Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

Ο Χρήστος Γιανναράς για τον άνθρωπο, την εκκλησία και τον κόσμο

 

Ο Χρήστος Γιανναράς για τον άνθρωπο, την εκκλησία και τον κόσμο

Αυτή η σειρά έξι μερών ( εδώ ενοποιημένα) παρουσιάζει μια συναρπαστική και πλούσια πνευματικά συνομιλία μεταξύ του Έλληνα φιλοσόφου και θεολόγου Χρήστου Γιανναρά και του επισκόπου Μαξίμ (Βασίλιεβιτς). Βιντεογραφημένο το 2010 στο ήρεμο μοναστήρι Escondido στην Καλιφόρνια από τον μοντέρ Ivan Andrijanic, ο διάλογος διερευνά θεμελιώδη θέματα της χριστιανικής θεολογίας και της υπαρξιακής φιλοσοφίας. Με χαρακτηριστική διαύγεια και στοχαστική θέρμη, ο Γιανναράς στοχάζεται το μυστήριο της Αγίας Τριάδας, τη μυστηριακή πραγματικότητα της Θείας Ευχαριστίας, τη μεταμορφωτική φύση της αγάπης, τη βαθιά σημασία της ελευθερίας, τον ρόλο του πολιτισμού και την εσχατολογική χαρά του Πάσχα.

https://www.youtube.com/watch?v=N9Yjt7GAgxo


Νομίζω ότι για την ανθρώπινη σκέψη, για το ανθρώπινο μυαλό, όπως είναι φτιαγμένο να λειτουργεί, ένωση, ενότητα, σημαίνει τη συνύπαρξη τριών πραγμάτων, τριών ατομικοτήτων. Θα τολμούσα να πω ότι για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, τις τελευταίες δεκαετίες, από τις αρχές του 20ου αιώνα, η κβαντική φυσική μας δημιούργησε την ανάγκη να μιλούμε για υπάρξεις, οι οποίες είναι ατομικές, αλλά και δεν είναι ατομικές. Θα έχετε ακούσει για την περίπτωση που λένε ότι μπαίνει ένα φωτόνιο σε ένα μετρητή και αυτό το φωτόνιο βγαίνει από δύο εξόδους του μετρητή, είναι και εδώ και εκεί.

Εάν στη φυσική μετα βίας μπορούμε να συλλάβουμε, και μάλλον δεν μπορούμε, απλώς μαθηματικά θα επισημάνουμε αυτά τα πράγματα, μια παρουσία η οποία είναι ελεύθερη από τον χώρο, πολύ δυσκολότερο είναι να καταλάβουμε ότι στην περίπτωση του Θεού η εκκλησία ζει με την εμπειρία της την πραγματικότητα τριών υπάρξεων, οι οποίες δεν είναι τρεις ατομικότητες, είναι τρεις διαφορετικές υπάρξεις, οι οποίες όμως δεν συνιστούν τρία κομμάτια, τρία μέρη, τρία πράγματα, όπως θα λέγαμε στην ανθρώπινη γλώσσα. Κατά τούτο βρίσκω ότι είναι κάτι περισσότερο από γλωσσικά σωστό. Θα έλεγα ότι είναι μια αποκάλυψη το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή της ζωής της εκκλησίας η εκκλησία μιλάει για τον Τριαδικό Θεό με τα ονόματα Πατήρ, Υιός, Πνεύμα.(ΓΙΑΤΙ;)

Εάν επρόκειτο για ατομικότητες θα έλεγε ο Δίας, ο Απόλλωνας, ο Ήφαιστος. Εάν επρόκειτο για μια μονάδα η οποία όμως είναι απερίγραπτη θα έλεγε όπως στην Ιουδαϊκή παράδοση κάποια επίθετα, ο Παντοδύναμος, ο Κύριος, ο Ιαχβέ, ο Ελοχήμ. Η εκκλησία λέει ο Πατήρ, ο Υιός, το Πνεύμα και οι τρεις αυτές λέξεις στην ανθρώπινη γλώσσα δηλώνουν μια πραγματικότητα υπάρξεως η οποία ο Πατήρ ας πούμε είναι Πατήρ σημαίνει ότι είναι Πατήρ ως προς τον Υιό.

Υπάρχει όχι ως το ίξ (χ) άτομο αλλά υπάρχει επειδή είναι ο Πατήρ και παίρνει την ονομασία του από τη σχέση του με τον Υιό. Το ίδιο και ο Υιός, το ίδιο και το Πνεύμα με τη σημασία που είχε αυτή η λέξη ήδη στην Παλαιά Διαθήκη και που σήμαινε την ταυτότητα μιας υπάρξεως το Πνεύμα. Γι' αυτό και μιλούμε για το Πνεύμα του Πατρός.

Λοιπόν, να προσθέσω και κάτι ακόμα όμως, ότι κάτι περισσότερο μπορούμε να καταλάβουμε για αυτήν την μη ατομικότητα των τριών διαφορετικών υποστάσεων. Η λέξη «υπόσταση» δηλώνει την πραγματική ύπαρξη. Δεν πρόκειται για μια αλληγορία, δεν πρόκειται για ένα σύμβολο, πρόκειται για τρεις πραγματικές υπάρξεις, οι οποίες όμως, επαναλαμβάνω, δεν είναι ατομικότητες.

Κάτι από αυτό μπορούμε να κατανοήσουμε στην περίπτωση του ανθρώπινου προσώπου. Να σκεφτούμε πώς γνωρίζουμε ένα πρόσωπο, ανθρώπινο πρόσωπο. Σε μια πρώτη φάση έχουμε ακούσει κάτι γι' αυτόν, μας έχουν μιλήσει, έχουμε μερικές πληροφορίες, πιθανόν έχουμε και κάποιες περιγραφές.

Αυτό είναι ένα πρώτο επίπεδο γνωριμίας. Ξέρω ποιος ήταν ο Winston Churchill, ένα ιστορικό πρόσωπο ή ο T. S. Eliot. Σε ένα δεύτερο επίπεδο γνωρίζουμε τα δημιουργήματα, τα ποίηματα αυτού του προσώπου.

Μπορεί να έχω διαβάσει πάρα πολλές βιογραφίες του T. S. Eliot ή του Μότσαρτ, αλλά δεν τον γνωρίζω. Άμα ακούσω τη μουσική του Μότσαρτ ή όταν διαβάσω την ποίηση του Eliot, τότε γνωρίζω την προσωπική μοναδικότητα. Δηλαδή μια ύπαρξη η οποία δηλώνεται, φανερώνεται, μοναδική, ανώμια και ανεπανάληπτη.

Δεν υπάρχει άλλη μουσική σαν αυτή του Μότσαρτ. Μόλις ακούσεις, αν έχεις ακούσει μερικά κομμάτια του Μότσαρτ, ακούς ένα καινούργιο και λες «αυτό είναι Μότσαρτ». Και τουλάχιστον στα ελληνικά δεν λέμε «αυτό είναι του Μότσαρτ», λέμε «αυτό είναι Μότσαρτ».

Εάν έχεις διαβάσει δέκα ποίηματα του T.S. Eliot και διαβάσεις ένα εν δέκα του που δεν το ήξερας, λες «αυτό είναι Έλιοτ». Λοιπόν, σε ένα δεύτερο επίπεδο τα ποίηματα, οι ενέργειες ενός προσώπου μας δηλώνουν την ύπαρξή του. Σε ένα τρίτο επίπεδο είναι η άμεση συνάντηση.

Όταν συναντήσεις ένα πρόσωπο, τότε λέμε ότι το γνωρίζεις πράγματι. Συναντάς μια ατομικότητα? Όχι, τότε δεν τη γνωρίζεις. Τους ανθρώπους που συναντούμε μέσα στο μετρό, μέσα στο υπόγειο σιδηρόδρομο ή στο λεωφορείο, τους αναγνωρίζουμε αλλά δεν τους γνωρίζουμε.

Για να γνωρίσουμε ένα πρόσωπο πρέπει να έρθουμε σε σχέση μαζί του. Να μας μιλήσει, να του μιλήσουμε. Και αυτό σημαίνει ότι ενεργείται η ετεροτητά του με το χαμόγελο του, με το βλέμμα του, με τις κινήσεις του.[ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ ΤΟΥ;]

Είναι επομένως ένα ενεργητικό γεγονός η γνώση του προσώπου. Άρα ο Υιός ξεχωρίζει από τον Πατέρα επειδή αγαπά τον Πατέρα και ο Πατέρας ξεχωρίζει από τον Υιό διότι αγαπά τον Υιό. Και από το Πνεύμα επίσης.

Αγαπά θα πει ενεργεί την ύπαρξή του ως σχέση. Όπως εσείς δεν μπορείτε να με γνωρίσετε εάν δεν ακούσετε τη φωνή μου, το βλέμμα μου, τη χαιρονομία μου. Έτσι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον Πατέρα παρά μόνο ως προς την αγάπη, μέσω της αγάπης του για τον Υιό και τον Υιό μέσω της αγάπης προς τον Πατέρα.

Με όλα αυτά που είπα μην νομίζουμε ότι απάντησα στο ερώτημα. Απλώς νομίζω ότι κάπως έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε για να κατανοήσουμε επιμένω ότι δεν πρόκειται για τρεις ατομικότητες. Να προσθέσω ίσως εδώ και αυτή την καταπληκτική φράση που είπε ο Χριστός πριν από τον πάθος του στον Φίλιππο.

Όταν τον μαθητή Φίλιππο ο οποίος του είπε «Κύριε δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν». Δείξε μας τον Πατέρα και μας είναι αρκετό. Και ο Χριστός του απάντησε «Τοσού των χρόνων με θυμών ημίν, με τόσο καιρό κοντά σας».

Και δεν κατάλαβες Φίλιππε «Ο εωρακός εμέ, αιώρα και τον Πατέρα». Και πως συ λέγεις δείξον ημίν τον Πατέρα. Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει τον Πατέρα.

Αυτό είναι καταπληκτικό. Δηλώνει ότι όποιος έχει δει τον σαρκωθέντα Υιό του Θεού, τον Ιησού Χριστό, έχει δει τον τρόπο υπάρξεως του Πατρός. Δηλαδή την κένωση, το άδειασμα από κάθε ατομικό στοιχείο.

Έχει δει την ύπαρξη ως αγάπη. Όχι ως πράξη αγάπης, ως ύπαρξη αγάπης. Διότι η σάρκα του σαρκοθέντος λόγου είναι η κορυφαία έκφραση της ύπαρξης ως αγάπης.

Θα τολμούσα να πω ότι ακόμα και ο σταυρικός θάνατος, τολμώ να το πω αυτό, είναι ίσως επικίνδυνο, ο σταυρικός θάνατος του Χριστού δεν είναι τόσο αποκαλυπτικός της κενώσεως, της παραιτήσεως από κάθε απαίτηση του εγώ, όσο είναι η σάρκωση η οποία είναι παραίτηση από την θεότητα. Άρα βλέποντας το ιστορικό πρόσωπο του Χριστού, βλέπουμε τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει, είναι ο Θεός. Άρα βλέπουμε τον Πατέρα.[ΜΙΑ ΑΝΥΠΟΦΟΡΗ ΑΟΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΠΑΛΙΕΣ ΦΙΛΕΣ ΣΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΟ ΤΟΥΣ ΤΣΑΙ.]

Η εκκλησία εκφράστηκε με τη γλώσσα της εποχής της. Και η γλώσσα της εποχής της, όταν εμφανίστηκε, όταν ιδρύθηκε η εκκλησία, η κοινή γλώσσα της εποχής ήταν τα ελληνικά. Οι Έλληνες ονόμαζαν τα υπαρκτά με δύο κυρίως λέξεις.

Με τη λέξη «ουσία» ονόμαζαν όλα τα ομοειδή υπαρκτά, δηλαδή μια ομάδα υπαρκτών που έχουν το ίδιο είδος, την ίδια μορφή. Αλλά η μορφή δεν είναι απλώς αυτό που βλέπουμε, είναι ένας τρόπος υπάρξεως, ένας τρόπος μετοχής στο «είναι». Και η λέξη «ουσία» είναι πολύ χαρακτηριστική γιατί παράγεται από το θηλυκό της μετοχής στο «είναι», του ρήματος «είναι».

«Ον», «ούσα», «ον», από το «ούσα». Λοιπόν, «ουσία» λέμε τον τρόπο με τον οποίο είναι μια ομάδα υπαρκτών με την ίδια μορφή, με το ίδιο είδος. Ο ίππος, ας πούμε.

Υπάρχει μια ουσία, ένας τρόπος με τον οποίο κάθε ίππος είναι ίππος. Υπάρχει η ουσία της γάτας. Κάθε γάτα είναι με τον τρόπο που είναι κάθε άλλη γάτα.

Αυτόν τον τρόπο ονομάζουμε ουσία. Αυτός ο τρόπος δεν υπάρχει ξέχωρα από τις υπαρκτικές του πραγματοποιήσεις, από τις υποστάσεις. Επομένως, συγκεντρώνουμε στη λέξη ουσία εκείνα τα γνωρίσματα τα οποία κάνουν, ας πούμε στην περίπτωση του ανθρώπου, τι είναι η ουσία του ανθρώπου.

Εκείνα τα γνωρίσματα που κάνουν κάθε άνθρωπο να είναι άνθρωπος. Βέβαια, ο κάθε άνθρωπος υπάρχει με τον τρόπο όλων των άλλων ανθρώπων σύν μια ιδιαιτερότητα. Θα έπρεπε να μιλήσω πολλή ώρα για να εξηγήσω ακριβώς το περιεχόμενο της λέξης ουσία.

Αυτό που θέλω να καταλάβω, να γίνει αντιληπτό για να προχωρήσουμε στη συζήτησή μας είναι ότι η λέξη ουσία δηλώνει τρόπο υπάρξεως. Δεν υπάρχει η ουσία κάθε αυτήν. Είναι ένας τρόπος.

Βέβαια, αυτός ο τρόπος συμπίπτει με έναν καθορισμό. Λέμε, η ουσία του ανθρώπου είναι ότι είναι ζώων ορθοβαδιστικών, γελαστικών, νοήμων κλπ. Αυτός ο τρόπος είναι καθορισμένος.

Για τους αρχαίους Έλληνες ήταν προκαθορισμένος. Δηλαδή, δεν είχαν απάντηση στο ερώτημα ποιος όρισε τις ουσίες. Ποιος είπε έτσι θα είναι οι άνθρωποι, έτσι θα είναι τα άλογα, έτσι θα είναι τα λουλούδια, τα τριαντάφυλλα.

Όχι. Και γιατί όχι. Δεν ήταν ο Θεός που όριζε τον λόγο της ουσίας, διότι και ο Θεός ήταν καθορισμένος.[ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ;]

Όταν λέγανε τη λέξη Θεός εννοούσαν μια πραγματικότητα, η οποία είναι ορισμένη. Από ποιον είναι ορισμένη. Από μια δεδομένη λογικότητα, από έναν λόγο που δεν ξέρουμε από πού ξεκινάει και ο οποίος καθορίζει τα πάντα, έχει καθορίσει τα πάντα από πριν.

Επομένως και τον Θεό. Είναι ανάγκη ο Θεός να είναι αυτό που είναι. Υπάρχει μια φράση στους προσωκρατικούς φιλοσόφους.

Ανάγκη είναι τι των Θεών έτσι και έτσι. Είναι ανάγκη. Καθορίζεται από πριν.

Αλλά εάν προηγείται του Θεού μια ανάγκη η οποία καθορίζει την ύπαρξή Του, τότε δεν υπάρχει περιθώριο για ελευθερία της ύπαρξης. Ό,τι υπάρχει είναι υποταγμένο σε μια ανάγκη. Αυτή την αντίληψη έρχεται να την ανατρέψει η Εκκλησία.

Και την ανατρέπει ακριβώς με την αλήθεια για τον Τριαδικό Θεό. Η λέξη πατήρ δηλώνει κάποιον ο οποίος θέλει να υπάρχει και την θέλησή του να υπάρχει. Την πραγματοποιεί γεννώντας τον Υιό και εκπορεύοντας το Πνεύμα.[ΤΗΝ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΣΥΜΠΑΘΕΣΤΑΤΑΙ. Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΕΚΠΟΡΕΥΕΙ]

Είναι αυτοαιτία της ύπαρξης. Η ύπαρξη έχει την αιτία της σ' αυτόν που θέλει να γεννά τον ιό και να εκπορεύει το Πνεύμα. Και το κάνει αυτό από αγάπη.

Από αγάπη σημαίνει από απόλυτη ελευθερία. Δεν μπορείς ποτέ να αγαπάς υποχρεωτικά από ανάγκη. Επομένως, η γέννηση του ιού και η εκπόρευση του πνεύματος είναι ο θρίαμβος της ελευθερίας ως αιτιώδους αρχής της ύπαρξης.[ΑΥΤΟΑΓΑΠΗ ΜΑΛΛΟΝ. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΑΘΡΕΦΤΗ]

Ο πατήρ θέλει να υπάρχει επειδή είναι πατήρ, όχι επειδή είναι Θεός. Η λέξη Θεός δηλώνει ουσία. Η λέξη πατήρ δηλώνει αυτό που είναι ο Θεός της εκκλησίας.

Ήθελα εγώ να προσθέσω ότι αυτά όλα η εκκλησία πώς ξεκίνησε να τα λέει. Είχε κάποιους σοφούς φιλοσόφους οι οποίοι τα σκέφτηκαν όλα αυτά, τα διατύπωσαν και οι υπόλοιποι άνθρωποι τα δέχτηκαν. Όπως ξέρουμε, η εκκλησία γεννήθηκε με πυρήνα δώδεκα ψαράδες.

Δώδεκα απλοϊκούς ανθρώπους. Δεν είχε φιλοσοφική καταγωγή. Γεννήθηκε όμως αυτοί οι δώδεκα ψαράδες είχαν μια ιστορική εμπειρία συγκεκριμένη.

Όχι μια έμπνευση, όχι μια ιδέα, όχι μια γνώμη. Μια ιστορική εμπειρία. Ο Ιωάννης λέει αυτό που είδαμε με τα μάτια μας, αυτό που ακούσαμε με τα αυτιά μας, αυτό που ψηλάφισαν τα χέρια μας, αυτό μαρτυρούμε.

Ποιο ήταν αυτό. Ήταν η παρουσία ενός ιστορικού προσώπου. Ο Ιησούς ο Ναζαρέτ, ο οποίος με τη ζωή του και τα σημεία της ζωής του έλεγε όχι μόνο με λόγια, με τα σημεία της ζωής του, με τον τρόπο της ύπαρξής του ότι είναι ο Υιός του Θεού.

Ποια ήταν αυτά τα σημεία, τι δήλωναν αυτά τα σημεία και πώς έκαναν πιστικό το συμπέρασμα ότι είναι ο Υιός του Θεού. Τα σημεία αυτά δήλωναν ότι «νενίκεινται της φύσεως οι όροι», δηλαδή ότι στο πρόσωπο του Χριστού είχαν νικηθεί οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι αναγκαιότητες που διέπουν την ανθρώπινη φύση. Η ανθρώπινη φύση είναι υποταγμένη στον χρόνο, στον χώρο, στη φθορά, στον θάνατο.

Ο Χριστός ήταν ελεύθερος από αυτά. Ήταν ελεύθερος από τη φθορά ας πούμε. Όχι μόνο ελεύθερος, αλλά και είχε δυνατότητα να ελευθερώνει την ύπαρξη από τη φθορά.

Έκαμε ιάσεις. Τα θαύματα του Χριστού δεν ήταν επίδειξη κάποιας υπερφυσικής δυνάμεως. Δεν ήταν μια επίδειξη όπως κάνουν οι φακήριδες.

Ο Χριστός έκανε ένα θαύμα και έλεγε «Μην πείτε τίποτε γι' αυτό το θαύμα». Έτσι δεν είναι. Αυτό σήμαινε ότι το θαύμα δεν απέβλεπε στο να επιδείξει δύναμη υπερφυσική.

Το θαύμα ήταν απλώς ένα σημείο ότι είχε τη δυνατότητα να ελευθερώνει την ύπαρξη από τις αναγκαιότητες που την τυραννούσαν και την διέπουν την φύση. Λοιπόν, αυτή την εμπειρία καταθέτουν οι Απόστολοι. Τη δυνατότητα ο Θεός να γίνει άνθρωπος.

Δηλαδή, τη μαρτυρία ότι ο Θεός είναι ελεύθερος και από την θεότητά Του μπορεί να υπάρξει με έναν άλλο τρόπο υπάρξεως, με μια άλλη ουσία. Δεν είναι υποχρεωμένος να είναι Θεός. Και αυτό συνάγεται όχι ως θεωρητικό συμπέρασμα [ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ].

Συνάγεται από την εμπειρία ότι έγινε άνθρωπος. Και όντας άνθρωπος ήταν τέλειος Θεός. Χωρίς να παύει να είναι πραγματικός άνθρωπος.

Κάτι που το ανθρώπινο μυαλό δυσκολεύεται πολύ να το συλλάβει. Γι' αυτό υπήρξαν και οι αιρέσεις. Ήρθαν οι Νεστοριανοί και είπαν «Κοιτάξτε, Θεός ήταν και απλώς φαινόταν ως άνθρωπος».

Όχι. Συνήχθη η εκκλησία σε σύνοδο και είπε «Όχι, κάνετε λάθος, ήταν πραγματικός άνθρωπος». Οι άλλοι είπαν «Οι Νεστοριανοί ήταν μόνο άνθρωπος και είχε μια ιδιαίτερη χάρη απ' το Θεό».

Η εκκλησία απέκλεισε και τα δύο και είπε «Όχι, ήταν πραγματικός Θεός και πραγματικός άνθρωπος». Γιατί Θεός δεν θα πει απλώς παντοδύναμος, πάνσοφος, αυτά που έλεγαν οι Έλληνες. Θεός θα πει αυτός που υπάρχει επειδή αγαπάει.

Και όποιος αγαπάει αδειάζει απ' τον εαυτό του και νοούται. Επομένως η σάρκωση του Υιού είναι η φανέρωση του Θεού. Του Θεού όσα αγάπης και … και αυτοπροσφοράς.

Πάνω σε αυτή την ιστορική εμπειρία χτίζεται η εκκλησία. Και αυτή η ιστορική εμπειρία μαρτυρείται από την εκκλησία. Δεν μιλούμε, δεν προσφέρουμε στον κόσμο, η εκκλησία δεν προσφέρει στον κόσμο μια ευφυέστερη, πληρέστερη, τελειότερη θρησκευτική διδασκαλία.

Δεν είναι μια καλύτερη θρησκεία. Δεν είναι καν θρησκεία, είναι κάτι άλλο. Είναι η μαρτυρία ότι η αιτία όλων των υπαρκτών είναι η αγάπη, αλλά προσωπική αγάπη.

Είναι ένας νυμφίος, ένας εραστής που αγαπάει τα πάντα και τα δημιουργεί επειδή τα αγαπάει και τους δίδεται …ολόκληρους επειδή τα αγαπάει. Σε μια πρώτη διατύπωση είναι πολύ σωστό να πούμε ότι ο Θεός είναι μια ουσία σε τρία πρόσωπα. Είναι πολύ σωστό διότι έχει μια πιστότητα στην κοινή ανθρώπινη εμπειρία.

Διότι για την περίπτωση του ανθρώπου λέμε ο άνθρωπος είναι μια ουσία σε μύρια πρόσωπα. Δηλαδή σε πάρα πολλά πρόσωπα. Ένας είναι ο άνθρωπος.

Μια ουσία. Γι' αυτό και λέμε στην καθημερινή γλώσσα ο άνθρωπος πήγε στο φεγγάρι. Δεν πήγαμε όλοι οι άνθρωποι στο φεγγάρι.

Πήγε αν δεν κάνω λάθος ο Άρμστρονγκ. Αλλά λέμε ο άνθρωπος πήγε στο φεγγάρι. Ο άνθρωπος εφεύρε τον ηλεκτρισμό.

Αλλά ο άνθρωπος υπάρχει μόνο εν προσώποις. Μόνο σε πρόσωπα. Στον Κωνσταντίνο, στον Ιωάννη, στην Ελένη, στην Μαρία.

Μόνο έτσι υπάρχει ο άνθρωπος.
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε κάποια κοινά γνωρίσματα αλλά ο κάθε ένας πραγματοποιεί αυτά τα ιδιώματα με τρόπο μοναδικό, ανόμοιο, ανεπανάληπτο. Δηλαδή, ο άνθρωπος έχει σκέψη, κρίση, φαντασία, βούληση αλλά κάθε άνθρωπος σκέπτεται, θέλει, φαντάζεται, νοεί με τρόπο μοναδικό, ανόμοιο και ανεπανάληπτο.

Αυτή είναι η διαφορά της ουσίας από την υπόσταση. Ειδικά στην περίπτωση του ανθρώπου ό,τι ονομάζουμε ουσία ή φύση δηλαδή αυτός ο κοινός τρόπος δεν είναι μόνον ένα θεωρητικό, μια θεωρητική διαπίστωση είναι μια πραγματικότητα που την διατυπώνουμε θεωρητικά. Δηλαδή, αυτός ο κοινός τρόπος τον πιστοποιούμε να υπάρχει μέσα μας κατά κάποιο τρόπο ως απρόσωπες ανάγκες αυτά τα οποία η ψυχολογία σήμερα μας ονομάζει ένστικτα, ορμές, η ορμή της αυτοσυντήρησης, η ορμή της κυριαρχίας, η ορμή της ηδονής είναι τα απρόσωπα όπως τα ονομάζουμε στοιχεία της φύσης μας κοινά σε όλους, ίδια σε όλους αλλά ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να είναι ελεύθερος από αυτές τις απρόσωπες αναγκαιότητες έχει την ορμή της αυτοσυντήρησης μα άμα είναι πεινασμένος και δει ένα φαγητό θέλει να ορμήσει επάνω στο φαγητό και να το φάει, να τραφεί έχει όμως τη δυνατότητα να πει όχι εκείνη την ώρα έχει την ελευθερία να μην υπηρετήσει την ανάγκη να είναι ελεύθερος από την ανάγκη κάτι τέτοιο δεν σημαίνει στην περίπτωση του Θεού διότι ο Θεός είναι ύπαρξη αυτοαιτία της ύπαρξης επομένως δεν υπάρχουν κάποιες αναγκαιότητες που καθορίζουν την ύπαρξή Του και αυτό το γεγονός ότι ο Θεός δεν έχει ορμές δεν έχει αναγκαιότητες αυτό εκφράζεται επίσης με τη λέξη αγάπη η αγάπη είναι η ελευθερία από κάθε αναγκαιότητα ακόμα και από την αναγκαιότητα της ύπαρξης και μόνον έτσι νομίζω ότι μπορούμε να κατανοήσουμε την Ανάσταση του Χριστού ο Χριστός δεν αναστήθηκε εκ νεκρών θαυματουργικά πως να το πω, επειδή παρενέβη κάποια δύναμη υπερφυσική ανέστη εκ νεκρών διότι η αυτοπροσφορά η κένωση η αγάπη είναι εξ ορισμού ζωή είναι ύπαρξη και στην περίπτωση των κτιστών όντων στην περίπτωση της ανθρώπινης σάρκας που προσέλαβε ο Χριστός η αποδοχή του θανάτου δέχτηκε το θάνατο όχι επειδή τον ήθελε αλλά τον δέχτηκε υπακούοντας το θέλημα του Πατρός αποδεχόμενος το θέλημα του Πατρός ελεύθερα από αγάπη η αποδοχή από το κτιστό του θανάτου με αγάπη είναι ελευθερία από το θάνατο είναι Ανάσταση έτσι η εκκλησία ψέλνει κάθε Κυριακή ότι εσύ Χριστέ είσαι ζωή και Ανάσταση είσαι ζωή και Ανάσταση λοιπόν λέγαμε ότι η εκκλησία βασίστηκε, θεμελιώθηκε πάνω στην ιστορική εμπειρία της παρουσίας του σαρκωθέντος και Αναστάντος Χριστού τι θα πει δημιουργήθηκε και θεμελιώθηκε έγινε ένα σωματείο ανθρώπων που σέβονταν και ακολουθούσαν τη διδασκαλία ενός εξαιρετικού πλάσματος όχι η εκκλησία συγκροτήθηκε ως ευχαριστία αυτό που συγκροτεί την εκκλησία είναι το Πασχάλιο δείπνο το τελευταίο Πάσχα πριν από το Πάθος ο Χριστός δείπνησε με τους μαθητές του δηλαδή έκανε κάτι όπως έκαναν όλοι οι Εβραίοι της εποχής του μίλησε με τη γλώσσα της πράξης που ήταν η κυρίαρχη στην εποχή του και ήταν το δείπνο της ευχαριστίας κάθε Εβραϊκή οικογένεια τη νύχτα του Πάσχα μαζευόταν και μοιραζόταν το ψωμί και το κρασί ως μία πράξη ευχαριστία στο Θεό που τους έσωσε με τη διάβαση της Ερυθράς θαλάσσης από την Αίγυπτο αυτό έκανε και ο Χριστός μόνο που τους είπε ότι τώρα δεν ευχαριστούμε για εκείνη τη διάβαση από την Ερυθρά θάλασσα αλλά ευχαριστούμε διότι ο Θεός χάρισε στους ανθρώπους την διάβαση από τον θάνατο στη ζωή τώρα πια που η σάρκα η ανθρώπινη έγινε τρόπος υπάρξεως του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού τώρα πια δεν υπάρχει θάνατος τώρα η τελευταία αντίσταση του θανάτου είναι η ατομικότητά μας είναι η σάρκα μας η οποία πέφτει στη γη σαν το σπόρο και διαλύεται η τελευταία αντίσταση της ατομικότητας και η ύπαρξη του ανθρώπου είναι μόνο μια σχέση με τον Θεό είναι μια απάντηση στην κλίση που μας έκανε ο Θεός … όντως εις το είναι στην νεκρώσιμη ακολουθία η εκκλησία ψέλνει αρχή μοι και υπόστασης το πλαστουγόν σου γεγονε πρόσταγμα αρχή της ύπαρξής μου και υπόστασής μου πραγματική ύπαρξη δεν είναι αυτό το κορμί αυτό είναι η απάντηση η κτιστή απάντηση στην κλίση που μου απεύθυνες και μου είπες έλα σε αγαπάω και το ναι το δικό μου είναι αυτό το κορμί το οποίο όμως επειδή είναι κτιστό έχει αρχή και τέλος ενώ η κλίση σου δεν έχει αρχή και τέλος επομένως όταν πω ναι το ναι το δικό μου είναι το αμήν που λέει ο Παύλος στο Θεό και το αμήν ολοκληρώνεται με την ακούσια αποδοχή του θανάτου παραδίδομαι στο θάνατο λέγοντας σου ναι πάρε με τώρα πια υπάρχω μόνο για σένα άρα γιορτάζουμε μέσα στην εκκλησία αυτό το θρίαμβο της κατάλυσης ατομικότητας δηλαδή της εισόδου στον τρόπο υπάρξεως των προσώπων της Αγίας Τριάδος πως το γιορτάζουμε αυτό πάλι με τη γλώσσα την ανθρώπινη τίποτα μέσα στην εκκλησία δεν είναι εξωπραγματικό ιδεατό, νοητικό πάλι με το δείπνο του Πάσχα κάθε Κυριακή για μας είναι Πάσχα κάθε Κυριακή μαζευόμαστε σε αυτό το δείπνο παίρνουμε την τροφή δηλαδή την προϋπόθεση της ζωής μας διότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει ως κτιστό παρά με ψωμί με τροφή και με ποτό η συγκεφαλαίωση της τροφής είναι το ψωμί η συγκεφαλαίωση του ποτού είναι το κρασί συγκεφαλαίωση θα πει ότι ο άνθρωπος, ο πραγματικός άνθρωπος όχι εμείς σήμερα οι άνθρωποι των πόλεων όλη του η ζωή είναι η σπορά η βλάστηση, η καρποφορία ο θέρος, ο θερισμός το ζύμωμα του ψωμιού είναι η περιποίηση του αμπελιού όλο το χρόνο, η φροντίδα η συλλογή των σταφυλιών το κρασί δηλαδή το κρασί και το ψωμί συνοψίζουν τη ζωή του ανθρώπου ένα ολόκληρο χρόνο και τη ζωή μας λοιπόν την παίρνουμε ως ψωμί και κρασί στην ευχαριστία και την παίρνουμε όχι για να συντηρήσουμε το εγώ μας την παίρνουμε για να κοινωνήσουμε την ύπαρξη με τους αδελφούς μας παίρνουμε από το ίδιο ψωμί και από το ίδιο ποτήριο κοινωνούμε τη ζωή και την ύπαρξη δεν κοινωνούμε ένα μαγικό αντικείμενο και αυτή η κοινωνία είναι η απαρχή για να υπάρξουμε ως σχέση δηλαδή να υπάρξουμε όπως τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος επομένως σε κάθε θεία ευχαριστία πραγματοποιείται και φανερώνεται το μυστήριο του Τριαδικού Θεού πραγματοποιείται και φανερώνεται όχι ως κήρυγμα, όχι ως θεωρητική εξαγγελία αλλά ως η πράξη της κοινωνίας του αυτού ποτηρίου και του αυτού άρθρου νομίζω όλα αυτά θέλουν μια επαλήθευση από την εμπειρία της Εκκλησίας από ανθρώπους έμπειρους του εκκλησιαστικού γεγονότος και εγώ δεν είμαι έμπειρος εγώ είμαι απλώς δάσκαλος και όλα αυτά θέλουν μια επαλήθευση από έμπειρους ανθρώπους αλλά σαν δάσκαλος νομίζω ότι τα μυστήρια της Εκκλησίας αυτό έχω καταλάβει δεν είναι σύμβολα δεν είναι συμβολικές τελετές ας πούμε όπως πηγαίνουμε σε μια εθνική εορτή και καταθέτουμε ένα δάφνινο στεφάνι αυτή είναι μια συμβολική χειρονομία έτσι δεν είναι συμβολίζουμε το σεβασμό μας την τιμή μας σε αυτούς που θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα τα μυστήρια δεν είναι αυτό είναι μια γλώσσα μια γλώσσα για να πούμε κάτι πως ο μουσικός δεν μπορεί να πει αυτό το οποίο θέλει να πει με τις λέξεις και τις λέει με τη δική του γλώσσα τη γλώσσα των ήχων ο σκηνοθέτης δεν μπορεί να πει αυτό που θέλει να πει με έννοιες μπορεί να το πει με τη γλώσσα των εικόνων λοιπόν πολύ περισσότερο επιτρέψτε μου να πω ένας ερωτευμένος άνθρωπος ένα νέο παιδί που αγαπάει μια κοπέλα το να της πει απλώς με λόγια σε αγαπώ δεν του αρκεί πρέπει να κάνει μια πράξη αγοράζει κάτι πολύτιμο και της το χαρίζει ή ας πάμε και σε πιο απλά πράγματα εάν σας αγαπώ και με αγαπάτε και μου χαρίσετε ένα πάμφθηνο αντικείμενο, ένα μολύβι που γράφουμε επειδή μου το χαρίσατε εσείς που σας αγαπώ και με αγαπάτε αυτό το μολύβι για μένα είναι ενθύμιο είδατε που λέμε μερικές φορές χάθηκε κάτι το οποίο δεν έχει αξία αλλά είναι ενθύμιο και γι' αυτό έχει τεράστια αξία είναι μια γλώσσα γίνεται μια γλώσσα το ευτελές αντικείμενο λοιπόν τα μυστήρια είναι μια γλώσσα πράξης για να δηλωθεί αυτό που είναι η εκκλησία κάθε μυστήριο νομίζω είναι η πραγματοποίηση και φανέρωση της εκκλησίας δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα τα μυστήρια ακόμα και το βάπτισμα είναι η εκκλησία η οποία πραγματοποιείται υποδεχόμενη ένα νέο μέλος ανάμεσά της η πράξη του βαπτίσματος δεν αφορά το άτομο το βρέφος αφορά την εκκλησία φανερώνει και πραγματώνει την εκκλησία η οποία υποδέχεται ένα καινούριο πλάσμα και με ποια γλώσσα με τη γλώσσα που δηλώνει όχι με έννοιες γι' αυτό και είναι λάθος αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή που το λέω με έννοιες Θα έπρεπε κανονικά τα πράγματα να τα βιώνουμε άμεσα με το ότι βυθίζουμε το βρέφος στο νερό είναι σαν να το θάβουμε και το ανασταίνουμε για να δηλώσουμε ότι εγώ πεθαίνω τώρα σαν φυσικός άνθρωπος δεν με ενδιαφέρει η φυσική ύπαρξη και γεννιέμαι ως σχέση, ως κοινωνία μέσα στο σώμα της Εκκλησίας και πώς επιπλέον με ποια πράξη πώς επιπλέον γίνεται πράξη αυτό, με το ότι με αυτή την ανάδυση από την Κολυμβήθρα η Εκκλησία μου δίνει ένα όνομα το όνομα ενός Αγίου και πλέον με αναγνωρίζει με αυτό το όνομα είμαι ο Αθανάσιος, είμαι ο Ιωάννης, είμαι ο Χριστόφορος οι Άγιοι, η Παναγία οι πιστοί, οι ζώντες και οι ταθνεώτες προσεύχονται για μένα με αγαπούν με το όνομα με το οποίο βγήκα από την Κολυμβήθρα έτσι με γνωρίζουν και έτσι με αποδέχονται και με υποδέχονται και έτσι με σώζουν γιατί αυτό που με σώζει δεν είναι εγώ να κάνω καλές πράξεις ή να κάνω κατορθώματα αυτό που με σώζει είναι ότι με αγαπούν όλοι όσοι συγκροτούν την Εκκλησία από ό,τι έχω καταλάβει μέσα στην Εκκλησία ο θάνατος δεν παρηγοριέται ούτε αντιμετωπίζεται με παλληκαρισμό όπως οι Στωικοί φιλόσοφοι, οι οποίοι έλεγαν ότι νικούν το θάνατο με τη λογική τους σκέψη τα πάντα πεθαίνουν και εγώ θα πεθάνω, δεν είναι είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Χριστός πριν από το θάνατο έχει αγωνία δεν θέλει το θάνατο και παρακαλεί τον Πατέρα να αποφύγει το θάνατο και τρέχει ο ιδρώτας αυτός ο ιδρώτας της αγωνίας που νομίζω όλοι οι άνθρωποι ζουν με λίγο ή πολύ όταν σκεπτόμαστε το θάνατο και πώς, γιατί, γιατί αυτή είναι η αγωνία, η φυσική αγωνία του κτιστού, του πλάσματος που έχει αρχή και τέλος και μπροστά στο τέλος απωθεί το τέλος θέλει να υπάρχει επομένως είναι κάτι φυσικό, είναι όπως η πείνα όπως η δίψα είναι εκεί η αγωνία του θανάτου αλλά όπως την πείνα και την δίψα δεν την υποτιμά η Εκκλησία την δέχεται και προσπαθεί να την μεταποιήσει σε σχέση, σε κοινωνία έτσι και για το θάνατο δεν τον βλέπει αφ υψηλού πενθεί η Εκκλησία πενθώ και οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατο, ψέλνουμε στην κηδεία αλλά ταυτόχρονα τον θάνατο τον βλέπει ως Πάσχα δηλαδή ως διάβαση είναι η τελική μας διάβαση από την γη της αιχμαλωσίας στην ατομικότητα στη γη της ελευθερίας από την ατομικότητα στο πλήρωμα της σχέσης όταν ο Θεός όπου ο Θεός θα ενωθεί με όλους και με όλα όπως λέει ο Άγιος Μάξιμος θα ενωθεί με κάθε έναν και βέβαια αυτή η ένωση λέει ο Άγιος Μάξιμος νομίζω ότι δεν έχω βρει αλλού αυτή την … μόνο ο Άγιος Μάξιμος την προσφέρει αυτή η ένωση όλων με τον Θεό, με την αγάπη του Θεού η αγάπη του Θεού θα αγκαλιάζει τους πάντες και ενώνεται με τους πάντες αλλά δεν καταλήγει την ελευθερία όσοι μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτή την αγάπη θα ζουν ό,τι λέμε παράδεισο όσοι δεν μπορούν να αγαπήσουν δεν θέλουν να αγαπήσουν επιμένουν να μην αγαπούν για αυτούς αυτή η αγάπη θα είναι κόλαση ο Ντοστογιέφσκι αυτό το είπε με την πολύ ωραία φράση ότι κόλαση είναι το μαρτύριο του να μην αγαπάει κανείς νομίζω ότι είναι ο ωραιότερος ορισμός τον έχει και ο Άγιος Ισαάκ λέει εγώ νομίζω ότι τη μάστιγη της αγάπης μαστίζονται οι εντύχια έγι δηλαδή δέχονται μια αγάπη ένα πλούτο αγάπης και δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτήν την αγάπη και αυτό είναι μαρτύριο αλλά η Εκκλησία καταδίκασε τον Ωριγένη ο οποίος δίδασκε ότι όλοι τελικά θα σωθούν διότι έτσι η Εκκλησία έβλεπε μια απειλή για την ελευθερία του ανθρώπου καταδίκασε την διδασκαλία του Ωριγένη για την σωτηρία για την αποκατάσταση των πάντων και από εκεί και πέρα συνέχισε να προσεύχεται για την αποκατάσταση των πάντων Πώς μπορούμε εμείς οι άνθρωποι να ξεχωρίσουμε σε όποια εποχή ζούμε εάν το εκκλησιαστικό γεγονός είναι γνήσιο και αυθεντικό ή εάν έχει παραλλαχθεί αν έχει αλλοιωθεί αλλοτριωθεί σε κάτι άλλο νομίζω και το λέω με όλη την επιφύλαξη ότι ένα κριτήριο είναι ότι όταν η Εκκλησία είναι αυθεντική είναι συνεπής στην αλήθεια της τότε παράγει πολιτισμό όταν η Εκκλησία δεν παράγει πολιτισμό νομίζω τότε πρέπει να ανησυχούμε τι θα πει πολιτισμός, πολιτισμός και αυτή η λέξη είναι παρεξηγημένη σήμερα νομίζουμε ότι πολιτισμός είναι οι διάφορες εκδηλώσεις μουσικής εκθέσεων ζωγραφικής λογοτεχνία κινηματογράφος ότι πολιτισμός είναι ένα επίπεδο μορφωτικής καλλιέργειας των ανθρώπων η γνώμη μου είναι ότι δεν είναι αυτό το περιεχόμενο της λέξης ή τουλάχιστον δεν είναι μόνο αυτό θα έλεγα ότι η πολιτισμός είναι ο τρόπος του βίου γενικά ο τρόπος με τον οποίο οργανώνουμε το βίο μας δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο χτίζουμε τα σπίτια μας διακοσμούμε τα σπίτια μας ο τρόπος που ντυνόμαστε ο τρόπος που μαγειρεύουμε ο τρόπος που κάνουμε οικονομία, ανταλλακτικές σχέσεις.

Εάν δεχθούμε αυτόν τον ορισμό, θα μου πείτε αμέσως μια αντίρρηση, τότε γιατί διαφοροποιούνται οι πολιτισμοί και χρονικά και τοπικά. Άλλος ο πολιτισμός των Αφρικανών, άλλος ο πολιτισμός των Βουλίω-Ευρωπαίων, ξέρετε εγώ, ή άλλος ο πολιτισμός της Ρώμης, άλλος της Κίνας. Διότι αυτός ο τρόπος του βίου καθορίζεται από μια ιεράρχηση των αναγκών του ανθρώπου.

Ποια ανάγκη είναι πρώτη και ποια είναι δεύτερη. Στην αρχαία Ελλάδα, ας πούμε, ξέρουμε, στην αρχαία Αθήνα, που έχτισε τα μνημεία αυτά, τον Παρθενώνα, το Ερεχθείο, την Αγορά και λοιπά, ξέρουμε ότι οι Αθηναίοι, τα σπίτια στα οποία κατοικούσαν ήταν πολύ πενιχρά, φτωχά, σχεδόν φτωχά. Δεν έχουμε μαρτυρίες ούτε για μινωικά ανάκτορα ή μυκηναϊκά ανάκτορα, ούτε για ρωμαϊκές επαύλεις, ταπεινά, φτωχά.

Γιατί το πρώτο που τους ενδιαφέρει ήταν να είναι πολίτες, να βγουν στην αγορά. Γι' αυτό και στο δημόσιο χώρο είχανε λαμπρά μνημεία, όχι στην ιδιωτική κατοικία. Με άλλα λόγια, εάν εμένα ενδιαφέρει η πρώτη μου ανάγκη είναι να έχω φίλους, τότε τα περισσότερα χρήματά μου, τα ενδιαφέρον μου, θα είναι πώς να καλλιεργώ τις φιλίες μου.

Εάν το πρώτο μου ενδιαφέρον είναι, τι να πω τώρα, ένα χόμπι ξέρω και εγώ, τότε θα ξοδεύω τα χρήματά μου στο χόμπι μου. Αυτό έχει μια σημασία, διότι αυτή η ιεράρχηση των αναγκών προϋποθέτει κριτήρια. Τι κρίνει μια κοινωνία ότι είναι προτιμότερο, τι είναι πρώτο και τι είναι δεύτερο, όλη η κοινωνία.

Και αυτό το κριτήριο πηγάζει πάντοτε μέσα στην ιστορία από κάποιο νόημα που μια κοινωνία συλλογικά δίνει στην ύπαρξη και στα υπαρκτά, είτε συνειδητά είτε ανεπίγνωστα. Τι νόημα έχει να υπάρχει κανείς. Τι θα πει υπάρχω ή δεν υπάρχω.

Τι θα πει, ποια είναι η αιτία και ο σκοπός που υπάρχω. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δημιουργούν την ιεράρχηση των αναγκών. Δηλαδή, εάν η αιτία για ό,τι υπάρχει είναι η τυχαιότητα, δηλαδή δεν υπάρχει νόημα στην ύπαρξη, τότε θα κοιτάξω, το πρώτο που θα με ενδιαφέρει είναι πώς θα όσο ζω να περνώ ανετότερα και πιο ηδονικά.

Εάν η αιτία που υπάρχω είναι μια σοφία προσωπική, η οποία με αγαπάει και θέλει να έρθει σε σχέση μαζί μου, τότε αλλάζουν τα πράγματα. Τότε η προτεραιότητά μου δεν είναι εγώ να τρώω καλά ή να ευφραίνομαι, αλλά να γνωρίσω αυτό που με καλεί στην ύπαρξη. Έτσι διαφοροποιούνται, γι' αυτό αυτή τη διάγνωση των κινήτρων, το νόημα της ύπαρξης, το συλλαμβάνουν οι φιλόσοφοι, το συλλαμβάνουν οι καλλιτέχνες και το εκφράζουν με τη γλώσσα της τέχνης, της φιλοσοφίας.

Γι' αυτό και έχει φτάσει να ταυτίζουμε τον πολιτισμό με τις τέχνες, με τη φιλοσοφία, αλλά ο πολιτισμός νομίζω ότι είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Όταν λοιπόν λειτουργεί η εκκλησία, τότε εκφράζεται το νόημα που δίνει στα πράγματα, εκφράζεται με τη γλώσσα της τέχνης, της φιλοσοφίας, των κοινωνικών θεσμών, γιατί και οι κοινωνικοί θεσμοί είναι μια γλώσσα. Ό,τι είναι συγκλονιστικό στην περίοδο που ψευδωνύμως την ονομάζουμε Βυζάντιο, είναι ακριβώς ότι η εμπειρία του εκκλησιαστικού σώματος μίλησε γλώσσες πραγματικά συγκλονιστικές.

Η ζωγραφική των εικόνων δεν είναι απλώς μια φανέρωση ενός ταλέντου, είναι μια άλλη θέα των πραγμάτων, μια άλλη θέα της πραγματικότητας. Η δραματουργία της Θείας Ευχαριστίας, η οποία πήρε στοιχεία από την αρχαία τραγωδία, με τους δύο χορούς, με τους κορυφαίους, τις εισόδους, εξόδους, την αντιφωνία, όλα αυτά είναι μια γλώσσα. Η αρχιτεκτονική, εκεί πια πραγματικά πελαγώνεις, το αρχιτεκτόνημα του εκκλησιαστικού ναού είναι ένα κατόρθωμα να πει το σώμα της Εκκλησίας, να πει με την ύλη, με τις πέτρες, με το χώμα, με τα ξύλα, την κίνηση των κεκλιμένων ουρανών.

Έκλεινε ουρανούς και κατέβη και έγινε σάρκα, σταυροειδής. Όταν άλλαξε το περιεχόμενο αυτό που συμβαίνει μέσα στο ναό, άλλαξε η αρχιτεκτονική. Ο γοτθικός ναός θαυμάσει η αρχιτεκτονική ως τεχνική και ως τέχνη σύλληψη, αλλά εκφράζει άλλο νόημα.

Εκεί πια είναι μια θρησκευτική αλήθεια η οποία έχει αυθεντία και επιβάλλεται πάνω στον άνθρωπο. Όταν μπαίνεις μέσα σε ένα καθεδρικό ναό στη Δύση, αισθάνεσαι να συντρίβεσαι αυτό το μέγεθος της αυθεντίας από μια δομή, μια στρουκτούρα η οποία είναι έτσι συγκροτημένη, ώστε πράγματι να συνιστά μια εμπειρία κυριαρχίας. Θέλω να καταλήξω με όλα αυτά για να πω πως σήμερα οι Ορθόδοξοι ζούμε μια πολύ μεγάλη δοκιμασία.

Θέλουμε να είμαστε Ορθόδοξοι χριστιανοί, δηλαδή να επιμένουμε στην αλήθεια της Εκκλησίας, στην γνήσια πραγματικότητα της Εκκλησίας. Όμως ο προσωπικός μας βίος και ο συλλογικός μας βίος είναι υποταγμένος σε ένα πολιτισμό που δεν έχει καμία σχέση με την Εκκλησία. Είναι ένας πολιτισμός ατομοκεντρικός, ένας πολιτισμός που θέλει να θωρακίζει το άτομο.

Αυτή είναι μια σχιζοείδια. Κατά κάποιο τρόπο είμαστε σπασμένοι στα δυο. Από τη μια μεριά ζούμε με τον πολιτισμό του ατομοκεντρισμού και από την άλλη θέλουμε να είμαστε εκκλησιαστικοί άνθρωποι.

Δεν έχω απάντηση γι' αυτό. Νομίζω ότι μόνο η σοφία του Θεού και η αγάπη του Θεού μπορεί να μας βοηθήσει να βγούμε από αυτό.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΝΑ ΑΣΚΗΣΕΙ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΤΟΥ ΤΑΛΕΝΤΟ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. ΘΑ ΤΑ ΞΑΝΑΠΟΥΜΕ.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΕΝ ΣΩΖΕΙ. ΕΙΝΑΙ ΑΝΥΠΟΦΟΡΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: