ΛΟΓΟΣ Η'
(Ασμα Ασμ. 4,8 - 15)
«Έλα από το Λίβανο, νύμφη μου, έλα από το Λίβανο.
Θα ρθείς και θα περάσεις από την αρχή της πίστης,
από την κεφαλή του Σανίρ και Ερμών,
από τα κρησφύγετα των λιονταριών, από τα όρη που φωλιάζουν οι παρδάλεις.
Μας έδωσες θάρρος, αδελφή μας, νύμφη μας,
μας έδωσες θάρρος μ' ένα από τα μάτια σου,
με μία, με το περιδέραιό σου.
Πόσο πιο ωραία έγιναν τα στήθη σου, αδελφή μου, νύμφη μου,
πόσο πιο ωραία από το κρασί έγιναν.
Η μυρωδιά απ' τα ρούχα σου πάνω από όλα τα αρώματα.
Κερήθρα είναι τα χείλη σου, νύμφη μου, και σταλάζουν,
μέλι και γάλα κάτω από τη γλώσσα σου·
και η μυρωδιά των ρούχων σου σα μυρωδιά λιβανιού.
Κήπος κλεισμένος είσαι, αδελφή μου, νύμφη μου,
κήπος κλεισμένος, πηγή σφραγισμένη.
Όσα μου στέλνεις παράδεισος ροδιών και καρποί μηλιάς,
κύπροι μαζί με νάρδους,
νάρδος και κρόκος, μοσχοκάλαμο και κανέλα,
με όλα τα ξύλα του Λιβάνου,
σμύρνα κι αλόη με όλα τα πρώτα αρώματα.
Πηγή του κήπου, πηγάδι του ζωντανού νερού,
που κατεβαίνει με θόρυβο από το Λίβανο».
Αυτός που διηγήθηκε τα μεγάλα οράματα προς τους Κορινθίους ο μεγάλος Απόστολος, αυτός που διατύπωσε αμφιβολία για τη φύση του εαυτού του αν ήταν τον καιρό της μυσταγωγίας του στον παράδεισο σώμα η πνεύμα, δίνοντας μαρτυρία γι' αυτό λέει, «δεν νομίζω ότι έχω καταλάβει τον εαυτό μου, αλλ' ακόμη προχωρώ προς τα εμπρός ξεχνώντας όσα έχω περάσει», δηλώνει μ' αυτά ότι ακόμα κι έπειτα από εκείνο τον τρίτο ουρανό, που αυτός μόνο γνώρισε (ο Μωυσής δεν είπε τίποτε γι' αυτόν στη δημιουργία του κόσμου) κι έπειτα από το ανείπωτο άκουσμα των μυστικών του παραδείσου προχωρεί ακόμη πιο ψηλά και ποτέ δε σταματά ν' ανεβαίνει κάνοντας τέρμα της επιθυμίας του το αγαθό που πραγματοποιεί.
Μας διδάσκει νομίζω μ' αυτά ότι από τη μακάρια εκείνη φύση των αγαθών βρίσκουμε μεγάλο μέρος πάντοτε, αλλ' ό,τι απομένει (το υπερκείμενο) είναι απειροπλάσιο από αυτό που κάθε φορά πετυχαίνουμε. Κι αυτό συμβαίνει αδιάκοπα σ' εκείνον που το μετέχει σε όλη τη διάρκεια των αιώνων στην πραγματοποίηση της επαύξησής τους με τα πάντοτε μεγαλύτερα. Ο καθαρός δηλαδή στην καρδιά, σύμφωνα με την αψευδή φωνή του Δεσπότου, βλέπει το Θεόν και πάντοτε κατανοεί τόσο όσο μπορεί να καταλάβει ανάλογα με τη δύναμη του. Η απεριόριστη όμως και απερίληπτη θεότητα παραμένει πέρα από κάθε κατανόηση. Γιατί αυτό που η μεγαλοπρέπεια της δόξης του δεν έχει πέρας, όπως βεβαιώνει ο προφήτης, αυτό είναι πάντοτε ίδιο και πάντοτε νοείται στο ίδιο ύψος έτσι ακριβώς και ο μεγάλος Δαβίδ που θέτει μέσα στην καρδιά της ωραίες ανυψώσεις και βαδίζει πάντοτε από δύναμη σε δύναμη φώναξε στο Θεό «εσύ είσαι, Κύριε, ο ύψιστος στον αιώνα». Νομίζω θέλει να πει με το λόγο αυτόν τούτο· ότι σε όλη την ατελεύτητη διάρκεια του αιώνα, όποιος έρχεται σ' εσένα γίνεται πάντοτε μεγαλύτερος κι ανώτερος από τον εαυτό του και η αύξησή του είναι πάντοτε ανάλογη με την προχώρησή του από αγαθό σε αγαθό, ενώ εσύ είσαι ο ίδιος, παραμένοντας ύψιστος στον αιώνα, και ποτέ δεν μπορείς να φανείς χαμηλότερος σε όσους ανεβαίνουν, επειδή είσαι πάντοτε εξίσου πιο πάνω και πιο ψηλά από τη δύναμη εκείνων που ψηλώνουν.
Αυτά λοιπόν νομίσαμε ότι διδάσκει ο Απόστολος για τη φύση των αφράστων αγαθών λέγοντας ότι το αγαθό εκείνο «δεν το είδε μάτι» ακόμα και αν το παρατηρεί συνεχώς (γιατί δε βλέπει πόσο είναι, αλλ' όσο μπορεί να δεχτεί το μάτι) «και αυτί δεν άκουσε» (πόσο είναι αυτό που δηλώνεται, ακόμα κι αν δέχεται πάντοτε το λόγο στ' αυτιά του) «και δεν το έβαλε ο νους του ανθρώπου» (ακόμα κι αν ο καθαρός στην καρδιά βλέπει με όλη του τη δύναμη).
Γιατί αυτό που κάθε φορά κατανοούμε είναι βέβαια οπωσδήποτε μεγαλύτερο από όσα έχουμε κατανοήσει, δεν περιορίζει όμως μέσα του αυτό που ζητούμε, αλλά γίνεται αρχή για την επιτυχία των πιο ψηλών για όσους ανεβαίνουν. Γιατί ποτέ δεν μένει η επιθυμία εκείνου που ανεβαίνει σε όσα έχει γνωρίσει, αλλά με μια άλλη μεγαλύτερη επιθυμία ανεβαίνοντας πάλι η ψυχή διαδοχικά σε μια άλλη ανώτερη, οδεύει πάντοτε με τα πιο επάνω προς το απεριόριστο.
Μετά τη διάκριση αυτή που κάναμε είναι καιρός να ερμηνεύσουμε πρώτα τα θεία λόγια «Ελα από το Λίβανο, νύμφη μου, έλα από το Λίβανον. Θα 'ρθείς και θα περάσεις από την αρχή της πίστης, από την κεφαλή του Σανίρ και του Ερμών, από από τα κρησφύγετα των λιονταριών, από τα όρη που φωλιάζουν οι παρδάλεις».
Τι καταλάβαμε με αυτά; Πάντοτε η πηγή των αγαθών προσελκύει κοντά της όσους διψούν, όπως λέει η Πηγή στο Ευαγγέλιο· «αν διψά κάποιος ας έρχεται σ' εμένα κι ας πίνει». Μ' αυτά ούτε για τη διψα ούτε για την ορμή προς αυτόν ούτε για την απόλαυση της πόσης έβαλε ένα όριο, αλλά με την παρατεταμένη διαταγή του κάνει την προτροπή του να ισχύει για πάντα να διψά και να πίνει και να έχει τη σφοδρή τάση προς αυτόν. Γι' αυτούς όμως που ήδη γεύτηκαν κι από πείρα έμαθαν ότι ο Κύριος είναι αγαθός, η γεύση γίνεται ένα είδος προτροπής για τη μετουσία των περισσοτέρων. Γι' αυτό ποτέ δεν απολείπει από εκείνον που ανεβαίνει η προτροπή που του γίνεται και που πάντοτε τον έλκει προς το υψηλότερο. Αν θυμηθούμε δηλαδή την παρόρμηση που έκανε ο Λόγος και που έγινε ως τώρα πολλές φορές στα προηγούμενα προς τη νύμφη, «Έλα εσύ που είσαι δίπλα μου, λέει, και πάλι «έλα, περιστέρα μου», «έλα από μόνη σου στη σκέπη της πέτρας». Κι άλλους τέτοιους λόγους αφού απηύθυνε ο Λόγος στην ψυχή που παρακινούν κι έλκουν προς την επιθυμία των ανώτερων κι αφού έδωσε πια τη μαρτυρία του γι' αυτήν που ανέβαινε προς αυτόν ότι ήταν ολότελα αψογη λέγοντας, «όλη είσαι καλή, αγαπημένη μου, και δεν έχεις κανένα ψεγάδι», για να μην πέσει σε χαύνωση με τη μαρτυρία αυτή κι εμποδιστεί στην άνοδο της προς τα μεγαλύτερα, παρακινεί πάλι μ' αυτή την προτρεπτική φωνή να υψωθεί στην επιθυμία των υψηλοτέρων λέγοντας «έλα από το Λίβανο, νύμφη μου». Αυτό που λέει σημαίνει το εξης· Καλώς, λέει, στα προηγουμενα ακολούθησες, ήρθες μαζί μου στο όρος της σμύρνας (πέθανες κι ενταφιάστηκες δηλαδή μαζί μ' εμένα δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον), ανέβηκες μαζί μου και στο βουνό του Λιβάνου (αναστήθηκες δηλαδή μαζί μου και υψώθηκες στην κοινωνία με τη θεότητα, που δηλώνει το όνομα του Λιβάνου), από αυτά ανέβα τώρα σε άλλα όρη με την προκοπή και την ύψωσή σου. μέσω της σαφούς γνώσης, έλα, λέει, από το Λίβανο όχι πιά μνηστή, αλλά νύμφη. Γιατί δεν είναι δυνατό να ζήσει μαζί μου κανένας, αν δεν μεταβληθεί μέσω του θανάτου της σμύρνας στη θεότητα του Λιβάνου. Αφού λοιπόν έφτασες πιά σ' αυτό το ύψος, μη σταματήσεις ν' ανεβαίνεις, επειδή πια με αυτά έχεις πατήσει την τελειότητα. Γιατί είναι για σένα η αρχή της πίστης σου αυτό το λιβάνι που το κοινώνησες με την ανάσταση και αρχή της πορείας σου για τα υψηλότερα αγαθά. Από αυτή λοιπόν την αρχή που είναι η πίστη θα 'ρθείς και θα περάσεις· δηλαδή και τώρα θα'ρθείς και δε θα παύσεις ποτέ να περνάς από αυτές της ανόδους.
Η διατύπωση είναι η εξής κατά λέξη· «θα 'ρθείς και θα περάσεις από την αρχή της πίστης, από την κεφαλή του Σανίρ και του Ερμών». Με αυτά υποδηλώνει το μυστήριο της άνωθεν (ουράνιας) γέννησης. Γιατί από εκεί λένε ότι χύνονται οι πηγές του Ιορδάνη, πάνω από τις οποίες υψώνεται τούτο το βουνό, που χωρίζεται σε δύο λόφους, στους οποίους δόθηκαν τα ονόματα Σανίρ και Ερμών. Επειδή λοιπον το ρεύμα από τις πηγές αυτός μας έγινε αρχή της μεταβολής μας προς το θεϊκό, γι' αυτό ακούει αυτόν που την καλεί προς τον εαυτό του και της λέει· «έλα από το Λίβανο και από την αρχή της πίστης και από την κεφαλή των βουνών αυτών, από όπου τρέχουν για χάρη σου οι πηγές του μυστηρίου». Ορθά κάνει την αναφορά των λεονταριών και των παρδάλεων, ώστε με την παράθεση των λυπηρών να κάνει γλυκύτερη την απόλαυση των πραγμάτων που ευφραίνουν. Απόθεσε δηλαδή ο άνθρωπος κάποτε τη θεία μορφή και εξομοιωθείς με την άλογη φύση αποθηριώθηκε κι έγινε πάρδαλη και λιοντάρι με τις πονηρές ενέργειές του (αυτός δηλαδή που ελκύστηκε από το λιοντάρι που ενέδρευε στη μάντρα, όπως λέει ο προφήτης, και ταπεινώθηκε πιασμένος στην παγίδα του, μεταμορφώνεται στη φύση εκείνου, με την υπερίσχυση του θηρίου πάνω στη φύση· γιατί λέει, «ας γίνουν όμοιοι μ' αυτοίς όσοι ενεργούν έτσι και πιστεύουν σ' αυτούς». Όμοια γίνεται παρδαλη και όποιος στιγμάτισε την ψυχή του με τις κηλίδες της ζωής). Επειδή λοιπόν ήταν ένα διάστημα που οι άνθρωποι πλανιόνταν σ' αυτά με την ειδωλολατρία και την ιουδαική απάτη και τη λογής κακία των αμαρτιών κι έπειτα υψώθηκαν τόσο πολύ εξαιτίας του Ιορδάνη και της σμύρνας και του λιβανιού, ώστε να μετεωροπορεί πιά μαζί με το Θεό, γι' αυτό το λόγο πληθαίνει η Γραφή την ευχαρίστηση των παρόντων αγαθών με την παράθεση των λυπηρών που έγιναν κάποτε, εκθέτοντας που βρισκόταν η ψυχή πριν από το λιβάνι και την αρχή της πίστης και πριν από τα μυστήρια που μας έγιναν γνωστά στον Ιορδάνη. Όπως δηλαδή η ειρηνική ζωή γίνεται πιο ευχάριστη μετά τον πόλεμο γλυκαινόμενη με τις θλιβερές διηγήσεις, και όπως το αγαθό της υγείας καταγλυκαίνει ακόμα περισσότερο τα αισθητήρια του σώματος μας, αν από κάποια θλιβερή αρρώστια επανέλθει και πάλι η φύση στον εαυτό της, με τον ίδιο τρόπο οικονομώντας ο καλός νυμφίος κάποια αύξηση κι έναν πλεονασμό της χαράς από τα αγαθά στην ψυχή που ανεβαίνει προς αυτόν, δείχνει στη νύμφη όχι μονάχα την ομορφιά του, αλλά της υπενθυμίζει με το λόγο του και το πιο φριχτό είδος των θηρίων, ώστε να χαίρεται περισσότερο με τα παρόντα αγαθά μαθαίνοντας με τη παραβολή ποια με ποια ανταλλάσσει.
Ίσως και κάποιο άλλο αγαθό ετοιμάζεται από την πρόνοια για τη νύμφη. Θέλει δηλαδή ο Λόγος εμείς, αν κι έχουμε τρεπτή φύση, να μην κατρακυλούμε προς το κακό με τη μεταβολή, αλλά να έχουμε σύμμαχο τη μεταβολή για το ανέβασμά μας στα ψηλότερα μέσω της αύξησης που γίνεται προς το καλύτερο, ώστε να κατορθωθεί μέσω της τρεπτής (μεταβλητής) φύσης μας το αμετάβλητό μας σχετικα με το κακό. Γι' αυτό προσκόμισε η Γραφή για αλλοτρίωση από τα κακά τη μνήμη των θηρίων που είχαν υπερισχύσει κάποτε, σα να ήταν κάποιος παιδαγωγός και φύλακας, ώστε με την αποστροφή των χειρότερων να κατορθώσουμε να μείναμε ανυποχώρητοι και αμετάβλητοι στα αγαθά χωρίς ούτε να σταματούμε στη μεταβολή προς το καλύτερο ούτε ν' αλλοιωθούμε προς το κακό. Γι' αυτό και τη διατάζει να 'ρθεί από το Λίβανο η νύμφη και υπενθυμίζει τη φωλιά των λιονταριών, όπου αγρυπνούσε, και φέρνει στο λόγο του και τα όρη με τις παρδάλεις, όπου ζούσε, όταν ήταν ομοδίαιτη με τα θηρία.
Επειδή όμως η φωνή του Λόγου είναι πάντοτε φωνή δύναμης, όπως στην πρώτη δημιουργία μαζί με την προσταγή ελαμψε και το φως κι έλαβε ύπαρξη μαζί και το στερέωμα με το λόγο πάλι της προσταγής του κι εμφανίστηκε επίσης όλη η υπόλοιπη κτίση με το ποιητικό (δημιουργικό) λόγο, με τον ίδιο τρόπο και τώρα στη διαταγή του Λόγου να πάει ολότελα κοντά του η ψυχή αφού γίνει καλύτερη, δυναμωμένη από την προσταγή γίνεται τέτοια, που την ήθελε ο νυμφίος, αφού μεταβλήθηκε προς το θειότερο και μεταμορφώθηκε με την αγαθή αλλοίωση από τη δόξα που απολάμβανε στην ανώτερη δόξα, ώστε να θαυμάσει ο αγγελικός χορός γύρω από το νυμφίο κι όλοι ανευφημώντας να της απευθύνουν αυτή τη θαυμαστική φωνή «μας έδωσες θάρρος (εκαρδίωσες), αδελφή μας, νύμφη μας». Γιατί η σφραγίδα της απάθειας λάμποντας όμοια σ' αυτή και στους αγγέλους την υψώνει στη συγγένεια με τις ασώματες δυνάμεις και στην αδελφικότητα, επειδή πραγματοποίησε την απάθεια μέσα στη σάρκα. Γι' αυτό της λένε «μας έδωσες θάρρος, αδελφή μας, νύμφη μας». Και το σημαινόμενο του «μας έδωσες θάρρος (εκαρδίωσες)» είναι ότι και το «μας έδωσες ψυχή (εψύχωσες)», σα να της έλεγαν ότι έβαλες μέσα μας καρδιά.
Για χάρη της σαφήνειας όμως, για να γίνει φανερότερο ό,τι λέμε, θα καλέσουμε το θείο Απόστολο για να μας ερμηνεύσει αυτά τα μυστήρια. Γράφοντας προς τους Εφεσίους λέει σ’ ένα σημείο της επιστολής του, όταν μας διηγήθηκε τη μεγάλη οικονομία της θεοφάνειας του έγινε μέσω της σάρκας, ότι δεν διδάχτηκε με τη χάρη αυτή μόνο η ανθρώπινη φύση τα θεία μυστήρια, αλλ᾽ έγινε γνωστή και στις αρχές και στις εξουσίες του ουρανού η πολυποίκιλη σοφία του Θεού, όταν φανερώθηκε στους ανθρώπους με την κατά Χριστόν οικονομία. Κατά λέξη λέει τα εξής· «για να γίνει γνωστή στις αρχές και στις εξουσίες στον ουρανό μέσω της Εκκλησίας η πολυποίκιλη σοφία του Θεού σύμφωνα με το σχέδιο των αιώνων που πραγματοποίησε στον Κύριο μας Ιησού Χριστό· από αυτόν αντλούμε το θάρρος μας και σ' αυτόν στηρίζουμε τη βεβαιότητά μας ότι με την πίστη σ' αυτόν θα μας φέρει στο Θεό». Και πραγματικά μέσω της Εκκλησίας γίνεται γνωστή στις υπερκόσμιες δυνάμεις η ποικίλη σοφία του Θεού του δημιούργησε τα μεγάλα θαύματα με τα αντίθετα τους, πως δηλαδή από το θάνατο πήγασε η ζωή και από την αμαρτία η δικαιοσύνη και από την κατάρα η ευλογία και από την ατιμία η δόξα και από την αδυναμία η δυναμη. Πριν από αυτό οι υπερκόσμιες δυνάμεις γνώριζαν μόνο την απλή και μονοδιάστατη σοφία του Θεού που ενεργούσε τα θαύματα με τον κατάλληλο στη φύση μας τρόπο. Και μέσα σ' αυτά που παρατηρούσαν δεν υπήρχε τίποτε ποικιλόμορφο στο να μεταχειρίζεται όλη την κτίση κατ' εξουσίαν, επειδή η θεία φύση είναι δύναμη που με την ορμή μόνο του θελήματός της κάνει να γεννηθεί η φύση των όντων και δημιουργεί τα πάντα εξαιρετικά καλά καθώς αναβλύζουν από την πηγή του καλού. Ενώ το ποικιλόμορφο αυτό είδος της σοφίας που συνίσταται στη διαπλοκή των αντιθέτων το διδάχτηκαν σαφώς τώρα με την Εκκλησία, πως δηλαδή ο Λόγος γίνεται σάρκα, πως η ζωή σμίγει με το θάνατο, πως με το δικό του τραύμα θεραπεύει τη δική μας πληγή, πως με την ασθένεια του σταυρού κατανικά τη δύναμη του εχθρού μας, πως το αόρατο φανερώνεται με τη σάρκα, πως εξαγοράζει τους αιχμαλώτους και είναι ο ίδιος ο αγοραστής και μαζί γίνεται και το αντίτιμο (γιατί έδωσε τον εαυτό του ως λύτρο στο θάνατο), πως και στο θάνατο μεταβαίνει κι από τη ζωή δεν αποχωρεί, πως και με τους δούλους συγκαταλέγεται αλλά και τη βασιλεία δεν εγκαταλείπει.
Όλα αυτά λοιπόν και τα παρόμοια, τα ποικιλόμορφα κι όχι απλά έργα της σοφίας, οι φίλοι του νυμφίου το διδάχτηκαν από την Εκκλησία και καρδιώθηκαν, καθώς κατάλαβαν με το μυστήριο μια άλλη διάσταση της θείας σοφίας. Κι αν δεν αποτελεί τόλμημα ο λόγος, ίσως κι εκείνοι βλέποντας μέσω της νύμφης θαύμασαν την ομορφιά του Νυμφίου που είναι σε όλα τα όντα αόρατη κι ακατανόητη. Αυτός που «κανένας δεν τον έχει δεί ποτέ», όπως λέει ο Ιωάννης κι «ούτε μπορεί κανένας να τον δεί», όπως μαρτυρεί ο Παύλος, αυτός έκανε σώμα του την Εκκλησία και με τη πρόσθεση εκείνων που σώζονται οικοδομεί τον εαυτό του με αγάπη, «μέχρι που να καταλήξουμε όλοι να γίνουμε άνδρες τέλειοι, που μέτρο της τελειότητάς μας είναι ο Χριστός». Αν λοιπόν η Εκκλησία είναι σώμα του Χριστού και του σώματος κεφαλή είναι ο Χριστός που με τη δική του σφραγίδα δίνει μορφή στο πρόσωπο της Εκκλησίας. Γι' αυτό ίσως οι φίλοι του νυμφίου βλέποντας προς αυτή πήραν θάρρος. Γιατί βλέπουν μέσα σ' αυτή τον αόρατο καθαρότερα. Όπως εκείνοι που δεν έχουν τη δύναμη ν' ατενίσουν το δίσκο του ίδιου του ήλιου τον βλέπουν διαμέσου της λάμψης του νερού, έτσι κι εκείνοι, όπως σε καθαρό καθρέφτη βλέπουν μέσα στην Εκκλησία τον ήλιο της δικαιοσύνης που γίνεται κατανοητος από τον ήλιο που φαίνεται σ' αυτήν. Γι' αυτό δεν έχει ειπωθεί μια μόνο φορά από τους φίλους «μας έδωσες θάρρος (εκαρδίωσες)» (που σημαίνει ότι μας προσκάλεσες με κάποια ψυχική και νοητική ικανότητα για να κατανοήσουμε μέσω σου το φως), αλλά ξαναλένε πάλι τον ίδιο λόγο, προσθέτοντας αξιοπιστία στο λόγο τους με τη δευτέρωσή του. Γιατί επαναλαμβάνουν και λένε «μας έδωσες θάρρος (εκαρδίωσες) μ’ έναν από τους οφθαλμούς σου».
Αυτό κυρίως είναι που προκάλεσε στους φίλους τη διάθεση θαυμασμού προς τη νύμφη. Επειδή δηλαδή η ψυχή έχει διπλή οπτική ενέργεια και με τη μία βλέπει την αλήθεια, ενώ με την άλλη πλανιέται γύρω στις ματαιότητες κι επειδή ο καθαρός οφθαλμός της νύμφης είναι ανοιχτός μόνο για τη φύση του αγαθού και ο άλλος αδρανεί, γι' αυτό οι φίλοι απευθύνουν τον έπαινο στο ένα από τα μάτια που μ' αυτό μονάχα θεωρεί τον Μόνο που τον κατανοούμε μέσα στην άτρεπτη και αΐδια φύση, τον αληθινό Πατέρα, τον Μονογενή Υιό και το άγιο Πνεύμα. Γιατί είναι αληθινά μόνον όποιο θεωρείται μέσα σε μια φύση, χωρίς να του προκαλεί κανένα χωρισμό ή διαφοροποίηση η διαφορά στις υποστάσεις. Υπάρχουν μερικοί που με διαφορετικά μάτια γίνονται άπρεπα οξυδερκείς σχετικά με το ανύπαρκτο μοιράζοντας το ένα σε πολλές φύσεις με τις φαντασίες διάστροφων οφθαλμών. Αυτοί είναι που λέγονται “πολυβλέποντες” που, επειδή βλέπουν πολλά, δε βλέπουν τίποτα. Και όσοι τώρα βλέπουν προς το Θεό και πάλι πλανιούνται με τις υλικές φαντασίες, είναι ανάξιοι για τους επαίνους των αγγέλων, επειδή ματαια ασχολούνται σε φαντασίες ανύπαρκτων πραγμάτων. Ενώ εκείνος που έχει ανοιχτά τα μάτια μόνο προς το θείο, είναι τυφλός για όλα τα άλλα, προς τα οποία κοιτάζουν τα μάτια των άλλων. Γι' αυτό η νύμφη προκαλεί το θαυμασμό με το ένα μονάχα μάτι. Επομένως ο πολυόμματος που βλέπει με πολλά μάτια προς τα μάταια είναι τυφλός, ενώ εκείνος που με το ένα μάτι της ψυχής κοιτάζει μόνο το αγαθά είναι οξυδερκής και διορατικός.
Ποια είναι τώρα η μία ή τι φοράει στο λαιμό, δε θα ήταν δύσκολο να το σκεφτούμε από την προηγούμενη ανάλυσή μας, αν και η διατύπωση φαίνεται να περιέχει κάποια ασάφεια. Ο λόγος λέει «μας έβαλες καρδιά μ' ένα από τα μάτια σου, με μία, με ο,τι φορείς στο λαιμό σου». Το «με μία» συμφωνεί με το «μ' ένα από τα μάτια σου», αν σκεφτούμε εμείς κατά παράλειψη «με μία ψυχή». Γιατί στον καθένα από τους απαίδευτους υπάρχουν πολλές ψυχές· σ' αυτούς τα πάθη με την επικράτησή τους παίρνουν την θέση της ψυχής και η φύση της ψυχής μεταβάλλεται σε λύπη και ηδονή ή θυμό και φόβο και δειλία και θάρρος. Όποιος όμως κοιτάζει προς το λογικό με το μόνο είδος της ενάρετης ζωής φανερώνεται ότι είχε μία ψυχή. Πρέπει λοιπόν να κάνουμε τον εξής διαχωρισμό στο λόγο, ότι το «με μία» συνάπτεται με το προηγούμενο (με ένα οφθαλμό σου) και η εννοιά του όπως την καταλαβαίνουμε είναι η “με μία ψυχή” ή “με μία κατάσταση”, το ακόλουθο όμως «ο,τι φοράς στο λαιμό σου», έχει διαφορετικό νόημα. Όλα αυτά αν ήθελε κάποιος να τα εξηγήσει σαφέστερα μπορεί να πεί ότι και ο οφθαλμός σου είναι ένας, επειδή βλέπει προς το ένα, και η ψυχή του είναι μία, επειδή δεν χωρίζεται σε διάφορες ψυχικές διαθέσεις, και η θέση του λαιμού σου είναι τέλεια, επειδή σηκώνει το θείο ζυγό.
Επειδή λοιπόν εξετάζοντας το «ό,τι φοράς στο λαιμό σου» βλέπουμε το ζυγό του Χριστού, ενώ κατά τη διάθεση προς το αληθινά αγαθό βλέπουμε ένα οφθαλμό και μία ψυχή, γι' αυτό ομολογούμε ότι μας έδωσες θάρρος με τα θαύματά σου, δείχνοντας ένα οφθαλμό και μια ψυχή σ' αυτό που φοράς στο λαιμό σου. Αυτό που φοράει η νύμφη στο λαιμό είναι, όπως είπαμε, ο ζυγός. Αυτό είναι ο έπαινος των αγγέλων που γίνεται για την ομορφιά της νύμφης (γιατί αυτούς θεωρήσαμε ως φίλους του νυμφίου). Και για να μη νομιστεί πως ο επαινός τους είναι αλόγιστος και λανθασμένος ρίχνοντας ο λόγος την ψήφο του επικυρώνει την κρίση των φίλων για την ομορφιά της νύμφης και προσθέτει κι αυτός στη μαρτυρία της ομορφιάς τα μεγαλύτερα θαύματα, περιγράφοντας την ωραιότητα που φανερώνεται στα ίδια τα μέλη, που θα προσθέσουμε στη συνέχεια αν το επιτρέπει ο Θεός, αν μας έρθει από την ουράνια συμμαχία μας κάποια δύναμη, για να κατανοήσουμε το μυστήριο, ν' αποκτήσουμε επίγνωση της ομορφιάς της Εκκλησίας και να επαινέσομε τη δόξα και τη χάρη της στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο αρμόζει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου