Συνέχεια από:Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019
HEIDEGGER
Toυ Enrico Berti.
6. Η ενότης τού Είναι σάν «δύναμις» και «ενέργεια».
Ακόμη και στα γραπτά πού ακολούθησαν τα μαθήματα στην Φυσική, όπου η κριτική στην μεταφυσική σαν όντο-θεολογία, και επομένως στον Αριστοτέλη, ο οποίος θεωρείται ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπός της, γίνεται πιο ριζική, ο Χάιντεγκερ δεν παύει να εκφράζει την αποδοχή του για την αριστοτελική έννοια τής ενέργειας. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, στα μαθήματα περί τού Ευρωπαϊκού Μηδενισμού τού 1940, τα οποία περιλαμβάνονται στο βιβλίο για τον Νίτσε, όπου γράφει:
"Αυτή εδώ είναι μία καλή ευκαιρία για νά προσδιορίσουμε την θεμελιώδη θέση τού Αριστοτέλη στην μεταφυσική, όπου όμως γι’αυτόν τον σκοπό δεν αρκεί η συνηθισμένη αντιπαράθεσή του με τον Πλάτωνα, καθότι ο Αριστοτέλης προσπαθεί γι’άλλη μια φορά, έστω και αν διασχίζει τήν πλατωνική μεταφυσική, να σκεφτεί το Είναι με τον πρωτογενή ελληνικό τρόπο και να επιστρέψει, ας πούμε, πίσω, μετά το βήμα που επιτέλεσε ο Πλάτων με την ιδέα τού αγαθού, εκ της οποίας η οντότης (ουσία) προσλαμβάνει τον καθορισμό αυτού που επηρεάζει και καθιστά ικανό, τής δύναμης. Αντιθέτως ο Αριστοτέλης-εάν θα μπορούσαμε να πούμε-σκέπτεται το Είναι μ’έναν πιο ελληνικό τρόπο από τον Πλάτωνα δηλαδή σαν εντελέχεια. Τί πράγμα αυτό σημαίνει δεν λέγεται με λίγες λέξεις. Σημειώνουμε μόνο ότι ο Αριστοτέλης δεν είναι ούτε ένας αποτυχημένος πλατωνιστής, ούτε ένας πρόδρομος τού Ακινάτη. Το φιλοσοφικό του έργο δεν εξαντλείται ούτε στην έλλειψη νοήματος που του αποδίδεται συχνά, δηλαδή ότι τράβηξε προς τα κάτω τις ιδέες τού Πλάτωνος από την καθαυτή κατάστασή τους και τις τοποθέτησε μέσα στα ίδια τα πράγματα. Η μεταφυσική τού Αριστοτέλη, παρά την απόσταση από την αρχή τής Ελληνικής φιλοσοφίας είναι κάτω από ουσιώδεις απόψεις εκ νέου, ένα είδος άλματος προς τα πίσω προς το ξεκίνημα της Ελληνικής σκέψης!"
Γράφει ακόμη, πάντοτε στο βιβλίο για τον Νίτσε: "Το ξεδίπλωμα τής ουσίας τού Είναι, τό Είναι παρόν, τό οποίο ο Πλάτων σκέπτεται σαν τό Κοινόν στην ιδέα, ο Αριστοτέλης το συλλαμβάνει σαν τό τόδε τι, σαν ενέργεια. Καθόσον ο Πλάτων δεν μπορεί ποτέ του να δεχθεί ότι το όν τό ατομικό, είναι όν με την αληθινή σημασία, ο Αριστοτέλης περιλαμβάνει το άτομο στην ανάδυση στην παρουσία, και έτσι ο Αριστοτέλης σκέπτεται μ’έναν πιο Ελληνικό τρόπο από τον Πλάτωνα, δηλαδή μ’έναν τρόπο πιο σύμφωνο με την ουσία τού Είναι η οποία απεφασίσθη απ’αρχής!"
Τέλος στο δοκίμιο που φέρει τον τίτλο Uberwindung del Metaphysik, δημοσιευμένο το 1954, γράφει: "Χαρακτηριστικό τής μεταφυσικής είναι το γεγονός ότι σ’αυτή γενικώς, δεν γίνεται ποτέ λόγος για την ύπαρξη ή εάν γίνεται, η διαπραγμάτευσή της είναι σύντομη, σαν κάτι αυτόνομο. Η μοναδική εξαίρεση, βρίσκεται στον Αριστοτέλη, ο οποίος σκέπτεται βαθιά τήν ενέργεια, χωρίς να κατορθώσει όμως ποτέ αυτή η σκέψη να αποκτήσει ένα ουσιαστικό βάρος στήν πρωτοτυπία του. Η μεταμόρφωση τής Ενέργειας σε πράξη και πραγματικότητα συνετέλεσε ώστε να χαθεί όλο αυτό που είχε έλθει στο φως στην Ενέργεια!"
Μπορούμε να πούμε λοιπόν, μέ τον Volpi, ότι ο Χάιντεγκερ συνεχίζει να βλέπει στήν αριστοτελική σκέψη, ακόμη και μετά την κατάταξή της μέσα στην ιστορία τής μεταφυσικής, τήν παρουσία εμπνεύσεων και φιλοσοφικών προσδιορισμών απολύτως θεμελιωδών, με πρώτη ανάμεσά τους εκείνη τής ενέργειας, οι οποίες από την εσωτερική τους ένταξη στην μεταφυσική, παραπέμπουν σε μία προηγούμενη στιγμή τής μεταφυσικής σκέψης! Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επίκληση από το εσωτερικό τής μεταφυσικής, κάποιου πράγματος που προηγήθηκε, και επομένως εν δυνάμει εναλλακτικού στην μεταφυσική, προσλαμβάνει καθαρά στην σκέψη τού τελευταίου Χάιντεγκερ την αξία μιας trans- μεταφυσικής παραπομπής.
Μία ανάλογη κρίση είχε εκφράσει εξ’άλλου ο Γκάνταμερ στην διάλεξη ο Χάιντεγκερ και οι Έλληνες, παρατηρώντας ότι η επανάληψη στα μαθήματα τού 1939-40 τών νεανικών σπουδών στον Αριστοτέλη και η έκδοσή τους το 1958 όχι μόνον μαρτυρεί την συνέχεια τής Χάιντεγκεριανής σκέψης πέραν τής λεγόμενης «στροφής», αλλά φανερώνουν επίσης πώς το ίδιο το θέμα «τής υπερβάσεως τής μεταφυσικής» τών τελευταίων χρόνων, πρέπει να θεωρηθεί σαν μία συνέπεια τής κατεύθυνσης τού Χάιντεγκερ προς τις ελληνικές απαρχές. Αυτές οι απαρχές, συνεχίζει ο Γκάνταμερ, αποκαλύφθηκαν στον Χάιντεγκερ μόνον μέσω των αναλύσεων τού Αριστοτέλη, που πραγματοποίησε με συνέπεια ο Χάιντεγκερ, οι οποίες υπήρξαν γι’αυτόν όπως αγαπούσε να λέει, σαν ένα «ζεστό μπάνιο σε Ιαματικά νερά».
Αλλά ο Γκάνταμερ ακριβώς ακούμπησε το νευραλγικό σημείο αυτής τής επαναπρόσληψης από μέρους τού Χάιντεγκερ τής ενέργειας, όταν μιλώντας πάντοτε για τον Χάιντεγκερ, έγραψε: Αυτός δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με την παραδοσιακή κατανόηση τής μεταφυσικής. Η επιστροφή στον πρωτογενή Αριστοτέλη τού χάρισε μία αληθινή διαλογική βοήθεια. Το γεγονός ότι η «φύσις» συνιστά τον χαρακτήρα τού Είναι τού όντος, τής οποίας η οντολογική αξία δεν μπορεί να αγνοηθεί σε καμία περίπτωση, δεν σημαίνει καθόλου ότι μόνον τό όν τής φύσης κατέχει μία τέτοια οντολογική αξία, αλλά ότι τό Είναι πρέπει να γίνει αντικείμενο σκέψης μ’έναν τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη και αυτό που βρίσκεται σε κίνηση πρέπει να αναγνωρισθεί σαν ουσιώδες. Η φυσική δεν είναι μεταφυσική. Αλλά το υπέρτατο όν, τό Θείο, πρέπει να το σκεφθούμε σαν την υπέρτατη κινητικότητα! Μάς το διδάσκει ο εννοιολογικός δεσμός που ενυπάρχει ανάμεσα στην «κίνηση» και στις έννοιες οδηγούς «ενέργεια» και «εντελέχεια».
Αυτό σημαίνει να θυμηθούμε ότι, εάν είναι αλήθεια ότι και για τον Αριστοτέλη η εντελέχεια είναι πράγματι η πιο θεμελιώδης και η πρώτη σημασία τού Είναι (Περί ψυχής ΙΙ 1, 412 b 8-9), «καθότι το είναι λέγεται με περισσότερες σημασίες», η εντελέχεια δεν είναι η πρώτη και θεμελιώδης σημασία τού Είναι «σύμφωνα με την κίνηση», δηλαδή η «κινητικότης», αλλά εκείνη τής «πράξεως» και ιδιαιτέρως εκείνη η «δραστηριότης τής ακινησίας» (ενέργεια ακινησίας) που είναι η σκέψη, η σκέψη τής καθαρής ενέργειας, δηλαδή η σκέψη τής σκέψης! (Ηθ. Νικ. VII, 14, 1154 b 26-27).
Κάθε επαναπρόσληψη τού Αριστοτέλη η οποία δεν λαμβάνει υπ’όψιν της αυτό το τέλος τής σκέψης του, το αποτέλεσμα τής σκέψης του, δεν λογαριάζεται κατάλληλα με την εσωτερική λογική τού τελευταίου, η οποία δεν αποκορυφώνεται στην Θεολογική στιγμή απλώς λόγω απαιτήσεων θρησκευτικού χαρακτήρος, ή λόγω ενός κατάλοιπου Πλατωνισμού, αλλά διότι η ίδια η ριζική πολυσημαντότης τού Είναι, η οποία μαρτυρείται αναντίρρητα από την εμπειρία, τό απαιτεί για να μην καταλήξει σε πλήρη ασυνεννοησία, η οποία αποκλείεται από την αρχή τής μη-αντιφάσεως, μόνον από την ενέργεια, την πράξη, μάλιστα δε από μία πράξη η οποία πρέπει να είναι ολοκληρωτικώς και πλήρως, όπως είναι ακριβώς η ενέργεια τής καθαρής σκέψης. Το Είναι δηλαδή για τον Αριστοτέλη, είναι το σημείο εκκίνησης, όχι το σημείο κατάληξης τής φιλοσοφικής αναζήτησης, τού φιλοσοφικού λόγου, ο οποίος έχει το τέρμα του στήν δραστηριότητα, στην ενέργεια, αλλά όχι με τον τρόπο που την κατανοεί ο Χάιντεγκερ, δηλαδή σαν κίνηση, αλλά σαν ενέργεια και πράξη με τον τρόπο τού Αριστοτέλη, δηλαδή σαν δραστηριότητα!
HEIDEGGER
Toυ Enrico Berti.
6. Η ενότης τού Είναι σάν «δύναμις» και «ενέργεια».
Ακόμη και στα γραπτά πού ακολούθησαν τα μαθήματα στην Φυσική, όπου η κριτική στην μεταφυσική σαν όντο-θεολογία, και επομένως στον Αριστοτέλη, ο οποίος θεωρείται ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπός της, γίνεται πιο ριζική, ο Χάιντεγκερ δεν παύει να εκφράζει την αποδοχή του για την αριστοτελική έννοια τής ενέργειας. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, στα μαθήματα περί τού Ευρωπαϊκού Μηδενισμού τού 1940, τα οποία περιλαμβάνονται στο βιβλίο για τον Νίτσε, όπου γράφει:
"Αυτή εδώ είναι μία καλή ευκαιρία για νά προσδιορίσουμε την θεμελιώδη θέση τού Αριστοτέλη στην μεταφυσική, όπου όμως γι’αυτόν τον σκοπό δεν αρκεί η συνηθισμένη αντιπαράθεσή του με τον Πλάτωνα, καθότι ο Αριστοτέλης προσπαθεί γι’άλλη μια φορά, έστω και αν διασχίζει τήν πλατωνική μεταφυσική, να σκεφτεί το Είναι με τον πρωτογενή ελληνικό τρόπο και να επιστρέψει, ας πούμε, πίσω, μετά το βήμα που επιτέλεσε ο Πλάτων με την ιδέα τού αγαθού, εκ της οποίας η οντότης (ουσία) προσλαμβάνει τον καθορισμό αυτού που επηρεάζει και καθιστά ικανό, τής δύναμης. Αντιθέτως ο Αριστοτέλης-εάν θα μπορούσαμε να πούμε-σκέπτεται το Είναι μ’έναν πιο ελληνικό τρόπο από τον Πλάτωνα δηλαδή σαν εντελέχεια. Τί πράγμα αυτό σημαίνει δεν λέγεται με λίγες λέξεις. Σημειώνουμε μόνο ότι ο Αριστοτέλης δεν είναι ούτε ένας αποτυχημένος πλατωνιστής, ούτε ένας πρόδρομος τού Ακινάτη. Το φιλοσοφικό του έργο δεν εξαντλείται ούτε στην έλλειψη νοήματος που του αποδίδεται συχνά, δηλαδή ότι τράβηξε προς τα κάτω τις ιδέες τού Πλάτωνος από την καθαυτή κατάστασή τους και τις τοποθέτησε μέσα στα ίδια τα πράγματα. Η μεταφυσική τού Αριστοτέλη, παρά την απόσταση από την αρχή τής Ελληνικής φιλοσοφίας είναι κάτω από ουσιώδεις απόψεις εκ νέου, ένα είδος άλματος προς τα πίσω προς το ξεκίνημα της Ελληνικής σκέψης!"
Γράφει ακόμη, πάντοτε στο βιβλίο για τον Νίτσε: "Το ξεδίπλωμα τής ουσίας τού Είναι, τό Είναι παρόν, τό οποίο ο Πλάτων σκέπτεται σαν τό Κοινόν στην ιδέα, ο Αριστοτέλης το συλλαμβάνει σαν τό τόδε τι, σαν ενέργεια. Καθόσον ο Πλάτων δεν μπορεί ποτέ του να δεχθεί ότι το όν τό ατομικό, είναι όν με την αληθινή σημασία, ο Αριστοτέλης περιλαμβάνει το άτομο στην ανάδυση στην παρουσία, και έτσι ο Αριστοτέλης σκέπτεται μ’έναν πιο Ελληνικό τρόπο από τον Πλάτωνα, δηλαδή μ’έναν τρόπο πιο σύμφωνο με την ουσία τού Είναι η οποία απεφασίσθη απ’αρχής!"
Τέλος στο δοκίμιο που φέρει τον τίτλο Uberwindung del Metaphysik, δημοσιευμένο το 1954, γράφει: "Χαρακτηριστικό τής μεταφυσικής είναι το γεγονός ότι σ’αυτή γενικώς, δεν γίνεται ποτέ λόγος για την ύπαρξη ή εάν γίνεται, η διαπραγμάτευσή της είναι σύντομη, σαν κάτι αυτόνομο. Η μοναδική εξαίρεση, βρίσκεται στον Αριστοτέλη, ο οποίος σκέπτεται βαθιά τήν ενέργεια, χωρίς να κατορθώσει όμως ποτέ αυτή η σκέψη να αποκτήσει ένα ουσιαστικό βάρος στήν πρωτοτυπία του. Η μεταμόρφωση τής Ενέργειας σε πράξη και πραγματικότητα συνετέλεσε ώστε να χαθεί όλο αυτό που είχε έλθει στο φως στην Ενέργεια!"
Μπορούμε να πούμε λοιπόν, μέ τον Volpi, ότι ο Χάιντεγκερ συνεχίζει να βλέπει στήν αριστοτελική σκέψη, ακόμη και μετά την κατάταξή της μέσα στην ιστορία τής μεταφυσικής, τήν παρουσία εμπνεύσεων και φιλοσοφικών προσδιορισμών απολύτως θεμελιωδών, με πρώτη ανάμεσά τους εκείνη τής ενέργειας, οι οποίες από την εσωτερική τους ένταξη στην μεταφυσική, παραπέμπουν σε μία προηγούμενη στιγμή τής μεταφυσικής σκέψης! Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επίκληση από το εσωτερικό τής μεταφυσικής, κάποιου πράγματος που προηγήθηκε, και επομένως εν δυνάμει εναλλακτικού στην μεταφυσική, προσλαμβάνει καθαρά στην σκέψη τού τελευταίου Χάιντεγκερ την αξία μιας trans- μεταφυσικής παραπομπής.
Μία ανάλογη κρίση είχε εκφράσει εξ’άλλου ο Γκάνταμερ στην διάλεξη ο Χάιντεγκερ και οι Έλληνες, παρατηρώντας ότι η επανάληψη στα μαθήματα τού 1939-40 τών νεανικών σπουδών στον Αριστοτέλη και η έκδοσή τους το 1958 όχι μόνον μαρτυρεί την συνέχεια τής Χάιντεγκεριανής σκέψης πέραν τής λεγόμενης «στροφής», αλλά φανερώνουν επίσης πώς το ίδιο το θέμα «τής υπερβάσεως τής μεταφυσικής» τών τελευταίων χρόνων, πρέπει να θεωρηθεί σαν μία συνέπεια τής κατεύθυνσης τού Χάιντεγκερ προς τις ελληνικές απαρχές. Αυτές οι απαρχές, συνεχίζει ο Γκάνταμερ, αποκαλύφθηκαν στον Χάιντεγκερ μόνον μέσω των αναλύσεων τού Αριστοτέλη, που πραγματοποίησε με συνέπεια ο Χάιντεγκερ, οι οποίες υπήρξαν γι’αυτόν όπως αγαπούσε να λέει, σαν ένα «ζεστό μπάνιο σε Ιαματικά νερά».
Αλλά ο Γκάνταμερ ακριβώς ακούμπησε το νευραλγικό σημείο αυτής τής επαναπρόσληψης από μέρους τού Χάιντεγκερ τής ενέργειας, όταν μιλώντας πάντοτε για τον Χάιντεγκερ, έγραψε: Αυτός δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με την παραδοσιακή κατανόηση τής μεταφυσικής. Η επιστροφή στον πρωτογενή Αριστοτέλη τού χάρισε μία αληθινή διαλογική βοήθεια. Το γεγονός ότι η «φύσις» συνιστά τον χαρακτήρα τού Είναι τού όντος, τής οποίας η οντολογική αξία δεν μπορεί να αγνοηθεί σε καμία περίπτωση, δεν σημαίνει καθόλου ότι μόνον τό όν τής φύσης κατέχει μία τέτοια οντολογική αξία, αλλά ότι τό Είναι πρέπει να γίνει αντικείμενο σκέψης μ’έναν τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη και αυτό που βρίσκεται σε κίνηση πρέπει να αναγνωρισθεί σαν ουσιώδες. Η φυσική δεν είναι μεταφυσική. Αλλά το υπέρτατο όν, τό Θείο, πρέπει να το σκεφθούμε σαν την υπέρτατη κινητικότητα! Μάς το διδάσκει ο εννοιολογικός δεσμός που ενυπάρχει ανάμεσα στην «κίνηση» και στις έννοιες οδηγούς «ενέργεια» και «εντελέχεια».
Αυτό σημαίνει να θυμηθούμε ότι, εάν είναι αλήθεια ότι και για τον Αριστοτέλη η εντελέχεια είναι πράγματι η πιο θεμελιώδης και η πρώτη σημασία τού Είναι (Περί ψυχής ΙΙ 1, 412 b 8-9), «καθότι το είναι λέγεται με περισσότερες σημασίες», η εντελέχεια δεν είναι η πρώτη και θεμελιώδης σημασία τού Είναι «σύμφωνα με την κίνηση», δηλαδή η «κινητικότης», αλλά εκείνη τής «πράξεως» και ιδιαιτέρως εκείνη η «δραστηριότης τής ακινησίας» (ενέργεια ακινησίας) που είναι η σκέψη, η σκέψη τής καθαρής ενέργειας, δηλαδή η σκέψη τής σκέψης! (Ηθ. Νικ. VII, 14, 1154 b 26-27).
Κάθε επαναπρόσληψη τού Αριστοτέλη η οποία δεν λαμβάνει υπ’όψιν της αυτό το τέλος τής σκέψης του, το αποτέλεσμα τής σκέψης του, δεν λογαριάζεται κατάλληλα με την εσωτερική λογική τού τελευταίου, η οποία δεν αποκορυφώνεται στην Θεολογική στιγμή απλώς λόγω απαιτήσεων θρησκευτικού χαρακτήρος, ή λόγω ενός κατάλοιπου Πλατωνισμού, αλλά διότι η ίδια η ριζική πολυσημαντότης τού Είναι, η οποία μαρτυρείται αναντίρρητα από την εμπειρία, τό απαιτεί για να μην καταλήξει σε πλήρη ασυνεννοησία, η οποία αποκλείεται από την αρχή τής μη-αντιφάσεως, μόνον από την ενέργεια, την πράξη, μάλιστα δε από μία πράξη η οποία πρέπει να είναι ολοκληρωτικώς και πλήρως, όπως είναι ακριβώς η ενέργεια τής καθαρής σκέψης. Το Είναι δηλαδή για τον Αριστοτέλη, είναι το σημείο εκκίνησης, όχι το σημείο κατάληξης τής φιλοσοφικής αναζήτησης, τού φιλοσοφικού λόγου, ο οποίος έχει το τέρμα του στήν δραστηριότητα, στην ενέργεια, αλλά όχι με τον τρόπο που την κατανοεί ο Χάιντεγκερ, δηλαδή σαν κίνηση, αλλά σαν ενέργεια και πράξη με τον τρόπο τού Αριστοτέλη, δηλαδή σαν δραστηριότητα!
ΤΕΛΟΣ.
Αμέθυστος.
3 σχόλια:
Πως μπορούμε να καταλάβουμε την σκέψη της σκέψεως του Αριστοτέλη; Υπάρχει κάποιο παράδειγμα για να γίνει κατανοητή;
Μέ τήν έννοια τής συμπεριφοράς ίσως.Τής σχέσεως. Μιά κατάσταση ή κάποιος άνθρωπος μάς δημιουργεί θυμό, γιά κάποιο λόγο. Εχουμε ένα πάθος τό οποίο όμως είναι λογικό, εχει τόν λόγο του καί γίνεται κατανοητό τό νόημά του από τόν άλλον ή τούς άλλους. Η δράση όμως τού θυμού διακρίνει τό αγαθό. Μπορεί νά είναι αυθόρμητη , άλογη δηλ. ή νά κατευθύνεται από τό αγαθό. Νά υπερβεί δηλ. τήν λογική τής στιγμής καί νά δώσει ένα νόημα πού θά ωφελήσει καί τόν άνθρωπο πού αντέδρασε νοητικά καί αυτόν πού τήν προκάλεσε σκεπάζοντας τήν κατάσταση μέ μιά λογική πού δέν είναι ούτε τού ενός ούτε τού άλλου. Μιά μεσότης πού αποφεύγει μέ τήν φρόνηση τά άκρα. Τό αγαθό δέν είναι παθητικότης, δίνω τόπο στήν οργή, αλλά ενέργεια, μέτρο. Ορθή κρίση η οποία μπορεί νά μοιραστεί. Παίρνει χρόνο πού λέμε.Καί δίνει μιά σκέψη τής σκέψης πού προκάλεσε αντίθεση.Μιά ενότητα καί τών δύο λογικών κινήσεων. Προσπάθησα.
Σ΄ ευχαριστώ!
Δημοσίευση σχολίου