Συνεχίζεται απο : Τρίτη 1 Ιουνίου 2021
Η ΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ.
Η δεύτερη μετα-πατερική σύνθεση, μετά τού Φλωρόφσκυ.
Θεός-κόσμος: τα μονοπάτια του σοφιολογικού προβλήματος.
Η ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΟΦ
ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΤΡΙΑΔΑ.
Η Φύση και η διαφάνειά της στο θείο υποκείμενο
Η ΤΑΥΤΙΣΗ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΟΦΙΑ.
Η αν-υποστατική αγάπη σαν ουσία του κόσμου.
Ο Μπουλγκάκοφ επιμένει ιδιαιτέρως σ' αυτή την αμοιβαία διαφάνεια ανάμεσα στα πρόσωπα και στην Σοφία/Φύση. Σ' αυτή την κατεύθυνση βαδίζει μια επιπλέον στοχαστική γραμμή, όπου αναλύεται ο τύπος της αγάπης που δένει την Σοφία με την Τριάδα. Εάν ο Θεός είναι αγάπη, δεν υπάρχει τίποτε σ' Αυτόν που να μην μετέχει της αγάπης, γι' αυτό όχι μόνο οι τρεις Υποστάσεις στην αμοιβαιότητά τους, αλλά και η φύση του θεού είναι αγάπη, και καθορίζεται από την αγάπη. Στην συνέχεια λοιπόν θα ερευνηθεί αυτή η διπλή κατεύθυνση της αγάπης, του Θεού για την Σοφία και της αγάπης της Σοφίας για τον Θεό.
Σε όλη την σοφιολογία η έννοια της αγάπης λειτουργεί σαν οδηγός. Δεν είναι μόνον η προσωπική αγάπη που κάνει την Τριάδα μια Μονάδα εν Τριάδι, μονοτριαδική, ούτε είναι μόνο η δύναμη συνδέσεως της πανπεριέχουσας ενότητος του θείου κόσμου καθαυτή αλλά και ο δεσμός που συνδέει τον θείο κόσμο με τον υποστατικό θεό. [Ιδού χωρίζω τα πάντα και τα ξαναενώνω, αλλά με τον δικό μου τρόπο, ως νέος παντουργός. Η σοφία χωρίζει τον αχώριστο, για να χωρέσει και εμένα, τον ψευτόθεο. Η απόλυτη αντίθεση στην Θεοτόκο που χώρεσε τον αχώρητο και τον κάθε μας Άγιο].
Στην έννοια της αγάπης λοιπόν ο Μπουλγκάκοφ περικλείει κάτι περισσότερο από ένα περσοναλιστικό λόγο σχέσεως, αλλά έναν λόγο μεταφυσικό όπου η αγάπη είναι μια πραγματική και αληθινή δύναμη δεσμού που κρατά ενωμένο, μαζί, το όλον του θεού και το όλον του κόσμου. Και μ' αυτόν τον τρόπο η θεολογία γλιστρά σιγά-σιγά προς μια μεταφυσική φιλοσοφία, λόγω του ότι ο Μπουλγκάκοφ χάνει τελικώς την επαφή του με τα δεδομένα των Γραφών, όπως και με τα δεδομένα του δόγματος.
«Στην πρόταση "ο θεός είναι σοφία" ο σύνδεσμός είναι δεν δείχνει μια αφηρημένη τυπική-λογική σχέση, αλλά είναι ο οντολογικός δεσμός της αγάπης. Ο θεός είναι σοφία σημαίνει πως ο θεός, υποστατική αγάπη, αγαπά την Σοφία και αυτή αγαπά τον θεό με μια αγάπη ανταλλαγής, παρότι δεν είναι υποστατική». [Στη σχολαστική θεολογία του Ακινάτη, η οποία ισχυρίσθηκε πως ο θεός είναι το υπέρτατο Είναι (Summum bonum) οι Ρώσοι προσθέτουν πως ο θεός είναι η υπέρτατη αγάπη (Summum amorum). Μάλιστα δε το ανταλλάσσουν. Εάν μπορούσαν θα είχαν καταργήσει το είναι ακόμη και στην σύνταξη της προτάσεως].
[Ας δούμε τι λέει επ' αυτού ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στην Έκδοση της Ορθοδόξου πίστεως, κεφ. 9, Περί των επί Θεού λεγομένων: «Είναι λοιπόν ανάγκη να καταλάβουμε ότι καθετί από τα λεγόμενα για τον Θεό δεν σημαίνει τι είναι κατά την Ουσία (αυτό δείχνει το ρήμα Είναι), αλλά φανερώνει ή τι δεν είναι ή κάποια σχέση προς κάτι άλλο από τα αντιδιαστελλόμενα ή κάτι από αυτά που είναι ακολουθίες της φύσεως ή ενέργεια... Θεός λοιπόν σημαίνει ότι ἐθεάσατο γὰρ "τὰ πάντα πρὶν γενέσεως αὐτῶν" ἀχρόνως ἐννοήσας καὶ ἔκαστον κατά τὴν θελητικὴν αὐτοῦ ἄχρονον ἔννοιαν, ἤτις ἐστί προορισμός καὶ εἰκὼν καὶ παράδειγμα, ἐν τῷ προορισθέντι καιρῷ γίνεται».
ΑΥΤΟ ΛΟΙΠΟΝ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ, ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΟΥ ΤΙ ΕΙΝΑΙ, ΕΝΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ].
Μέχρι το "υπόσταση και υποστασιακότης" ήταν δυνατόν να εκφράσουμε, κατά τον Μπουλγκάκοφ, το γεγονός πως ο θεός αγαπά την Σοφία, καθώς αυτή η τελευταία είχε μια προσωπική διάσταση, όπως είναι η αγάπη για ένα προσωπικό ον άλλο από τον εαυτό μας, που τοποθετείται από τον θεό ad extra και στην συνέχεια συνδέεται ξανά μαζί του ακριβώς με την αγάπη. Με το νέο κείμενο όμως, καθώς καταργήθηκε η έννοια της τέταρτης υποστάσεως, η αγάπη που δένει την Σοφία στον Θεό δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν μια διαπροσωπική υποστατική αγάπη. Αυτό βεβαίως δεν εμποδίζει ξανά τον Μπουλγκάκοφ να δηλώσει πως «η Σοφία σαν αντικείμενο της αγάπης του θεού, είναι αναγκαίως μια ζωντανή και νοερή Ουσία, από την στιγμή που ο θεός δεν αγαπά μια νεφελώδη αφαίρεση ή ένα νεκρό πράγμα [εμάς τους ιδίους, δεν είμαστε νεκροί;], αλλά κάθε συγκεκριμένο ον, άξιο αγάπης, είναι ζωντανό και διαθέτει την δύναμη της ζωής». Ο στοχασμός του αυτός συγκεντρώνεται στο κείμενο Agnec Božij (1933) όπου στο κεφάλαιο με τον τίτλο "ο θείος κόσμος" βρίσκεται η πιο οργανική διαπραγμάτευση του προβλήματος της θεϊκής αγάπης. Εδώ ορίζεται η αγάπη που από τον θεό πάει στην Σοφία σαν υποστατική αγάπη προς μια πραγματικότητα που δεν είναι υποστατική (αν-υποστατική), αλλά υποστατικοποιημένη, της οποίας το νόημα βρίσκεται στο γεγονός πως η Σοφία είναι η ίδια η Ουσία του θεού-Αγάπη, επομένως αυτή είναι αυτή η Ίδια η αγάπη και ο θεός, αγαπώντας την Σοφία, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αγαπά τον εαυτό του. [Όπως ο Μπουλγκάκοφ, ο θεός του οποίου είναι κατ' εικόνα του].
Υπάρχουν λοιπόν τέσσερεις τύποι αγάπης: η διυποστατική αγάπη, η αγάπη ανάμεσα σε μια υπόσταση και μια υποστασιακότητα (η αγάπη της Σοφίας για τον θεό) και τέλος η ανυποστατική αγάπη που δένει σαν οργανικός δεσμός την Σοφία σαν υποστασιακότητα θεία (δύναμη δεσμού του πληρώματος του θεού) και σαν κοσμική υποστασιακότης (δύναμις δεσμού όλης της κτίσεως). [Τύφλα να 'χει ο Απ. Παύλος, ο Κύριος μας ελευθέρωσε από δεσμούς και νόμους, και εμείς τον φυλακίσαμε μέ τους ίδιους δεσμούς και νόμους που μας ελευθέρωσε, βαπτίζοντάς τους αγάπη. Τώρα πρέπει να τον ελευθερώσουμε με την σειρά μας, με μια μεγαλειώδη κενωτική αγάπη].
Η αγάπη του θεού προς την Σοφία είναι ο δεσμός που την καθιστά ολοκληρωτικά συσσωματωμένη στο εσωτερικό της διυποστατικής ζωής. Η ολοκληρωτική της διαφάνεια παράγεται αντιθέτως από το γεγονός πως η Σοφία και αυτή η ίδια, σαν επιστροφή, αγαπά τον θεό με μια αγάπη ανυποστατική. Είναι μια σκοτεινή έκφραση πολύ σημαντική, διότι σ' αυτή την έννοια στηρίζεται όλη του η στροφή! [Μάλλον για συστροφή στον ύπνο του πρόκειται].
Σύμφωνα με τον θεολόγο μας λοιπόν, δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε την ολοκληρωτική διαφάνεια των θείων υποστάσεων στην Φύση, σαν μια ιδιαίτερη ιδιότητα των υποστάσεων, ούτε αυτές σαν ιδιότητες της φύσεως, διότι στην φύση του πνεύματος δεν μπορεί να έχει θέση μια τέτοια αντικειμενοποίηση. Η αλληλοδιείσδυση ανάμεσα στην Φύση και στα πρόσωπα είναι ολοκληρωτική, όχι επειδή τα πρόσωπα δίνουν ποιότητα στην Φύση, αλλά διότι η Φύση αγαπά ανταποδοτικά τον Θεό, παρότι δεν είναι μία υπόσταση.
«Η αν-υποστατική αγάπη δεν μπορεί να γνωρίσει εκείνη την αυτοβεβαιωτική θυσιαστική προσφορά, που εκφράζει την θεία τρισυπόστατη αγάπη. Η πραγματικότητά της είναι διαφορετική. Αυτή η αγάπη μπορεί μόνον να γίνει κτήμα, να προσφερθεί αγαπώντας και σ' αυτό το δόσιμο θηλυκής αγάπης φέρνει το Είναι την ζωτική δύναμη, την αγαπητική ευτυχία [Βίος ανθόσπαρτος στους νεόνυμφους όπως λέμε]. Η ιδιαίτερη αγάπη της Σοφίας είναι μ' αυτή την έννοια θηλυκή και ακριβώς σ' αυτή αναφέρονται, στην πρωταρχική τους σημασία οι βιβλικές εικόνες του γάμου και του αρραβώνος, που συνδέονται με την Εκκλησία.
Διακρίνοντας λοιπόν αυτή την δύναμη δεσμού η θεία ζωή γίνεται ένας τέλειος δυναμισμός όπου το δόσιμο της Σοφίας δεν είναι τίποτε άλλο από την πρόοδο λόγω της οποίας η Φύση του θεού δωρίζεται στις υποστάσεις της στην διαρκή διαδικασία αυτοαποκαλύψεως του Απόλυτου Υποκειμένου»[του Σέλλινγκ. Προσωπικώς δεν μας πειράζει να παραμείνει και αυτοκρυπτόμενο].
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου