Συνέχεια από : Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022
ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ
Μέρος Πρώτο
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ
Κεφάλαιο 3
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑΣ
3.2. ΠΡΟΠΑΥΛΕΙΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ TOΥ ΣΤΑΥΡΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ TOΥ ΙΗΣΟΥ
3.2.3. Η «ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ» Ή «ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΗ» ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Αν εξαιρέσουμε ορισμένα μεμονωμένα λόγια της συνοπτικής παράδοσης,66 η όλη δομή των ευαγγελίων, και κυρίως της διήγησης του πάθους, κάθε άλλο παρά σωτηριολογική μορφή, με την έννοια της εξιλαστήριας ή αντιπροσωπευτικής θυσίας, παρουσιάζει.[ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΔΕΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΙΣΜΟΣ.Ο ΑΠ. ΠΑΥΛΟΣ ΥΠΗΡΞΕ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΤΕΛΕΙΩΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΕΖΗΣΕ ΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ ΚΕΡΔΙΣΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ.] Στα αρχαιότερα στρώματα τού κατά Μάρκον, που όπως είναι γνωστό αποτελεί την κυριότερη πηγή για τα άλλα ευαγγέλια, και στο συγγραφέα του οποίου οφείλουμε την τελική μορφή της διήγησης του πάθους,67 η όλη πορεία του Ιησού προς το πάθος κατανοείται ως εκπλήρωση του θελήματος του Θεού σύμφωνα με τις διακηρύξεις των Γραφών·68 ο ίδιος μάλιστα ο σταυρικός θάνατος του Ιησού θεωρείται ως το αποφασιστικό γεγονός των εσχάτων.[SOLA SCRIPTURA ΚΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;]
Η θεολογική υποδομή της ιστορίας του πάθους[ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΟΥ ΜΑΣ ΠΑΘΟΥΣ. ΕΜΕΙΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΩΣΑΜΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΩΝΟΥΜΕ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ. ΘΑΝΑΤΩΣΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕ, ΕΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ, ΤΗΝ ΘΕΛΗΣΗ. ΚΑΤΗΡΓΗΣΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΑΝΩ, ΜΑΣ ΕΞΗΓΗΣΕ ΓΙΑΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΘΕΛΗΣΕΙ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ. ΔΕΝ ΕΣΩΣΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΛΕΟΝ ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΣΑ ΘΕΛΟΥΜΕ.ΔΕΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΣΑΝ ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ. ΧΑΣΑΜΕ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΜΑΣ ΜΑΛΛΟΝ] στα συνοπτικά Ευαγγέλια, και κυρίως στο κατά Μάρκον, βρίσκεται συμπυκνωμένη στις λεγόμενες προρρήσεις του πάθους. Η σύγχρονη έρευνα έχει κατατάξει τις συνοπτικές μαρτυρίες που αναφέρονται στην πρόρρηση του πάθους του Ιησού σε δύο παραδόσεις.69 Η πρώτη παράδοση περιλαμβάνει τα εξής χωρία: Μαρκ 8,31α = Ματθ 16,21α = Λουκ 9,22α, Λουκ 17,25 και Μαρκ 9,12β = Ματθ 17,12β· η δεύτερη τα χωρία Μαρκ 9,31α = Ματθ 17, 22β = Λουκ 9,44β, Μαρκ 14,41γ = Ματθ 26,43γ, Λουκ 24,7 και Μαρκ 10,33 = Ματθ 20,18 (πρβλ. Λουκ 20,32). Τα πρώτα χωρία και των δύο παραδόσεων, και συγκεκριμένα στη μάρκεια απόδοσή τους, μπορεί να θεωρηθούν αν όχι πηγή, τουλάχιστον αντιπροσωπευτικά των υπολοίπων:
«δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου πολλά παθεῖν καί ἀποδοκιμασθῆναι...» (Μάρκ 8,31α).
«ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδέδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων» (Μαρκ 9,31α).
Το χαρακτηριστικό στοιχείο της πρώτης κατηγορίας λογίων, παράλληλα με τη χρήση των εκφράσεων «πολλά παθεῖν καί ἀποδοκιμασθῆναι» (ή τον παραπλήσιο εννοιολογικά ρηματικό τύπο «ἐξουδενηθῇ» Μαρκ 9,12), είναι η ύπαρξη του εσχατολογικού τύπου «δεῖ».70 Αντίθετα, το ιδιάζον στοιχείο της δεύτερης κατηγορίας, παράλληλα με το αραμαϊκό λογοπαίγνιο bene naša–bar naša (υἱός ἀνθρώπου-χείρας ἀνθρώπων),71 είναι η χρήση του passivum divinum «παραδίδοται».72 Είτε η πρώτη παράδοση προέρχεται από τη δεύτερη, είτε η δεύτερη αποτελεί θεολογική επεξεργασία της πρώτης, που είναι και το πιθανότερο,73 ένα είναι το σημαντικό στο στρώμα αυτό της συνοπτικής παράδοσης: ο θάνατος του Ιησού κατανοείται όχι ως λυτρωτικός με την έννοια της εξιλαστήριας ή αντιπροσωπευτικής θυσίας, αλλ' ως το αναγκαίο (δεῖ) σύμφωνα με τη θεϊκή βουλή αποφασιστικό γεγονός των εσχάτων.74 Η χρήση του «δεῖ» στην Κ.Δ. αντανακλάει προφανώς τις χαρακτηριστικές εκφράσεις της Π.Δ.[Ο ΚΑΝΤ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΚΑΝΤ;] Η δανιήλεια έκφραση «ἅ δεῖ γενέσθαι ἐπ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν» (Δαν 2,28) έρχεται συχνά στο προσκήνιο της πρωτοχριστιανικής γραμματείας, κάθε φορά που γίνεται αναφορά στα έσχατα (Μαρκ 13,7.10.14= Ματθ 24,6=Λουκ 21,9· Αποκ 1,1. Πρβλ. επίσης Ματθ 26,54· Λουκ 22,37· 24,25εξ. Ιωάν 20,9).
Το Sitz im Leben της αποκαλυπτικής αυτής ερμηνείας του σταυρικού θανάτου του Ιησού ανάγεται στην αρχαία χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, η οποία προσπαθούσε να αποδείξει με πιστευτές στους Ιουδαίους κατηγορίες ότι ο εξευτελιστικός θάνατος του Κυρίου πάνω στο σταυρό δεν μπορεί να ήταν κατάρα του Θεού· τα αμφισβητούμενα σημεία της επίγειας δράσης του Ιησού όσο και ο ατιμωτικός του θάνατος βρίσκονται σε συμφωνία κι όχι σε αντίθεση με το θεϊκό σχέδιο. Το γεγονός μάλιστα ότι οι γραφικές μαρτυρίες για το πάθος του Ιησού αναζητήθηκαν στις συνοπτικές διηγήσεις κατά κύριο λόγο από τα ψαλμικά χωρία του πάσχοντα Δικαίου75 κι όχι από το Δευτερο-Ησαΐα, αποδεικνύει και σ' αυτή την ερμηνεία του θανάτου του Ιησού την έλλειψη σωτηριολογικού προβληματισμού.
ΚΑΙ ΠΟΥ'ΣΕ, ΣΤΑΥΡΩΘΗΚΕ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ. |
Σημειώσεις
66. Πρβλ. τα χωρία Μαρκ 10,45 παρ· 14,24 παρ, για τα οποία γίνεται λόγος πιο κάτω.
67. Ι. Καραβιδόπουλου, Το πάθος του Χριστού, σελ. 34. Πρβλ. επίσης E. Lohse, Die Geschichte des Leidens und Sterbens Jesu Christi, Gütersloh 1964)· και G. D. Peddinghaus, Die Entstehung der Leidengeschi-chte, Heidelberg 1965.
68. Βλ. J. Roloff, “Anfänge der soteriologiszhen Deutung...”, σελ. 39, ο οποίος χαρακτηρίζει την αποκαλυπτική ή εσχατολογική ερμηνεία ως ερμηνεία της αναγκαιότητας της θείας οικονομίας (heilsgeschichtlichkausal). Πρβλ. ακόμη Η. W. Bartsch, “Die Bedeutung des Sterbens Jesu nach den Synoptikern,” ThZ 20 (1964) 87-102.
69. H. E. Tödt, Der Menschensohn in der synoptischen Überliefe-rung, Gütersloh 1963, σελ. 167. F. Hahn, Christologische Hoheitstitel, Göttingen 1963, σελ. 47εξ. G.Strecker, ”Die Leidens- und Auferstehungs-voraussagen im Markusevangelium (Mk 8,31· 9,31· 10,32-34),” ZTK 64 (1967) 16-39. W. Popkes, Christus Traditus. Eine Untersuchung zum Begriff der Dahingabe im Neuen Testament, Zürich 1967, σελ. 154 εξ. J. Roloff, “Anfänge der soteriologischen Deutung...”, σελ. 39.
70. Βλ. Ε. Fascher, ”Theologische Beobachtungen zu δεῖ,” Neutestamentliche Studien für R. Bultmann, Berlin 19572, 228-54.
71. J. Jeremias, Neutestamentliche Theologie I, Gütersloh 1971, σελ. 268.
72. W. Popkes, Christus Traditus, σελ. 267.
73. Βλ. J. Roloff, “Anfänge der soteriologische Deutung...,” σελ. 39. Καθοριστικό παράγοντα για την προτεραιότητα της μιας ή της άλλης κατηγορίας λογίων αποτελεί, νομίζουμε, η γνώμη των ερευνητών σχετικά με την αυθεντικότητα ή όχι των προρρήσεων του πάθους. Υπέρ της αυθεντικότητας είχαν στο παρελθόν ταχτεί ανάμεσα στους άλλους και οι Κ. Η. Schelkle, Die Passion Jesu in der Verkündigung des N.T., Heidelberg 1949, σελ. 64εξ. V.Taylor, “The Origin of the Markan Passion-Sayings,” NTS 1 (1954) 159-67· J. Jeremias, “The Sacrificial Death,” 42εξ. Αντίθετα η άποψη των R. Bultmann, Die Geschichte, σελ. 163· M. Dibelius, Die Formgeschichte des Evangeliums, Tübingen 1966, σελ. 227εξ· F. Hahn, Christologische Hoheitstilel, σελ. 46εξ. H. E.Tödt, Der Menschensohn in der synoptischen Überlieferung, Gütersloh 1959) σελ. 131εξ, που δέχεται επίδραση της πρωτο-χριστιανικής κοινότητας στη διαμόρφωση αυτών των λογίων, έχει σχεδόν επικρατήσει στη νεώτερη έρευνα (βλ. W. Schrage, “Das Verständnis des Todes Jesu...”, σελ. 52).
74. Κατά τον G. Strecker (“Die Leidens-und Auferstehungs-voraussagen...” σελ. 37) οι συνοπτικοί ενδιαφέρονται πρωταρχικά για το «γεγονός» του σταυρικού θανάτου του Ιησού, όχι για τη «σημασία» του.
75. Βλ. Ι. Καραβιδόπουλου, Το πάθος του Χριστού, σελ. 24εξ. και Η. Gese, “Psalm 22 und das Neue Testament,” ZTK 65 (1968) 1-22.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου