ή της ανικανότητος δημιουργικότητος. 
«Ο Χριστός δέν θα φανερωθεί ποτέ στην δύναμή του στον κόσμο που είναι ανίκανος να πραγματοποιήσει στον εαυτό του την δημιουργική πράξη. Αυτοί δέν θα γνωρίσουν ποτέ το δεύτερο πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός δέν θα στρέψει ποτέ πρός αυτούς τίποτε άλλο παρά το πρόσωπο της θυσίας του και του σταυρού του. Για να δεχθούμε το πρόσωπο του Χριστού στην δύναμη και στην δόξα του, πρέπει να’χουμε ανακαλύψει στον εαυτό μας την δύναμη και την δόξα τής δημιουργικής ενέργειας. Η εποχή τής εξαγοράς, η μοναδική στην οποία είναι ορατό το πρόσωπο τού εσταυρωμένου Χριστού, δέν θα ολοκληρωθεί ποτέ για όσους δέν θα ολοκληρώσουν στον εαυτό τους την ανακάλυψη της δικής τους δημιουργικής φύσεως. Θα παραμείνουν για αιώνες η Εκκλησία του Γολγοθά....»
Το παράδοξο της τρίτης εποχής είναι το ίδιο το παράδοξο του περάσματος απο τον χρόνο στην αιωνιότητα. Δέν είναι ένας άλλος χρόνος που θα διαδεχθεί τον πρώτο, αυτόν που είμαστε βυθισμένοι για μία φαινομενική και κομματιασμένη, κατακερματισμένη ζωή. Είναι η περιοχή τού αληθινού Είναι, της οποίας επιτρέπεται μερικές φορές η προαίσθηση, σαν ένα σκίσιμο, σαν μία δημιουργική ενέργεια, ακριβώς διότι είναι η μοναδική ζωή, που είναι ζωή δημιουργική. Αυτό σημαίνουν τα αποκαλυπτικά κείμενα της Γραφής.
«Η Τρίτη θρησκευτική εποχή, μία δημιουργική εποχή του κόσμου, πρέπει να φέρει μαζί της το νόημα ενός τέλους, μία εσχατολογική προοπτική... Ένα νόημα του εαυτού καθότι φορέας τού τέλους, ένα είδος αποκαλυπτικής αυτοσυνειδησίας, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην νέα ζωή, διότι είναι ένα δημιουργικό αίσθημα. Η Χριστολογική φύση του ανθρώπου ανακαλύπτεται στην ενέργεια του.»
Συνεχίζεται 

Δημιουργικότης και Ασκητισμός. Μεγαλοφυΐα και Αγιότης (επανάληψη)

Το τρομερό παιδί της Ρωσικής Φιλοσοφίας Μπερντιάεφ μας εξηγεί τα μυστικά της συγχρόνου ελληνικής θεολογίας. Παρουσιάζονται αποσπάσματα από το 7ο κεφάλαιο τού βιβλίου τού Μπερντιάεφ: ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΟΣ. Δοκίμιο για την δικαίωση τού ανθρώπου. Πούσκιν εναντίον Αγίου Σεραφείμ Τού Σάρωφ.

«Υπάρχει μια ομοιότης στις τεχνικές που χαρακτηρίζουν την θρησκευτική εμπειρία σε όλες τις θρησκείες, σαν να μην διέφεραν πνευματικά, και υπάρχει μια ομοιότης στην μέθοδο που χαρακτηρίζει την Μυστική Εμπειρία όλων των Μυστικών, σαν να μην διέφεραν ούτε τυπικά. Στο βάθος κάθε αυθεντικής θρησκείας και κάθε αυθεντικού μυστικισμού υπάρχει η επιδίωξη τής υπέρβασης του «κόσμου», νοουμένου σαν κατώτερο είναι, υπάρχει η ιδέα της νίκης πάνω στον «κόσμο», και γι’ αυτό υπάρχει η ασκητική οδός, η οποία οδηγεί σ’ αυτή την υπέρβαση και σ’ αυτή τη νίκη. Χωρίς την άσκηση, δηλ. την υπέρβαση τής κατώτερης φύσης στο όνομα τής ανώτερης, χωρίς την νίκη πάνω σ’ «αυτόν τον κόσμο» στο όνομα ενός διαφορετικού κόσμου, η θρησκευτική και μυστική ζωή θα ήταν αδιανόητη.
Εδώ όμως ακριβώς τίθεται ένα ερώτημα: Υπάρχει άλλη θρησκευτική οδός; Υπάρχει μια διαφορετική θρησκευτική εμπειρία; Μια εμπειρία δημιουργικής έκστασης; (Διότι καθ’ εαυτήν η ασκητική οδός δεν είναι δημιουργική, και οι ασκητικές εκστάσεις των αγίων και των μυστικών είναι εκστάσεις επιστροφής στον Θεό, της θέασης τού θείου φωτός και όχι της δημιουργίας ενός καινούργιου κόσμου και μιας πρωτόφαντης ζωής.) Η εμπειρία τής δημιουργικής έκστασης σαν θρησκευτικής οδού δεν έχει φωτιστεί ακόμη, ούτε στην συνείδηση των Πατέρων της Εκκλησίας, ούτε σ’ εκείνη των αρχαίων Μυστικών. Η δημιουργική εμπειρία, η δημιουργική έκσταση, ή απορρίπτεται συνολικώς από την θρησκευτική συνείδηση, η οποία την θεωρεί σαν κάτι «κοσμικό» και σαν παραδοχή στα πάθη, ή γίνεται απλώς ανεκτή. Μέχρι σήμερα, η θρησκευτική συνείδηση δεν κατόρθωσε να δει στην δημιουργικότητα μιάν πνευματική δραστηριότητα, παρά μόνον μιάν «κοσμική». Στην καλύτερη περίπτωση, η θρησκευτική συνείδηση δικαιολογεί την δημιουργικότητα. Που παραμένει όμως κάτι εξωτερικό, σε σύγκριση με τον θρησκευτικό δρόμο!
Παρά το γεγονός αυτό όμως, η δημιουργικότης δέχεται και σέβεται βαθειά την εντολή τού Ευαγγελίου, που συμβουλεύει να μην αγαπούμε τον «κόσμο» και οτιδήποτε ανήκει σ’ αυτόν. Όποιος δημιουργεί, αισθάνεται να μην ανήκει σ’ «αυτόν τον κόσμο». Η δημιουργικότης είναι μια υπέρβαση τού «κόσμου», μια υπέρβαση διαφορετική από αυτήν της ασκητικής, αλλά εξίσου νόμιμη. Στη διάρκεια τής δημιουργικής δραστηριότητος, ο άνθρωπος βγαίνει απ’ «αυτόν εδώ τον κόσμο» και εισέρχεται σ’ έναν κόσμο διαφορετικό. Στην διάρκεια τής δημιουργικής πράξης, δημιουργείται ένας διαφορετικός κόσμος (καινούργιος, αυθεντικός, και όχι η αναδιοργάνωση αυτού εδώ τού κόσμου). Η δημιουργικότης δεν είναι ένα είδος προσαρμογής σε τούτον τον κόσμο και στην ανάγκη του, η δημιουργικότης είναι στην πραγματικότητα ένας τρόπος να διασχίσουμε τα όρια αυτού εδώ του κόσμου και να υπερβούμε την ανάγκη του.
Ο ασκητισμός των Πατέρων της Εκκλησίας υπήρξε για την εποχή τους κάτι καινούργιο, ένας καινούργιος τρόπος ύπαρξης στον κόσμο (μια ηρωική αμφισβήτηση τής αρχαίας Φύσεως και τού παλαιού Αδάμ). Σήμερα όμως ο ασκητισμός αυτός των Πατέρων είναι πλέον ένα νεκρό πράγμα. Κατήντησε ένα θανάσιμο δηλητήριο για τον σύγχρονο άνθρωπο και τους μοντέρνους καιρούς. Το επαναστατικό πνεύμα του ασκητισμού απολιθώθηκε και μεταλλάχθηκε σε μια φοβερή δύναμη αδράνειας. Ο Ισαάκ ο Σύρος υπήρξε για τον καιρό του κάτι απίστευτα ζωντανό, και θα παραμείνει για πάντα ζωντανό. Το έργο του υπήρξε επαναστατικό και αντιστάθηκε με υπεράνθρωπο τρόπο στην αρχαία μας Φύση. Σήμερα όμως ο Ισαάκ ο Σύρος, μεγάλος και αιώνιος Άγιος , μπορεί να γίνει πηγή θανάτου. Ο ηρωικός ασκητισμός του καιρού του υπήρξε ένα αληθινά ηρωικό κίνημα, αλλά σήμερα δεν μπορεί να κινητοποιήσει τίποτε. Ο κόσμος κατευθύνεται πλέον προς νέες μορφές ασκητικής και πνευματικής οργάνωσης. Η παληά εμπειρία της υπακοής και της ταπεινότητος μεταλλάχθηκε σε κάτι κακό. Αυτή ακριβώς η αλλαγή κάνει αναπόφευκτο έναν καινούργιο δρόμο: την θρησκευτική ανυπακοή στον κόσμο και στο κακό τού κόσμου. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να στραφεί προς τον κόσμο με μια στάση ταπεινής υποχωρήσεως, αλλά με δημιουργική δραστηριότητα. Αυτή η ίδια η εμπειρία της σχέσεως με τον Θεό πρέπει να κοινοποιηθεί στον κόσμο σαν δημιουργικότης. Ο παληός καλός ασκητισμός κατήντησε στατικός συντηρητισμός.
Ο Χριστιανισμός ξεπέρασε τη νεότητα του πλέον, είναι κοντά δύο χιλιάδων χρόνων. Η Χριστιανική Εκκλησία γέρασε. Και επειδή ακριβώς μπορούμε να μιλήσουμε για την ηλικία όχι μόνον των ατόμων αλλά και της Εκκλησίας μας, γι’ αυτό ακριβώς ο καθολικός οργανισμός τής Εκκλησίας γνωρίζει μια βαθειά κρίση, η οποία συνδέεται με τον καιρό των ανθρώπων και τις συνθήκες της ζωής στη Γή. Απέναντι σ’ αυτή τη γενική κρίση που βρισκόμαστε, απέναντι στο ξεκίνημα μιας νέας εποχής του κόσμου και σ’ ένα νέο στάδιο της αποκαλύψεως, όχι μόνον η τελειότης αλλά και η αγιότης αποδεικνύονται ανίσχυρες στη μάχη εναντίον της αμαρτίας και του κακού. Το χριστιανικό αίμα παγώνει όλο και πιο πολύ και έχει γίνει πλέον άγονο. Ματαίως προσπαθούμε να του δώσουμε νέα ζωή, με παλιές μεθόδους. Δεν ξαναγυρίζει η νεότης. Και η χριστιανική αγιότης ανήκει στην νεότητα του Χριστιανισμού. Η Αλήθεια της Αγιότητος είναι αιώνια και αθάνατη, αλλά είναι ημιτελής, δεν περιέχει ολόκληρη την αποκάλυψη. Αυτή η Αγιότης δεν είναι ικανή από μόνη της να βοηθήσει τον άνθρωπο να εισέλθει στην κοσμική εποχή της δημιουργικότητας.
Στις αρχές του ΧΙΧ αιώνος έζησαν, η μεγαλύτερη Ρωσική μεγαλοφυΐα, ο Πούσκιν, και ο πιο μεγάλος Ρώσος άγιος, ο Σεραφείμ του Σάρωφ. Η ρωσική ψυχή μπορεί να είναι υπερήφανη τόσο για την μεγαλοφυΐα του Πούσκιν όσο και για την αγιότητα του Σεραφείμ. Εκείνο όμως που αναρωτιέμαι εγώ, είναι το εξής: Για την μοίρα της Ρωσίας, για την μοίρα του κόσμου και για τους σκοπούς της Θείας Πρόνοιας δεν θα ήταν καλύτερα εάν στη Ρωσία, στις αρχές του ΧΙΧ αιώνα, είχαν ζήσει δύο Σεραφείμ, δύο Άγιοι; Φαίνεται αυτονόητη η απάντηση. Όμως στη θυσία της ιδιοφυΐας, στην δημιουργική της έκσταση, δεν έχουμε άραγες ένα διαφορετικό είδος αγιότητος απέναντι στον Θεό, μια μορφή θρησκευτικής δραστηριότητος, που είναι βεβαίως διαφορετική, αλλά που έχει παρ’ όλα αυτά την ίδια αξιοπρέπεια με την κανονική αγιότητα; Η δημιουργικότης της μεγαλοφυΐας δεν είναι μια «κοσμική» δραστηριότης, αλλά μια «πνευματική». Με μόνη την αγιότητα του Αγίου Σεραφείμ, και χωρίς την ποιητική μεγαλοφυΐα του Πούσκιν, ο ποιητικός σκοπός του κόσμου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Δεν πρέπει να λέμε μόνον πως δεν μπορούν όλοι να γίνουν άγιοι, αλλά πρέπει να λέμε επίσης πως δεν πρέπει να γίνουν άγιοι. Δεν είμαστε όλοι μας καλεσμένοι στην αγιότητα! Η αγιότης είναι μια εκλογή και μια κλήση. Στην αγιότητα καλούμαστε. Όμως ακόμα και στον δρόμο της μεγαλοφυΐας πρέπει να καλούμαστε και να προοριζόμαστε, όπως ακριβώς και στον δρόμο της αγιότητας. Ο Πούσκιν ήταν προορισμένος για δημιουργική μεγαλοφυΐα, κι έτσι όχι μόνο δεν μπορούσε να είναι άγιος, αλλά δεν έπρεπε επίσης!
Η δημιουργική μεγαλοφυΐα μπορεί να γεννήσει έναν μοναχισμό ιδιαίτερο και διαφορετικό, έναν κοσμικό μοναχισμό. Επειδή στην απόρριψη του «κόσμου» και των αγαθών του, η οδός τής δημιουργικής μεγαλοφυΐας δεν απαιτεί μικρότερη αποφασιστικότητα από εκείνη τού παραδοσιακού μοναχισμού. Η αρετή που χαρακτηρίζει την δημιουργική μεγαλοφυΐα είναι η αρετή τής απόρριψης τής ησυχίας και τής ηρεμίας μιας σταθερής ζωής, καθορισμένης μια φορά για πάντα. Οι άνθρωποι αποφεύγουν με τρόμο την οδό της δημιουργικότητας, για να αποκτήσουν σιγουριά και εξασφάλιση. Όταν απορρίψουν τα αγαθά του «κόσμου» στο όνομα οτιδήποτε διαφορετικού από την δημιουργικότητα, αυτή η απόρριψη αντισταθμίζεται με ακρίβεια από την κατάκτηση μιας σιγουριάς στην ζωή μας και με την κατάκτηση της ατομικής σωτηρίας. Ακριβώς αυτή η υποταγή στις συνέπειες της πτώσεως δίνει σιγουριά στην ζωή του «κοσμικού» ανθρώπου. Γιατί, στ’ αλήθεια, αν δεν υπολογίσουμε τους αγίους και τους μυστικούς που ζουν στα μοναστήρια, τους στάρετς και τους ασκητές, γίνεται φανερό ότι το στυλ της μοναχικής ζωής είναι μια ιδιαίτερη μορφή προσαρμογής στον «κόσμο» και σ’ αυτό που είναι του «κόσμου τούτου», μια μορφή χωρίς καμμιά διάσταση θυσίας και τραγικότητας! Ο μετριοπαθής ασκητισμός των μοναστηριών συμφωνεί ιδιαιτέρως με τις διάφορες μορφές προσαρμογής στον «κόσμο», με τον θετικισμό και την φτηνή συμφεροντολογία. Η δημιουργική μεγαλοφυΐα όμως δεν μπορεί να συμφωνήσει με καμμιά μορφή θετικισμού. Πρέπει να επιμείνουμε νομίζω, στο γεγονός πως ο μοναχισμός των δημιουργών, ο μοναχισμός της μεγαλοφυΐας, απαιτεί μιαν απόρριψη του «κόσμου» και κάθε θετικής οργάνωσής του, πολύ πιο ριζική από αυτήν που απαιτεί ο παληός μοναχισμός. Έτσι λοιπόν σήμερα φτάνουμε να διαβάζουμε τον Θεοφάνη τον Έγκλειστο, κλασσικό αντιπρόσωπο της Ορθοδοξίας του ΧΙΧ αιώνος, και μένουμε έκπληκτοι από εκείνον τον παράξενο συνδυασμό που ενώνει τον μυστικό ασκητισμό με έναν τρόπο ζωής συντηρητικό, θετικιστικό και συμφεροντολογικό. Μένουμε έκπληκτοι από την προσαρμογή τής Θρησκείας της Σωτηρίας στις συνέπειες της πτώσεως, δηλ. στον «κόσμο». Ο επίσκοπος Θεοφάνης κηρύττει το ιδεώδες της φειδωλής οικονομίας και φτάνει μέχρι του σημείου να υπερασπίζεται την ιδέα μιας μετριοπαθούς απληστίας. Εάν σκεφτόμαστε την οικογένεια, είναι καλό να πλουτίσουμε. Δεν πρέπει να προσπαθούμε τα πολύ υψηλά πράγματα, δεν πρέπει να είμαστε πολύ πνευματικοί. Ο ασκητισμός του Θεοφάνους είναι μια τέλεια δικαίωση του αστικού και κοσμικού τρόπου ζωής. Στην θρησκευτική του συνείδηση δεν υπάρχει θέση για την ιδέα τής θυσίας και για την τραγική της διάσταση! Η παληά χριστιανική συνείδηση περνά απαραίτητα από την ασκητική άρνηση του «κόσμου» στην προσαρμογή στον ίδιο «κόσμο»! Στην μεγαλοφυΐα, αντιθέτως, αποκαλύπτεται το δημιουργικό μυστήριο τού είναι, αποκαλύπτεται δηλ. ο «άλλος κόσμος»! »

Ο Μέγας Γέρων της δημιουργικής ασκητικής, ο πολύς κ. Μπερντιάεφ εγκαταλείπει την διάκριση, το μοναδικό όργανο του ανθρωπίνου πνεύματος, για να βυθιστεί στον κόσμο της ομοιότητας.
Φυσιολογικώς αγνοεί ότι δεν είναι δυνατόν να υπερβούμε τον κόσμο καθ’ οιονδήποτε τρόπο (ούτε με τον μυστικισμό) διότι πρώτον ο "κόσμος" είναι η ανακάλυψη της ελληνικής φιλοσοφίας και δεύτερον διότι ο μυστικισμός και η ποίηση αποκαλύπτουν την ουσία της φύσεως, είναι ο μύθος. Για να καταλάβουμε ακόμη καλύτερα είναι σαν να μας λέει ότι ο Οδυσσέας, ο άνδρας ο πολύπραγος, είναι η εξέλιξη του Σωκράτη.
Αγνοεί επίσης ότι το ύποπτο κοσμικό φρόνημα είναι ακριβώς η ασκητική της δημιουργικότητος την οποία ευαγγελίζεται.
Κρύβει δε επιμελώς ότι ο αγώνας του ανθρώπου για επιβίωση και αυτοσυντήρηση ουδεμία σχέση έχει με την αστική τάξη την οποία απεχθάνονται τόσο βαθιά και θα απεχθάνονται για πάντα όλοι οι διανοούμενοι του κόσμου τούτου (τύπου Μπερντιάεφ) λόγω ανίας και πλήξεως.

Αμέθυστος.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

όταν οι αρχαίοι Έλληνες εφτιαχναν τον Παρθενώνα δεν δημιουργούσαν νέα ζωήδεν ήταν δημιουργικοί; Τώρα θα εισέλθουμε σε αυτήν την φάση, αφού υπερβήκαμε την ασκητική αγιότητα;

amethystos είπε...

Φίλε ακόμη καί οι Ρώσοι στοχαστές μισούν τούς Ελληνες. Η ιστορία γι' αυτούς ξεκινά από τόν Αυγουστίνο. Ακόμη καί ο Ρωμανίδης δέν αγαπούσε τούς Ελληνες. Χωρίς τούς Καππαδόκες έλεγε τί είναι τό Βυζάντιο. Δέν ξέρω πώς δικαιολόγησε τόν Αγιο Γρηγόριο Παλαμά στό ιδεολόγημά του.