Συνέχεια από: Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025
Χάιντεγγερ καὶ ᾿Αρεοπαγίτης
ή, Περί απουσίας και αγνωσίας του Θεού
A' - Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΩΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ
2. Τὸ ἱστορικό κήρυγμα τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ» (3η συνέχεια)
Αὐτὴ ἡ ὀντολογία τῶν ἀνθρωποκεντρικῶν ἀξιολογήσεων τοῦ ἐπιστητοῦ συμπληρώνεται ἀπὸ μιὰ θεολογία πρακτικῶν σκοπιμοτήτων. Ὁ Θεὸς καθορίζεται ὡς ὑπέρτατη «ἀρχὴ» στὴν κλίμακα τῶν ἀξιῶν, ὑποχρεωτικὴ ἀρχὴ κάθε ἠθικῆς ἀξιολογίας, ἀλλὰ καὶ τέλος ἢ σκοπός της. Εἶναι τὸ «ἄκρο ἀγαθὸ» σὲ ἀναλογία πρὸς τὸ ἀγαθὸ ποὺ ἀποτελεῖ ἐμπειρική κατηγορία τῆς ἠθικῆς συνείδησης. Ὅμως αὐτὴ ἡ «ἀρχὴ» ή κορωνίδα τῆς κλίμακας τῶν ἀξιῶν εἶναι τελικὰ μόνο μιὰ ἀφηρημένη καὶ ἀπρόσωπη ἀναγκαιότητα τῆς κοινωνικῆς ἠθικῆς – ἡ ἀξία τοῦ «ἱεροῦ», ποὺ συνοδεύει τὶς ἀξίες τῆς δικαιοσύνης, τῆς φιλαλληλίας ἢ τῆς ἐντιμότητας. Ὁ Θεὸς ποὺ νοεῖται ἀναγωγικὰ μὲ ἀφετηρία τὶς ἀξίες τῆς ἀνθρώπινης ἠθικῆς ἐμπειρίας εἶναι τὸ ἴδιο νεκρός, ὅσο καὶ ὁ Θεὸς τῆς κλασικῆς μεταφυσικῆς ποὺ προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ λογικὴ τῆς αἰτιοκρατίας. «Τὸ ἔσχατο χτύπημα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐναντίον τοῦ ὑπεραισθητοῦ κόσμου, γράφει ὁ Χάϊντεγγερ, ἔγκειται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεός, ή ἡ πραγματικότητα τῆς ὕπαρξης, ὑψώθηκε σὲ ἀνώτατη ἀξία. Τὸ σκληρότερο χτύπημα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τὸ νὰ τὸν θεωρήσουμε ἀπρόσιτον στὴ γνώση, νὰ ἀποδείξουμε τὴν ὕπαρξή του ἀναπόδεικτη, ἀλλὰ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ θεωρούμενος ὡς ὑπαρκτὸς Θεὸς ὑψώθηκε σε ὕψιστη ἀξία. Καὶ αὐτὸ τὸ χτύπημα δὲν προέρχεται ἀπὸ τοὺς ἐκτός, αὐτοὺς ποὺ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς θεολόγους των»44.
Ἡ ἱστορικὴ ἐξέλιξη τόσο τῆς φυσικῆς θεολογίας ὅσο καὶ τοῦ ἀποφατισμοῦ στη Δύση, καταλήγει καὶ συνοψίζεται στὸ κήρυγμα τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ». ῾Ο Χάϊντεγγερ μᾶς εἶπε ὅτι στὴ σκέψη τοῦ Νίτσε εἶναι φανερὸ πὼς ἡ χριστιανική θεολογία ταυτίζεται μὲ τὸν πλατωνισμό, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ πὼς «ὁ χριστιανισμὸς εἶναι γιὰ τὸν Νίτσε ἡ ἱστορική, κοσμική – πολιτικὴ ἐμφάνιση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἐξουσιαστικῶν της ἀπαιτήσεων μέσα στὰ πλαίσια τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας καὶ τοῦ νεώτερου πολιτισμοῦ της»45. Ο χριστιανικὸς Θεὸς ταυτίστηκε τόσο μὲ τὸν ὑπεραισθητό κόσμο τῆς νοησιαρχικῆς μεταφυσικῆς, ὅσο καὶ μὲ τὸ πολιτιστικὸ σχῆμα ἢ τὴ σκοπιμότητα μιᾶς ὁρισμένης ὀργάνωσης τοῦ κοινωνικοῦ βίου.
Τὸ κήρυγμα τοῦ Νίτσε ἐπισημαίνει ἔμμεσα ἀλλὰ σαφέστατα τὴ θεμελιώδη «αἵρεση» –ἀπόκλιση ἀπὸ τὸ ἀφετηριακὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας– ποὺ ἀποτέλεσε τὸν ἱστορικὸ πειρασμὸ τῆς δυτικῆς χριστιανοσύνης: Τὴν ἐκζήτηση λογικής καὶ κοινωνικῆς ἐπιβολῆς, τελικὰ τὴ «θρησκειοποίηση» τῆς Ἐκκλησίας – τὴ μετατροπή της σὲ θρησκεία ποὺ προσφέρει συναισθηματικές καὶ νοητικὲς κατοχυρώσεις στὸν ἀτομικὸ ἄνθρωπο, ἐνῶ συντηρεῖ τὶς ἠθικο-πρακτικές σκοπιμότητες τοῦ κοινωνικοῦ βίου46. Οἱ διαφοροποιήσεις (στὸ δόγμα, στὴ λατρεία, στὴν τέχνη, στὴν ὀργάνωση) τῆς δυτικῆς ἀπὸ τὴν ἀδιαίρετη Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων, συγκλίνουν στη βασικὴ αὐτὴ ἀλλοίωση τῆς ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας καὶ ταυτότητας τῶν δυτικῶν. Ἦταν ἡ ὑποχώρηση στὸν τρίτο ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ Χριστοῦ στὴν ἔρημο, ὅπως ἐπισήμανε πρὶν ἀπὸ τὸν Νίτσε ὁ Ντοστογιέφσκυ47.
Ἔτσι τὸ κήρυγμα τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ» ἐμφανίζεται ὡς ἱστορικὴ κατάληξη ποὺ φωτίζει τὴ σύνολη θεολογικὴ ἐξελιξη τῆς δυτικῆς χριστιανοσύνης. Ἡ ὑποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας ἀπὸ τὴ νοησιαρχικὴ βεβαιότητα, προετοιμάζει καὶ τὴν ὀρθολογικὴ ἀμφισβήτηση αὐτῆς τῆς βεβαιότητας. Ο ρασιοναλισμός, ἐλευθερωμένος ἀπὸ τὶς μεταφυσικὲς ἐγγυήσεις μὲ τὶς ὁποῖες τὸν κατοχύρωνε ὁ σχολαστικισμός, παίζει τὸν ρόλο τῆς ἱστορικῆς προπαρασκευῆς γιὰ τὴν κυριαρχία τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ ἐμπειρισμοῦ. Καὶ ὁ ἀτομοκεντρικὸς ἐμπειρισμὸς εἶναι ἡ «ἀνοιχτὴ πόρτα» γιὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ μηδενισμοῦ. Ταυτόχρονα, ὁ ἀντι-ρασιοναλισμός τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ φιντεϊσμοῦ καὶ τοῦ προτεσταντικοῦ πιετισμοῦ ἑτοιμάζει τὴν ἱστορικὴ ἐμφάνιση τῆς χρησιμοθηρίας τῶν «ἀξιῶν». Καὶ ἡ χρησιμοθηρικὴ ἀξιολογία ὁδηγεῖ νομοτελειακά, μέσα ἀπὸ τὴν ἀμφισβήτηση τῶν ἀξιολογικῶν προτεραιοτήτων, στὸν σχετικισμό, καὶ τελικὰ στὸν ἀμοραλισμό – στην «ἀνατροπὴ ὅλων τῶν ἀξιῶν».
Ὁ Χάϊντεγγερ περιγράφει ἐναργέστατα τὴν κατάληξη αὐτῆς τῆς μακραίωνης ἱστορικῆς διαδικασίας:
«Στὴ θέση τῆς συρρικνωμένης αὐθεντίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδαχῆς μπαίνει ἡ αὐθεντία τῆς (ἀτομικῆς) συνείδησης, προωθεῖται ἡ αὐθεντία τῆς λογικῆς. Ἐναντίον της ξεσηκώνεται τὸ κοινωνικὸ ἔνστικτο. Ἡ φυγὴ ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο στὸν ὑπεραισθητὸ ὑποκαθίσταται ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ πρόοδο. Ὁ ἐπέκεινα στόχος τῆς αἰώνιας μακαριότητας μετασκευάζεται σὲ ἐπίγεια εὐτυχία τῶν πολλῶν. Τὴν καλλιέργεια τῆς θρησκευτικῆς λατρείας διαδέχεται ὁ ἐνθουσιασμὸς γιὰ τὴ δημιουργία πολιτιστικῆς καλλιέργειας ἢ γιὰ τὴν ἐπέκταση τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ δημιουργικότητα, ποὺ κάποτε ἦταν ἀποκλειστικότητα τοῦ βιβλικοῦ Θεοῦ, γίνεται τὸ χαρακτηριστικὸ ἰδίωμα τῆς ἀνθρώπινης πράξης. Τὸ δημιουργεῖν ὑποκαθίσταται τελικὰ ἀπὸ τὸ κατασκευάζειν»48.
Εἶναι ἡ ἀνατροπὴ τῶν ἀξιῶν ποὺ φέρνει τὸν μηδενισμό «πρὸ τῶν θυρῶν» – ἔτσι, ὅπως τὸ πρόβλεψε ὁ Νίτσε: «Αὐτός, ὁ πιὸ ἀνησυχητικὸς ἀπὸ τοὺς ἐπισκέπτες, στέκεται έξω ἀπὸ τὴν πόρτα»49.
Σημειώσεις
43. Holzwege, σελ. 210.
44. Holzwege, σελ. 239-240.
45. Holzwege, σελ. 202, 203.
46. «Η κριτική τοῦ Χριστιανισμοῦ μετατρεπόταν (στη Δύση) αὐτόματα σε κριτικὴ τῆς θρησκείας. Ἔκανε φανερὲς τόσο τις θρησκευτικές ρίζες τῆς (θεολογικής) μεταφυσικῆς όσο καὶ τὴ συνύφανσή της μὲ θρησκευτικά κυρωμένες μορφές κοινωνικής κυριαρχίας. Η μεταφυσική παρουσιαζόταν ἔτσι ὡς ἀπλὴ φιλοσοφική ἐπεξεργασία θρησκευτικών φαντασιώσεων, οἱ ὁποῖες ρίζωναν σὲ σκοτεινά πάθη καὶ σὲ ἀκόμη σκοτεινότερες προκαταλήψεις, όμως βαθμιαία ἔπαιρναν τη μορφή συστήματος ἰδεῶν καὶ διαιωνίζονταν, γιατὶ ἐκπλήρωναν συγκεκριμένη κοινωνικὴ λειτουργία, καθαγιάζοντας τὴν κυριαρχία τῶν μὲν καὶ ἀπαλύνοντας μὲ παρηγοριὲς τὴν ὑποταγὴ τῶν δέ»: Παναγ. ΚΟΝΔΥΛΗ, Η κριτική τῆς μεταφυσικῆς στη νεότερη σκέψη, σελ. 21-22.
47. Στὸ ἔργο του ᾿Αδελφοί Καραμάζωφ (1879-1880).
48. Holzwege, σελ. 203.
49. Εἶναι ἡ φράση, μὲ τὴν ὁποία ἀρχίζει τὸ βιβλίο του Der Wille zur Macht-Versuch einer Umwertung aller Werte.
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ ΜΕ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΟΝΟΜΑΖΟΥΝ Α' POSTERIORI ΤΗΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΘΕΙΣΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ. ΚΑΜΜΙΑ ΑΠΟΔΕΙΞΗ, ΚΑΜΜΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ. ΟΛΑ ΗΔΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΜΕΝΑ, ΜΟΙΡΑΙΑ. ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΟΤΑΝ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΞΙΑ. ΠΩΣ ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ ΑΞΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΩΣΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ.. Ο ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΟΜΩΣ ΤΟΝ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΤΟΝ ΑΠΟΛΑΥΣΕ. ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΜΑΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου